Άρθρο 140
Αποζημίωση δικαστικών υπαλλήλων Συμβουλίου της Επικρατείας που συμμετέχουν στις Επιτροπές του Δικαστηρίου και επικουρούν τα Ειδικά Δικαστήρια της παρ. 2 του άρθρου 88 και του άρθρου 99 του Συντάγματος, τα Ανώτατα Δικαστικά, Πειθαρχικά και Υπηρεσιακά Συμβούλια
1. Στους δικαστικούς υπαλλήλους που συμμετέχουν στις Επιτροπές του Συμβουλίου της Επικρατείας και επικουρούν τα Ειδικά Δικαστήρια της παρ. 2 του άρθρου 88 και του άρθρου 99 του Συντάγματος, το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο της Διοικητικής Δικαιοσύνης και τα λοιπά Πειθαρχικά και Υπηρεσιακά Συμβούλια καταβάλλεται αποζημίωση, κατά παρέκκλιση του άρθρου 21 του ν. 4354/2015 (Α’ 176).
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης καθορίζονται το ύψος της αποζημίωσης, οι όροι, οι προϋποθέσεις και τα δικαιολογητικά για την καταβολή της.
Άρθρο 141
Σύσταση θέσεων δικαστικών υπαλλήλων στο Συμβούλιο της Επικρατείας και πλήρωσή τους με διαγωνισμό
1. Συστήνονται στο Συμβούλιο της Επικρατείας πενήντα (50) θέσεις δικαστικών υπαλλήλων, και συγκεκριμένα τριάντα επτά (37) θέσεις του κλάδου ΠΕ Γραμματέων, πέντε (5) θέσεις του κλάδου ΠΕ Διοικητικού -Οικονομικού με ειδικότητα ΠΕ Οικονομολόγων, δύο (2) θέσεις του κλάδου ΠΕ Μεταφραστών – Διερμηνέων με ειδικότητα ΠΕ Μεταφραστών- Διερμηνέων, δύο (2) θέσεις του κλάδου ΠΕ Αρχειονόμων και Βιβλιοθηκονόμων με ειδικότητα ΠΕ Βιβλιοθηκονόμων, δύο (2) θέσεις του κλάδου ΠΕ Μηχανικών με ειδικότητα ΠΕ Ηλεκτρολόγων -Μηχανικών ή ΠΕ Ηλεκτρονικών Μηχανικών ή ΠΕ Μηχανολόγων- Μηχανικών ή ΠΕ Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Ανάπτυξης ή ΠΕ Μηχανικών Οικονομίας και Διοίκησης ή ΠΕ Μηχανικών Παραγωγής και Διοίκησης ή ΠΕ Μηχανικών Περιβάλλοντος ή ΠΕ Πολιτικών Μηχανικών και δυο (2) θέσεις του κλάδου ΠΕ Παιδαγωγών Πρώιμης Ηλικίας με ειδικότητα ΠΕ Παιδαγωγών Πρώιμης Ηλικίας.
2. Η πλήρωση των θέσεων δικαστικών υπαλλήλων της παρ. 1 γίνεται, σύμφωνα με τον ετήσιο προγραμματισμό προσλήψεων του άρθρου 51 του ν. 4622/2019 (Α’ 133), με διαγωνισμό που διενεργείται από το Συμβούλιο της Επικρατείας και περιλαμβάνει γραπτή και προφορική δοκιμασία. Σε περίπτωση μη κάλυψης των θέσεων της παρ. 1 ο διαγωνισμός δύναται να επαναληφθεί ακόμη μία (1) φορά.
3. Οι δικαστικοί υπάλληλοι που προσλαμβάνονται με τον διαγωνισμό της παρ. 2 παρακολουθούν θεωρητική και πρακτική εκπαίδευση στο Συμβούλιο της Επικρατείας διάρκειας δύο (2) μηνών.
4. Οι δικαστικοί υπάλληλοι που προσλαμβάνονται με τον διαγωνισμό της παρ. 2 δεν μπορούν να μεταταγούν ή να αποσπαστούν πριν από την πάροδο επταετίας από τον διορισμό τους.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών προκηρύσσεται ο διαγωνισμός της παρ. 2, ορίζονται η εξεταστέα ύλη για κάθε κλάδο δικαστικών υπαλλήλων και οι εξεταστές, καθορίζεται η αποζημίωσή τους και θεσπίζεται κάθε αναγκαία ρύθμιση για τη διεξαγωγή του διαγωνισμού.
6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών προσδιορίζεται το περιεχόμενο της εκπαίδευσης της παρ. 3, ορίζονται οι εκπαιδευτές και η αποζημίωσή τους και θεσπίζεται κάθε αναγκαία ρύθμιση για τη διεξαγωγή της εκπαίδευσης.
Άρθρο 142
Δυνατότητα μετάταξης υπαλλήλων φορέων του δημοσίου τομέα που έχουν αποσπαστεί ή διατεθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας
Το προσωπικό που υπηρετεί με απόσπαση ή διάθεση στο Συμβούλιο της Επικρατείας από άλλους φορείς του δημοσίου τομέα της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143) δύναται να μεταταχθεί, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης, κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης και απόφασης του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Δικαιοσύνης, περίληψη της οποίας δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σε κενές οργανικές θέσεις των κλάδων του τομέα του Συμβουλίου της Επικρατείας με την ίδια σχέση εργασίας. Η αίτηση υποβάλλεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος, στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Σε περίπτωση λήξης της διάρκειας απόσπασης ή διάθεσης πριν από την έκδοση της πράξης μετάταξης, η απόσπαση ή διάθεση παρατείνεται αυτοδικαίως έως την έκδοση της πράξης μετάταξης.
