Άρθρο 03 – Πίνακες μοριοδότησης

Η μοριοδότηση των εκπαιδευτικών ΕΑΕ της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στους Κύριους και Επικουρικούς πίνακες κατάταξης, γίνεται με τα παρακάτω κριτήρια :
1. Κριτήρια μοριοδότησης στους Κύριους πίνακες :
Α. Ακαδημαϊκά κριτήρια
α) Διδακτορικό δίπλωμα στην ΕΑΕ ή στη Σχολική Ψυχολογία, έξι (6) μονάδες.
β) Μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών στην ΕΑΕ ή στη Σχολική Ψυχολογία, τέσσερις (4) μονάδες.
γ) Ειδικά για τους κλάδους ΠΕ61 και ΠΕ71, πέραν των ανωτέρω, πτυχίο Παιδαγωγικού Τμήματος Ειδικής Αγωγής ή Τμήματος Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής με κατεύθυνση την εκπαίδευση ατόμων με αναπηρία, πέντε (5) μονάδες.
δ) Τίτλος διετούς μετεκπαίδευσης στην ΕΑΕ στα Διδασκαλεία της ημεδαπής ή ισότιμου της αλλοδαπής, τρεις (3) μονάδες.
ε) Ειδικά για τον κλάδο ΠΕ11, πέραν των ανωτέρω περ. α έως δ, κύρια ειδικότητα της παρ. 1.3 περ. γ του άρθρου 20 του ν. 3699/2008, δύο (2) μονάδες.
στ) Ειδικά για τους καταταγέντες με πενταετή προϋπηρεσία (50 μήνες) στην ΕΑΕ, χωρίς την κατοχή κάποιου εκ των αναφερομένων στις ανωτέρω περιπτώσεις α έως ε προσόντων, πιστοποιητικό παρακολούθησης σεμιναρίων ετήσιας επιμόρφωσης – εξειδίκευσης στην ΕΑΕ από Πανεπιστήμια ή από αναγνωρισμένους κρατικούς φορείς που εποπτεύονται από το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, αποδεδειγμένης διάρκειας τουλάχιστον τετρακοσίων (400) ωρών, πέντε δέκατα (0,5) της μονάδας.
Στις περιπτώσεις που υποψήφιος είναι κάτοχος περισσοτέρων του ενός προσόντων των ανωτέρω περιπτώσεων α έως ε μοριοδοτείται μόνο ο τίτλος που προσδίδει τη μεγαλύτερη μοριοδότηση.
Β. Προϋπηρεσία:
Για κάθε μήνα πραγματικής εκπαιδευτικής προϋπηρεσίας, η οποία αποκτήθηκε κατόπιν πρόσληψης στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση, είκοσι πέντε εκατοστά της μονάδας (0,25) της μονάδας.
Γ. Κοινωνικά κριτήρια:
α) Η επ’ αόριστον αναπηρία 67% και άνω εφόσον η αναπηρία δεν οφείλεται σε κανένα ποσοστό σε ψυχικές διαταραχές επτά (7) μονάδες.
β) Η πάθηση από ομόζυγη μεσογειακή αναιμία ή η σκλήρυνση κατά πλάκας ή η μικροδρεπανοκυτταρική αναιμία επτά (7) μονάδες.
γ) Η αναπηρία 67% και άνω ενός ή περισσοτέρων τέκνων επτά (7) μονάδες.
Απαραίτητες προϋποθέσεις είναι η ύπαρξη σχετικής πιστοποίησης από το ΚΕΠΑ (ν. 3863/2010) και οι υποψήφιοι να είναι ικανοί για εκπαιδευτικό έργο, σύμφωνα με τα ισχύοντα κάθε φορά στον δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα.
δ) Η ύπαρξη περισσότερων των τριών τέκνων που είναι ανήλικα ή υπηρετούν τη στρατιωτική τους θητεία ή σπουδάζουν επτά (7) μονάδες.
ε) Η ύπαρξη περισσότερων των δύο τέκνων που είναι ανήλικα ή υπηρετούν τη στρατιωτική τους θητεία ή σπουδάζουν τρεις (3) μονάδες.

2. Κριτήρια μοριοδότησης στους Επικουρικούς πίνακες :
Α. Ακαδημαϊκά κριτήρια
α) Πιστοποιητικό παρακολούθησης σεμιναρίων ετήσιας επιμόρφωσης – εξειδίκευσης στην ΕΑΕ από Πανεπιστήμια ή από αναγνωρισμένους κρατικούς φορείς που εποπτεύονται από το Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, αποδεδειγμένης διάρκειας τουλάχιστον τετρακοσίων (400) ωρών, πέντε δέκατα (0,5) της μονάδας.
Β. Προϋπηρεσία: Η προϋπηρεσία μοριοδοτείται σύμφωνα με την υποπαρ. Β΄ της παρ. 1 του παρόντος.
Γ. Κοινωνικά κριτήρια: Τα κοινωνικά κριτήρια μοριοδοτούνται σύμφωνα με την υποπαρ. Γ΄ της παρ. 1 του παρόντος.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:55 | ΑΝΘΗ

    ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!!!!!!!!!!!!!!!!!
    Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
    Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
    Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
    Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
    Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
    Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.

    Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
    •Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
    •Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
    Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
    •Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
    •Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
    προκειμένου
    (α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
    (β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
    Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.

    •Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
    τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
    •Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
    παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
    Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
    παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
    Ειδικότερα :
    Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
    μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
    Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
    Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
    Επισημαίνεται ότι:
    Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
    Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
    Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
    προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
    Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
    Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες
    Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
    Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
    Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
    Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
    Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
    Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
    Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;

  • 3 Απριλίου 2017, 14:55 | Θοδωρής

    Στηρίζω την τροπολογία
    Σε καμία χώρα η ειδική αγωγή δεν αποτελεί ξεχωριστό κλάδο εκπαίδευσης. Στην Ελλάδα των κομματικών συντεχνιών δημιουργήθηκαν ιδρύματα -μορφώματα που θέλουν να οικειοποιηθούν τον τίτλο του ειδικού παιδαγωγού, αυτοί και μόνο αυτοί, λες και πριν από αυτούς δεν υπήρχαν ειδικοί παιδαγωγοί που έβαλαν τα θεμέλια της ειδικής αγωγής. Σε ποιο βασικό πτυχίο αναφέρονται; Σε αυτό που δεν έχουν; Γιατί βασικό πτυχίο ειδικού παιδαγωγού είναι οι παιδαγωγικές σπουδές. Με τη λογική τους έπρεπε να εργάζονται και σε Γυμνάσια και σε Λύκεια. Γιατί δεν συμβαίνει αυτό γιατί πολύ απλά δεν κατέχουν τα γνωστικά αντικείμενα, δηλαδή δεν έχουν το βασικό πτυχίο. Με λίγα λόγια στη δευτεροβάθμια για να γίνεις ‘ειδικός’ Μαθηματικός πρέπει να έχεις βασικό πτυχίο του Μαθηματικού και μετά εξειδίκευση στην ειδική έτσι και στην πρωτοβάθμια για να γίνεις ‘ειδικός’ δάσκαλος πρέπει να έχεις βασικό πτυχίο τις παιδαγωγικές σπουδές και μετά την εξειδίκευση στην ειδική. Άλλωστε όλοι οι σύμβουλοι της ειδικής αγωγής στην πρωτοβάθμια έχουν βασικό πτυχίο τις παιδαγωγικές σπουδές, όπως και οι μόνιμοι δάσκαλοι των τμημάτων ένταξης και των ειδικών σχολείων στα οποία κάνουν οι πε 71 και 61 την πρακτική τους και μαθητεύονται. Μήπως αμφισβητούν και αυτούς τους τίτλους και αυτές τις ιδιότητες;. Αν συμβαίνει αυτό τότε πρέπει να αμφισβητούν και τους ίδιους τους καθηγητές τους που, οι περισσότεροι, πήραν την έδρα τους με βασικό πτυχίο τις παιδαγωγικές σπουδές και όχι το παμακ και τους εκπαιδεύουν .Μήπως αμφισβητούν και τους ίδιους τους καθηγητές τους, ενώ οι ίδιοι έχουν δύο χρόνια σπουδών στην ειδική, όπως όλοι γνωρίζουμε, γιατί τα άλλα μαθήματά τους είναι στον κοινό κορμό.
    Στηρίζω την υπουργική απόφαση αν και θεωρώ ότι πρέπει να προτάσσονται η πε 70 και πε 60 με μεταπτυχιακό στην ειδική έναντι των πε 71, γιατί αυτοί κατέχουν το βασικό πτυχίο και έχουν παιδαγωγικά επάρκεια.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:55 | Ηλέκτρα

    ΣΤΗΡΙΖΩ την τροπολογία!!

    Πολλά μπράβο στον Υπουργό και στην Διεύθυνση Ειδικής Αγωγής που αποκαθιστά μια τεράστια αδικία.

    Με τον προηγούμενο νόμο αδικούνταν κατάφωρα άνθρωποι με επιπλέον σπουδές και πολλά χρόνια προϋπηρεσίας!!!Ήταν άδικο μετά από τόσα χρόνια προσφοράς να μέναμε άνεργοι μετά από κόπους και σπουδές!
    Σέβομαι τις σπουδές των συναδέλφων ΠΕ71 & ΠΕ61, και θεωρώ ότι κανένα εργασιακό τους δικαίωμα δεν συνθλίβεται από την συγκεκριμένη υπουργική απόφαση, καθώς μοριοδοτεί το πτυχίο τους με περισσότερα μόρια σε σχέση με τα μεταπτυχιακά που αποτελούν ανώτερους ακαδημαϊκούς τίτλους και με αυτό τον τρόπο συνεχίζουν να προτάσσονται. Επίσης δεν μοριοδοτεί καθόλου το βασικό πτυχίο των 70.50/60.50, στο οποίο περιλαμβάνονται μαθήματα ειδικής αγωγής και διαθέτουν άνω των τεσσάρων χρόνων πολυετείς σπουδές.
    Ας μην ξεχνάμε ωστόσο ότι οι σπουδές των 70.50/60.50 αποτελούν το βασικό παιδαγωγικό σύστημα μέσα στο οποίο περιλαμβάνεται η ειδική αγωγή. Η γενική παιδαγωγική αποτελεί τη βάση της ειδικής εκπαίδευσης και κατ’ επέκταση η ειδική εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της γενικής εκπαίδευσης και προέκτασή της!
    Αναφορικά με την μοριοδότηση πιστεύω ότι τα μόρια των κοινωνικών κριτηρίων είναι ιδιαίτερα αυξημένα και η μοριοδότηση θα πρέπει να επανεξεταστεί με προσοχή. Το σύνολο των μορίων των κοινωνικών κριτηρίων καλό θα ήταν να μην ξεπερνούν τα μόρια που αντιστοιχούν στον ανώτερο τίτλο εξειδίκευσης στην ειδική εκπαίδευση.
    Καμία πρόταξη, ούτε μεταπτυχιακού ούτε πτυχίου, αλλά ίση μεταχείριση όλων

    ΟΙ ΠΕ70.50/60.50 ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΟΡΑΤΟΙ!!

    Ήρθε η ώρα να μπει ένα τέλος σ’αυτό το μαρτύριο που ζούμε τα τελευταία χρόνια.
    Είμαστε και εμείς άνθρωποι, εκπαιδευτικοί, με γνώσεις κ προϋπηρεσία.
    Επιτέλους ας επέλθει δικαιοσύνη και ισότητα!!
    Και όπως είπε και ο Υπ. Παιδείας κύριος Γαβρόγλου: Όλοι θα προσληφθούν. Ας προσληφθούν, όμως, επιτέλους με κριτήρια ισονομίας σ’ αυτήν τη χώρα!!.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:55 | Νάταλη

