Άρθρο 39 Συγκατάθεση του υποκειμένου – Αντικατάσταση άρθρου 49 ν. 4624/2019

Το άρθρο 49 του ν. 4624/2019 (Α΄137) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 49
Συγκατάθεση του υποκειμένου
1. Όταν η επεξεργασία βασίζεται, σύμφωνα με ρητή διάταξη νόμου, στη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων ή αφορά μέτρα που έχει ζητήσει το ίδιο το υποκείμενο των δεδομένων, ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι σε θέση να αποδείξει ότι το υποκείμενο των δεδομένων συγκατατέθηκε για την επεξεργασία των δεδομένων του προσωπικού χαρακτήρα ή αιτήθηκε μέτρα που συνεπάγονται τέτοια επεξεργασία.
2. Πριν από την παροχή της συγκατάθεσης, το υποκείμενο των δεδομένων ενημερώνεται σχετικά με τον σκοπό της επεξεργασίας, το είδος των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υπόκεινται σε επεξεργασία και ιδίως για την περίπτωση που η επεξεργασία αφορά ειδικές κατηγορίες δεδομένων, τον υπεύθυνο επεξεργασίας, την προβλεπόμενη διάρκεια αυτής και τους συνήθεις αποδέκτες των δεδομένων. Το υποκείμενο των δεδομένων ενημερώνεται επίσης για τις κατά νόμο συνέπειες της συγκατάθεσης ή της μη παροχής της, καθώς και για το δικαίωμα ανάκλησης αυτής.
3. Η συγκατάθεση της παρ. 1 είναι σαφής, συγκεκριμένη, έγγραφη και απαλλαγμένη ελαττωμάτων βούλησης δήλωση, με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων δηλώνει ότι συμφωνεί, να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Η συγκατάθεση θεωρείται έγκυρη μόνο όταν βασίζεται στην ελεύθερη απόφαση του υποκειμένου. Για τη διαπίστωση της ελεύθερης βούλησης και δήλωσης του υποκειμένου αξιολογούνται οι συνθήκες και περιστάσεις υπό τις οποίες δόθηκε.
4. Το υποκείμενο των δεδομένων έχει δικαίωμα να ανακαλέσει τη συγκατάθεσή του ανά πάσα στιγμή. Η ανάκληση της συγκατάθεσης δεν θίγει τη νομιμότητα της επεξεργασίας που βασίστηκε στη συγκατάθεση προ της ανάκλησής της.
5. Εάν η συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων παρέχεται στο πλαίσιο γραπτής δήλωσης, η οποία αφορά και άλλα θέματα, το αίτημα για συγκατάθεση υποβάλλεται κατά τρόπο ώστε να είναι σαφώς διακριτό από τα άλλα θέματα, σε κατανοητή και εύληπτη μορφή, χρησιμοποιώντας σαφή και απλή διατύπωση.
6. Εάν πρόκειται για επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων, η συγκατάθεση πρέπει να αναφέρεται ρητά στην ειδική κατηγορία δεδομένων.».

  • 22 Νοεμβρίου 2022, 16:33 | Σπ.Καρυδα

    Είναι η άποψη σας και δεν συμφωνώ.
    Δεν γνωρίζετε σε βάθος πως λειτουργούν οι αρχές επιβολής του νόμου και στερείται χωρίς λόγο τη δυνατότητα της συγκατάθεσης. Δεν αντιλαμβάνεστε ότι δεν δίνεται νομική βάση με το άρθρο αυτό. Το έχουμε πει και στην αιτιολογική έκθεση και συμφωνούν σε αυτό και θεωρητικοί σχολιαστές.
    Υπάρχουν πράξεις στον ΚποινΔ που λειτουργούν με αυτόν τον τρόπο.
    Παρουσιάζεται δε σε όλες τις παρατηρήσεις σας ότι αυτά που προτείνατε έχουν γίνει ήδη αποδεκτά σε όλο τους το εύρος από την ΕΕ με την καταγγελία σας. Αν αυτό είναι αληθές θα ήταν χρήσιμο το Υπουργείο και η ΕΕ να κοινοποιήσει το τελικό απαντητικό έγγραφο με το οποίο κλείνει την υπόθεση!
    Υπάρχει τέτοιο έγγραφο?
    Οι παρατηρήσεις είναι η αρχή ενός διαλόγου δεν είναι για εκμετάλλευση…
    Σπ.Καρυδα