Άρθρο 143
Στελέχωση Επιτροπής Εποπτείας Δικαστικών Στατιστικών του Γραφείου Συλλογής και Επεξεργασίας Δικαστικών Στατιστικών Στοιχείων του Υπουργείου Δικαιοσύνης και από επίτροπο της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και επίτιμους δικαστικούς λειτουργούς – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 3 π.δ. 47/2022
Στην παρ. 2 του άρθρου 3 του π.δ. 47/2022 (Α΄ 114), περί της Επιτροπής Εποπτείας Δικαστικών Στατιστικών του Γραφείου Συλλογής και Επεξεργασίας Δικαστικών Στατιστικών Στοιχείων του Υπουργείου Δικαιοσύνης, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στο πρώτο εδάφιο πριν από τη λέξη «αντεπίτροπο» προστίθενται οι λέξεις «επίτροπο ή», β) προστίθενται δεύτερο και τρίτο εδάφιο και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:
«2. Η Ε.Ε.Δι.Σ. συγκροτείται από έναν αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, έναν αρεοπαγίτη, έναν σύμβουλο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που ορίζονται από τους προέδρους των οικείων ανώτατων δικαστηρίων, έναν αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου ή εισαγγελέα εφετών, που ορίζεται από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, έναν επίτροπο ή αντεπίτροπο της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή πρόεδρο εφετών διοικητικών δικαστηρίων, που ορίζεται από τον Γενικό Επίτροπο των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, έναν πάρεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας που ορίζεται από τον πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, ένα μέλος της Ειδικής Νομικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, έναν δικηγόρο που ορίζεται από την Ολομέλεια των δικηγορικών συλλόγων, τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης του Υπουργείου Δικαιοσύνης, τον Προϊστάμενο του Γραφείου Συλλογής και Επεξεργασίας Δικαστικών Στατιστικών Στοιχείων και τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Τομεακών Στατιστικών της ΕΛ.ΣΤΑΤ. Οι δικαστικοί λειτουργοί του πρώτου εδαφίου δύνανται να είναι και επί τιμή. Στην περίπτωση αυτή ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης.».
Άρθρο 144
Στελέχωση Ομάδας Διοίκησης Έργου του έργου «Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης – Ο.Σ.Δ.Δ.Υ.Π.Π.» και από δικαστικούς ή εισαγγελικούς λειτουργούς – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 29 ν. 4587/2018
Στην παρ. 2 του άρθρου 29 του ν. 4587/2018 (Α’ 218), περί συγκρότησης Ομάδας Διοίκησης Έργου (Ο.Δ.Ε.) του έργου «Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Δικαστικών Υποθέσεων Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης – Ο.Σ.Δ.Δ.Υ.Π.Π.», προστίθεται πέμπτο εδάφιο και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:
«2. Η Κεντρική Ομάδα και οι Ομάδες εργασίας απαρτίζονται από δικαστικούς υπαλλήλους που διαθέτουν τις κατά περίπτωση απαιτούμενες ειδικές ή τεχνικές γνώσεις ή εμπειρία, από δικαστικούς ή εισαγγελικούς λειτουργούς που συμμετέχουν σε αυτές, σύμφωνα με τον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Δικαστικών Λειτουργών και από υπαλλήλους του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Στην Κεντρική Ομάδα συμμετέχουν και ένας εκπρόσωπος του Γραφείου του Υπουργού Δικαιοσύνης, ένας εκπρόσωπος του γραφείου του Γενικού Γραμματέα Δικαιοσύνης και ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Μέλη των υποομάδων εργασίας, τακτικά και αναπληρωματικά, ορίζονται πρόσωπα που διαθέτουν τις κατά περίπτωση απαιτούμενες ειδικές νομικές ή τεχνικές γνώσεις ή εμπειρία και ιδίως, μέλη ΔΕΠ, δικηγόροι, ειδικοί πληροφορικής και ηλεκτρονικών υπολογιστών με ειδίκευση στη νομική πληροφορική ή σε συναφές αντικείμενο, υπηρεσιακοί παράγοντες του Υπουργείου Δικαιοσύνης, του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης ή άλλων συναφών με το αντικείμενο υπηρεσιών, καθώς και δικαστικοί ή εισαγγελικοί λειτουργοί και υπάλληλοι. Τη γενική διεύθυνση και τον συντονισμό της Κεντρικής Ομάδας, των Ομάδων και Υποομάδων εργασίας έχει ο διευθύνων την Κεντρική Ομάδα εργασίας που είναι ο Γενικός Γραμματέας Δικαιοσύνης. Η Κεντρική Ομάδα, οι ομάδες και οι υποομάδες εργασίας δύνανται να στελεχώνονται και από δικαστικούς ή εισαγγελικούς λειτουργούς επί τιμή, οι οποίοι ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης.».
Άρθρο 145
Παράταση της θητείας των Συμβουλίων Διοίκησης Πολιτικών Δικαστηρίων και των διευθυνόντων Προέδρων δεύτερου βαθμού δικαιοδοσίας
1. Η προθεσμία της παρ. 1 του άρθρου 51 του ν. 5108/2024 (Α’ 65), περί παράτασης της θητείας των τριμελών συμβουλίων διοίκησης των πολιτικών πρωτοδικείων Αθήνας, Θεσσαλονίκης και Πειραιά της περ. β) της παρ. 3 του άρθρου 17 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 4938/2022, Α’ 109), παρατείνεται έως τη 15ή Σεπτεμβρίου 2026.
2. Η προθεσμία της παρ. 3 του άρθρου 42 του ν. 5130/2024 (Α’ 127), περί παράτασης της θητείας των διευθυνόντων Προέδρων δεύτερου βαθμού δικαιοδοσίας δικαστηρίων, στα οποία πραγματοποιείται ανακατασκευή και τμηματική μετεγκατάσταση υπηρεσιών του Δικαστικού τους Μεγάρου, παρατείνεται για ένα (1) έτος από τη λήξη της.
Άρθρο 146
Αύξηση των οργανικών θέσεων Αρεοπαγιτών
Οι θέσεις των Αρεοπαγιτών αυξάνονται κατά πέντε (5).
