- Συστήνεται Ανεξάρτητη Αρχή, με την επωνυμία «Ανεξάρτητη Αρχή Εποπτείας της Αγοράς και Προστασίας του Καταναλωτή» (στο εξής η «Αρχή»), η οποία είναι αρμόδια για:
α) την εποπτεία της αγοράς και τη διασφάλιση της διαφανούς λειτουργίας της, μέσω του ελέγχου και της μέριμνας για την εφαρμογή της κείμενης νομοθεσίας, και
β) την προάσπιση των δικαιωμάτων των καταναλωτών, την εν γένει υποστήριξή τους, τη διαμεσολάβηση στην επίλυση διαφορών και την παροχή νομικής προστασίας.
- Η Αρχή έχει νομική προσωπικότητα, απολαύει λειτουργικής ανεξαρτησίας, διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας και δεν υπόκειται σε έλεγχο ή εποπτεία από κυβερνητικά όργανα, κρατικούς φορείς ή άλλες διοικητικές αρχές. Η Αρχή υπόκειται:
α) σε κοινοβουλευτικό έλεγχο, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής και
β) στη διαδικασία του άρθρου 33, περί των σχέσεων της Αρχής με τη Βουλή, τις δικαστικές, εισαγγελικές και διοικητικές αρχές.
- Η έδρα της Αρχής είναι στην Αθήνα. Υπηρεσίες της Αρχής δύνανται να συστήνονται και να λειτουργούν και εκτός της έδρας αυτής
- Από την έναρξη λειτουργίας της Αρχής, καταργούνται οι παρακάτω υπηρεσίες, το σύνολο των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των οποίων μεταφέρονται στην Αρχή, η οποία καθίσταται καθολικός τους διάδοχος:
α) η Διυπηρεσιακή Μονάδα Ελέγχου Αγοράς του Υπουργείου Ανάπτυξης, με εξαίρεση το Τμήμα Χημικών Αναλύσεων,
β) η Διεύθυνση Προστασίας Καταναλωτή, που υπάγεται στη Γενική Διεύθυνση Αγοράς και Προστασίας Καταναλωτή της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης,
γ) το Τμήμα Γ’ Επικοινωνίας και Εξωστρέφειας, που υπάγεται στη Διεύθυνση Πολιτικής και Ενημέρωσης Καταναλωτή της Γενικής Διεύθυνσης Αγοράς και Προστασίας Καταναλωτή της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης και
δ) η ανεξάρτητη αρχή «Συνήγορος του Καταναλωτή».




Η Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.μεΑ.), στο πλαίσιο της δημόσιας ηλεκτρονικής διαβούλευσης για το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Ανάπτυξης με τίτλο: «Σύσταση και λειτουργία Ανεξάρτητης Αρχής Εποπτείας της Αγοράς και Προστασίας του Καταναλωτή, ρυθμίσεις για την Επιτροπή Ανταγωνισμού και λοιπές διατάξεις», σας υποβάλλει τις προτάσεις της.
Παρά το γεγονός ότι τα άτομα με αναπηρία, χρόνιες ή/και σπάνιες παθήσεις και οι οικογένειές τους: α) αποτελούν ένα σημαντικό τμήμα του καταναλωτικού κοινού, και β) δεν είναι μόνο καταναλωτές γενικών αγαθών και υπηρεσιών (όπως τρόφιμα, είδη ρουχισμού ή οικιακής χρήσης, νερό, φυσικό αέριο, ηλεκτρική ενέργεια, υπηρεσίες στέγασης, εστίασης, εκπαίδευσης, αναψυχής, ιατρικές υπηρεσίες κ.λπ.), αλλά και ειδικών (όπως βοηθήματα κινητικότητας ή/και ενίσχυσης ακοής ή/και όρασης, ειδικοί εξοπλισμοί υποστήριξης της διαβίωσης, ιατρικός εξοπλισμός, φάρμακα και αναλώσιμα υλικά, υπηρεσίες προσωπικής φροντίδας ή αποκατάστασης), εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σοβαρά εμπόδια στην πρόσβαση σε αγαθά, υπηρεσίες και πληροφορίες που σχετίζονται με αυτά.