    YΠΕΡ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!!
    Ο Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- προσηλωμένος σταθερά στη θεμελιώδη αρχή ότι η εκπαίδευση αποτελεί βασικό παράγοντα που συμβάλλει στην αυτονομία και στην ανεξαρτησία όλων των ανθρώπων, με τις συνεχείς παρεμβάσεις του πάνω από δύο δεκαετίες υπερασπίζεται το δικαίωμα των παιδιών με αναπηρία και των παιδιών με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες να έχουν πραγματικά το δικαίωμα της δωρεάν δημόσιας παιδείας σ’ όλες τις βαθμίδες, να έχουν το δικαίωμα της ειδικής φροντίδας: όχι μόνο στους νόμους αλλά και στην πράξη. Η ειδική αγωγή και εκπαίδευση αποτελεί μέρος της νομοθεσίας για τη γενική εκπαίδευση, θέτοντας στην πράξη τις νομοθετικές και διοικητικές προϋποθέσεις για την ένταξη των μαθητών με ειδικές ανάγκες (Προεδρικό Διάταγμα 603/1983 και το Ν. 1566/1985 (άρθρα 12, 13, 14, 32, 33, 34, και 35). Παρ’ όλα αυτά όλοι οι νόμοι και πληθώρα κανονιστικών διατάξεων, με εξαίρεση το Ν. 1566/1985, αντιμετώπισαν διαχωριστικά το θεσμό της ειδικής αγωγής με αποτέλεσμα την προώθηση της ιατροποίησης, της κατηγοριοποίησης και του διαχωρισμού των εκπαιδευτικών καθώς και την ανατροπή των εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζόμενων στο χώρο της ειδικής εκπαίδευσης (ωρομισθία, ελαστικές εργασιακές σχέσεις ΕΣΠΑ, καταστρατήγηση ωραρίου ΕΣΠΑ-ΟΑΕΔ). Πριν από 17 έτη, η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε το Ν. 2817/2000 με τον οποίο το ελληνικό κράτος υιοθέτησε πλήρως (;) την φιλοσοφία της ένταξης ενσωματώνοντας στην ελληνική νομοθεσία όλες τις Διεθνείς Συμβάσεις και Διακηρύξεις για τα Δικαιώματα των Παιδιών και των Αναπήρων. Δημιούργησε μια προοδευτική βάση και γέννησε θετικό κλίμα προσδοκιών σε όσους προασπίζονταν με συνέπεια και ήθος τα δικαιώματα, τις ίσες ευκαιρίες και την εξασφάλιση της ισονομίας στο κοινωνικό, πολιτικό και εκπαιδευτικό σύστημα για τα ανάπηρα άτομα και τα άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Ωστόσο μέχρι σήμερα δεν υπήρξε η στοιχειώδης έστω πολιτική βούληση ώστε οι προσδοκίες να μεταφραστούν σε πράξη. Το Υπουργείο Παιδείας, παρά τις θετικές ρυθμίσεις όπως του ν. 4415/2016, παίρνει μέτρα για την αποτελεσματικότερη και την αποδοτικότερη μνημονιακά πολιτική. Μετά τις συγχωνεύσεις των σχολείων επί υπουργίας της κ. Διαμαντοπούλου (2011), που υπηρέτησαν αποκλειστικά τη λογιστική της «εξοικονόμησης πόρων», μέσα από την περικοπή οργανικών και λειτουργικών θέσεων εργασίας εκπαιδευτικών, έτσι και τώρα τροποποίησε τον νόμο 3699/2008 που στο άρθ. 6 ανέφερε ότι «στα τμήματα που φοιτούν μαθητές με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες πρέπει να μειώνεται αναλογικά ο αριθμός των μαθητών και οι παραπάνω μαθητές να κατανέμονται εξίσου στα τμήματα της ίδιας τάξης» με το άρθρο 11 του ν. 4452/2017, σύμφωνα με το οποίο «ο αριθμός των μαθητών του τμήματος μπορεί να μειώνεται και να υπολείπεται συνολικά κατά τρεις (3) μαθητές από το μέγιστο προβλεπόμενο… εφόσον στο σχολείο δεν λειτουργεί Τμήμα Ένταξης». Ενισχύοντας τον συγκεντρωτισμό και την γραφειοκρατία σε βάρος της εκπαίδευσης των μαθητών δίνει την αρμοδιότητα στον Περιφερειακό Διευθυντή Εκπαίδευσης. Αυτό έρχεται σε συνέχεια των Ρυθμίσεων που αφορούν την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση του νόμου 4368/2016 (ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΤΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) οι οποίες αιφνιδίασαν αρνητικά την εκπαιδευτική κοινότητα και τους γονείς. Την τελευταία εξαετία οι σχολικές δομές της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης δέχθηκαν πολλές «τροποποιητικές» νομοθετικές ρυθμίσεις για την εξυπηρέτηση των μνημονιακών πολιτικών, με συρρίκνωση σχολικών δομών, συγχωνεύσεις και υποβαθμίσεις σχολικών μονάδων. Συνεχείς ήταν οι προσπάθειες αλλοίωσης του ρόλου των Τμημάτων Ένταξης, καθώς και της κατάργησής τους. Δεκάδες Τμήματα Ένταξης έκλεισαν με το πρόσχημα της μη φοίτησης μαθητών(!!!) με τη συνεργασία διαφόρων Διευθυντών Εκπαίδευσης & ΚΕΔΔΥ. Σε πολλές περιπτώσεις υπήρξε αλλοίωση του ρόλου του Τμήματος Ένταξης (Τ.Ε.) με την υποκατάσταση του εκπαιδευτικού του Τ.Ε. σε ρόλο εκπαιδευτικού Παράλληλης Στήριξης «παραβλέποντας» το γεγονός ότι τα δύο μέτρα εκπαιδευτικής υποστήριξης είναι διαφορετικά και σχεδιασμένα να εξυπηρετούν διαφορετικές ανάγκες» (ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ, 2009 ΠΟΡΙΣΜΑ: Εφαρμογή του θεσμού της παράλληλης στήριξης μαθητών µε αναπηρία ή µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες). Επίσης στα Σχέδια Νόμου για την ΕΑΕ του κ. Αρβανιτόπουλου, η Παράλληλη Στήριξη δε δινόταν στα σχολεία που είχαν Τ.Ε. παρότι ο Νόμος δεν περιορίζει την παροχή Παράλληλης Στήριξης αποκλειστικά σε περιπτώσεις όπου στο σχολείο του μαθητή δεν λειτουργεί Τμήμα Ένταξης (Ν. 3699/2008, άρθρο 6). ΑΥΤΟ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΕΣ; Νέα αύξηση των εργοδοτικών εισφορών (και αναδρομική) πριονίζει τον μισθό των Δημοσίων Υπαλλήλων Το θεσμικό πλαίσιο για την λειτουργία του Τμήματος Ένταξης είναι σαφές. Ο κυριότερος λόγος για την ίδρυση Τμημάτων Ένταξης δεν είναι άλλος από τον αυξημένο αριθμό των μαθητών με αναπηρία και ειδικές μαθησιακές δυσκολίες και την δέσμευση και υποχρέωση του κράτους να λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα που διασφαλίζουν μεταξύ άλλων την ενιαία, ποιοτική και ελεύθερη πρόσβαση όλων των μαθητών στην εκπαίδευση και την απαιτούμενη υποστήριξη μέσα στο γενικό εκπαιδευτικό σύστημα, προκειμένου να διευκολυνθεί η αποτελεσματική εκπαίδευσή τους (άρθρο 21 παρ. 6 του Συντάγματος, το άρθρο 1 του ν. 3699/2008 και το άρθρο 24 του ν. 4074/2012). Το Δημόσιο Σχολείο με τα Τμήματα Ένταξης παρέχει τη μοναδική δυνατότητα παροχής δωρεάν ειδικής εκπαίδευσης. Ο Πανελλήνιος Επιστημονικός Σύλλογος Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- έχει ζητήσει την κατάργηση της συγκεκριμένης τροπολογίας γιατί αλλάζει τη Λειτουργία και το Ρόλο των Τμημάτων Ένταξης και ο Εκπαιδευτικός του Τ.Ε. καλείται σε ρόλους που ενυπάρχουν σε άλλους θεσμούς όπως η Παράλληλη Στήριξη (ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΕΣΕΑ 15-2-2016). Υπενθυμίζεται ότι «αν το μόνο το οποίο παλεύουμε είναι να τα βγάλουμε πέρα με νούμερα και αριθμούς, με κόστη και ζημιές και δεν αντιλαμβανόμαστε την μεγάλη κοινωνική ανταποδοτικότητα της εκπαίδευσης για το μέλλον για τα νέα παιδιά, για τις νέες γενιές που είναι η επένδυση στη γνώση και σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα χωρίς ταξικούς φραγμούς, τότε δεν μπορούμε να καταλάβουμε ότι οι εξελίξεις θα μας προσπεράσουν πάρα πολύ γρήγορα» (Α. Τσίπρας, 23-9-2010 Διαβούλευση της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ για την Παιδεία). Το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- επισημαίνει ως άμεσα και αναγκαία θεσμικά και πολιτικά μέτρα τα παρακάτω: Ενιαίος νόμος για την Εκπαίδευση. Η ειδική εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της γενικής εκπαίδευσης. Οι ειδικές νομοθετικές παρεμβάσεις όπου και όταν απαιτούνται, θα πρέπει να είναι μέρος της γενικότερης νομοθετικής παρέμβασης, να εναρμονίζεται με τους γενικούς και ειδικούς στόχους, να συνυφαίνεται με την γενική εκπαιδευτική διαδικασία και κατά κανόνα να υλοποιούνται στους χώρους, τα πλαίσια και τα προγράμματα της γενικής εκπαίδευσης. Ο Βασικός στόχος, το σχολείο της γειτονιάς να γίνει «ένα Σχολείο για Όλους» με την εισαγωγή μιας σειράς αλλαγών, μέσω των οποίων τα ίδια τα σχολεία θα αναδιαρθρώνονται, προκειμένου να μειωθούν τα εμπόδια στη μάθηση και στη συμμετοχή όλων των παιδιών σύμφωνα με τη φιλοσοφία της συμπερίληψης. Σε μια τέτοια κατεύθυνση, σε έναν ουσιαστικό και δημοκρατικό διάλογο έχουν θέση θέματα όπως: α) η πρώιμη παρέμβαση που πρέπει να πάρει συγκεκριμένη μορφή ώστε να γίνει πράξη το δικαίωμα όλων των παιδιών να συμμετέχουν στην εκπαίδευση όσο πιο γρήγορα και έτοιμα μπορούν, β) η προσχολική εκπαίδευση με Τμήματα Ένταξης στα Νηπιαγωγεία πλήρως στελεχωμένα με εκπαιδευτικούς και υποστηρικτικό προσωπικό, γ) οι δομικές αλλαγές που πρέπει να γίνουν στα σχολεία Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ώστε να εξασφαλίζουν σε όλα τα παιδιά πραγματική πρόσβαση στα εφόδια της εκπαίδευσης, δ) Ο επαναπροσδιορισμός του ρόλου του εκπαιδευτικού θεσμού των ΚΕΔΔΥ σε εκπαιδευτική κατεύθυνση και ενίσχυση του Υποστηρικτικού ρόλου τους, ε) η ενίσχυση της επαγγελματικής εκπαίδευσης των παιδιών με αναπηρία, και στ) κατάργηση της διάταξης του ν.3699/2008 για την Ιδιωτική Παράλληλη Στήριξη που μετακυλύει την ευθύνη στους γονείς για τη φοίτηση των παιδιών τους στο γενικό σχολείο και έρχεται σε αντίθεση με το Σύνταγμα το οποίο ορίζει με σαφήνεια στο άρθρο 21 παργρ. 6 ότι: «τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας». Διασφάλιση των πιστώσεων για την ειδική αγωγή από τον τακτικό προϋπολογισμό. Άμεσοι διορισμοί εκπαιδευτικών γενικής και ειδικής αγωγής, ΕΕΠ, ΕΒΠ στα γενικά και ειδικά σχολεία, με τα ίδια κριτήρια διορισμού που ισχύουν σε όλη την εκπαίδευση. Σε ό, τι αφορά το σχέδιο Υπουργικής Απόφασης για το διορισμό αναπληρωτών ειδικής αγωγής στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση για το Σχολικό Έτος 2017-2018, που αναρτήθηκε προσφάτως στο σύστημα της Διαύγειας στην ηλεκτρονική διαβούλευση και αφορά τον «Καθορισμό Κριτηρίων Πρόσληψης Αναπληρωτών Εκπαιδευτικών στις Δομές της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης», σύμφωνα με το άρθρο 48 του Ν.4415/2016, το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- τόνισε με Υπομνήματά του -από το έτος 2011- την αναγκαιότητα κατάργησης του πελατειακού άρθρου 56 του Νόμου 3966/2011, που καταργούσε σε μια νύχτα όλες τις οργανικές θέσεις όλων των νηπιαγωγών ειδικής αγωγής ΠΕ60 και όλων των δασκάλων ειδικής αγωγής ΠΕ70 «παραδίνοντας τες» αποκλειστικά στους νέους κλάδους ΠΕ61 & ΠΕ71. Γι’ αυτό χαιρέτισε την κατάργηση του άρθρου 56 του Νόμου 3966/2011 με το άρθρο 48 του Νόμου 4415/2016 που αποκατάστησε την δημοκρατική νομιμότητα και την ισονομία ανάμεσα τους εκπαιδευτικούς ειδικής αγωγής στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Το ίδιο πράξαμε και το 2003 όταν ο Νόμος 3194/2003 κατηγοριοποιούσε και πρότασσε τους συναδέλφους μας με μεταπτυχιακούς τίτλους στους διορισμούς αναπληρωτών και στις υπηρεσιακές μεταβολές των μονίμων (μεταθέσεις-αποσπάσεις) σε βάρος των νηπιαγωγών και των δασκάλων ειδικής αγωγής του Μαράσλειου Διδασκαλείου και των Διδασκαλείων. ΑΥΤΟ ΤΟ ΔΙΑΒΑΣΕΣ; Μετά το Πάσχα η ανακοίνωση για το νέο σύστημα επιλογής Διευθυντών. Τι θα καταργηθεί, τι θα επανέλθει Το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής -Π.Ε.Σ.Ε.Α.- με αφορμή το σχέδιο Υπουργικής Απόφασης για το διορισμό αναπληρωτών ειδικής αγωγής στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση για το Σχολικό Έτος 2017-2018, προτείνει: α) την αύξηση της μοριοδότησης της προϋπηρεσίας στις δομές της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης, ως υπέρτατη αναγνώριση του Κράτους σε αυτούς που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην αγωγή και εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία, και β) να ληφθεί υπόψη το άρθρο 21 του Συντάγματος της Ελλάδας και το άρθρο 24 του Νόμου 4074/2012 για να υπάρξει εξορθολογισμός της μοριοδότησης των ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων (εκπαιδευτικοί με αναπηρία, γονείς παιδιών με αναπηρία και πολύτεκνοι εκπαιδευτικοί), χωρίς να αφήνει την παραμικρή υπόνοια αδικιών και προνομιακής μεταχείρισης εις βάρος των μη αναπήρων εκπαιδευτικών. Υπενθυμίζουμε ότι η εκπαίδευση, ως θεσμός, είναι καθολικός και ενιαίος. Οι οποιαδήποτε διαφοροποιήσεις «λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση» (Κ. Γαβρόγλου: Υπουργός Παιδείας, 2017) οφείλουν να λαμβάνουν συνολικά υπόψη, τις ιδιαιτερότητες των παιδιών και να προσαρμόζονται σ’ αυτές, διατηρώντας πάντα την βασική, κεντρική, στοχοθεσία της εκπαίδευσης που είναι η ολόπλευρη βελτίωση των χαρακτηριστικών των παιδιών, σε συνάρτηση με τις δυνατότητες τους.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:55 | Ανδρομάχη

    ΣΤΗΡΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ

    ΣΑΝΔ ΜΕΑ
    ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

    Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .

    Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
    Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:

    Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :

    Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
    Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.

    Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:

    •Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.

    •Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
    Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.

    •Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.

    •Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
    προκειμένου
    (α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
    (β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
    Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.

    •Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
    τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.

    •Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
    παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.

    Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
    παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.

    Ειδικότερα :

    Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
    μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).

    Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
    Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).

    Επισημαίνεται ότι:
    Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
    Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.

    Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
    προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;

    Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.

    Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.

    Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
    Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
    Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;

    Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.

    Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
    Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
    Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;

  • 3 Απριλίου 2017, 14:55 | Κωνσταντίνα

    ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΊΑΣ

    1. Κατ’ αρχήν δεν μπορεί να υπάρξει οποιαδήποτε συζήτηση περί θετικών σημείων, από την στιγμή που η απαξίωση του βασικού πτυχίου αποτελεί κεντρικό άξονα του σκεπτικού τους και μάλιστα αυτό το βαφτίζουν ισονομία. Ισονομία και αποκατάσταση της συνταγματικής νομιμότητας ήταν, όταν την πράγματι αδικία όπου ένα μονοετές μεταπτυχιακό (και εδώ δεν υποτιμούμε το μτπχ τίτλο ο οποίος έχει ισοτιμία και συνάφεια και οι οποίοι σαφώς στην δευτεροβάθμια όπου δεν υπάρχει βασικό πτυχίο ΕΑΕ είναι το βασικό προσόν) προσπερνούσε 10ετή και πάνω προϋπηρεσία ενός απόφοιτου ΠΕ61-71 στην Π.Ε.- o οποίος τονίζουμε ότι έχει βασικό πτυχίο για την πρωτοβάθμια ΕΑΕ τετραετούς διάρκειας από το ελληνικό κράτος – την κατήργησαν οι ΥΑ του 2014. Αλήθεια υπάρχει κάποια δικαστική απόφαση που αναφέρει κάτι τέτοιο;;; διότι από όσο γνωρίζουμε όπου και αν πήγαν οι ΠΕ70/60 δεν δικαιώθηκαν. Αξιοσημείωτο είναι ότι αδιαφορούν ακόμα και για την άποψη της ΔΟΕ!!! Πρόκειται μάλλον για δημιουργήματα τόσο υπερβατικών αυθεντιών της διανόησης που οι υπόλοιποι όντες ταπεινοί δεν μπορούμε να κατανοήσουμε!
    2. Αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία να μην έρχεται σε διαβούλευση ο νόμος αλλά μία Υ.Α. Ο τρόπος δε, που γίνεται η διαβούλευση μπορεί να της αποδώσει κάλλιστα το χαρακτηρισμό «παρωδία». Αναρωτιόμαστε αν η Δ/νση ΕΑΕ θα λάβει υπόψη της ως ξεχωριστές τις γνώμες που καταθέτει ο κάθε ανώνυμος και οι οποίες είναι εμφανώς copy-paste.
    3. Η σύγκριση δεν μπορεί να γίνει ουσιαστικά ανάμεσα στις Υ.Α. αυτήν δηλαδή που έβγαλαν σε διαβούλευση και σε αυτήν που είχε βγει (ΦΕΚ 2217/13-8-2014), αλλά ανάμεσα στην Υ.Α. που έβγαλαν σε διαβούλευση και στα αναφερόμενα στο σχέδιο νόμου ΕΑΕ που είχε δυο φορές έρθει σε διαβούλευση. Και τούτο διότι η υπουργική εκδόθηκε το 2014 υπό πίεση χρόνου και μετέπειτα αποκαταστάθηκαν κάποια λάθη, αν και μόνο μεταξύ της υπουργικής του 2014 και της τωρινής να γίνει η σύγκριση, πάλι είναι συντριπτική η υπεροχή της πρώτης.
    4. Γιατί έβγαλαν και τροποποίησαν μόνο την υπουργική των εκπαιδευτικών του διδακτικού προσωπικού, ενώ του ΕΕΠ & ΕΒΠ έμεινε (τουλάχιστον μέχρι σήμερα) όπως ήταν, με τα ίδια μοριοδοτούμενα κριτήρια;;; Δηλαδή για τους διδάσκοντες δεν ήταν καλά και έπρεπε να αλλαχτούν, αλλά για το ΕΕΠ & ΕΒΠ που δεν μας πολυνοιάζει ήταν μια χαρά;;; Το μόνο λογικό που μπορεί να σκεφτεί κανείς είναι ότι τους ένοιαζε μόνο η κατάργηση της πρόταξης των αποφοίτων των τμημάτων ΕΑΕ στην πρωτοβάθμια ΕΑΕ! Όπως ανέφερε ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης ΕΑΕ ο λόγος βιασύνης για την τροπολογία ήταν, διότι υπήρχε πίεση από το ΑΣΕΠ για την κατάρτιση των πινάκων στα μέσα Μαίου. Έτσι λοιπόν, αμέσως μετά την ψήφιση της τροπολογίας, ανακοινώθηκε το περιεχόμενο της ΥΑ που ρυθμίζει τα κριτήρια ένταξης στους πίνακες των αναπληρωτών εκπαιδευτικών καθώς και τη μοριοδότησή τους. Η ΥΑ για το ΕΕΠ & ΕΒΠ γιατί δεν δόθηκε ταυτόχρονα; Δεν υπάρχει πίεση του ΑΣΕΠ για την κατάρτιση και αυτών των πινάκων; Όλοι γνωρίζουν ότι η μεγάλη καθυστέρηση στις προσλήψεις φέτος αφορούσε στο ΕΕΠ & ΕΒΠ. Να συμπεράνουμε ότι για το ΕΕΠ & ΕΒΠ η καθυστέρηση θα ισχύσει και φέτος; Άραγε δεν πιέζει το ΑΣΕΠ γι αυτή την κατηγορία του προσωπικού που είναι εξίσου απαραίτητο και σημαντικό για την εύρυθμη λειτουργία των δομών της ΕΑΕ;;;
    5. Πουθενά στην προτεινόμενη Υ.Α., δεν αναφέρεται ότι τα κοινωνικά μόρια τα οποία παίρνει κάποιος είναι τα ανώτερα από αυτά που πληροί – όπως σωστά γίνεται στα ακαδημαϊκά με μοναδική εξαίρεση (κακώς) στο 50μηνο όπου προστίθενται και το 0,5 του σεμιναρίου (!!!) – με αποτέλεσμα να μπορούν να προστίθενται τα μόρια π.χ. ενός ΓΟΝΕΑ ΑΜΕΑ + Ο ΙΔΙΟΣ ΑΜΕΑ = 21 (7 διότι είναι γονέας ΑμεΑ, 7 διότι θεωρείται και πολύτεκνος και άλλα 7 διότι είναι και ο ίδιος ΑμεΑ, άρα συνολικά 21 μόρια)!!!! Δηλαδή έχουμε ισοδυναμία με 84 ΜΗΝΕΣ ΠΛΑΣΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΫΠΗΡΕΣΙΑ ή ΣΧΕΔΟΝ 4 ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΑ ή σχεδόν 3 ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΑ ΚΑΙ 1 ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ή 5 ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΑ!!!!
    6. Είναι λοιπόν η μοριοδότηση των γονέων τέκνων ΑμεΑ διπλή (!!!) όπως έγινε και πέρυσι που αν και έγιναν ενστάσεις τελικά ίσχυσε η διπλή αυτή μοριοδότηση; δηλαδή πλέον θα μιλάμε για 7+7=14 μόρια; Γι αυτό γίνεται ξεχωριστή μνεία για γονείς ΑμεΑ από τη στιγμή που η έννοια της πολυτεκνίας τους καλύπτει;;;; (σ.σ. ο νόμος ορίζει ότι ο γονέας παιδιού ΑμεΑ θεωρείται πολύτεκνος)! Η μοριοδότηση των ΑμεΑ, γονέων τέκνων ΑμεΑ και πολυτέκνων είναι υπερβολική και δεν θα έπρεπε να ξεπερνά κανένα από τα βασικά ακαδημαϊκά προσόντα! Η κοινωνική πολιτική ασκείται σε άλλο επίπεδο κι όχι υπερμοριοδοτώντας τα κοινωνικά κριτήρια και απαξιώνοντας τα ακαδημαϊκά.
    7. Ποια επιστημονική τεκμηρίωση, ποια βιβλιογραφία λέει πως οι ΑμεΑ εκπαιδευτικοί είναι κατάλληλοι να διδάξουν στην ειδική εκπαίδευση αλλά όχι στην γενική; Μήπως γιατί στην γενική θα ξεσηκωθούν οι γονείς μιας και τα παιδιά τους δίνουν πανελλήνιες, ενώ στην ειδική τα παιδιά είναι κατώτερου θεού και «δεν βαριέσαι σιγά την εκπαίδευση»;;; Αυτό είναι τελικά το σκεπτικό τους και γι’ αυτό στέλνουν και εκπαιδευτικούς χωρίς κανένα προσόν ΕΑΕ στα ειδικά σχολεία;;; Μήπως έτσι εξηγείται ότι ψήφισαν πρόσφατα – αν και όλοι οι φορείς ήταν εναντίον – σαν κατώτερο αριθμό στο τμήμα τους 3 μαθητές αδιαφορώντας για τη συνένωση διαφορετικών τάξεων ή εργαστηριακών ειδικοτήτων;;;;
    8. Στο παρελθόν είχε συμφωνηθεί κατόπιν συζητήσεων με την ΕΣΑμεΑ πως αφ’ενός ο γονέας παιδιού ΑμεΑ είναι δάσκαλος του παιδιού του και δεν μπορεί να είναι όλων των παιδιών με αναπηρία (δηλαδή, όπως αναγράφεται στην υπουργική απόφαση, πώς άραγε ένας γονέας παιδιού με 67% αναπηρία από καρκίνο γίνεται κατάλληλος να διδάξει στην ειδική αγωγή;;; αλήθεια κατ’ αντιστοιχία ένας γιατρός καρδιολόγος που έχει παιδί με 67% αναπηρία λόγω καρκίνου είναι κατά τον εισηγητή της Υ.Α. και ……. ογκολόγος;;;;;;;;) και αφ’ ετέρου αν ο εκπαιδευτικός ΑμεΑ είναι κατάλληλος να διδάξει στην ειδική εκπαίδευση είναι πολλαπλάσια κατάλληλος να διδάξει στην γενική. Έτσι λοιπόν άνοιγε – και σωστά – ο δρόμος της γενικής εκπαίδευσης στους ΑμεΑ, μοριοδοτούνταν στα κοινωνικά κριτήρια η αναπηρία, ορίζονταν ποσοστό πρόσληψης ΑμεΑ σε κάθε φάση πρόσληψης και δεν θεωρούνταν προσόν!! Εδώ καν δεν έχουν προβλεφθεί περιορισμοί/δικλείδες για το ποσοστό ΑμεΑ σε κάθε ειδικότητα και σε κάθε ειδικό σχολείο!!!
    Υπενθυμίζουμε ακόμη ότι, στα πλαίσια της εναρμόνισης με άπειρες υποδείξεις και αποφάσεις του συνηγόρου του παιδιού είχε εξασφαλιστεί πως οι εκπαιδευτικοί ΑμεΑ δεν θα πηγαίνουν στην παράλληλη στήριξη. Θα πρέπει να μας πουν λοιπόν τώρα πώς θα απαντήσουν στα ερωτήματα του συνηγόρου στο γιατί π.χ. θα στέλνεται ένας κωφός ή τυφλός εκπαιδευτικός να υποστηρίξει έναν μαθητή με αυτισμό, όταν είναι προφανές πως η υποστήριξη αυτή δεν μπορεί να είναι αυτή που έχει ανάγκη ο μαθητής; Φυσικά ανάλογα ισχύουν και για τα Τμήματα Ένταξης αλλά και γενικότερα. ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΕΧΟΥΝ ΤΟΣΟ ΟΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΙ ΑμεΑ ΟΣΟ ΚΑΙ ΟΙ ΜΑΘΗΤΕΣ ΑμεΑ ΚΑΤΙ ΠΟΥ Ο ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ ΔΕΙΧΝΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΦΡΟΝΕΙ Ή ΝΑ ΑΓΝΟΕΙ ΣΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗ !!!
    9. Γιατί άραγε χρειάζεται να είναι επ’ αόριστο η αναπηρία που πιστοποιείται από τα ΚΕΠΑ τη στιγμή που ο αναπληρωτής προσλαμβάνεται για 1 διδακτικό έτος και όχι ως μόνιμος;;;; Δεν γνωρίζει ο εισηγητής ποια κατάσταση επικρατεί με τις πιστοποιήσεις;;; Πρέπει να αντικατασταθεί η «επ’ αόριστο» με την φράση «για 1 τουλάχιστο έτος».
    10. Γιατί γίνεται τόσο γενναιόδωρη μοριοδότηση στους πολύτεκνους; Άραγε αυτό είναι το πρόβλημα; Διότι νομίζαμε ότι ένας πολύτεκνος θα ήταν σημαντικό να είναι κοντά στην οικογένειά του και όχι απλά να δουλέψει όπου να ‘ναι. Επιπλέον, τώρα μαθαίνουμε ότι ο πολύτεκνος (7 μόρια) ισοδυναμεί με άτομο με αναπηρία (7 μόρια) ενώ είναι το ήμισυ του γονέα ΑμεΑ αφού ο τελευταίος παίρνει 7+7 =14 μόρια!!!
    11. Γιατί αφήνεται τόσο γενικά στα ακαδημαϊκά κριτήρια η δυνατότητα ύπαρξης πτυχίου ΑΕΙ σε άλλη ειδικότητα αλλά και κατηγορία (όπου κατηγορίες είναι οι ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ) και επομένως και μεταπτυχιακού ΕΑΕ που θα τους εντάσσει στον κύριο πίνακα και επιπλέον θα μοριοδοτείται, προκειμένου για εκπαιδευτικούς κατηγορίας ΤΕ ή και ΔΕ και τι εξυπηρετεί αυτό;;;; Κλασικό παράδειγμα οι μουσικοί κατηγορίας ΤΕ οι οποίοι έχοντας ένα πτυχίο π.χ. Θεολόγου μπορούν να έχουν και μεταπτυχιακό ΕΑΕ και με την τωρινή διατύπωση να ενταχθούν στον κύριο πίνακα με βάση το μεταπτυχιακό ΕΑΕ ως ΤΕ16 ενώ, αν είναι απλώς απόφοιτοι του ωδείου ΔΕΝ μπορούν να έχουν κανένα μεταπτυχιακό και θα εντάσσονται στον επικουρικό!! ΑΥΤΟΝΟΗΤΟ ΕΙΝΑΙ ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΤΕΘΕΙ ΟΤΙ ΤΟ ΠΤΥΧΙΟ ΑΕΙ ή ΑΤΕΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΣΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΕΝΤΑΣΣΕΤΑΙ Ο ΥΠΟΨΗΦΙΟΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΟΠΟΥΔΗΠΟΤΕ. ΕΠΟΜΕΝΩΣ, ΓΙΑ ΝΑ ΕΝΤΑΧΘΕΙ ΕΝΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΤΕ Ή ΔΕ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΠΙΝΑΚΑ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ 50 ΜΗΝΕΣ ΚΑΙ ΑΝΩ. Προφανώς κάποιοι δεν γνωρίζουν ότι η προϋπηρεσία μετρά στον κλάδο που έχει προσφερθεί και δεν μεταφέρεται σε ενδεχόμενο δεύτερο ή τρίτο πτυχίο!!
    12. Γιατί στην υπουργική – και θα ήταν το μόνο καλό που θα έκαναν – δεν ρυθμίζουν το θέμα του διπλασιασμού στα δυσπρόσιτα σχολεία, αίροντας το πάτημα που βρίσκει η Διεύθυνση Προσωπικού τα τελευταία χρόνια μόνον, να μην το δίνει και το οποίο στο σχέδιο νόμου της ΕΑΕ σαφώς αναφέρονταν;
    13. Τα σεμινάρια στην υπουργική απόφαση του 2014 μοριοδοτούνταν μέχρι το 2010 όπως όριζε ο νόμος και στο σχέδιο νόμου, μέχρι την ημερομηνία έκδοσής του, έπαιρναν την μισή μοριοδότηση από εκείνα που υλοποιούνταν μετά κάτω από πολύ αυστηρές προϋποθέσεις που όριζε ο νόμος. Τώρα ξανανοίγουν τη φάμπρικα των σεμιναρίων χωρίς όρους και προϋποθέσεις.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:55 | ΗΛΙΑΝΑ