  • 22 Νοεμβρίου 2022, 12:23 | Σπ.Καρυδα

    Άρθρο 39: Τροποποίηση του άρθρου 49 ως προς τη συγκατάθεση.
    Ακατανόητη τροποποίηση. Τι εννοείται «ή αφορά μέτρα που έχει ζητήσει το ίδιο το υποκείμενο των δεδομένων»? Δηλαδή τα μέτρα αυτά δεν προβλέπονται με ρητή διάταξη νόμου, όπως απαιτεί και η νομολογία του ΕΔΔΑ? Άστοχη η διατύπωση και εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους για τα θεμελιώδη δικαιώματα του υποκειμένου. Η αρχική διατύπωση της παρ.1 η οποία προέβλεπε ότι «Στον βαθμό που η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μπορεί να γίνει, σύμφωνα με τον νόμο, βάσει συγκατάθεσης, ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξει την παροχή συγκατάθεσης του υποκειμένου των δεδομένων» σε τι έβλαπτε δηλαδή και χρήζει αντικατάστασης ? Δεν κάλυπτε όλες τις σχετικές περιπτώσεις?
    Παρ.2 «Πριν από την παροχή της συγκατάθεσης, το υποκείμενο των δεδομένων ενημερώνεται σχετικά με τον σκοπό της επεξεργασίας, το είδος των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υπόκεινται (υποβάλλονται είναι η ορθή ορολογία) σε επεξεργασία και ιδίως για την περίπτωση που η επεξεργασία αφορά ειδικές κατηγορίες δεδομένων, τον υπεύθυνο επεξεργασίας, την προβλεπόμενη διάρκεια αυτής και τους συνήθεις αποδέκτες των δεδομένων». Η διάταξη αυτή, ως προτείνεται, είναι ασαφής και αόριστη. Όπως ήδη επεσήμανα στην προτεινόμενη διάταξη δεν αναφέρεται, ούτε και προσδιορίζεται ποια είναι τα «μέτρα που έχει ζητήσει το υποκείμενο των δεδομένων» (π.χ. ηλεκτρονική επιτήρηση?). Για να εισαχθεί με ασφάλεια δικαίου και με βάση τη νομολογία του ΕΔΔΑ η προτεινόμενη ρύθμιση θα πρέπει να γίνει ρητή παραπομπή σε διατάξεις νόμου που τυχόν προβλέπουν τα μέτρα αυτά. Επίσης, για την απρόσκοπτη τήρηση όλων των προτεινόμενων με τη ρύθμιση αυτή διαδικαστικών προϋποθέσεων σχετικά με την ενημέρωση του υποκειμένου των δεδομένων θα πρέπει, προς αποφυγή τυχόν δικονομικών ακυροτήτων, να υπάρχει βεβαιότητα ότι τα δικαιώματα αυτά προβλέπονται με ρητή νομοθετική διάταξη του ποινικού δικονομικού δικαίου, δηλαδή πέραν του σκοπού, να προβλέπονται ρητά όλα τα στοιχεία σχετικά με την ενημέρωση του υποκειμένου των δεδομένων, ειδικότερα όσον αφορά τον υπεύθυνο επεξεργασίας, την προβλεπόμενη διάρκεια της επεξεργασίας και τους συνήθεις αποδέκτες των δεδομένων.
    Αλλά αλήθεια? Τι εξυπηρετεί η ανούσια αυτή θέσπιση αυτών των υποχρεώσεων? Ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι ήδη γνωστός και δεν υπάρχει και δικαίωμα αντίταξης, καθώς το ίδιο το υποκείμενο των δεδομένων έχει ζητήσει την επεξεργασία και αν αντιταχθεί θα χάσει το σχετικό ευεργέτημα της ηλεκτρονικής επιτήρησης. Περαιτέρω, για τους συνήθεις αποδέκτες, ποιος άλλος δηλαδή μπορεί να είναι συνήθης αποδέκτης, εκτός από τις αρχές επιβολής του νόμου (Εισαγγελία και Ελληνική Αστυνομία)? Χωρίς λόγο δημιουργείται περιττό διοικητικό άχθος στις αστυνομικές και εισαγγελικές αρχές. Η διάταξη για τη συγκατάθεση, όπως ήδη ειπώθηκε, δεν προβλέπει νομική βάση. Πρόκειται για μια διάταξη πλαίσιο, η οποία προϋποθέτει την πρόβλεψη (ειδικών) τομεακών νομικών ρυθμίσεων. Κατά τούτο διότι, με τη διάταξη της συγκατάθεσης δεν ενσωματώνεται η Οδηγία, αφού η Οδηγία δεν προβλέπει την έννοια της συγκατάθεσης. Αυτό έπρεπε να είναι και το περιεχόμενο της απάντησης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή αν έθεσε ζήτημα και ως προς αυτό το θέμα, προφανώς λόγω της καταγγελίας… αλλά ούτε και οι καταγγέλλοντες κατάλαβαν δυστυχώς… .
    Ας το δούμε λίγο με προσοχή και ας εισφέρουν και εισαγγελείς και ποινικοί δικαστές σε αυτό, αλλά θαρρώ θα έχουμε πολύ σοβαρά ζητήματα κατά την εφαρμογή της προτεινόμενης αυτής διάταξης. Κατά τα λοιπά, πέραν από τη βερμπαλιστική, άνευ περιεχομένου διατύπωση του άρθρου, απλώς με άλλα λόγια, τι ακριβώς εισφέρει η τροποποίησή του? Το προτεινόμενο άρθρο, αυτούσιο, είχε ήδη προταθεί πριν από τρία χρόνια, και απορριφθεί! Ποια ανάγκη υπαγόρευσε την εκ νέου πρότασή του? Δεν εξηγείται στην Αιτ. Εκθ.
    Σπ.Καρυδα