Τα άτομα με αναπηρία και τα άτομα με χρόνιες ή/και σπάνιες παθήσεις θεωρούνται ευάλωτοι καταναλωτές, καθώς συχνά στερούνται ίσων επιλογών στην αγορά. Πολλά προϊόντα και υπηρεσίες είναι μη προσβάσιμα, περιορίζοντας τη δυνατότητά τους να επιλέγουν ελεύθερα, όπως οι υπόλοιποι πολίτες. Επιπρόσθετα, η έλλειψη προσβάσιμων πληροφοριών δυσχεραίνει τη σύγκριση τιμών και ποιότητας. Οι συμβάσεις -ιδίως σε τομείς όπως η ενέργεια ή οι τηλεπικοινωνίες- είναι συχνά δυσνόητες και μη διαθέσιμες σε προσβάσιμες και κατανοητές σε όλους μορφές. Η ευαλωτότητα των καταναλωτών με αναπηρία εντείνεται από παράγοντες όπως είναι το χαμηλό εισόδημα λόγω του αποκλεισμού τους από την αγορά εργασίας, η εξάρτηση από υποστηρικτικές τεχνολογίες και η έλλειψη κατάλληλης νομικής υποστήριξης.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι:
•η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, κυρωθείσα από την Ελληνική Βουλή με τον ν. 4074/2012, αν και δεν περιλαμβάνει ρητή αναφορά ή ξεχωριστό άρθρο στα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία ως καταναλωτών, κατοχυρώνει το δικαίωμά τους για ισότιμη πρόσβαση στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών. Πιο συγκεκριμένα: i) το Άρθρο 5 απαγορεύει κάθε μορφή διάκρισης σε βάρος των ατόμων με αναπηρία, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που σχετίζονται με την πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες, ii) το Άρθρο 9 επιβάλλει τη λήψη μέτρων για την ισότιμη πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία στο φυσικό περιβάλλον, τα μέσα μεταφοράς, την πληροφορία και τις επικοινωνίες, καθώς και σε κάθε υπηρεσία που παρέχεται στο κοινό, iii) το Άρθρο 12 κατοχυρώνει την ικανότητα των ατόμων με αναπηρία για δικαιοπραξία, παρέχοντάς τους τη δυνατότητα, με την κατάλληλη υποστήριξη, να συνάπτουν συμβάσεις και να συμμετέχουν σε οικονομικές συναλλαγές, iv) το Άρθρο 19 αναγνωρίζει το δικαίωμα των ατόμων με αναπηρία στην ανεξάρτητη διαβίωση και κοινωνική ένταξη, και καλεί τα συμβαλλόμενα κράτη να λάβουν μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί η ισότιμη πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία σε καταστήματα, κοινοτικές υπηρεσίες και εγκαταστάσεις, v) το Άρθρο 20 επιβάλλει τη διευκόλυνση πρόσβασης σε βοηθήματα κινητικότητας, υποστηρικτικές συσκευές και τεχνολογίες σε προσιτό κόστος, vi) το Άρθρο 21 κατοχυρώνει το δικαίωμα πρόσβασης σε πληροφορίες που προορίζονται για το κοινό σε προσβάσιμες μορφές και τεχνολογίες, vii) το Άρθρο 30 διασφαλίζει την ισότιμη συμμετοχή στην πολιτιστική ζωή, την αναψυχή, τον ελεύθερο χρόνο και τον αθλητισμό,
•σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 61 του ν.4488/2017 «1. Κάθε φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου υποχρεούται να διασφαλίζει την ισότιμη άσκηση των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία στο πεδίο των αρμοδιοτήτων ή δραστηριοτήτων του, λαμβάνοντας κάθε πρόσφορο μέτρο και απέχοντας από οποιαδήποτε ενέργεια ή πρακτική που ενδέχεται να θίγει την άσκηση των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία. Ιδίως υποχρεούται: α) να αφαιρεί υφιστάμενα εμπόδια κάθε είδους, β) να τηρεί τις αρχές καθολικού σχεδιασμού σε κάθε τομέα της αρμοδιότητάς του ή της δραστηριοποίησής του, προκειμένου να