ΜΕΡΟΣ Α΄ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ – ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΔΙΑΘΗΚΩΝ – ΣΥΣΤΑΣΗ ΜΗΤΡΩΟΥ ΔΙΑΘΗΚΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΤΑ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ – ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ (Άρθρα 23-42)

Άρθρο 23

Συμβιβαστική επέμβαση του αρμόδιου πρωτοδίκη – Προσθήκη άρθρου 209 στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182) προστίθεται άρθρο 209 ως εξής:

«Άρθρο 209

Συμβιβαστική επέμβαση

1. Όποιος έχει την πρόθεση να ασκήσει αγωγή μπορεί πριν από την κατάθεσή της να ζητήσει τη συμβιβαστική επέμβαση του αρμόδιου για την εκδίκαση της αγωγής πρωτοδίκη.

Για τον σκοπό αυτό υποβάλλεται αίτηση προς τον αρμόδιο Πρωτοδίκη, στην οποία αναγράφεται συνοπτικά το αντικείμενο της διαφοράς, ή εμφανίζονται αυθόρμητα οι ενδιαφερόμενοι ενώπιόν του.

2. Οι διάδικοι μπορούν να εμφανιστούν αυθόρμητα ενώπιον του προέδρου υπηρεσίας οποιουδήποτε Πρωτοδικείου και να ζητήσουν τη συμβιβαστική επέμβασή του.».

Άρθρο 24

Κατάθεση αγωγής – Τροποποίηση άρθρου 215 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 215 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της άσκησης της αγωγής, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 1, προστίθεται νέο τέταρτο εδάφιο, β) η παρ. 2 αντικαθίσταται και το άρθρο 215 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 215

Άσκηση αγωγής

1. Η αγωγή ασκείται με κατάθεση δικογράφου στη γραμματεία του δικαστηρίου στο οποίο απευθύνεται και με επίδοση αντιγράφου της στον εναγόμενο. Αποκλειστικά σε περίπτωση αγωγής που απευθύνεται σε περιφερειακή έδρα πρωτοδικείου, κατά την έννοια του ν. 5108/2024 (Α΄ 65), η κατάθεση του δικογράφου μπορεί να γίνεται στη γραμματεία είτε της περιφερειακής έδρας είτε της παράλληλης έδρας, στην κατά τόπον αρμοδιότητα της οποίας εντάσσεται η περιφερειακή έδρα, είτε της έδρας πρωτοδικείου. Η κατάθεση του δικογράφου μπορεί να γίνεται και με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 119. Με την κατάθεση της αγωγής ορίζεται δικάσιμος, η οποία προσδιορίζεται μετά την πάροδο έξι (6) μηνών από την κατάθεση και πάντως όχι πάνω από τον έβδομο μήνα μετά από αυτήν, και όταν η αγωγή θα πρέπει να επιδοθεί στο εξωτερικό, στην πρώτη δικάσιμο μετά την πάροδο εννέα (9) μηνών από την κατάθεση και πάντως όχι πάνω από τον δέκατο μήνα μετά απ’ αυτήν. Κάτω από το δικόγραφο που κατατέθηκε συντάσσεται έκθεση στην οποία αναφέρεται η ημέρα, ο μήνας και το έτος της κατάθεσης, καθώς και το ονοματεπώνυμο του καταθέτη. Η έκθεση μπορεί να συντάσσεται και με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 117. Αναφορά του δικογράφου της αγωγής που κατατέθηκε γίνεται χωρίς καθυστέρηση σε ειδικό βιβλίο με αλφαβητικό ευρετήριο. Στο βιβλίο αυτό αναγράφονται με αύξοντα αριθμό και χρονολογική σειρά οι αγωγές που κατατίθενται και αναφέρονται τα ονοματεπώνυμα των διαδίκων, η χρονολογία της κατάθεσης και το αντικείμενο της διαφοράς. Στη γραμματεία κάθε δικαστηρίου τηρείται και ηλεκτρονικό αρχείο αγωγών.

2. Αν δεν ορίζεται άλλως, η αγωγή επιδίδεται στον εναγόμενο μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από την κατάθεσή της. Αν η αγωγή πρέπει να επιδοθεί στο εξωτερικό, εντός του διαστήματος αυτού θα πρέπει να έχει επιδοθεί στον εισαγγελέα, κατά την παρ. 1 του άρθρου 134. Με την επίδοση της αγωγής ξεκινά και η διαδικασία διαμεσολάβησης, όπου είναι υποχρεωτική. Αν η αγωγή δεν επιδοθεί νομίμως μέσα στην προθεσμία αυτή, θεωρείται ως μη ασκηθείσα. Η άκυρη επίδοση, όχι όμως και η ανυπόστατη, διακόπτει την παραγραφή, εφαρμοζομένου του άρθρου 263 του Αστικού Κώδικα.».

Άρθρο 25

Περιεχόμενο αγωγής – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 216 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στην παρ. 1 του άρθρου 216 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί του περιεχομένου της αγωγής, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος, β) στην περ. α) διαγράφεται η λέξη «σαφή», γ) στην περ. β) διαγράφεται η λέξη «ακριβή» και το άρθρο 216 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 216

Απαραίτητα στοιχεία της αγωγής

1. Η αγωγή εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στα άρθρα 118 ή 117 πρέπει να περιέχει α) έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο την αγωγή και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου, β) περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς, γ) ορισμένο αίτημα.

2. Στην αγωγή αναφέρεται α) προκειμένου για δίκες περιουσιακών σχέσεων η χρηματική αξία του επίδικου αντικειμένου και β) τα στοιχεία που θεμελιώνουν την αρμοδιότητα του δικαστηρίου.».