Άρθρο 147
Ανώτατα όρια χρέωσης υποθέσεων σε δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς – Τροποποίηση περ. β) παρ. 5 άρθρου 19 Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών
Στην περ. β) της παρ. 5 του άρθρου 19 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 4938/2022, Α’ 109), περί των κανονισμών εσωτερικής υπηρεσίας, προστίθενται νέα εδάφια, πέμπτο, έκτο, έβδομο, όγδοο και ένατο και η περ. β) διαμορφώνεται ως εξής:
«β) Οι ρυθμίσεις του κανονισμού ως προς τον τρόπο χρέωσης των υποθέσεων διασφαλίζουν την ποιοτική και αποδοτική άσκηση του δικαιοδοτικού έργου, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων συνθηκών κάθε δικαστηρίου και εισαγγελίας και της στελέχωσης αυτών. Στον κανονισμό προβλέπεται κατώτατος και ανώτατος αριθμός υποθέσεων που χρεώνονται ανά δικαστικό ή εισαγγελικό λειτουργό. O αριθμός αυτός, σε περίπτωση ύπαρξης πλειόνων τμημάτων στο δικαστήριο ή την εισαγγελία, διαφοροποιείται με βάση τη σοβαρότητα και τη δυσχέρεια των υποθέσεων εκάστου τμήματος. Ο κανονισμός διασφαλίζει ότι κατά τη χρέωση των υποθέσεων λαμβάνεται μέριμνα, ώστε αυτή να είναι καταρχήν ίση κατ’ αριθμό, σοβαρότητα και δυσχέρεια ως προς όλους τους υπηρετούντες στο τμήμα δικαστές ή εισαγγελικούς λειτουργούς και δύναται να προβλέπει κατ’ εξαίρεση μειωμένη χρέωση, όπου ο νόμος το επιβάλλει ή ενόψει της ανάθεσης σε δικαστικό ή εισαγγελικό λειτουργό και άλλων καθηκόντων. Δεν επιτρέπεται η υπέρβαση του ανώτατου αριθμού υποθέσεων που χρεώνονται ανά δικαστικό ή εισαγγελικό λειτουργό, σε ποσοστό μεγαλύτερο του είκοσι τοις εκατό (20%) του προβλεπόμενου στους οικείους κανονισμούς ορίου. Με την επιφύλαξη έκτακτων υπηρεσιακών αναγκών, για τους δικαστές της πολιτικής δικαιοσύνης ο ανώτατος αριθμός αναλογούσας χρέωσης δεν μπορεί να υπερβαίνει ανά δικαστικό έτος, τις εκατόν πενήντα (150) δικογραφίες σε υποθέσεις Πρωτοδικείου και τις εβδομήντα (70) δικογραφίες σε υποθέσεις Εφετείου. Στα αριθμητικά όρια του προαναφερόμενου εδαφίου δεν συνυπολογίζονται υποθέσεις ασφαλιστικών μέτρων, εκούσιας δικαιοδοσίας και μικροδιαφορών. Ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης ή ο διευθύνων το δικαστήριο λαμβάνει υπόψιν το ως άνω ανώτατο όριο κατά την κατάρτιση των πινακίων. Σε περίπτωση έκτακτης υπηρεσιακής επιβάρυνσης δικαστικού σχηματισμού, ενημερώνει έγκαιρα τον επικεφαλής του αντίστοιχου Ανωτάτου Δικαστηρίου, ώστε να λαμβάνονται άμεσα κατάλληλα μέτρα ενίσχυσης του δικαστηρίου ή της εισαγγελίας, προς τήρηση της πρόβλεψης των προηγούμενων εδαφίων. Προς τον σκοπό της ισομερούς κατανομής υποθέσεων, με τον κανονισμό θεσπίζεται σύστημα με το οποίο κατατάσσονται οι υποθέσεις, ανάλογα με τη σοβαρότητα και τη δυσχέρειά τους, υποχρεωτικά και αποκλειστικά από το ένα (1) που αντιστοιχεί στην λιγότερο απαιτητική έως το πέντε (5) που αντιστοιχεί στην πιο απαιτητική. Αντιστοίχως στον κανονισμό των εισαγγελιών θεσπίζεται σύστημα με το οποίο αυτός που διενεργεί τη χρέωση των υποθέσεων σε κάθε εισαγγελέα τις κατατάσσει κατά τη χρέωση ανάλογα με τη σοβαρότητα και τη δυσχέρειά τους, υποχρεωτικά και αποκλειστικά από το ένα (1) που αντιστοιχεί στην λιγότερο απαιτητική έως το πέντε (5) που αντιστοιχεί στην πιο απαιτητική. Προκειμένου να εισαχθεί για πρώτη φορά το σύστημα του προηγουμένου εδαφίου, οι κανονισμοί των δικαστηρίων τροποποιούνται αναλόγως πριν από την έναρξη του δικαστικού έτους 2023-2024.».
Άρθρο 148
Εξαιρέσεις από την έννοια της αδικαιολόγητης καθυστέρησης δημοσίευσης αποφάσεων – Τροποποίηση παρ. 9 άρθρου 59 και περ. ε) παρ. 1 άρθρου 109 Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών
1. Στην παρ. 9 του άρθρου 59 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 4938/2022, A’ 109), περί των τοποθετήσεων και των προαγωγών δικαστικών λειτουργών, προστίθεται τρίτο εδάφιο και η παρ. 9 διαμορφώνεται ως εξής:
«9. Δεν προάγεται στον επόμενο βαθμό δικαστής, ο οποίος καθυστερεί αδικαιολόγητα τη δημοσίευση και θεώρηση των αποφάσεων που εκδίδει, καθώς και εισαγγελικός λειτουργός ο οποίος καθυστερεί αδικαιολόγητα την επεξεργασία των δικογραφιών που του ανατίθενται, εκτός αν το οικείο συμβούλιο αιτιολογήσει ειδικά τους λόγους της κατά παρέκκλιση προαγωγής. Αδικαιολόγητη είναι η καθυστέρηση όταν: α) οι αποφάσεις δεν δημοσιεύονται μέσα σε διάστημα οκτώ (8) μηνών από τη συζήτηση ή μέσα στις ειδικότερες προθεσμίες που ορίζει ο ΚΠολΔ, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας ή οι οικείες ειδικές διατάξεις για το Συμβούλιο της Επικρατείας και το Ελεγκτικό Συνέδριο, β) προκειμένου για υποθέσεις ασφαλιστικών μέτρων, όταν οι αποφάσεις δεν εκδίδονται μέσα σε τριάντα (30) ημέρες, γ) προκειμένου για θεωρήσεις, όταν αυτές γίνονται πέρα από τριάντα (30) ημέρες, δ) προκειμένου για εισαγγελικούς λειτουργούς, όταν η επεξεργασία και η επιστροφή των δικογραφιών καθυστερεί πέρα από τέσσερις (4) μήνες. Δεν θεωρείται αδικαιολόγητη η καθυστέρηση δημοσίευσης αποφάσεων ή επεξεργασίας δικογραφιών στους παραπάνω χρόνους, αν αυτές χρεώθηκαν στον δικαστικό ή εισαγγελικό λειτουργό με υπέρβαση της αναλογούσας σε έκαστο εξ αυτών ανώτατης χρέωσης, όπως αυτή ορίζεται στον νόμο ή στον κανονισμό των οικείων δικαστηρίου ή εισαγγελίας.».
