Σχέδιο Δράσης OGP OGP

Άρθρο πέμπτο – Μεταβατικές διατάξεις

1. Από την έναρξη ισχύος των νέων οργανικών διατάξεων των φορέων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα οικεία Προεδρικά Διατάγματα, που εκδίδονται για πρώτη φορά κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 54 του ν. 4178/2013 και της παρ. 4 του άρθρου 35 του ν. 4024/2011:

α) Παύει αυτοδικαίως η άσκηση καθηκόντων ευθύνης των προϊσταμένων οργανικών μονάδων των δημοσίων υπηρεσιών και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου είτε αυτοί έχουν επιλεγεί με βάση τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα είτε με βάση ειδικές διατάξεις, καθώς επίσης παύει και η άσκηση καθηκόντων με αναπλήρωση.

β) Με απόφαση του οικείου υπουργού ή του αρμόδιου για τοποθέτηση προϊσταμένων οργάνου τοποθετούνται εντός δεκαπέντε (15) ημερών προϊστάμενοι στις νέες οργανικές μονάδες που προβλέπονται στις οικείες οργανικές διατάξεις των δημοσίων υπηρεσιών και ν.π.δ.δ., υπάλληλοι, οι οποίοι επιλέγονται κατά προτεραιότητα από τους Προϊσταμένους που υπηρετούν στον οικείο φορέα και ασκούσαν καθήκοντα προϊσταμένου του ίδιου επιπέδου κατόπιν επιλογής κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος των οικείων Π.Δ., υπό την προϋπόθεση ότι ανήκουν στον κλάδο προϊσταμένων που προβλέπεται στις οικείες οργανικές διατάξεις. Κατ΄ εξαίρεση, ο οικείος υπουργός ή το αρμόδιο για τοποθέτηση προϊσταμένων όργανο δύναται κατόπιν αιτιολογημένης απόφασής του για λόγους που ανάγονται στην εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία της υπηρεσίας να τοποθετήσει ως προϊσταμένους στις νέες οργανικές μονάδες υπαλλήλους που κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος των οικείων Π.Δ. υπηρετούν στον οικείο φορέα και ασκούσαν καθήκοντα προϊσταμένου του ίδιου επιπέδου στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων περί αναπλήρωσης προϊσταμένων. Η ανωτέρω τοποθέτηση προϊσταμένων λήγει αυτοδικαίως με την επιλογή και τοποθέτηση προϊσταμένων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος για τις αντίστοιχες θέσεις. Οι υπάλληλοι που τοποθετούνται μεταβατικά προϊστάμενοι μέχρι την επιλογή και τοποθέτηση των νέων προϊσταμένων διατηρούν το βαθμολογικό και μισθολογικό καθεστώς που είχαν κατά την ημερομηνία λήξης της θητείας τους. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους αυτής λαμβάνουν τα προβλεπόμενο επίδομα προϊσταμένου για την αντίστοιχη θέση ευθύνης.

2. Οι προϊστάμενοι των δημοσίων υπηρεσιών και των ν.π.δ.δ. που υπηρετούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου συνεχίζουν να ασκούν τα καθήκοντά τους μέχρι την έναρξη ισχύος των οικείων οργανικών διατάξεων, όπως προβλέπονται στα οικεία Προεδρικά Διατάγματα που εκδίδονται για πρώτη φορά σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 54 του ν. 4178/2013 και της παρ. 4 του άρθρου 35 του ν. 4024/2011.

3. α) Όσοι Προϊστάμενοι Γενικής Διεύθυνσης, οι οποίοι είχαν επιλεγεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα προ της αντικατάστασής τους με τις διατάξεις του παρόντος ή βάσει ειδικών διατάξεων, δεν τοποθετηθούν προϊστάμενοι αντίστοιχου επιπέδου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περ. β της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, αποσπώνται, κατόπιν αιτήσεώς τους και κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων, ως Επιθεωρητές-Ελεγκτές στο Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης. Η απόσπαση διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Στην ανωτέρω περίπτωση ο υπάλληλος διατηρεί το βαθμό και τον πλεονάζοντα χρόνο που κατείχε ως προϊστάμενος.
β) Όσοι Προϊστάμενοι Διεύθυνσης, οι οποίοι είχαν επιλεγεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα προ της αντικατάστασής τους με τις διατάξεις του παρόντος ή βάσει ειδικών διατάξεων, δεν τοποθετηθούν προϊστάμενοι αντίστοιχου επιπέδου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περ. β της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, δύνανται, κατόπιν αιτήσεώς τους και κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων περί στελέχωσης των ελεγκτικών υπηρεσιών, να αποσπαστούν ή να μετακινηθούν κατά προτεραιότητα σε ελεγκτικά σώματα ή σώματα επιθεώρησης, που υπάγονται στον οικείο Υπουργό ή εποπτεύονται από το οικείο Υπουργείο ή σε άλλα ελεγκτικά σώματα ή σώματα επιθεώρησης. Η απόσπαση διενεργείται με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και του καθ΄ ύλην αρμόδιου Υπουργού. Στην ανωτέρω περίπτωση ο υπάλληλος διατηρεί το βαθμό και τον πλεονάζοντα χρόνο που κατείχε ως προϊστάμενος.

4. Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια, ιδίως υπηρεσιακή και μισθολογική κατάσταση, αξιολόγηση, αρμοδιότητες, καθήκοντα, διάρκεια της απόσπασης, δυνατότητα ανανέωσης της απόσπασης των υπαλλήλων που αποσπώνται στα ελεγκτικά σώματα κατά τις διατάξεις της παρ. 3 του παρόντος άρθρου.

5. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου όσοι υπάλληλοι έχουν επιλεγεί προϊστάμενοι σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου πέμπτου του ν. 3839/2010 και του Υπαλληλικού Κώδικα, προ της τροποποίησής του με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και έχουν καταταχθεί σε βαθμό σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 10 του ν. 4024/2011, μετά την καθ΄οιονδήποτε τρόπο παύση άσκησης των καθηκόντων ευθύνης αυτών, κατατάσσονται σε βαθμό σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της παραγράφου 8γ του άρθρου 86 του Υπαλληλικού Κώδικα, με την επιφύλαξη των διατάξεων των παρ. 3 και 4 του παρόντος άρθρου.

6. Από την έναρξη ισχύος των νέων οργανικών διατάξεων των φορέων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα οικεία Προεδρικά Διατάγματα που εκδίδονται για πρώτη φορά κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 54 του ν.4178/2013 και της παρ. 4 του άρθρου 35 του ν. 4024/2011:

α) Λήγει αυτοδικαίως η θητεία των μελών, εκτός των αιρετών εκπροσώπων, των Υπηρεσιακών Συμβουλίων των δημοσίων υπηρεσιών και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που συγκροτήθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου πέμπτου του ν.3839/2010.

β) Συγκροτούνται με απόφαση του καθ΄ύλην αρμοδίου οργάνου υπηρεσιακά Συμβούλια μέσα σε τριάντα (30) ημέρες, τα οποία είναι πενταμελή και αποτελούνται από:

i) Τρεις (3) μόνιμους υπαλλήλους, οι οποίοι λαμβάνονται μεταξύ των υπαλλήλων που έχουν τοποθετηθεί ως Προϊστάμενοι Διεύθυνσης σύμφωνα με την περ. β της παρ. 1 του παρόντος άρθρου και έχουν τον περισσότερο χρόνο άσκησης καθηκόντων προϊσταμένου Διεύθυνσης, υπάγονται στην αρμοδιότητα του Υπηρεσιακού Συμβουλίου και υπηρετούν στην έδρα του ή στο Νομό Αττικής, για τα Υπηρεσιακά Συμβούλια που εδρεύουν στο νομό αυτόν. Αν δεν υπάρχουν ή δεν επαρκούν υπάλληλοι της οικείας υπηρεσίας με τις προαναφερόμενες προϋποθέσεις για να οριστούν μέλη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου, ορίζονται υπάλληλοι από άλλη δημόσια υπηρεσία ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που πληρούν τις προϋποθέσεις αυτές. Αν ο αριθμός των υπηρετούντων στην έδρα του Υπηρεσιακού Συμβουλίου δεν επαρκεί για τη συγκρότηση του, ορίζονται υπάλληλοι που υπηρετούν εκτός της έδρας του νομού αυτού, που πληρούν τις προϋποθέσεις.

ii) Δύο (2) αιρετούς εκπροσώπους των υπαλλήλων με βαθμό τουλάχιστον Δ΄ των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ.

iii) Τα υπό στοιχείο (i) μέλη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου με τους αναπληρωτές τους ορίζονται με απόφαση του οικείου Υπουργού ή του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή του διοικητικού συμβουλίου του Ν.Π.Δ.Δ.

iv) H θητεία των υπό στοιχείο (i) μελών του Υπηρεσιακού Συμβουλίου που συγκροτείται με τις διατάξεις της περ. β’ της παρ. 6 του παρόντος άρθρου λήγει με την τοποθέτηση Προϊσταμένων Διευθύνσεων που επιλέγονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου πρώτου και δεύτερου του παρόντος νόμου, οπότε και συγκροτούνται τα Υπηρεσιακά Συμβούλια του άρθρου 159 του Υπαλληλικού Κώδικα.

γ) Τα υπηρεσιακά συμβούλια που συγκροτήθηκαν μεταβατικά με τις διατάξεις του άρθρου πέμπτου του ν. 3839/2010 συνεχίζουν να λειτουργούν μέχρι τη συγκρότηση των Υπηρεσιακών Συμβουλίων της περ. β της παρ. 6 του παρόντος άρθρου. Εφόσον κατά την δημοσίευση του παρόντος τα υπηρεσιακά συμβούλια αυτά λειτουργούν με ελλιπή σύνθεση, τα μέλη που εκλείπουν για οποιοδήποτε λόγο, συμπληρώνονται από μόνιμους υπαλλήλους που ασκούν νομίμως τα καθήκοντα Προϊσταμένου Διεύθυνσης κατά τα οριζόμενα στην παρ. β(i) του παρόντος άρθρου.