Άρθρο 26

Διαγραφή από πινάκιο αρχικής δικασίμου σε περίπτωση υποβολής αιτήματος προτίμησης, εξαιρουμένων υποθέσεων ασφαλιστικών μέτρων και υποθέσεων υπαγόμενων στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας – Τροποποίηση παρ. 5 άρθρου 226 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στην παρ. 5 του άρθρου 226 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α΄ 182), περί εισαγωγής αγωγής για συζήτηση, ορισμού δικασίμου και αναβολής, προστίθεται τρίτο εδάφιο και, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, η παρ. 5 διαμορφώνεται ως εξής:

«5. Κάθε αίτημα προτίμησης που υποβάλλεται από διάδικο για ορισμό ημέρας συζήτησης αίτησης, αγωγής ή ενδίκου μέσου ενώπιον παντός δικαστηρίου, οποιασδήποτε διαδικασίας, διαφορετικής από εκείνη που, κατά τη νόμιμη σειρά, πρέπει να προσδιοριστεί ή έχει ήδη προσδιοριστεί, υποβάλλεται εγγράφως. Στην αίτηση πρέπει, με ποινή απαραδέκτου, να περιέχονται οι λόγοι της προτίμησης και ο αρμόδιος δικαστής αποφαίνεται σχετικά, με αιτιολογημένη πράξη του. Με εξαίρεση τις υποθέσεις ασφαλιστικών μέτρων και τις υποθέσεις που υπάγονται στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, αν γίνει δεκτό αίτημα προτίμησης από τον αρμόδιο δικαστή, η υπόθεση διαγράφεται από το πινάκιο της αρχικής δικασίμου από τον γραμματέα με εντολή του διευθύνοντος το δικαστήριο.».

Άρθρο 27

Ορισμός προθεσμιών για άρση πραγματικής αοριστίας και συμπλήρωση αγωγής πριν από τη δικάσιμο – Αντικατάσταση παρ. 1 άρθρου 227 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Η παρ. 1 του άρθρου 227 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί εισαγωγής αγωγής για συζήτηση και συμπλήρωση τυπικών παραλείψεων, αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Αν υπάρχουν τυπικές παραλείψεις που μπορούν να αναπληρωθούν, ο πρόεδρος οποιουδήποτε πολυμελούς δικαστηρίου ή ο εισηγητής ή ο δικαστής μονομελούς δικαστηρίου μπορεί, με πρόταση του εναγομένου, τουλάχιστον είκοσι (20) ημέρες πριν από τη δικάσιμο ή αυτεπάγγελτα, εφόσον διαπιστώσει πραγματική αοριστία της αγωγής, να εκδώσει διάταξη τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημέρες πριν από τη δικάσιμο, διατάσσοντας τη συμπλήρωση του ένδικου βοηθήματος. Πέντε (5) ημέρες πριν από τη δικάσιμο δύναται ο ενάγων να συμπληρώσει την αγωγή του και ο εναγόμενος αντιλέγει κατά τη συζήτηση. Αν απορριφθεί η αγωγή για πραγματική αοριστία, χωρίς να έχει εκδοθεί διάταξη, τότε αυτό αποτελεί λόγο έφεσης.».

Άρθρο 28

Προθεσμία κατάθεσης προτάσεων και αποδεικτικών εγγράφων, αντίκρουσης και συμπλήρωσης και ανάληψης σχετικών – Αντικατάσταση άρθρου 237 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Το άρθρο 237 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί προθεσμίας κατάθεσης προτάσεων και αποδεικτικών εγγράφων, αντίκρουσης και συμπλήρωσης και ανάληψης σχετικών, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 237

Προθεσμία κατάθεσης προτάσεων και προσθήκης-αντίκρουσης

1. Οι προτάσεις των διαδίκων, η έκθεση επίδοσης, τα αποδεικτικά και διαδικαστικά τους έγγραφα και τα πληρεξούσια, στην τακτική διαδικασία, κατατίθενται ενενήντα (90) ημέρες μετά τη λήξη της προθεσμίας επίδοσης της αγωγής ή της κλήσης και, εφόσον η αγωγή επιδίδεται στην αλλοδαπή, εκατόν είκοσι (120) ημέρες από τη λήξη της ίδιας προθεσμίας για όλους τους διαδίκους. Η προθεσμία αυτή δεν αναστέλλεται κατά το διάστημα της διαδικασίας διαμεσολάβησης.

2. Η προσθήκη-αντίκρουση κατατίθεται εντός των επόμενων δεκαπέντε (15) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας κατάθεσης των προτάσεων. Στην ίδια προθεσμία κατατίθεται και το δικαστικό ένσημο. Εντός των επόμενων δέκα (10) ημερών από την τελευταία αυτή προθεσμία ορίζεται ο δικαστής ή, επί πολυμελούς δικαστηρίου, η σύνθεση και ο εισηγητής για την εκδίκαση της διαφοράς.

3. Εντός τριάντα (30) ημερών μετά τη χρέωση, ο δικαστής του μονομελούς ή ο εισηγητής του πολυμελούς πρωτοδικείου εκδίδει διάταξη, που δεν περιέχει αιτιολογία, εφόσον διαπιστώσει ότι: α) η αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, β) η αγωγή είναι μη ασκηθείσα, γ) για την πληρέστερη εκδίκαση της διαφοράς απαιτείται η εξέταση μαρτύρων ή διαδίκων ή η διενέργεια αυτοψίας ή πραγματογνωμοσύνης, δ) απαιτείται η ένωση ή συνεκδίκαση περισσοτέρων δικών, ο χωρισμός ή η διαδοχική εξέταση αιτήσεων, ή η αναστολή της δίκης, αντίστοιχα κατά τα άρθρα 246 έως 250. Αν η αγωγή πάσχει από πραγματική αοριστία, αυτή επισημαίνεται από τον δικαστή με τη διάταξη και ο ενάγων δύναται να τη συμπληρώσει έως δέκα (10) ημέρες πριν από τη συζήτηση με προσθήκη στις προτάσεις. Η αντίκρουση για ό,τι συμπληρώθηκε μετά τη διάταξη γίνεται στον χρόνο της παρ. 3 του άρθρου 269. Επί αναστολής της δίκης κατά τα άρθρα 246 έως 250, οι διάδικοι μπορούν να καταθέσουν προτάσεις, όχι όμως και νέους ισχυρισμούς, υπό την επιφύλαξη των εξαιρέσεων του άρθρου 269, ούτε νέα αποδεικτικά μέσα, μέχρι τη νέα συζήτηση.

