- H αποστολή της Ανεξάρτητης Αρχής Εποπτείας της Αγοράς και Προστασίας του Καταναλωτή συνίσταται:
α) στην ενίσχυση της διαφάνειας της αγοράς,
β) στην αντιμετώπιση του παράνομου εμπορίου,
γ) στην αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων των καταναλωτών,
δ) στην προάσπιση των οικονομικών τους συμφερόντων και
ε) στη διαμόρφωση μίας υγιούς καταναλωτικής συνείδησης.
- Κατά την επιδίωξη της αποστολής της, η Αρχή ασκεί τις παρακάτω αρμοδιότητες:
α) Αναφορικά με την εποπτεία και τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς:
αα) διενεργεί ελέγχους για την αντιμετώπιση του παράνομου εμπορίου κατά την παραγωγή, αποθήκευση, διακίνηση και εμπορία των προϊόντων στην αγορά και την παροχή υπηρεσιών,
αβ) ελέγχει την τήρηση του ν. 4177/2013 (Α’ 173), περί των κανόνων ρύθμισης της αγοράς προϊόντων και της παροχής υπηρεσιών, του ν. 4849/2021 (Α’ 207), περί αναμόρφωσης και εκσυγχρονισμού του ρυθμιστικού πλαισίου οργάνωσης και λειτουργίας του υπαίθριου εμπορίου, του άρθρου 65, περί υποχρέωσης αποδοχής μέσων πληρωμής με κάρτα και της παρ. 1 του άρθρου 66 του ν. 4446/2016 (Α’ 240), περί της υποχρέωσης ενημέρωσης του καταναλωτή, κατά την άσκηση της εμπορικής δραστηριότητας για προϊόντα και υπηρεσίες, της καταπολέμησης φαινομένων παραπλάνησης των καταναλωτών σε όλα τα στάδια της διακίνησης και εμπορίας αγαθών, καθώς και παροχής υπηρεσιών,
αγ) εκπονεί, από κοινού με τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο και Προγραμματισμό, για την αντιμετώπιση του παράνομου εμπορίου των προϊόντων και υπηρεσιών,
αδ) συγκροτεί και συντονίζει μεμονωμένα ή μικτά κλιμάκια ελέγχου σε τοπικό, περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο, για τον έλεγχο της αγοράς, την πάταξη του παράνομου εμπορίου και την εποπτεία της εφαρμογής των κανόνων διακίνησης εμπορίας προϊόντων και παροχής υπηρεσιών, με τη συμμετοχή των υπηρεσιών που ασκούν ελεγκτικό έργο, σύμφωνα με τα Κεφάλαια ΣΤ’ και Ζ’ του Μέρους Α’ του ν. 4849/2021, της αρμόδιας υπηρεσίας της Α.Α.Δ.Ε., της Δημοτικής Αστυνομίας, καθώς και των υπηρεσιών του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και των φορέων που εποπτεύονται από αυτό, της Ανεξάρτητης Αρχής Επιθεώρησης Εργασίας και των Διευθύνσεων Ελέγχου του Υπουργείου Υγείας, όποτε αυτό απαιτείται,
αε) τηρεί ψηφιακό σύστημα διαχείρισης των δεδομένων,
αστ) εκπονεί μελέτες, έρευνες και αναλύσεις για την αποτύπωση της υπάρχουσας κατάστασης της αγοράς,
αζ) ελέγχει τη συμμόρφωση των παρόχων επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης και επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την προώθηση της δίκαιης μεταχείρισης και της διαφάνειας για τους επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης (L 186) και τον ν. 4753/2020 (Α’ 227),
αη) διενεργεί τακτικούς και έκτακτους ελέγχους και ελέγχους κατόπιν καταγγελίας, για τη διαπίστωση παραβάσεων που αφορούν στα έκτακτα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας,
αθ) διαπιστώνει παραβάσεις, συντάσσει σχετικές εκθέσεις ελέγχου και επιβάλλει τις προβλεπόμενες κυρώσεις.
