Άρθρο 03: Ορισμοί (Άρθρο 2 της Οδηγίας 2014/49/ΕΕ)

  1. Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)      «Αξία περιουσιακών στοιχείων πελατών των συμμετεχόντων στο ΣΚΕ»: ο μέσος όρος της τρέχουσας αξίας του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων των πελατών του συμμετέχοντος στο ΣΚΕ, τα οποία κατείχε το συμμετέχον στο ΣΚΕ κατά τις ημερομηνίες αναφοράς. Προκειμένου για παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα του άρθρου 5 του ν. 3606/2007, ως Αξία λογίζεται η αξία των συμβολαίων και των δικαιωμάτων κατά τις ημερομηνίες αναφοράς. Για περιουσιακά στοιχεία πελάτη, των οποίων η Αξία υπερβαίνει τις 30.000 ευρώ, ως Αξία, κατά την ανωτέρω έννοια, υπολογίζεται το ποσό των 30.000 ευρώ. Στις περιπτώσεις λογαριασμών τίτλων συνδικαιούχων στους οποίους εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 5638/1932, ως Αξία υπολογίζεται επίσης το καλυπτόμενο ανά συνδικαιούχο ποσό, βάσει των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 14.

2)      «απαίτηση από καλυπτόμενη επενδυτική υπηρεσία»: Απαίτηση η οποία προκύπτει είτε από την αδυναμία απόδοσης στους επενδυτές – πελάτες των κεφαλαίων που τους οφείλει το πιστωτικό ίδρυμα ή κεφαλαίων τους που βρίσκονται στην κατοχή του πιστωτικού ιδρύματος, άμεσα ή έμμεσα, στο πλαίσιο της εκ μέρους του πιστωτικού ιδρύματος παροχής καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών, είτε από την αδυναμία παράδοσης στους επενδυτές – πελάτες χρηματοπιστωτικών μέσων, κατά την έννοια του άρθρου 5 του ν. 3606/2007 (Α΄ 195) που τους ανήκουν και τα οποία το συμμετέχον στο ΤΕΚΕ πιστωτικό ίδρυμα κατέχει, διαχειρίζεται ή φυλάσσει για λογαριασμό τους παρά το γεγονός ότι υφίσταται σχετική υποχρέωση του συμμετέχοντος σύμφωνα με το δίκαιο και τους όρους που διέπουν τη σύμβασή του με τον επενδυτή – πελάτη, και ανεξάρτητα από το αν η υποχρέωση αυτή του συμμετέχοντος θεμελιώνεται στη σύμβαση ή στο νόμο και ως προς το οποίο (πιστωτικό ίδρυμα):

α) η Τράπεζα της Ελλάδος με απόφασή της διαπιστώνει ότι το συμμετέχον πιστωτικό ίδρυμα αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του έναντι των επενδυτών – πελατών του για λόγους που συνδέονται άμεσα με την οικονομική του κατάσταση και η αδυναμία αυτή προβλέπεται ότι δεν είναι αναστρέψιμη στο προσεχές μέλλον ή

β) δικαστική αρχή, βασιζόμενη σε λόγους που έχουν άμεση σχέση με την οικονομική κατάσταση του συμμετέχοντος πιστωτικού ιδρύματος, έχει εκδώσει απόφαση για την αναστολή της δυνατότητας των επενδυτών – πελατών και εν γένει δανειστών του πιστωτικού ιδρύματος να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις τους κατά του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος, στην περίπτωση που το γεγονός αυτό συμβεί πριν δημοσιευτεί η απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος που αναφέρεται υπό (α) ανωτέρω,

3)      «αρμόδια αρχή»: η Τράπεζα της Ελλάδος ή για τα άλλα κράτη μέλη η αρμόδια αρχή όπως ορίζεται στην περίπτωση 40 της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 (ΕΕ L 176/27.06.2013),

