MASTER PLAN WATER MANAGEMENT IN THESSALY IN THE WAKE OF STORM DANIEL How to Address Thessaly’s Water-Related Agricultural Challenges

Μεταφορτώστε τα αρχεία στους κατωτέρω συνδέσμους (στην ελληνική γλώσσα):

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΤΟΜΟΣ Α΄: ΥΠΟΔΟΜΕΣ ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

ΤΟΜΟΣ Β΄ : ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΥΔΑΤΩΝ

ΤΟΜΟΣ Γ΄: ΕΓΚΑΙΡΗ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΡΙΣΗΣ

ΤΟΜΟΣ Δ΄: ΓΕΩΡΓΙΑ & ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ

ΤΟΜΟΣ Ε ́: ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ

ΤΟΜΟΣ ΣΤ΄ : ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΡΑΣΗΣ ΚΑΙ
ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ

Συνοπτική περίληψη του σχεδίου στην ελληνική γλώσσα

Στους κατωτέρω συνδέσμους τα κείμενα είναι διαθέσιμα και στην αγγλική γλώσσα:

HVA Master Plan Executive Summary

 HVA Master Plan Introduction

 HVA Masterplan Water Management – Thessaly – Master Version DRAFT 1st delivery vol 1

  HVA Masterplan Water Management – Thessaly – Master Version DRAFT 1st delivery vol 2

 HVA Masterplan Water Management – Thessaly – Master Version DRAFT 1st delivery vol 3

HVA Master Plan vol 4

 HVA Master Plan vol 5

 HVA Masterplan Water Management – Thessaly – Master Version DRAFT 1st delivery vol 6

 HVA Master Plan Appendices

  • 12 Απριλίου 2024, 14:01 | Κίνηση για την Προστασία και Ανάδειξη Μεγάλου Ρέματος Ραφήνας

    Μας βρίσκουν σύμφωνους/ες τα σχόλια των περιβαλλοντικών οργανώσεων
    1. Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού
    2. Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης
    3. Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία
    4. Greenpeace
    5. WWF Ελλάς
    που έχουν υποβληθεί παραπάνω και συγκεκριμένα στις 22/3/24.
    Τα παραθέτουμε ξανά παρακάτω και ζητάμε να τα λάβετε σοβαρά υπόψη, καθώς η αντιμετώπιση μίας καταστροφής όπως αυτή της Θεσσαλίας και η πολιτική διαχείρισης των υδάτων ΟΦΕΙΛΕΙ να αντιμετωπιστεί σοβαρά, να βγάλει συμπεράσματα ώστε να μην επαναληφθούν τέτοιου μεγέθους καταστροφές στη Θεσσαλία και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Οφείλει επίσης να χαράξει στρατηγική και μέτρα, σε συμφωνία με όλες τις ευρωπαϊκές οδηγίες και στρατηγικές. Η προχειρότητα με την οποία επιχειρείται να καταρτιστεί το σχέδιο, τα ασφυκτικά χρονικά περιθώρια, τα πολλαπλά εμπόδια στη διαβούλευση (παραθέτονται στο κείμενο των οργανώσεων παρακάτω) και η εμφανής παραβίαση των ευρωπαϊκών οδηγιών και στρατηγικών, προοιωνίζουν την επανάληψη γνωστών κακών πρακτικών με τις ίδιες καταστροφικές συνέπειες στη φύσησ και τον άνθρωπο.