β) Αναφορικά με την παρακολούθηση και την εποπτεία εφαρμογής της νομοθεσίας για την προστασία του καταναλωτή:
βα) λαμβάνει και εξετάζει καταγγελίες και αναφορές καταναλωτών και ενώσεων καταναλωτών για παράβαση των κανόνων που αποβλέπουν στην προστασία των καταναλωτών στους τομείς των αγαθών και των υπηρεσιών, καθώς και των κανόνων που αφορούν στην προστασία των οφειλετών από αθέμιτες πρακτικές ενημέρωσης,
ββ) διενεργεί ελέγχους, περιλαμβανομένων των σαρώσεων (sweeps) σε ιστοσελίδες ηλεκτρονικών καταστημάτων, μετά από καταγγελία ή αυτεπαγγέλτως, της παραβίασης των κανόνων προστασίας του καταναλωτή στους τομείς των αγαθών και των υπηρεσιών,
βγ) επιβάλλει διοικητικές κυρώσεις και διοικητικά μέτρα στους παραβάτες της νομοθεσίας για την προστασία του καταναλωτή,
βδ) ελέγχει τη συμμόρφωση με τους κανόνες για την προστασία των καταναλωτών στους τομείς των αγαθών και των υπηρεσιών, ιδίως του ν. 2251/1994 (Α’ 191) (Α’ 191), ή άλλων ειδικών διατάξεων που προβλέπουν αρμοδιότητα της Αρχής σε σχέση με αγαθά και υπηρεσίες,
βε) αναπτύσσει δράσεις ενημέρωσης και εκπαίδευσης του καταναλωτικού κοινού για τα δικαιώματα και τα μέσα προστασίας των συμφερόντων του για την πρόληψη φαινομένων παραβίασης της κείμενης νομοθεσίας για την προστασία αυτών,
βστ) συμμετέχει σε ομάδες εργασίας, επιτροπές, δίκτυα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των διεθνών οργανισμών στα οποία συμμετέχουν αρχές εφαρμογής της νομοθεσίας προστασίας των οικονομικών συμφερόντων των καταναλωτών στους τομείς των αγαθών και υπηρεσιών και ιδίως στο Δίκτυο Συνεργασίας για την Προστασία των Καταναλωτών (Consumer Protection Cooperation Network-CPC) ή σε αρχές εφαρμογής της νομοθεσίας σχετικά με την εποπτεία της αγοράς ή φορείς εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών,
βζ) λειτουργεί ως Αρμόδια Αρχή και ως Ενιαίο Γραφείο Σύνδεσης σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2017/2394 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) 2006/2004 (L 345) και συνεργάζεται στο πλαίσιο αυτού με άλλες αρμόδιες εθνικές αρχές, καθώς και με τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την εφαρμογή του,
βη) συγκαλεί την Επιτροπή Προστασίας Ανήλικων Καταναλωτών του άρθρου 7α του ν. 2251/1994,
βθ) τηρεί σε ηλεκτρονική μορφή και διαχειρίζεται τα Μητρώα Διοικητικών Κυρώσεων και Εταιρειών Ενημέρωσης Οφειλετών.
γ) Αναφορικά με την εξώδικη επίλυση των καταναλωτικών διαφορών:
γα) επιλαμβάνεται της συναινετικής επίλυσης των διαφορών μεταξύ προμηθευτών και καταναλωτών ή ενώσεων καταναλωτών, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αναφοράς ενός τουλάχιστον εκ των ενδιαφερομένων μερών, εκδίδοντας πορίσματα – συστάσεις,
γβ) εποπτεύει τη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Καταναλωτή Ελλάδας (ECC-Net),
γγ) παρακολουθεί την εφαρμογή στον ιδιωτικό τομέα της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών στην πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες και την παροχή αυτών, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 4 του ν. 3769/2009 (Α’ 105).
δ) Αναφορικά με την υποστήριξη των καταναλωτών, παρέχει νομική συνδρομή στους καταναλωτές και συγκεκριμένα:
δα) ασκεί ένδικα βοηθήματα για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών (αντιπροσωπευτικές αγωγές) και συμμετέχει σε δίκες που αφορούν στην προστασία αυτών,
δβ) παραλαμβάνει τις αιτήσεις των καταναλωτών σε περίπτωση αμετάκλητης απόφασης επί αντιπροσωπευτικής αγωγής για επανόρθωση ή αποκατάσταση και επιβάλλει κυρώσεις, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 10ια του ν. 2251/1994.
ε) Προβαίνει σε κάθε άλλη συναφή ενέργεια και πράξη για την εκτέλεση του έργου της.




