ΜΕΡΟΣ ΟΓΔΟΟ ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΑΡΩΓΗ – ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ – ΚΟΙΝΗ ΑΒΑΡΙΑ (άρθρα 196-221)

Κεφάλαιο Α’
ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΑΡΩΓΗ
Άρθρο 196
Εφαρμοστέοι κανόνες
1. Σε επιχείρηση επιθαλάσσιας αρωγής εφαρμόζεται η Διεθνής Σύμβαση για την επιθαλάσσια αρωγή του 1989(Διεθνής Σύμβαση για την επιθαλάσσια αρωγή), η οποία κυρώθηκε με τον ν. 2391/1996 (Α΄55) και εκάστοτε ισχύει στην Ελλάδα. Σε θέματα που εξαιρούνται ή δεν ρυθμίζονται από τη Σύμβαση εφαρμόζονται τα άρθρα 197 και 198 του παρόντος.
2. Η Διεθνής Σύμβαση για την επιθαλάσσια αρωγή εφαρμόζεται και σε επιχείρηση επιθαλάσσιας αρωγής σε σταθερές ή πλωτές εξέδρες ή σε κινητές θαλάσσιες μονάδες γεώτρησης, όταν αυτές οι εξέδρες ή μονάδες ασχολούνται επί τόπου με την εξερεύνηση, εκμετάλλευση ή παραγωγή ορυκτού πλούτου από τον βυθό της θάλασσας.

Άρθρο 197
Κατανομή της αμοιβής
1. Αν την επιθαλάσσια αρωγή παρέχει πλοίο με ελληνική σημαία που δεν είναι κατ’ επάγγελμα ναυαγοσωστικό, το ήμισυ της αμοιβής ανήκει στον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή του πλοίου, το ένα τέταρτο (1/4) στον πλοίαρχο και το υπόλοιπο ένα τέταρτο (1/4) στο πλήρωμα. Συμφωνία που περιορίζει το ποσό αμοιβής που αναλογεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα είναι άκυρη.
2. Το ποσό αμοιβής που αναλογεί στο πλήρωμα κατανέμεται με βάση πίνακα που συντάσσεται από τον πλοίαρχο κατά τον λόγο της προσωπικής συμβολής κάθε μέλους του πληρώματος στην επίτευξη του ωφέλιμου αποτελέσματος.

Άρθρο 198
Δικονομικές διατάξεις
1. Την αγωγή για πληρωμή αμοιβής της παρ. 1 του άρθρου 197 νομιμοποιείται να ασκήσει και ο πλοιοκτήτης ή εφοπλιστής του πλοίου που παρέχει την επιθαλάσσια αρωγή για ολόκληρο το ποσό αμοιβής που αναλογεί στον ίδιο, τον πλοίαρχο και το πλήρωμα, καθώς και ο πλοίαρχος για ολόκληρο το ποσό αμοιβής που αναλογεί στον ίδιο και τα μέλη του πληρώματος.
2. Στη δίκη της παρ. 1 ο πλοίαρχος εκπροσωπεί και τα μέλη του πληρώματος, εφόσον αυτά δεν παρίστανται αυτοπροσώπως ή με άλλον αντιπρόσωπο.
3. Αμφισβήτηση της κατάταξης με βάση τον πίνακα της παρ. 2 του άρθρου 197 επιλύεται από τη λιμενική ή προξενική αρχή, η απόφαση της οποίας μπορεί να προσβληθεί ενώπιον του μονομελούς πρωτοδικείου, το οποίο δικάζει με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

Κεφάλαιο Β΄
ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΠΛΟΙΩΝ
Άρθρο 199
Πεδίο εφαρμογής
1. Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου διέπουν τις αξιώσεις αποζημίωσης που απορρέουν από τα περιστατικά του άρθρου 201 όταν δεν εφαρμόζεται η Διεθνής Σύμβαση των Βρυξελλών του 1910 περί ενοποίησης κανόνων τινών επί συγκρούσεως πλοίων, η οποία κυρώθηκε με τον ν. ΓΩΠΣΤ 3886/1911 (Α΄ 224).
2. Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται πάντοτε όταν όλα τα εμπλεκόμενα πλοία φέρουν την ελληνική σημαία, ανεξαρτήτως αν τα περιστατικά του άρθρου 201 έλαβαν χώρα στα εθνικά ή στα διεθνή ύδατα.