    Σχόλια περιβαλλοντικών οργανώσεων στην έκθεση της εταιρείας HVA με τίτλο «Water management in Thessaly in the wake of Storm Daniel”
    Γενικά σχόλια σχετικά με τη διαβούλευση
    Έλλειμμα θεσμικής βάσης: Από το εισαγωγικό μήνυμα στο opengov.gr, όπου διεξάγεται η διαβούλευση, δεν προκύπτει καμία θεσμική πλαισίωση για την υπό σχολιασμό έκθεση. Η έκθεση δεν εντάσσεται καν στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της χώρας για εφαρμογή των οδηγιών 2000/60/ΕΚ για τα ύδατα και 2007/60/ΕΕ για τις πλημμύρες, ούτε προβλέπεται από εθνική νομοθεσία για τη διαχείριση των υδάτων.
    Πρέπει να σημειωθεί ότι μόλις πριν μερικές μέρες (15 Μαρτίου 2024), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε, μετά από επανειλημμένες σχετικές προειδοποιήσεις, να παραπέμψει τη χώρα μας για παραβίαση των δυο οδηγιών που σχετίζονται άμεσα με την υπό σχολιασμό μελέτη της εταιρείας HVA: την οδηγία 2007/60/ΕΚ για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών και την οδηγία 2000/60/ΕΕ “Πλαίσιο κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων”. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα ντροπιαστική εξέλιξη, ειδικά καθώς αφορά μια χώρα που δεν έχει απλώς υποχρέωση εφαρμογής τους, αλλά και μεγάλη ανάγκη από τα εργαλεία που προσφέρουν οι δυο αυτές οδηγίες για πραγματικά βιώσιμη διαχείριση των υδάτινων οικοσυστημάτων, ώστε να λειτουργήσουν αποτελεσματικά υπέρ της θωράκισης της κοινωνίας και της οικονομίας από τις καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. H μελέτη της εταιρείας HVA αγνοεί πλήρως τις δυο οδηγίες και επιδεινώνει το έλλειμμα σωστής εφαρμογής τους από τη χώρα μας.
    Πρέπει να τονιστεί ότι η ανάπτυξη των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής ποταμού, στο πλαίσιο της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, και των σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας, στο πλαίσιο της οδηγίας 2007/60/ΕΕ, αποτελούν στοιχεία της ολοκληρωμένης διαχείρισης της λεκάνης απορροής ποταμών. Το δίκαιο της ΕΕ σαφώς προβλέπει ότι οι δύο διαδικασίες, δηλαδή η διαχείριση του κινδύνου από πλημμύρες και η επίτευξη καλής οικολογικής κατάστασης των υδάτινων οικοσυστημάτων, έχοντας υπόψη τους περιβαλλοντικούς στόχους της οδηγίας 2000/60/ΕΚ (προοίμιο οδηγίας για τις πλημμύρες, εδ. 17) αποτελούν στοιχεία της ολοκληρωμένης διαχείρισης της λεκάνης απορροής ποταμών και θα πρέπει να αξιοποιούν αμοιβαία τη δυνατότητα κοινών συνεργειών και κοινού οφέλους.
    Επισημαίνουμε επίσης ότι οι περιβαλλοντικές οργανώσεις έχουν ήδη υποβάλει σχόλια στη διαβούλευση για τη 2η αναθεώρηση των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής (ΣΔΛΑΠ) για τη Δυτική Στερεά και τη Θεσσαλία. Τα σχόλια των περιβαλλοντικών οργανώσεων είναι διαθέσιμα εδώ: https://www.wwf.gr/shmeio_gnosis/politiki/?12171866/——-2—
    Γλώσσα: Δεν είναι ξεκάθαρο σε ποιο κοινό απευθύνεται η μελέτη αυτή. Πάντως, όταν οποιοδήποτε έγγραφο ή έκθεση τίθεται σε δημόσια διαβούλευση, βασική υποχρέωση του αρμόδιου φορέα είναι να προσφέρει το κείμενο στη γλώσσα του κοινού που καλείται να το σχολιάσει και του οποίου τη ζωή επηρεάζει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το γεγονός ότι η έκθεση και τα τεύχη της είναι στα Αγγλικά, αποτελεί υποβάθμιση του κρίσιμου θεσμού της διαβούλευσης και ειρωνεία προς το ελληνικό κοινό που πιθανώς να μην είναι εξοικειωμένο είτε με την ίδια τη γλώσσα είτε με τεχνικούς όρους που χρησιμοποιούνται στην έκθεση. Ένα καθαρά μορφολογικό επίσης σχόλιο είναι η απουσία πίνακα περιεχομένων, γεγονός που δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την ουσιαστική συμμετοχή του κοινού, καθώς η πλοήγηση στο κείμενο και η εξ αρχής αποκόμιση της συνολικής εικόνας για τη δομή είναι αδύνατη.
    Επιστημονική επάρκεια: Στα τεύχη δεν αναφέρονται ομάδες επιστημόνων που συνέταξαν τα κείμενα, ούτε μεθοδολογία ή περιγραφή της έρευνας (εάν διεξήχθη έρευνα). Αλλά και η ίδια η επιλογή μιας εμπορικής εταιρείας, όπως η Handelsvereniging Amsterdam-HVA (μτφ Εμπορική Εταιρεία του Άμστερνταμ), η οποία ιστορικά εξειδικεύεται στην εκμετάλλευση μεγάλων γεωργικών εκτάσεων σε πρώην ολλανδικές αποικίες και στο εμπόριο των προϊόντων τους, προκαλεί ερωτηματικά σχετικά με την επιστημονική επάρκεια και την απαραίτητη εξειδίκευση στα κρίσιμα ζητήματα της θωράκισης από πλημμύρες και από τις κλιματικές καταστροφές που πλέον συμβαίνουν ολοένα και συχνότερα και τείνουν να γίνουν νέα κανονικότητα.Ειδικότερα σχόλια επί των παραδοχών και προτάσεων της HVA
    Το τεύχος “Flood defense infrastructures” φαίνεται να αποτελεί συρραφή κειμένων και προτάσεων που έχουν ήδη εκφραστεί σε άλλα πλαίσια και απλά να συγκεντρώνει σε ένα πακέτο όλα τα έργα και τις παρεμβάσεις που έχουν κατά το παρελθόν προταθεί ή σχεδιαστεί (μεγάλα και μικρότερα φράγματα, σήραγγες, αναχώματα, έργα ορεινής υδρονομίας, κλπ). Υπολείπεται επίσης σοβαρά σε σχέση με τις ραγδαίες εξελίξεις σε καινοτόμες προσεγγίσεις αποτελεσματικής αντιμετώπισης των πλημμυρών και συνολικότερα των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης, με βάση τις υπηρεσίες που προσφέρουν τα φυσικά οικοσυστήματα του κάθε τόπου.