    Στήριξη της πρότασης του Υπουργείου. Επιστροφή στη Νομιμοτητα
    Ο νόμος που είναι σε ισχύ για την ειδική εκπαίδευση είναι ο εξής.Τον παραθέτω εδώ για ανάγνωση και για να γίνει αντιληπτό ποιος προσπαθεί να εξοστρακίσει ποιον από αυτή:
    ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3699
    Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση ατόμων με αναπηρία ή με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες
    Άρθρο 19
    Σύσταση νέων κλάδων εκπαιδευτικών ΕΑΕ και ΕΕΠ
    1. Στους κλάδους των εκπαιδευτικών ΕΑΕ της προσχολικής, πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για τις ΣΜΕΑΕ που προβλέπονται στα άρθρα 12,13 και 14 του ν. 1566/1985 ΠΡΟΣΤΙΘΕΝΤΑΙ οι εξής νέοι κλάδοι: α) Κλάδος ΠΕ61 (Νηπιαγωγών ΕΑΕ) β) Κλάδος ΠΕ71 (Δασκάλων ΕΑΕ)
    ΠΡΟΣΤΙΘΕΝΤΑΙ…ΟΧΙ ΦΕΥΓΟΥΝ ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ

  • 3 Απριλίου 2017, 14:55 | Νάντια

    ΕΥΓΕ
    Επιτέλους, πρυτανεύει η κοινή λογική. Πλήρη και ισότιμα εργασιακά δικαιώματα σε βασικό πτυχίο και ειδίκευση για τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς 70,5-60,5, ακριβώς όπως ισχύει στους μονιμους 70,5/60,5. Αναγνώριση της προσφοράς όλων των αναπληρωτών εκπαιδευτικών ΕΑΕ στη χώρα, χωρίς διακρίσεις και κατάταξη βάσει προϋπηρεσίας. Συνυπογράφω λοιπόν την ανακοίνωση του ΠΣΑΕΠ, ΠΕΣΕΑ ΚΑΙ ΣΑΝΔ.ΜΕΑ και στηρίζω την υπουργική απόφαση μέσω της οποίας διασφαλίζονται τα εργασιακά μας δικαιώματα.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:55 | ΜΙΧΑΛΗΣ

    ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΩ!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!

    Θα ήθελα να συγχαρώ το Υπουργείο Παιδείας για τη τροπολογία και επιθυμώ την ΑΜΕΣΗ ΨΗΦΙΣΗ ΤΗΣ καθώς 1) τερματίζει τη λογική της πρόταξης και κατά επέκταση το μονοπώλιο στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση (π.χ. της εργασίας στην ειδική αγωγή της απόκτησης εξειδίκευσης)2) Συμβαδίζει με τα ευρωπαϊκά δεδομένα της απόκτησης πρώτα παιδαγωγικού πτυχίου και ύστερα εξειδίκευσης μέσω μεταπτυχιακού/διδακτορικού προγραμμάτων σπουδών στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση 3) Συμβαδίζει με τα δεδομένα που ισχύουν και για τους μόνιμους συναδέλφους μας. 4) Αίρει την αδικία εις βάρος μιας μερίδας εργαζομένων (κατόχων μεταπτυχιακών/διδακτορικών τίτλων) που είδαν εν μια νυκτί χωρίς επιστημονικά επιχειρήματα (δουλεύουμε σε γενικά σχολεία μέσω ειδικής, πρώτα είμαστε παιδαγωγοί κ.ο.κ.) να χάνονται τα εργασιακά τους δικαιώματα.

    Ωστόσο, παρακαλώ το υπουργείο και τον Διευθυντή της ειδικής αγωγής κ. Κασσιανό να λάβει υπόψη και να ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΕΙ ΚΑΤΑ 1 ΕΣΤΩ ΜΟΝΑΔΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΤΟΣΟ ΤΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΑ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΑ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΜΗΝ ΧΑΘΕΙ Η ΑΞΙΑ ΤΟΥΣ (ΚΑΘΩΣ ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΟΠΩΣ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΝ ΣΕ ΛΙΓΟΤΕΡΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΠΑΛΙΑ)!!!

    ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΩΘΕΙ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ, ΤΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΏΝ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΑΔΙΚΟΥΝΤΑΙ.

    ΤΕΛΟΣ, ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΥΠΟΨΗ Ο ΒΑΘΜΟΣ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΘΩΣ ΔΕΙΧΝΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΚΑΠΟΙΟΥ ΣΤΙΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΕΣ ΤΟΥ ΣΠΟΥΔΕΣ (ΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΚΙΝΟΥΝΤΑΙ ΠΕΡΙΠΟΥ ΟΛΑ ΣΤΑ ΙΔΙΑ ΕΠΙΠΕΔΑ).

    ΟΧΙ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΙΣΟΒΑΘΜΙΑΣ ΝΑ ΜΕΤΡΑ ΤΟ ΕΤΟΣ ΚΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΤΑΦΩΡΗ ΑΔΙΚΙΑ
    ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΛΟΙΠΟΝ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΠΙΟ ΔΙΚΑΙΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΜΟΡΙΩΝ

    ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΣΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ!!!ΝΑ ΙΣΧΥΣΕΙ ΞΑΝΑ Ο ΒΑΘΜΟΣ ΠΤΥΧΙΟΥ!!!!

  • 3 Απριλίου 2017, 14:55 | Γιώργος

    Στήριξη της πρότασης του Υπουργείου. Επιστροφή στη Νομιμότητα!!!

    Ο νόμος που είναι σε ισχύ για την ειδική εκπαίδευση είναι ο εξής.Τον παραθέτω εδώ για ανάγνωση και για να γίνει αντιληπτό ποιος προσπαθεί να εξοστρακίσει ποιον από αυτή:
    ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 3699
    Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση ατόμων με αναπηρία ή με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες
    Άρθρο 19
    Σύσταση νέων κλάδων εκπαιδευτικών ΕΑΕ και ΕΕΠ
    1. Στους κλάδους των εκπαιδευτικών ΕΑΕ της προσχολικής, πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για τις ΣΜΕΑΕ που προβλέπονται στα άρθρα 12,13 και 14 του ν. 1566/1985 ΠΡΟΣΤΙΘΕΝΤΑΙ οι εξής νέοι κλάδοι: α) Κλάδος ΠΕ61 (Νηπιαγωγών ΕΑΕ) β) Κλάδος ΠΕ71 (Δασκάλων ΕΑΕ)
    ΠΡΟΣΤΙΘΕΝΤΑΙ…ΟΧΙ ΦΕΥΓΟΥΝ ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΛΛΟΙ

  • Κωφοί/Βαρήκοοι εκπαιδευτικοί, ΕΕΠ και ΕΒΠ με πιστοποιημένη αναπηρία 50% και άνω προηγούνται για κάλυψη των κενούμενων θέσεων σε ΣΜΕΑ Κωφών/Βαρηκόων, σε Ειδικά Γυμνάσια και Λύκεια Κωφών/Βαρηκόων, σε τμήματα Κωφών/Βαρηκόων των Ειδικών Επαγγελματικών Γυμνασίων/Λυκείων.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:54 | ΜΑΡΙΑ

    ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!!!!!!!!!!!!!!!!!
    Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
    Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
    Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
    Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
    Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
    Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.

    Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
    •Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
    •Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
    Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
    •Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
    •Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
    προκειμένου
    (α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
    (β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
    Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.

    •Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
    τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
    •Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
    παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
    Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
    παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
    Ειδικότερα :
    Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
    μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
    Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
    Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
    Επισημαίνεται ότι:
    Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
    Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
    Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
    προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
    Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
    Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες
    Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
    Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
    Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
    Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
    Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
    Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
    Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;

  • 3 Απριλίου 2017, 14:54 | ΝΙΚΗΤΑΣ

    3 Απριλίου 2017, 14:08 | ΒΑΣΟΥΛΑ Μόνιμος ΣύνδεσμοςΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΕΝΙΑΙΑ ΕΚΠΑΙΣΔΕΥΣΗ!!!
    Στηρίζουμε την υπουργική απόφαση για την ΕΑΕΑιτιολόγηση της στήριξης
    Η ισότιμη αντιμετώπιση μεταξύ των αναπληρωτών αποφοίτων τμημάτων ειδικής αγωγής Π61/71 και των αναπληρωτών δασκάλων και νηπιαγωγών με εξειδίκευση στην ΕΑΕ ΠΕ60.50/70.50 ΕΑΕ ανέκαθεν αποτελούσε πάγιο αίτημα του συλλόγου μας. Ένα πρώτο μεγάλο σημαντικό βήμα ισότιμης αντιμετώπισης πραγματοποιήθηκε με την ψήφιση της τροπολογίας του υπ. Παιδείας κυρίου Ν. Φίλη ( ν. 4415/2016). Στην παρούσα υπουργική απόφαση «Για λόγους ισονομίας» σύμφωνα με τις δηλώσεις του νυν Υπ. Παιδείας κύριου Γαβρόγλου επιχειρείται επίσης μία έντιμη εξισορροπητική λύση από πλευράς εργασιακών δικαιωμάτων για όλους τους εργαζόμενους αναπληρωτές στην ειδική εκπαίδευση. Η στάση και οι νομοθετικές πρωτοβουλίες της νυν πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΕΘ αποτελούν ένα αποφασιστικό βήμα προκειμένου να αποκατασταθούν τα εργασιακά δικαιώματα των αναπληρωτών. Πρωτίστως όμως επανέρχεται η ομαλότητα στον τόσο ευαίσθητο χώρο της ειδικής εκπαίδευσης. Παρόλο που δεν επέρχεται η πλήρης εξίσωση μεταξύ των αναπληρωτών στον κύριο πίνακα και παρόλο που οι συνάδελφοι ΠΕ71 & ΠΕ61 συνεχίζουν να προτάσσονται λόγω μορίων, στηρίζουμε κατά βάση την υπουργική απόφαση.Σεβόμενοι τις σπουδές των συναδέλφων ΠΕ71 & ΠΕ61 έχουμε να τονίσουμε ότι κανένα εργασιακό τους δικαίωμα δεν συνθλίβεται από την συγκεκριμένη υπουργική απόφαση, καθώς μοριοδοτεί το πτυχίο τους με περισσότερα μόρια σε σχέση με τα μεταπτυχιακά που αποτελούν ανώτερους ακαδημαϊκούς τίτλους και με αυτό τον τρόπο συνεχίζουν να προτάσσονται. Επίσης δεν μοριοδοτεί καθόλου το βασικό πτυχίο των αναπληρωτών δασκάλων και νηπιαγωγών (70.50/60.50), στο οποίο σημειώνεται ,ότι περιλαμβάνονται μαθήματα ειδικής αγωγής και διαθέτουν άνω των τεσσάρων χρόνων πολυετείς σπουδές. Συγκεκριμένα οι σπουδές αυτές δεν είναι άσχετες ή παρεμφερείς αλλά αντίθετα αποτελούν το βασικό παιδαγωγικό σύστημα μέσα στο οποίο περιλαμβάνεται η ειδική αγωγή. Η γενική παιδαγωγική αποτελεί τη βάση της ειδικής εκπαίδευσης και κατ’ επέκταση η ειδική εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της γενικής εκπαίδευσης και προέκτασή της! Η παρούσα υπουργική απόφαση προσδίδει στους αποφοίτους των τμημάτων Ειδικής αγωγής ΠΑΜΑΚ & ΠΤΕΑ περισσότερα μόρια σε σχέση με τα διδασκαλεία ,δηλαδή όλους τους ήδη προϋπάρχοντες κλάδους ΕΑΕ εδώ και δεκαετίες, στους οποίους ανήκαν αποκλειστικά τα επαγγελματικά δικαιώματα που οι ΠΕ61/71 απέκτησαν μόλις το 2008. Επίσης οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 ( οι οποίοι είναι αριθμητικά σχεδόν ίσοι με τους ΠΕ71 ) και οι νηπιαγωγοί ΠΕ60.50 (οι οποίοι είναι αριθμητικά κατά πολύ περισσότεροι από τις νηπιαγωγούς ΕΑΕ ΠΕ61), διαθέτουν και εκείνοι πολλά χρόνια αναπλήρωσης . Στήριζαν και στηρίζουν την ειδική εκπαίδευση σε όλα τα μέρη της Ελλάδας όπως οι ΠΕ71 & ΠΕ61. Σημειώνεται ακόμη ότι ένας σημαντικός αριθμός μόνιμων δάσκαλων και νηπιαγωγών ΠΕ70 & ΠΕ60 ΕΑΕ που εργάζονται στην ειδική αγωγή έχουν διδακτορικά και μεταπτυχιακά .Κανένας εκπαιδευτικός και κανένα παιδί με αναπηρία ή και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες δεν συνθλίβεται από μία τροπολογία και μία υπουργική απόφαση που προλαμβάνει την απόλυτη παλινδρόμηση του εκπαιδευτικού συστήματος σε παρωχημένα μοντέλα εκπαίδευσης τα οποία αποδεδειγμένα καταπατούν τα δικαιώματά του. Πολύ περισσότερο βάζει τέλος στον εμφύλιο και την ανθρωποφαγία που μεθόδευσαν πολιτικοί παράγοντες και συντεχνιακά συμφέροντα. Ο σκοπός τους ήταν και δεν είναι άλλος από τον αφανισμό από τον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης των προϋπαρχόντων κλάδων δασκάλων και νηπιαγωγών με εξειδίκευση στην ειδική εκπαίδευση ΠΕ60/70 ΕΑΕ . Εκείνοι ήταν που εδώ και δεκαετίες θεμελίωσαν την ειδική εκπαίδευση στην Ελλάδα, αγωνίστηκαν για την δημιουργία τμημάτων ένταξης και ο μεγαλύτερος αριθμός εξειδικεύτηκε με διετής σπουδές στα διδασκαλεία και με έξοδα του κράτους, με υποτροφίες ΙΚΥ ώστε να προσφέρουν τις καλύτερές δυνατόν υπηρεσίες σε ένα σχολείο που κινείται στα πλαίσια της παγκόσμιας φιλοσοφίας, της άρσης των διακρίσεων και της πραγμάτωσης της συμπερίληψης και του ενός σχολείου για όλα τα παιδιά. Ο σύλλογός μας σε αυτή την φιλοσοφία κινείται έως τώρα και θα συνεχίσει να το κάνει . Στηρίζουμε την υπουργική απόφαση για ένα σχολείο για όλους τους εκπαιδευτικούς.Αναφορικά με την μοριοδότηση προτείνουμε τα Διδασκαλεία να λαμβάνουν τα ίδια μόρια με τα μεταπτυχιακά. Επιπρόσθετα σημειώνουμε ότι τα μόρια των κοινωνικών κριτηρίων είναι ιδιαίτερα αυξημένα και η μοριοδότηση θα πρέπει να επανεξεταστεί με προσοχή. Το σύνολο των μορίων των κοινωνικών κριτηρίων καλό θα ήταν να μην ξεπερνούν τα μόρια που αντιστοιχούν στον ανώτερο τίτλο εξειδίκευσης στην ειδική εκπαίδευση.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:54 | Γιώργος

    ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!!!
    Στήριξη της πρότασης του Υπουργείου. Επιστροφή στη Νομιμότητα!!!
    Αμφισβητώντας ή υποβιβάζοντας την προσφορά και τις υπηρεσίες των αναπληρωτών ΠΕ70,5/60,5 στις δομές της ΕΑΕ, όπως συνέβη με την Υ.Α. της προηγούμενης κυβέρνησης, είναι σαν να αμφισβητούν και την κατάρτιση των μονίμων συναδέλφων (70,50/60,50) και την κατάρτιση τους στα σχολεία, τα στελέχη εκπαίδευσης ειδικής αγωγής (διευθυντές, σχολικούς συμβούλους), μέχρι και τους ίδιους τους πανεπιστημιακούς δασκάλους ειδικής αγωγής. Απαιτούμε ισοτιμία και κατάταξη βάσει προϋπηρεσίας. Όπως και να’χει συνυπογράφω την ανακοίνωση του ΠΣΑΕΠ και στηρίζω την υπουργική απόφαση μέσω της οποίας διασφαλίζονται τα εργασιακά μας δικαιώματα.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:54 | ΜΑNT.KL.

    ΣΤΗΡΙΖΩ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΥΜΦΩΝΩ ΜΕ ΤΑ ΠΑΡΑΚΑΤΩ:

    Θα ήθελα να συγχαρώ το Υπουργείο Παιδείας για τη τροπολογία και επιθυμώ την ΑΜΕΣΗ ΨΗΦΙΣΗ ΤΗΣ καθώς 1) τερματίζει τη λογική της πρόταξης και κατά επέκταση το μονοπώλιο στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση (π.χ. της εργασίας στην ειδική αγωγή της απόκτησης εξειδίκευσης)2) Συμβαδίζει με τα ευρωπαϊκά δεδομένα της απόκτησης πρώτα παιδαγωγικού πτυχίου και ύστερα εξειδίκευσης μέσω μεταπτυχιακού/διδακτορικού προγραμμάτων σπουδών στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση 3) Συμβαδίζει με τα δεδομένα που ισχύουν και για τους μόνιμους συναδέλφους μας. 4) Αίρει την αδικία εις βάρος μιας μερίδας εργαζομένων (κατόχων μεταπτυχιακών/διδακτορικών τίτλων) που είδαν εν μια νυκτί χωρίς επιστημονικά επιχειρήματα (δουλεύουμε σε γενικά σχολεία μέσω ειδικής, πρώτα είμαστε παιδαγωγοί κ.ο.κ.) να χάνονται τα εργασιακά τους δικαιώματα.

    Ωστόσο, παρακαλώ το υπουργείο και τον Διευθυντή της ειδικής αγωγής κ. Κασσιανό να λάβει υπόψη και να ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΕΙ ΚΑΤΑ 1 ΕΣΤΩ ΜΟΝΑΔΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΤΟΣΟ ΤΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΑ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΑ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΜΗΝ ΧΑΘΕΙ Η ΑΞΙΑ ΤΟΥΣ (ΚΑΘΩΣ ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΟΠΩΣ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΝ ΣΕ ΛΙΓΟΤΕΡΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΠΑΛΙΑ)!!!

    ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΩΘΕΙ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ, ΤΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΏΝ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΑΔΙΚΟΥΝΤΑΙ.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:54 | ΛΙΤΣΑ

    ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!!!!!!!!!!!!!!!!!
    Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
    Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
    Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
    Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
    Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
    Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.

    Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
    •Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
    •Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
    Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
    •Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
    •Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
    προκειμένου
    (α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
    (β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
    Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.

    •Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
    τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
    •Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
    παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
    Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
    παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
    Ειδικότερα :
    Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
    μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
    Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
    Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
    Επισημαίνεται ότι:
    Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
    Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
    Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
    προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
    Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
    Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες
    Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
    Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
    Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
    Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
    Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
    Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
    Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;

  • 3 Απριλίου 2017, 14:54 | Ευτυχία

    ΣΤΗΡΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ
    ΣΑΝΔ ΜΕΑ
    ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΛόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
    Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
    Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:•Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.•Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
    Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.•Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.•Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
    προκειμένου
    (α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
    (β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
    Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.•Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
    τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.•Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
    παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
    παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο. Ειδικότερα :Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
    μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
    Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).Επισημαίνεται ότι:
    Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
    Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
    προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
    Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
    Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
    Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
    Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;

  • 3 Απριλίου 2017, 14:54 | ΝΟΡΑ Γ

    ΣΑΝΔ ΜΕΑ
    ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ
    – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
    anaplirotes60.50.70.50@gmail.com
    Αρ.αποφ.ίδρυσης:18/21014 Πρωτοδικείο ΙΛΙΟΥΑθήνα 02/04/17
    Αρ. Πρωτ.10
    Δελτίο Τύπου
    Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ
    οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά
    επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες
    πληροφορίες .
    Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
    Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
    Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
    Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος
    που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών.
    Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-
    ΣΦΤ , σελ.9,10).
    Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να
    διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει
    έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ,
    σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές
    τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και
    προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση
    δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό
    κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες
    βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων
    ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως
    κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.
    Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων
    προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
    Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής.
    Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να
    αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης
    πάνω στην οποία και κτίζεται2.
    Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που
    παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές
    εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική
    και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη
    εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των
    μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους
    ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί
    επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη
    γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου
    Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην
    ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει
    την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε
    με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με
    την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να
    διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
    Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με
    θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of
    Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν
    βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη
    υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και
    εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.

    Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη
    γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής
    αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν
    προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης
    (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός
    «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό
    παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές
    παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και
    μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι
    συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον
    εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και
    δομές ειδικής εκπαίδευσης.

    Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική
    Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι
    συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν
    περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων
    παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην
    αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη.
    Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της
    ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από
    μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
    προκειμένου
    (α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
    (β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο
    εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
    Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και
    δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.

    Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
    τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται
    μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.

    Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
    παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική
    κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών
    των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό
    παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές
    και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το
    βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.

    Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
    παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις
    οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων,
    η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο
    σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
    Ειδικότερα :
    Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
    μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο
    έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία
    πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται
    μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως
    μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν
    χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία
    διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το
    πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε
    συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το
    φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα
    μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής,
    αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
    Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
    Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν
    προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά
    προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην
    επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο
    τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων
    αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με
    τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις
    ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).

    Επισημαίνεται ότι:
    Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν
    είναι καν παιδαγωγικό.
    Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα
    σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα
    παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.

    Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
    προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι
    απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε
    σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών.
    Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης
    των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι
    επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε
    ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην
    ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και
    δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται
    σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές
    εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι
    ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής
    του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι
    52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η
    αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της
    παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η
    πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο
    αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω
    τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι
    πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ
    αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
    Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν
    ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να
    προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
    Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα
    ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα
    παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά
    παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και
    τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται
    να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.
    Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια
    στην ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση.
    Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των
    συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών
    (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα
    των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον
    ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των
    τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική
    επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση
    εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν
    παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών
    ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα
    της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς
    ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο
    εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία
    προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και
    το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
    Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της
    δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη
    προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
    Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος
    αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους
    πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής
    αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές
    ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής,
    είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής
    αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός
    ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του
    αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς
    προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι
    νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη
    των 10 χρόνων;
    Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα
    βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής
    αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του
    εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος
    εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που
    αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν
    ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν
    μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου
    να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών.
    Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
    Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια
    του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ .
    Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να
    εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
    Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να
    εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η
    εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ.
    128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν
    στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα
    συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
    Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή
    και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη
    λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν
    κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι
    συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσπρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;
    Για το Δ.ΣΗ πρόεδρος Η ΓραμματέαςΚατερίνα Γόντικα Ζ. Βαλλιάνου.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:54 | Γιώργος

    ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ!!!

    Στήριξη της πρότασης του Υπουργείου. Επιστροφή στη Νομιμότητα!!!

    Επιτέλους δικαίωση. Κανένας δεν θέλει να απαξιώσει την προσφορά των ΠΕ71/61 στον χώρο, όμως δυστυχώς ο σύλλογος τους και κάποια από τα μέλη του, αποδεικνύουν πως πέρα από εξειδίκευση στην ΕΑΕ με το βασικό πτυχίο που διαθέτουν, κατέχουν όπως φαίνεται διδακτορική εξειδίκευση στη δημιουργία εντυπώσεων με συκοφαντίες που επί χρόνια αναπαράγουν, στον ευαίσθητο χώρο της ΕΑΕ. Συγκεκριμένα, προσπαθούν επί χρόνια να περάσουν την εικόνα των αλεξιπτωτιστών στην ΕΑΕ σε ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΥΣ με ΑΝΩΤΕΡΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ (ΠΤΔΕ/ΤΕΕΠΗ-master/phd ειδικής), παρουσιάζοντας τους ως άσχετους ή ημιμαθείς. Η συγκεκριμένη στάση είναι τουλάχιστον προκλητική αν όχι αντισυναδελφική. Επειδή όμως η νέα πολιτική ηγεσία και η διεύθυνση ΕΑΕ γνωρίζει επακριβώς τι ισχύει, θέλω να σας συγχαρώ για τον τερματισμό της αδικίας. Συνυπογράφω λοιπόν την ανακοίνωση του ΠΣΑΕΠ και στηρίζω την υπουργική απόφαση μέσω της οποίας διασφαλίζονται τα εργασιακά μας δικαιώματα.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:54 | Ευγενία

    Επιτέλους να επέλθει δικαιοσύνη στους εκπαιδευτικούς ΠΕ 70.50/60.50, που χρόνια τώρα υπηρετούμε με ζήλο και μεράκι και κυρίως όντας άρτια καταρτισμένοι την εα ( σε αντίθεση με την λασπολογία «συναδέλφων»). Ζητούμε και διεκδικούμε ισότητα..Ότι ισχύει στους μόνιμους συναδέλφους 70.50/60.50 να ισχύσει κ για τους αναπληρωτές. ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ Η ΚΟΡΟΙΔΙΑ.Εγκληματικό δεν είναι που «απαξιώνεται το βασικό πτυχίο» όπως πολύ ύπουλα θέλουν να πλασάρουν κάποιοι. Εγκληματικό είναι που άτομα ΧΩΡΙΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ δουλεύουν τόσα χρόνια σε δημόσια σχολεία και αυτοχαρακτηρίζονται ως αυθεντίες. ΝΤΡΟΠΗ!!!Από πότε απαξιώνεται το βασικό πτυχίο; Οι εκπαιδευτικοί ΠΕ 70.50/60.50 έχουν όλοι τους βασικό πτυχίο στα παιδαγωγικά!!!!! Δηλαδή και οι μαθηματικοί/φυσικοί/φιλόλογοι ειδικής αγωγής σύμφωνα με τα λεγόμενα σας θα έπρεπε πρώτα να τελειώσουν το ΠΑΜΑΚ ή το Παιδαγωγικό ειδικής Βόλου. Επιχειρήματα για γέλια και για κλάματα ταυτόχρονα….70.50/60.50 υπηρετούν χρόνια τώρα τον ευαίσθητο κλάδο της ειδικής αγωγής και το ευχαριστώ των εκάστοτε κυβερνήσεων ήταν να εκδιώκονται χρόνο με τον χρόνο από τους πίνακες αναπληρωτών πέφτοντας εκατοντάδες θέσεις από νέους αποφοίτους με 0 προϋπηρεσία!!! ΩΣ ΕΔΩ ΟΜΩΣ.

    ΔΙΕΚΔΙΚΟΥΜΕ ΟΤΙ ΜΑΣ ΑΝΑΛΟΓΕΙ.

    • ΙΣΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ ΜΟΝΙΜΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ.
    • ΑΠΟΛΥΤΗ ΙΣΟΤΙΜΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ 71/61 ΚΑΙ 70.50/60.50.
    • ΜΑΖΙΚΟΙ ΔΙΟΡΙΣΜΟΙ ΤΩΡΑ.Συγχαρητήρια στην κυβέρνηση που επιτέλους πάει να καταργήσει την αδικία που υφίστανται χρόνια τώρα οι εκπαιδευτικοί 70.50/60.50 ως προς την κατάταξη τους στον πίνακα αναπληρωτών. Να μάθουν πια όλοι πως δεν είμαστε ΟΥΤΕ ΕΜΕΙΣ ΑΟΡΑΤΟΙ.

    Δεν ζητάμε τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από αυτά που μας αξίζουν.
    ΙΣΟΤΗΤΑ. ΙΣΟΤΙΜΙΑ. ΙΣΟΝΟΜΙΑ.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:54 | Ανέστης Αγρίτης

    ΣΤΗΡΙΞΗ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!!!

    Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
    Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:

    Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :

    Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
    Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.

    Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:

    •Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.

    •Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
    Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.

    •Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.

    •Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
    προκειμένου
    (α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
    (β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
    Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.

    •Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
    τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.

    •Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
    παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.

    Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
    παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.

    Ειδικότερα :

    Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
    μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).

    Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
    Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).

    Επισημαίνεται ότι:
    Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
    Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.

    Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
    προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;

    Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.

    Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.

    Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
    Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
    Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;

    Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.

    Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
    Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
    Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάσουν;

  • 3 Απριλίου 2017, 14:54 | Βαγγελης

    ΣΤΗΡΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ

    ΣΑΝΔ ΜΕΑ
    ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

    Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .

    Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
    Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:

    Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :

    Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
    Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.

    Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:

    •Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.

    •Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
    Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.

    •Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.

    •Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
    προκειμένου
    (α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
    (β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
    Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.

    •Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
    τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.

    •Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
    παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.

    Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
    παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.

    Ειδικότερα :

    Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
    μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).

    Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
    Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).

    Επισημαίνεται ότι:
    Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
    Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.

    Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
    προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;

    Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.

    Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.

    Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
    Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
    Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;

    Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.

    Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
    Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
    Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;

  • 3 Απριλίου 2017, 14:54 | ΜΑΙΡΗ

    ΣΤΗΡΙΖΩ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΥΜΦΩΝΩ ΜΕ ΤΑ ΠΑΡΑΚΑΤΩ:
    NA ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΕΙ ΚΑΤΑ 1 ΕΣΤΩ ΜΟΝΑΔΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΤΟΣΟ ΤΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΑ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΑ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΜΗΝ ΧΑΘΕΙ Η ΑΞΙΑ ΤΟΥΣ (ΚΑΘΩΣ ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΟΠΩΣ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΝ ΣΕ ΛΙΓΟΤΕΡΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΠΑΛΙΑ)!!!

    ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΩΘΕΙ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ, ΤΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΏΝ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΑΔΙΚΟΥΝΤΑΙ.

    ΤΕΛΟΣ, ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΥΠΟΨΗ Ο ΒΑΘΜΟΣ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΘΩΣ ΔΕΙΧΝΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΚΑΠΟΙΟΥ ΣΤΙΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΕΣ ΤΟΥ ΣΠΟΥΔΕΣ (ΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΚΙΝΟΥΝΤΑΙ ΠΕΡΙΠΟΥ ΟΛΑ ΣΤΑ ΙΔΙΑ ΕΠΙΠΕΔΑ).

    ΟΧΙ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΙΣΟΒΑΘΜΙΑΣ ΝΑ ΜΕΤΡΑ ΤΟ ΕΤΟΣ ΚΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΤΑΦΩΡΗ ΑΔΙΚΙΑ
    ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΛΟΙΠΟΝ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΠΙΟ ΔΙΚΑΙΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΜΟΡΙΩΝ

    ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΣΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ!!!ΝΑ ΙΣΧΥΣΕΙ ΞΑΝΑ Ο ΒΑΘΜΟΣ ΠΤΥΧΙΟΥ!!!!

  • 3 Απριλίου 2017, 14:53 | Μαρίνα

    Μπράβο στο υπουργείο και τη διεύθυνση ΕΑΕ. Θέλω να θυμίσω απλά πως απλά την ιδιότητα του ειδικού παιδαγωγού την αποκτούσες και την αποκτάς, πέρα από το βασικό πτυχίο από την ίδρυση των αντιστοιχων τμηματων, μέσω μεταπτυχιακής/διδακτορικής ειδίκευσης στην ΕΑΕ, συνθήκη που σου έδινε μάλιστα πρόταξη μεχρι την αιφνίδια υπουργική απόφαση του 2014 και συνεπώς, φοιτητές και απόφοιτοι των ΠΤΔΕ και των ΠΤΕΑ ήξεραν ή όφειλαν να ξέρουν επακριβώς το εργασιακό πλαίσιο που ίσχυε και να έπαιρναν αντίστοιχα τις αποφάσεις τους σε επίπεδο σπουδών. Συνυπογράφω λοιπόν την ανακοίνωση του ΠΣΑΕΠ, ΠΕΣΕΑ, ΣΑΝΔ.ΜΕΑ και στηρίζω την υπουργική απόφαση μέσω της οποίας διασφαλίζονται τα εργασιακά μας δικαιώματα.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:53 | Ελενη

    Κατά της τροπολογίας!