Άρθρο 200
Διεθνής δικαιοδοσία
1. Με την επιφύλαξη συμφωνίας παρέκτασης, η διεθνής δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων για τις διαφορές του άρθρου 199 καθορίζεται από τη Διεθνή Συμβάσεις των Βρυξελλών του 1952 για την αρμοδιότητα επίλυσης ιδιωτικών διαφορών από σύγκρουση πλοίων, η οποία κυρώθηκε με το ν.δ. 4407 της 4ης/11.11.1964 (Α΄213) και τη Διεθνή Σύμβαση των Βρυξελλών του 1952 για την ενοποίηση των κανόνων επί συντηρητικής κατασχέσής τους, η οποία κυρώθηκε με το ν.δ. 4570/1966 (Α΄224), άλλως από τον Κανoνισμό (ΕΕ) 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2012 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (L 351/1).
2. Σε κάθε άλλη περίπτωση τα ελληνικά δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία: α) όταν ο εναγόμενος κατοικεί ή διαμένει στην Ελλάδα, β) αν ένα από τα εμπλεκόμενα πλοία είναι εγγεγραμμένο σε ελληνικό νηολόγιο, γ) αν τα γεγονότα του άρθρου 201 συνέβησαν στα ελληνικά ύδατα, δ) αν το υπεύθυνο πλοίο κατασχέθηκε συντηρητικά στην Ελλάδα ή απαγορεύθηκε ο απόπλους του από ελληνικό λιμένα, έστω και αν η κατάσχεση ή η απαγόρευση έχουν αρθεί πριν από την έγερση της αγωγής με παροχή εγγυοδοσίας.

Άρθρο 201
Νόμιμος λόγος ευθύνης
1. Σε περίπτωση υλικής επαφής του κύτους ή των συστατικών ή των παραρτημάτων δύο (2) τουλάχιστον πλοίων που προκαλεί ζημία (άμεση σύγκρουση) ή σε περίπτωση που η ζημία προκαλείται χωρίς επαφή (έμμεση σύγκρουση), λόγω αναξιοπλοΐας ή παραβίασης των Κανόνων Αποφυγής Συγκρούσεων στη θάλασσα αποζημίωση οφείλεται μόνον αν η σύγκρουση προκλήθηκε με υπαιτιότητα.
2. Για την εφαρμογή της παρ. 1 είναι αδιάφορο α) αν τα πλοία πλέουν ή είναι ακινητοποιημένα εντός ή εκτός του λιμένα και β) αν η σύγκρουση πραγματοποιείται στα εθνικά ή σε διεθνή ύδατα.

Άρθρο 202
Υποκείμενο της ευθύνης
1. Η ευθύνη προς αποκατάσταση των ζημιών βαρύνει αυτόν που εκμεταλλεύεται το υπεύθυνο για τη σύγκρουση πλοίο.
2. Αν το ζημιογόνο πλοίο τελεί υπό εφοπλισμό, ο κύριος αυτού ευθύνεται κατά τους όρους του άρθρου 63.
3. Η ευθύνη σύμφωνα με την παρ. 1 δεν αναιρείται όταν η σύγκρουση προκλήθηκε με υπαιτιότητα πλοηγού, έστω και αν η πρόσληψη αυτού ήταν υποχρεωτική.
4. Τα λοιπά υπαίτια για τη σύγκρουση πρόσωπα ενέχονται κατά τις κοινές διατάξεις περί αδικοπραξιών.

Άρθρο 203
Μέτρο της ευθύνης
1. Αν για τη σύγκρουση είναι υπεύθυνο ένα μόνον πλοίο, η ευθύνη βαρύνει αποκλειστικά το πρόσωπο που εκμεταλλεύεται το πλοίο αυτό.
2. Σε περίπτωση που η σύγκρουση προκλήθηκε με ευθύνη περισσοτέρων πλοίων, το πρόσωπο που εκμεταλλεύεται το καθένα τους βαρύνεται αναλόγως του βαθμού της συνυπαιτιότητάς του. Αν ο καθορισμός της αναλογίας δεν είναι εφικτός, η ευθύνη κατανέμεται ισομερώς.
3. Οι υλικές ζημίες που προκλήθηκαν στα πλοία, στα φορτία ή στους επιβάτες τους βαρύνουν τα συνυπαίτια πλοία κατά την αναλογία της παρ. 2.
4. Κατ’ εξαίρεση, σε περίπτωση θανάτου ή σωματικής βλάβης, τα συνυπαίτια πλοία ευθύνονται εις ολόκληρον.