    Αν και η μελέτη της HVA ανακοινώθηκε με τον τίτλο “MASTER PLAN FOR THE A) POST-DISASTER REMEDIATION OF THE DAMAGE CAUSED BY THE >70,000 HECTARE FLOODING IN THESSALY and B) THE MITIGATION OF FUTURE FLOODING IN THE AREA aiming at covering the operational needs of the Ministry of Civil Protection» [ΑΔΑ: 90ΛΩ46ΝΠΙΘ-1Ξ3 – Έγκριση σύμβασης δωρεάς μεταξύ του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ (ως δωρεοδόχου) και του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΡΑΠEΖΩΝ» (ως δωρητή)]. Εντούτοις όμως, στην έκθεση (σελ. 24 τεύχους για τις πλημμύρες) αναφέρεται ότι:
    “Το Master Plan δεν είναι απλώς ένα αυτόνομο ή άκαμπτο σχέδιο για τη διαχείριση των πλημμυρών. Τα στοιχεία του παρόντος πρέπει να ενσωματωθούν στα υπάρχοντα και μελλοντικά Σχέδια Διαχείρισης Υδάτων, Σχέδια Διαχείρισης Πλημμύρας, οδηγίες της ΕΕ, όπως η Οδηγία της ΕΕ για τις Πλημμύρες (2007/60/ΕΚ). Επιπλέον, η ευθυγράμμιση με τα αναπτυξιακά σχέδια για τους τομείς της γεωργίας και της κτηνοτροφίας είναι επιτακτική για μια ολιστική και αποτελεσματική προσέγγιση. Οι στρατηγικές και τα μέτρα που προτείνονται σε αυτό το Κατευθυντήριο Σχέδιο προορίζονται συγκεκριμένα να ενσωματωθούν στην εν εξελίξει αναθεώρηση του υφιστάμενου Σχεδίου Διαχείρισης Πλημμυρών της Κυβέρνησης της Ελλάδας. Το επικαιροποιημένο σχέδιο προβλέπεται να εξελιχθεί σε ένα ισχυρό επιχειρησιακό εργαλείο για την ολοκληρωμένη διαχείριση των πλημμυρών. Αυτό περιλαμβάνει την πρόοδο και την αξιολόγηση των υποδομών, τη δημιουργία συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και αποτελεσματικές διαδικασίες για την ανάκαμψη από τις πλημμύρες.”
    Αυτός ο συλλογισμός είναι εξαιρετικά προβληματικός σε σχέση με το δίκαιο της ΕΕ, καθώς δεν μπορεί ένα εκτός ισχύοντος θεσμικού πλαισίου σχέδιο να επιβάλει εξωγενώς προσαρμογή σε θεσμικά προβλεπόμενα σχέδια με το ίδιο αντικείμενο. Λαμβάνοντας μάλιστα ως δεδομένο ότι το υπό ‘διαβούλευση’ ‘masterplan’ καθορίζει το πλαίσιο για μελλοντικές άδειες έργων αναμφισβήτητα θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, όπως τα μεγάλα φράγματα, τότε θα έπρεπε να υποβληθεί σε στρατηγική εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, όπως επιβάλλει η νομοθεσία της ΕΕ (οδηγία 2001/42/ΕΚ).
    Συνολικά, η μελέτη δίχως να ακολουθεί καμία γνωστή ή θεσμοθετημένη μεθοδολογία εκπόνησης μελετών προτείνει, με βάση γενικόλογη και διόλου τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία, υδραυλικές λύσεις οι οποίες έχουν ήδη προταθεί από άλλους φορείς, ενώ κάποιες (όπως τα έργα εκτροπής του Αχελώου) έχουν ακυρωθεί δικαστικώς και καταδικαστεί επιστημονικά. Αυτές οι παρωχημένης λογικής προτάσεις καλό θα είναι να μείνουν στο παρελθόν.
    Σε πρώτη φάση, οι περιβαλλοντικές οργανώσεις υποβάλλουν πρώτη δέσμη σχολίων, με εστίαση στα εξής ζητήματα: α) Συμβατότητα με το ενωσιακό δίκαιο, β) Συμμετοχή και διαφάνεια, γ) Αγνόηση της κλιματικής κρίσης και προφανών λύσεων, δ) Προβληματική χαρτογραφική απεικόνιση, ε) Απουσία δεδομένων, στ) Έμφαση σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα, ζ) Επαναφορά της εκτροπής του Αχελώου, η) Αγνόηση βέλτιστων πρακτικών (Nature-based solutions), θ) Μοντέλο διακυβέρνησης.
    α) Συμβατότητα με το ενωσιακό δίκαιο: Η έκθεση δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις της οδηγίας 2007/60/ΕΚ για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών. Ενδεικτικά, τα προτεινόμενα μέτρα στο πλαίσιο της ενωσιακής νομοθεσίας για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμύρας πρέπει απαραιτήτως να περιλαμβάνουν κατ’ ελάχιστο χαρακτηρισμό δασικών περιοχών ως προστατευτικών, περιορισμό δραστηριοτήτων στις πλημμυρικές κοίτες, εντοπισμό και καταγραφή εστιών παραγωγής φερτών και σχεδιασμό μέτρων που είναι συμβατά με τις απαιτήσεις της οδηγίας πλαίσιο για τα ύδατα, της οποίας στόχος είναι η αποτροπή περαιτέρω επιδείνωσης, προστασία και βελτίωση των υδάτινων οικοσυστημάτων, και η προώθηση της βιώσιμης χρήσης του νερού.
    Η μελέτη περιλαμβάνει, επίσης, ρυθμίσεις που αφορούν τη διαχείριση των υδάτων, αντικείμενο που κατά την ενωσιακή νομοθεσία ρυθμίζεται από την οδηγία 2000/60/ΕΚ και τα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής (ΣΔΛΑΠ). Σημειωτέον ότι τα εν λόγω σχέδια βρίσκονται στη δεύτερη φάση αναθεώρησής τους, ενώ φαίνεται να αγνοούνται στο σύνολο της μελέτης (γίνεται μόνο αναφορά στο ανεπαρκές «σύστημα παρακολούθησης ή σαφές θεσμικό [τους] πλαίσιο», VOLUME II, σελ. 119).