2. Στην παρ. 1 του άρθρου 4, με τίτλο «Αποστολή και αρμοδιότητες της Αρχής», να περιληφθεί ρητή αναφορά στην προστασία των δικαιωμάτων των καταναλωτών με αναπηρία και να προστεθεί σημείο στ) με το οποίο να προβλέπεται η συνεργασία της Ανεξάρτητης Αρχής με τις Ενώσεις Καταναλωτών, ως εξής:
« Άρθρο 4 Αποστολή και αρμοδιότητες της Αρχής
1. H αποστολή της Ανεξάρτητης Αρχής Εποπτείας της Αγοράς και Προστασίας του Καταναλωτή συνίσταται:
α) στην ενίσχυση της διαφάνειας της αγοράς,
β) στην αντιμετώπιση του παράνομου εμπορίου,
γ)στην αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων των καταναλωτών, συμπεριλαμβανομένων των καταναλωτών με αναπηρία,
δ) στην προάσπιση των οικονομικών τους συμφερόντων και
ε) στη διαμόρφωση μίας υγιούς καταναλωτικής συνείδησης
στ) στη συνεργασία με τις Ενώσεις Καταναλωτών […]»
Αιτιολόγηση: Η ρητή αναφορά στους καταναλωτές με αναπηρία στα άρθρα 3 και 4 του σχεδίου νόμου είναι απαραίτητη για την εναρμόνιση της αποστολής της Ανεξάρτητης Αρχής με ό,τι υπαγορεύει το προαναφερθέν υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο για τα άτομα με αναπηρία. Η μη ορατότητα των ατόμων με αναπηρία στις γενικές διατάξεις περί προστασίας των καταναλωτών οδηγεί στη μη συμπερίληψη της διάστασης της αναπηρίας στον σχεδιασμό και την εφαρμογή πολιτικών, μέτρων και δράσεων ελέγχου και εποπτείας της αγοράς. Αντιθέτως, η ρητή αναφορά λειτουργεί ως εγγύηση ότι οι πολιτικές και οι παρεμβάσεις της Ανεξάρτητης Αρχής θα λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες, τις εμπειρίες και τα δικαιώματα των καταναλωτών με αναπηρία, αποτρέποντας φαινόμενα διακριτικής μεταχείρισης και αποκλεισμού σε βάρος τους. Επιπλέον, δεδομένου ότι μεταξύ των αρμοδιοτήτων της Ανεξάρτητης Αρχής περιλαμβάνεται η προάσπιση των δικαιωμάτων των καταναλωτών, είναι αναγκαία η θεσμοθέτηση της συνεργασίας με τις Ενώσεις Καταναλωτών.
Επιπρόσθετα, να προστεθεί στην παρ. 2 του ίδιου άρθρου διάταξη με την οποία αφενός να καθίσταται σαφής ο ρόλος της Ανεξάρτητης Αρχής Εποπτείας της Αγοράς και Προστασίας του Καταναλωτή στην εφαρμογή των διατάξεων του ν.4994/2022 «Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Απριλίου 2019 σχετικά με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας προϊόντων και υπηρεσιών και άλλες επείγουσες διατάξεις για την ενίσχυση της ανάπτυξης» και αφετέρου να προβλέπεται η συνεργασία με την Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.μεΑ.) ώστε οι δράσεις εποπτείας και ελέγχου της Ανεξάρτητης Αρχής να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες και εμπειρίες των καταναλωτών με αναπηρία.
Δεδομένου ότι:
•η προσβασιμότητα των προϊόντων και υπηρεσιών αποτελεί προϋπόθεση για την ανεμπόδιστη συμμετοχή των ατόμων με αναπηρία στην αγορά,
•στην παρ. 2 του άρθρου 19 του ν.4994/2022 ορίζεται ως αρμόδια αρχή εποπτείας της αγοράς για τα προϊόντα ως προς τις εφαρμοστέες απαιτήσεις προσβασιμότητας: i) η Διεύθυνση Ασφάλειας και Συμμόρφωσης Βιομηχανικών Προϊόντων της Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, για τα προϊόντα των περ. α) και ε) της παρ. 1 του άρθρου 3 και για τα τερματικά πληρωμών και τις αυτόματες ταμειακές μηχανές, ii) η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, για τα προϊόντα της περ. γ) της παρ. 1 του άρθρου 3, iii) η Γενική Γραμματεία Μεταφορών του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών από κοινού με τη Διεύθυνση Ασφάλειας και Συμμόρφωσης Βιομηχανικών Προϊόντων, για τα προϊόντα των στοιχείων ii), iii) και iv) της υποπερ. ββ) της περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 3, και iv) το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης από κοινού με τη Διεύθυνση Ασφάλειας και Συμμόρφωσης Βιομηχανικών Προϊόντων, για τα προϊόντα της περ. δ) της παρ. 1 του άρθρου 3,
• σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 4 «Γενικές Υποχρεώσεις» της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, κατά την ανάπτυξη και εφαρμογή της νομοθεσίας και των πολιτικών, τα κράτη που έχουν κυρώσει τη Σύμβαση, όπως είναι και η χώρα μας, οφείλουν να συμβουλεύονται και να εμπλέκουν ενεργά τα άτομα με αναπηρίες μέσω των αντιπροσωπευτικών τους οργανώσεων,
προτείνεται μετά την υποπερίπτωση βδ), της παρ. 2 του άρθρου 4, να προστεθεί νέα υποπερίπτωση βε) ως ακολούθως:
«Άρθρο 4 Αποστολή και Αρμοδιότητες της Αρχής
1. Η αποστολή της Ανεξάρτητη Αρχής Εποπτείας της Αγοράς και Προστασίας του Καταναλωτή συνίσταται: […]
2. Κατά την επιδίωξη της αποστολής, η Αρχή ασκεί τις παρακάτω αρμοδιότητες:
α) Αναφορικά με την εποπτεία και τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς: […]
β) Αναφορικά με την παρακολούθηση και την εποπτεία εφαρμογής της νομοθεσίας για την προστασία του καταναλωτή: […]
βδ) ελέγχει τη συμμόρφωση με τους κανόνες για την προστασία των καταναλωτών στους τομείς των αγαθών και των υπηρεσιών, ιδίως του ν. 2251/1994 (Α’ 191) (Α’ 191), ή άλλων ειδικών διατάξεων που προβλέπουν αρμοδιότητα της Αρχής σε σχέση με αγαθά και υπηρεσίες,
βε) εποπτεύει τις αρμόδιες αρχές εποπτείας της αγοράς της παρ. 2 του άρθρου 19 του ν.4994/2022 και συνεργάζεται με την Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.μεΑ.) με σκοπό την προστασία και προώθηση των δικαιωμάτων των καταναλωτών με αναπηρία […]».
Πρέπει να διασφαλισθεί ότι μεταφέρεται το σύνολο των αρμοδιοτήτων του Συνηγόρου του Καταναλωτή με σύγκριση των σχετικών διατάξεων του υφιστάμενου νόμου περί συνηγόρου του Καταναλωτή με το υπό κρίση νομοσχέδιο.
Περαιτέρω, ως προς την παρ. 1, περ. (αγ) και (αδ) επισημαίνεται ότι η εμπλοκή υπηρεσιών Υπουργείων ιδίως για την από κοινού εκπόνηση Στρατηγικού Σχεδίου [περίπτωση (αγ)] πλήττει την λειτουργική ανεξαρτησία της Αρχής. Εάν κρίνεται απαραίτητη η συνδρομή και άλλων υπηρεσιών, προτείνεται η τροποποίηση της διάταξης ώστε να προβλέπει ότι η Αρχή μπορεί να ζητεί, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, τη συνδρομή των κατονομαζόμενων στις διατάξεις Υπηρεσιών.
Ως προς την παρ. 1, περ. (αη), δεν είναι σαφής η σύνδεση και σχέση της αρμοδιότητας αυτής με τις λοιπές αρμοδιότητες της Αρχής. Ομοίως ισχύει και για την περ. (γγ).
Στην παρ. 1 περ. (αθ) και (βγ), προτείνεται να προστεθεί ρητή πρόβλεψη ότι τα εισπραττόμενα πρόστιμα θα πιστώνονται υπέρ του τακτικού προϋπολογισμού της Αρχής με δυνατότητα διάθεσής τους στο προσωπικό της Αρχής. Συγκεκριμένα, προτείνεται η εξής διατύπωση: “Ο Διοικητής της Αρχής δύναται να καθορίζει, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης, γενικής ή ειδικής διάταξης, ειδική πρόσθετη αποζημίωση στο προσωπικό της από τα εισπραχθέντα κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος πρόστιμα.”
Στην περίπτωση (γα) προτείνεται η απαλοιφή της φράσης “εκδίδοντας πορίσματα – συστάσεις” και η αντικατάστασή της με τη φράση “σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα άρθρα 3 και 4 ν. 3297/2004”.