7. Από την έναρξη ισχύος των οργανικών διατάξεων, όπως προβλέπονται στα οικεία Προεδρικά Διατάγματα που εκδίδονται για πρώτη φορά σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 54 του ν. 4178/2013 και της παρ. 4 του άρθρου 35 του ν. 4024/2011:
α) Εκδίδεται το αργότερο μέσα σε δύο (2) μήνες η απόφαση – προκήρυξη πλήρωσης θέσεων των Προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων Οικονομικών Υπηρεσιών ή και Διοικητικών Υπηρεσιών ή και Πληροφορικής των Υπουργείων κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις των άρθρων 84, 85 και 86. Κατ’ εξαίρεση η προκήρυξη αυτή δύναται να εκδοθεί και προ της έναρξης ισχύος των σχετικών προεδρικών διαταγμάτων υπό τον όρο ότι οι προκηρυσσόμενες θέσεις προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων Οικονομικών ή/και Διοικητικών Υπηρεσιών και Πληροφορικής προβλέπονται και έχουν κυρωθεί με απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Μεταρρύθμισης.
β) Τίθεται αποκλειστική προθεσμία (20) ημερών για την υποβολή υποψηφιοτήτων σύμφωνα με τα οριζόμενα στην οικεία προκήρυξη της προηγούμενης παραγράφου.
γ) Οι προϊστάμενοι Γενικής Διεύθυνσης που επιλέγονται κατά τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου και τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα ορίζονται μέλη των οικείων ΕΙ.Σ.Ε.Π. και του Κ.ΕΙ.Σ.Ε.Π. .
δ) Ακολούθως προκηρύσσονται οι λοιπές θέσεις προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων και με το πέρας της διαδικασίας αυτής, προκηρύσσονται οι θέσεις των Προϊστάμενων Διευθύνσεων και ακολούθως οι θέσεις των Προϊσταμένων Τμημάτων.
ε) Όλοι οι προϊστάμενοι Γενικής Διεύθυνσης και Διεύθυνσης που επιλέγονται με τις διατάξεις του παρόντος, πιστοποιούνται για την ικανότητά τους να διεξάγουν δομημένη συνέντευξη κατά τα οριζόμενα στις σχετικές διατάξεις του παρόντος νόμου, κατόπιν σχετικής επιμόρφωσής τους που διεξάγεται από το Ε.Κ.Δ.Δ.Α., κατόπιν ενημέρωσής του από το αρμόδιο ΕΙ.Σ.Ε.Π.

8. Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου για την επιλογή των Προϊσταμένων των Γενικών Διευθύνσεων της περ. α της παρ. 7 του παρόντος άρθρου μεταβατικά:

8.1. Το Κ.ΕΙ.Σ.Ε.Π. που ορίζεται στο άρθρο 158 του παρόντος συνιστάται στο Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης με έδρα το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, είναι πενταμελές και αποτελείται από:
α) έναν (1) Αντιπρόεδρο του ΑΣΕΠ ως Πρόεδρο με τον αναπληρωτή του και δύο (2) μέλη του ΑΣΕΠ με τους αναπληρωτές τους. Ο Πρόεδρος με τον αναπληρωτή του και τα μέλη με τους αναπληρωτές τους υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο του ΑΣΕΠ.
β) έναν (1) Βοηθό Συνήγορο του Πολίτη που υποδεικνύεται από το Συνήγορο του Πολίτη με τον αναπληρωτή του, επίσης Βοηθό Συνήγορο του Πολίτη.
γ) Έναν ιδιώτη – εμπειρογνώμονα με εμπειρία σε θέματα διοίκησης ανθρώπινου δυναμικού ή/και οικονομικά, ή/και ΤΠΕ που υποδεικνύεται με τον αναπληρωτή του από τον Πρόεδρο του ΑΣΕΠ από το μητρώο που τηρείται στο ΑΣΕΠ κατά τα οριζόμενα στις περ. 1.2 και 1.3. της παρ. 1 του άρθρου 157.
8.2. Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης ορίζονται τα μέλη του μεταβατικού Κ.ΕΙ.Σ.Ε.Π. με τους αναπληρωτές τους, καθώς και ο γραμματέας του Συμβουλίου με τον αναπληρωτή του, υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.

8.3 Η θητεία των μελών του ανωτέρω συλλογικού οργάνου λήγει με την ολοκλήρωση του έργου του, ήτοι την επιλογή Προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων Οικονομικών και Διοικητικών Υπηρεσιών ή και Πληροφορικής.

8.4 Το Κεντρικό Συμβούλιο Συνέντευξης Προϊσταμένων που ορίζεται στο άρθρο 158 συνιστάται στο ΥΔΜΗΔ με έδρα το ΥΔΜΗΔ, είναι τετραμελές και συγκροτείται από:
α) Δύο (2) μέλη του ΑΣΕΠ με τους αναπληρωτές τους, εκ των οποίων ο ένας ορίζεται Πρόεδρος, οι οποίοι υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο του ΑΣΕΠ.
β) έναν (1) Βοηθό Συνήγορο του Πολίτη που υποδεικνύεται από το Συνήγορο του Πολίτη με τον αναπληρωτή του, επίσης Βοηθό Συνήγορο του Πολίτη.
γ) Έναν ιδιώτη – εμπειρογνώμονα με εμπειρία σε θέματα διοίκησης ανθρώπινου δυναμικού ή/και οικονομικά ή /και ΤΠΕ που υποδεικνύεται με τον αναπληρωτή του από τον Πρόεδρο του ΑΣΕΠ από το μητρώο που τηρείται στο ΑΣΕΠ κατά τα οριζόμενα στις περ. 1.2 και 1.3. της παρ. 1 του άρθρου 157 και οποίοι απαραιτήτως θα πρέπει πριν από τον ορισμό τους να έχουν επιμορφωθεί και πιστοποιηθεί από το ΕΚΔΔΑ για την ικανότητά τους να διεξάγουν δομημένη συνέντευξη.
8.5. Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ορίζονται τα μέλη του μεταβατικού Κεντρικού Συμβουλίου Συνέντευξης Προϊσταμένων, με τους αναπληρωτές τους, οι οποίοι θα πρέπει να έχουν την ίδια ιδιότητα με τα τακτικά μέλη καθώς και ο γραμματέας του Συμβουλίου με τον αναπληρωτή του, υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.

8.6. Το μεταβατικό Κεντρικό Συμβούλιο Συνέντευξης Προϊσταμένων δύναται να λειτουργεί και σε τμήματα και δύναται να καλεί τους υποψηφίους για συνέντευξη κατά ομάδες, ανάλογα με τον αριθμό των υποψηφίων και τη δήλωση ενδιαφέροντός τους. Τα ανωτέρω θα προβλέπονται ρητώς στην απόφαση σύστασης του εν λόγω Συμβουλίου.

8.7. Η θητεία των μελών του ανωτέρω συλλογικού οργάνου λήγει με την ολοκλήρωση του έργου του ήτοι με την επιλογή Προϊσταμένων Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών ή και Διοικητικών Υπηρεσιών ή και Πληροφορικής.

9. Αρμοδιότητα των μεταβατικών Συμβουλίων της παρ. 8 του παρόντος άρθρου είναι η επιλογή Προϊσταμένων Γενικών Διευθύνσεων Οικονομικών ή/και Διοικητικών Υπηρεσιών και Πληροφορικής των Υπουργείων κατά την πρώτη εφαρμογή του συστήματος επιλογής που ορίζεται με τα άρθρα 84, 85 και 86, οπότε και στελεχώνονται τα πάγια αντίστοιχα συλλογικά όργανα των άρθρων 157 και 158 του Υπαλληλικού Κώδικα. Κατά την πρώτη εφαρμογή, η συγκρότηση των προαναφερόμενων παγίων Συμβουλίων των άρθρων 157 και 158 του Υπαλληλικού Κώδικα θα αποτελείται μόνο από τακτικά μέλη και τα αναπληρωματικά θα συμπληρωθούν κατόπιν της επιλογής τους από τα αρμόδια Συμβούλια.

10. Ο πρόεδρος και τα μέλη του μεταβατικού Κεντρικού Συμβουλίου Συνέντευξης Προϊστάμενων του παρόντος άρθρου, θα πρέπει προκειμένου να οριστούν στο Συμβούλιο αυτό, να έχουν προηγουμένως επιμορφωθεί και πιστοποιηθεί από το Ε.Κ.Δ.Δ.Α. για την δυνατότητά τους να διεξάγουν δομημένη συνέντευξη.

11. Τα Συμβούλια που συγκροτούνται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου μπορούν να συνεδριάζουν και στην έδρα του Α.Σ.Ε.Π.

  • 23 Μαΐου 2014, 12:42 | ΣΕΡ.