    Επιπλέον, πολλά από τα μέτρα που προτείνονται στην έκθεση (π.χ. μεγάλα φράγματα) είναι ασύμβατα με τις νέες κατευθύνσεις της Ε.Ε. και κυρίως με τον νέο κανονισμό για την αποκατάσταση της φύσης που βρίσκεται σε τελικό στάδιο έγκρισης. Ο κατακερματισμός των υδατορεμάτων από φράγματα και η διακοπή της συνδεσιμότητάς τους έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον στόχο που τίθεται από τον νέο κανονισμό (αποκατάσταση 25.000 χιλιομέτρων ποταμών ελεύθερης ροής, σε σύγκριση με το 2020).
    Η μελέτη της HVA δεν έχει λάβει καθόλου υπόψη τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο πλαίσιο της ενδιάμεσης αξιολόγησης της προόδου εφαρμογής των πρώτων σχεδίων διαχείρισης κινδύνων πλημμύρας (για την Ελλάδα αυτή η αναφορά εκδόθηκε το 2021, καθώς υπέβαλε τα απαραίτητα στοιχεία με καθυστέρηση). Η ενδιάμεση αξιολόγηση αποτυπώνει τις σημαντικότερες παραλείψεις των ΣΔΚΠ. Μια από τις σημαντικές παραλείψεις αφορά τη μη αποτύπωση από τα ΣΔΚΠ «φυσικών μέτρων συγκράτησης νερού” (natural water retention measures). Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διατυπώνει ισχυρή σύσταση για ενίσχυση των λύσεων που βασίζονται στα οικοσυστήματα και ειδικότερα των φυσικών μέτρων συγκράτησης νερού (NWRM), ως εξής: “the information provided is not detailed and the FRMPs do not highlight the potential role of NWRM. Generally, the use of nature based solutions should be strengthened. A high share of the total costs will go on measures that could include riverbank and riverbed modifications, with possible negatively impacts on the ecological and hydromorphological conditions of streams and rivers.” Η έκθεση της HVA επιδεινώνει ακόμα περισσότερο αυτό το σοβαρό έλλειμμα του αντιπλημμυρικού σχεδιασμού της χώρας.
    Η έκθεση της HVA περιέχει μόνο γενικόλογες αναφορές στα NbS, δίχως να διατυπώνει κανένα ουσιαστικό μέτρο προς την κατεύθυνση της ολοκληρωμένης και συμβατής με το ενωσιακό δίκαιο και τις βέλτιστες διαθέσιμες πρακτικές θωράκισης της χώρας απέναντι στην υπαρξιακή απειλή της κλιματικής κρίσης. Μεγάλο ποσοστό του συνολικού προϋπολογισμού φαίνεται ότι διατίθεται σε μέτρα εγκιβωτισμού και τροποποιήσεων στις κοίτες των ποταμών με πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στις οικολογικές και υδρομορφολογικές συνθήκες των περιοχών. Η μελέτη της HVA περιέχει προτάσεις που ενισχύουν αυτή τη λογική, με επιπλέον αναχώματα, τροποποιήσεις της κοίτης ποταμών και εκτροπές ποταμών (π.χ. Αχελώος, Αγιαμονιώτης)
    β) Συμμετοχή, διαφάνεια και κοινωνική συνεργασία: Διαβούλευση κειμένου στα αγγλικά, αποκλείει μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας και ανθρώπων των οποίων η ζωή επηρεάζεται ευθέως, οι οποίοι ενδεχομένως δεν γνωρίζουν τη γλώσσα και την τεχνική ορολογία που χρησιμοποιείται στην έκθεση. Η κοινωνία και οι παραγωγικοί φορείς όμως πρέπει να έχει κεντρικό ρόλο στην αναζήτηση και εφαρμογή των κατάλληλων λύσεων που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της. Απαιτείται στενή συνεργασία με παραγωγούς και ομάδες που ήδη εφαρμόζουν αγροοικολογικές πρακτικές στα αγροκτήματά τους και έχουν εμπειρία από τα οφέλη και πλεονεκτήματα και αγρο-επιστήμονες που έχουν γνώση και εμπειρία σε αγροοικολογικές, μεθόδους ανθεκτικότητας και προστασίας κλίματος και βιοποικιλότητας, και μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία ενός νέου παραγωγικού μοντέλου στη Θεσσαλία. Εν ολίγοις, δεν νοείται διοικητική διαδικασία στην Ελλάδα που να διεξάγεται σε άλλη γλώσσα πλην της ελληνικής.
    γ) Αγνόηση της κλιματικής κρίσης και προφανών λύσεων: Η προφανής λύση (που δεν προτείνεται πουθενά στο σχέδιο της HVA) είναι η ανασυγκρότηση της αγροτικής παραγωγής με βάση τα νέα κλιματικά δεδομένα και επίκεντρο τις δύο επείγουσες και απολύτως επίκαιρες προτεραιότητες: (α) Ενίσχυση της ανθεκτικότητας των αγροσυστηματων και (β) Προστασία της βιοποικιλότητας που αποτελεί κλειδί για τις υπηρεσίες που μπορεί να προσφέρει ένα οικοσύστημα (φυτοπροστασία, επικονίαση, ανακύκλιση των θρεπτικών ουσιών και φυσικά προσαρμογή στις κλιματικές συνθήκες). Κανένα σύστημα δεν μπορεί να είναι λειτουργικό και υγιές χωρίς βιοποικιλότητα. Κανένα σχέδιο για αναδιάρθρωση καλλιεργειών δεν μπορεί να είναι βιώσιμο στη νέα κλιματική πραγματικότητα χωρίς να προτείνει προστασία βιοποικιλότητας και ανθεκτικότητα των αγροτικών συστημάτων.
    Πρακτικά, αυτά μπορούν να επιτευχθούν: (α) Εφαρμόζοντας πρακτικές που αυξάνουν την ικανότητα του εδάφους να διηθεί το νερό, να το συγκρατεί, και να κάνει τα θρεπτικά στοιχεία πιο αφομοιώσιμα από τα φυτά. (β) Εξασφαλίζοντας βιοποικιλότητα στο επίπεδο των ειδών εντός του αγροτικού οικοσυστήματος. Αυτό περιλαμβάνει τη βιοποικιλότητα στους μικροοργανισμούς του εδάφους, στους πληθυσμούς των εντόμων, της αυτοφυούς βλάστησης και των καλλιεργούμενων φυτών. (γ) Εξασφαλίζοντας ποικιλία διατροφικών πηγών για την εξασφάλιση ποικιλίας στη διατροφή, το οποίο με τη σειρά του διασφαλίζει τη διατροφική ασφάλεια. Στις αγροτικές περιοχές: αγροτικό τοπίο με ποικιλία καλλιεργούμενων ειδών και ζώων. Στις αστικές περιοχές: αστική χωροταξία που ενθαρρύνει την αστική γεωργία, για να υπάρχει μεγαλύτερη οικιακή αυτάρκεια και καλύτερη διατροφή των πληθυσμών. (δ) Δημιουργώντας κοινωνικά και οικονομικά συστήματα που υποστηρίζουν την επιβίωση και ευημερία των αγροτικών κοινοτήτων, όπως προώθηση τοπικών αγορών καλλιεργητών, προγράμματα υποστηριζόμενης γεωργίας, επανασύνδεση παραγωγών-καταναλωτών, δημόσιες συμβάσεις με αγροκτήματα που παράγουν τροφή προστατεύοντας το κλίμα και τη βιοποικιλότητα, κοκ.
