ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ ΟΡΙΣΜΟΙ – ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ – ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ  Άρθρο 3 Ορισμοί (άρθρο 5 της Οδηγίας)

Στον παρόντα, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

  1. «Αναφορά»: η προφορική, ή γραπτή, ή μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας παροχή πληροφοριών, σχετικά με παραβιάσεις του παρόντος.

α) «Εσωτερική αναφορά»: η προφορική ή γραπτή ή μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας παροχή πληροφοριών σχετικά με παραβιάσεις προς τον Υπεύθυνο Παραλαβής και Παρακολούθησης Αναφορών (Υ.Π.Π.Α.) μιας νομικής οντότητας του δημοσίου ή του ιδιωτικού τομέα.

β) «Εξωτερική αναφορά»: η προφορική ή γραπτή ή μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας παροχή πληροφοριών σχετικά με παραβιάσεις στην Εθνική Αρχή Διαφάνειας (Ε.Α.Δ.).

  1. «Αναφερόμενος»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο κατονομάζεται στην εσωτερική ή εξωτερική αναφορά, ή στη δημόσια αποκάλυψη ως πρόσωπο στο οποίο αποδίδεται η παραβίαση που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος, ή ως πρόσωπο το οποίο σχετίζεται με την παραβίαση.
  2. «Αναφέρων»: το φυσικό πρόσωπο, που προβαίνει σε εσωτερική ή εξωτερική αναφορά ή σε δημόσια αποκάλυψη, παρέχοντας πληροφορίες σχετικά με παραβιάσεις, τις οποίες απέκτησε στο πλαίσιο των εργασιακών δραστηριοτήτων του.
  3. «Αντίποινα»: οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση πράξη ή παράλειψη, η οποία συμβαίνει εντός του εργασιακού πλαισίου, προκαλεί ή ενδέχεται να προκαλέσει αδικαιολόγητη ζημία στον αναφέροντα, ή να τον θέσει σε μειονεκτική θέση, και συνδέεται με εσωτερική ή εξωτερική αναφορά ή δημόσια αποκάλυψη.
  4. «Βάσιμοι λόγοι»: η δικαιολογημένη πεποίθηση προσώπου, με παρόμοιες γνώσεις, εκπαίδευση και εμπειρία με τον αναφέροντα, ότι οι πληροφορίες που διαθέτει είναι αληθείς και συνιστούν παράβαση του ενωσιακού δικαίου, που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος.
  5. «Δημόσια αποκάλυψη»: η απευθείας διάθεση πληροφοριών στο κοινό σχετικά με παραβιάσεις, ιδίως στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, σε διαδικτυακές πλατφόρμες, ή μέσω Οργανώσεων Κοινωνίας των Πολιτών.
  6. «Διαμεσολαβητής»: φυσικό πρόσωπο που βοηθά τον αναφέροντα στη διαδικασία αναφοράς εντός του εργασιακού πλαισίου, η συνδρομή του οποίου πρέπει να είναι εμπιστευτική.
  7. «Ενέργειες παρακολούθησης»: οι ενέργειες στις οποίες προβαίνει ο αποδέκτης της αναφοράς ή η Ε.Α.Δ., προκειμένου να λάβουν γνώση της πορείας της αναφοράς και ιδίως της αντιμετώπισης της αναφερόμενης παραβίασης.
  8. «Ενημέρωση»: η παροχή ενημέρωσης στους αναφέροντες για τα μέτρα που προβλέπεται να ληφθούν ή έχουν ληφθεί στο πλαίσιο της παρακολούθησης και για τους λόγους αυτής.
  9. «Εργασιακό πλαίσιο»: τρέχουσες, παλαιότερες ή προσδοκώμενες εργασιακές δραστηριότητες στον δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα, ανεξαρτήτως της φύσης των εν λόγω δραστηριοτήτων, μέσω των οποίων τα πρόσωπα αποκτούν πληροφορίες σχετικά με παραβιάσεις και στο πλαίσιο των οποίων τα εν λόγω πρόσωπα υπάρχει πιθανότητα να υποστούν αντίποινα αν τις αναφέρουν.
  10. «Παραβιάσεις»: πράξεις ή παραλείψεις που είναι παράνομες κατά το ενωσιακό δίκαιο ή που αντιβαίνουν στο αντικείμενο ή στον σκοπό των κανόνων ενωσιακού δικαίου που εμπίπτουν στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου.
  11. «Πληροφορίες σχετικά με παραβιάσεις»: πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων εύλογων υπονοιών, σχετικά με παραβιάσεις, οι οποίες έχουν διαπραχθεί ή είναι πολύ πιθανόν να διαπραχθούν στον οργανισμό στον οποίο εργάζεται, έχει εργαστεί ή πρόκειται να εργαστεί ή βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για να εργαστεί ο αναφέρων ή σε άλλους φορείς με τους οποίους ο αναφέρων είχε επαφή μέσω της εργασίας του ή επ’ ευκαιρία αυτής, καθώς και πληροφορίες σχετικά με απόπειρες απόκρυψης παραβιάσεων.
  12. «Φορείς δημόσιου τομέα»: οι φορείς της Γενικής Κυβέρνησης που προβλέπονται στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), τα εκτός αυτής νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, οι εκτός αυτής δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμοί του Κεφαλαίου Α’ του ν. 3429/2005 (Α’ 314), καθώς και τα όργανα και οι οργανισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
  13. «Φορείς ιδιωτικού τομέα»: οι φορείς που δεν ανήκουν στο δημόσιο τομέα, όπως ορίζονται στην περ. 13, ανεξάρτητα από τη νομική τους μορφή.