Σχόλιο αναφορικά με το άρθρο 4, παρ. 1 και συγκεκριμένα την τροποποίησή του και προσθήκη ως εξής:
1. H αποστολή της Ανεξάρτητης Αρχής Προστασίας του Καταναλωτή συνίσταται:
α) στην αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων των καταναλωτών,
β) στη διαμόρφωση μίας υγιούς καταναλωτικής συνείδησης
γ) στην προάσπιση των οικονομικών συμφερόντων των καταναλωτών,
δ) στην ενίσχυση της διαφάνειας της αγοράς,
ε) στην αντιμετώπιση του παράνομου εμπορίου,
στ) στη συνεργασία με τις ενώσεις καταναλωτών
Αιτιολογία: Θεωρούμε ότι η βασική αρμοδιότητα της Αρχής είναι η προστασία του καταναλωτή και ως εκ τούτου θα πρέπει να προηγηθεί και να προστεθεί επίσης, σημειο στ) αναφορικά με τη συνεργασία της Αρχής με τις ενώσεις καταναλωτών.
Σχόλιο αναφορικά με την παρ. 2α και 2β. Προτείνουμε να προηγηθεί ως παρ. 2β και να μετονομαστεί σε παρ. 2α ενώ η παρ. 2α να μετονομαστεί σε 2β.
Αιτιολογία: Η σχετική νομοθεσία που εμπεριέχεται στην παρ.2 αφορά ως επί το πλείστον στην οργάνωση και διοίκηση του εμπορίου και όχι στην προστασία του καταναλωτή. Η προστασία του καταναλωτή είναι ένα ευρύτατο αντικείμενο και δεν θα πρέπει να περιορίζεται σε λειτουργικά και διαδικαστικά ζητήματα του εμπορίου.
Προσθήκη αναφορικά με το άρθρο 4, παρ.2, βγ) «να δημοσιοποιεί τις παραβάσεις στον ιστότοπο της Αρχής, αναφέροντας τον προμηθευτή που φέρει την ευθύνη ή προέβη στην παράβαση, καθώς και τη φύση της παράβασης».
Προσθήκη αναφορικά με το άρθρο 4, παρ.2, ως βε), και να προστεθεί εδάφιο στο τέλος «σε συνεργασία με τις ενώσεις καταναλωτών».
Προσθήκη αναφορικά με το άρθρο 4, παρ.2, β. νέο εδάφιο βι) «Επιβλέπει την τήρηση των Κωδίκων Δεοντολογίας και αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για τη σύνταξη νέων Κωδίκων Δεοντολογίας ιδίως υπηρεσιών νέων τεχνολογιών».
Προσθήκη αναφορικά με το άρθρο 4, παρ. γ) Αναφορικά με την εξώδικη επίλυση των καταναλωτικών διαφορών: γα) επιλαμβάνεται της συναινετικής επίλυσης των διαφορών μεταξύ προμηθευτών και καταναλωτών ή ενώσεων καταναλωτών, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αναφοράς ενός τουλάχιστον εκ των ενδιαφερομένων μερών, εκδίδοντας πορίσματα – συστάσεις. Ειδικότερα να προστεθεί και «Εφαρμόζει κριτήρια προτεραιοποίησης των ελεγχόμενων καταγγελιών και ιδίως των θεμελιωμένων καταγγελιών των ενώσεων καταναλωτών οι οποίες αποκτούν πρόσθετη βαρύτητα για την αξιολόγησή τους. Δίνεται ιδιαίτερη μέριμνα στην προστασία των ευάλωτων καταναλωτών. Σε κάθε περίπτωση καταγράφεται το σύνολο των καταγγελιών, ώστε να χαρτογραφηθούν τα προβλήματα, να δοθούν κατευθυντήριες οδηγίες και να διασφαλισθεί η δυνητική διεξαγωγή ελέγχου».
Γενικό σχόλιο επί της παρ. γα): Θεωρούμε ότι, η Αρχή θα πρέπει να εποπτεύει τα όργανα διαμεσολάβησης και να θέτει τους κανόνες και τις αρχές και όχι η ίδια να διαμεσολαβεί για την επίλυση των διαφορών μεταξύ καταναλωτών και προμηθευτών, ως είθισται μέσω της υφιστάμενης διαδικασίας της ανεξάρτητης αρχής «Συνήγορος του Καταναλωτή. Ο ρόλος αυτός αντίκειται στη συνύπαρξη της αρμοδιότητας της φιλικής επίλυσης διαφορών και της επιβολής κυρώσεων στην ίδια Αρχή, αλλά και στο πνεύμα της Κοινοτικής Οδηγίας για την εξωδικαστική επίλυση διαφορών, το οποίο επιτάσσει ρητά την τήρηση των αρχών της αμεροληψίας και της ανεξαρτησίας, κυρίως δε της αποφυγής σύγκρουσης συμφερόντων κατά την άσκηση των ως άνω καθηκόντων.