    Σε κάθε περίπτωση, ένα σχέδιο ανασυγκρότησης της πληγείσας τις πρωτοφανείς πλημμύρες Θεσσαλίας οφείλει να στρέψει την περιοχή στο αύριο και όχι να την κρατάει όμηρο του χθες.
    Όσον αφορά τις καλλιέργειες βαμβακιού (και καλαμποκιού), σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ομάδας που πραγματοποιεί σχετικές προβλέψεις για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη χώρα, για λογαριασμό της Τράπεζας της Ελλάδος, προβλέπεται ήδη σημαντική μείωση της παραγωγικότητας τους μέσα στις επόμενες δεκαετίες επομένως η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών είναι ούτως ή άλλως μονόδρομος.
    δ) Προβληματική χαρτογραφική απεικόνιση: Οι χάρτες δεν είναι ευκρινείς, ενώ δεν είναι σαφές ούτε ποια δεδομένα αποτυπώνουν, από ποιες πηγές προέρχονται αυτά και σε ποιες χρονικές περιόδους αναφέρονται. Πιθανότατα επίσης να περιέχουν λάθη, όπως πχ ο πίνακας στη σελίδα 37 που δηλώνει ότι αποτυπώνει ‘water depths’ στις 7 Σεπτεμβρίου 2024.
    ε) Απουσία δεδομένων: Το τεύχος διατυπώνει συμπεράσματα και καταλήγει σε προτάσεις μικρών και μεγάλων τεχνικών έργων δίχως να αναφέρει πουθενά σε ποια δεδομένα βασίζεται.
    Αναφέρονται επιτόπιες επισκέψεις ως «διερευνητικές αποστολές» (fact-finding missions), άλλοτε σε πληθυντικό (Volume I και III) και άλλοτε σε ενικό (Volume IΙΙ), καθώς και ότι υπάρχει σχετική έκθεση (fact-finding report, Volume II, σελ. 100). Όμως παρουσιάζονται μόνο τα αδρά συμπεράσματα αυτής της έκθεσης (Volume II, σελ. 116), χωρίς αναφορά στη μεθοδολογία, τα καταγεγραμμένα στοιχεία και τον τρόπο εξαγωγής συμπερασμάτων.
    Αναφέρεται (Volume I, σελ. 38) ότι η διαμόρφωση του Σχεδίου Διαχείρισης Κινδύνου Πλημμυρών βασίστηκε σε υδρολογικά μοντέλα που είχαν ήδη δημιουργηθεί για τη Θεσσαλία. ‘Όμως, στην επόμενη ακριβώς πρόταση, αναφέρεται ότι «οι διερευνητικές αποστολές εντόπισαν αδυναμίες στα υπάρχοντα μοντέλα, ειδικά σε ότι αφορά την επάρκειά τους για τον σχεδιασμό και διαστασιολόγηση των υποδομών αλλά και για την Έγκαιρη Προειδοποίηση και τη Διαχείριση Κινδύνων». Προτείνεται μάλιστα τα μοντέλα αυτά να επικαιροποιηθούν (εκ των υστέρων;).
    στ) Έμφαση σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα: Αν και σε διάσπαρτα σημεία της η έκθεση αναφέρει ότι ο περιορισμός της φυσικής ροής ρεμάτων και ποταμών ευθύνεται για την αυξημένη τρωτότητα της Θεσσαλίας σε πλημμύρες και ξηρασία, καθώς και την ανάγκη διατύπωσης φυσικών λύσεων για την αντιπλημμυρική θωράκιση της Θεσσαλίας και την απελευθέρωση των φυσικών διόδων του νερού, εντούτοις η ‘μεγάλη εικόνα’ είναι η έμφαση που δίνει σε παρωχημένης λογικής, τεράστιου οικονομικού κόστους και αποδεδειγμένα αναποτελεσματικές προσεγγίσεις μεγάλων κατασκευαστικών παρεμβάσεων, όπως η εκτροπή του Αχελώου, η κατασκευή 23 φραγμάτων και επιπλέον αναχωμάτων που δημιουργούν περίκλειστα χωριά (μόνο στην περιοχή του Καλέντζη προτείνονται >60km νέων αναχωμάτων, χωρίς να γίνεται καμία αναφορά σε αποκατάσταση της κοίτης των ποταμών. Γενικότερα η μελέτη αποτελεί συμπίλημα παλαιότερων προτάσεων για μεγάλα κατασκευαστικά έργα, τα οποία όμως είναι ακατάλληλα για την υπαρξιακή πρόκληση της κλιματικής κρίσης και των καταστροφών που τείνουν να γίνουν η νέα κανονικότητα.
    Η μελέτη δηλώνει ότι προτεραιοποιεί μεν τα ορεινά φράγματα έναντι άλλων λύσεων, ωστόσο η έκταση του κειμένου για τα μεγάλα φράγματα σε συνδυασμό με τις εκτενείς τεχνικές προδιαγραφές που υπάρχουν στο τεύχος “Appendices” (Annex 9), δίνουν την ξεκάθαρη κατεύθυνση. Ειδικά για τα μεγάλα φράγματα ωστόσο φαίνεται να υπάρχουν αντιφάσεις που το ίδιο το κείμενο αναγνωρίζει. Η μελέτη αναφέρει ότι ο κύριος σκοπός αυτών των φραγμάτων είναι η άρδευση και αυτό μπορεί να έρχεται σε σύγκρουση με τον αντιπλημμυρικό τους στόχο: “Managing floods requires keeping reservoirs empty to accommodate floodwaters, while electricity companies and farmers prefer high and relatively constant water levels”. Για να επιλύσει αυτή την πρόκληση αναφέρει γενικόλογα και αόριστα την “καλή συνεργασία μεταξύ φορέων”, δηλαδή ένα ακόμα επίπεδο στην ήδη πολύπλοκη διαδικασία που στην πράξη αποδεικνύεται ιδιαίτερα προβληματικό.