4. Με τη διάταξη, η αγωγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη, εφόσον ο ενάγων τις επόμενες πέντε (5) ημέρες από την έκδοση της διάταξης, δεν αιτηθεί την εκδίκαση της διαφοράς κατά την ορισθείσα δικάσιμο και την έκδοση της απόφασης επί της αγωγής του, καταβάλλοντας προς τούτο, το αργότερο έως τη συζήτηση, παράβολο ύψους διακοσίων (200) ευρώ. Σε περίπτωση ήττας του για τον λόγο που διαπίστωσε η διάταξη, το δικαστήριο διπλασιάζει τα δικαστικά έξοδα, διαφορετικά το παράβολο επιστρέφεται στον διάδικο. Αν ο ενάγων δεν αντιλέγει ή δεν συμπληρώσει την αγωγή με προσθήκη στις προτάσεις του, η διάταξη επικυρώνεται, η δίκη περατώνεται και η υπόθεση διαγράφεται από το πινάκιο, εφαρμοζόμενων αναλόγως των διατάξεων περί παραίτησης από το δικόγραφο. Κατά της διάταξης δεν ασκούνται ένδικα μέσα ή άλλα ένδικα βοηθήματα.

5. Αν με τη διάταξη διατάχθηκε η εξέταση μαρτύρων, αυτοί εξετάζονται ενώπιον του δικαστηρίου κατά την ορισθείσα δικάσιμο. Είναι δυνατή η εξέταση των μαρτύρων και των διαδίκων και με ηλεκτρονικά μέσα, με σύγχρονη μετάδοση στην αίθουσα συνεδρίασης. Αν με τη διάταξη κρίθηκε αναγκαία η διενέργεια αυτοψίας ή πραγματογνωμοσύνης, ορίζεται με αυτή ο χρόνος διενέργειας της αυτοψίας ή ο πραγματογνώμονας που πρόκειται να διεξάγει την πραγματογνωμοσύνη και η προθεσμία όρκισης και κατάθεσής της από τον διορισμό του πραγματογνώμονα. Η διάταξη κοινοποιείται στους διαδίκους και στον πραγματογνώμονα αμελλητί, ακόμη και με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, με μέριμνα της γραμματείας του δικαστηρίου. Εντός πέντε (5) ημερών από την κοινοποίηση της διάταξης προτείνονται από τους διαδίκους τυχόν λόγοι εξαίρεσης ή αίτημα αντικατάστασης από τον πραγματογνώμονα. Αν η πραγματογνωμοσύνη δεν είναι εφικτό να κατατεθεί εμπρόθεσμα για οποιονδήποτε λόγο, το δικαστήριο μπορεί, και αυτεπαγγέλτως, να ανακαλέσει τη διενέργειά της. Η αξιολόγηση των μαρτυρικών καταθέσεων γίνεται με προσθήκη μέχρι τη δωδεκάτη (12.00) ώρα της πέμπτης εργάσιμης ημέρας μετά τη συζήτηση. Η ίδια προθεσμία αξιολόγησης ισχύει και για τη διαταχθείσα αυτοψία, από τον χρόνο διενέργειάς της, ή την πραγματογνωμοσύνη, από τον χρόνο λήξης της προθεσμίας κατάθεσής της. Επαναληπτική συζήτηση στην περίπτωση αυτή δεν λαμβάνει χώρα.

6. Αν δεν εκδοθεί διάταξη, η συζήτηση διεξάγεται με βάση το υλικό που κατατέθηκε με τις προτάσεις των διαδίκων. Στην περίπτωση αυτή, δεν είναι υποχρεωτική η παράσταση των δικηγόρων κατά τη συζήτηση. Η συζήτηση αυτή μπορεί, με πράξη του προϊσταμένου του αρμόδιου Πρωτοδικείου, να γίνει και στο γραφείο του δικαστή ή του προέδρου του Πολυμελούς Πρωτοδικείου.

7. Αναβολή κατά την ορισθείσα δικάσιμο δεν είναι δυνατή.

8. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, στην περίπτωση της παρ. 6, καθώς και στην περίπτωση έκδοσης διάταξης των άρθρων 249 και 250 το δικαστήριο που δίκασε την υπόθεση μπορεί να διατάξει την εξέταση μαρτύρων ή των διαδίκων, σε ημερομηνία που δεν απέχει πάνω από δύο (2) μήνες από τη συζήτηση, ή αυτοψία ή πραγματογνωμοσύνη, με αντίστοιχη διάταξή του, εφαρμοζόμενης αναλόγως της παρ. 5.

9. Η κατάθεση των προτάσεων και της προσθήκης-αντίκρουσης, που γίνονται μέχρι τη δωδεκάτη (12.00) ώρα της τελευταίας ημέρας της προθεσμίας κατάθεσής τους, βεβαιώνεται με επισημείωση του αρμόδιου γραμματέα. Η κατάθεση των προτάσεων, της προσθήκης-αντίκρουσης και των διαδικαστικών εγγράφων μπορεί να γίνει και ηλεκτρονικά κατά την παρ. 4 του άρθρου 119. Ο δικηγόρος κάθε διαδίκου ή εξουσιοδοτημένος από αυτόν τρίτος δικαιούται να λάβει ατελώς, με δική του δαπάνη, αντίγραφο των προτάσεων, της προσθήκης-αντίκρουσης και των εγγράφων των αντιδίκων του.».

Άρθρο 29

Σύντμηση προθεσμιών υποβολής αγωγών, ανταγωγών, παρεμβάσεων, προσεπικλήσεων και ανακοινώσεων – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 238 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στην παρ. 1 του άρθρου 238 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 183), περί προθεσμιών κατάθεσης και επίδοσης παρεμπιπτουσών αγωγών, ανταγωγών, παρεμβάσεων, προσεπικλήσεων και ανακοινώσεων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος, β) στο πρώτο εδάφιο, οι λέξεις «εξήντα (60) ημερών από την κατάθεση» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σαράντα (40) ημερών από το πέρας της προθεσμίας επίδοσης», γ) στο δεύτερο εδάφιο, οι λέξεις «ενενήντα (90) ημερών από την κατάθεση» αντικαθίστανται από τις λέξεις «εβδομήντα (70) ημερών από το πέρας της προθεσμίας επίδοσης», δ) στο τρίτο εδάφιο, οι λέξεις «ενενήντα (90) και εκατόν είκοσι (120) ημέρες, αντίστοιχα, από την κατάθεση» αντικαθίστανται από τις λέξεις «εβδομήντα (70) και εκατόν (100) ημέρες, αντίστοιχα, από το πέρας της προθεσμίας επίδοσης» και ε) στο τέταρτο εδάφιο, εα) η λέξη και το αριθμητικό «εκατόν είκοσι (120)» αντικαθίστανται από τη λέξη και το αριθμητικό «εκατό (100)» και εβ) οι λέξεις «εκατόν ογδόντα (180) ημερών από την κατάθεση» αντικαθίστανται από τις λέξεις «εκατόν εξήντα (160) ημερών από το πέρας της προθεσμίας επίδοσης» και το άρθρο 238 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 238

