Άρθρο 33 – Εποπτεία των μεσιτών πιστώσεων

(Άρθρο 34 της Οδηγίας)

1.Οι μεσίτες πιστώσεων, που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από την αρμόδια αρχή, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 28, υπόκεινται στην εποπτεία αυτής, σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
Οι συνδεδεμένοι μεσίτες πιστώσεων υπόκεινται σε άμεση εποπτεία από την αρμόδια αρχή.
Κατ’ εξαίρεση, εάν:
(α) ο συνδεδεμένος μεσίτης πιστώσεων δεν παρέχει υπηρεσίες εκτός Ελλάδος και
(β) ο πιστωτικός φορέας για λογαριασμό του οποίου ενεργεί είναι πιστωτικό ίδρυμα, κατά την έννοια της παραγράφου 8 του άρθρου 3, το οποίο έχει λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα, σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 4261/2014,
τότε ο συνδεδεμένος μεσίτης πιστώσεων υπόκειται σε εποπτεία μέσω του εν λόγω πιστωτικού ιδρύματος (έμμεση εποπτεία).

2. Σε περίπτωση όπου μεσίτης πιστώσεων εγκατεστημένος σε κράτος μέλος της Ε.Ε. παρέχει υπηρεσίες στην Ελλάδα μέσω εγκατάστασης υποκαταστήματος, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 31, η αρμόδια αρχή παρακολουθεί την εφαρμογή και μεριμνά για τη συμμόρφωση εκ μέρους του υποκαταστήματος προς τις απαιτήσεις που ορίζονται στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 6 και των άρθρων 7 έως10, 12έως16, 19, 21και 38 καθώς επίσης και στα κατ’ εφαρμογή αυτών θεσπιζόμενα μέτρα.
Εάν διαπιστωθεί ότι μεσίτης πιστώσεων εγκατεστημένος σε κράτος μέλος της Ε.Ε., ο οποίος παρέχει στην Ελλάδα υπηρεσίες μέσω υποκαταστήματος παραβιάζει τις αναφερόμενες στο πρώτο ως άνω εδάφιο διατάξεις, η αρμόδια αρχή απαιτεί από τον συγκεκριμένο μεσίτη πιστώσεων να τερματίσει τη παραβίαση των ως άνω διατάξεων.
Εάν ο εν λόγω μεσίτης πιστώσεων δεν προβεί στις αιτούμενες ενέργειες, η αρμόδια αρχή προβαίνει σε όλες τις απαιτούμενες ενέργειες για να εξασφαλίσει ότι ο εν λόγω μεσίτης πιστώσεων θα τερματίσει την παραβίαση των ως άνω μέτρων. Το είδος των ενεργειών αυτών γνωστοποιείται στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής.
Εάν, παρά τις ενέργειες στις οποίες προέβη η αρμόδια αρχή, ο μεσίτης πιστώσεων συνεχίζει να παραβιάζει τις αναφερόμενες στο πρώτο ως άνω εδάφιο διατάξεις, η αρμόδια αρχή δύναται, αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες για να εμποδίσει τη συνέχιση της παραβίασης των ως άνω διατάξεων ή να επιβάλει τις σχετικές κυρώσεις και, εφόσον είναι απαραίτητο, να εμποδίσει το μεσίτη πιστώσεων να διεξαγάγει νέες συναλλαγές στην Ελλάδα. Η αρμόδια αρχή ενημερώνει αμελλητί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τις εν λόγω ενέργειες.
Σε περίπτωση που αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους της Ε.Ε. προβεί σε αντίστοιχες με τις ως άνω ενέργειες αναφορικά με υποκατάστημα μεσίτη πιστώσεων, ο οποίος έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 28 και παρέχει υπηρεσίες στο εν λόγω κράτος-μέλος μέσω εγκατάστασης υποκαταστήματος, και η αρμόδια αρχή διαφωνεί με τις ενέργειες αυτές, τότε η τελευταία δύναται να παραπέμψει το ζήτημα στην ΕΑΤ και να ζητήσει τη συνδρομή της σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

3. Η αρμόδια αρχή δύναται να εξετάζει τις ρυθμίσεις λειτουργίας του υποκαταστήματος και να απαιτεί όποιες αλλαγές είναι απολύτως απαραίτητες για την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει της παραγράφου 2, καθώς και να εξουσιοδοτεί την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής να επιβάλλει την τήρηση των υποχρεώσεων των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 6 και των κατ’ εφαρμογή αυτών θεσπιζόμενων μέτρων όσον αφορά τις υπηρεσίες που παρέχει το υποκατάστημα.

4. Εάν η αρμόδια αρχή μπορεί να τεκμηριώσει ότι ένας μεσίτης πιστώσεων που ασκεί δραστηριότητες στην Ελλάδα υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών παραβιάζει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα διατάξεις του παρόντος νόμου ή ότι ένας μεσίτης πιστώσεων που έχει υποκατάστημα στην Ελλάδα παραβιάζει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος νόμου πέραν όσων ορίζονται στην παράγραφο 2, ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής προκειμένου η τελευταία να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες.
Εάν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής δεν προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια εντός ενός μηνός από την προαναφερθείσα ενημέρωση ή εάν, παρά τις ενέργειες στις οποίες προέβη η τελευταία, ένας μεσίτης πιστώσεων εξακολουθεί να ενεργεί με τρόπο σαφώς επιζήμιο για τα συμφέροντα των καταναλωτών της Ελλάδας ή για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς:
α) Η αρμόδια αρχή, αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, προβαίνει σε όλες τις κατάλληλες ενέργειες που είναι αναγκαίες προκειμένου να προστατεύσει τους καταναλωτές και να διασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία των αγορών, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να εμποδίζει τον μεσίτη πιστώσεων που παρανομεί να προβεί σε νέες συναλλαγές στην Ελλάδα και ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την ΕΑΤ για τις ενέργειες αυτές αμελλητί.
β) Η αρμόδια αρχή δύναται να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΤ και να ζητήσει τη συνδρομή της, σύμφωνα με το άρθρο 19 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

5. Στην περίπτωση εγκατάστασης στην Ελλάδα, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 31, υποκαταστήματος μεσίτη πιστώσεων που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής δύναται, στο πλαίσιο άσκησης των κατά τον παρόντα νόμο καθηκόντων της και αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή, να προβαίνει σε επιτόπιους ελέγχους στο ως άνω υποκατάστημα.

6. Η κατανομή των καθηκόντων μεταξύ των κρατών μελών που ορίζεται στο παρόν άρθρο δεν θίγει τις αρμοδιότητες των κρατών μελών σε τομείς που δεν καλύπτονται από τον παρόντα νόμο σύμφωνα με τις υποχρεώσεις τους δυνάμει του δικαίου της Ένωσης.