    Είμαι κατά της τροπολογίας καθώς θα είναι η απαρχή ενός ρεύματος που καταστρατηγεί την ισχύ του Βασικού Πτυχίου έναντι του ¨ο έχων, πληρώνει¨ και αγορασμένου Μεταπτυχιακού, το οποίο δεν έχει καν πρακτική άσκηση.
    Ο Ειδικός Παιδαγωγός προτάσσεται στους Πίνακες Γενικής αν έχει κάνει-αγοράσει Μεταπτυχιακό Γενικής;
    Ας μην ισοπεδώνουμε τις επιλογές των παιδιών, ώστε να προτάσσουμε τις αγορές μεταπτυχιακών, που διογκώνουν την δικλίδα υπέρ της ιδιωτικής εκπαίδευσης.
    Δεν είναι καθόλου θεμιτό μια Κυβέρνηση Κράτους να προωθεί τόσο απρόκλητα την ιδιωτική εκπαίδευση και να υποσκάπτει τα δικά της εργαλεία.
    Έχουμε την ευθιξία να παραδεχθούμε ότι δεν μπορεί να προτάσσεται κάποιος που ασχολήθηκε 1 χρονο με την Ειδική Αγωγή σε Θεωρητικό Επίπεδο και να αφήσουμε στην άκρη το παιχνίδι εντυπώσεων;
    Ας αφήσουμε τα νοήματα, τις λέξεις, και τις εντυπώσεις που δημιουργούν αυτές, γιατί αυτό συμβαίνει όταν θέλουμε να μιλήσουμε για το Τμήμα Εκπαιδευτικής Πολιτικής, το οποίο δεν έχει Παιδαγωγική Επάρκεια και ας κοιτάξουμε το νόημα του προβλήματος που δημιουργεί η τροπολογία.
    Η εκπαίδευση είναι ενιαία, όμως ευτυχώς δεν μπορούμε όλοι να τα διδάξουμε όλα.

    Χρειάζονται τα κατάλληλα εφόδια. Σε ένα κράτος δικαίου, όταν θέλουμε να μιλάμε για ισότητα, δεν μπορεί να προωθεί η Κυβέρνηση την ταξική ανισορροπία.
    Οι αδικίες πάντα υπήρχαν σε διάφορους κλάδους, σε διάφορα επαγγέλματα και σε διάφορες απαιτήσεις επαγγελματικών δικαιωμάτων εργαζομένων.
    Η Παιδεία είναι πολύ ψηλά στην κλίμακα με τους πιο πολυπαθείς κλάδους. Οι αδικίες κατάφορες και διαχρονικές.
    Αλλά στην κορυφή βρίσκεται σίγουρα η Ειδική Αγωγή. Το πλέον παράξενο είναι όμως, ότι κάθε άνιση λύση προτείνεται από το ίδιο το Υπουργείο. Μήπως έχουν σκοπό να μας έχουν συνεχώς διαχωρισμένους ανά κλάδο, ξέροντας ότι αν ενωθούμε δεν θα περάσει ποτέ πια καμιά τροπολογία, νόμος, παράγραφος, άρθρο;

    Δεν υπάρχει λογική στο να επιδιώκουμε την υποβάθμιση του επιπέδου της παροχής Ειδικής Εκπαίδευσης. Δεν αναφέρομαι στην ποιότητα του δασκάλου-ανθρώπου, καθώς ο καθένας κρίνεται από την δουλειά του, καλοί και κακοί δάσκαλοι υπάρχουν παντού. Τονίζω ομως την αμφιβολία μου ως προς την ποιότητα των προσόντων που έλαβαν οι δάσκαλοι αυτοί με τα Μεταπτυχιακά εξ αποστάσεως κλπ. Στο τελευταίο συμφωνεί μαζί μου και ο υπουργός με δήλωσή τους στις 9/3/17, όταν μίλησε περί ¨Μεταπτυχιακών αμφιβόλου ποιότητας¨

    Δεν θέλω να υπονοήσω τίποτα για κανένα κλάδο. Αδικίες υπάρχουν και στις 2 πλευρές.
    Βάζω το χέρι μου στη φωτιά ότι θα δούμε μία απότομη αύξηση στη ζήτηση και στη προσφορά των μεταπτυχιακών στην Ειδική Αγωγή και με τον τρόπο αυτό καταλαβαίνουμε όλοι ποιοι βγαίνουν κερδισμένοι.

    Οι μονιμοι διορισμοί είναι τώρα πιο αναγκαίοι από ποτέ. Επισημαίνω ότι επιθυμώ να δουλέψουν όλοι και από τους 2 κλάδους. Όμως δηλώνω ξεκάθαρα ότι είμαι κατά της τροπολογίας, επειδή ρίχνει στον Καιάδα τις επιλογές από καρδιάς των 18χρονων παιδιών για να ικανοποιήσει τις αναγκαστικές επιλογές για εύρεση εργασίας των παιδιών που είχαν να αγοράσουν.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:53 | Γιώργος

    Στήριξη της πρότασης του Υπουργείου. Επιστροφή στη Νομιμότητα!!!

    Επιτέλους, πρυτανεύει η κοινή λογική. Πλήρη και ισότιμα εργασιακά δικαιώματα σε βασικό πτυχίο και ειδίκευση για τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς 70,5-60,5, ακριβώς όπως ισχύει στους μονίμους 70,5/60,5. Αναγνώριση της προσφοράς όλων των αναπληρωτών εκπαιδευτικών ΕΑΕ στη χώρα, χωρίς διακρίσεις και κατάταξη βάσει προϋπηρεσίας. Συνυπογράφω λοιπόν την ανακοίνωση του ΠΣΑΕΠ και στηρίζω την υπουργική απόφαση μέσω της οποίας διασφαλίζονται τα εργασιακά μας δικαιώματα.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:53 | Κωνσταντίνα

    Αναφορικά με τους δασκάλους θεωρούμε ότι αν για την πρωτοβάθμια ΕΑΕ πρέπει οι ΠΕ70 και ΠΕ60 να εντάσσονται στον κύριο πίνακα μαζί με τους ΠΕ71, πρέπει να βρίσκονται μετά από τους ΠΕ71. Άλλωστε αν διαβάσαμε σωστά, ο Υπουργός δήλωσε ότι οι ανάγκες της πρωτοβάθμιας ΕΑΕ είναι μεγάλες και ότι όλοι θα εργαστούν.
    Όπως ορθά οι εκπαιδευτικοί που έχουν μεν βασικό πτυχίο αλλά δεν έχουν παιδαγωγική επάρκεια (π.χ. οι ΠΕ18) εντάσσονται στον πίνακα αλλά μετά από τους έχοντες παιδαγωγική επάρκεια (κι ας έχουν μεγαλύτερη προϋπηρεσία) έτσι και κατ’ αναλογία στην πρωτοβάθμια ΕΑΕ που λείπει όχι η παιδαγωγική επάρκεια αλλά κάτι περισσότερο: ΤΟ ΒΑΣΙΚΟ ΠΤΥΧΙΟ, πρέπει να γίνει το ίδιο. Επίσης πρέπει να επανεξεταστεί η μεταφορά προϋπηρεσίας των ΠΕ70 και ΠΕ60 στον πίνακα γενικής μη έχοντας τα πλήρη προσόντα για μόνιμο διορισμό εκεί όπου προσφέρουν τις υπηρεσίες τους και αποκτούν την προϋπηρεσία, δηλ. στην πρωτοβάθμια ΕΑΕ.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:53 | SMARAGDA LAAIKOU

    ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ ΟΙ ΠΕ 71 ΓΙΑΤΙ ΣΠΟΥΔΑΣΑΝ;;;

  • 3 Απριλίου 2017, 14:53 | Γιάννης

    ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!

    ΣΑΝΔ ΜΕΑ
    ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
    anaplirotes60.50.70.50@gmail.com
    Αρ.αποφ.ίδρυσης:18/21014 Πρωτοδικείο ΙΛΙΟΥ

    Αθήνα 2/04/17

    Αρ. Πρωτ.10

    Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .

    Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
    Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:

    Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :

    Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
    Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.

    Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:

    •Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.

    •Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
    Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.

    •Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.

    •Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
    προκειμένου
    (α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
    (β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
    Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.

    •Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
    τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.

    •Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
    παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.

    Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
    παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.

    Ειδικότερα :

    Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
    μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).

    Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
    Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).

    Επισημαίνεται ότι:
    Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
    Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.

    Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
    προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;

    Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.

    Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.

    Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
    Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
    Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;

    Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.

    Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
    Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
    Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;

  • 3 Απριλίου 2017, 14:53 | Καλλιόπη Ε

    ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ & ΣΤΗ ΨΗΦΙΣΗ ΤΗΣ
    Θα ήθελα να συγχαρώ το Υπουργείο Παιδείας για τη τροπολογία και επιθυμώ την ΑΜΕΣΗ ΨΗΦΙΣΗ ΤΗΣ καθώς 1) τερματίζει τη λογική της πρόταξης και κατά επέκταση το μονοπώλιο στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση (π.χ. της εργασίας στην ειδική αγωγή της απόκτησης εξειδίκευσης)2) Συμβαδίζει με τα ευρωπαϊκά δεδομένα της απόκτησης πρώτα παιδαγωγικού πτυχίου και ύστερα εξειδίκευσης μέσω μεταπτυχιακού/διδακτορικού προγραμμάτων σπουδών στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση 3) Συμβαδίζει με τα δεδομένα που ισχύουν και για τους μόνιμους συναδέλφους μας. 4) Αίρει την αδικία εις βάρος μιας μερίδας εργαζομένων (κατόχων μεταπτυχιακών/διδακτορικών τίτλων) που είδαν εν μια νυκτί χωρίς επιστημονικά επιχειρήματα (δουλεύουμε σε γενικά σχολεία μέσω ειδικής, πρώτα είμαστε παιδαγωγοί κ.ο.κ.) να χάνονται τα εργασιακά τους δικαιώματα.Ωστόσο, παρακαλώ το υπουργείο και τον Διευθυντή της ειδικής αγωγής κ. Κασσιανό να λάβει υπόψη και να ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΕΙ ΚΑΤΑ 1 ΕΣΤΩ ΜΟΝΑΔΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΤΟΣΟ ΤΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΑ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΑ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΜΗΝ ΧΑΘΕΙ Η ΑΞΙΑ ΤΟΥΣ (ΚΑΘΩΣ ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΟΠΩΣ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΝ ΣΕ ΛΙΓΟΤΕΡΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΠΑΛΙΑ)!!!ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΩΘΕΙ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ, ΤΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΏΝ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΑΔΙΚΟΥΝΤΑΙ.ΤΕΛΟΣ, ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΥΠΟΨΗ Ο ΒΑΘΜΟΣ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΘΩΣ ΔΕΙΧΝΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΚΑΠΟΙΟΥ ΣΤΙΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΕΣ ΤΟΥ ΣΠΟΥΔΕΣ (ΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΚΙΝΟΥΝΤΑΙ ΠΕΡΙΠΟΥ ΟΛΑ ΣΤΑ ΙΔΙΑ ΕΠΙΠΕΔΑ).ΟΧΙ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΙΣΟΒΑΘΜΙΑΣ ΝΑ ΜΕΤΡΑ ΤΟ ΕΤΟΣ ΚΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΤΑΦΩΡΗ ΑΔΙΚΙΑ
    ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΛΟΙΠΟΝ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΠΙΟ ΔΙΚΑΙΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΜΟΡΙΩΝΕΠΙΠΛΕΟΝ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΣΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ!!!………..

  • 3 Απριλίου 2017, 14:53 | Ηλιας

    ΕΥΓΕ
    Επιτέλους, πρυτανεύει η κοινή λογική. Πλήρη και ισότιμα εργασιακά δικαιώματα σε βασικό πτυχίο και ειδίκευση για τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς 70,5-60,5, ακριβώς όπως ισχύει στους μονιμους 70,5/60,5. Αναγνώριση της προσφοράς όλων των αναπληρωτών εκπαιδευτικών ΕΑΕ στη χώρα, χωρίς διακρίσεις και κατάταξη βάσει προϋπηρεσίας. Συνυπογράφω λοιπόν την ανακοίνωση του ΠΣΑΕΠ, ΠΕΣΕΑ ΚΑΙ ΣΑΝΔ.ΜΕΑ και στηρίζω την υπουργική απόφαση μέσω της οποίας διασφαλίζονται τα εργασιακά μας δικαιώματα.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:53 | Γιώργος

    Καταψήφιση της τρπολογιάς . Να μην υπογραφή η Υπουργική Απόφαση που απαξιώνει το σύνολο των εκπαιδευτικών Ειδικής Αγωγής. Προταξη του βασικού πτυχίου.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:53 | ΜΑΙΡΗ

    ΣΤΗΡΙΖΩ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΥΜΦΩΝΩ ΜΕ ΤΑ ΠΑΡΑΚΑΤΩ:

    Θα ήθελα να συγχαρώ το Υπουργείο Παιδείας για τη τροπολογία και επιθυμώ την ΑΜΕΣΗ ΨΗΦΙΣΗ ΤΗΣ καθώς 1) τερματίζει τη λογική της πρόταξης και κατά επέκταση το μονοπώλιο στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση (π.χ. της εργασίας στην ειδική αγωγή της απόκτησης εξειδίκευσης)2) Συμβαδίζει με τα ευρωπαϊκά δεδομένα της απόκτησης πρώτα παιδαγωγικού πτυχίου και ύστερα εξειδίκευσης μέσω μεταπτυχιακού/διδακτορικού προγραμμάτων σπουδών στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση 3) Συμβαδίζει με τα δεδομένα που ισχύουν και για τους μόνιμους συναδέλφους μας. 4) Αίρει την αδικία εις βάρος μιας μερίδας εργαζομένων (κατόχων μεταπτυχιακών/διδακτορικών τίτλων) που είδαν εν μια νυκτί χωρίς επιστημονικά επιχειρήματα (δουλεύουμε σε γενικά σχολεία μέσω ειδικής, πρώτα είμαστε παιδαγωγοί κ.ο.κ.) να χάνονται τα εργασιακά τους δικαιώματα.

    Ωστόσο, παρακαλώ το υπουργείο και τον Διευθυντή της ειδικής αγωγής κ. Κασσιανό να λάβει υπόψη και να ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΕΙ ΚΑΤΑ 1 ΕΣΤΩ ΜΟΝΑΔΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΤΟΣΟ ΤΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΑ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΑ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΜΗΝ ΧΑΘΕΙ Η ΑΞΙΑ ΤΟΥΣ (ΚΑΘΩΣ ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΟΠΩΣ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΝ ΣΕ ΛΙΓΟΤΕΡΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΠΑΛΙΑ)!!!

    ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΩΘΕΙ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ, ΤΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΏΝ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΑΔΙΚΟΥΝΤΑΙ.

    ΤΕΛΟΣ, ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΥΠΟΨΗ Ο ΒΑΘΜΟΣ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΘΩΣ ΔΕΙΧΝΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΚΑΠΟΙΟΥ ΣΤΙΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΕΣ ΤΟΥ ΣΠΟΥΔΕΣ (ΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΚΙΝΟΥΝΤΑΙ ΠΕΡΙΠΟΥ ΟΛΑ ΣΤΑ ΙΔΙΑ ΕΠΙΠΕΔΑ).

    ΟΧΙ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΙΣΟΒΑΘΜΙΑΣ ΝΑ ΜΕΤΡΑ ΤΟ ΕΤΟΣ ΚΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΤΑΦΩΡΗ ΑΔΙΚΙΑ
    ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΛΟΙΠΟΝ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΠΙΟ ΔΙΚΑΙΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΜΟΡΙΩΝ

    ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΣΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ!!!ΝΑ ΙΣΧΥΣΕΙ ΞΑΝΑ Ο ΒΑΘΜΟΣ ΠΤΥΧΙΟΥ!!!!

  • 3 Απριλίου 2017, 14:53 | ΚΩΣΤΑΣ

    ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!!!!!!!!!!!!!!!!!
    Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
    Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
    Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
    Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
    Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
    Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.

    Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
    •Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
    •Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
    Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
    •Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
    •Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
    προκειμένου
    (α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
    (β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
    Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.

    •Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
    τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
    •Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
    παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
    Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
    παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
    Ειδικότερα :
    Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
    μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
    Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
    Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
    Επισημαίνεται ότι:
    Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
    Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
    Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
    προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
    Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
    Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες
    Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
    Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
    Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
    Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
    Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
    Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
    Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;

  • 3 Απριλίου 2017, 14:53 | ΧΡΥΣΟΥΛΑ

    Δίορθωση μιας τεράστιας αδικίας. στηρίζω το άρθρο

  • 3 Απριλίου 2017, 14:53 | ΓΙΩΡΓΟΣ Κ.

    ΣΤΗΡΙΞΗ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ

    Μπράβο στο Υπουργείο που αποφάσισε να βάλει τέλος επιτέλους σ’ αυτήν την αδικία που επικρατούσε από την αιφνίδια Υ.Α του 2014 που μάλλον κάπου αποσκοπούσε! προταξη για ΚΑΝΕΝΑΝ και σύστημα μοριοδότησης! Απόλυτα δίκαιο!

  • 3 Απριλίου 2017, 14:53 | ΕΛΕΝΑ

    ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!!!
    Στήριξη της πρότασης του Υπουργείου. Επιστροφή στη Νομιμότητα!!!
    ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΔΙΚΑΙΩΣΗ! Μόνο στην Ελλάδα θα μπορούσε στις προσλήψεις αναπληρωτών ο απόφοιτος ΠΕ71/61 να έχει πρόταξη ακόμη και από τον πανεπιστημιακό του δάσκαλο ΠΕ70,5/60,5. Συνυπογράφω λοιπόν την ανακοίνωση του ΠΣΑΕΠ και στηρίζω την υπουργική απόφαση μέσω της οποίας διασφαλίζονται τα εργασιακά μας δικαιώματα.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:53 | Αντώνης

    ΣΤΗΡΙΞΗ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!!!

    Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
    Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:

    Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :

    Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
    Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.

    Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:

    •Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.

    •Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
    Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.

    •Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.

    •Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
    προκειμένου
    (α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
    (β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
    Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.

    •Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
    τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.

    •Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
    παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.

    Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
    παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.

    Ειδικότερα :

    Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
    μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).

    Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
    Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).

    Επισημαίνεται ότι:
    Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
    Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.

    Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
    προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;

    Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.

    Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.

    Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
    Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
    Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;

    Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.

    Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
    Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
    Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάσουν;

  • 3 Απριλίου 2017, 14:52 | Εμμανουέλα

    ΣΤΗΡΙΖΩ την τροπολογία!!
    Επιτέλους να επέλθει δικαιοσύνη στους εκπαιδευτικούς ΠΕ 70.50/60.50, που χρόνια τώρα υπηρετούμε με ζήλο και μεράκι και κυρίως όντας άρτια καταρτισμένοι την ΕΑ. Ζητούμε και διεκδικούμε ισότητα.
    Με τον προηγούμενο νόμο αδικούμασταν κατάφωρα και κινδυνεύαμε να μείνουμε άνεργοι, έπειτα απο πολλά χρόνια σπουδών και πολλά χρόνια προϋπηρεσίας!
    Σέβομαι τις σπουδές των συναδέλφων ΠΕ71 & ΠΕ61, και θεωρώ ότι κανένα εργασιακό τους δικαίωμα δεν συνθλίβεται από την συγκεκριμένη υπουργική απόφαση, καθώς μοριοδοτεί το πτυχίο τους με περισσότερα μόρια σε σχέση με τα μεταπτυχιακά που αποτελούν ανώτερους ακαδημαϊκούς τίτλους και με αυτό τον τρόπο συνεχίζουν να προτάσσονται. Επίσης δεν μοριοδοτεί καθόλου το βασικό πτυχίο των 70.50/60.50, στο οποίο περιλαμβάνονται μαθήματα ειδικής αγωγής και διαθέτουν άνω των τεσσάρων χρόνων πολυετείς σπουδές.
    Ας μην ξεχνάμε ωστόσο ότι οι σπουδές των 70.50/60.50 αποτελούν το βασικό παιδαγωγικό σύστημα μέσα στο οποίο περιλαμβάνεται η ειδική αγωγή. Η γενική παιδαγωγική αποτελεί τη βάση της ειδικής εκπαίδευσης και κατ’ επέκταση η ειδική εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της γενικής εκπαίδευσης και προέκτασή της!
    Αναφορικά με την μοριοδότηση πιστεύω ότι τα μόρια των κοινωνικών κριτηρίων είναι ιδιαίτερα αυξημένα και η μοριοδότηση θα πρέπει να επανεξεταστεί με προσοχή. Το σύνολο των μορίων των κοινωνικών κριτηρίων καλό θα ήταν να μην ξεπερνούν τα μόρια που αντιστοιχούν στον ανώτερο τίτλο εξειδίκευσης στην ειδική εκπαίδευση.
    Καμία πρόταξη, ούτε μεταπτυχιακού ούτε πτυχίου, αλλά ίση μεταχείριση όλων
    ΟΙ ΠΕ70.50/60.50 ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΟΡΑΤΟΙ!!
    Ήρθε η ώρα να μπει ένα τέλος σ’αυτό το μαρτύριο που ζούμε τα τελευταία χρόνια.
    Είμαστε και εμείς άνθρωποι, εκπαιδευτικοί, με γνώσεις κ προϋπηρεσία.
    Επιτέλους ας επέλθει δικαιοσύνη και ισότητα!!

  • 3 Απριλίου 2017, 14:52 | Διονύσης

    Στήριξη της πρότασης του Υπουργείου. Επιστροφή στη Νομιμότητα!!!

    Επιτέλους, πρυτανεύει η κοινή λογική. Πλήρη και ισότιμα εργασιακά δικαιώματα σε βασικό πτυχίο και ειδίκευση για τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς 70,5-60,5, ακριβώς όπως ισχύει στους μονίμους 70,5/60,5. Αναγνώριση της προσφοράς όλων των αναπληρωτών εκπαιδευτικών ΕΑΕ στη χώρα, χωρίς διακρίσεις και κατάταξη βάσει προϋπηρεσίας. Συνυπογράφω λοιπόν την ανακοίνωση του ΠΣΑΕΠ και στηρίζω την υπουργική απόφαση μέσω της οποίας διασφαλίζονται τα εργασιακά μας δικαιώματα.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:52 | Πάρης Τ.

    ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΕΙΔΙΚΗΣ – ΔΙΚΑΙΩΣΗ – ΣΤΗΡΙΞΗ ΤΗΣ Υ.Α.

    Θέλουμε να συγχαρούμε όλοι οι εκπαιδευτικοί, αναπληρωτές δάσκαλοι και νηπιαγωγοί με πρόσθετες μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές στην Ειδική Αγωγή/Σχολική Ψυχολογία, την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας και τη διεύθυνση Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, που με τη νέα τροπολογία, που αφορά την πρόσληψη αναπληρωτών ΕΑΕ, θα εφαρμοστεί και θα επεκταθεί επιτέλους η νομοθεσία, στο σύνολο του εκπαιδευτικού προσωπικού ειδικής αγωγής, χωρίς διακρίσεις, με κοινά κριτήρια, σε μόνιμους και αναπληρωτές. Θα αποκατασταθεί έτσι η δικαιοσύνη, τρία χρόνια μετά την κατάφωρη αδικία που δημιούργησε στον χώρο η προηγούμενη συγκυβέρνηση, αφού καθιερώνει πλέον με όρους αξιοκρατικούς, που δεν επιδέχονται αμφισβήτησης, ένα πλαίσιο ισοτιμίας μεταξύ όλων των αναπληρωτών Ειδικών Παιδαγωγών της χώρας που προσφέρουν επί σειρά ετών τις υπηρεσίες τους.

    Συνθήκη 1) Την ιδιότητα του Ειδικού Παιδαγωγού (πρωτοβάθμιας) παγκοσμίως την αποκτά κάποιος με το 4ετες βασικό πτυχίο Γενικής Αγωγής (δάσκαλοι ΠΕ70 και νηπιαγωγοί ΠΕ60) και προχωρώντας στη συνέχεια σε πρόσθετες ανώτερες μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές (ή μετεκπαίδευση παλαιότερα) στην Ειδική Αγωγή (δάσκαλοι ειδικής ΠΕ70.50 και νηπιαγωγοί ειδικής ΠΕ60,50), χώρος που διεθνώς αναγνωρίζεται ως προέκταση της Γενικής Αγωγής.

    Συνθήκη 2) Στην Ελλάδα καθιερώθηκε πριν 15 περίπου χρόνια και ένας δεύτερος, παράδοξος δρόμος απόκτησης της ιδιότητας του Ειδικού Παιδαγωγού, που διεθνώς δεν προκρίνεται, με τη δημιουργία 2 προπτυχιακών τμημάτων Ειδικής Αγωγής που προετοιμάζουν απευθείας ειδικούς Παιδαγωγούς (δασκάλους ειδικής ΠΕ71 και νηπιαγωγούς ειδικής ΠΕ61). Απορία θα προκαλεί ενδεχομένως σε άλλους χώρους, πώς είναι δυνατόν να γίνεται κάποιος απευθείας ποινικολόγος, χωρίς να σπουδάσει πρώτα Νομική, ή να γίνει κάποιος Παιδίατρος, χωρίς πρώτα να έχει το πτυχίο της Γενικής Ιατρικής

    ΤΙ ΙΣΧΥΕ
    Στην κατάταξη προσλήψεων μεταξύ των δύο αυτών κατηγοριών Ειδικών Παιδαγωγών της χώρας, μέχρι την εξαιρετικά μεροληπτική και άδικη υπουργική απόφαση του 2014, η νομοθεσία που ίσχυε και συνεπώς ήξεραν ή όφειλαν να ξέρουν, φοιτητές και απόφοιτοι των σχολών Παιδαγωγικών Τμημάτων (Γενικής και Ειδικής), ως προς τα εργασιακά δικαιώματα, προέβλεπε πρόταξη των μεταπτυχιακών/διδακτορικών Ειδικών Παιδαγωγών της συνθήκης 1(ΠΕ70,5-60,5) και ακολουθούσαν οι Ειδικοί Παιδαγωγοί της συνθήκης 2(ΠΕ71-61). ΤΙ ΙΣΧΥΕΙ
    Με την Υπουργική Απόφαση του 2014, ανατράπηκε το εργασιακό πλαίσιο με το οποίο πορεύτηκαν όλοι επί χρόνια, και καθιερώθηκε η πρόταξη των εκπαιδευτικών της συνθήκης 2 (ΠΕ71-61) έναντι των εκπαιδευτικών της συνθήκης 1(ΠΕ70,5-60,5).

    Η ΤΩΡΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
    Η Υ.Α. του 2014, που είναι σε ισχύ, πρακτικά, οδηγεί στον εκτοπισμό και τελικά τον αφανισμό όλων των αναπληρωτών εκπαιδευτικών της συνθήκης 1(ΠΕ70,5-60,5) (τη στιγμή που οι αντίστοιχοι μόνιμοι ΠΕ70,50-60,50 κατέχουν θέσεις Ειδικής σε όλες τις δομές) από την Ειδική Αγωγή, όπως ενδεχομένως θα συνέβαινε και με τους εκπαιδευτικούς της συνθήκης 2 (ΠΕ71-61), πριν από αυτήν.

    ΤΑ ΝΕΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΑ
    Η τροπολογία που προωθείται από τη σημερινή πολιτική ηγεσία βάζει επιτέλους το πλαίσιο για να δοθεί ένα τέλος στον όρο πρόταξη, που μόνο συγκρούσεις έχει φέρει όλα αυτά τα χρόνια μεταξύ των ομάδων εκπαιδευτικών Ειδικής Αγωγής στον χώρο και συνδυάζεται με ισότιμη και αξιοκρατική κατάταξη μοριοδότησης, βάσει προϋπηρεσίας και κριτηρίων, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τους μόνιμους εκπαιδευτικούς ειδικής αγωγής της χώρας. Για όλα τα παραπάνω και επειδή ο ευαίσθητος χώρος της Ειδικής Αγωγής, είναι το τελευταίο μέρος για δημιουργία εντυπώσεων και συντεχνιακά παιχνίδια, συγχαίρουμε την Πολιτική Ηγεσία και στηρίζουμε την ΥΑ και τις θέσεις του ΠΣΑΕΠ του ΣΑΝΔ.ΜΕΑ και του ΠΕΣΕΑ.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:52 | ΣΤΡΑΤΟΣ

    ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!!!!!!!!!!!!!!!!!
    Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .
    Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
    Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:
    Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :
    Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
    Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.

    Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:
    •Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.
    •Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
    Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.
    •Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.
    •Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
    προκειμένου
    (α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
    (β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
    Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.

    •Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
    τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.
    •Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
    παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.
    Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
    παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.
    Ειδικότερα :
    Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
    μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).
    Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
    Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).
    Επισημαίνεται ότι:
    Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
    Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.
    Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
    προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;
    Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.
    Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες
    Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
    Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
    Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;
    Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.
    Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
    Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
    Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;

  • 3 Απριλίου 2017, 14:52 | ΧΑΡΙΣ

    ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΕΝΙΑΙΑ ΕΚΠΑΙΣΔΕΥΣΗ!!!
    Στηρίζουμε την υπουργική απόφαση για την ΕΑΕΑιτιολόγηση της στήριξης
    Η ισότιμη αντιμετώπιση μεταξύ των αναπληρωτών αποφοίτων τμημάτων ειδικής αγωγής Π61/71 και των αναπληρωτών δασκάλων και νηπιαγωγών με εξειδίκευση στην ΕΑΕ ΠΕ60.50/70.50 ΕΑΕ ανέκαθεν αποτελούσε πάγιο αίτημα του συλλόγου μας. Ένα πρώτο μεγάλο σημαντικό βήμα ισότιμης αντιμετώπισης πραγματοποιήθηκε με την ψήφιση της τροπολογίας του υπ. Παιδείας κυρίου Ν. Φίλη ( ν. 4415/2016). Στην παρούσα υπουργική απόφαση «Για λόγους ισονομίας» σύμφωνα με τις δηλώσεις του νυν Υπ. Παιδείας κύριου Γαβρόγλου επιχειρείται επίσης μία έντιμη εξισορροπητική λύση από πλευράς εργασιακών δικαιωμάτων για όλους τους εργαζόμενους αναπληρωτές στην ειδική εκπαίδευση. Η στάση και οι νομοθετικές πρωτοβουλίες της νυν πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΕΘ αποτελούν ένα αποφασιστικό βήμα προκειμένου να αποκατασταθούν τα εργασιακά δικαιώματα των αναπληρωτών. Πρωτίστως όμως επανέρχεται η ομαλότητα στον τόσο ευαίσθητο χώρο της ειδικής εκπαίδευσης. Παρόλο που δεν επέρχεται η πλήρης εξίσωση μεταξύ των αναπληρωτών στον κύριο πίνακα και παρόλο που οι συνάδελφοι ΠΕ71 & ΠΕ61 συνεχίζουν να προτάσσονται λόγω μορίων, στηρίζουμε κατά βάση την υπουργική απόφαση.Σεβόμενοι τις σπουδές των συναδέλφων ΠΕ71 & ΠΕ61 έχουμε να τονίσουμε ότι κανένα εργασιακό τους δικαίωμα δεν συνθλίβεται από την συγκεκριμένη υπουργική απόφαση, καθώς μοριοδοτεί το πτυχίο τους με περισσότερα μόρια σε σχέση με τα μεταπτυχιακά που αποτελούν ανώτερους ακαδημαϊκούς τίτλους και με αυτό τον τρόπο συνεχίζουν να προτάσσονται. Επίσης δεν μοριοδοτεί καθόλου το βασικό πτυχίο των αναπληρωτών δασκάλων και νηπιαγωγών (70.50/60.50), στο οποίο σημειώνεται ,ότι περιλαμβάνονται μαθήματα ειδικής αγωγής και διαθέτουν άνω των τεσσάρων χρόνων πολυετείς σπουδές. Συγκεκριμένα οι σπουδές αυτές δεν είναι άσχετες ή παρεμφερείς αλλά αντίθετα αποτελούν το βασικό παιδαγωγικό σύστημα μέσα στο οποίο περιλαμβάνεται η ειδική αγωγή. Η γενική παιδαγωγική αποτελεί τη βάση της ειδικής εκπαίδευσης και κατ’ επέκταση η ειδική εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της γενικής εκπαίδευσης και προέκτασή της! Η παρούσα υπουργική απόφαση προσδίδει στους αποφοίτους των τμημάτων Ειδικής αγωγής ΠΑΜΑΚ & ΠΤΕΑ περισσότερα μόρια σε σχέση με τα διδασκαλεία ,δηλαδή όλους τους ήδη προϋπάρχοντες κλάδους ΕΑΕ εδώ και δεκαετίες, στους οποίους ανήκαν αποκλειστικά τα επαγγελματικά δικαιώματα που οι ΠΕ61/71 απέκτησαν μόλις το 2008. Επίσης οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 ( οι οποίοι είναι αριθμητικά σχεδόν ίσοι με τους ΠΕ71 ) και οι νηπιαγωγοί ΠΕ60.50 (οι οποίοι είναι αριθμητικά κατά πολύ περισσότεροι από τις νηπιαγωγούς ΕΑΕ ΠΕ61), διαθέτουν και εκείνοι πολλά χρόνια αναπλήρωσης . Στήριζαν και στηρίζουν την ειδική εκπαίδευση σε όλα τα μέρη της Ελλάδας όπως οι ΠΕ71 & ΠΕ61. Σημειώνεται ακόμη ότι ένας σημαντικός αριθμός μόνιμων δάσκαλων και νηπιαγωγών ΠΕ70 & ΠΕ60 ΕΑΕ που εργάζονται στην ειδική αγωγή έχουν διδακτορικά και μεταπτυχιακά .Κανένας εκπαιδευτικός και κανένα παιδί με αναπηρία ή και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες δεν συνθλίβεται από μία τροπολογία και μία υπουργική απόφαση που προλαμβάνει την απόλυτη παλινδρόμηση του εκπαιδευτικού συστήματος σε παρωχημένα μοντέλα εκπαίδευσης τα οποία αποδεδειγμένα καταπατούν τα δικαιώματά του. Πολύ περισσότερο βάζει τέλος στον εμφύλιο και την ανθρωποφαγία που μεθόδευσαν πολιτικοί παράγοντες και συντεχνιακά συμφέροντα. Ο σκοπός τους ήταν και δεν είναι άλλος από τον αφανισμό από τον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης των προϋπαρχόντων κλάδων δασκάλων και νηπιαγωγών με εξειδίκευση στην ειδική εκπαίδευση ΠΕ60/70 ΕΑΕ . Εκείνοι ήταν που εδώ και δεκαετίες θεμελίωσαν την ειδική εκπαίδευση στην Ελλάδα, αγωνίστηκαν για την δημιουργία τμημάτων ένταξης και ο μεγαλύτερος αριθμός εξειδικεύτηκε με διετής σπουδές στα διδασκαλεία και με έξοδα του κράτους, με υποτροφίες ΙΚΥ ώστε να προσφέρουν τις καλύτερές δυνατόν υπηρεσίες σε ένα σχολείο που κινείται στα πλαίσια της παγκόσμιας φιλοσοφίας, της άρσης των διακρίσεων και της πραγμάτωσης της συμπερίληψης και του ενός σχολείου για όλα τα παιδιά. Ο σύλλογός μας σε αυτή την φιλοσοφία κινείται έως τώρα και θα συνεχίσει να το κάνει . Στηρίζουμε την υπουργική απόφαση για ένα σχολείο για όλους τους εκπαιδευτικούς.Αναφορικά με την μοριοδότηση προτείνουμε τα Διδασκαλεία να λαμβάνουν τα ίδια μόρια με τα μεταπτυχιακά. Επιπρόσθετα σημειώνουμε ότι τα μόρια των κοινωνικών κριτηρίων είναι ιδιαίτερα αυξημένα και η μοριοδότηση θα πρέπει να επανεξεταστεί με προσοχή. Το σύνολο των μορίων των κοινωνικών κριτηρίων καλό θα ήταν να μην ξεπερνούν τα μόρια που αντιστοιχούν στον ανώτερο τίτλο εξειδίκευσης στην ειδική εκπαίδευση.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:52 | Διονύσης

    ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ!!!
    Στήριξη της πρότασης του Υπουργείου. Επιστροφή στη Νομιμότητα!!!