    Με τις διατάξεις του σχεδίου νόμου «Τροποποίηση διατάξεων του υπαλληλικού κώδικα (Ν. 3528/2007) περί επιλογής Προϊσταμένων οργανικών μονάδων και λοιπές διατάξεις», εισάγονται ειδικές ρυθμίσεις για τον τρόπο υπηρεσιακής αξιολόγησης μόνο των Επιθεωρητών- Ελεγκτών και τη διαδικασία στελέχωσης του ΣΕΕΔΔ , χωρίς ωστόσο να λαμβάνει χώρα ειδική μνεία για τα διαλαμβανόμενα στο Σώμα Επιθεωρητών Δημοσίων Έργων.
    Για την εκτίμηση των προτεινόμενων ρυθμίσεων είναι αναγκαίο να οριοθετηθούν η βασική έννοια της αξιολόγησης και οι βασικές αρχές και κατευθύνσεις που πρέπει να διέπουν το προτεινόμενο σύστημα υπηρεσιακής αξιολόγησης
    1. Οι Επιθεωρητές του ΣΕΔΕ προέρχονται από όλη τη Δημόσια Διοίκηση, έχουν υψηλά τυπικά και ουσιαστικά προσόντα και σημαντική εμπειρία-προϋπηρεσία, συγκεντρώνοντας όλα τα απαραίτητα στοιχεία που απαιτεί το προφίλ της θέσης εργασίας ενός επιθεωρητή του ΣΕΔΕ, ώστε να δρα επιχειρησιακά, αυτόνομα και χωρίς υποστήριξη.
    2. Η αξιολόγηση των Επιθεωρητών είναι μια διαρκής διαδικασία, ήτοι:
    • Η ένταξή τους στο ΣΕΔΕ γίνεται μετά από διαδικασία αξιολόγησης που περιλαμβάνει τα καθοριζόμενα στοιχεία που ισχύουν κατά το Νόμο
    • Κάθε πέντε η τρία έτη επαναξιολογείται το έργο τους, για τη συνολική διάρκεια της θητείας και προβλέπεται θεσμικά η δυνατότητα να απομακρύνονται εκείνοι για τους οποίους δεν επαναβεβαιώνεται η υψηλή τους απόδοση.
    Συνεπώς, εφόσον η ικανότητά τους επιβεβαιώνεται διαρκώς με το ανωτέρω σύστημα αξιολόγησης, δε νοείται η υποχρεωτική βαθμολόγηση με βαθμό από 1 έως 6, του 15% των εκάστοτε υπηρετούντων Επιθεωρητών. Επίσης, η υποχρεωτική και αναιτιολόγητη ένταξή τους στο 15% θα πρέπει να οδηγεί στην απομάκρυνσή τους από το ΣΕΔΕ, γιατί τέτοια βαθμολογία δεν είναι συμβατή με το έργο τους. Εν τέλει, με την υποχρεωτική ποσόστωση αναιρείται το σύνολο του υφιστάμενου συστήματος αξιολόγησης το οποίο βασίζεται στην αποτίμηση της παραγωγικής λειτουργίας του ΣΕΔΕ.
    3. Οι Επιθεωρητές Δημοσίων ΄Έργων διενεργούν ελέγχους, συντάσσουν εκθέσεις-πορίσματα και αξιολογούνται με το ανωτέρω σύστημα και συνεπώς δεν νοείται διάκριση ως προς το σύστημα αξιολόγησης.
    Η πρόβλεψη του σχεδίου νόμου, οι Διευθυντές, να αποσπώνται στο ΣΕΔΕ μόνο με αίτησή τους, εφόσον δεν επιλεγούν κατά τη διαδικασία επιλογής προϊσταμένων, ακυρώνει τη διαδικασία στελέχωσης του ΣΕΔΕ, όπως ανωτέρω αναλυτικά περιγράφηκε. Η στελέχωση του ΣΕΔΕ με μη επιλεγέντες κατ’ αυτό τον τρόπο δεν λαμβάνει υπόψη τα κατά περίπτωση χαρακτηριστικά τους (γνώσεις, ικανότητες, δεξιότητες, προγενέστερη εμπειρία και εξειδίκευση), σε σχέση με τις επιχειρησιακές ανάγκες του. Δημιουργεί Επιθεωρητές διαφορετικών ταχυτήτων-κατηγοριών. Η ανταπόκριση του ΣΕΔΕ στις απαιτήσεις της αποστολής του, εξαρτάται απόλυτα από το ζήλο και την αφοσίωση των Επιθεωρητών στο έργο του και αυτά τα χαρακτηριστικά διασφαλίζονται όταν η επιλογή υπηρέτησης στο ΣΕΔΕ είναι συνειδητή και όχι λύση ανάγκης. Οι προβλέψεις του νομοσχεδίου για ειδικό καθεστώς υπηρεσιακής κατάστασης των ανωτέρω, που θα καθοριστεί με υπουργική απόφαση, εκτός του ότι αλλοιώνει το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, θα δημιουργήσει σοβαρά λειτουργικά προβλήματα σε σχέση με το ελεγκτικό έργο, διότι διαμορφώνει μια διαφορετική κατηγορία επιθεωρητών στο πλαίσιο του ίδιου φορέα.

  • 23 Μαΐου 2014, 11:03 | Σ.Κ.

    Με τις διατάξεις του σχεδίου νόμου «Τροποποίηση διατάξεων του υπαλληλικού κώδικα (Ν. 3528/2007) περί επιλογής Προϊσταμένων οργανικών μονάδων και λοιπές διατάξεις», εισάγονται ειδικές ρυθμίσεις για τον τρόπο υπηρεσιακής αξιολόγησης μόνο των Επιθεωρητών- Ελεγκτών και τη διαδικασία στελέχωσης του ΣΕΕΔΔ , χωρίς ωστόσο να λαμβάνει χώρα ειδική μνεία για τα διαλαμβανόμενα στο Σώμα Επιθεωρητών Δημοσίων Έργων.
    Για την εκτίμηση των προτεινόμενων ρυθμίσεων είναι αναγκαίο να οριοθετηθούν η βασική έννοια της αξιολόγησης και οι βασικές αρχές και κατευθύνσεις που πρέπει να διέπουν το προτεινόμενο σύστημα υπηρεσιακής αξιολόγησης:
    • Αντικειμενική και αμερόληπτη στάθμιση βάσει σαφώς προσδιοριζομένων κριτηρίων της επαγγελματικής ικανότητας και καταλληλότητας των υπαλλήλων σε σχέση με το αντικείμενο της εργασίας τους και τα καθήκοντά τους.
    • Κατοχύρωση της απορρέουσας από το Σύνταγμα βασικής αρχής της αξιοκρατίας.
    • Σαφής προσδιορισμός του αντικειμένου αξιολόγησης βάσει των παραγόμενων αποτελεσμάτων των διαδικασιών του φορέα.
    • Διαφάνεια, προβλεψιμότητα, λογοδοσία.
    • Χρήση της συγκριτικής αξιολόγησης ως μετακριτήριο για την ισορροπία του αξιολογικού συστήματος και διασφάλιση των προτύπων συμμόρφωσης σε όλα τα στάδια της υλοποίησής του.
    Το νέο σύστημα αξιολόγησης θέτει προκαθορισμένα ποσοστά στην κλίμακα βαθμολογίας ακυρώνοντας την ίδια τη φύση της αξιολόγησης που βασίζεται στην επιχειρησιακή πραγματικότητα των εμπλεκόμενων, αξιολογούμενων και αξιολογητών. Αυτή, δεν προβλέπεται ούτε προκαθορίζεται, αλλά αποτιμάται και προσδιορίζεται με σαφή κριτήρια. Τα ενδεχόμενα προβλήματα υποκειμενισμού που παρατηρούνται σε συστήματα αξιολόγησης δεν αντιμετωπίζονται με καταναγκαστικές ποσοστώσεις. Η εφαρμογή του θα επιφέρει τεράστια προβλήματα στην λειτουργία των φορέων του δημοσίου.
    Ειδικότερα, η ένταξη των Επιθεωρητών Δημοσίων Έργων του ΣΕΔΕ στο πλαίσιο του ανωτέρω συστήματος αξιολόγησης με τα προβλήματα που προαναφέρθηκαν, είναι εκτός της επιχειρησιακής πραγματικότητας του φορέα καθώς:
    1. Οι Επιθεωρητές του ΣΕΔΕ προέρχονται από όλη τη Δημόσια Διοίκηση, έχουν υψηλά τυπικά και ουσιαστικά προσόντα και σημαντική εμπειρία-προϋπηρεσία, συγκεντρώνοντας όλα τα απαραίτητα στοιχεία που απαιτεί το προφίλ της θέσης εργασίας ενός επιθεωρητή του ΣΕΔΕ, ώστε να δρα επιχειρησιακά, αυτόνομα και χωρίς υποστήριξη.
    2. Η αξιολόγηση των Επιθεωρητών είναι μια διαρκής διαδικασία, ήτοι:
    • Η ένταξή τους στο ΣΕΔΕ γίνεται μετά από διαδικασία αξιολόγησης που περιλαμβάνει τα καθοριζόμενα στοιχεία που ισχύουν κατά το Νόμο
    • Κάθε πέντε η τρία έτη επαναξιολογείται το έργο τους, για τη συνολική διάρκεια της θητείας και προβλέπεται θεσμικά η δυνατότητα να απομακρύνονται εκείνοι για τους οποίους δεν επαναβεβαιώνεται η υψηλή τους απόδοση.
    Συνεπώς, εφόσον η ικανότητά τους επιβεβαιώνεται διαρκώς με το ανωτέρω σύστημα αξιολόγησης, δε νοείται η υποχρεωτική βαθμολόγηση με βαθμό από 1 έως 6, του 15% των εκάστοτε υπηρετούντων Επιθεωρητών. Επίσης, η υποχρεωτική και αναιτιολόγητη ένταξή τους στο 15% θα πρέπει να οδηγεί στην απομάκρυνσή τους από το ΣΕΔΕ, γιατί τέτοια βαθμολογία δεν είναι συμβατή με το έργο τους. Εν τέλει, με την υποχρεωτική ποσόστωση αναιρείται το σύνολο του υφιστάμενου συστήματος αξιολόγησης το οποίο βασίζεται στην αποτίμηση της παραγωγικής λειτουργίας του ΣΕΔΕ.
    3. Οι Επιθεωρητές Δημοσίων ΄Έργων διενεργούν ελέγχους, συντάσσουν εκθέσεις-πορίσματα και αξιολογούνται με το ανωτέρω σύστημα και συνεπώς δεν νοείται διάκριση ως προς το σύστημα αξιολόγησης.
    Η πρόβλεψη του σχεδίου νόμου, οι Διευθυντές, να αποσπώνται στο ΣΕΔΕ μόνο με αίτησή τους, εφόσον δεν επιλεγούν κατά τη διαδικασία επιλογής προϊσταμένων, ακυρώνει τη διαδικασία στελέχωσης του ΣΕΔΕ, όπως ανωτέρω αναλυτικά περιγράφηκε. Η στελέχωση του ΣΕΔΕ με μη επιλεγέντες κατ’ αυτό τον τρόπο δεν λαμβάνει υπόψη τα κατά περίπτωση χαρακτηριστικά τους (γνώσεις, ικανότητες, δεξιότητες, προγενέστερη εμπειρία και εξειδίκευση), σε σχέση με τις επιχειρησιακές ανάγκες του. Δημιουργεί Επιθεωρητές διαφορετικών ταχυτήτων-κατηγοριών. Η ανταπόκριση του ΣΕΔΕ στις απαιτήσεις της αποστολής του, εξαρτάται απόλυτα από το ζήλο και την αφοσίωση των Επιθεωρητών στο έργο του και αυτά τα χαρακτηριστικά διασφαλίζονται όταν η επιλογή υπηρέτησης στο ΣΕΔΕ είναι συνειδητή και όχι λύση ανάγκης. Οι προβλέψεις του νομοσχεδίου για ειδικό καθεστώς υπηρεσιακής κατάστασης των ανωτέρω, που θα καθοριστεί με υπουργική απόφαση, εκτός του ότι αλλοιώνει το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, θα δημιουργήσει σοβαρά λειτουργικά προβλήματα σε σχέση με το ελεγκτικό έργο, διότι διαμορφώνει μια διαφορετική κατηγορία επιθεωρητών στο πλαίσιο του ίδιου φορέα.