Σχόλιο αναφορικά με το άρθρο 4, παρ. δα): Αναφέρεται η άσκηση αντιπροσωπευτικών αγωγών από τη νέα Αρχή στο πλαίσιο της Οδηγίας (ΕΕ) 2020/1828 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 25ης Νοεμβρίου 2020, σχετικά με τις αντιπροσωπευτικές αγωγές για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών, η οποία έχει ενσωματωθεί στον ν. 5019/2023. Ως νομιμοποιούμενοι φορείς στην Ελλάδα έχουν οριστεί οι ενώσεις καταναλωτών, καθ’ ότι εκπροσωπούν θεσμικά τους καταναλωτές στο πλαίσιο του αποκλειστικού σκοπού τους και στηρίζουν τα συμφέροντα των καταναλωτών, κατόπιν ελέγχου και πιστοποίησης από το Υπουργείο Ανάπτυξης. Η αναγνώριση του ρόλου των ενώσεων καταναλωτών από το κράτος για την άσκηση αντιπροσωπευτικών αγωγών, μέσω των διατάξεων του ν. 2251/1994 όπως ισχύει, αποτελεί έναν επιτυχημένο απόλυτα θεσμό που έχει εξυπηρετήσει τους λόγους για τους οποίους εξ αρχής θεσμοθετήθηκε ως μέσο προστασίας των γενικότερων καταναλωτικών συμφερόντων και τον οποίο έχει αξιοποιήσει επιτυχώς η ΕΚΠΟΙΖΩ με την άσκηση 62 συλλογικών αγωγών!
Ωστόσο κατά παρέκκλιση η εν λόγω Οδηγία επιτρέπει τα κράτη μέλη να ορίζουν και δημόσιους φορείς ως νομιμοποιούμενους για τον σκοπό της άσκησης αντιπροσωπευτικών αγωγών. Στην παρούσα όμως τίθεται ζήτημα εάν η Αρχή, η οποία είναι αρμόδια μεταξύ άλλων για τον έλεγχο της αγοράς και την επιβολή κυρώσεων σε περιπτώσεις παραβίασης της νομοθεσίας, είναι θεμιτό να ασκεί αντιπροσωπευτικές αγωγές. Θεωρούμε ότι, ο ρόλος αυτός αντίκειται στη συνύπαρξη της αρμοδιότητας: α) της συναινετικής επίλυσης καταναλωτικών διαφορών, β) της επιβολής κυρώσεων από την ίδια Αρχή και γ) της άσκησης αντιπροσωπευτικής αγωγής, στο πλαίσιο της αμεροληψίας, ανεξαρτησίας και διαφάνειας.
Αντίθετα, επί τω προκειμένω θα θέλαμε επιπρόσθετα να τονίσουμε ότι με την ανάθεση αντιπροσωπευτικής αγωγής και στη νέα Αρχή, αποδυναμώνεται ο ρόλος των ενώσεων καταναλωτών, δεν διασφαλίζεται η οικονομική τους βιωσιμότητα, οι οποίες ως φορείς της Κοινωνίας των Πολιτών διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη σύγχρονη κοινωνία. Επιπρόσθετα, οι πιστοποιημένες ενώσεις καταναλωτών λειτουργούν με διαφάνεια, λογοδοσία και με εθελοντική συμμετοχή και συγχρόνως είναι κινητήριες δυνάμεις θετικής εξέλιξης, αφού αναδεικνύουν κοινωνικές ανάγκες, προστατεύουν τα δικαιώματα των καταναλωτών και προτείνουν λύσεις σε μείζονα κοινωνικά προβλήματα.
Σχόλιο στην παρ. 2 να προστεθεί εδάφιο «στ) Αναφορικά με την υποστήριξη του έργου των ενώσεων καταναλωτών μεριμνά για την ανάπτυξη τεχνογνωσίας, υποδομών και ψηφιακών εργαλείων, εισηγείται προς τον Υπουργό Ανάπτυξης τη χρηματοδότησή τους με την παροχή πόρων για τη λειτουργία τους και ιδίως για την άσκηση αντιπροσωπευτικών αγωγών, χρηματοδοτεί η ίδια προγράμματα και δράσεις τους που αποβλέπουν στην προστασία, ενημέρωση, εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση των καταναλωτών».