διασφαλίζει για τα άτομα με αναπηρία την προσβασιμότητα των υποδομών, των υπηρεσιών ή των αγαθών που προσφέρει, γ) να παρέχει, όπου απαιτείται σε συγκεκριμένη περίπτωση, εύλογες προσαρμογές υπό τη μορφή εξατομικευμένων και κατάλληλων τροποποιήσεων, ρυθμίσεων και ενδεδειγμένων μέτρων, χωρίς την επιβολή δυσανάλογου ή αδικαιολόγητου βάρους, δ) να απέχει από πρακτικές, κριτήρια, συνήθειες και συμπεριφορές που συνεπάγονται διακρίσεις σε βάρος των ατόμων με αναπηρία, ε) να προάγει με θετικά μέτρα την ισότιμη συμμετοχή και άσκηση των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία στον τομέα της αρμοδιότητας ή δραστηριότητάς του»,
•το άρθρο 3 του ν. 5023/2023, επεκτείνει την αρχή της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης και στο πεδίο της παροχής αγαθών και υπηρεσιών που διατίθενται (συναλλακτικά) στο κοινό,
•με τον ν. 4994/2022, μέσω του οποίου ενσωματώθηκε στην εθνική μας νομοθεσία η Οδηγία (ΕΕ) 2019/882, γνωστή ως Ευρωπαϊκή Πράξη Προσβασιμότητας, καθορίζονται οι υποχρεώσεις των οικονομικών φορέων ως προς τη διάθεση στην αγορά προσβάσιμων στα άτομα με αναπηρία προϊόντων και υπηρεσιών,
η Ε.Σ.Α.μεΑ. προτείνει ανά άρθρο τα εξής:
1. Στην παρ. 1 του άρθρου 3, με τίτλο «Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Εποπτείας της Αγοράς και Προστασίας του Καταναλωτή», να περιληφθεί ρητή αναφορά στην προστασία των δικαιωμάτων των καταναλωτών με αναπηρία και να προστεθεί σημείο γ) με το οποίο να προβλέπεται η συνεργασία της Ανεξάρτητης Αρχής με τις Ενώσεις Καταναλωτών, ως εξής:
«Άρθρο 3 Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Εποπτείας της Αγοράς και Προστασίας του Καταναλωτή
1. Συστήνεται Ανεξάρτητη Αρχή, με την επωνυμία «Ανεξάρτητη Αρχή Εποπτείας της Αγοράς και Προστασίας του Καταναλωτή» (στο εξής η «Αρχή»), η οποία είναι αρμόδια για:
α) την εποπτεία της αγοράς και τη διασφάλιση της διαφανούς λειτουργίας της, μέσω του ελέγχου και της μέριμνας για την εφαρμογή της κείμενης νομοθεσίας,
β) την προάσπιση των δικαιωμάτων των καταναλωτών, συμπεριλαμβανομένων των καταναλωτών με αναπηρία, την εν γένει υποστήριξή τους, τη διαμεσολάβηση στην επίλυση διαφορών και την παροχή νομικής προστασίας, και
γ) τη συνεργασία με τις Ενώσεις Καταναλωτών[…]»
Αιτιολόγηση: Η ρητή αναφορά στους καταναλωτές με αναπηρία στα άρθρα 3 και 4 του σχεδίου νόμου είναι απαραίτητη για την εναρμόνιση της αποστολής της Ανεξάρτητης Αρχής με ό,τι υπαγορεύει το προαναφερθέν υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο για τα άτομα με αναπηρία. Η μη ορατότητα των ατόμων με αναπηρία στις γενικές διατάξεις περί προστασίας των καταναλωτών οδηγεί στη μη συμπερίληψη της διάστασης της αναπηρίας στον σχεδιασμό και την εφαρμογή πολιτικών, μέτρων και δράσεων ελέγχου και εποπτείας της αγοράς. Αντιθέτως, η ρητή αναφορά λειτουργεί ως εγγύηση ότι οι πολιτικές και οι παρεμβάσεις της Ανεξάρτητης Αρχής θα λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες, τις εμπειρίες και τα δικαιώματα των καταναλωτών με αναπηρία, αποτρέποντας φαινόμενα διακριτικής μεταχείρισης και αποκλεισμού σε βάρος τους. Επιπλέον, δεδομένου ότι μεταξύ των αρμοδιοτήτων της Ανεξάρτητης Αρχής περιλαμβάνεται η προάσπιση των δικαιωμάτων των καταναλωτών, είναι αναγκαία η θεσμοθέτηση της συνεργασίας με τις Ενώσεις Καταναλωτών.