  • 21 Μαΐου 2014, 14:47 | ΕΝΩΣΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΩΝ ΕΛΕΓΚΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

    Με τις διατάξεις του σχεδίου νόμου «Τροποποίηση διατάξεων του υπαλληλικού κώδικα (Ν. 3528/2007) περί επιλογής Προϊσταμένων οργανικών μονάδων και λοιπές διατάξεις», εισάγονται ειδικές ρυθμίσεις για τον τρόπο υπηρεσιακής αξιολόγησης των Επιθεωρητών – Ελεγκτών και τη διαδικασία στελέχωσης του ΣΕΕΔΔ.
    Για την εκτίμηση των προτεινόμενων ρυθμίσεων είναι αναγκαίο να οριοθετηθούν η βασική έννοια της αξιολόγησης και οι βασικές αρχές και κατευθύνσεις που πρέπει να διέπουν το προτεινόμενο σύστημα υπηρεσιακής αξιολόγησης:
    • Αντικειμενική και αμερόληπτη στάθμιση βάσει σαφώς προσδιοριζομένων κριτηρίων της επαγγελματικής ικανότητας και καταλληλότητας των υπαλλήλων σε σχέση με το αντικείμενο της εργασίας τους και τα καθήκοντά τους.
    • Κατοχύρωση της απορρέουσας από το Σύνταγμα βασικής αρχής της αξιοκρατίας.
    • Σαφής προσδιορισμός του αντικειμένου αξιολόγησης βάσει των παραγόμενων αποτελεσμάτων των διαδικασιών του φορέα.
    • Διαφάνεια, προβλεψιμότητα, λογοδοσία.
    • Χρήση της συγκριτικής αξιολόγησης ως μετακριτήριο για την ισορροπία του αξιολογικού συστήματος και διασφάλιση των προτύπων συμμόρφωσης σε όλα τα στάδια της υλοποίησής του.
    Το νέο σύστημα αξιολόγησης θέτει προκαθορισμένα ποσοστά στην κλίμακα βαθμολογίας ακυρώνοντας την ίδια τη φύση της αξιολόγησης που βασίζεται στην επιχειρησιακή πραγματικότητα των εμπλεκόμενων, αξιολογούμενων και αξιολογητών. Αυτή, δεν προβλέπεται ούτε προκαθορίζεται, αλλά αποτιμάται και προσδιορίζεται με σαφή κριτήρια. Τα ενδεχόμενα προβλήματα υποκειμενισμού που παρατηρούνται σε συστήματα αξιολόγησης δεν αντιμετωπίζονται με καταναγκαστικές ποσοστώσεις. Η εφαρμογή του θα επιφέρει τεράστια προβλήματα στην λειτουργία των φορέων του δημοσίου.
    Ειδικότερα, η ένταξη των Επιθεωρητών και των Βοηθών Επιθεωρητών του ΣΕΕΔΔ στο πλαίσιο του ανωτέρω συστήματος αξιολόγησης με τα προβλήματα που προαναφέρθηκαν, είναι εκτός της επιχειρησιακής πραγματικότητας του φορέα καθώς:
    1. Οι Επιθεωρητές και Βοηθοί Επιθεωρητές του ΣΕΕΔΔ προέρχονται από όλη τη Δημόσια Διοίκηση, έχουν υψηλά τυπικά και ουσιαστικά προσόντα και σημαντική εμπειρία-προϋπηρεσία, συγκεντρώνοντας όλα τα απαραίτητα στοιχεία που απαιτεί το προφίλ της θέσης εργασίας ενός επιθεωρητή του ΣΕΕΔΔ, ώστε να δρα επιχειρησιακά, αυτόνομα και χωρίς υποστήριξη.
    2. Η αξιολόγηση των Επιθεωρητών είναι μια διαρκής διαδικασία, ήτοι:
    • Η ένταξή τους στο ΣΕΕΔΔ γίνεται έπειτα από αυστηρή διαδικασία αξιολόγησης μεγάλου αριθμού συνυποψηφίων (800 υποψηφιότητες με αυξημένα προαπαιτούμενα προσόντα, για 38 θέσεις Επιθεωρητών και 37 Θέσεις Βοηθών Επιθεωρητών στην τελευταία προκήρυξη της Κ.Υ. του ΣΕΕΔΔ) που περιλαμβάνει:
    i. Δημόσια πρόσκληση υποβολής υποψηφιοτήτων, με δημοσίευση σε δύο εφημερίδες ευρείας κυκλοφορίας,
    ii. Καθορισμό κλάδων και ειδικοτήτων για την κάλυψη συγκεκριμένων αναγκών του ΣΕΕΔΔ
    iii. Περιορισμούς στα όρια ηλικίας (έως 55 οι Επιθεωρητές και έως 50 οι Βοηθοί Επιθεωρητές) και στο χρόνο υπηρεσίας (άνω των 12 οι Επιθεωρητές και άνω των 9 οι Βοηθοί Επιθεωρητές),
    iv. Συνέντευξη ενώπιον τριμελούς επιτροπής, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού ΔΙΜΗΔ.
    v. Επιλογή από τριμελή επιτροπή που συνεκτιμά τα τυπικά και τα ουσιαστικά προσόντα των υποψηφίων, την προσωπικότητα και την ικανότητα άσκησης των καθηκόντων Επιθεωρητή -Ελεγκτή και Βοηθού Επιθεωρητή- Ελεγκτή.
    • Οι Επιθεωρητές αξιολογούνται από τον Ειδικό Γραμματέα με τις ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους δε, αξιολογούνται συνεχώς επί τω έργω. Κάθε έκθεση – πόρισμα που συντάσσεται, εγκρίνεται έπειτα από αυστηρή και αναλυτική εξέτασή της, από την τριμελή επιτροπή έγκρισης των εκθέσεων του ΣΕΕΔΔ. .
    • Κάθε τρία έτη επαναξιολογείται το έργο τους, για τη συνολική διάρκεια της θητείας και προβλέπεται θεσμικά η δυνατότητα να απομακρύνονται εκείνοι για τους οποίους δεν επαναβεβαιώνεται η υψηλή τους απόδοση.
    Συνεπώς, εφόσον η ικανότητά τους επιβεβαιώνεται διαρκώς με το ανωτέρω σύστημα αξιολόγησης, δε νοείται η υποχρεωτική βαθμολόγηση με βαθμό από 1 έως 6, του 15% των εκάστοτε υπηρετούντων Επιθεωρητών και Βοηθών Επιθεωρητών. Επίσης, η υποχρεωτική και αναιτιολόγητη ένταξή τους στο 15% θα πρέπει να οδηγεί στην απομάκρυνσή τους από το ΣΕΕΔΔ, γιατί τέτοια βαθμολογία δεν είναι συμβατή με το έργο τους. Εν τέλει, με την υποχρεωτική ποσόστωση αναιρείται το σύνολο του υφιστάμενου συστήματος αξιολόγησης το οποίο βασίζεται στην αποτίμηση της παραγωγικής λειτουργίας του ΣΕΕΔΔ.
    3. Οι Βοηθοί Επιθεωρητές-Ελεγκτές επιτελούν το ίδιο έργο (διενεργούν ελέγχους, συντάσσουν εκθέσεις-πορίσματα) και αξιολογούνται με το ανωτέρω σύστημα, όπως και οι Επιθεωρητές, και συνεπώς δεν νοείται διάκριση ως προς το σύστημα αξιολόγησης.
    Εντέλει, η τροποποίηση της προ μηνός ψηφισθείσας διάταξης, με την οποία προσμετράται ο χρόνος προϋπηρεσίας υπαλλήλων σε θέσεις προϊσταμένων οργανικής μονάδας και λαμβάνεται υπόψη στο σύστημα επιλογής προϊσταμένων και στην περίπτωση της υπηρεσιακής αξιολόγησης, καταδεικνύει αποσπασματική νομοθέτηση και έλλειψη επιχειρησιακής πολιτικής.
    Η πρόβλεψη του σχεδίου νόμου, οι Γενικοί Διευθυντές και Διευθυντές, να αποσπώνται στο ΣΕΕΔΔ μόνο με αίτησή τους, εφόσον δεν επιλεγούν κατά τη διαδικασία επιλογής προϊσταμένων, ακυρώνει τη διαδικασία στελέχωσης του ΣΕΕΔΔ, όπως ανωτέρω αναλυτικά περιγράφηκε. Η στελέχωση του ΣΕΕΔΔ με μη επιλεγέντες κατ’ αυτό τον τρόπο δεν λαμβάνει υπόψη τα κατά περίπτωση χαρακτηριστικά τους (γνώσεις, ικανότητες, δεξιότητες, προγενέστερη εμπειρία και εξειδίκευση), σε σχέση με τις επιχειρησιακές ανάγκες του. Δημιουργεί Επιθεωρητές διαφορετικών ταχυτήτων-κατηγοριών, όταν μάλιστα είναι εμφανής η ανάγκη να αρθεί ο διαχωρισμός των θέσεων Επιθεωρητών και Βοηθών Επιθεωρητών, με τη μετατροπή τους σε θέσεις Επιθεωρητών. Η ανταπόκριση του ΣΕΕΔΔ στις απαιτήσεις της αποστολής του, εξαρτάται απόλυτα από το ζήλο και την αφοσίωση των Επιθεωρητών στο έργο του και αυτά τα χαρακτηριστικά διασφαλίζονται όταν η επιλογή υπηρέτησης στο ΣΕΕΔΔ είναι συνειδητή και όχι λύση ανάγκης. Οι προβλέψεις του νομοσχεδίου για ειδικό καθεστώς υπηρεσιακής κατάστασης των ανωτέρω, που θα καθοριστεί με υπουργική απόφαση, εκτός του ότι αλλοιώνει το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, θα δημιουργήσει σοβαρά λειτουργικά προβλήματα σε σχέση με το ελεγκτικό έργο, διότι διαμορφώνει μια διαφορετική κατηγορία επιθεωρητών στο πλαίσιο του ίδιου φορέα.