Άρθρο 4 παρ. γα): προτείνεται απαλοιφή της φράσης “εκδίδοντας πορίσματα – συστάσεις” και η αντικατάσταση της με τη φράση “σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα άρθρα 3 και 4 ν. 3297/2004”.
Ορίζεται ότι η αποστολή της Αρχής είναι και να ασκεί ένδικα βοηθήματα για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών (αντιπροσωπευτικές αγωγές) και συμμετέχει σε δίκες που αφορούν στην προστασία αυτών. Πλην όμως η αρμοδιότητα αυτή, αν και δεν απαγορεύεται από την Οδηγία (ΕΕ) 2020/1828ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 25ης Νοεμβρίου 2020 σχετικά με τις αντιπροσωπευτικές αγωγές για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/22/ΕΚ, η οποία έχει κυρωθεί με τον ν. 5019/2023, εν τούτοις προβλέπεται ότι ως νομιμοποιούμενοι φορείς ορίζονται οργανώσεις καταναλωτών και μόνο κατά παρέκκλιση δημόσιοι φορείς (άρθρ. 4 παρ. 2 και 7 Οδηγίας). Ο σκοπός της Οδηγίας είναι να δώσει την αρμοδιότητα αυτή σε οργανώσεις που βρίσκονται εγγύτερα στους καταναλωτές με αποκλειστικό σκοπό την προστασία των συμφερόντων των τελευταίων. Στην προκείμενη περίπτωση, θα έχουμε το παράδοξο, η ίδια Αρχή να έχει τόσο την αρμοδιότητα ελέγχου και εντοπισμού πιθανής παράβασης αλλά και άσκησης αντιπροσωπευτικής αγωγής για λογαριασμό τρίτων και μάλιστα με ταυτόχρονη δυνατότητα επιβολής και διοικητικών κυρώσεων. Θα προκύψει δηλαδή μία οντότητα που θα φαίνεται, στα χαρτιά, πανίσχυρη, πλην όμως θα αντιμετωπίζει κυκεώνα γραφειοκρατικών δυσχερειών για την εκπλήρωση όλων των σκοπών της, ιδίως δε αυτών που δεν συνδέονται άμεσα με το δημόσιο συμφέρον το οποίο εκ του σκοπού της εξυπηρετεί. Η ταυτόχρονη αρμοδιότητα συναινετικής επίλυσης καταναλωτικών διαφορών και η δυνατότητα άσκησης αντιπροσωπευτικής αγωγής (ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα της διαμεσολάβησης;;;) είναι όλως αντιφατική και θα δημιουργήσει όχι μόνο πρακτικά προβλήματα αλλά και ζητήματα παραβίασης βασικών αρχών της διαφάνειας και της αμεροληψίας που πρέπει να διέπει τη δημόσια διοίκηση. Η Οδηγία ορθά μιλά για δυνατότητα άσκησης αγωγών από «δημόσιο φορέα» έχοντας υπόψη έναν φορέα με αποκλειστικό αντικείμενο αυτόν. Παράλληλα, η αρμοδιότητα αυτή θα αποδυναμώσει τις ενώσεις καταναλωτών από τις όποιες προσπάθειες άσκησης αντιπροσωπευτικών αγωγών, ιδίως λόγω της ελλιπούς χρηματοδότησής τους. Η άποψή μας είναι ότι τέτοια αρμοδιότητα δεν είναι συμβατή με το πνεύμα του Σ/Ν και της υπό σύσταση Αρχής.
Πολύ σωστό!