4)      «δεσμεύσεις προς πληρωμή»: η ανέκκλητη και άνευ όρων ή αιρέσεων δέσμευση προς πληρωμή σε μετρητά από ένα πιστωτικό ίδρυμα προς το ΤΕΚΕ εις εκπλήρωση των υποχρεώσεών του προς το ΤΕΚΕ, η οποία είναι πλήρως εξασφαλισμένη, με την προϋπόθεση ότι η εξασφάλιση:

α) συνίσταται σε στοιχεία ενεργητικού χαμηλού κινδύνου,

β) δεν βαρύνεται από δικαιώματα τρίτων και ευρίσκεται στη διάθεση του ΤΕΚΕ,

5)      «διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα» ή «διαθέσιμα ΤΕΚΕ»: μετρητά, καταθέσεις και στοιχεία ενεργητικού χαμηλού κινδύνου, τα οποία μπορούν να ρευστοποιηθούν εντός προθεσμίας που δεν υπερβαίνει την καθοριζόμενη στην παράγραφο 3 του άρθρου 11 και δεσμεύσεις προς πληρωμή έως το όριο που καθορίζεται στην παράγραφο 9  του άρθρου 27 και αποτελούνται από τα διαθέσιμα της παραγράφου 1 του άρθρου 39,

6)      «Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ (ΔΣ)»: Το σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 48 Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΕΚΕ,

7)      «εγγυημένες απαιτήσεις από καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες»: οι επιλέξιμες απαιτήσεις από καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες μέχρι ποσού ίσου με το επίπεδο κάλυψης που αναφέρεται στο άρθρο 13,

8)      «εγγυημένες καταθέσεις»: όλες οι επιλέξιμες καταθέσεις μέχρι ποσού ίσου με το επίπεδο κάλυψης που αναφέρεται στο άρθρο 9,

9)      «Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων»: Το ενεργητικό του ΤΕΚΕ που τίθεται προς εξυπηρέτηση του Σκέλους Κάλυψης Επενδύσεων και προορίζεται αποκλειστικά για την ικανοποίηση απαιτήσεων των επενδυτών-πελατών των συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων του ΤΕΚΕ πιστωτικών ιδρυμάτων,

10)  «Ενεργητικό του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων»: Το ενεργητικό του ΤΕΚΕ που τίθεται προς εξυπηρέτηση του Σκέλους Κάλυψης Καταθέσεων και προορίζεται αποκλειστικά για την ικανοποίηση απαιτήσεων των καταθετών των συμμετεχόντων στο Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων του ΤΕΚΕ πιστωτικών ιδρυμάτων και τη χρηματοδότηση μέτρων εξυγίανσης πιστωτικών ιδρυμάτων κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο εσωτερικό άρθρο 104 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015,

11)  «επενδυτής – πελάτης»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο ένα πιστωτικό ίδρυμα παρέχει επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες του άρθρου 4 του ν. 3606/2007 (Α΄ 195),

12)  «επιλέξιμες απαιτήσεις από καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες»: όλες οι απαιτήσεις από καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες πλην όσων εμπίπτουν στην εξαίρεση από την καταβολή αποζημιώσεων από τα ΣΕΚ σύμφωνα με το άρθρο 12,

13)  «επιλέξιμες καταθέσεις»: όλες οι καταθέσεις πλην όσων εμπίπτουν στην εξαίρεση από την καταβολή αποζημιώσεων από τα ΣΕΚ σύμφωνα με το άρθρο 8,

14)  «επίπεδο-στόχος»: το ύψος των χρηματοδοτικών μέσων στο οποίο πρέπει να ανέρχονται τα διαθέσιμα του ΣΚΚ σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 25, εκφραζόμενο ως ποσοστό των διαθεσίμων αυτών επί των εγγυημένων καταθέσεων των μελών τους,

15)  «επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών (ΕΠΕΥ)»: οι επιχειρήσεις που ορίζονται στη παράγραφο 1 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007,