  • 20 Μαΐου 2014, 22:59 | ΓΓ

    Σταματήστε επιτέλους το φαύλο κύκλο!
    Σταματήστε τη λειτουργία του δημοσίου με αναπληρώσεις και μεταβατικές διατάξεις.
    Δεν είναι δυνατό να πάμε από αναπλήρωση με μεταβατική διάταξη χωρίς καμία διαφάνεια και μάλιστα όσοι επωφελούνται από αυτό να το φέρουν ως προσόν για μια ζωή!
    Επιπλέον, οι κανονικές διατάξεις δεν ορίζεται καν πότε υλοποιούνται αλλά οι μεταβατικές ορίζονται επακριβώς ως προς την δυνατότητα αυθαιρεσίας που δίνουν στους υπουργούς!

  • 20 Μαΐου 2014, 21:53 | Γιάννης

    Στο σημείο 6 β ii πρέπει να διορθωθεί από :

    ii) Δύο (2) αιρετούς εκπροσώπους των υπαλλήλων με βαθμό τουλάχιστον Δ΄ των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ.

    να να προστεθεί στο τέλος το εξής :
    «Σε περιπτώσεις που δεν υπάρχουν υπάλληλοι με βαθμό Δ, μπορούν να καλύπτονται οι θέσεις των αιρετών εκπροσώπων από υπαλλήλους κατώτερου βαθμού έως της συμπλήρωσης των θέσεων.»

    Αυτή η συμπλήρωση είναι απαραίτητη γιατι υπάρχοπυν υπηρεσίες ολόκληρες ή και ΝΠΔΔ ή και Ανεξάρτητες Αρχές ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΚΑΝΕΝΑ ΥΠΑΛΛΗΛΟ ΜΕ ΒΑΘΜΟ Δ ΚΑΙ ΠΑΝΩ !! (αυτό είναι φυσικά επακόλουθο της κατάταξης που έγινε σαρωτικά λόγω ενιαίου μισθολογίου)

  • 16 Μαΐου 2014, 18:29 | II

    κύριοι

    είναι γνωστό σε όλους (το ξέρουν και οι πέτρες)
    ότι:
    η μοριοδότηση σύμφωνα με το ν.3839/2010 και το άρθρο 5 μεταβατικές διατάξεις (ν.3839/2010)
    σε συνδυασμό με το ν.4024/2011, άρθρο 10
    είναι η μόνη ξεκάθαρη και απόλυτη κατάταξη βάση προσόντων
    και δεν αφήνει περιθώρια σε κανέναν να την αμφισβητήσει

    τοποθετήστε τους μεταβατικούς προισταμένους με αυτό το μόνο
    αξιοκρατικό σύστημα μοριοδότησης (που έχει γίνει ποτέ και το οποίο δεν εφαρμόστηκε – εκτός ελάχιστον περιπτώσεων)

    και μετά συνεχίστε στα υπόλοιπα

    ευχαριστώ

  • 16 Μαΐου 2014, 18:19 | II

    στο σημείο

    β) Με απόφαση του οικείου υπουργού ή του αρμόδιου για τοποθέτηση προϊσταμένων οργάνου τοποθετούνται εντός δεκαπέντε (15) ημερών προϊστάμενοι στις νέες οργανικές μονάδες που προβλέπονται στις οικείες οργανικές διατάξεις των δημοσίων υπηρεσιών και ν.π.δ.δ., υπάλληλοι, οι οποίοι επιλέγονται κατά προτεραιότητα από τους Προϊσταμένους που υπηρετούν στον οικείο φορέα και ασκούσαν καθήκοντα προϊσταμένου του ίδιου επιπέδου κατόπιν επιλογής κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος των οικείων Π.Δ., υπό την προϋπόθεση ότι ανήκουν στον κλάδο προϊσταμένων που προβλέπεται στις οικείες οργανικές διατάξεις.

    μετά το «ασκούσαν» πρέπει να συμπληρωθεί «ή έχουν ασκήσει»

    και στο σημείο:

    Κατ΄ εξαίρεση, ο οικείος υπουργός ή το αρμόδιο για τοποθέτηση προϊσταμένων όργανο δύναται κατόπιν αιτιολογημένης απόφασής του για λόγους που ανάγονται στην εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία της υπηρεσίας να τοποθετήσει ως προϊσταμένους στις νέες οργανικές μονάδες υπαλλήλους που κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος των οικείων Π.Δ. υπηρετούν στον οικείο φορέα και ασκούσαν καθήκοντα προϊσταμένου του ίδιου επιπέδου στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων περί αναπλήρωσης προϊσταμένων.

    μετά το «ασκούσαν» πρέπει να συμπληρωθεί «ή έχουν ασκήσει»

    και μετά ας επιλέξει το αρμόδιο όργανο
    βάση της μοριοδότησης των υπαλλήλων σύμφωνα πάντα με την αρχή της αξιοκρατίας και των προσόντων όπως μοριοδοτούνται με το ν.3839/2010 σε συνδυασμό με το ν.4024/2011 άρθρο 10

    θέλετε αξιοκρατία;

    …τόσο…απλό…

    το ζητούν τόσοι συνάδελφοι

  • 16 Μαΐου 2014, 18:15 | II

    όλοι οι συνάδελφοι συμφωνούν σε ένα:

    οι μεταβατικοί προιστάμενοι
    θα πρέπει να επιλεγούν άμεσα με απόλυτη μοριοδότηση σύμφωνα με το Ν. 3839/2010 άρθρο 5 μεταβατικές διατάξεις, σε συνδυασμό με το άρθρο 10 του Νόμου 4024/2011, χωρίς τη γραπτή εξέταση και τη συνέντευξη, ούτως ώστε να τοποθετηθούν σε θέσεις ευθύνης στο δημόσιο τα άτομα που έχουν πραγματικά υψηλά προσόντα αλλά ουδέποτε κατέλαβαν θέση ευθύνης λόγω της γνωστής σε όλους μας κομματοκρατίας. Αφού τοποθετηθούν αυτοί ως προσωρινοί προιστάμενοι

    ας συνεχιστεί η διαδικασία
    ( η οποία και πρέπει να έχει οπωσδήποτε μοριοδότηση των προσόντων,πτυχία μεταπτυχιακά κλπ)

    Ι.Ι.

  • 16 Μαΐου 2014, 07:35 | Βασίλης ΣΤ.

    Είναι κοινή διαπίστωση, πως η παρ. 1.β του παρόντος άρθρου που αναφέρει πως στις νέες οργανικές μονάδες μπορεί να τοποθετηθούν ως προϊστάμενοι υπάλληλοι που ασκούσαν καθήκοντα προϊσταμένου του ίδιου επιπέδου στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων περί αναπλήρωσης προϊσταμένων, είναι απαράδεκτη και καταλύει κάθε αρχή ισότητας και αξιοκρατίας.Πως είναι δυνατό να προωθούνται για άλλη μία φορά οι ήδη υπηρετούντες προϊστάμενοι, που τοποθετήθηκαν με απλή ανάθεση καθηκόντων ή και με «νόμιμη?» ή μη αναπλήρωση και με καθαρά ευνοιοκρατικά και κομματικά κριτήρια έναντι άλλων προσοντούχων και άξιων συναδέλφων που τυγχάνει να μην είναι αρεστοί;
    Μιλάμε επίσης για νόμιμη αναπλήρωση?Ποια αναπλήρωση είναι νόμιμη από τη στιγμή που το ίδιο το Ελεγκτικό Συνέδριο απεφάνθη ότι η αναπλήρωση ισχύει έως και ένα μήνα (βλ. Πράξεις Ι Τμ. Ελ.Συν. 134/2009, 35/2008 κ.ά).Από το 2011 μέχρι και σήμερα όσοι τοποθετήθηκαν είναι αναπληρωτές!Με ποιο κριτήριο λοιπόν ορίζεται η νόμιμη αναπλήρωση ιδίως όταν από το ίδιο το ελεγκτικό συνέδριο κρίνεται παράνομη?
    Προτείνω αυτό πάλι που πρότειναν όλοι οι συνάδελφοι:Η τοποθέτηση Προϊσταμένων στο μεταβατικό στάδιο πρέπει να γίνει με απόλυτη μοριοδότηση σύμφωνα με το Ν. 3839/2010 άρθρο 5 μεταβατικές διατάξεις, σε συνδυασμό με το άρθρο 10 του Νόμου 4024/2011, χωρίς τη γραπτή εξέταση και τη συνέντευξη, ούτως ώστε να πριμοδοτηθούν με προϋπηρεσία σε θέσεις ευθύνης στο δημόσιο τα άτομα που έχουν πραγματικά υψηλά προσόντα αλλά ουδέποτε κατέλαβαν θέση ευθύνης λόγω της γνωστής σε όλους μας κομματοκρατίας και ευνοιοκρατίας.