Κατάθεση παρεμπιπτουσών αγωγών, ανταγωγών, παρεμβάσεων, προσεπικλήσεων και ανακοινώσεων

1. Παρεμπίπτουσες αγωγές, ανταγωγές, παρεμβάσεις, προσεπικλήσεις και ανακοινώσεις στην περίπτωση του άρθρου 237 κατατίθενται και επιδίδονται σε όλους τους διαδίκους μέσα σε προθεσμία σαράντα (40) ημερών από το πέρας της προθεσμίας επίδοσης της αγωγής. Παρεμβάσεις μετά από προσεπίκληση ή ανακοίνωση κατατίθενται και επιδίδονται σε όλους τους διαδίκους μέσα σε προθεσμία εβδομήντα (70) ημερών από το πέρας της προθεσμίας επίδοσης της αγωγής Αν ο αρχικός εναγόμενος ή κάποιος από τους ομοδίκους του διαμένει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής, οι ως άνω προθεσμίες παρατείνονται σε εβδομήντα (70) και εκατόν (100) ημέρες, αντίστοιχα, από το πέρας της προθεσμίας επίδοσης της αγωγής. Η κατάθεση των προτάσεων γίνεται σε προθεσμία εκατό (100) ημερών και στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου σε προθεσμία εκατόν εξήντα (160) ημερών από το πέρας της προθεσμίας επίδοσης της αγωγής. Για την προσθήκη ισχύει η παρ. 2 του άρθρου 237 ΚΠολΔ.

2. Μέσα στην προθεσμία της κατάθεσης των προτάσεων προσκομίζονται και όλα τα αποδεικτικά μέσα και διαδικαστικά έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται με αυτές.».

Άρθρο 30

Απαγόρευση αναβολής συζήτησης υπόθεσης στον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας – Αύξηση παραβόλων αιτήματος αναβολής – Τροποποίηση παρ. 1 και 3 άρθρου 241 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 241 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί αναβολής συζήτησης για σπουδαίο λόγο, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος, β) στην παρ. 1, βα) στο πρώτο εδάφιο, οι λέξεις «, ανά βαθμό δικαιοδοσίας,» αντικαθίστανται από τις λέξεις «στον πρώτο βαθμό», ββ) προστίθεται νέο, δεύτερο, εδάφιο, γ) στην παρ. 3, γα) στην περ. α), οι λέξεις «είκοσι (20)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «σαράντα (40)», γβ) στην περ. β), η λέξη και το αριθμητικό «τριάντα (30)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «εξήντα (60)», γγ) η περ. γ) καταργείται και, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, το άρθρο 241 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 241

Αναβολή συζήτησης

1. Ύστερα από αίτηση του διαδίκου και αν ακόμη δεν κατατέθηκαν προτάσεις ή αυτές κατατέθηκαν εκπρόθεσμα, μπορεί να αναβληθεί η συζήτηση της υπόθεσης μόνο μία φορά στον πρώτο βαθμό σε μεταγενέστερη δικάσιμο, εφόσον υπάρχει σπουδαίος κατά την κρίση του δικαστηρίου λόγος, με απλή σημείωση στο πινάκιο. Στον δεύτερο βαθμό επιτρέπεται αναβολή μόνο μια φορά και μόνο για λόγους ανωτέρας βίας.

Σε περίπτωση αποχής των δικηγόρων, οι υποθέσεις αναβάλλονται υποχρεωτικά σε δικάσιμο που ανακοινώνει το δικαστήριο εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενενήντα (90) ημερών ή σε άλλη εμβόλιμη δικάσιμο.

2. Το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει, με απόφαση που καταχωρίζεται στα πρακτικά, δικαστική δαπάνη σε βάρος εκείνου που ζήτησε την αναβολή, με αίτηση του αντιδίκου του, εβδομήντα (70) έως τετρακόσια (400) ευρώ.

3. Για την υποβολή αιτήματος αναβολής ο διάδικος καταβάλλει παράβολο υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.) ως εξής:

α) σαράντα(40) ευρώ, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου,

β) εξήντα (60) ευρώ, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου,

γ) [Καταργείται].

Σε κοινό αίτημα αναβολής περισσότερων διαδίκων, καταβάλλεται ένα παράβολο το οποίο επιμερίζεται ισομερώς. Δεν υπέχουν υποχρέωση καταβολής παραβόλου το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.) και οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.). Δεν καταβάλλεται παράβολο, σε περίπτωση αποχής των δικηγόρων. Το παράβολο επιστρέφεται, αν το αίτημα της αναβολής απορριφθεί από το δικαστήριο.».

Άρθρο 31

Δυνατότητα προσκόμισης νέων ισχυρισμών και νέων αποδεικτικών μέσων μετά την κατάθεση προτάσεων – Προσθήκη άρθρου 269 στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182) προστίθεται άρθρο 269 ως εξής:

«Άρθρο 269

Αρχή της συγκεντρώσεως

1. Μέσα επίθεσης και άμυνας προβάλλονται κατά την αρχικώς ορισθείσα συζήτηση με τις προτάσεις, διαφορετικά είναι απαράδεκτα. Το απαράδεκτο δεν ισχύει για τους ισχυρισμούς που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως.

2. Νέοι ισχυρισμοί με την προσθήκη μπορεί να προταθούν και νέα αποδεικτικά μέσα να προσκομισθούν μόνο για την αντίκρουση ισχυρισμών που περιέχονται στις προτάσεις. Εκπρόθεσμη προσθήκη δεν λαμβάνεται υπόψη.

3. Μέσα επίθεσης και άμυνας είναι παραδεκτά και μετά την κατάθεση των προτάσεων έως και τη συζήτηση, με προσθήκη, αν προέκυψαν για πρώτη φορά μεταγενέστερα ή αποδεικνύονται εγγράφως ή με δικαστική ομολογία. Η αντίκρουση επ’ αυτών γίνεται εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από τη συζήτηση.».

