Άρθρο 25 – Υποχρέωση τήρησης μέτρων ασφαλείας από τους φορείς άσκησης οικονομικής δραστηριότητας -Αντικατάσταση παρ. 9 και 11 άρθρου 12 ν. 1481/1984

1. Η παρ. 9 του άρθρου 12 του ν. 1481/1984 (Α΄ 152), αντικαθίσταται ως εξής:
«9. Όλα τα πιστωτικά ιδρύματα και οι λοιποί πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4537/2018 (Α΄84), οι δημόσιες υπηρεσίες, οι υπηρεσίες νομικών προσώπων δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου του δημοσίου τομέα που λόγω της φύσης των δραστηριοτήτων που ασκούν μπορούν να αποτελέσουν στόχο εγκληματικής ενέργειας, τηρούν όρους ασφαλείας αναφορικά με τη λειτουργία των καταστημάτων, υποκαταστημάτων και Αυτόματων Ταμειολογιστικών Μηχανών (Α.Τ.Μ.) τους. Οι συγκεκριμένοι όροι ασφαλείας καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη. Το σχετικό πιστοποιητικό τήρησης των κατά περίπτωση προβλεπόμενων όρων ασφαλείας χορηγούν οι Διευθύνσεις Ασφαλείας Αττικής και Θεσσαλονίκης για την περιοχή ευθύνης τους και οι κατά τόπο Διευθύνσεις Αστυνομίας για τη λοιπή επικράτεια».
2. Η παρ. 11 του άρθρου 12 του ν. 1481/1984 αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Οι παραβάσεις των όρων ασφαλείας του δεύτερου εδαφίου της παρ. 9, τιμωρούνται με πρόστιμο από τριάντα χιλιάδες (30.000) έως διακόσιες σαράντα χιλιάδες (240.000) ευρώ που επιβάλλεται σε βάρος της περιουσίας του νομικού προσώπου που διαχειρίζεται το κατάστημα, υποκατάστημα ή Α.Τ.Μ., στο οποίο διαπιστώθηκε η παράβαση των μέτρων ασφαλείας και με προσωρινή, μέχρι έξι (6) μήνες, αφαίρεση του πιστοποιητικού ασφαλείας του παραπάνω καταστήματος ή με οριστική αφαίρεση του ίδιου πιστοποιητικού σε περίπτωση υποτροπής.
β. Οι παραπάνω κυρώσεις επιβάλλονται με αιτιολογημένη απόφαση του Γενικού Αστυνομικού Διευθυντή Αττικής ή Θεσσαλονίκης για την περιοχή ευθύνης τους και για τη λοιπή επικράτεια, του Διευθυντή Αστυνομίας στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το κατάστημα, υποκατάστημα ή Α.Τ.Μ., όπου διαπιστώθηκε η παράβαση.
γ. Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται προσφυγή από τον νόμιμο εκπρόσωπο του νομικού προσώπου που διαχειρίζεται το κατάστημα, υποκατάστημα ή Α.Τ.Μ. όπου διαπιστώθηκε η παράβαση, επί ποινή απαραδέκτου εντός αποκλειστικής προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίηση της προσβαλλομένης απόφασης. Η παραπάνω προσφυγή κατατίθεται στη Διεύθυνση Δημόσιας Ασφάλειας του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας και για αυτήν αποφαίνεται ο Προϊστάμενος του Κλάδου Ασφάλειας του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας, εντός δύο (2) μηνών από την επόμενη της κατάθεσής της. Η άσκηση της προσφυγής αναστέλλει την εκτέλεση της προσβαλλομένης απόφασης.»