  • 15 Μαΐου 2014, 14:20 | Τάσος

    Επειδή οι «μεταβατικοί» προϊστάμενοι αποτελούν πλέον θεσμό για την Δημόσια Διοίκηση,(βλ.εφαρμογή ν.3839/10,ν.3528/2007,ν3260/2004,κλπ), η μεταβατική διάταξη του άρθρου 5.1.α του παρόντος Ν/Σ είναι η μόνη που χρήζει κυρίως ιδιαίτερης προσοχής ,πόσο μάλλον όταν η συγκεκριμένη διάταξη:
    -θεσμοθετεί την επαναφορά του πολιτικού παρεμβατισμού και της ευνοιοκρατίας στην επιλογή των προϊσταμένων και της προώθησης των πολιτικά ή και κομματικά «αρεστών» στην ιεραρχία της δημόσιας διοίκησης(αυτό και αν λέγεται «επιστροφή στο παρελθόν»!)

    – προσβλέπει στην «απομάκρυνση», από τις θέσεις ευθύνης που κατέχουν σήμερα, των προσοντούχων και έμπειρων προϊσταμένων που, αν και μεταβατικά, είχαν επιλεγεί με τον μόνο αξιοκρατικό ν.3893/10, και την αντικατάσταση τους από «αρεστούς», αλλά και στην «απομάκρυνσή» τους από την…ίδια ακόμη την υπηρεσία τους , με υποβιβασμό ή εθελοντική (!) απόσπαση στα διάφορα σώματα επιθεωρήσεων μάλλον ως απλοί επιθεωρητές –εισηγητές (δεν διευκρινίζεται η υποβάθμιση)

    -καταλύει ,γενικότερα, κάθε έννοια της αρχής της αξιοκρατίας που πρέπει να διέπει την επιλογή των προϊσταμένων, η οποία αποτελεί την θεσμική εγγύηση της αμεροληψίας της Δημόσιας Διοίκησης.

    Γιατί πρέπει άραγε να καταργηθούν(όπως αθόρυβα συμβαίνει στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο) οι ισχύουσες υφιστάμενες, δίκαιες ,αξιοκρατικές και αδιάβλητες διαδικασίες που πρόσφατα θεσμοθετήθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 9 (παρ.1-5) του ν.4057/2012(Α΄54) για την επιλογή και επανατοποθέτηση προϊσταμένων στις θέσεις ευθύνης που διατηρούνται μετά τα νέα ΠΔγματα (Ν.4178/2013); Οι εν λόγω ισχύουσες διατάξεις προβλέπουν την επανατοποθέτηση των προϊσταμένων με βάση τη μοριοδότηση της τελευταίας κρίσης για την επιλογή των προϊσταμένων(αυτής του ν.3893/10).

  • 15 Μαΐου 2014, 09:06 | II

    Αν υπάρχει πρόθεση για αξιοκρατία ας ξεκινήσει απο αυτο:

    1. … Η τοποθέτηση Προϊσταμένων στο μεταβατικό στάδιο πρέπει να γίνει με απόλυτη μοριοδότηση σύμφωνα με το Ν. 3839/2010 άρθρο 5 μεταβατικές διατάξεις, σε συνδυασμό με το άρθρο 10 του Νόμου 4024/2011, χωρίς τη γραπτή εξέταση και τη συνέντευξη, ούτως ώστε να πριμοδοτηθούν με προϋπηρεσία σε θέσεις ευθύνης στο δημόσιο τα άτομα που έχουν πραγματικά υψηλά προσόντα αλλά ουδέποτε κατέλαβαν θέση ευθύνης λόγω της γνωστής σε όλους μας κομματοκρατίας. Αφού τοποθετηθούν αυτοί ως προσωρινοί προιστάμενοι τότε ας συνεχίσετε στη διαδικασία ( η οποία και πάλι είναι απαράδεκτη και μόνο απο το γεγονός ότι δεν υπάρχει πραγματική μοριοδότηση των προσόντων)….

    όλα τα άλλα είναι εκ του πονηρού

    2. αφού θα υπάρχουν «μεταβατικοί» προιστάμενοι γιατί τοποθετείτε τους ήδη υπάρχοντες και φοβάστε να τοποθετήσετε «μεταβατικούς» βάση των πραγματικών τους προσόντων και μορίων που με μια απλή κατάσταση και μοριοδότηση βγαίνει σε 1 ημέρα σε κάθε υπηρεσία ( υπάρχουν και ήδη καταχωρημένα)

    στο γενικό πλαίσιο….. γιατί όλοι στα σχόλια άραγες λένε το ίδιο πράγμα; δηλαδή :
    ο παλιός νόμος δεν ίσχυσε εδώ και 5 χρόνια και έχουμε αναπληρωτές προισταμένους χωρίς κανένα προσόν,και τώρα θέλετα να εφαρμόσετε ένα νέο νόμο ( ο οποίος δε θα εφαρμοσθεί ποτέ ) έτσι ώστε να αφήσετε στη θέση τους τους ίδιους και να συνεχιστεί η θητεία των «αναπληρωτών» προισταμένων ( οι οποίοι και γίνονται και κανονικοί !!!! )
    πολύ καλό ….μπράβο σας …τα καταφέρατε να φέρετε την αξιοκρατία.

    ευχαριστώ πολύ για τη φιλοξενία

  • 15 Μαΐου 2014, 07:59 | ΙΜ

    Και να μη ξεχνάμε ότι οι αναπληρώσεις γίνονται από άτομα εντός του ίδιου τμήματος, για προϊσταμένους τμημάτων ή εντός της ίδιας Δ/νσης για προϊσταμένους Δ/νσης κλπ. Συγκριτικά λοιπόν, ενδεχομένως να υπάρχουν σε ένα Τμήμα υπάλληλοι με υψηλότερα προσόντα από έναν Διευθυντή άλλης Δ/νσης στον ίδιο οργανισμό, και οι οποίοι αν και το άξιζαν δεν έλαβαν ποτέ το υπό «νόμο» ευεργέτημα της Διεύθυνσης ή του Τμήματος.

    Όχι στην εύνοια των αναπληρώσεων!!!

    Όχι στην εύνοια των Αναθέσεων!!!

    Όχι στη διαιώνιση της μη ικανής διοίκησης!!!

  • 15 Μαΐου 2014, 07:39 | ΙΜ

    Να ελεγχθούν όλες οι «νόμιμες αναπληρώσεις» αν είναι νόμιμες και να διακριθούν από τις αναθέσεις, για να μη πω να εξαιρεθούν εντελώς από όποια διακριτική εύνοια.

  • 14 Μαΐου 2014, 10:47 | Σεβαστή

    Δυστυχώς όσο συνεχίζω την ανάγνωση αυτού του νομοσχεδίου, καταλήγω στο συμπέρασμα πως σίγουρα για μια ακόμα φορά η αξιοκρατία δεν είναι το ζητούμενο. Δεν είναι δυνατό να διαιωνίζεται το «προϊσταμενιλίκι» ανθρώπων που δεν έχουν κριθεί, και να τους στρώνουμε το δρόμο και για ανώτερα αξιώματα. Άνθρωποι ανίκανοι σε πολλές περιπτώσεις για τη θέση που κατέχουν, που τοποθετήθηκαν με αναξιοκρατικά κριτήρια -αποφάσεις μονομελούς οργάνου-, θα συνεχίσουν να παίρνουν επίδομα θέσης που δεν αξίζουν από το υστέρημα του Έλληνα φορολογούμενου και θα συνεχίσουν να μαζεύουν τα μόρια με τα οποία τους πριμοδοτεί η συγκεκριμένη θέση.
    Αν αυτοί που διοικούν και νομοθετούν δεν αντιληφθούν οτι
    α) χωρίς σωστή δημόσια διοίκηση από ικανά στελέχη δεν πρόκειται να ορθοποδήσει ποτέ αυτή η χώρα
    β) το να υπάρξει αξιοκρατία είναι προς όφελός και των ίδιων προσωπικά αφού αυτοί που αδικούνται από τέτοιες τακτικές είναι πολύ περισσότεροι από αυτούς που ευνοούνται,
    γ) οι αντιδράσεις από την επιβολή ενός αξιοκρατικού συστήματος θα είναι κατά βάση θετικές αφού κατά βάθος ακόμα και αυτοί που θα θιγούν έχουν αντίληψη του τι είναι σωστό και δίκαιο,
    η φαυλότητα θα συνεχιστεί.
    Όταν μιλάω για αυτούς που αδικούνται στην παράγραφο (β) δεν εννοώ μόνο τους ικανούς υπαλλήλους. Μιλάω και για τους πολίτες αυτής της χώρας που καθημερινά ταλαιπωρούνται από δημόσιες υπηρεσίες που δεν μπορούν να τους εξυπηρετήσουν λόγω κακοδιοίκησης. Μετά από 18 χρόνια υπηρεσίας είμαι σε θέση να γνωρίζω πως ικανά στελέχη υπαρχουν. (Υπάρχουν σίγουρα αυτοί που μπήκαν με τις γραπτές εξετάσεις του ΑΣΕΠ, αλλά και τόσοι άλλοι που τους αξίζει να έχουν μια ευκαιρία να κριθούν.) Το θέμα είναι πως δεν είναι δυνατό να αναδυθούν σε ένα μη αξιοκρατικό σύστημα.