 

  • Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 11 του άρθρου 3 δημιουργείται η λανθασμένη εντύπωση ότι αφορά παράβαση οποιουδήποτε ενωσιακού κανόνα, ενώ αντιθέτως αφορά παραβίαση κανόνων ενωσιακού δικαίου που εμπίπτουν στο καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής του νόμου ακριβώς όπως ισχύει και για το δεύτερο εδάφιο.Συνεπώς το πρώτο εδάφιο χρήζει αναδιατύπωσης.

  • Στην παρ. 10 του άρθρου 3 έχετε παραλείψει τμήμα του ορισμού όπως αναγράφεται στην Οδηγία. Συνεπως πρέπει να προστεθεί ο όρος οι «προσδοκώμενες εργασιακές δραστηριότητες».
    Και μάλιστα προτείνεται να προστεθεί και ο ορισμός της έννοιας ως εξής: «Προσδοκώμενη εργασιακή δραστηριότητα: η εργασιακή σχέση η οποία δεν έχει ακόμη ξεκινήσει και βρίσκεται στο στάδιο της διαδικασίας πρόσληψης ή σε άλλο στάδιο διαπραγμάτευσης πριν από τη σύναψη σύμβασης».

  • Στην παρ. 8 του άρθρου 3 ο ορισμός των ενεργειών παρακολούθησης δεν συμβαδίζει με τον ορισμό των μέτρω παρακολούθησης της οδηγίας. Προτείνεται η επαναδιατύπωσή του σύμφωνα με τα προβλεπόμενα και οριζόμενα στην Οδηγία.

  • Στην παρ. 6 του άρθρου 3 ο ορισμός είναι περιοριστικός σε σχέση με την οδηγία. Προτείνεται η επαναδιατύπωσή τουστα πρότυπα του κειμένου της Οδηγίας.

  • Στην παρ. 4 του άρθρου 3 η πρόταση «ή να τον θέσει σε μειονεκτική θέση» είναι αρκετά ασαφής και δημιουργεί ανασφάλεια δικαίου.

  • Στην παρ. 2 του άρθρου 3 ο ορισμός του αναφερόμενου χρήζει επαναδιατύπωσης ως προς το τελευταίο εδάφιο.
    Σύμφωνα με τον ορισμό της οδηγίας: «person concerned’ means a natural or legal person who is referred to in the report or public disclosure as a person to whom the breach is attributed or with whom that person is associated;»
    και συνεπώς ο ορισμός έχει ως εξής: «φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο κατονομάζεται στην εσωτερική ή εξωτερική αναφορά ή στη δημόσια αποκάλυψη ως πρόσωπο στο οποίο αποδίδεται η παραβίαση που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος ή ως πρόσωπο το οποίο σχετίζεται με το πρόσωπο στο οποίο αποδίδεται η παραβίαση που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος».