Ως προς την παρ. δ, ορθότερο θα ήταν ειδικά ως προς την Ανεξάρτητη Αρχή «Συνήγορος του Καταναλωτή», να μην τίθεται ζήτημα κατάργησης, αλλά κατ’ ουσίαν η εν λόγω Αρχή να μετονομαστεί και σε αυτήν ενδεχομένως να υπεισέλθουν και οι υπόλοιπες μονάδες. Είναι λογικό να καταργηθούν οι άλλες μονάδες, αλλά δεν υφίσταται λόγος κατάργησης και επανασύστασης αυτής της ανεξάρτητης αρχής.
Προτείνουμε αλλαγή τίτλου του άρθρου 3 ως εξής: «ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ»
Σχόλιο αναφορικά με το άρθρο 3 και συγκεκριμένα την τροποποίηση της παρ. β) ως εξής: «την προάσπιση των δικαιωμάτων των καταναλωτών, την εν γένει υποστήριξή τους, την εποπτεία της διαμεσολάβησης στην επίλυση διαφορών και την παροχή νομικής προστασίας» και επιπλέον να προηγηθεί ως παρ. α). Η δε παρ. α) να μετονομαστεί σε β). Επίσης, να προστεθεί στο άρθρο 1, παρ. γ) τη συνεργασία με τις Ενώσεις Καταναλωτών.
Αιτιολογία: Θεωρούμε ότι η βασική αρμοδιότητα της Αρχής είναι η προστασία του καταναλωτή και εκ τούτου θα πρέπει να προηγηθεί ως παρ. α).
Επιπρόσθετα αναφορικά με την προσθήκη της εποπτείας στη διαμεσολάβηση θεωρούμε ότι, η Αρχή θα πρέπει να εποπτεύει τα όργανα διαμεσολάβησης και να θέτει τους κανόνες και τις αρχές και όχι η ίδια να διαμεσολαβεί για την επίλυση των διαφορών μεταξύ καταναλωτών και προμηθευτών, ως είθισται μέσω της υφιστάμενης διαδικασίας της ανεξάρτητης αρχής «Συνήγορος του Καταναλωτή. Ο ρόλος αυτός αντίκειται στη συνύπαρξη της αρμοδιότητας της φιλικής επίλυσης διαφορών και της επιβολής κυρώσεων στην ίδια Αρχή, αλλά και στο πνεύμα της Κοινοτικής Οδηγίας για την εξωδικαστική επίλυση διαφορών, το οποίο επιτάσσει ρητά την τήρηση των αρχών της αμεροληψίας και της ανεξαρτησίας, κυρίως δε της αποφυγής σύγκρουσης συμφερόντων κατά την άσκηση των ως άνω καθηκόντων.
Θεωρούμε κατ’αρχάς ορθή τη σύσταση μίας νέας Ανεξάρτητης Αρχής μέσω της συνένωσης φορέων με συναφή αντικείμενα, πλην της Επιτροπής Ανταγωνισμού που παραμένει για ειδικούς λόγους αυτοτελής. Ωστόσο οφείλουμε να επισημάνουμε ότι η εμπειρία των ανεξάρτητων Αρχών, όταν προέρχονται από συγχωνεύσεις ήδη λειτουργούντων φορέων του Δημοσίου, όπως π.χ. η μετατροπή του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας σε Ανεξάρτητη Αρχή, δείχνει ότι αυτές δημιουργούνται για να απεκδυθεί της όποιας πολιτικής ευθύνης η κεντρική εξουσία, ειδικά εν προκειμένω όπου έχουμε μία αποδεδειγμένη αδυναμία αντιμετώπισης του τέρατος της ακρίβειας, ειμή μόνο με ημίμετρα και ελάχιστου αντίκτυπου μέτρα. Η Αρχή δίνει, μ’άλλα λόγια, το «άλλοθι» στην εκάστοτε κυβέρνηση να σταματήσει να ασχολείται τόσο με διενέργεια ελέγχων για την αντιμετώπιση παραβάσεων του νομοθετικού πλαισίου όσο και με την επιβολή κυρώσεων. Η άποψη αυτή ενδυναμώνεται από το ότι ο Υπουργός Ανάπτυξης δεν θα έχει πλέον κανένα περιθώριο παρέμβασης ή διαμόρφωσης πολιτικών αλλά μία χαλαρού τύπου ενημέρωση των πεπραγμένων της Αρχής, με βάση το άρθρο 34.