  • 14 Μαΐου 2014, 10:03 | Σεβαστή

    Δυστυχώς όσο συνεχίζω την ανάγνωση αυτού του νομοσχεδίου, καταλήγω στο συμπέρασμα πως σίγουρα για μια ακόμα φορά η αξιοκρατία δεν είναι το ζητούμενο. Δεν είναι δυνατό να διαιωνίζεται το «προϊσταμενιλίκι» ανθρώπων που δεν έχουν κριθεί, και να τους στρώνουμε το δρόμο και για ανώτερα αξιώματα. Άνθρωποι ανίκανοι σε πολλές περιπτώσεις για τη θέση που κατέχουν, που τοποθετήθηκαν με αναξιοκρατικά κριτήρια -αποφάσεις μονομελούς οργάνου-, θα συνεχίσουν να παίρνουν επίδομα θέσης που δεν αξίζουν από το υστέρημα του Έλληνα φορολογούμενου και θα συνεχίσουν να μαζεύουν τα μόρια με τα οποία τους πριμοδοτεί η συγκεκριμένη θέση.
    Αν αυτοί που διοικούν και νομοθετούν δεν αντιληφθούν οτι
    α) χωρίς σωστή δημόσια διοίκηση από ικανά στελέχη δεν πρόκειται να ορθοποδήσει ποτέ αυτή η χώρα
    β) το να υπάρξει αξιοκρατία είναι προς όφελός και των ίδιων προσωπικά αφού αυτοί που αδικούνται από τέτοιες τακτικές είναι πολύ περισσότεροι από αυτούς που ευνοούνται,
    γ) οι αντιδράσεις από την επιβολή ενός αξιοκρατικού συστήματος θα είναι κατά βάση θετικές αφού κατά βάθος ακόμα και αυτοί που θα θιγούν έχουν αντίληψη του τι είναι σωστό και δίκαιο.
    Όταν μιλάω για αυτούς που αδικούνται στην παράγραφο (β) δεν εννοώ μόνο τους ικανούς υπαλλήλους. Μιλάω και για τους πολίτες αυτής της χώρας που καθημερινά ταλαιπωρούνται από δημόσιες υπηρεσίες που δεν μπορούν να τους εξυπηρετήσουν λόγω κακοδιοίκησης. Μετά από 18 χρόνια υπηρεσίας είμαι σε θέση να γνωρίζω πως ικανά στελέχη υπαρχουν. (Υπάρχουν σίγουρα αυτοί που μπήκαν με τις γραπτές εξετάσεις του ΑΣΕΠ, αλλά και τόσοι άλλοι που τους αξίζει να έχουν μια ευκαιρία να κριθούν.) Το θέμα είναι πως δεν είναι δυνατό να αναδυθούν σε ένα μη αξιοκρατικό σύστημα.

  • 13 Μαΐου 2014, 06:03 | Κώστας

    Έχω την πεποίθηση ότι η απόσπαση Γενικών Διευθυντών ή Διευθυντών στα ελεγκτικά σώματα του Δημοσίου είναι άστοχη για τους εξής λόγους:

    1. Πολλοί εξ αυτών έχουν τοποθετηθεί με απευθείας ανάθεση, οπότε είναι παράδοξο όσοι δεν έχουν επιλεγεί αξιοκρατικά, να ευνοηθούν εκ νέου με απόσπασή τους σε ελεγκτικά σώματα, όταν τελικά μετά από κρίση δεν κριθούν κατάλληλοι για την αρχική θέση ευθύνης που τους ανέθεσαν.
    2. Πολλοί εξ αυτών, ιδίως οι Γενικοί Διευθυντές, βρίσκονται στον προθάλαμο της συνταξιοδότησης και είναι φυσικό να μην έχουν διάθεση να επιτελέσουν ουσιαστικό ελεγκτικό έργο.
    3. Δεν είναι θεμιτό να δημιουργηθούν ελεγκτές δύο ταχυτήτων, με διαφορετικά δικαιώματα και υποχρεώσεις και διαφορετικό τρόπο επιλογής και αξιολόγησης.

  • 12 Μαΐου 2014, 14:54 | trikar

    Να γυρίσουν από την Ευρώπη και ανεξαρτήτως του τι έκαναν, μπορεί και να έβγαζαν μόνο φωτοτυπίες σε κάποια Υπηρεσία της ΕΕ,να θεμελιώσουν δικαίωμα επιλογής σε θέση ευθύνης! Φοβερό, ε? Επίσης το ίδιο δικάιωμα να θεμελιώσουν και όσοι άσκησαν καθήκοντα αναπληρωτή Προϊσταμένου! Και αυτό φοβερό, ε?

  • 12 Μαΐου 2014, 12:20 | INS

    κ. Υπουργέ,
    εάν σας ενδιαφέρει να μην γυρίσετε και επίσημα τη Διοίκηση πίσω στα χρόνια του ξεδιάντροπου πολιτικού παρεμβατισμού υπέρ των κομματανθρώπων – εάν λέμε – μπορείτε να εφαρμόσετε ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑ το μεταβατικό σύστημα που ισχύει ήδη, αυτό του ν. 3839/2010. Το ξέρουν και οι πέτρες ότι είναι το μόνο που δεν επιτρέπει λαθροχειρίες. Εάν δεν σας αρέσει, δεν πειράζει, αρέσει σε όλους τους υπόλοιπους όπως βλέπετε και από τα σχόλια.
    Εάν η διαβούλευση έχει κάποια αξία, κάντε μια μικρή υποχώρηση, υπέρ της μόνης νομιμοποιημένης και αποτελεσματικής λύσης, της εφαρμογής δηλαδή του νόμου που ισχύει ήδη, του ν.3839/2010. Έτσι κι αλλιώς, η αντιπρότασή σας για θεσμοθέτηση της απευθείας ανάθεσης από τους Υπουργούς των αρεστών τους, μυρίζει κομματοκρατία και όχι ορθολογισμό.

    Άλλωστε, σύμφωνα με τα δικά σας λεγόμενα, για λίγο θα είναι, μιας και σύντομα – μέσω των συνεντεύξεων που θα οργανώσετε – θα ορίσετε τους «ταλαντούχους»…

  • 12 Μαΐου 2014, 12:45 | Σοφία

    Η όλη προσπάθεια είναι να μας κάνουν να ασχοληθούμε με το “δέντρο” και να μην δούμε το “δάσος”. Όσοι ασχολούνται λοιπόν με το άρθρο 1 δεν βλέπουν τη σκοπιμότητα να τοποθετηθούν με την εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων οι αρεστοί και όχι οι άξιοι. Και φυσικά, όπως έγινε και με τον Ν. 3839/2010, όπου οι πρώτες κρίσεις έγιναν για έναν χρόνο και μετά υποτίθεται ότι θα ακολουθούσε η πλήρης εφαρμογή του νόμου, το ίδιο θα γίνει και τώρα, όπου θα επιβεβαιωθεί για άλλη μία φορά το “ουδέν μονιμότερον του προσωρινού…”!

  • 12 Μαΐου 2014, 11:43 | Kostas P

    Συμφωνώ, οι μεταβατικές διατάξεις θυμίζουν άλλες εποχές. Θα μπορούσαν π.χ. να λένε ότι στις περιπτώσεις αλλαγής οργανισμών και μέχρι να επιλεγούν Προϊστάμενοι θα γίνεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία π.χ. ενός μηνός εκ νέου γενική κρίση προϊσταμένων σύμφωνα με τον 3839/2010. Ακόμη και τις καλύτερες προθέσεις να έχει κάποιος οι διατάξεις αυτές γυρίζουν τη χώρα σαράντα χρόνια πίσω !!!! Ελπίζω ότι θα επικρατήσει η λογική

  • 12 Μαΐου 2014, 10:02 | Μαρία Ψ

    Οι μεταβατικές διατάξεις αυτού του νόμου είναι ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΕΣ.
    Δεν μπορείς να διακηρύσσεις ότι είσαι υπέρ της διαφάνειας και της αξιοκρατίας και να τοποθετείς Προϊσταμένους με μεταβατικές διατάξεις αυτού του είδους που περιέχει αυτός ο νόμος.

    Η τοποθέτηση Προϊσταμένων στο μεταβατικό στάδιο πρέπει να γίνει με μοριοδότηση βάσει του Ν. 3839/2010, χωρίς τη γραπτή εξέταση και τη συνέντευξη, ούτως ώστε να πριμοδοτηθούν με προϋπηρεσία σε θέσεις ευθύνης στο δημόσιο και άτομα που έχουν υψηλά προσόντα αλλά ουδέποτε κατέλαβαν θέση ευθύνης λόγω της γνωστής σε όλους μας κομματοκρατίας.

  • 12 Μαΐου 2014, 09:58 | INS

    Τί να πρωτοπεί κανείς με αυτά που διαβάζει. Μόνο θλίψη και οργή.

    Ο χρήστης tomcat έχει απόλυτο δίκιο.

    Τί θα εφαρμοστεί με την ψήφιση του νόμου είναι απλό. Στο όνομα της αξιοκρατίας, θα ορίσουν προϊστάμενο όποιον επιθυμούν. Με μόνη απόφαση Υπουργού. Αυτή είναι η αξιοκρατία τους, έτσι αντιλαμβάνονται στην δημόσια διοίκηση και την ιεραρχία της, ως υποχείριό τους, πελάτες και υποτελείς στον εκάστοτε πολιτικό πάτρωνα.

    Ένα μόνο που αυτό ίσχυε από εγκαθιδρύσεως του πελατειακού μας κράτους μέχρι το 2010, οπότε κάποιοι πιστέψαμε ότι τελειώσαμε με αυτά τα φαινόμενα (ν. 3839/10). Αλλά λάθος, δεν υπολογίζαμε στον κ Μητσοτάκη και κα Χριστοφιλοπούλου.