  • 22 Νοεμβρίου 2022, 12:16 | Homo Digitalis

    Οι διατάξεις του άρθρου 49 του ν.4624/2019 αναφορικά με τη συγκατάθεση του υποκειμένου αποτελούν ένα από τα κύρια σημεία της καταγγελίας της Homo Digitalis ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

    Η Homo Digitalis προτείνει τη διαγραφή του άρθρου 49 ή την αποσαφήνιση των εννοιών “οικειοθελής συμφωνία” και “συγκατάθεση”. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται ρητά στην αιτιολογική σκέψη 35 της Οδηγίας 2016/680 «η συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 δεν θα πρέπει να παρέχει νομική βάση για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρμόδιες αρχές. Όταν το υποκείμενο των δεδομένων υποχρεούται να συμμορφωθεί προς νομική υποχρέωση, δεν έχει ουσιαστική και ελεύθερη επιλογή και, κατά συνέπεια, η αντίδρασή του υποκειμένου των δεδομένων δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ελεύθερη δήλωση της βούλησής του». Φυσικά, όπως υπογραμμίζει το κείμενο της αιτιολογικής σκέψης, τα κράτη μέλη μπορούν «να προβλέπουν με νόμο ότι το υποκείμενο των δεδομένων μπορεί να συμφωνήσει με την επεξεργασία των δικών του δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς της Οδηγίας 2016/680, όπως πχ εξέταση DNA στις ποινικές έρευνες ή την επιτήρηση της θέσης στην οποία αυτός ή αυτή βρίσκεται με ηλεκτρονικές ετικέτες με σκοπό την εκτέλεση ποινικών κυρώσεων». Η εν λόγω συμφωνία δεν ορίζεται ως “συγκατάθεση” αλλά ώς “οικειοθελής συμφωνία” για να αποφεύγεται νομική σύγχυση (βλέπετε Ομάδα Εργασίας του Άρθρου 29 για την Προστασία Δεδομένων, ελληνικής μετάφρασης της Γνώμης σχετικά με ορισμένα βασικά ζητήματα της οδηγίας 2016/680) . Επομένως, τόσο το ισχύον άρθρο 49 όσο και η προτεινόμενη αναθεώρηση του στο παρόν άρθρο του Σχ.Νόμου βρίσκονται σε άμεση αντίθεση με τις διατάξεις της Οδηγίας 2016/680, καθώς αναφέρονται σε συγκατάθεση και όχι σε οικειοθελής συμφωνία, νομικές έννοιες εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους.

    Επιπροσθέτως, όπως ρητά αναφέρει η Ομάδα Εργασίας του Άρθρου 29 για την Προστασία Δεδομένων (πλέον Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων) στη σελ. 10 της ελληνικής μετάφρασης της Γνώμης σχετικά με ορισμένα βασικά ζητήματα της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 για την επιβολή του νόμου (Νοέμβριος 2017) «η συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να συνιστά αφ’ εαυτής νόμιμο λόγο για την επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων στο πλαίσιο της Οδηγίας 2016/680». Ωστόσο, η προτεινόμενη αναθεώρηση του άρθρου 49 αναφέρει στην παράγραφο 6 ότι η συγκατάθεση μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για την επεξεργασία ειδικών κατηγοριών προσωπικών δεδομένων, και επομένως βρίσκεται σε άμεση ρήξη τόσο με την Οδηγία 2016/680 (αιτιολογική σκέψη 35) όσο και με την ερμηνεία των διατάξεων της Οδηγίας του ΕΣΠΔ.
    Αντιθέτως, εάν ο Έλληνας νομοθέτης επιδιώκει με το άρθρο 49 να εισαγάγει την έννοια της «οικειοθελής συμφωνίας» που είναι διαφορετική από εκείνη της «συγκατάθεσης», θα πρέπει να το πράξει με σχετική προσθήκη στη πρόταση αναθεώρησης που βρίσκεται στο άρθρο 37 παρ.2 του παρόντος Σχ.Νόμου (και αφορά το άρθρο 46 του ν.4624.2019), καθώς η «οικειοθελής συμφωνία», όπως ρητά αναφέρει στην σελίδα 10 της Γνώμης του ΕΣΠΔ που αναφέρουμε ως άνω μπορεί να θεωρείται ως «πρόσθετη διασφάλιση» της επεξεργασίας ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μόνο σε περιπτώσεις στις οποίες ο νόμος προβλέπει επεξεργασία η οποία είναι ιδιαιτέρως παρεμβατικού χαρακτήρα για το υποκείμενο των δεδομένων.