16)  «ημερομηνία αδυναμίας»: η ημερομηνία κατά την οποία η Τράπεζα της Ελλάδος προβαίνει στην διαπίστωση που προβλέπεται στις περιπτώσεις 2 και 27 της παραγράφου 1 του άρθρου 3 ή η δικαστική αρχή λαμβάνει την απόφαση που προβλέπεται στις περιπτώσεις 2 και 27 της παραγράφου 1 του άρθρου 3,

17)  «ημερομηνία αναφοράς αξίας περιουσιακών στοιχείων πελατών συμμετέχοντος στο ΣΚΕ ή ημερομηνία αναφοράς»: η τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε ημερολογιακού τριμήνου του προηγούμενου έτους,

18)  «θεσμικά συστήματα προστασίας (ΘΣΠ)»: τα θεσμικά συστήματα προστασίας που αναφέρονται στην παράγραφο 7 του άρθρου 113 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και πληρούν τις προϋποθέσεις του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2014/49/ΕΕ,

19)  «καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες»: οι επενδυτικές υπηρεσίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 (α) – (δ), (στ), (ζ) του άρθρου 4 του ν. 3606/2007 και της παρεπόμενης υπηρεσίας της παραγράφου 2(α) του ίδιου άρθρου πλην όσων εμπίπτουν στην εξαίρεση από την καταβολή αποζημιώσεων από το ΤΕΚΕ σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 12,

20)  «κατάθεση»: το πιστωτικό υπόλοιπο που προκύπτει από κεφάλαια κατατεθειμένα σε λογαριασμό ή από προσωρινές καταστάσεις απορρέουσες από συνήθεις τραπεζικές συναλλαγές και το οποίο το πιστωτικό ίδρυμα οφείλει να επιστρέψει βάσει των ισχυόντων νόμιμων και συμβατικών όρων, περιλαμβανομένων των καταθέσεων προθεσμίας και των καταθέσεων ταμιευτηρίου, αλλά εξαιρουμένων των καταθέσεων ως προς τις οποίες:

α) η ύπαρξή του πιστωτικού υπολοίπου μπορεί να αποδειχθεί μόνον με χρηματοπιστωτικό μέσο, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 του ν. 3606/2007, εκτός εάν πρόκειται για αποταμιευτικό προϊόν που βεβαιώνεται με πιστοποιητικό κατάθεσης στο όνομα συγκεκριμένου προσώπου και το οποίο υφίσταται ήδη σε κράτος μέλος στις 2 Ιουλίου 2014,

β) το κεφάλαιο του πιστωτικού υπολοίπου δεν είναι επιστρεπτέο στο άρτιο,

γ) το κεφάλαιό του πιστωτικού υπολοίπου είναι επιστρεπτέο στο άρτιο μόνον δυνάμει ειδικής εγγύησης ή συμφωνίας που παρέχεται από πιστωτικό ίδρυμα ή τρίτο μέρος.

Στην έννοια των καταθέσεων δεν εμπίπτουν οι συμφωνίες πώλησης με σύμφωνο επαναγοράς (repos), οι απαιτήσεις εκ των οποίων καλύπτονται κατά τα οριζόμενα στο Κεφάλαιο Δ για τις επενδυτικές υπηρεσίες.

21)  «καταθέτης»: ο κάτοχος ή, σε περίπτωση κοινού λογαριασμού, κάθε κάτοχος της κατάθεσης,

22)   «κοινός λογαριασμός»: λογαριασμός που ανοίγεται στο όνομα δύο ή περισσότερων προσώπων ή επί του οποίου δύο ή περισσότερα πρόσωπα έχουν δικαιώματα που ασκούνται μέσω της υπογραφής ενός ή περισσότερων από τα πρόσωπα αυτά κατά το ν. 5638/1932 (Α΄ 307) “περί καταθέσεως εις κοινόν λογαριασμόν”,

23)  «κράτος μέλος προέλευσης»: κράτος μέλος προέλευσης όπως ορίζεται στην περίπτωση 43 της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013,

24)  «κράτος μέλος υποδοχής»: κράτος μέλος υποδοχής όπως ορίζεται στην περίπτωση 44 της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013,

25)  «Κύριο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων (ΚΚΚΚ)»: ομάδα περιουσίας που αποτελεί ενεργητικό του ΤΕΚΕ και αποτελείται από το ενεργητικό του ΣΚΚ αφαιρουμένου του ενεργητικού του ΠΚΚΚ.

