Άρθρο 14 Κοινοί έλεγχοι – Προσθήκη άρθρου 13Α στον ν. 4170/2013 (παρ. 12 άρθρου 1 Οδηγίας 2021/514/ΕΕ)

 

Στον ν. 4170/2013 (Α΄ 163) προστίθεται άρθρο 13A ως εξής:

«Άρθρο 13A

Κοινοί έλεγχοι

  1. Η αρμόδια αρχή ενός ή περισσότερων κρατών μελών μπορεί να ζητήσει από την αρμόδια αρχή της παρ. 1 του άρθρου 5 τη διενέργεια κοινού ελέγχου στην Ελλάδα. Η λαμβάνουσα ελληνική αρχή απαντά στο αίτημα για κοινό έλεγχο εντός εξήντα (60) ημερών από την παραλαβή του αιτήματος. Η λαμβάνουσα ελληνική αρχή μπορεί να απορρίψει αιτιολογημένα αίτημα για τη διενέργεια κοινού ελέγχου από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους. Αίτημα για κοινό έλεγχο μπορεί να υποβάλει και η αρμόδια αρχή της παρ. 1 του άρθρου 5.
  2. Οι κοινοί έλεγχοι διενεργούνται με πρότερη συμφωνία και με συντονισμό, συμπεριλαμβανομένων των γλωσσικών ρυθμίσεων, από τις αρμόδιες αρχές του αιτούντος κράτους μέλους και σύμφωνα με τη νομοθεσία και τις διαδικαστικές απαιτήσεις του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες του κοινού ελέγχου. Σε κάθε κράτος μέλος στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες κοινού ελέγχου, η αρμόδια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους διορίζει εκπρόσωπο, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την εποπτεία και τον συντονισμό του κοινού ελέγχου στο εν λόγω κράτος μέλος.

Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των υπαλλήλων των κρατών μελών που συμμετέχουν στον κοινό έλεγχο, όταν είναι παρόντες σε δραστηριότητες που εκτελούνται σε διαφορετικό κράτος μέλος, καθορίζονται σύμφωνα με τους νόμους του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι εν λόγω δραστηριότητες κοινού ελέγχου. Οι υπάλληλοι άλλου κράτους μέλους, ενώ τηρούν τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες του κοινού ελέγχου, δεν ασκούν εξουσίες που υπερβαίνουν το πεδίο των εξουσιών που τους εκχωρεί η νομοθεσία του κράτους μέλους τους.

  1. Με την επιφύλαξη της παρ. 2, όταν διενεργείται κοινός έλεγχος στην Ελλάδα:

α) επιτρέπεται στους υπαλλήλους άλλων κρατών μελών που συμμετέχουν στις δραστηριότητες του κοινού ελέγχου να διενεργούν συνεντεύξεις με φυσικά πρόσωπα και να εξετάζουν φακέλους μαζί με τους υπαλλήλους της ελληνικής Φορολογικής Διοίκησης, με την τήρηση των αντίστοιχων διαδικαστικών ρυθμίσεων που ισχύουν στην Ελλάδα,

β) τα αποδεικτικά στοιχεία που συλλέγονται κατά τη διάρκεια των δραστηριοτήτων του κοινού ελέγχου μπορούν να αξιολογούνται και όσον αφορά το παραδεκτό τους, υπό τις ίδιες νομικές προϋποθέσεις, όπως στην περίπτωση ελέγχου που διενεργείται στην Ελλάδα, αν στον έλεγχο αυτό συμμετέχουν μόνο υπάλληλοι της ελληνικής φορολογικής διοίκησης, ιδίως κατά τη διάρκεια ενδεχόμενης διαδικασίας καταγγελίας, επανεξέτασης ή προσφυγής, και

γ) το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που υπόκεινται σε κοινό έλεγχο ή επηρεάζονται από αυτόν απολαμβάνουν τα ίδια δικαιώματα και έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις, όπως στην περίπτωση ελέγχου στον οποίον συμμετέχουν μόνο υπάλληλοι της ελληνικής φορολογικής διοίκησης, ιδίως κατά τη διάρκεια ενδεχόμενης διαδικασίας καταγγελίας, επανεξέτασης ή προσφυγής.

  1. Όταν οι αρμόδιες ελληνικές αρχές διενεργούν κοινό έλεγχο με τις αρχές ενός ή περισσότερων άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιδιώκουν να συμφωνήσουν για τα πραγματικά περιστατικά και τις περιστάσεις που αφορούν τον κοινό έλεγχο και επιδιώκουν να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με τη φορολογική κατάσταση του ελεγχόμενου προσώπου ή των ελεγχόμενων προσώπων βάσει των αποτελεσμάτων του κοινού ελέγχου. Οι διαπιστώσεις του κοινού ελέγχου ενσωματώνονται σε τελική έκθεση. Τα θέματα επί των οποίων συμφωνούν οι αρμόδιες αρχές αποτυπώνονται στην τελική έκθεση και λαμβάνονται υπόψη στις σχετικές πράξεις που εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές των συμμετεχόντων κρατών μελών μετά από τον κοινό έλεγχο.
  2. Το ελεγχόμενο πρόσωπο ή τα ελεγχόμενα πρόσωπα ενημερώνονται για το αποτέλεσμα του κοινού ελέγχου, συνοδευόμενο από αντίγραφο της τελικής έκθεσης, εντός εξήντα (60) ημερών από την εκπόνηση της τελικής έκθεσης.
  3. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, μετά από γνώμη του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, μπορεί να προβλέπονται κανόνες για τη διασφάλιση των διαδικασιών της παρ. 3 και να ρυθμίζονται άλλα ειδικότερα θέματα σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος.».