Άρθρο 31 – Αναδιορισμός

1. Υπάλληλος της Δικαστικής Αστυνομίας ο οποίος απολύθηκε λόγω σωματικής ή νοητικής αναπηρίας αναδιορίζεται εφόσον: α) υποβάλλει αίτηση αναδιορισμού μέσα σε αποκλειστική προθεσμία πέντε (5) ετών από την απόλυση, β) είχε τουλάχιστον τριετή ευδόκιμη υπηρεσία, και γ) έχει όλα τα τυπικά προσόντα που απαιτούνται για την κατάληψη της θέσης κατά τον χρόνο του αναδιορισμού.

2. Ο υπάλληλος αναδιορίζεται μετά από γνωμοδότηση της δευτεροβάθμιας υγειονομικής επιτροπής του άρθρου 165 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α’ 26), με την οποία διαπιστώνεται ότι αποκαταστάθηκε η σωματική ή πνευματική του ικανότητα, σε βαθμό που του επιτρέπει να ασκεί τα καθήκοντά του. Ο υπάλληλος παραπέμπεται στην επιτροπή μέσα σε προθεσμία ενός (1) μηνός από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης αναδιορισμού και η επιτροπή αποφαίνεται το συντομότερο δυνατό.

3. Επιτρέπεται, επίσης, ο αναδιορισμός υπαλλήλου, του οποίου ανακλήθηκε ο διορισμός για παράβαση της περ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 11 εφόσον μετά την ανάκληση ο υπάλληλος αυτός απαλλάχτηκε από την κατηγορία με αμετάκλητη απόφαση ή με αμετάκλητο βούλευμα. Ο αναδιορισμός στην περίπτωση αυτή γίνεται ύστερα από αίτηση του υπαλλήλου, που υποβάλλεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία ενός (1) έτους από τότε που καθίσταται αμετάκλητη η απόφαση του δικαστηρίου ή το βούλευμα.

4. Για τον αναδιορισμό αποφασίζει το υπηρεσιακό συμβούλιο του άρθρου 42. Ο υπάλληλος αναδιορίζεται με τον βαθμό που έφερε κατά τον χρόνο της απόλυσης ή της ανάκλησης του διορισμού του. Αν δεν υπάρχει κατά τον χρόνο του αναδιορισμού κενή θέση, με την απόφαση αναδιορισμού συστήνεται προσωποπαγής θέση. Ο αναδιοριζόμενος σε προσωποπαγή θέση καταλαμβάνει την πρώτη θέση που κενώνεται στον ίδιο τομέα και βαθμό.

5. Τα άρθρα που αναφέρονται στον διορισμό ισχύουν και για τον αναδιορισμό.