2. Στην περ. ε) της παρ. 1 του άρθρου 109 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, περί των πειθαρχικών παραπτωμάτων, προστίθεται πέμπτο εδάφιο και η περ. ε) διαμορφώνεται ως εξής:
«ε) η αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην εκτέλεση των καθηκόντων του. Για το δικαιολογημένο ή μη της καθυστέρησης λαμβάνονται υπόψη η σοβαρότητα και η δυσχέρεια της υπόθεσης σύμφωνα με όσα ορίζονται στην περ. β’ της παρ. 5 του άρθρου 19, ο βαθμός και η πείρα του δικαστικού λειτουργού, ο φόρτος της εργασίας εν γένει και οι ατομικές και οικογενειακές του περιστάσεις. Σε κάθε περίπτωση δεν είναι αδικαιολόγητη η έκδοση απόφασης πολιτικού ή διοικητικού δικαστηρίου μέσα σε οκτώ (8) μήνες από τη συζήτηση της υπόθεσης, εκτός αν πρόκειται για υποθέσεις στις οποίες ορίζονται ειδικότερες προθεσμίες στην κείμενη νομοθεσία, καθώς και η σύνταξη σκεπτικού επί απόφασης ποινικού δικαστηρίου μέσα σε τρεις (3) μήνες από την παράδοση της δικογραφίας από τον γραμματέα της έδρας. Θεωρείται αδικαιολόγητη η καθυστέρηση όταν αφαιρείται ή επιστρέφεται η δικογραφία από τον δικαστή που τη χειρίζεται λόγω μη έκδοσης απόφασης μέσα σε οκτώ (8) μήνες από τη συζήτηση πολιτικής ή διοικητικής υπόθεσης. Δεν θεωρείται αδικαιολόγητη η καθυστέρηση δημοσίευσης αποφάσεων ή επεξεργασίας δικογραφιών στους παραπάνω χρόνους, αν αυτές χρεώθηκαν στον δικαστικό ή εισαγγελικό λειτουργό με υπέρβαση της αναλογούσας σε έκαστο εξ αυτών ανώτατης χρέωσης, όπως αυτή ορίζεται στον νόμο ή στον κανονισμό των οικείων δικαστηρίου ή εισαγγελίας.».
Άρθρο 149
Απόσπαση δικαστικού υπαλλήλου – Προσθήκη παρ. 9Α στο άρθρο 156 του Κώδικα δικαστικών υπαλλήλων
Στο άρθρο 156 του Κώδικα δικαστικών υπαλλήλων (ν. 4798/2021, Α’ 68), περί απόσπασης, προστίθεται παρ. 9Α ως εξής:
«9Α. Με απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Δικαιοσύνης που φέρει εμπεριστατωμένη αιτιολογία και ύστερα από αίτηση, κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η απόσπαση δικαστικού υπαλλήλου για την κάλυψη συγκεκριμένης και επιτακτικής υπηρεσιακής ανάγκης που δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί με άλλο τρόπο, ιδίως των δικαστηρίων που εδρεύουν στη νησιωτική χώρα, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα (1) έτος.».
Άρθρο 150
Ποινικές κυρώσεις για παραβάσεις δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας – Τροποποίηση άρθρου 66 ν. 2121/1993
Στο άρθρο 66 του ν. 2121/1993 (Α’ 25), περί ποινικών κυρώσεων, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 1, οι αριθμοί «2.900 – 15.000» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τουλάχιστον δύο χιλιάδων εννιακοσίων (2.900)», β) στην παρ. 2, βα) στην περ. Γ), i) μετά τη λέξη «άδεια» προστίθενται οι λέξεις «ή καθ΄ υπέρβαση του περιεχομένου της αδείας», ii) στις υποπερ. α) και δ) οι λέξεις «ταινιών τους» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ως άνω έργων», iii) προστίθενται υποπερ. ζ) και η), ββ) στην περ. Δ), i) οι λέξεις «των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών,» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ή καθ΄ υπέρβαση του περιεχομένου της αδείας των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών, των παρόχων υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων και των παρόχων μέσων επικοινωνίας», ii) προστίθενται υποπερ. η) και θ), γ) στην παρ. 3, γα) οι λέξεις «έξι χιλιάδων (6.000) έως τριάντα χιλιάδων (30.000)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τουλάχιστον έξι χιλιάδων (6.000)», γβ) οι λέξεις «δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) έως εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ αντικαθίστανται από τις λέξεις «τουλάχιστον δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ», γγ) διαγράφεται το τελευταίο εδάφιο, δ) προστίθεται παρ. 3Α, ε) στην παρ. 8, οι λέξεις «τριών χιλιάδων (3.000) έως δεκαπέντε χιλιάδων (15.000)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τουλάχιστον τριών χιλιάδων (3.000)», στ) στην παρ. 9, οι λέξεις «τριών χιλιάδων (3.000) έως δεκαπέντε χιλιάδων (15.000)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τουλάχιστον τριών χιλιάδων (3.000)» και μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις το άρθρο 66 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 66
Ποινικές κυρώσεις
1. Τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή τουλάχιστον δύο χιλιάδων εννιακοσίων (2.900) ευρώ όποιος χωρίς δικαίωμα και κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου ή διατάξεων των κυρωμένων με νόμο πολυμερών διεθνών συμβάσεων για την Προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας εγγράφει έργα ή αντίτυπα, αναπαράγει αυτά άμεσα ή έμμεσα, προσωρινά ή μόνιμα, με οποιαδήποτε μορφή, εν όλω ή εν μέρει, μεταφράζει, διασκευάζει, προσαρμόζει ή μετατρέπει αυτά, προβαίνει σε διανομή αυτών στο κοινό με πώληση ή με άλλους τρόπους ή κατέχει με σκοπό διανομής, εκμισθώνει, εκτελεί δημόσια, μεταδίδει ραδιοτηλεοπτικά κατά οποιονδήποτε τρόπο, παρουσιάζει στο κοινό έργα ή αντίτυπα με οποιονδήποτε τρόπο, εισάγει αντίτυπα του έργου που παρήχθησαν παράνομα στο εξωτερικό χωρίς τη συναίνεση του δημιουργού και γενικά εκμεταλλεύεται έργα, αντίγραφα ή αντίτυπα που είναι αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας ή προσβάλλει το ηθικό δικαίωμα του πνευματικού δημιουργού να αποφασίζει για τη δημοσίευση του έργου στο κοινό, καθώς και να παρουσιάζει αυτό αναλλοίωτο χωρίς προσθήκες ή περικοπές (άρθρο 8 παρ. 1 Οδηγίας 2001/29).
2. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος νόμου ή διατάξεων των κυρωμένων με νόμο διεθνών συμβάσεων για την προστασία συγγενικών δικαιωμάτων προβαίνει στις ακόλουθες πράξεις:
Α) Χωρίς την άδεια των ερμηνευτών ή εκτελεστών καλλιτεχνών: α) εγγράφει σε υλικό φορέα την ερμηνεία ή εκτέλεση, β) αναπαράγει άμεσα ή έμμεσα, προσωρινά ή μόνιμα με οποιοδήποτε μέσο και μορφή, εν όλω ή εν μέρει, την εγγραφή της ερμηνείας ή εκτέλεσής τους σε υλικό φορέα, γ) προβαίνει σε διανομή στο κοινό του υλικού φορέα με την εγγραφή της ερμηνείας ή εκτέλεσης ή κατέχει με σκοπό διανομής, δ) εκμισθώνει τον υλικό φορέα με την εγγραφή της ερμηνείας ή εκτέλεσης, ε) μεταδίδει ραδιοτηλεοπτικά με οποιονδήποτε τρόπο τη ζωντανή ερμηνεία ή εκτέλεση, εκτός αν η μετάδοση αυτή αποτελεί αναμετάδοση νόμιμης μετάδοσης, στ) παρουσιάζει στο κοινό τη ζωντανή ερμηνεία ή εκτέλεση που γίνεται με οποιονδήποτε τρόπο, εκτός από ραδιοτηλεοπτική μετάδοση, ζ) διαθέτει στο κοινό, ενσυρμάτως ή ασυρμάτως, κατά τρόπο ώστε οποιοσδήποτε να έχει πρόσβαση, όπου και όταν επιλέγει ο ίδιος, στην εγγραφή σε υλικό φορέα της ερμηνείας ή της εκτέλεσής τους.
Β) Χωρίς την άδεια των παραγωγών φωνογραφημάτων (παραγωγών υλικών φορέων ήχου): α) αναπαράγει άμεσα ή έμμεσα, προσωρινά ή μόνιμα με οποιοδήποτε μέσο και μορφή, εν όλω ή εν μέρει, τα φωνογραφήματά τους, β) προβαίνει σε διανομή στο κοινό των ως άνω υλικών φορέων ή κατέχει με σκοπό διανομής, γ) εκμισθώνει τους ως άνω υλικούς φορείς, δ) διαθέτει στο κοινό, ενσυρμάτως ή ασυρμάτως, κατά τρόπο ώστε οποιοσδήποτε να έχει πρόσβαση, όπου και όταν ο ίδιος επιλέγει, στα φωνογραφήματά τους, ε) εισάγει τους ως άνω υλικούς φορείς που παρήχθησαν στο εξωτερικό χωρίς τη συναίνεσή του.
Γ) Χωρίς την άδεια ή καθ΄ υπέρβαση του περιεχομένου της αδείας των παραγωγών οπτικοακουστικών έργων (παραγωγών υλικών φορέων εικόνας ή ήχου και εικόνας): α) αναπαράγει άμεσα ή έμμεσα, προσωρινά ή μόνιμα με οποιοδήποτε μέσο και μορφή, εν όλω ή εν μέρει, το πρωτότυπο και τα αντίτυπα των ως άνω έργων, β) προβαίνει σε διανομή στο κοινό των ως άνω υλικών φορέων συμπεριλαμβανομένων και των αντιγράφων τους ή κατέχει με σκοπό διανομής, γ) εκμισθώνει τους ως άνω υλικούς φορείς, δ) διαθέτει στο κοινό, ενσυρμάτως ή ασυρμάτως, κατά τρόπο ώστε οποιοσδήποτε να έχει πρόσβαση στο πρωτότυπο και τα αντίτυπα των ως άνω έργων, όπου και όταν ο ίδιος επιλέγει, ε) εισάγει τους ως υλικούς φορείς που παρήχθησαν στο εξωτερικό χωρίς τη συναίνεσή του, στ) μεταδίδει ραδιοτηλεοπτικά τους ως άνω υλικούς φορείς με οποιονδήποτε τρόπο συμπεριλαμβανομένης και της δορυφορικής μετάδοσης ή καλωδιακής αναμετάδοσης, καθώς και της παρουσίασης στο κοινό, ζ) αποκτά, με οποιονδήποτε τρόπο και μέσο, πρόσβαση, για εμπορική χρήση, σε περιεχόμενο οπτικοακουστικού έργου ή εν γένει οποιουδήποτε οπτικοακουστικού προϊόντος του παραγωγού αυτών, η) διαφημίζει ή προωθεί εμπορικά, με οποιονδήποτε τρόπο και μέσο, την πρόσβαση σε περιεχόμενο οπτικοακουστικού έργου ή εν γένει οποιουδήποτε οπτικοακουστικού προϊόντος του παραγωγού αυτών.