Άρθρο 204
Δικαιούχος της αποζημίωσης
1. Αποζημίωση δικαιούνται ο εκμεταλλευόμενος το ζημιωθέν από τη σύγκρουση πλοίο, ο πλοίαρχος, το πλήρωμα, οι επιβάτες και οι δικαιούχοι των μεταφερόμενων με αυτό πραγμάτων.
2. Εάν το ζημιωθέν πλοίο τελεί υπό εφοπλισμό, αξίωση αποζημιώσεως για τις υλικές ζημίες του έχει και ο κύριος αυτού.
3. Η αποζημίωση του προσώπου που πριν από τη σύγκρουση σύναψε σύμβαση με τον εκμεταλλευόμενο το ζημιογόνο πλοίο διέπεται από τους ειδικούς κανόνες της συγκεκριμένης έννομης σχέσης, ανεξαρτήτως της νομικής βάσης της απαίτησής του.
4. Σχετικά με την ευθύνη προς αποζημίωση για ζημίες σε πρόσωπα και πράγματα που κατά τον χρόνο της σύγκρουσης βρίσκονταν εκτός των πλοίων που συγκρούστηκαν δεν εφαρμόζεται το παρόν Κεφάλαιο.

Άρθρο 205
Έκταση της αποζημίωσης
1. Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων του οφειλέτη προς περιορισμό της ευθύνης του, η αποζημίωση είναι πλήρης και καλύπτει όλες τις υλικές και λοιπές περιουσιακές ζημίες.
2. Ο ζημιωθείς οφείλει να λάβει κάθε πρόσφορο μέτρο προς περιορισμό της έκτασης της ζημίας του.
3. Χρηματική ικανοποίηση για τις μη περιουσιακές ζημίες σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 932 του Αστικού Κώδικα δεν αποκλείεται.
4. Τόκος οφείλεται από την ημέρα επέλευσης της ζημίας ή, σε περίπτωση αναγωγής, της πληρωμής.

Άρθρο 206
Λόγοι απαλλαγής
1. Ο ζημιώσας απαλλάσσεται ολικώς, αν η σύγκρουση προκλήθηκε από τυχαίο γεγονός ή ανωτέρα βία ή όταν υπάρχουν αμφιβολίες για τα αίτιά της. Στην περίπτωση αυτή οι ζημίες βαρύνουν αυτούς που τις υπέστησαν.
2. Αυτός που εκμεταλλεύεται το ζημιώσαν πλοίο απαλλάσσεται μερικώς αν αποδείξει συνυπαιτιότητα του εκμεταλλευομένου το ζημιωθέν. Η απαλλαγή επέρχεται κατά το ποσοστό της ζημίας που αναλογεί στον βαθμό της συνυπαιτιότητας. Αν δεν μπορεί να καθοριστεί η αναλογία, η ευθύνη κατανέμεται ισομερώς.

Άρθρο 207
Δικαίωμα αναγωγής
Στις περιπτώσεις της παρ. 4 του άρθρου 203, ο εκμεταλλευόμενος πλοίο που κατέβαλε αποζημίωση μεγαλύτερη από αυτή που του αναλογούσε σύμφωνα με το άρθρο 206 έχει δικαίωμα αναγωγής.

Άρθρο 208
Βάρος απόδειξης
1. Οι προϋποθέσεις της ευθύνης αποδεικνύονται από αυτόν που αξιώνει αποζημίωση.
2. Για την απόδειξη δεν ισχύει κανένα νόμιμο τεκμήριο.

Άρθρο 209
Εκπροσώπηση των δικαιούχων
1. Ο φορέας εκμετάλλευσης του πλοίου που συγκρούστηκε ή ο πλοίαρχός του νομιμοποιούνται να ασκήσουν αγωγή για λογαριασμό του πληρώματος, των δικαιούχων του φορτίου και των επιβατών του πλοίου για την αποκατάσταση των ζημιών που υπέστησαν από τη σύγκρουση.
2. Αυτός που ενεργεί σύμφωνα με την παρ. 1 υποχρεούται να προσεπικαλέσει στη δίκη τους εκπροσωπούμενους από αυτόν σε εύλογη προθεσμία πριν από τη συζήτηση της αγωγής.