    Αποκατάσταση της άδικης και μεροληπτικής πρόταξης με κριτήρια ισοτιμίας. Πλήρη και ισότιμα εργασιακά δικαιώματα σε βασικό πτυχίο και ειδίκευση όπως γίνεται με τους μονίμους. Αναγνώριση της προσφοράς όλων των αναπληρωτών εκπαιδευτικών ΕΑΕ στη χώρα, χωρίς διακρίσεις και κατάταξη βάσει προϋπηρεσίας. Συνυπογράφω λοιπόν την ανακοίνωση του ΠΣΑΕΠ και στηρίζω την υπουργική απόφαση μέσω της οποίας διασφαλίζονται τα εργασιακά μας δικαιώματα.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:52 | ΝΙΚΟΣ

    Στηρίζουμε την υπουργική απόφαση για την ΕΑΕ. Αιτιολόγηση της στήριξης .
    Η ισότιμη αντιμετώπιση μεταξύ των αναπληρωτών αποφοίτων τμημάτων ειδικής αγωγής Π61/71 και των αναπληρωτών δασκάλων και νηπιαγωγών με εξειδίκευση στην ΕΑΕ ΠΕ60.50/70.50 ΕΑΕ ανέκαθεν αποτελούσε πάγιο αίτημα του συλλόγου μας. Ένα πρώτο μεγάλο σημαντικό βήμα ισότιμης αντιμετώπισης πραγματοποιήθηκε με την ψήφιση της τροπολογίας του υπ. Παιδείας κυρίου Ν. Φίλη ( ν. 4415/2016). Στην παρούσα υπουργική απόφαση «Για λόγους ισονομίας» σύμφωνα με τις δηλώσεις του νυν Υπ. Παιδείας κύριου Γαβρόγλου επιχειρείται επίσης μία έντιμη εξισορροπητική λύση από πλευράς εργασιακών δικαιωμάτων για όλους τους εργαζόμενους αναπληρωτές στην ειδική εκπαίδευση. Η στάση και οι νομοθετικές πρωτοβουλίες της νυν πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΕΘ αποτελούν ένα αποφασιστικό βήμα προκειμένου να αποκατασταθούν τα εργασιακά δικαιώματα των αναπληρωτών. Πρωτίστως όμως επανέρχεται η ομαλότητα στον τόσο ευαίσθητο χώρο της ειδικής εκπαίδευσης. Παρόλο που δεν επέρχεται η πλήρης εξίσωση μεταξύ των αναπληρωτών στον κύριο πίνακα και παρόλο που οι συνάδελφοι ΠΕ71 & ΠΕ61 συνεχίζουν να προτάσσονται λόγω μορίων, στηρίζουμε κατά βάση την υπουργική απόφαση.
    Σεβόμενοι τις σπουδές των συναδέλφων ΠΕ71 & ΠΕ61 έχουμε να τονίσουμε ότι κανένα εργασιακό τους δικαίωμα δεν συνθλίβεται από την συγκεκριμένη υπουργική απόφαση, καθώς μοριοδοτεί το πτυχίο τους με περισσότερα μόρια σε σχέση με τα μεταπτυχιακά που αποτελούν ανώτερους ακαδημαϊκούς τίτλους και με αυτό τον τρόπο συνεχίζουν να προτάσσονται. Επίσης δεν μοριοδοτεί καθόλου το βασικό πτυχίο των αναπληρωτών δασκάλων και νηπιαγωγών (70.50/60.50), στο οποίο σημειώνεται ,ότι περιλαμβάνονται μαθήματα ειδικής αγωγής και διαθέτουν άνω των τεσσάρων χρόνων πολυετείς σπουδές. Συγκεκριμένα οι σπουδές αυτές δεν είναι άσχετες ή παρεμφερείς αλλά αντίθετα αποτελούν το βασικό παιδαγωγικό σύστημα μέσα στο οποίο περιλαμβάνεται η ειδική αγωγή. Η γενική παιδαγωγική αποτελεί τη βάση της ειδικής εκπαίδευσης και κατ’ επέκταση η ειδική εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της γενικής εκπαίδευσης και προέκτασή της! Η παρούσα υπουργική απόφαση προσδίδει στους αποφοίτους των τμημάτων Ειδικής αγωγής ΠΑΜΑΚ & ΠΤΕΑ περισσότερα μόρια σε σχέση με τα διδασκαλεία ,δηλαδή όλους τους ήδη προϋπάρχοντες κλάδους ΕΑΕ εδώ και δεκαετίες, στους οποίους ανήκαν αποκλειστικά τα επαγγελματικά δικαιώματα που οι ΠΕ61/71 απέκτησαν μόλις το 2008. Επίσης οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 ( οι οποίοι είναι αριθμητικά σχεδόν ίσοι με τους ΠΕ71 ) και οι νηπιαγωγοί ΠΕ60.50 (οι οποίοι είναι αριθμητικά κατά πολύ περισσότεροι από τις νηπιαγωγούς ΕΑΕ ΠΕ61), διαθέτουν και εκείνοι πολλά χρόνια αναπλήρωσης . Στήριζαν και στηρίζουν την ειδική εκπαίδευση σε όλα τα μέρη της Ελλάδας όπως οι ΠΕ71 & ΠΕ61. Σημειώνεται ακόμη ότι ένας σημαντικός αριθμός μόνιμων δάσκαλων και νηπιαγωγών ΠΕ70 & ΠΕ60 ΕΑΕ που εργάζονται στην ειδική αγωγή έχουν διδακτορικά και μεταπτυχιακά .
    Κανένας εκπαιδευτικός και κανένα παιδί με αναπηρία ή και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες δεν συνθλίβεται από μία τροπολογία και μία υπουργική απόφαση που προλαμβάνει την απόλυτη παλινδρόμηση του εκπαιδευτικού συστήματος σε παρωχημένα μοντέλα εκπαίδευσης τα οποία αποδεδειγμένα καταπατούν τα δικαιώματά του. Πολύ περισσότερο βάζει τέλος στον εμφύλιο και την ανθρωποφαγία που μεθόδευσαν πολιτικοί παράγοντες και συντεχνιακά συμφέροντα. Ο σκοπός τους ήταν και δεν είναι άλλος από τον αφανισμό από τον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης των προϋπαρχόντων κλάδων δασκάλων και νηπιαγωγών με εξειδίκευση στην ειδική εκπαίδευση ΠΕ60/70 ΕΑΕ . Εκείνοι ήταν που εδώ και δεκαετίες θεμελίωσαν την ειδική εκπαίδευση στην Ελλάδα, αγωνίστηκαν για την δημιουργία τμημάτων ένταξης και ο μεγαλύτερος αριθμός εξειδικεύτηκε με διετής σπουδές στα διδασκαλεία και με έξοδα του κράτους, με υποτροφίες ΙΚΥ ώστε να προσφέρουν τις καλύτερές δυνατόν υπηρεσίες σε ένα σχολείο που κινείται στα πλαίσια της παγκόσμιας φιλοσοφίας, της άρσης των διακρίσεων και της πραγμάτωσης της συμπερίληψης και του ενός σχολείου για όλα τα παιδιά. Ο σύλλογός μας σε αυτή την φιλοσοφία κινείται έως τώρα και θα συνεχίσει να το κάνει . Στηρίζουμε την υπουργική απόφαση για ένα σχολείο για όλους τους εκπαιδευτικούς.
    Αναφορικά με την μοριοδότηση προτείνουμε τα Διδασκαλεία να λαμβάνουν τα ίδια μόρια με τα μεταπτυχιακά. Επιπρόσθετα σημειώνουμε ότι τα μόρια των κοινωνικών κριτηρίων είναι ιδιαίτερα αυξημένα και η μοριοδότηση θα πρέπει να επανεξεταστεί με προσοχή. Το σύνολο των μορίων των κοινωνικών κριτηρίων καλό θα ήταν να μην ξεπερνούν τα μόρια που αντιστοιχούν στον ανώτερο τίτλο εξειδίκευσης στην ειδική εκπαίδευση.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:52 | ΜΑΙΡΗ

    ΣΥΜΦΩΝΩ ΜΕ ΤΑ ΠΑΡΑΚΑΤΩ:

    Θα ήθελα να συγχαρώ το Υπουργείο Παιδείας για τη τροπολογία και επιθυμώ την ΑΜΕΣΗ ΨΗΦΙΣΗ ΤΗΣ καθώς 1) τερματίζει τη λογική της πρόταξης και κατά επέκταση το μονοπώλιο στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση (π.χ. της εργασίας στην ειδική αγωγή της απόκτησης εξειδίκευσης)2) Συμβαδίζει με τα ευρωπαϊκά δεδομένα της απόκτησης πρώτα παιδαγωγικού πτυχίου και ύστερα εξειδίκευσης μέσω μεταπτυχιακού/διδακτορικού προγραμμάτων σπουδών στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση 3) Συμβαδίζει με τα δεδομένα που ισχύουν και για τους μόνιμους συναδέλφους μας. 4) Αίρει την αδικία εις βάρος μιας μερίδας εργαζομένων (κατόχων μεταπτυχιακών/διδακτορικών τίτλων) που είδαν εν μια νυκτί χωρίς επιστημονικά επιχειρήματα (δουλεύουμε σε γενικά σχολεία μέσω ειδικής, πρώτα είμαστε παιδαγωγοί κ.ο.κ.) να χάνονται τα εργασιακά τους δικαιώματα.

    Ωστόσο, παρακαλώ το υπουργείο και τον Διευθυντή της ειδικής αγωγής κ. Κασσιανό να λάβει υπόψη και να ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΕΙ ΚΑΤΑ 1 ΕΣΤΩ ΜΟΝΑΔΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΤΟΣΟ ΤΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΑ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΑ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΜΗΝ ΧΑΘΕΙ Η ΑΞΙΑ ΤΟΥΣ (ΚΑΘΩΣ ΣΕ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΟΠΩΣ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΝ ΣΕ ΛΙΓΟΤΕΡΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΠΑΛΙΑ)!!!

    ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΩΘΕΙ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ, ΤΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΏΝ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΑΔΙΚΟΥΝΤΑΙ.

    ΤΕΛΟΣ, ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΥΠΟΨΗ Ο ΒΑΘΜΟΣ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΘΩΣ ΔΕΙΧΝΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΚΑΠΟΙΟΥ ΣΤΙΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΕΣ ΤΟΥ ΣΠΟΥΔΕΣ (ΤΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑ ΚΙΝΟΥΝΤΑΙ ΠΕΡΙΠΟΥ ΟΛΑ ΣΤΑ ΙΔΙΑ ΕΠΙΠΕΔΑ).

    ΟΧΙ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΙΣΟΒΑΘΜΙΑΣ ΝΑ ΜΕΤΡΑ ΤΟ ΕΤΟΣ ΚΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΤΥΧΙΟΥ ΚΑΤΑΦΩΡΗ ΑΔΙΚΙΑ
    ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΛΟΙΠΟΝ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΠΙΟ ΔΙΚΑΙΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΜΟΡΙΩΝ

    ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΜΟΡΙΟΔΟΤΗΣΗ ΣΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ/ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟ/ΠΤΥΧΙΟ ΕΙΔΙΚΗΣ!!!ΝΑ ΙΣΧΥΣΕΙ ΞΑΝΑ Ο ΒΑΘΜΟΣ ΠΤΥΧΙΟΥ!!!!

  • 3 Απριλίου 2017, 14:52 | Ελίζα

    ΣΤΗΡΙΖΩ την τροπολογία!!

    Πολλά μπράβο στον Υπουργό και στην Διεύθυνση Ειδικής Αγωγής που αποκαθιστά μια τεράστια αδικία.Με τον προηγούμενο νόμο αδικούνταν κατάφωρα άνθρωποι με επιπλέον σπουδές και πολλά χρόνια προϋπηρεσίας!!!
    Ήταν άδικο μετά από τόσα χρόνια προσφοράς να μέναμε άνεργοι μετά από κόπους και σπουδές!
    Σέβομαι τις σπουδές των συναδέλφων ΠΕ71 & ΠΕ61, και θεωρώ ότι κανένα εργασιακό τους δικαίωμα δεν συνθλίβεται από την συγκεκριμένη υπουργική απόφαση, καθώς μοριοδοτεί το πτυχίο τους με περισσότερα μόρια σε σχέση με τα μεταπτυχιακά που αποτελούν ανώτερους ακαδημαϊκούς τίτλους και με αυτό τον τρόπο συνεχίζουν να προτάσσονται. Επίσης δεν μοριοδοτεί καθόλου το βασικό πτυχίο των 70.50/60.50, στο οποίο περιλαμβάνονται μαθήματα ειδικής αγωγής και διαθέτουν άνω των τεσσάρων χρόνων πολυετείς σπουδές.
    Ας μην ξεχνάμε ωστόσο ότι οι σπουδές των 70.50/60.50 αποτελούν το βασικό παιδαγωγικό σύστημα μέσα στο οποίο περιλαμβάνεται η ειδική αγωγή. Η γενική παιδαγωγική αποτελεί τη βάση της ειδικής εκπαίδευσης και κατ’ επέκταση η ειδική εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της γενικής εκπαίδευσης και προέκτασή της!Στη μοριοδότηση πιστεύω ότι τα μόρια των κοινωνικών κριτηρίων είναι ιδιαίτερα αυξημένα και η μοριοδότηση θα πρέπει να επανεξεταστεί με προσοχή. Το σύνολο των μορίων των κοινωνικών κριτηρίων καλό θα ήταν να μην ξεπερνούν τα μόρια που αντιστοιχούν στον ανώτερο τίτλο εξειδίκευσης στην ειδική εκπαίδευση.Καμία πρόταξη, ούτε μεταπτυχιακού ούτε πτυχίου, αλλά ίση μεταχείριση όλων

    ΟΙ ΠΕ70.50/60.50 ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΟΡΑΤΟΙ!!
    Ήρθε η ώρα να μπει ένα τέλος σ’αυτό το μαρτύριο που ζούμε τα τελευταία χρόνια.
    Είμαστε και εμείς άνθρωποι, εκπαιδευτικοί, με γνώσεις κ προϋπηρεσία.
    Επιτέλους ας επέλθει δικαιοσύνη και ισότητα!!

  • 3 Απριλίου 2017, 14:52 | Διονύσης

    ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!!!
    Στήριξη της πρότασης του Υπουργείου. Επιστροφή στη Νομιμότητα!!!
    Επιτέλους αποκατάσταση της τεράστιας αδικίας! Ισοτιμία μεταξύ όλων των αναπληρωτών παιδαγωγών ΕΑΕ. Πλήρη και ισότιμα εργασιακά δικαιώματα σε βασικό πτυχίο και ειδίκευση για τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς 70,5-60,5, ακριβώς όπως ισχύει στους μονίμους 70,5/60,5. Αναγνώριση της προσφοράς όλων των αναπληρωτών εκπαιδευτικών ΕΑΕ στη χώρα, χωρίς διακρίσεις και κατάταξη βάσει προϋπηρεσίας. Συνυπογράφω λοιπόν την ανακοίνωση του ΠΣΑΕΠ και στηρίζω την υπουργική απόφαση μέσω της οποίας διασφαλίζονται τα εργασιακά μας δικαιώματα.

  • 3 Απριλίου 2017, 14:52 | Κατερίνα

    ΣΤΗΡΙΞΗ ΤΗΣ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ!!!

    Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
    Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:

    Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :

    Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
    Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.

    Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:

    •Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.

    •Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
    Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.

    •Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.

    •Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
    προκειμένου
    (α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
    (β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
    Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.

    •Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
    τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.

    •Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
    παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.

    Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
    παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.

    Ειδικότερα :

    Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
    μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).

    Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
    Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).

    Επισημαίνεται ότι:
    Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
    Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.

    Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
    προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;

    Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.

    Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.

    Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
    Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
    Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;

    Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.

    Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
    Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
    Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάσουν;

  • 3 Απριλίου 2017, 14:52 | Παναγιώτα

    ΣΤΗΡΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ

    ΣΑΝΔ ΜΕΑ
    ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΩΝ – ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΜΕ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ – ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ/ΣΧΟΛΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

    Λόγω των πρόσφατων δημοσιεύσεων των συναδέλφων αναπληρωτών ΠΑΜΑΚ και ΠΤΕΑ οι οποίοι επικαλούνται ότι η παρούσα υπουργική απόφαση δεν στηρίζεται σε επιστημονικά επιχειρήματα αισθανόμαστε την ανάγκη να αντικρούσουμε τις όποιες λανθασμένες πληροφορίες .

    Αποδόμηση της αντίθετης επιχειρηματολογίας
    Τα επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα μας είναι τα ακόλουθα:

    Αρχικά πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι :

    Οι ΠΕ71 & ΠΕ61 δεν έχουν επάρκεια να διδάξουν στη γενική εκπαίδευση. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους επιτρέπεται η υποβολή αίτησης στους αντίστοιχους πίνακες αναπληρωτών. Παράδειγμα, εγκύκλιος πρόσληψης αναπληρωτών για το σχολικού έτος 2014 -15 (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ , σελ.9,10).
    Αντίθετα οι κάτοχοι βασικών τίτλων δάσκαλων και νηπιαγωγών έχουν τη δυνατότητα να διδάξουν στις ΣΜΕΑΕ, (σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης), όταν υπάρχει έλλειψη αναπληρωτών ΕΑΕ, και χωρίς καμία επιπλέον εξειδίκευση, (ΑΔΑ:Β3Ξ69-ΣΦΤ, σελ.9,10), γιατί η ειδική αγωγή είναι κομμάτι της γενικής και όχι κάτι άσχετο από τις σπουδές τους. Συνεπώς ο βασικός τίτλος που αποκτάται από τα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής και προσχολικής εκπαίδευσης είναι ισχυρότερος και επαρκέστερος από οποιαδήποτε κατεύθυνση δάσκαλου ή νηπιαγωγού από τα τμήματα ειδικής αγωγής καθώς εξασφαλίζει στον εκπαιδευτικό κινητικότητα ανάμεσα στην γενική εκπαίδευση και στην προέκτασή της την ειδική . Οι έχοντες βασικούς τίτλους δασκάλων και νηπιαγωγών σε συνδυασμό με την απόκτηση ανώτερων ακαδημαϊκών προσόντων όπως μεταπτυχιακά και διδακτορικά αναδεικνύονται ως κατεξοχήν εξειδικευμένοι και κατάλληλοι να διδάξουν στον χώρο της ειδικής εκπαίδευσης.

    Αναλυτικότερα, από την μελέτη των σχετικών ευρωπαϊκών και διεθνών κειμένων προκύπτουν να ακόλουθα συμπεράσματα:

    •Η ειδική παιδαγωγική αποτελεί συνέχεια, προέκταση, της γενικής παιδαγωγικής. Συνεπώς, η εξειδικευμένη γνώση σχετικά με την ειδική παιδαγωγική δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με την στενή έννοια, αλλά ως προέκταση της βασικής παιδαγωγικής γνώσης πάνω στην οποία και κτίζεται2.