26)  «λογαριασμοί πελατείας των ΕΠΕΥ»: οι τραπεζικοί λογαριασμοί στους οποίους τοποθετούνται κεφάλαια επενδυτών-πελατών σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 18 της υπ’ αριθμ. 2/452/1.11.2007 (ΦΕΚ Β 2137) απόφασης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

27)   «μη διαθέσιμη κατάθεση»: κατάθεση απαιτητή από τον καταθέτη η οποία δεν δύναται να καταβληθεί από πιστωτικό ίδρυμα εν όλω ή εν μέρει βάσει των ισχυόντων νόμιμων ή συμβατικών όρων, και ως προς το οποίο (πιστωτικό ίδρυμα):

α) η Τράπεζα της Ελλάδος με απόφασή της έχει διαπιστώσει ότι το συγκεκριμένο πιστωτικό ίδρυμα δεν φαίνεται προς το παρόν ικανό να επιστρέψει την κατάθεση, για λόγους που έχουν άμεση σχέση με την οικονομική του κατάσταση, και δεν προβλέπεται ότι το πιστωτικό ίδρυμα θα καταστεί ικανό στο προσεχές μέλλον. Η ανωτέρω απόφαση λαμβάνεται εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από τη στιγμή που αποδειχθεί, για πρώτη φορά, ότι το συμμετέχον πιστωτικό ίδρυμα δεν έχει επιστρέψει τις ληξιπρόθεσμες και απαιτητές καταθέσεις και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ή

β) δικαστική αρχή, βασιζόμενη σε λόγους που έχουν άμεση σχέση με την οικονομική κατάσταση του πιστωτικού ιδρύματος, έλαβε απόφαση η οποία έχει ως αποτέλεσμα την αναστολή του δικαιώματος των καταθετών να εγείρουν αξιώσεις έναντι του ιδρύματος·

Οι υπό (α) και (β) περιπτώσεις συνιστούν λόγο ανάκλησης της άδειας του πιστωτικού ιδρύματος κατά την περίπτωση (ε) του άρθρου 19 του ν. 4261/2014.

28)  «ορισθείσα αρχή»: το Υπουργείο Οικονομικών ή για τα άλλα κράτη μέλη ο φορέας που διοικεί ή εποπτεύει ένα ΣΕΚ ή, όταν τη λειτουργία του ΣΕΚ διοικεί ιδιωτική οντότητα, μια δημόσια αρχή που ορίζει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος για την εποπτεία του συστήματος αυτού,·

29)  «Περιουσιακά στοιχεία επενδυτών – πελατών»: τα χρηματοπιστωτικά μέσα που κατέχουν τα συμμετέχοντα στο ΣΚΕ πιστωτικά ιδρύματα και υποκαταστήματα αυτών για λογαριασμό επενδυτών – πελατών τους στο πλαίσιο της παροχής των καλυπτομένων επενδυτικών υπηρεσιών, κατά την έννοια της περιπτώσεως 19 της παραγράφου 1 του άρθρου 3.