Άρθρο 210
Υποχρεώσεις του πλοιάρχου
1. Μετά τη σύγκρουση ο πλοίαρχος καθενός από τα εμπλεκόμενα πλοία υποχρεούται να παράσχει αρωγή στα άλλα πλοία, στους επιβάτες και στο πλήρωμά τους, εφόσον μπορεί να το πράξει χωρίς να θέσει σε σοβαρό κίνδυνο το δικό του πλοίο, το πλήρωμα και τους επιβάτες του. Ομοίως υποχρεούται να γνωστοποιήσει στα άλλα πλοία, κατά τον πιο πρόσφορο υπό τις περιστάσεις τρόπο, κάθε πληροφορία που είναι αναγκαία για την ταυτοποίηση του δικού του πλοίου.
2. Για την παραβίαση των υποχρεώσεων της παρ. 1 δεν υπέχει ευθύνη το πρόσωπο που εκμεταλλεύεται το πλοίο.

Κεφάλαιο Γ’
ΚΟΙΝΗ ΑΒΑΡΙΑ
Άρθρο 211
Κοινή αβαρία – Ορισμός
Κοινή αβαρία υπάρχει μόνον όταν έκτακτη θυσία ή δαπάνη, εκούσια και εύλογη, πραγματοποιήθηκε με σκοπό την προστασία πλοίου και φορτίου από θαλάσσιο κίνδυνο που έχει συμβεί σε κοινή ναυτική αποστολή.

Άρθρο 212
Εφαρμογή διατάξεων
Τις θυσίες και δαπάνες της κοινής αβαρίας φέρουν τα θυσιασθέντα και διασωθέντα συμφέροντα του πλοίου, του φορτίου και του ναύλου, τα οποία συνεισφέρουν σε αυτήν, σύμφωνα με το παρόν Κεφάλαιο.

Άρθρο 213
Κοινή ναυτική αποστολή
1. Κοινή ναυτική αποστολή υπάρχει όταν οι θαλάσσιοι κίνδυνοι απειλούν ταυτόχρονα το πλοίο, το φορτίο ή/και τον ναύλο.
2. Κοινή ναυτική αποστολή υπάρχει και όταν ένα ή περισσότερα πλοία ρυμουλκούν ή ωθούν ένα άλλο πλοίο ή πλοία, ανεξαρτήτως της ύπαρξης φορτίων, με την επιφύλαξη της παροχής επιθαλάσσιας αρωγής.
3. Πλοίο δεν ευρίσκεται σε κοινό κίνδυνο με άλλο πλοίο ή πλοία, εάν αυτό είναι ασφαλές μετά την αποσύνδεσή του από αυτό. Η κοινή ναυτική αποστολή συνεχίζεται, εάν η αποσύνδεση αυτή ή η υποχρεωτική παραμονή σε σύνδεση συνιστά πράξη κοινής αβαρίας.

Άρθρο 214
Υπολογιζόμενες απώλειες, ζημίες ή δαπάνες
1. Στην κοινή αβαρία υπολογίζονται μόνο οι απώλειες, ζημίες ή δαπάνες που αποτελούν άμεση συνέπεια πράξης κοινής αβαρίας σύμφωνα με το άρθρο 211.
2. Δεν υπολογίζονται απώλειες, ζημίες ή δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν σε σχέση με περιβαλλοντική ζημία ή ως αποτέλεσμα διαφυγής ή απόρριψης ρυπογόνων ουσιών από την περιουσία που εμπλέκεται στην κοινή ναυτική αποστολή.
3. Δεν υπολογίζονται αποζημιώσεις υπεραναμονής, αγοραίες απομειώσεις και κάθε απώλεια ή ζημία ή δαπάνες που καταβλήθηκαν εξαιτίας καθυστέρησης είτε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού ή μεταγενέστερα, καθώς και οποιαδήποτε άλλη έμμεση ζημία.

Άρθρο 215
Δικαιώματα προς συνεισφορά
1. Τα δικαιώματα προς συνεισφορά στην κοινή αβαρία δεν θίγονται στην περίπτωση που το γεγονός που προκάλεσε τη θυσία ή δαπάνη οφείλεται σε πταίσμα συμμετέχοντος στην κοινή ναυτική αποστολή.
2. Η παρ. 1 δεν θίγει το δικαίωμα αναγωγής κατά του υπαιτίου προσώπου.