Δ) Χωρίς την άδεια ή καθ΄ υπέρβαση του περιεχομένου της αδείας των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών, των παρόχων υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων και των παρόχων μέσων επικοινωνίας: α) αναμεταδίδει τις εκπομπές τους με οποιονδήποτε τρόπο, β) παρουσιάζει στο κοινό τις εκπομπές τους σε χώρους όπου η είσοδος επιτρέπεται με εισιτήριο, γ) εγγράφει τις εκπομπές τους σε υλικούς φορείς ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, είτε οι εκπομπές αυτές μεταδίδονται ενσυρμάτως είτε ασυρμάτως, συμπεριλαμβανομένης της καλωδιακής ή δορυφορικής μετάδοσης, δ) προβαίνει σε άμεση ή έμμεση, προσωρινή ή μόνιμη αναπαραγωγή με οποιοδήποτε μέσο και μορφή, εν όλω ή εν μέρει, της υλικής ενσωμάτωσης των εκπομπών τους, ε) προβαίνει σε διανομή στο κοινό των υλικών φορέων με την εγγραφή των εκπομπών τους, στ) εκμισθώνει τον υλικό φορέα με την εγγραφή των εκπομπών τους, ζ) διαθέτει στο κοινό, ενσυρμάτως ή ασυρμάτως, κατά τρόπο ώστε οποιοσδήποτε να έχει πρόσβαση, όπου και όταν ο ίδιος επιλέγει, στην υλική ενσωμάτωση των εκπομπών τους, (άρθρο 8 παρ.1 οδηγίας 2001/29), η) αποκτά πρόσβαση, με οποιονδήποτε τρόπο, για εμπορική χρήση, στις εκπομπές αυτές, θ) διαφημίζει ή προωθεί εμπορικά, με οποιονδήποτε τρόπο και μέσο, προϊόντα ή υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων, οι οποίες δεν έχουν λάβει τη σχετική έγκριση ή άδεια από τον δικαιούχο ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό (άρθρο 8 παρ. 1 οδηγίας 2001/29).
3. Αν το όφελος που επιδιώχθηκε ή η ζημιά που απειλήθηκε από τις πράξεις των παρ. 1 και 2 είναι ιδιαίτερα μεγάλα, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ. Αν ο υπαίτιος τελεί τις παραπάνω πράξεις κατ` επάγγελμα ή σε εμπορική κλίμακα ή αν οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες έγινε η πράξη μαρτυρούν ότι ο υπαίτιος είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας ή των συγγενικών δικαιωμάτων, επιβάλλεται κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και χρηματική ποινή τουλάχιστον δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ καθώς και αφαίρεση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης στα πλαίσια της οποίας εκτελέσθηκε η πράξη.
Θεωρείται ότι η πράξη έχει τελεσθεί κατ’ επάγγελμα και όταν ο δράστης έχει καταδικασθεί για αδικήματα του παρόντος άρθρου ή για παράβαση των διατάξεων περί πνευματικής ιδιοκτησίας που ίσχυαν πριν απ’ αυτό με αμετάκλητη απόφαση σε ποινή στερητική της ελευθερίας.
3Α. Όποιος για ιδιωτική χρήση αποκτά παράνομη πρόσβαση σε οπτικοακουστικά έργα ή εκπομπές ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών ή γεγονότα εθνικής ή διεθνούς τηλεθέασης που μεταδίδονται στο διαδίκτυο ταυτόχρονα με τη διενέργειά τους, συμπεριλαμβανομένων αυτών που η δυνατότητα παρακολούθησης παρέχεται μέσω παρόχων υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων και παρόχων υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του ν. 4779/2021 (Α’ 27) τιμωρείται με ποινή φυλάκισης έως ένα (1) έτος και χρηματική ποινή τουλάχιστον δύο χιλιάδων εννιακοσίων (2.900) ευρώ. Για την εφαρμογή των παρ. 2 και 3Α, παράνομη πρόσβαση είναι (α) η χωρίς την άδεια των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών ή των παρόχων υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων ή των παρόχων μέσων επικοινωνίας πρόσβαση με παράνομη συσκευή (εξοπλισμού ή λογισμικού) που βρίσκεται στην κατοχή του αποκτώντος πρόσβαση και (β) η καθ΄ υπέρβαση του περιεχομένου της άδειας των ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών ή των παρόχων υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων ή των παρόχων μέσων επικοινωνίας πρόσβαση με νόμιμη συσκευή (εξοπλισμού ή λογισμικού) που βρίσκεται στην κατοχή του αποκτώντος πρόσβαση.
Για την άσκηση της ποινικής δίωξης σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 43 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ακολουθείται η ειδική διαδικασία της αίτησης έκδοσης ποινικής διαταγής των άρθρων 409 έως 416 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, εφόσον συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις.
Το αξιόποινο εξαλείφεται, αν ο υπαίτιος καταβάλλει ολοσχερώς το διπλάσιο του επιβαλλόμενου σύμφωνα με την παρ. 2Β του άρθρου 65Α διοικητικού προστίμου.
4. Με την ποινή των παρ. 1,2 και 3 τιμωρείται όποιος δεν κατέβαλε σε οργανισμό συλλογικής διαχείρισης την αμοιβή που προβλέπεται στην παρ. 3 του άρθρο 18 του παρόντος νόμου Με την ίδια ποινή τιμωρείται και ο οφειλέτης ο οποίος μετά την έκδοση της απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου δεν υποβάλλει την υπεύθυνη δήλωση σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρ. 6 του άρθρου 18 του παρόντος νόμου.