    Καταληκτικά, όπως αναφέρεται ρητά στη Γνώμη του ΕΣΠΔ σχετικά με ορισμένα βασικά ζητήματα της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 (σελ.11) «εναπόκειται στον εθνικό νομοθέτη να αποφασίσει αν και σε ποιον βαθμό θα επιτρέψει την επεξεργασία των δεδομένων υπό την προϋπόθεση της οικειοθελούς συμφωνίας του υποκειμένου των δεδομένων και αν θα περιλαμβάνονται ειδικές κατηγορίες δεδομένων σε αυτή». Άρα είναι απολύτως κατανοητό ότι η έννοια της «οικειοθελούς συμφωνίας» δεν θα πρέπει να συγχέεται με την έννοια της “συγκατάθεσης”, όπως συμβαίνει στο ισχύον άρθρο 49 και στην παρούσα πρόταση αναθεώρησης αυτού, καθώς όπως ορίζει ρητά η Οδηγία 2016/680 στην αιτιολογική σκέψη 35 η συγκατάθεση του υποκειμένου «δεν θα πρέπει να παρέχει νομική βάση για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τις αρμόδιες αρχές».

    Εάν η διαγραφή του άρθρου 49 ή έστω η αποσαφήνιση των διατάξεων αυτού σχετικά με τις έννοιες «οικειοθελής συμφωνία» και «συγκατάθεσης» δεν υιοθετηθούν, το άρθρο 49 του ν.4624/2019 θα εξακολουθεί να μη βρίσκεται σε συμφωνία με τις διατάξεις της Οδηγίας 2016/680 και το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

  • Άρθρο 39
    Συγκατάθεση του υποκειμένου – Αντικατάσταση άρθρου 49 ν. 4624/2019
    [Από]
    3. Η συγκατάθεση της παρ. 1 είναι σαφής, συγκεκριμένη, έγγραφη και απαλλαγμένη ελαττωμάτων βούλησης δήλωση, με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων δηλώνει ότι συμφωνεί, να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Η συγκατάθεση θεωρείται έγκυρη μόνο όταν βασίζεται στην ελεύθερη απόφαση του υποκειμένου. Για τη διαπίστωση της ελεύθερης βούλησης και δήλωσης του υποκειμένου αξιολογούνται οι συνθήκες και περιστάσεις υπό τις οποίες δόθηκε.
    [Σε]
    3. Η συγκατάθεση της παρ. 1 είναι σαφής, συγκεκριμένη, έγγραφη και απαλλαγμένη ελαττωμάτων βούλησης δήλωση, με την οποία το υποκείμενο των δεδομένων δηλώνει ότι συμφωνεί, να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Η συγκατάθεση θεωρείται έγκυρη μόνο όταν βασίζεται στην ελεύθερη απόφαση του υποκειμένου των δεδομένων. Για τη διαπίστωση της ελεύθερης βούλησης και δήλωσης του υποκειμένου των δεδομένων αξιολογούνται οι συνθήκες και περιστάσεις υπό τις οποίες δόθηκε.
    [Αιτιολογία: να χρησιμοποιηθεί πλήρης ο όρος «υποκειμένου των δεδομένων» στις δύο τελευταίες προτάσεις του άρθρου]

  • Άρθρο 39
    Συγκατάθεση του υποκειμένου – Αντικατάσταση άρθρου 49 ν. 4624/2019
    [Από]
    Συγκατάθεση του υποκειμένου
    [Σε]
    Συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων
    [Αιτιολογία: να χρησιμοποιηθεί πλήρης ο όρος «υποκειμένου των δεδομένων»]

  • 15 Νοεμβρίου 2022, 22:58 | Καρυπίδης Σ

    Στο Άρθρο 49 παρ.5 προτείνεται η κάτωθι τροποποίηση.
    5. Εάν η συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων παρέχεται στο πλαίσιο γραπτής δήλωσης, η οποία αφορά και άλλα θέματα, το αίτημα για συγκατάθεση υποβάλλεται κατά τρόπο ώστε να είναι σαφώς διακριτό από τα άλλα θέματα, σε κατανοητή και εύληπτη μορφή, χρησιμοποιώντας σαφή και απλή διατύπωση με γραμματοσειρά όχι μικρότερη από την οποιαδήποτε χρησιμοποιείται για τα άλλα θέματα.