Άρθρο 32

Προθεσμίες έκδοσης οριστικής απόφασης – Αδυναμία έκδοσης απόφασης – Επανάληψη συζήτησης – Αντικατάσταση άρθρου 307 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Το άρθρο 307 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί επανάληψης συζήτησης λόγω αδυναμίας έκδοσης απόφασης, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 307

Προσδιορισμός προθεσμιών έκδοσης αποφάσεων για υποθέσεις τακτικής διαδικασίας, ειδικών διαδικασιών, εκούσιας δικαιοδοσίας και ασφαλιστικών μέτρων – Επανάληψη συζήτησης λόγω αδυναμίας έκδοσης απόφασης

1. Στην τακτική και στις ειδικές διαδικασίες η οριστική απόφαση εκδίδεται εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία συζήτησης της υπόθεσης. Στις περιπτώσεις που εκδίδεται διάταξη των παρ. 3, 5 ή 8 του άρθρου 237 ή του άρθρου 227, η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου αρχίζει από την παρέλευση της προθεσμίας των πέντε (5) ημερών της παρ. 4 του άρθρου 237. Στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας η οριστική απόφαση εκδίδεται εντός τεσσάρων (4) μηνών από τη συζήτηση της υπόθεσης. Στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων η οριστική απόφαση εκδίδεται εντός ενός (1) μηνός από τη συζήτηση της υπόθεσης.

2. Αν ο δικαστής που έχει χρεωθεί την υπόθεση διαπιστώσει ότι πρόκειται να υπερβεί την κατά περίπτωση προβλεπόμενη προθεσμία της παρ. 1 για την έκδοση της απόφασης, οφείλει να ενημερώσει εγγράφως τον προϊστάμενο του δικαστηρίου για τους λόγους της καθυστέρησης και να δηλώσει το επιπλέον διάστημα που απαιτείται για την έκδοσή της, το οποίο δεν πρέπει να υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες στην περίπτωση του πρώτου και δεύτερου εδαφίου της παρ. 1, και τον ένα (1) μήνα στην περίπτωση του τρίτου εδαφίου της παρ. 1. Η ενημέρωση του πρώτου εδαφίου πρέπει να γίνει σε απώτατο χρόνο πέντε (5) μηνών από την έναρξη της προθεσμίας του πρώτου και του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 και τριών (3) μηνών στην περίπτωση του τρίτου εδαφίου της παρ. 1.

Ο προϊστάμενος του δικαστηρίου υποχρεούται να διαβιβάσει το εν λόγω έγγραφο στον Άρειο Πάγο και στον επιθεωρητή, ενώ το δικαστήριο οφείλει να ενημερώσει τους διαδίκους για την καθυστέρηση στην έκδοση της απόφασης που τους αφορά και για τον χρόνο στον οποίο προβλέπεται η έκδοσή της.

3. Αν για οποιονδήποτε λόγο που παρουσιάστηκε μετά το τέλος της συζήτησης διαπιστωθεί ότι είναι αδύνατο να εκδοθεί έγκαιρα η απόφαση, η συζήτηση επαναλαμβάνεται, αφού οριστεί νέα δικάσιμος και κοινοποιηθεί κλήση. Ο ορισμός της δικασίμου μπορεί να γίνει και η κλήση για τη συζήτηση μπορεί να κοινοποιηθεί με την επιμέλεια είτε κάποιου διαδίκου είτε της γραμματείας του δικαστηρίου. Το ίδιο εφαρμόζεται και όταν το δικαστήριο διατάζει να επαναληφθεί η συζήτηση. Σε όλες τις πιο πάνω περιπτώσεις, οι κλήσεις για συζήτηση και τα αποδεικτικά της επίδοσης συντάσσονται ατελώς.

4. Μόλις συμπληρωθεί ο απώτατος χρόνος έκδοσης της απόφασης, κατά την παρ. 1, και αφού ληφθεί υπόψη η έγγραφη ενημέρωση του δικαστή κατά την παρ. 2, ο πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Επιθεώρησης των Δικαστηρίων επιλαμβάνεται και ερευνά αν είναι δικαιολογημένη η καθυστέρηση. Σε περίπτωση αδικαιολόγητης καθυστέρησης και αν παρήλθε ο πρόσθετος χρόνος που δηλώθηκε, χωρίς να έχει δημοσιευθεί η απόφαση που καθυστερεί, ο δικαστής υποχρεούται να επιστρέψει τη δικογραφία, άλλως αυτή αφαιρείται αμέσως με πράξη του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο ή του προέδρου του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης αυτού. Για τις υποθέσεις αυτές ορίζεται δικάσιμος για νέα συζήτηση, υποχρεωτικώς, εντός δύο (2) μηνών για τις υποθέσεις τακτικής διαδικασίας, ενός (1) μηνός για τις υποθέσεις ειδικών διαδικασιών και εκουσίας δικαιοδοσίας και δέκα (10) ημερών για τα ασφαλιστικά μέτρα, μετά τη συμπλήρωση των προθεσμιών της παρ. 1.

5. Με την επιφύλαξη των παρ. 1 έως 4, εάν διαπιστωθεί μετά το τέλος της συζήτησης ότι η διάσκεψη δεν μπορεί να ολοκληρωθεί εντός εύλογου χρόνου για λόγους ανώτερης βίας, όπως λόγω αναρρωτικής άδειας δικαστικού λειτουργού ή μέλους της σύνθεσης του δικαστηρίου, ο δικαστής που διευθύνει το δικαστήριο ή ο πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης μπορεί να αποφασίσει την επανάληψη της συζήτησης, με ανάλογη εφαρμογή των παρ. 1 έως 4 σχετικά με τον ορισμό δικασίμου, την κλήση προς συζήτηση και τα αποδεικτικά επίδοσης.

6. Όταν διατάσσεται επανάληψη της συζήτησης σύμφωνα με το παρόν, οι διάδικοι μπορούν να καταθέτουν συμπληρωματικές προτάσεις στο ακροατήριο, εφόσον είχαν παραστεί στην αρχική συζήτηση. Νέοι ισχυρισμοί και νέα αποδεικτικά μέσα δεν επιτρέπονται.».

Άρθρο 33

Αντίγραφο διάταξης διορισμού πραγματογνώμονα – Τροποποίηση άρθρου 375 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 375 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της κοινοποίησης της απόφασης διορισμού πραγματογνώμονα, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος και β) η λέξη «απόφασης» αντικαθίσταται από τη λέξη «διάταξης» και το άρθρο 375 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 375

Κοινοποίηση της διάταξης διορισμού πραγματογνώμονα

Αντίγραφο της διάταξης που διορίζει ή αντικαθιστά πραγματογνώμονες κοινοποιείται μόλις δημοσιευθεί στους διαδίκους και τους πραγματογνώμονες με επιμέλεια της γραμματείας του δικαστηρίου ή του δικαστή που την έχει εκδώσει.».