Παράλληλα, δεν τεκμηριώνεται η επιλογή της κατά συγχώνευσης σύστασης της υπό ίδρυση Αρχής ως προς την εναλλακτική επιλογή της μεταφοράς δραστηριοτήτων και πόρων από τους υπόλοιπους φορείς στον Συνήγορο του Καταναλωτή και τον δικό του μετασχηματισμό. Η υπό σύσταση Αρχή θα είναι πρακτικά ανενεργής για το χρονικό διάστημα των δύο ετών (έως 31/12/2027) που εμμέσως πλην σαφώς προβλέπεται στο Άρθρο 38 παρ. 5 περί της Λειτουργίας Διεύθυνσης Οικονομικού. Απεναντίας, η εναλλακτική επιλογή του δομικού μετασχηματισμού του «Συνηγόρου του Καταναλωτή» διασφαλίζει συνεχώς, μία τουλάχιστον, ελάχιστη δραστηριότητα στην υπό σύσταση Αρχή.
Εύστοχο.
Περιφερειακή Υπηρεσία πρέπει να συσταθεί και στην πόλη της Κοζάνης, καθώς η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας είναι και το σημείο εισόδου και εξόδου της χώρας μας από την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία.
Ο έλεγχος στην αγορά διενεργείται καθ΄όλο το εικοσιτετράωρο και όλες τις ημέρες της εβδομάδας καθώς και σε ημέρες αργιών. Για το λόγο αυτό και σε συνάρτηση με το άρθρο 20 του ν.4354/2015 που ορίζει τις προϋποθέσεις αποζημίωσης για εργασία κατά τις νυχτερινές ώρες και κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες, η παράγραφος 3 του συγκεκριμένου άρθρου προτείνεται να τροποποιηθεί ως ακολούθως:
«3. Η Αρχή λειτουργεί καθ` όλο το εικοσιτετράωρο και η έδρα της είναι στην Αθήνα. Υπηρεσίες της Αρχής δύνανται να συστήνονται και να λειτουργούν και εκτός της έδρας αυτής.»
Προσθήκη 5ης παραγράφου:
5.Κατ’εφαρμογή της παραγράφου 3 του παρόντος κεφαλαίου συστήνονται Περιφερειακές Υπηρεσίες στις πόλεις της Αλεξανδρούπολης, του Ηρακλείου Κρήτης, της Θεσσαλονίκης, της Λάρισας, της Πάτρας και της Ρόδου, στις οποίες λειτουργούν:
α)Περιφερειακή Διυπηρεσιακή Μονάδα Ελέγχου Αγοράς, επιπέδου διεύθυνσης, συμπεριλαμβανομένων των Τμημάτων:
i)Τμήμα Συντονισμού και Διοικητικής Υποστήριξης
ii)Τμήμα Διυπηρεσιακής Συνεργασίας Ελέγχου Αγοράς & Αντιμετώπισης Παράνομου Εμπορίου
iii)Τμήμα Διαχείρισης Δεδομένων Στατιστικής Επεξεργασίας Εποπτείας Ηλεκτρονικού Εμπορίου
β)Περιφερειακή Διεύθυνση Προστασίας Καταναλωτή, συμπεριλαμβανομένων των Τμημάτων:
i) Α΄ Καταναλωτικών Προϊόντων,
ii) Β΄ Υπηρεσιών,
iii) Γ΄ Τραπεζικών Υπηρεσιών,
iv) Δ΄ Λοιπών Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών
γ)Περιφερειακό Γραφείο Συνηγόρου του καταναλωτή.