5. Με την ποινή της παρ. 1 τιμωρείται όποιος : α) χρησιμοποιεί ή διανέμει ή κατέχει με σκοπό θέσης σε κυκλοφορία συστήματα ή μέσα που έχουν ως μοναδικό σκοπό να διευκολύνουν τη χωρίς άδεια αφαίρεση ή εξουδετέρωση τεχνικού συστήματος που προστατεύει ένα πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή β) κατασκευάζει ή εισάγει ή χρησιμοποιεί ή διανέμει ή κατέχει με σκοπό θέσης σε κυκλοφορία συσκευές ή άλλο υλικό αναπαραγωγής έργου που δεν ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές που θα έχουν καθοριστεί κατά το άρθρο 59 του παρόντος νόμου γ) κατασκευάζει, εισάγει ή χρησιμοποιεί ή διανέμει ή κατέχει με σκοπό θέσης σε κυκλοφορία αντικείμενα ή ενεργεί πράξεις που μπορούν να ματαιώσουν το αποτέλεσμα των παραπάνω προδιαγραφών δ) αναπαράγει ή χρησιμοποιεί έργα χωρίς χρησιμοποίηση των συσκευών ή χωρίς εφαρμογή των συστημάτων που θα έχουν καθοριστεί κατά το άρθρο 60 του παρόντος νόμου ε) διανέμει ή κατέχει με σκοπό να θέσει σε κυκλοφορία υλικούς φορείς ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας χωρίς το ειδικό επίσημα ή την ταινία ελέγχου που θα έχει προβλεφθεί κατά το άρθρο 61 του παρόντος νόμου.
6. Κατ’ εξαίρεση του δεύτερου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 82 του ΠΚ, σε περίπτωση μετατροπής της στερητικής της ελευθερίας ποινής, το ποσό μετατροπής ορίζεται στο πενταπλάσιο των ορίων του ποσού μετατροπής που προβλέπεται κάθε φορά στον Ποινικό Κώδικα.
7. Αν συντρέχουν ελαφρυντικές περιστάσεις, η χρηματική ποινή δεν μπορεί να μειωθεί κάτω από το ήμισυ του ελάχιστου ορίου που προβλέπεται κατά περίπτωση στον παρόντα νόμο.
8. Όποιος χωρίς δικαίωμα προβαίνει σε προσωρινή ή διαρκή αναπαραγωγή της βάσης δεδομένων, σε μετάφραση, προσαρμογή, διευθέτηση και οποιαδήποτε άλλη μετατροπή της βάσης δεδομένων, σε διανομή της βάσης δεδομένων ή αντιγράφων της, σε ανακοίνωση, επίδειξη ή παρουσίαση της βάση δεδομένων στο κοινό, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και χρηματική ποινή τουλάχιστον τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ.
9. Όποιος προβαίνει σε εξαγωγή ή/και επαναχρησιμοποίηση του συνόλου ή ουσιώδους μέρους του περιεχομένου της βάσης δεδομένων χωρίς άδεια του κατασκευαστή τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή τουλάχιστον τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ.
10. Όταν το αντικείμενο της προσβολής αφορά σε προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή, η, κατά τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 65Α και υπό τους προβλεπόμενους όρους, ανεπιφύλακτη καταβολή του διοικητικού προστίμου από τον δράστη συνεπάγεται τη μη άσκηση της ποινικής δίωξης και την κατάργηση της τυχόν αρξαμένης, όταν η προσβολή αφορά σε ποσότητα μέχρι πενήντα (50) προγράμματα.
11. Όταν το αντικείμενο της προσβολής αφορά σε υλικούς φορείς ήχου, στους οποίους έχει εγγραφεί έργο που αποτελεί αντικείμενο πνευματικής ιδιοκτησίας, η, κατά τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 65Α και υπό τους προβλεπόμενους όρους, ανεπιφύλακτη καταβολή του διοικητικού προστίμου από τον δράστη συνεπάγεται τη μη άσκηση της ποινικής δίωξης και την κατάργηση της τυχόν αρξαμένης όταν η προσβολή αφορά σε ποσότητα μέχρι πεντακόσιους (500) παράνομους υλικούς φορείς ήχου.
11Α. Όταν το αντικείμενο της προσβολής αφορά φωνογραφήματα (μουσικές συνθέσεις) αποθηκευμένα σε οποιοδήποτε τεχνικό μέσο αποθήκευσης ή ηλεκτρονικό υπολογιστή, η κατά την παρ. 2 του άρθρου 65Α και υπό τους προβλεπόμενους όρους ανεπιφύλακτη καταβολή του διοικητικού προστίμου από το δράστη συνεπάγεται τη μη άσκηση της ποινικής δίωξης και την κατάργηση της τυχόν αρξάμενης, όταν αντικείμενο προσβολής είναι μέχρι χίλιες (1.000) μουσικές συνθέσεις.
12. Η καταβολή του προστίμου, καθώς και η μη άσκηση ή η κατάργηση της ποινικής δίωξης, δεν απαλλάσσουν τους δράστες από την υποχρέωση καταβολής των αναλογούντων πνευματικών και συγγενικών δικαιωμάτων, αποζημιώσεων και λοιπών επιβαρύνσεων στους δικαιούχους αυτών κατά τις διατάξεις των σχετικών νόμων.
13. Σε περίπτωση υποτροπής εντός του αυτού οικονομικού έτους το διοικητικό πρόστιμο που προβλέπεται στο άρθρο 65Α διπλασιάζεται.».
Άρθρο 151
Γραμματεία της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα – Τροποποίηση άρθρου 18 ν. 4624/2019
Στο άρθρο 18 του ν. 4624/2019 (Α’ 137), περί της Γραμματείας της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις: α) στην παρ. 3, αα) στο πρώτο εδάφιο, οι λέξεις «προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης και του Υπουργού Εσωτερικών, ύστερα από γνώμη της Αρχής, εγκρίνεται» αντικαθίστανται από τις λέξεις «απόφαση της Αρχής εγκρίνεται, αντικαθίσταται ή τροποποιείται», αβ) το δεύτερο, τέταρτο και πέμπτο εδάφιο διαγράφονται, γ) προστίθεται παρ. 9, και, μετά από νομοτεχνικές βελτιώσεις, το άρθρο 18 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 18
Γραμματεία της Αρχής
1. Το προσωπικό της Αρχής διορίζεται με σχέση δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σε θέσεις που προβλέπονται στον Οργανισμό της και επιλέγεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3051/2002 (Α’ 220).