Άρθρο 34

Αίτηση για εξαίρεση πραγματογνώμονα – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 378 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στην παρ. 1 του άρθρου 378 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της αίτησης εξαίρεσης πραγματογνώμονα, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος και β) το δεύτερο εδάφιο διαγράφεται και το άρθρο 378 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 378

Συζήτηση και απόφαση επί αίτησης εξαίρεσης – Διορισμός άλλου πραγματογνώμονα

1. Η αίτηση για εξαίρεση εισάγεται για να συζητηθεί στο δικαστήριο ή στον εντεταλμένο δικαστή που διόρισε τους πραγματογνώμονες και δικάζεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ..

2. Αν η εξαίρεση γίνει δεκτή, το δικαστήριο ή ο εντεταλμένος δικαστής διορίζει με την ίδια απόφαση άλλον πραγματογνώμονα για να αντικαταστήσει εκείνον που εξαιρέθηκε.».

Άρθρο 35

Αποκλεισμός απόδειξης με μάρτυρες – Τροποποίηση άρθρου 393 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 393 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ν. 503/1985, Α’ 182), περί μη επιτρεπόμενης απόδειξης με μάρτυρες λόγω ποσού, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος, β) η παρ. 1 αντικαθίσταται, γ) στην παρ. 2 προστίθενται οι λέξεις «, ακόμη και αν η αξία του αντικειμένου της δικαιοπραξίας είναι κατώτερη των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ», δ) η παρ. 3 αντικαθίσταται και το άρθρο 393 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 393

Πότε δεν επιτρέπεται απόδειξη με μάρτυρες λόγω ποσού

1. Δεν επιτρέπεται να αποδειχθούν με μάρτυρες συμβάσεις ή συλλογικές πράξεις, όταν η αξία του αντικειμένου τους υπερβαίνει τις τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ.

2. Δεν επιτρέπεται η απόδειξη με μάρτυρες κατά του περιεχομένου εγγράφου, ακόμη και αν η αξία του αντικειμένου της δικαιοπραξίας είναι κατώτερη των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ.

3. Δεν επιτρέπεται να αποδειχθούν με μάρτυρες πρόσθετα σύμφωνα, προγενέστερα, σύγχρονα ή μεταγενέστερα δικαιοπραξίας που έχει συνταχθεί εγγράφως, ακόμη και αν δεν αντίκεινται στο περιεχόμενο του εγγράφου.».

Άρθρο 36

Μη επιτρεπτό απόδειξης με ένορκες βεβαιώσεις ή με δικαστικά τεκμήρια – Τροποποίηση άρθρου 395 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 395 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί σχέσης μαρτύρων και τεκμηρίων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος και β) προστίθενται οι λέξεις «με ένορκες βεβαιώσεις ή» και το άρθρο 395 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 395

Σχέση μαρτύρων με ένορκες βεβαιώσεις και τεκμήρια

Όταν η απόδειξη με μάρτυρες αποκλείεται, δεν επιτρέπεται ούτε και η απόδειξη με ένορκες βεβαιώσεις ή με δικαστικά τεκμήρια.».

Άρθρο 37

Εξέταση μαρτύρων και με τηλεδιάσκεψη – Προσθήκη άρθρου 397 στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ν. 503/1985, Α’ 182) προστίθεται άρθρο 397 ως εξής:

«Άρθρο 397

Εξέταση μαρτύρων και με τηλεδιάσκεψη

Η εξέταση των μαρτύρων μπορεί να γίνει και με τηλεδιάσκεψη.».

Άρθρο 38

Αναλογική εφαρμογή διατάξεων της εμμάρτυρης απόδειξης στη διαδικασία των ενόρκων βεβαιώσεων – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 423 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στην παρ. 1 του άρθρου 423 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί ενστάσεων και αιτήσεων εξαίρεσης εκείνου που δίνει τη βεβαίωση, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος και β) διαγράφεται η αναφορά στα άρθρα «393, 394,» και, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, το άρθρο 423 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 423

Ενστάσεις και αιτήσεις εξαίρεσης εκείνου, που δίδει τη βεβαίωση, καταχωρίζονται στο προοίμιο της ένορκης βεβαίωσης κρίνονται όμως από το Δικαστήριο

1. Οι διατάξεις των άρθρων 398 παρ. 2, 399, 400, 402, 405, 407, 408, 409 παρ. 2, 411 και 413 εφαρμόζονται αναλόγως.

2. Ενστάσεις και αιτήσεις εξαίρεσης εκείνου, που δίδει τη βεβαίωση, καταχωρίζονται στο προοίμιο της ένορκης βεβαίωσης κρίνονται όμως από το Δικαστήριο.».

Άρθρο 39

Έκταση εφαρμογής της διαδικασίας περί μικροδιαφορών – Τροποποίηση άρθρου 466 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 466 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της έκτασης εφαρμογής των διατάξεων για τη διαδικασία των μικροδιαφορών, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος, β) στην παρ. 1, βα) οι λέξεις «Εξαιρουμένων των διαφορών του άρθρου 17,» διαγράφονται, ββ) οι λέξεις και ο αριθμός «πέντε χιλιάδες (5.000)» αντικαθίστανται από τις λέξεις και τον αριθμό «οκτώ χιλιάδες (8.000)», βγ) ο αριθμός «471» αντικαθίσταται από τον αριθμό «469», γ) στην παρ. 2, γα) στο πρώτο εδάφιο, i) ο αριθμός «471» αντικαθίσταται από τον αριθμό «469», ii) οι λέξεις «πέντε χιλιάδες (5.000)» αντικαθίστανται, δύο φορές, από τις λέξεις «οκτώ χιλιάδες (8.000)», γβ) στο δεύτερο εδάφιο, η λέξη «ειρηνοδίκης» αντικαθίσταται από τη λέξη «πρωτοδίκης» και, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, το άρθρο 466 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 466

Ειδικές διατάξεις για τις μικροδιαφορές – Αξία αντικειμένου διαφοράς
μεγαλύτερη από 8.000 ευρώ

1. Αν το αντικείμενο της διαφοράς αφορά απαιτήσεις, καθώς και δικαιώματα επάνω σε κινητά πράγματα ή τη νομή τους και η αξία του δεν είναι μεγαλύτερη από οκτώ χιλιάδες (8.000) ευρώ, εφαρμόζονται τα άρθρα 467 έως 469.