    ζ) Επαναφορά της εκτροπής του Αχελώου: To σχέδιο δείχνει να διέπεται από μια εμμονή με το τεράστιο κατασκευαστικό έργο της εκτροπής του Αχελώου (φράγμα Συκιάς, σήραγγα Πετρωτού – Δρακότρυπας, φράγματα Μουζακίου και Πύλης). Η δε επίκληση της κλιματικής αλλαγής ως δικαιολογίας για την εκτροπή του Αχελώου είναι η πλέον παράλογη και δυνητικά καταστροφική πολιτική επιλογή. Ειδικά υπό τη βαριά σκιά της καταστροφής που προκάλεσε η καταιγίδα Ντάνιελ και επιδείνωσε η αμέσως επόμενη καταιγίδα Ηλίας, είναι ανάγκη να αναλογιστούμε πώς θα είχε εξελιχθεί η κατάσταση εάν είχε ολοκληρωθεί η εκτροπή του Αχελώου. Ειδικότερα λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι στόχος της εκτροπής είναι η διατήρηση της στάθμης του Πηνειού σε υψηλό επίπεδο κατά τους θερινούς και πρώτους φθινοπωρινούς μήνες, εύλογα συμπεραίνεται ότι κατά τη διάρκεια εκδήλωσης του Ντάνιελ, ο Πηνειός θα είχε ξεχειλίσει ήδη από τις πρώτες μέρες. Πιθανότατο αποτέλεσμα θα ήταν η πλημμύρα της Λάρισας κατά τη διάρκεια της καταιγίδας και σε πολύ μεγαλύτερη έκταση.
    η) Αγνόηση βέλτιστων πρακτικών (Nature-based solutions): Η αναφορά στις λύσεις που βασίζονται στη φύση (nature-based solutions) γίνεται μόνο κατ’ επίφαση και υποδηλώνει άγνοια επί του αντικειμένου. Αναφορά γίνεται μόνο ως συμπληρωματικό έργο των έργων ορεινής υδρονομίας (ενδεικτικά revegetation and reforestation) ενώ αγνοεί πλήρως κρίσιμης σημασίας προσεγγίσεις όπως αποκατάσταση κοίτης ποταμών, αποκατάσταση παρόχθιων δασών, σύνδεση με πλημμυρικά πεδία, αποκατάσταση υγροτόπων και προστασία δασικών εκτάσεων ή/και αναδασώσεις όπου χρειάζεται). Η Ολλανδία είναι πρωτοπόρος σε έργα που βασίζονται σε nature-based solutions και μια ολλανδική εταιρεία θα έπρεπε να το γνωρίζει αυτό και να αξιοποιήσει κατά το δυνατόν πληρέστερα τη διαθέσιμη εμπειρία και γνώση. Τελικά η αναφορά σε NbS είναι τελείως ανεπαρκής, ιδίως καθώς δεν εξειδικεύονται και παρουσιάζονται ως μέρος ενός συνονθυλεύματος παρεμβάσεων από την εκτροπή του Αχελώου έως και άλλες “grey infrastructures” (δηλ. μεγάλα κατασκευαστικά έργα). Η εταιρεία και τα αρμόδια υπουργεία μπορούν να αξιοποιήσουν το υλικό που έχει διαμορφώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (βλ. σχετικό κατάλογο στο τέλος των σχολίων). Οι φυσικές λύσεις δεν είναι εμβαλωματική προσθήκη σε ένα χαοτικό σύνολο από μεγάλες κατασκευαστικές παρεμβάσεις και εκτροπές ποταμών από μια λεκάνη απορροής σε άλλη. Οι φυσικές λύσεις στην κλιματική κρίση είναι ασπίδα προστασίας για ανθρώπους, κοινότητες, οικοσυστήματα και την οικονομία, και απαιτούν συνολικό και συμπαγή σχεδιασμό.
    θ) Ανησυχητικό μοντέλο διακυβέρνησης: Το τεύχος που εστιάζει στη διακυβέρνηση (δηλαδή στον “Οργανισμό Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας”, περιέχει πολλή λεπτομέρεια, σε επίπεδο ακόμα και αριθμού ηλεκτρονικών υπολογιστών, τυπολογία για τις οθόνες, smartphones, μεγάφωνα, ποδήλατα, και τύπο αυτοκινήτων 4Χ4, κλπ αλλά και μισθολογικές απαιτήσεις (στο τεύχος VI “Recommendations and timelines”). Η αναφορά όμως στον νομικό χαρακτήρα του οργανισμού γεννά ανησυχίες, τόσο για τις εγκρίσεις των έργων και την αδειοδότησή τους, αλλά και για το καθεστώς διάθεσης του νερού στους τελικούς χρήστες (δηλαδή στους αγρότες). Συγκεκριμένα, η HVA (της οποίας ο ρόλος στην διαχείριση του οργανισμού θα πρέπει να διευκρινιστεί από την κυβέρνηση), φαίνεται να προτείνει νομική μορφή ειδικού χαρακτήρα, με ανάθεση αρμοδιοτήτων υπό τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας (σελ. 126-128 τεύχους για τη διακυβέρνηση).
    Τέλος, δεδομένου ότι φαίνεται πως η μελέτη αγνοεί πλήρως τη διεθνή τάση αντιμετώπισης με φυσικές λύσεις των σοβαρών κινδύνων από την κλιματική κρίση, παραθέτουμε σημαντικό υλικό για φυσικές λύσεις (nature-based solutions) στη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών:
    ● European Commission. (2023). Nature-based Solutions for flood mitigation and coastal resilience. Climate ADAPT. https://op.europa.eu/en/publication-detail/-/publication/d6e80dca-d530-11ea-adf7-01aa75ed71a1/language-en
    ● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions play crucial role in building Europe’s climate resilience. https://www.eea.europa.eu/en/newsroom/news/nature-based-solutions-play-crucial-role
    ● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions in Europe: Policy, knowledge and practice for climate-change adaptation and disaster risk reduction. https://www.eea.europa.eu/publications/nature-based-solutions-in-europe
    ● European Investment Bank. (2023). Nature-based solutions for flood mitigation in Greece. https://www.eib.org/en/stories/nature-based-solutions-flood-greece
    ● Nordic Council of Ministers for the Environment and Climate. (2022). Nordic Ministerial Declaration on nature-based solutions. https://www.norden.org/en/declaration/nordic-ministerial-declaration-nature-based-solutions
    ● Sustainable Asset Valuation (SAVi) of River Restoration in Greece https://www.iisd.org/publications/report/savi-river-restoration-in-greeceι