  • 12 Οκτωβρίου 2022, 16:21 | Κατερίνα Μ

    Η οδηγία αφήνει στα ΚΜ τηε διακριτική ευχέρεια να προβέψουν και ανώνυμες καταγγελίες. Το άρθρο 7 του παρόντος σχεδίου φαίνεται να επιτρέπει και ανώνυμες καταγγελίες. Αν αυτό είναι ορθρό καλό θα ήταν να διευκρινιστεί στους ορισμούς ότι η καταγγελία μπορεί να είναι απώνυμη ή ανώνυμη

  • 6 Οκτωβρίου 2022, 13:32 | Λάμπρος Καφίδας

    Μητρώο δημόσιων φορέων (υποχρέων εφαρμογής του παρόντος σ/ν)
    ———————–
    Ειδικά ως προς τους δημοσίους φορείς, καλό θα ήταν να προβλεφθεί αναλυτική κατάσταση (ειδικότερο Μητρώο), όσων από αυτούς εμπίπτουν στους υπόχρεους εφαρμογής του παρόντος σ/ν, ώστε να μην υφίσταται σύγχυση αν π.χ. η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (ΝΠΔΔ), και άλλοι ειδικοί φορείς, αποτελούν δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς κατά το άρθρο 3 του παρόντος.