    Καταργούνται όλα λοιπόν (μιλάμε για γκρέμισμα, ισοπέδωση, θεσμών και διαδικασιών που δεν έχει προηγούμενο), και αντικαθίστανται με μόνη απόφαση Υπουργού. Τα άλλα άρθρα του προτεινόμενου σ/ν δεν είναι παρά μόνο για πολιτική σπέκουλα για τους ιθαγενείς, έτσι σε κουβέντα να βρίσκονται.

    Καληνύχτα σας!

  • 12 Μαΐου 2014, 07:51 | l.karag

    Αναδημοσιεύω γιατί συμφωνώ απόλυτα!

    9 Μαΐου 2014, 09:30 | tomcat

    Ο πραγματικός στόχος του νομοσχεδίου είναι μόνο οι μεταβατικές διατάξεις, που δείχνουν και τι θέλει πραγματικά αυτός που κατάθεσε το νομοσχέδιο.
    Με δύο κουβέντες :»μέχρι να γίνουν οι κρίσεις προϊσταμένων οργανικών μονάδων με το νέο σύστημα (δηλαδή ποτέ)ο κάθε Υπουργός, Περιφερειάρχης, Γ.Γ. Αποκεντρωμένης Διοίκησης, διορισμένος ή αιρετός Πρόεδρος ΝΠΔΔ,κλπ, τοποθετεί ως προϊσταμένους όποιους επιθυμεί και όπου επιθυμεί».
    Και όποιος καλοπροαίρετα σκεφτεί ότι μπορεί να τοποθετήσει μόνο αυτούς που είχαν κριθεί σαν προϊστάμενοι, ας διαβάσει καλά την παρ. 1.β όπου με μαγικό τρόπο μπορεί να τοποθετήσει ως προϊσταμένους στις νέες οργανικές μονάδες υπαλλήλους που ασκούσαν καθήκοντα προϊσταμένου του ίδιου επιπέδου στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων περί αναπλήρωσης προϊσταμένων. Δηλαδή τοποθετείς αυτόματα (αν το επιθυμείς)ως προϊστάμενο αυτόν που ασκόυσε καθήκοντα προϊσταμένου (δηλαδή αυτόν που στις περισσότερες περιπτώσεις είχες ορίσει εσύ ως αναπληρωτή)
    Αν σκεφτεί κανείς ότι έχουν να γίνουν κρίσεις προίσταμένων στις αιρετές Περιφέρειες και Αποκεντρωμένες Διοικήσεις από τότε που συστάθηκαν και στα υπουργεία εδώ και χρόνια,όλοι σήμερα είναι αναπληρωτές προϊστάμενοι που με τον παρόν νόμο θα γίνουν κανονικοί.
    Απορώ γιατί οι περισσότεροι ασχολούνται με το άρθρο 1. Για να «τρέξει» αυτό το σύστημα επιλογής απαιτούνται τουλάχιστον δύο χρόνια και νέους οργανισμούς υπηρεσιών. «Τους δείχνουν το φεγγάρι και κοιτάζουν το δάκτυλο».

  • 11 Μαΐου 2014, 10:54 | Περικλής Βακάλης

    προτείνω οι μεταβατικές διατάξεις να απαλειφθούν ή να ισχύσουν μόνο αν οι τωρινοί προϊσταμένοι δεν έχουν επιλεγεί σύμφωνα με τον μέχρι τώρα ισχύοντα νόμο
    ειδάλλως ολα είναι εκ του πονηρού

  • 11 Μαΐου 2014, 01:08 | ΜΕΝ

    Παρ. 1.α & β : Αν δε μου διαφεύγει κάτι, η δημοσίευση των Π.Δ. με τους οργανισμούς των φορέων επιφέρει την άμεση κατάργηση των νυν προϊσταμένων, πριν ο Υπουργός ορίσει τους νέους. Υπάρχει κάποιος ειδικός λόγος για παρόμοια ρύθμιση; Δεν θα υπάρχουν προϊστάμενοι στο μεσοδιάστημα ; Το εύλογο θα ήταν η κατάργηση των παλαιών προϊσταμένων να γίνει με τον ορισμό των νέων (εκτός αν δεχθούμε ότι οι σχετικές ΥΑ θα είναι ήδη έτοιμες στο συρτάρι).

  • 9 Μαΐου 2014, 09:30 | tomcat

    Ο πραγματικός στόχος του νομοσχεδίου είναι μόνο οι μεταβατικές διατάξεις, που δείχνουν και τι θέλει πραγματικά αυτός που κατάθεσε το νομοσχέδιο.
    Με δύο κουβέντες :»μέχρι να γίνουν οι κρίσεις προϊσταμένων οργανικών μονάδων με το νέο σύστημα (δηλαδή ποτέ)ο κάθε Υπουργός, Περιφερειάρχης, Γ.Γ. Αποκεντρωμένης Διοίκησης, διορισμένος ή αιρετός Πρόεδρος ΝΠΔΔ,κλπ, τοποθετεί ως προϊσταμένους όποιους επιθυμεί και όπου επιθυμεί».
    Και όποιος καλοπροαίρετα σκεφτεί ότι μπορεί να τοποθετήσει μόνο αυτούς που είχαν κριθεί σαν προϊστάμενοι, ας διαβάσει καλά την παρ. 1.β όπου με μαγικό τρόπο μπορεί να τοποθετήσει ως προϊσταμένους στις νέες οργανικές μονάδες υπαλλήλους που ασκούσαν καθήκοντα προϊσταμένου του ίδιου επιπέδου στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων περί αναπλήρωσης προϊσταμένων. Δηλαδή τοποθετείς αυτόματα (αν το επιθυμείς)ως προϊστάμενο αυτόν που ασκόυσε καθήκοντα προϊσταμένου (δηλαδή αυτόν που στις περισσότερες περιπτώσεις είχες ορίσει εσύ ως αναπληρωτή)
    Αν σκεφτεί κανείς ότι έχουν να γίνουν κρίσεις προίσταμένων στις αιρετές Περιφέρειες και Αποκεντρωμένες Διοικήσεις από τότε που συστάθηκαν και στα υπουργεία εδώ και χρόνια,όλοι σήμερα είναι αναπληρωτές προϊστάμενοι που με τον παρόν νόμο θα γίνουν κανονικοί.
    Απορώ γιατί οι περισσότεροι ασχολούνται με το άρθρο 1. Για να «τρέξει» αυτό το σύστημα επιλογής απαιτούνται τουλάχιστον δύο χρόνια και νέους οργανισμούς υπηρεσιών. «Τους δείχνουν το φεγγάρι και κοιτάζουν το δάκτυλο».

  • 9 Μαΐου 2014, 08:14 | ΗΛΙΑΣ ΑΛΕΥΡΑΣ, υπάλληλος ΟΤΑ Α’β

    Σύμφωνα με τον Ν.3905/10 (άρθρο 51, παρ.1δ) τα άρθρα 85 & 86 του Ν.3528/07 όπως τροποποιήθηκαν με τον Ν.3839/10 ισχύουν αναλογικά και για τους ΟΤΑ Α’β. Επίσης σύμφωνα με τον Ν.4147/2013 (άρθρο 3) επεκτείνονται οι μεταβατικές διατάξεις και στους ΟΤΑ Α’β.

    Το ερώτημα είναι εάν οι διατάξεις του παρόντος νόμου θα ισχύσουν «άμεσα» και στους ΟΤΑ Α’β. (από τις ανακοινώσεις του Υπουργείου διαφαίνεται ότι θα ισχύσουν αργότερα «προσαρμοσμένες» στους ΟΤΑ).

    Σε αυτή την περίπτωση επειδή άλλοι ΟΤΑ έχουν πολύ πρόσφατα «επιλέξει» προϊσταμένους και σε άλλους είναι σε εξέλιξη η διαδικασία επιλογής,
    ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ να υπάρξει ειδική «ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ» διάταξη που να αναφέρει ότι για τους ΟΤΑ Α’β, μέχρι να ισχύσει και σε αυτούς ο νέος τρόπος επιλογής, οι προϊστάμενοι επιλέγονται όπως ισχύει σήμερα (Ν.3839/10).

    Σε διαφορετική περίπτωση θα «τύχει» να έχουμε ένα ακόμα «ΠΟΛΥΕΤΕΣ» χρονικό διάστημα με «προσωρινούς» προϊσταμένους (Θυμίζω ότι από τον Δεκέμβριο του 2009 και μέχρι τον Απρίλιο του 2013, οι επιλογές ήταν «παγωμένες»)

  • 9 Μαΐου 2014, 07:18 | Eirini

    Η συνέντευξη δεν θα πρέπει να έχει τόσο μεγάλο ποσοστό βαρύτητας στην επιλογή προϊσταμένων και διευθυντών, διότι υπάρχει κίνδυνος να μην λειτουργήσει αξιοκρατικά. Κατά την άποψη μου, η συνέντευξη θα πρέπει να αφορά το 30% (το μέγιστο) της βαθμολογίας των υποψηφίων.
    Οι γραπτές εξετάσεις θα πρέπει να γίνονται με τη μορφή Πανελληνίων και η ύλη να είναι γνωστή κάποιους μήνες πριν, ώστε να υπάρχει δυνατότητα προετοιμασίας από πλευράς υποψηφίων. Η προετοιμασία του εκάστοτε υποψηφίου υποδηλώνει και τον βαθμό επιθυμίας και δυνατοτήτων για την εξέλιξή του.
    Τα παραπάνω σχόλια αφορούν το Άρθρο πρώτο.

  • 8 Μαΐου 2014, 20:07 | Κώστας

    Επί του άρθρου 5(μεταβατικές διατάξεις) παρ. 6βί θα πρέπει να αντικατασταθεί η φράση τρεις(3) μόνιμοι υπάλληλοι από την φράση τρεις(3)τακτικοί υπάλληλοι που περιλαμβάνει και του υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.