  • 12 Απριλίου 2024, 14:12 | Κίνηση για την Προστασία & Ανάδειξη Μεγάλου Ρέματος Ραφήνας

    Μας βρίσκουν σύμφωνους/ες τα σχόλια των περιβαλλοντικών οργανώσεων
    1. Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού
    2. Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης
    3. Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία
    4. Greenpeace
    5. WWF Ελλάς
    που έχουν υποβληθεί παραπάνω και συγκεκριμένα στις 22/3/24.
    Τα παραθέτουμε ξανά παρακάτω και ζητάμε να τα λάβετε σοβαρά υπόψη, καθώς η αντιμετώπιση μίας καταστροφής όπως αυτή της Θεσσαλίας και η πολιτική διαχείρισης των υδάτων ΟΦΕΙΛΕΙ να αντιμετωπιστεί σοβαρά, να βγάλει συμπεράσματα ώστε να μην επαναληφθούν τέτοιου μεγέθους καταστροφές στη Θεσσαλία και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Οφείλει επίσης να χαράξει στρατηγική και μέτρα, σε συμφωνία με όλες τις ευρωπαϊκές οδηγίες και στρατηγικές. Η προχειρότητα με την οποία επιχειρείται να καταρτιστεί το σχέδιο, τα ασφυκτικά χρονικά περιθώρια, τα πολλαπλά εμπόδια στη διαβούλευση (παραθέτονται στο κείμενο των οργανώσεων παρακάτω) και η εμφανής παραβίαση των ευρωπαϊκών οδηγιών και στρατηγικών, προοιωνίζουν την επανάληψη γνωστών κακών πρακτικών με τις ίδιες καταστροφικές συνέπειες στη φύσησ και τον άνθρωπο.