    •Κατά συνέπεια, όπως τονίζεται και στα σύγχρονα Διεθνή και Ευρωπαϊκά κείμενα που παρέχουν κατευθύνσεις και παραδείγματα για την εκπαίδευση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ο ειδικός παιδαγωγός δεν αποτελεί ανεξάρτητη επιστημονική και επαγγελματική οντότητα από τον παιδαγωγό. Αντιθέτως, έμφαση δίνεται στην κατάλληλη εκπαίδευση των γενικών παιδαγωγών προκειμένου να ανταποκριθούν στις ανάγκες όλων των μαθητών τους στα πλαίσια του νέου ενταξιακού/συνεκπαιδευτικού σχολείου, ενώ για τους ειδικούς παιδαγωγούς τονίζεται ότι η εκπαίδευση τους στην ειδική αγωγή αποτελεί επιπλέον προσόν το οποίο θα πρέπει να συμπληρώνει τη βασική τους εκπαίδευση στη γενική αγωγή. Συγκριμένα, σύμφωνα με την Διακήρυξης της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων για την Ειδική Αγωγή της UNESCO (1994), η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών στην ειδική εκπαίδευση, η οποία οδηγεί σε επιπλέον προσόντα, θα πρέπει κανονικά να συμπληρώνει την βασική εκπαίδευση και εκπαιδευτική εμπειρία των εκπαιδευτικών στο γενικό σχολείο, είτε με την μορφή ενσωματωμένων στη βασική εκπαίδευση συμπληρωματικών σπουδών είτε με την μορφή συμπληρωματικών σπουδών που έπονται των βασικών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας και η κινητικότητα.
    Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση της UNESCO στο International Conference on Education με θέμα «Inclusive Education: The way of the future» (UNESCO International Bureau of Education, 2009) ξεχωριστές πορείες αρχικής εκπαίδευσης (ειδική-γενική εκπαίδευση) δεν βοηθούν, αλλά η εξειδίκευση των εκπαιδευτικών πρέπει να κτίζεται πάνω σε μία ήδη υπάρχουσα ευρεία βάση γνώσεων και να έπεται της απόκτησης δεξιοτήτων και εκπαιδευτικής εμπειρίας στο γενικό (mainstream) πλαίσιο.

    •Ο ειδικός παιδαγωγός οφείλει να έχει βασική παιδαγωγική εκπαίδευση, επάρκεια για τη γενική τάξη και επιπλέον εξειδίκευση. Το κριτήριο επιλογής εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής δεν μπορεί να είναι το βασικό πτυχίο, καθώς το βασικό πτυχίο είναι προσόν προαπαιτούμενο και ως τέτοιο θα πρέπει να είναι ενιαίο για την κάθε βαθμίδα εκπαίδευσης (Πτυχίο Παιδαγωγικού Προσχολικής ή Δημοτικής Εκπαίδευσης). Ο χαρακτηρισμός «εκπαιδευτικός ΕΑΕ» απορρέει από τα συμπληρωματικά, στον προαπαιτούμενο βασικό παιδαγωγικό τίτλο, προσόντα. Συνεπώς, ο εκτοπισμός των εκπαιδευτικών με βασικές παιδαγωγικές σπουδές (που διαθέτουν επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη) και μεταπτυχιακά/διδακτορικά στην ειδική αγωγή/σχολική ψυχολογία είναι άτοπος, καθώς οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί είναι – σύμφωνα και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα- οι πλέον εξειδικευμένοι για να προσφέρουν υπηρεσίες τόσο σε συνεκπαιδευτικές δομές όσο και δομές ειδικής εκπαίδευσης.

    •Σύμφωνα με την Διακήρυξη της Salamanca και του Πλαισίου Δράσεων, για την Ειδική Αγωγή της UNESCO, η ειδική αγωγή αποτελεί έναν τομέα της παιδαγωγικής που είναι συνυφασμένος και θα πρέπει να συνδέεται στενά με την έρευνα. Η λέξη έρευνα βέβαια δεν περιορίζεται σε στενό ακαδημαϊκό επίπεδο αλλά αφορά τον σχεδιασμό καινοτόμων παρεμβάσεων και την διεξαγωγή έρευνας-δράσης που εστιάζει στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση στρατηγικών και παρεμβάσεων άμεσα συνδεδεμένων με την παιδαγωγική πράξη. Συνεπώς δεξιότητες και γνώσεις που σχετίζονται με την βαθειά κατανόηση και εφαρμογή της ερευνητικής μεθοδολογίας, και οι οποίες αποκτώνται κατεξοχήν μέσα από μεταπτυχιακές/διδακτορικές σπουδές, είναι απαραίτητο εφόδιο του ειδικού παιδαγωγού
    προκειμένου
    (α) να ανταποκριθεί στην δυναμική φύση του αντικειμένου του και
    (β) να μην υποβιβάσει την ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει περιοριζόμενος σε ρόλο εμπειροτέχνη ή τεχνικού της εκπαίδευσης.
    Επομένως το επιχείρημα ότι ένα μεταπτυχιακό ή διδακτορικό είναι απλά μια έρευνα και δεν καθιστά τον δάσκαλο η νηπιαγωγό εξειδικευμένο ειδικό εκπαιδευτικό είναι άτοπο.

    •Στη συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών χωρών δεν υπάρχουν προπτυχιακά
    τμήματα εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, αλλά η εξειδίκευση στην ειδική αγωγή επιτυγχάνεται μέσα από συμπληρωματική στο βασικό παιδαγωγικό πτυχίο επιπλέον εκπαίδευση.

    •Οι πτυχιούχοι με βασικό τίτλο στην ειδική αγωγή εκ των πραγμάτων δεν είναι ειδικοί
    παιδαγωγοί καθώς δεν έχουν την προαπαιτούμενη για εξειδίκευση βασική παιδαγωγική κατάρτιση και επάρκεια για τη γενική αγωγή. Υπενθυμίζεται ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων Ειδικής Αγωγής, δεν έχουν αυξημένη διάρκεια ως προς το βασικό παιδαγωγικό πτυχίο, δεν έχουν ενσωματωμένες τις βασικές γενικές παιδαγωγικές σπουδές και ως εκ τούτου δεν οδηγούν σε επάρκεια διδασκαλίας στη γενική τάξη. Συνεπώς, το βασικό τους πτυχίο και μόνο δεν τους καθιστά εξειδικευμένους παιδαγωγούς.

    Όλα τα ανωτέρω πιστοποιούνται και από τις Εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης των
    παιδαγωγικών τμημάτων ειδικής αγωγής των πανεπιστημίων Μακεδονίας και Θεσσαλίας στις οποίες επισημάνονται η έλλειψη παιδαγωγικών και βασικών προαπαιτούμενων μαθημάτων, η έλλειψη ενταξιακής/συνεκπαιδευτικής φιλοσοφίας, η ανεπαρκής πρακτική άσκηση τόσο σε γενικό, όσο και σε ειδικό πλαίσιο.

    Ειδικότερα :

    Τμήμα ειδικής αγωγής του πανεπιστημίου Θεσσαλίας: Η πρακτική άσκηση και η εμπειρία
    μέσα στην τάξη είναι περιορισμένη καθώς αφορά μόνο το 3ο έτος για γενικά σχολεία και το 4ο έτος για ειδικά σχολεία (Εξωτ. Αξιολ. σ. 9). Στο πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να εισαχθεί μία πιο συμπεριληπτική/συνεκπαιδευτική προσέγγιση (Εξωτ. Αξιολ σ.9). Στην έκθεση αφού γίνεται μία σύντομη ανάλυση της φιλοσοφίας της συμπεριληπτικής – συνεκπαιδευτικής προσέγγισης, ως μία διαδικασία που δεν περιορίζεται στην απλή τοποθέτηση των παιδιών που έχουν χαρακτηριστεί ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό πλαίσιο αλλά ως μία διαδικασία που βασικό σκοπό έχει την δημιουργία ενός σχολείο για όλους, προτείνεται ότι το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος ειδικής αγωγής θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη προσοχή σε συγκεκριμένα θεωρητικά και φιλοσοφικά ζητήματα που αφορούν την διαφορετικότητα και το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ειδικής αγωγής (Εξωτ. Αξιολ σ.9-10). Σύμφωνα με την ίδια έκθεση τα μαθήματα παιδαγωγικής είναι περιορισμένα, ενώ ανεπαρκή είναι και τα μαθήματα θεατρικής, αισθητικής και μουσικής αγωγής και λογοτεχνίας (Εξωτ. Αξιολ σ.10).

    Τμήμα κοινωνικής και εκπαιδευτικής πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας:
    Παρατηρείται απουσία βασικών μαθημάτων από το πρώτο έτος σπουδών που αποτελούν προϋπόθεση για την διδασκαλία εξειδικευμένων μαθημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Βασικά προβλήματα εντοπίζονται στην επιλογή των διδασκόμενων μαθημάτων καθώς και στην επάρκεια και καταλληλότητα της πρακτικής άσκησης των μελλοντικών αποφοίτων των δύο τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6). Επιπλέον, όσον αφορά την καταλληλότητα των διδασκόμενων αντικειμένων, επισημαίνεται ότι η επιλογή των αντικειμένων δίνει την εντύπωση ότι γίνεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στα περιορισμένα ενδιαφέροντα των διδασκόντων παρά στις ανάγκες των τμημάτων (Εξωτ. Αξιολ σ.6).

    Επισημαίνεται ότι:
    Το τμήμα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, δεν είναι καν παιδαγωγικό.
    Το τμήμα ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μέσα από κοινό πρόγραμμα σπουδών εκπαιδεύει δασκάλους και νηπιαγωγούς σε αντίθεση με ότι ισχύει στα υπόλοιπα παιδαγωγικά τμήματα της Ελλάδας.

    Σύμφωνα με την προτεινόμενη πρακτική από ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς
    προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευση είναι απαραίτητο να υπάρχουν τεκμηριωμένες ενδείξεις, δηλαδή στοιχεία που να στηρίζονται σε σχετική συστηματική έρευνα, της αποτελεσματικότητας της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών. Δεδομένου ότι σύμφωνα με την σχετική βιβλιογραφία ο διαχωρισμός της αρχικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών σε γενική και ειδική κατεύθυνση, αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη καθώς είναι επιστημονικά παράδοξος και δημιουργεί εμπόδια στην πρόσβαση όλων των μαθητών σε ισότιμες εκπαιδευτικές εμπειρίες, η εξ ορισμού πρόταξη πτυχιούχων με βασικό πτυχίο στην ειδική αγωγή και κατεύθυνση (αντί επάρκειας) νηπιαγωγού ή δασκάλου έναντι νηπιαγωγών και δασκάλων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εξειδικευμένων στην ειδική αγωγή θα έπρεπε να στηρίζεται σε αδιάσειστα ερευνητικά ευρήματα για την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία εκπαίδευσης. Τα ερευνητικά αυτά ευρήματα είναι ανύπαρκτα. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παρουσία του παιδαγωγικού τμήματος ειδικής αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον πίνακα αναπληρωτών νηπιαγωγών ΕΑΕ μέχρι στιγμής είναι 52 άτομα (χρόνος αποφοίτησης 1998 -2016). Με ποιόν τρόπο τεκμηριώνεται η αποτελεσματικότητα και η σχέση του προγράμματος αυτού του τμήματος με την ποιότητα της παρεχόμενης στους μαθητές εκπαίδευσης, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιβάλλεται η πρόταξή των αποφοίτων του έναντι άλλων πιο εκπαιδευμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών; Ο αριθμός 52 και μόνο καταδεικνύει σημαντική έλλειψη εμπειρίας από πλευράς του εν λόγω τμήματος έως και υπολειτουργία του. Με ποια λογική οι συνάδελφοι ΠΕ61 θεωρείται ότι πρέπει να προτάσσονται όταν το σύνολο της προσχολικής αγωγής στην ΕΑΕ αναπληρώνεται από νηπιαγωγούς ΠΕ60.50;

    Τα παραπάνω συνιστούν ένα προβληματικό πτυχίο που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται σε αυτό του κατεξοχήν εξειδικευμένου. Παρόλα αυτά προωθείται να προτάσσεται έναντι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.

    Είναι απορίας άξιο πως οι ΠΕ61/71 μπαίνουν σε ενταξιακές δομές (π.χ. τμήματα ένταξης, παράλληλη στήριξη) ακόμη και στα ΚΕΔΔΥ χωρίς μάλιστα να έχουν τα κατάλληλα παιδαγωγικά πτυχία ( βασικό πτυχίο δασκάλου – νηπιαγωγού από τα πανεπιστημιακά παιδαγωγικά τμήματα), προαπαιτούμενα για την αντιμετώπιση των δυσκολιών των μαθητών και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στα πλαίσια της γενικής τάξης στην οποία καλούνται να υποστηρίξουν /εντάξουν τους μαθητές με ιδιαιτερότητες.

    Συχνά αναφέρεται ότι οι απόφοιτοι τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονται χρόνια την ειδική αγωγή και δεν τους δίνεται το δικαίωμα μόνιμου διορισμού στην εκπαίδευση. Το συγκεκριμένο επιχείρημα όχι μόνο δεν τεκμηριώνει την ορθότητα της πρόταξης των συγκεκριμένων αποφοίτων έναντι εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών) αλλά εγείρει σειρά ερωτημάτων σχετικά με την καταλληλότητα των αποφάσεων που τους επέτρεψαν να συγκεντρώσουν προϋπηρεσία εκπαιδευτικού στον ευαίσθητο χώρο της ειδικής αγωγής. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι και το 2008 οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής εργάζονταν σε ειδικές και ενταξιακές δομές χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, αν και αυτή ήταν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσληψη σε θέση εκπαιδευτικού τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη και αν παραβλεφθούν η έλλειψη επιστημονικής στήριξης της αναγνώρισης ενός κλάδου εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής που δεν έχουν επάρκεια για την γενική τάξη και η μεθοδολογική ασυμβατότητα της απόφασης αυτής με το ενταξιακό μοντέλο, δεν δικαιολογείται η πρόταξη αποφοίτων χωρίς ουσιαστική παιδαγωγική επάρκεια έναντι απόλυτα εξειδικευμένων σε μεταπτυχιακό επίπεδο εκπαιδευτικών (δασκάλων και νηπιαγωγών). Υπενθυμίζουμε ότι ο νόμος 3699, χωρίς καμία προϋπόθεση, αναγνώρισε αναδρομικά παιδαγωγική επάρκεια σε πτυχιούχους που μέχρι και το 2008 το πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησαν δεν την δικαιολογούσε.
    Εν τέλει το πρόβλημα της αδιοριστίας των συγκεκριμένων αποφοίτων είναι άμεση απόρροια της δυσαρμονίας ανάμεσα στην ανάγκη υιοθέτησης ενταξιακής πολιτικής και την ύπαρξη προπτυχιακών τμημάτων ειδικής αγωγής.
    Με ποια λογική λοιπόν θεωρείται δίκαιο η ευθύνη για την επίλυση του προβλήματος αυτού να μετακυλήσει σε εκπαιδευτικούς που έχοντας αποκτήσει το βασικό παιδαγωγικό τους πτυχίο επέλεξαν να εξειδικευτούν μέσα από μεταπτυχιακά προγράμματα ειδικής αγωγής/σχολικής ψυχολογίας στην εκπαίδευση μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες/αναπηρία, ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα οι απόφοιτοι των τμημάτων ειδικής αγωγής, είτε δεν είχαν αποφοιτήσει ακόμη, είτε έχοντας μόλις αποφοιτήσει εργάζονταν σε δομές ειδικής αγωγής και συνεκπαίδευσης χωρίς να έχουν παιδαγωγική επάρκεια; Πώς λοιπόν ο ισχυρισμός ότι είναι άδικο ο κάτοχος μεταπτυχιακού με μηδενική προϋπηρεσία να προτάσσεται του αποφοίτου ειδικής αγωγής, δικαιολογεί την πρόταξη του αποφοίτου ειδικής αγωγής χωρίς προϋπηρεσία, ή με προϋπηρεσία που αποκτήθηκε χωρίς παιδαγωγική επάρκεια, έναντι νηπιαγωγού ή δασκάλου κατόχου μεταπτυχιακού τίτλου με προϋπηρεσία ακόμη και μεγαλύτερη των 10 χρόνων;

    Ο τρόπος απόκτησης των μεταπτυχιακών τίτλων και η ποιότητά τους έχει αποτελέσει ένα βασικό σημείο της επιχειρηματολογίας των Συλλόγων Αποφοίτων Τμημάτων Ειδικής Αγωγής αλλά και των συντακτών του σχεδίου νόμου. Υπενθυμίζουμε ότι όλα τα μεταπτυχιακά του εξωτερικού περνούν από διαδικασία αναγνώρισης από συγκεκριμένο φορέα ο οποίος εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας. Οποιεσδήποτε υποψίες για μεταπτυχιακά που αποκτήθηκαν με αθέμιτες διαδικασίες, και ως εκ τούτου τα προσόντα των κατόχων τους δεν ανταποκρίνονται σε αυτά του επιπέδου του τίτλου σπουδών τους, θα έπρεπε να κινητοποιήσουν μηχανισμούς επίσημης διερεύνησης και τεκμηριωμένης καταγραφής του θέματος, προκειμένου να γίνουν όλες οι απαραίτητες διορθώσεις στα κριτήρια αναγνώρισης των τίτλων σπουδών. Κάθε άλλη αναφορά τέτοιου είδους, δεν είναι επιχείρημα αλλά δυσφήμιση και συκοφαντία.

    Σύμφωνα με όλα όσα αναδείξαμε παραπάνω η παρούσα υπουργική απόφαση είναι συνέχεια του ν. 4415/2016 και κινείται στη φιλοσοφία και το επιστημονικό πλαίσιο της ΕΑΕ . Έρχεται να ισορροπήσει τις ομάδες εργαζομένων εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ και όχι να εξισώσει επιστημονικούς τίτλους.
    Συμβιβαστικά την υποστηρίζουμε διότι θεωρούμε ότι είναι επιστημονικά παράδοξο να εξισώνονται μεταπτυχιακά διδακτορικά με βασικά πτυχία ΕΑΕ. Κλείνοντας διερωτώμεθα, η εμμονή των συναδέλφων ΣΑΤΕΑ να συνεχίσει να ισχύει η υπουργική απόφαση με αριθ. 128005/Δ2/08-08-2014(ΦΕΚ 2217/23.08.2014 Τ.Β’) του κυρίου Α. Λοβέρδου, η οποία δεν στηρίζεται σε ψηφισμένο νόμο αλλά σε σχέδιο νόμου που δεν ψηφίστηκε ποτέ, ποιας ομάδας τα συμφέροντα εξυπηρετεί; Κατά αυτόν τον τρόπο αντιλαμβάνονται οι συνάδελφοι την ισονομία;
    Όσο για την διατήρηση των Πανεπιστημιακών τμημάτων τους είναι υπόθεση ακαδημαϊκή και η ακαδημαϊκή κοινότητα θα πρέπει να δώσει λύση. Σε καμία περίπτωση υπαίτιοι για τη λειτουργία των τμημάτων δεν είναι οι αναπληρωτές ΠΕ70.50 & ΠΕ60.50 και όλοι όσοι είχαν κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα στην ΕΑΕ εδώ και χρόνια. Τι θέλουν να πουν οι συνάδελφοι με αυτό; Κάθε φορά που θα γίνεται ένα νέο Πανεπιστημιακό Τμήμα όλοι όσοι έχουν πρωτύτερα κατοχυρώσει επαγγελματικά δικαιώματα θα τα χάνουν;