Άρθρο 216
Αποδεικτικά στοιχεία
1. Το μέρος εκείνο που ζητά να υπολογισθεί στην κοινή αβαρία η ζημία ή οι δαπάνες που κατέβαλε φέρει το σχετικό βάρος απόδειξης.
2. Εφόσον έχει ορισθεί διακανονιστής αβαριών, τα μέρη που έχουν απαιτήσεις στο πλαίσιο της κοινής αβαρίας, τού παρέχουν εγγράφως στοιχεία σχετικά με την απώλεια ή τη ζημία για την αιτούμενη συνεισφορά τους εντός δώδεκα (12) μηνών από την ολοκλήρωση της κοινής ναυτικής αποστολής.
3. Αν ελλείπει η γνωστοποίηση αυτή ή σε περίπτωση κατά την οποία το οποιοδήποτε μέρος, εντός δώδεκα (12) μηνών από την αίτησή του, δεν παράσχει στοιχεία προς υποστήριξη της υποβληθείσας απαίτησης ή στοιχεία της αξίας της συνεισφοράς, ο διακανονιστής αβαριών έχει τη διακριτική ευχέρεια να υπολογίσει το μέγεθος αυτής ή τη συνεισφερθείσα αξία με βάση τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή του.
4. Ο υπολογισμός αυτός μπορεί να αμφισβητηθεί, μόνον εφόσον αποδειχθεί ότι είναι προδήλως εσφαλμένος.

Άρθρο 217
Συμπληρωματικές δαπάνες
Κάθε συμπληρωματική δαπάνη που καταβλήθηκε προς αποφυγή άλλης, η οποία θα γινόταν αποδεκτή ως κοινή αβαρία, λογίζεται ως τέτοια και γίνεται αποδεκτή, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη οτιδήποτε διασώθηκε, έναντι των άλλων συμφερόντων, μόνο μέχρι το ποσό των εξόδων της κοινής αβαρίας που αποφεύχθηκαν.

Άρθρο 218
Διακανονισμός κοινής αβαρίας
1. Ο διακανονισμός της κοινής αβαρίας, τόσο ως προς την απώλεια όσο και ως προς τη συνεισφορά, γίνεται με βάση τις αξίες που ισχύουν κατά τον χρόνο και στον τόπο όπου ολοκληρώνεται η κοινή ναυτική αποστολή.
2. Η παρ. 1 δεν επηρεάζει τον τόπο του διακανονισμού της κοινής αβαρίας όπως προβλέπεται στο άρθρο 220.

Άρθρο 219
Δήλωση για διενέργεια κοινής αβαρίας
Ο διακανονισμός της κοινής αβαρίας προκαλείται με έγγραφη δήλωση του πλοιοκτήτη που απευθύνεται στον διακανονιστή της επιλογής του και στα πρόσωπα που εκπροσωπούν τα συμφέροντα του άρθρου 212. Αν, μετά την παρέλευση ενός (1) μηνός από την υποβολή σ’ αυτόν σχετικού αιτήματος από πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον να γίνει διακανονισμός, ο πλοιοκτήτης δεν τον ενεργήσει, στην υποβολή της δήλωσης δικαιούται εκείνος που διατύπωσε το αίτημα, ο οποίος θα ορίσει και τον διακανονιστή.

Άρθρο 220
Τόπος διακανονισμού της κοινής αβαρίας
Ο διακανονισμός της κοινής αβαρίας γίνεται στην πραγματική έδρα του πλοιοκτήτη, εκτός αν υπάρχει αντίθετη συμφωνία.

Άρθρο 221
Λοιπές εφαρμοστέες διατάξεις
1. Στην κοινή αβαρία και στη συνεισφορά εφαρμόζονται οι Κανόνες Υόρκης – Αμβέρσας της Διεθνούς Ναυτιλιακής Επιτροπής του 2016, εκτός αν υπάρχει αντίθετη συμφωνία.
2. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής μπορούν να τίθενται σε εφαρμογή νεότερες εκδοχές των Κανόνων Υόρκης-Αμβέρσας.