Στα χρηματοπιστωτικά μέσα που κατέχουν τα συμμετέχοντα στο ΣΚΕ πιστωτικά ιδρύματα και υποκαταστήματα περιλαμβάνονται και οι τίτλοι σε λογιστική μορφή. Στην έννοια της κατοχής εμπίπτει, πέραν της φύλαξης και διοικητικής διαχείρισης κατά την έννοια της περίπτωσης α) της παραγράφου 2 το άρθρου 4 του ν. 3606/2007 χρηματοπιστωτικών μέσων από το ίδιο το συμμετέχον στο ΣΚΕ που ενεργεί ως θεματοφύλακας, και η ανάθεση από το συμμετέχον στο ΣΚΕ της φύλαξης των τίτλων σε τρίτο πρόσωπο, πιστωτικό ίδρυμα ή ΕΠΕΥ, που ενεργεί ως υποθεματοφύλακας σύμφωνα με τις εντολές του συμμετέχοντος και γενικώς κάθε περίπτωση κατά την οποία τα χρηματοπιστωτικά μέσα βρίσκονται στην κατοχή τρίτου, αλλά το συμμετέχον έχει εξουσία να τα διαθέτει, δίδοντας εντολές στον τρίτο. Ως κατοχή νοείται τόσο αυτή που γίνεται στο όνομα επενδυτή – πελάτη, όσο και αυτή που γίνεται στο όνομα του συμμετέχοντος στο ΣΚΕ για λογαριασμό επενδυτή – πελάτη.

30)  «πιστωτικό ίδρυμα»: το πιστωτικό ίδρυμα όπως ορίζεται στην περίπτωση 1 της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013,

31)  «Πρόσθετο Κεφάλαιο Κάλυψης Καταθέσεων (ΠΚΚΚ)»: Το πρόσθετο κεφάλαιο κάλυψης καταθέσεων, το οποίο δημιουργήθηκε σύμφωνα με τις παραγράφους 11 έως 15 του πρώην άρθρου 4 του ν. 3746/2009 και πλέον ρυθμίζεται σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στα άρθρα 6 και 25 του παρόντος.

32)  «Σκέλος Εξυγίανσης (ΣΕ)»: το ενεργητικό του ΤΕΚΕ, το οποίο συστάθηκε με το πρώην άρθρο 13Α του ν. 3746/2009 και τίθεται προς εξυπηρέτηση του σκοπού της χρηματοδότησης μέτρων εξυγίανσης, όπως ειδικότερα περιγράφεται στην περίπτωση γ) της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του παρόντος και στο εσωτερικό άρθρο 96 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α΄ 87) ,

33)  «Σκέλος Κάλυψης Επενδύσεων (ΣΚΕ)»: το ενεργητικό του ΤΕΚΕ που τίθεται προς εξυπηρέτηση του σκοπού της κάλυψης απαιτήσεων από παροχή επενδυτικών υπηρεσιών όπως ειδικότερα περιγράφεται στην περίπτωση β) της παραγράφου 2 του άρθρου 4,

34)  «Σκέλος Κάλυψης Καταθέσεων (ΣΚΚ)»: το ενεργητικό του ΤΕΚΕ που τίθεται προς εξυπηρέτηση του σκοπού της εγγύησης καταθέσεων όπως ειδικότερα περιγράφεται στην περίπτωση α) της παραγράφου 2 του άρθρου 4,

35)  «στοιχεία ενεργητικού χαμηλού κινδύνου»: στοιχεία ενεργητικού που εμπίπτουν στην πρώτη ή στη δεύτερη κατηγορία που αναφέρονται στον πίνακα 1 του άρθρου 336 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή οποιαδήποτε στοιχεία ενεργητικού που κρίνονται εξίσου ασφαλή και ρευστά από την Τράπεζα της Ελλάδος ·

36)  «συστήματα εγγύησης καταθέσεων» ή «ΣΕΚ»: τα συστήματα που αναφέρονται στην περίπτωση α) και β) της παραγράφου 2 του άρθρου 2 και συστήματα άλλων κρατών μελών

37)  «Ταμείο Εξυγίανσης»: το ΣΕ του ΤΕΚΕ, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο εσωτερικό άρθρο 95 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015,

38)  «υποκατάστημα»: ο τόπος επιχείρησης νομικώς εξαρτώμενης από ίδρυμα, η οποία διενεργεί άμεσα, όλες ή ορισμένες από τις συναλλαγές που εντάσσονται στις δραστηριότητες των ιδρυμάτων ·

  1. Αρμόδια αρχή για τους σκοπούς του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (EE L 331/15.12.2010) σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 4 του εν λόγω Κανονισμού είναι το Υπουργείο Οικονομικών.