2. Υπάλληλοι του Κλάδου Ελεγκτών δεν επιτρέπεται να παρίστανται ενώπιον της Αρχής επί δύο (2) έτη μετά τη λύση της υπηρεσιακής τους σχέσης με την Αρχή.
3. Με απόφαση της Αρχής εγκρίνεται, αντικαθίσταται ή τροποποιείται ο Οργανισμός της, με τον οποίο καθορίζονται το επίπεδο λειτουργίας της Γραμματείας, η διάρθρωση των οργανικών μονάδων σε Διευθύνσεις, Τμήματα και Γραφεία, τα προσόντα του προσωπικού, ο αριθμός των θέσεων του προσωπικού, η κατανομή αυτών σε Κλάδους και Ειδικότητες, η σύσταση νέων θέσεων και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα. Με τον Οργανισμό επιτρέπεται να προβλέπονται αποκλίσεις από τις ισχύουσες διατάξεις προκειμένου οι σχετικές ρυθμίσεις να είναι σύμφωνες με τον ΓΚΠΔ.
4. Με την επιφύλαξη των ειδικών ρυθμίσεων του παρόντος, του Οργανισμού της Αρχής και του Κανονισμού Λειτουργίας της, η υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού της Αρχής, διέπεται από τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 έως και 7 του άρθρου 4 του ν. 3051/2002, όπως ισχύει, ανεξαρτήτως κατηγορίας, κλάδου και επιστημονικής ειδίκευσης.
5. Στο προσωπικό της Αρχής εφαρμόζεται αναλόγως η παρ. 6 του άρθρου 11.
6. [Καταργείται].
7. Είναι δυνατή η απόσπαση προσωπικού της Γραμματείας για διάστημα έως έξι (6) μηνών, με απόφαση της Αρχής, σε εποπτικές αρχές κρατών – μελών ή της ΜΕΑ ή αρχών τρίτων χωρών ή διεθνών οργανισμών με εφαρμογή των διατάξεων που ισχύουν για τις αποσπάσεις σε όργανα της Ε.Ε.. Επίσης, είναι δυνατή η υποδοχή από την Αρχή προσωπικού ομόλογων αρχών ως αποσπασμένων για διάστημα έως έξι (6) μηνών.
8. Οι οργανικές θέσεις πανεπιστημιακής εκπαίδευσης (ΠΕ) του κλάδου επικοινωνίας της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα μετατρέπονται σε αντίστοιχες θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Οι ήδη υπηρετούντες, οι οποίοι κατέχουν τα απαιτούμενα κατά το π.δ. 50/2001 (Α΄39) «Καθορισμός των προσόντων διορισμού σε θέσεις φορέων του δημοσίου τομέα» και την εν γένει νομοθεσία τυπικά προσόντα για την πλήρωση θέσης ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, δηλώνουν εντός μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου εάν αποδέχονται να υπηρετήσουν στη θέση αυτή. Οι αποδεχόμενοι να υπηρετήσουν με σχέση ιδιωτικού δικαίου, οι οποίοι καταλαμβάνουν μία από τις μετατρεπόμενες θέσεις, διατηρούν το ασφαλιστικό καθεστώς στο οποίο υπάγονται και προσμετρούν για τη βαθμολογική και μισθολογική κατάταξη και τον χρόνο προηγούμενης σχετικής απασχόλησης σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 11 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176). Σε περίπτωση αρνητικής δήλωσης ή παράλειψης υποβολής δήλωσης, ο υπάλληλος εξακολουθεί να υπηρετεί ως μόνιμος υπάλληλος σε προσωποπαγή θέση κατηγορίας ΠΕ Επικοινωνίας. Κατά το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο οι υπάλληλοι υπηρετούν σε προσωποπαγείς θέσεις σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, δεν καλύπτονται αντίστοιχες θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού με σχέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.
9. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών, ύστερα από γνώμη της Αρχής, καθορίζονται οι προϋποθέσεις, τα όργανα και η διαδικασία επιλογής του Προϊσταμένου Γραμματείας και των προϊσταμένων των οργανικών μονάδων της Αρχής.».
Άρθρο 152
Αποχή από την άσκηση ποινικής δίωξης ανηλίκου – Αντικατάσταση άρθρου 46 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας
Το άρθρο 46 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α’ 96), περί αποχής από την ποινική δίωξη ανηλίκου, αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 46
Αποχή από την ποινική δίωξη ανηλίκου
1. Αν ο ανήλικος τελέσει αξιόποινη πράξη, η οποία είναι πλημμέλημα, ο εισαγγελέας, αφού ερευνήσει τις περιστάσεις υπό τις οποίες τελέστηκε η πράξη και όλη την προσωπικότητά του, με διάταξή του απέχει από την άσκηση της ποινικής δίωξης, εκτός αν από τα χαρακτηριστικά της πράξης, την ακρόαση του ανηλίκου ή και των ασκούντων τη γονική του μέριμνα και την εκτίμηση της έκθεσης του αρμοδίου επιμελητή ανηλίκων, την κρίνει απολύτως αναγκαία για να τον αποτρέψει από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων.
2. Στον ανήλικο επιβάλλονται με τη σχετική διάταξη του εισαγγελέα, στην οποία ορίζεται και η προθεσμία συμμόρφωσης, ως όροι της αποχής, ένα ή περισσότερα από τα αναμορφωτικά μέτρα που προβλέπονται στις περ. α) έως και ια) της παρ. 1 του άρθρου 122 του Ποινικού Κώδικα ή και επιπλέον μέτρα ή υποχρεώσεις που αφορούν τον τρόπο ζωής του, εκτός αν από τα στοιχεία της παρ. 1 κρίνει πως η επιβολή τους δεν είναι αναγκαία για τη διαπαιδαγώγηση του ανηλίκου.
Αν ο ανήλικος συμμορφωθεί με τα μέτρα και τις υποχρεώσεις που του επιβλήθηκαν, ο εισαγγελέας ενεργεί σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην παρ. 3 του άρθρου 43. Σε αντίθετη περίπτωση ο εισαγγελέας κινεί την ποινική δίωξη σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 43.».