  • 24 Ιανουαρίου 2023, 12:41 | ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΗ ΠΛΟΙΟΚΤΗΤΩΝ ΕΦΟΠΛΙΣΤΩΝ ΡΥΜΟΥΛΚΩΝ & ΝΑΥΑΓΟΣΩΣΤΙΚΩΝ ΠΛΟΙΩΝ ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΣ

    Προτείνεται η ακόλουθη διατύπωση:

    Άρθρο 197
    Κατανομή της αμοιβής
    1. Αν την επιθαλάσσια αρωγή παρέχει πλοίο με ελληνική σημαία που δεν είναι ρυμουλκό, το ήμισυ της αμοιβής ανήκει στον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή του πλοίου, το ένα τέταρτο (1/4) στον πλοίαρχο και το υπόλοιπο ένα τέταρτο (1/4) στο πλήρωμα. Συμφωνία που περιορίζει το ποσό αμοιβής που αναλογεί στον πλοίαρχο και το πλήρωμα είναι άκυρη.
    2. Το ποσό αμοιβής που αναλογεί στο πλήρωμα κατανέμεται με βάση πίνακα που συντάσσεται από τον πλοίαρχο κατά τον λόγο της προσωπικής συμβολής κάθε μέλους του πληρώματος στην επίτευξη του ωφέλιμου αποτελέσματος.

    Αιτιολογία για την τροποποίηση:
    Η διάταξη του σχεδίου του ΚΙΝΔ αντιστοιχεί κατά βάση στις ρυθμίσεις του άρθρου 251 ΚΙΝΔ, που εκδόθηκε προ 65 ετών και ανταποκρίνονταν στις συνθήκες εκείνης της εποχής. Σήμερα στη χώρα μας δραστηριοποιούνται σύγχρονα ρυμουλκά, με πρόσθετο εξοπλισμό, κατάλληλο για αποτελεσματική αντιμετώπιση περιστατικών επιθαλάσσιας αρωγής και οι πλοιοκτήτριες εταιρείες δικαιούνται το σύνολο της αμοιβής.
    Άλλωστε σύμφωνα με την πάγια νομολογία των Ελληνικών Δικαστηρίων έχει κριθεί ότι παρέχουν τις υπηρεσίες αυτές κατ’ επάγγελμα και οι πλοιοκτήτριες των ρ/κ αυτών δικαιούνται το σύνολο της αμοιβής. Αυτό αναμφισβήτητα επιδρά ευεργετικά στην ασφάλεια της ναυτιλίας και είναι ισχυρό κίνητρο για την πλοιοκτήτρια του ρ/κ να επενδύσει σε ρ/κ και να αναλάβει τους κινδύνους που συνεπάγεται πολλές φορές η παροχή υπηρεσιών επιθαλάσσιας αρωγής.

  • 20 Ιανουαρίου 2023, 22:08 | Ανδρέας

    Επί του άρθρου 199:

    Θαρρώ πως προσήκει διευκρίνιση/αυθεντική ερμηνεία αναφορικά με την δυσχέρεια που ανακύπτει εκ της έννοιας της «εθνικότητας» «όλων των ενδιαφερομένων στη σύγκρουση προσώπων», του άρθρο 12 εδ. β΄ περ. 2 της ΔΣ του 1910. Δεδομένου ότι στα νομικά πρόσωπα η «εθνικότητα» είναι αδόκιμος όρος και ότι, αναπόφευκτα, καταφεύγει κανείς στην έννοια της «έδρας», είναι αυτονόητοι οι προβληματισμοί που προκύπτουν -ως προς το εφαρμοστέο νομοθέτημα- εκ των διχογνωμιών περί του αντικειμενικού πεδίου εφαρμογής του Ν. 791/1978. Συναφώς είχε τοποθετηθεί στο παρελθόν ο κ. Αντάπασης (επί του αντίστοιχου προβληματισμού στη Σύμβαση της Αρωγής), ωστόσο αρκετά πριν από την συσταλτική ερμηνεία του Ν. 791/1978 από την Ολομέλεια του Α.Π. Σαφώς η σύγκρουση πλοίων μεταξύ πλοίων, ανήκοντων σε νομικά πρόσωπα με πραγματική έδρα την Ελλάδα είναι μία «αμιγώς εσωτερική υπόθεση», στην οποία θα πρέπει να τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του ΚΙΝΔ.

    Εξ αφορμής δε των ανωτέρω, πρέπει επιτέλους να λάβει χώρα αυθεντική ερμηνεία αναφορικά με το αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής του Ν. 791/1978. Δεν νοείται 45 έτη μετά την ψήφιση του νόμου να εξακολουθούν να εκδίδονται αντιφατικές αποφάσεις από τα Δικαστήρια του Πειραιά, λ.χ. επί του εφαρμοστέου δικαίου στις εσωτερικές σχέσεις του νομικού προσώπου -και να προκαλείται, με τον τρόπο αυτό, μία άνευ προηγουμένου ανασφάλεια δικαίου.