Άρθρο 15 – Σύγκρουση συμφερόντων και υποχρέωση πίστεως – Τροποποίηση άρθρου 16Β του ν. 3864/2010

Στο άρθρο 16Β του ν. 3864/2010 (Α’ 119), α) στις παρ. 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8 και στο πρώτο εδάφιο της παρ. 9 γίνεται προσαρμογή στην αντικατάσταση των δύο οργάνων διοίκησης του Ταμείου από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου, κατά τρόπον ώστε να καταλαμβάνονται τόσο τα μέλη του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής, όσο και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, β) στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 5 προστίθενται τα μέλη της Επιτροπής Επιλογής, όπως επίσης δεύτερο και τρίτο εδάφιο, γ) η παρ. 10 καταργείται, και το άρθρο 16Β αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Τα µέλη των εκάστοτε οργάνων διοίκησης (δηλαδή, ή του Γενικού Συμβουλίου και της Εκτελεστικής Επιτροπής, ή του Διοικητικού Συμβουλίου, αναλόγως) και το προσωπικό του Ταµείου έχουν υποχρέωση πίστεως στο Ταµείο, ώστε να προκρίνουν τα συµφέροντα του Ταµείου έναντι των ιδίων αυτών συµφερόντων.
2. Τα µέλη των εκάστοτε οργάνων διοίκησης και το προσωπικό του Ταµείου αποφεύγουν κάθε περίπτωση κατά την οποία µπορεί να προκύψει σύγκρουση συµφερόντων. Σύγκρουση συµφερόντων προκύπτει όταν µέλη των οργάνων διοίκησης ή του προσωπικού έχουν ιδιωτικά ή προσωπικά συµφέροντα, τα οποία µπορεί να επηρεάσουν την αµερόληπτη και αντικειµενική εκτέλεση των καθηκόντων τους. Ως ιδιωτικά ή προσωπικά συµφέροντα των µελών των οργάνων διοίκησης ή του προσωπικού νοούνται οποιαδήποτε πιθανά πλεονεκτήματα υπέρ των ιδίων, των οικογενειών τους ή άλλων συγγενών τους μέχρι δευτέρου βαθμού ή του κύκλου των φίλων ή γνωστών εις αυτά προσώπων, εφόσον γνωρίζουν ότι υπάρχουν τέτοια πλεονεκτήματα.
3. Τα εκτελεστικά μέλη των εκάστοτε οργάνων διοίκησης του Ταμείου εκτελούν τα καθήκοντά τους υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης. Κανένα από αυτά τα µέλη δεν δύναται να έχει άλλη απασχόληση, αμειβόμενη ή µη, εκτός από μεμονωμένες περιπτώσεις για τις οποίες χορηγείται εξαίρεση από τον περιορισμό αυτόν από τα μη εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου.
4. Κανένα µέλος των εκάστοτε οργάνων διοίκησης ή του προσωπικού του Ταμείου δεν λαμβάνει ή δέχεται υπόσχεση από οποιαδήποτε πηγή για οποιαδήποτε, οικονομικά ή µη, ωφελήματα, ανταμοιβές, αμοιβές ή δώρα πέραν ενός συνήθους ή αμελητέου ποσού, τα οποία ωφελήματα, ανταμοιβές, αμοιβές ή δώρα συνδέονται µε οποιονδήποτε τρόπο µε τις δραστηριότητές τους στο Ταμείο.
5. Τα µέλη των εκάστοτε οργάνων διοίκησης του Ταμείου, τα μέλη της Επιτροπής Επιλογής, καθώς και το προσωπικό του Ταμείου δεν κάνουν χρήση εμπιστευτικής πληροφόρησης στην οποία έχουν πρόσβαση, µε σκοπό να διενεργούν ιδιωτικές χρηματοοικονομικές συναλλαγές, είτε άμεσα είτε έμμεσα µέσω τρίτων προσώπων, είτε αυτές διενεργούνται µε κίνδυνο αυτών των ιδίων και για λογαριασμό τους είτε µε κίνδυνο και για λογαριασμό τρίτου προσώπου. Τα µέλη των εκάστοτε οργάνων διοίκησης του Ταμείου, τα μέλη της Επιτροπής Επιλογής, καθώς και το προσωπικό του Ταμείου απαγορεύεται να ανακοινώνουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο, άμεσα ή έμμεσα, σε οιονδήποτε τρίτο εμπιστευτική πληροφόρηση στην οποία έχουν πρόσβαση. Η παράβαση των υποχρεώσεων της παρούσας παραγράφου συνεπάγεται αυτοδίκαιη απώλεια της ιδιότητας του προσώπου που υπέπεσε σε αυτήν, καθώς επίσης την αυτοδίκαιη λήξη της θητείας αυτού και της τυχόν οικείας σύμβασής του αζημίως για το Ταμείο.
6. Τα µέλη των οργάνων διοίκησης του Ταμείου υποχρεούνται να γνωστοποιούν πλήρως, πριν την 31η Ιανουαρίου κάθε έτους, στο Διοικητικό Συµβούλιο και έως την 31η Ιανουαρίου 2022, στο Γενικό Συμβούλιο τυχόν σημαντικά οικονομικά συμφέροντα τα οποία έχουν τα ίδια ή τα οποία έχει συγγενής μέχρι δεύτερου βαθμού ή του κύκλου των επαγγελματικών ή οικονομικών τους επαφών, άμεσα ή έμμεσα, και οι πληροφορίες αυτές πρέπει να είναι σύµφωνες µε τους εσωτερικούς κανόνες που θα έχει υιοθετήσει για τέτοια ζητήματα το Διοικητικό Συµβούλιο ή, προηγουμένως, το Συμβούλιο. Το Διοικητικό Συµβούλιο υιοθετεί τέτοιους κανόνες για το προσωπικό του Ταµείου.
7. Οποτεδήποτε τίθεται οποιοδήποτε ζήτηµα σχετικό µε σύγκρουση συµφερόντων ή υποχρέωση πίστεως οποιουδήποτε μέλους ενώπιον των εκάστοτε οργάνων διοίκησης του Ταμείου, το µέλος αυτό υποχρεούται να γνωστοποιήσει το συµφέρον του κατά την έναρξη της συζήτησης και να µην συµµετάσχει στη συζήτηση και στη λήψη απόφασης στο σχετικό θέµα. Η παρουσία του µέλους, το οποίο απέχει από τη συζήτηση και λήψη αποφάσεων, λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό της απαρτίας.
8. Τυχόν παράβαση των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων από µέλος των εκάστοτε οργάνων διοίκησης ή του προσωπικού του Ταμείου συνιστά σοβαρό παράπτωµα που δύναται να αποτελέσει λόγο καταγγελίας της σύµβασής τους.
9. Τα μέλη των εκάστοτε οργάνων διοίκησης του Ταμείου έχουν υποχρέωση τήρησης εχεμύθειας σχετικά με τις υποθέσεις του Ταμείου και δεσμεύονται από το επαγγελματικό απόρρητο. Οι εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του ΕΜΣ δεσμεύονται από το επαγγελματικό απόρρητο που προβλέπεται στους οικείους κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, αντίστοιχα. Η υποχρέωση απορρήτου δεν ισχύει για την Τράπεζα της Ελλάδος, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.
10. [Καταργείται.]»