Στην παρ. 1 β) πρέπει να προστεθεί η φράση φυσικού και ηλεκτρονικού (εμπορίου)
Στην παρ.2 αβ) πρέπει να προστεθεί και η νομοθεσία, που αφορά στα απομιμητικά/παραποιημένα προϊόντα και να διαμορφωθεί ως εξής:
2 αβ) ελέγχει την τήρηση του ν. 4177/2013 (Α’ 173), περί των κανόνων ρύθμισης της αγοράς προϊόντων και της παροχής υπηρεσιών, του ν. 4849/2021 (Α’ 207), περί αναμόρφωσης και εκσυγχρονισμού του ρυθμιστικού πλαισίου οργάνωσης και λειτουργίας του υπαίθριου εμπορίου, του ν. 3377/2005, όπως αυτός τροποποιήθηκε με το ν. 4155/2013 και με το ν. 4712/2020, περί αντιμετώπισης της παράνομης διακίνησης απομιμητικών/παραποιημένων προϊόντων, του άρθρου 65, περί υποχρέωσης αποδοχής μέσων πληρωμής με κάρτα και της παρ. 1 του άρθρου 66 του ν. 4446/2016 (Α’ 240), περί της υποχρέωσης ενημέρωσης του καταναλωτή, κατά την άσκηση της εμπορικής δραστηριότητας για προϊόντα και υπηρεσίες, της καταπολέμησης φαινομένων παραπλάνησης των καταναλωτών σε όλα τα στάδια της διακίνησης και εμπορίας αγαθών, καθώς και παροχής υπηρεσιών,
Στο Άρθρο 4 παρ. 1 περ. αθ) και βγ): Να προστεθεί ρητή πρόβλεψη ότι τα εισπραττόμενα πρόστιμα θα πιστώνονται υπέρ του τακτικού προϋπολογισμού της Αρχής με δυνατότητα διάθεσής του στο προσωπικό της Αρχής. Προτείνεται η εξής διατύπωση: “Ο Διοικητής της Αρχής δύναται να καθορίζει, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης, γενικής ή ειδικής διάταξης, ειδική πρόσθετη αποζημίωση στο προσωπικό της από τα εισπραχθέντα κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος πρόστιμα.”
ΓΕΝΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ:
Εξ απόψεως ενωσιακού δικαίου, από το άρθρ. 6 της Οδηγίας 2013/11/ΕΕ και των αιτιολογικών σκέψεων 32, 34, 49 προκύπτει ότι “η διοικητική και λειτουργική συνύπαρξη της αρμοδιότητας της φιλικής επίλυσης διαφορών και της επιβολής κυρώσεων στην ίδια Αρχή αντίκειται κατ’ αρχάς στο πνεύμα της Κοινοτικής Οδηγίας για την εξωδικαστική επίλυση διαφορών, το οποίο επιτάσσει ρητά την τήρηση των αρχών της αμεροληψίας και της ανεξαρτησίας, κυρίως δε της αποφυγής σύγκρουσης συμφερόντων κατά την άσκηση των ως άνω καθηκόντων”. Επιπλέον η Οδηγία σε πλείστες διατάξεις της, ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να θεσπίζουν στο εσωτερικό τους δίκαιο κανόνες που θα λειτουργούν ως κίνητρο για τα εμπλεκόμενα μέρη, και δη τους εμπόρους/προμηθευτές, για την οικειοθελή προσέλευσή τους στις διαδικασίες ΕΕΔ (=εναλλακτικής επίλυσης διαφορών), εν αντιθέσει προς τις συρρέουσες αρμοδιότητες της νέας Αρχής οι οποίες θα λειτουργούν ως αντικίνητρο για την αυτόβουλη προσέλευση στη διαμεσολάβηση των καταγγελλόμενων εταιρειών & επιχειρήσεων.
Η κατάργηση μιας ΑΑ που διασφαλίζει την απρόσκοπτη άσκηση θεμελιώδους δικαιώματος σε κάποιο κράτος μέλος ή η μείωση της ανεξαρτησίας της υποστηρίζεται ότι αντίκειται στο άρθρο 2 της ΣΕΕ (θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ, μεταξύ των οποίων και το κράτος δικαίου) και θα ήταν ακυρώσιμη και από τη σκοπιά του ενωσιακού δικαίου (βλ. σχετικά Ράμμος Χρ. Σχετικά με τη φύση και λειτουργία των ανεξάρτητων αρχών στο πλαίσιο του Συντάγματος και του ευρωπαϊκού δικαιοκρατικoύ κεκτημένου).
Δεν μεταφέρονται μόνο οι αρμοδιότητες, όπως αναφέρεται ρητά, της Διεύθυνσης Προστασίας Καταναλωτή αλλά ακόμη και οι αρμοδιότητες από τη Διεύθυνση Πολιτικής και Ενημέρωσης Καταναλωτή που αφορούν σε συνεργασία με δίκτυα ευρωπαϊκών και διεθνών οργανισμών, τήρηση Μητρώων, Προστασία Ανήλικων Καταναλωτών κλπ [Άρθρο 4, παρ. 1, εδ. βστ- βθ], με αποτέλεσμα να υπάρξει περαιτέρω σύγχυση αρμοδιοτήτων.
Το πάντρεμα της διαμεσολάβησης με τις κυρώσεις και τις αντιπροσωπευτικές αγωγές αντίκειται στο ενωσιακό δίκαιο
Μπράβο θα μπορούσατε να μπει και power bi