2. Τα άρθρα 467 έως 469 εφαρμόζονται και όταν η αξία του αντικειμένου της διαφοράς είναι μεγαλύτερη από οκτώ χιλιάδες (8.000) ευρώ, αν ο ενάγων δηλώσει ότι δέχεται προς ικανοποίησή του, αντί για το αντικείμενο που ζητεί με την αγωγή χρηματικό ποσό όχι μεγαλύτερο από οκτώ χιλιάδες (8.000) ευρώ. Στην περίπτωση αυτή ο εναγόμενος καταδικάζεται διαζευκτικά να καταβάλει είτε το αντικείμενο που ζητείται με την αγωγή είτε την αποτίμησή του σύμφωνα με την απόφαση που θα εκδώσει ο πρωτοδίκης.».

Άρθρο 40

Αντικειμενική σώρευση αγωγών – Τροποποίηση άρθρου 467 Κώδικα Πολιτικής

Δικονομίας

Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 467 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της υποχρεωτικής σώρευσης αγωγών στη διαδικασία των μικροδιαφορών, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος και β) οι λέξεις και ο αριθμός «πέντε χιλιάδες (5.000)» αντικαθίστανται από τις λέξεις και τον αριθμό «οκτώ χιλιάδες (8.000)» και το άρθρο 467 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 467

Ειδικές διατάξεις για τις μικροδιαφορές – Αξία αντικειμένου διαφοράς μέχρι 8.000 ευρώ – Σώρευση απαιτήσεων – Προϋποθέσεις

Ο ενάγων είναι υποχρεωμένος να ασκήσει με την ίδια αγωγή όλες τις απαιτήσεις του κατά του εναγομένου, οι οποίες δεν εξαρτώνται από αίρεση ή προθεσμία, εφόσον το σύνολό τους δεν υπερβαίνει τις οκτώ χιλιάδες (8.000) ευρώ. Αν τις ασκήσει χωριστά, οι αγωγές δεν απορρίπτονται, αλλά οι σχετικές δαπάνες, εκτός της πρώτης, βαρύνουν τον ενάγοντα.».

Άρθρο 41

Άσκηση της αγωγής και επίδοσή της – Τροποποίηση άρθρου 468 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Στο άρθρο 468 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της άσκησης της αγωγής στη διαδικασία των μικροδιαφορών και περί της επίδοσής της, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) προστίθεται τίτλος, β) στην παρ. 1, βα) στο πρώτο εδάφιο, η λέξη «ειρηνοδικείου» αντικαθίσταται από τη λέξη «πρωτοδικείου», ββ) το δεύτερο εδάφιο διαγράφεται, γ) στην παρ. 2, γα) στο πρώτο εδάφιο, η λέξη «ειρηνοδικείο» αντικαθίσταται από τη λέξη «πρωτοδικείο», γβ) το πέμπτο εδάφιο αντικαθίσταται, δ) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 4, προστίθενται οι λέξεις «στο ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης δικαστικών υποθέσεων», ε) η παρ. 5 αντικαθίσταται και το άρθρο 468 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 468

Ειδικές διατάξεις για τις μικροδιαφορές – Πως ασκείται η αγωγή – Νέοι ισχυρισμοί – Παρεμβάσεις – Ανταγωγές – Προθεσμίες – Εγγραφή στο πινάκιο – Εξουσιοδοτικές διατάξεις

1. Η αγωγή κατατίθεται στη γραμματεία του πρωτοδικείου και επιδίδεται στον εναγόμενο μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την κατάθεσή της. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 215 εφαρμόζεται αναλόγως.

2. Μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από τη λήξη της προθεσμίας για την επίδοση της αγωγής, οι διάδικοι προσκομίζουν στο πρωτοδικείο τα αποδεικτικά τους μέσα και ο εναγόμενος υποβάλλει με έγγραφο υπόμνημα τους ισχυρισμούς του. Μέχρι δύο (2) ένορκες βεβαιώσεις, επιτρέπονται και χωρίς κλήση του αντιδίκου. Εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών από τη λήξη της ως άνω προθεσμίας οι διάδικοι μπορούν να καταθέσουν έγγραφη προσθήκη- αντίκρουση. Νέοι ισχυρισμοί με την προσθήκη μπορεί να προταθούν και νέα αποδεικτικά μέσα να προσκομισθούν μόνο για την αντίκρουση ισχυρισμών που περιέχονται στο ως άνω υπόμνημα. Αμέσως μετά την παρέλευση των ως άνω προθεσμιών, εφόσον οι διάδικοι δεν προσκομίσουν αποδεικτικά μέσα και ο εναγόμενος δεν υποβάλει υπόμνημα, η διαδικασία ολοκληρώνεται, το άρθρο 260, η παρ. 3 του άρθρου 271 και οι παρ. 1 και 2 του άρθρου 272 εφαρμόζονται αναλόγως και εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών το δικαστήριο εκδίδει απόφαση.

3. Παρεμβάσεις και ανταγωγές κατατίθενται και επιδίδονται στους διαδίκους μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από την κατάθεση της αγωγής. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά είκοσι (20) ημέρες αν ο εναγόμενος διαμένει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής. Η προσκομιδή των αποδεικτικών μέσων και το έγγραφο υπόμνημα των ισχυρισμών στις περιπτώσεις του δεύτερου εδαφίου γίνονται σε προθεσμία τριάντα (30) ή πενήντα (50) ημερών, αντίστοιχα, από την κατάθεση της αγωγής και η έγγραφη προσθήκη – αντίκρουση στην προθεσμία του τρίτου εδαφίου της παρ. 2.

4. Η προηγούμενη διαδικασία μπορεί να γίνει και με χρήση τυποποιημένων εγγράφων ή Τεχνολογίας Πληροφορίας και Επικοινωνίας στο ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης δικαστικών υποθέσεων. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Ψηφιακής Διακυβέρνησης καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παρούσας με χρήση Τεχνολογίας Πληροφορίας και Επικοινωνίας. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης καθορίζεται το περιεχόμενο των τυποποιημένων εγγράφων.