  • 4 Οκτωβρίου 2022, 11:32 | ΑΘΗΝΑ ΜΠΙΡΜΠΑΚΟΥ

    Με τον νόμο 3560/2007 (ΦΕΚ 103 Α΄/14.5.2007) κυρώνεται στην Ελλάδα η Σύμβαση ποινικού δικαίου για τη διαφθορά που υπογράφτηκε στο Στρασβούργο στις 27 Ιανουαρίου 1999 και του Πρόσθετου σ’ αυτήν Πρωτοκόλλου ποινικού δικαίου για τη διαφθορά, που υπογράφτηκε στο Στρασβούργο στις 15 Μαΐου 2003. Με τη Σύμβαση αυτή το Συμβούλιο της Ευρώπης και τα άλλα κράτη που την υπογράφουν, αναγνωρίζουν ότι η διαφθορά συνιστά γενικότερη απειλή για το κράτος του δικαίου υπονομεύει τη χρηστή διοίκηση και την κοινωνική δικαιοσύνη. Στην Αμερική για να αντιμετωπίσουν το σκάνδαλο Watergate σχεδιάστηκε η κυβερνητική πολιτική θεσμικά, έτσι ώστε να αντιμετωπιστούν ζητήματα διαφθοράς στους αξιωματούχους του υψηλού καπελού, σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Στην Ευρώπη δεν διαθέτει τέτοιες δυνατότητες καθότι ο Νομοθέτης της Ε.Ε. αποτελείται από εκπροσώπους των εθνικών κυβερνήσεων, οι οποίοι τυγχάνει να είναι οι ίδιοι (ενδεχομένως) ύποπτοι τέλεσης άδικων πράξεων, κατά τα Εθνικά Δίκαια.(Βλ. Υπόθεση Νοvartis.) Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την απροθυμία των Εθνικών Κυβερνήσεων να θεσπίσουν κανόνες , οι οποίοι ενδεχομένως να αντίκειται στα προσωπικά τους ιδιοτελή συμφέροντα.
    Μια συνήθεις τακτική των υπόπτων του υψηλού κολάρου, είναι η ανάπτυξη σχέσεων μέσω πληρεξουσίων και μεσαζόντων ή μέσω προσωπικών επαφών. Το γεγονός αυτό δεν αφήνει περιθώρια έτσι ώστε να εξακριβωθεί ο ηθικός αυτουργός τέλεσης εγκλημάτων, διότι δεν αφήνουν αποτυπώματα που να συνδέονται άμεσα με την εκάστοτε κυβέρνηση.
    Λαμβάνοντας Υπόψη Ότι Σύμφωνα Με Τον Ν.4270 Το Άρθρο 14 Ορισμοί [Άρθρα 2 Και 6(2) Οδηγίας 2011/85/ΕΕ τίθενται ως όροι «χρέος της Γενικής Κυβέρνησης», «έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης» και «πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης» έχουν την έννοια που αποδίδεται σε αυτούς στο άρθρο 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 479/2009 (ΕΕ L 145/1).
    Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου θα πρέπει να συμπεριληφθούν υπόψη κατά τα υποσύνολα της Γενικής Κυβέρνησης , έτσι όπως αυτά αναφέρονται στον Ν.4270/2014, και το άρθρο 14 β. Γενική Κυβέρνηση: περιλαμβάνει τρία υποσύνολα, εφεξής αποκαλούμενα υλοτομείς: της Κεντρικής Κυβέρνησης, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) και των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης (ΟΚΑ), σύμφωνα με τους κανόνες και τα κριτήρια του Ευρωπαϊκού Συστήματος Λογαριασμών (ΕΣΟΛ)
    Φορείς δημόσιου τομέα : γ. Υποτομέας της Κεντρικής Κυβέρνησης: περιλαμβάνει την Κεντρική Διοίκηση και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου, καθώς και τις Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές που έχουν νομική προσωπικότητα, εφόσον τα παραπάνω περιλαμβάνονται στο Μητρώο Φορέων Γενικής Κυβέρνησης, αλλά δεν ανήκουν στους υποτομείς των ΟΤΑ και των ΟΚΑ.
    δ. Υποτομέας ΟΤΑ: περιλαμβάνει: (αα) τους ΟΤΑ, οι οποίοι αποτελούνται από τους Δήμους (OTA A΄ βαθμού) και τις Περιφέρειες (OTA B΄ βαθμού) και (ββ) τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου που ανήκουν, ελέγχονται ή χρηματοδοτούνται από τους ΟΤΑ.
    ε. Υποτομέας OKA: περιλαμβάνει Ασφαλιστικά Ταμεία, Οργανισμούς Απασχόλησης και Οργανισμούς Παροχής Υπηρεσιών Υγείας.
    στ. Κεντρική Διοίκηση ή Δημόσιο ή Κράτος: περιλαμβάνει την Προεδρία της Δημοκρατίας, τα Υπουργεία και τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, καθώς και τις Ανεξάρτητες Αρχές που δεν έχουν νομική προσωπικότητα. Για λόγους στατιστικής ταξινόμησης, η Βουλή των Ελλήνων περιλαμβάνεται και αυτή στην Κεντρική Διοίκηση, σύμφωνα με τον Κανονισμό της, ως προς τον προϋπολογισμό εξόδων και τον ισολογισμό-απολογισμό αυτής. Οι φορείς της Κεντρικής Διοίκησης και οι υποδιαιρέσεις τους σε ειδικούς φορείς είναι διοικητικές της μονάδες και μονάδες του προϋπολογισμού της, χωρίς αυτοτελή νομική προσωπικότητα.
    Αιτιολογία : Παρατηρείται όλο και συχνότερα η κατάχρηση αξιώματος από κρατικούς λειτουργούς, οι οποίοι χρησιμοποιούν την εξουσία που κατέχουν έτσι ώστε να διαμορφωθεί μια πολιτική η οποία τάσσετε υπέρ συμφερόντων συγκεκριμένων υπαλλήλων και λειτουργών όπου υπηρετούν σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (Για παράδειγμα Σχολικές Επιτροπές, Νομικά Πρόσωπα Ύδρευσης και Αποχέτευσης). Η κερδοσκοπική συμπεριφορά η οποία μπορεί να αναπτυχθεί από άτομα που κατέχουν αξιώματα και κατέχουν πληροφορίες μπορεί να αντιμετωπισθεί εάν η εφαρμογή του νόμου συμπεριλάβει και τους τρίτους εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους όπου αναλαμβάνουν για λογαριασμό του δημοσίου να διεκπεραιώσουν έργα αναθέσεις εργασιών (Π.Χ η τήρηση λογιστικών καταστάσεων του νομικού προσώπου)
    Κατά την Ποινική Διαδικασία, να υπάρχει η δυνατότητα εφαρμογής την προστασίας μαρτύρων από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, ειδικότερα για τα εγκλήματα τα οποία αφορούν Δικαστικούς Λειτουργούς οι οποίοι δέχονται επιρροές για την επιτυχή έκβαση υποθέσεων πολιτικών αξιωματούχων σε εθνικό επίπεδο.