5. Με την επιφύλαξη του πέμπτου εδαφίου της παρ. 2, μετά την παρέλευση των ως άνω προθεσμιών προσδιορίζεται αμέσως η ημέρα συζήτησης με εγγραφή της υπόθεσης σε πινάκιο. Η εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο, το οποίο μπορεί να τηρείται και ηλεκτρονικά, γίνεται με πρωτοβουλία του γραμματέα και ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Με πρωτοβουλία του γραμματέα μπορεί να γνωστοποιείται η δικάσιμος που ορίστηκε στους διαδίκους με αποστολή ηλεκτρονικού μηνύματος στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των διαδίκων ή με οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο μέσο.».

Άρθρο 42

Συζήτηση – Αντικατάσταση άρθρου 469 Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Το άρθρο 469 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182), περί της συζήτησης της υπόθεσης κατά τη διαδικασία των μικροδιαφορών, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 469

Ειδικές διατάξεις για τις μικροδιαφορές – Συζήτηση της αγωγής – Μη επιτρεπτό αναβολής συζήτησης – Νέοι ισχυρισμοί – Αποκλίσεις από τις δικονομικές διατάξεις – Ανακοπή ερημοδικίας

«1. Κατά την ορισμένη δικάσιμο η υπόθεση συζητείται ακόμα και αν δεν παρίσταται κανείς διάδικος. Αναβολή της συζήτησης κατά το άρθρο 241 δεν επιτρέπεται. Οι παριστάμενοι κατά τη συζήτηση διάδικοι μπορούν, κατά την κρίση του Δικαστή, να εξετάζονται κατ’ άρθρο 415 ή να παρέχουν διασαφήσεις για την υπόθεση, οι δε ενόρκως βεβαιώσαντες να καταθέτουν συμπληρωματικά, εφόσον είναι παρόντες και ο Δικαστής κρίνει τούτο απολύτως αναγκαίο. Νέοι ισχυρισμοί μπορούν να προταθούν μόνον εάν αποδεικνύονται εγγράφως ή με δικαστική ομολογία του αντιδίκου και προέκυψαν μεταγενέστερα. Σε περίπτωση νέων ισχυρισμών επιτρέπεται η προσθήκη – αντίκρουση εντός τριών (3) ημερών από τη συζήτηση. Μετά το πέρας της συζήτησης ο Δικαστής δύναται να ζητεί από τους διαδίκους να προσκομίσουν σε ηλεκτρονική μορφή αντίγραφο του δικογράφου της αγωγής, του υπομνήματος και της προσθήκης.

2. Ο Δικαστής δικάζοντας τις διαφορές της παρ. 1 μπορεί να αποκλίνει από τις δικονομικές διατάξεις, να λαμβάνει υπόψη και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου και να ακολουθεί κάθε φορά κατά την ελεύθερη κρίση του τη μέθοδο εκείνη που ασφαλέστερα, γρηγορότερα και με λιγότερες δαπάνες μπορεί να οδηγήσει στην ανεύρεση της αλήθειας.

3. Ανακοπή ερημοδικίας κατά απόφασης σύμφωνα με το τέταρτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 468 επιτρέπεται για κάθε λόγο κατά παρέκκλιση του άρθρου 501, μόνο μια φορά. Αν ασκηθεί ανακοπή, η απόφαση εξαφανίζεται και ο ανακόπτων δικαιούται να προβάλει όλους τους ισχυρισμούς που μπορούσε να προτείνει στη διαδικασία.».

Σχολιάστε

Πριν υποβάλλετε το σχόλιο σας παρακαλούμε να συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία * Time limit is exhausted. Please reload CAPTCHA.

Όροι Συμμετοχής

  1. Φροντίστε να διατυπώνετε προτάσεις, σχόλια ή ερωτήσεις που σχετίζονται άμεσα με το υπό διαβούλευση ζήτημα. Προφανώς κάθε ζήτημα εντάσσεται σε ένα γενικότερο πλαίσιο αλλά ο δημόσιος διάλογος διευκολύνεται με στοχευμένες και συγκεκριμένες προτάσεις και παρεμβάσεις.
  2. Φροντίστε να διατυπώνετε τις προτάσεις, σχόλια ή ερωτήσεις με τρόπο σύντομο και περιεκτικό.
  3. Προσπαθήστε να τεκμηριώνετε αυτά που γράφετε με αναφορές, παραπομπές σε άλλα κείμενα, υλικό ή συνδέσμους με αντίστοιχο περιεχόμενο, εκτός αν η χρήση τους είναι καταχρηστική και στην περίπτωση αυτή θα αφαιρούνται.
  4. Βεβαιωθείτε ότι το περιεχόμενο που υποβάλετε δεν προσβάλλει δικαιώματα άλλων προσώπων.
  5. Είναι γόνιμο να υπάρχει ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των συμμετεχόντων αλλά είναι σημαντικό για την ποιότητα και αποτελεσματικότητα του διαλόγου να αποφεύγονται οι προσωπικές αντιπαραθέσεις με άλλους συμμετέχοντες.
  6. Προτάσεις, σχόλια, υπερσύνδεσμοι ή οποιοδήποτε άλλο περιεχόμενο, τα οποία διατυπώνονται σε γλώσσα και με τρόπο υβριστικό, χυδαίο ή περιέχουν ή υποκινούν μισαλλοδοξία και διακρίσεις που βασίζονται σε φύλο, ηλικία, σεξουαλικό προσανατολισμό, φυλετική ή εθνική καταγωγή ή θρησκευτικές πεποιθήσεις δεν θα δημοσιεύονται στο OpenGov.gr. Επίσης δε θα δημοσιεύονται σχόλια τα οποία παραπέμπουν σε άλλους δικτυακούς τόπους για λόγους διαφήμισης, δημοσιότητας ή οποιονδήποτε άλλο σκοπό που κρίνεται από το OpenGov.gr ως καταχρηστικός.
  7. Οι προτάσεις, σχόλια ή ερωτήσεις που υποβάλετε υπόκεινται σε έλεγχο ως προς την τήρηση των παρόντων όρων χρήσης και συμμετοχής.
  8. Με τη συμμετοχή σας αποδέχεστε τη χρήση του ηλεκτρονικού σας ταχυδρομείου για ενημερωτικούς λόγους σχετικούς με τους στόχους του OpenGov.gr.
  9. Με τη συμμετοχή σας αποδέχεστε τη διάθεση των προτάσεων, σχολίων ή ερωτήσεων που υποβάλετε με την άδεια «Creative Commons».