    Σχόλια περιβαλλοντικών οργανώσεων στην έκθεση της εταιρείας HVA με τίτλο «Water management in Thessaly in the wake of Storm Daniel”
    Γενικά σχόλια σχετικά με τη διαβούλευση
    Έλλειμμα θεσμικής βάσης: Από το εισαγωγικό μήνυμα στο opengov.gr, όπου διεξάγεται η διαβούλευση, δεν προκύπτει καμία θεσμική πλαισίωση για την υπό σχολιασμό έκθεση. Η έκθεση δεν εντάσσεται καν στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της χώρας για εφαρμογή των οδηγιών 2000/60/ΕΚ για τα ύδατα και 2007/60/ΕΕ για τις πλημμύρες, ούτε προβλέπεται από εθνική νομοθεσία για τη διαχείριση των υδάτων.
    Πρέπει να σημειωθεί ότι μόλις πριν μερικές μέρες (15 Μαρτίου 2024), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε, μετά από επανειλημμένες σχετικές προειδοποιήσεις, να παραπέμψει τη χώρα μας για παραβίαση των δυο οδηγιών που σχετίζονται άμεσα με την υπό σχολιασμό μελέτη της εταιρείας HVA: την οδηγία 2007/60/ΕΚ για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών και την οδηγία 2000/60/ΕΕ “Πλαίσιο κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων”. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα ντροπιαστική εξέλιξη, ειδικά καθώς αφορά μια χώρα που δεν έχει απλώς υποχρέωση εφαρμογής τους, αλλά και μεγάλη ανάγκη από τα εργαλεία που προσφέρουν οι δυο αυτές οδηγίες για πραγματικά βιώσιμη διαχείριση των υδάτινων οικοσυστημάτων, ώστε να λειτουργήσουν αποτελεσματικά υπέρ της θωράκισης της κοινωνίας και της οικονομίας από τις καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. H μελέτη της εταιρείας HVA αγνοεί πλήρως τις δυο οδηγίες και επιδεινώνει το έλλειμμα σωστής εφαρμογής τους από τη χώρα μας.
    Πρέπει να τονιστεί ότι η ανάπτυξη των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής ποταμού, στο πλαίσιο της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, και των σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας, στο πλαίσιο της οδηγίας 2007/60/ΕΕ, αποτελούν στοιχεία της ολοκληρωμένης διαχείρισης της λεκάνης απορροής ποταμών. Το δίκαιο της ΕΕ σαφώς προβλέπει ότι οι δύο διαδικασίες, δηλαδή η διαχείριση του κινδύνου από πλημμύρες και η επίτευξη καλής οικολογικής κατάστασης των υδάτινων οικοσυστημάτων, έχοντας υπόψη τους περιβαλλοντικούς στόχους της οδηγίας 2000/60/ΕΚ (προοίμιο οδηγίας για τις πλημμύρες, εδ. 17) αποτελούν στοιχεία της ολοκληρωμένης διαχείρισης της λεκάνης απορροής ποταμών και θα πρέπει να αξιοποιούν αμοιβαία τη δυνατότητα κοινών συνεργειών και κοινού οφέλους.
    Επισημαίνουμε επίσης ότι οι περιβαλλοντικές οργανώσεις έχουν ήδη υποβάλει σχόλια στη διαβούλευση για τη 2η αναθεώρηση των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής (ΣΔΛΑΠ) για τη Δυτική Στερεά και τη Θεσσαλία. Τα σχόλια των περιβαλλοντικών οργανώσεων είναι διαθέσιμα εδώ: https://www.wwf.gr/shmeio_gnosis/politiki/?12171866/——-2—
    Γλώσσα: Δεν είναι ξεκάθαρο σε ποιο κοινό απευθύνεται η μελέτη αυτή. Πάντως, όταν οποιοδήποτε έγγραφο ή έκθεση τίθεται σε δημόσια διαβούλευση, βασική υποχρέωση του αρμόδιου φορέα είναι να προσφέρει το κείμενο στη γλώσσα του κοινού που καλείται να το σχολιάσει και του οποίου τη ζωή επηρεάζει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το γεγονός ότι η έκθεση και τα τεύχη της είναι στα Αγγλικά, αποτελεί υποβάθμιση του κρίσιμου θεσμού της διαβούλευσης και ειρωνεία προς το ελληνικό κοινό που πιθανώς να μην είναι εξοικειωμένο είτε με την ίδια τη γλώσσα είτε με τεχνικούς όρους που χρησιμοποιούνται στην έκθεση. Ένα καθαρά μορφολογικό επίσης σχόλιο είναι η απουσία πίνακα περιεχομένων, γεγονός που δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την ουσιαστική συμμετοχή του κοινού, καθώς η πλοήγηση στο κείμενο και η εξ αρχής αποκόμιση της συνολικής εικόνας για τη δομή είναι αδύνατη.
    Επιστημονική επάρκεια: Στα τεύχη δεν αναφέρονται ομάδες επιστημόνων που συνέταξαν τα κείμενα, ούτε μεθοδολογία ή περιγραφή της έρευνας (εάν διεξήχθη έρευνα). Αλλά και η ίδια η επιλογή μιας εμπορικής εταιρείας, όπως η Handelsvereniging Amsterdam-HVA (μτφ Εμπορική Εταιρεία του Άμστερνταμ), η οποία ιστορικά εξειδικεύεται στην εκμετάλλευση μεγάλων γεωργικών εκτάσεων σε πρώην ολλανδικές αποικίες και στο εμπόριο των προϊόντων τους, προκαλεί ερωτηματικά σχετικά με την επιστημονική επάρκεια και την απαραίτητη εξειδίκευση στα κρίσιμα ζητήματα της θωράκισης από πλημμύρες και από τις κλιματικές καταστροφές που πλέον συμβαίνουν ολοένα και συχνότερα και τείνουν να γίνουν νέα κανονικότητα.Ειδικότερα σχόλια επί των παραδοχών και προτάσεων της HVA
    Το τεύχος “Flood defense infrastructures” φαίνεται να αποτελεί συρραφή κειμένων και προτάσεων που έχουν ήδη εκφραστεί σε άλλα πλαίσια και απλά να συγκεντρώνει σε ένα πακέτο όλα τα έργα και τις παρεμβάσεις που έχουν κατά το παρελθόν προταθεί ή σχεδιαστεί (μεγάλα και μικρότερα φράγματα, σήραγγες, αναχώματα, έργα ορεινής υδρονομίας, κλπ). Υπολείπεται επίσης σοβαρά σε σχέση με τις ραγδαίες εξελίξεις σε καινοτόμες προσεγγίσεις αποτελεσματικής αντιμετώπισης των πλημμυρών και συνολικότερα των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης, με βάση τις υπηρεσίες που προσφέρουν τα φυσικά οικοσυστήματα του κάθε τόπου.
    Αν και η μελέτη της HVA ανακοινώθηκε με τον τίτλο “MASTER PLAN FOR THE A) POST-DISASTER REMEDIATION OF THE DAMAGE CAUSED BY THE >70,000 HECTARE FLOODING IN THESSALY and B) THE MITIGATION OF FUTURE FLOODING IN THE AREA aiming at covering the operational needs of the Ministry of Civil Protection» [ΑΔΑ: 90ΛΩ46ΝΠΙΘ-1Ξ3 – Έγκριση σύμβασης δωρεάς μεταξύ του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ (ως δωρεοδόχου) και του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΡΑΠEΖΩΝ» (ως δωρητή)]. Εντούτοις όμως, στην έκθεση (σελ. 24 τεύχους για τις πλημμύρες) αναφέρεται ότι:
    “Το Master Plan δεν είναι απλώς ένα αυτόνομο ή άκαμπτο σχέδιο για τη διαχείριση των πλημμυρών. Τα στοιχεία του παρόντος πρέπει να ενσωματωθούν στα υπάρχοντα και μελλοντικά Σχέδια Διαχείρισης Υδάτων, Σχέδια Διαχείρισης Πλημμύρας, οδηγίες της ΕΕ, όπως η Οδηγία της ΕΕ για τις Πλημμύρες (2007/60/ΕΚ). Επιπλέον, η ευθυγράμμιση με τα αναπτυξιακά σχέδια για τους τομείς της γεωργίας και της κτηνοτροφίας είναι επιτακτική για μια ολιστική και αποτελεσματική προσέγγιση. Οι στρατηγικές και τα μέτρα που προτείνονται σε αυτό το Κατευθυντήριο Σχέδιο προορίζονται συγκεκριμένα να ενσωματωθούν στην εν εξελίξει αναθεώρηση του υφιστάμενου Σχεδίου Διαχείρισης Πλημμυρών της Κυβέρνησης της Ελλάδας. Το επικαιροποιημένο σχέδιο προβλέπεται να εξελιχθεί σε ένα ισχυρό επιχειρησιακό εργαλείο για την ολοκληρωμένη διαχείριση των πλημμυρών. Αυτό περιλαμβάνει την πρόοδο και την αξιολόγηση των υποδομών, τη δημιουργία συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και αποτελεσματικές διαδικασίες για την ανάκαμψη από τις πλημμύρες.”
    Αυτός ο συλλογισμός είναι εξαιρετικά προβληματικός σε σχέση με το δίκαιο της ΕΕ, καθώς δεν μπορεί ένα εκτός ισχύοντος θεσμικού πλαισίου σχέδιο να επιβάλει εξωγενώς προσαρμογή σε θεσμικά προβλεπόμενα σχέδια με το ίδιο αντικείμενο. Λαμβάνοντας μάλιστα ως δεδομένο ότι το υπό ‘διαβούλευση’ ‘masterplan’ καθορίζει το πλαίσιο για μελλοντικές άδειες έργων αναμφισβήτητα θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, όπως τα μεγάλα φράγματα, τότε θα έπρεπε να υποβληθεί σε στρατηγική εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, όπως επιβάλλει η νομοθεσία της ΕΕ (οδηγία 2001/42/ΕΚ).
    Συνολικά, η μελέτη δίχως να ακολουθεί καμία γνωστή ή θεσμοθετημένη μεθοδολογία εκπόνησης μελετών προτείνει, με βάση γενικόλογη και διόλου τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία, υδραυλικές λύσεις οι οποίες έχουν ήδη προταθεί από άλλους φορείς, ενώ κάποιες (όπως τα έργα εκτροπής του Αχελώου) έχουν ακυρωθεί δικαστικώς και καταδικαστεί επιστημονικά. Αυτές οι παρωχημένης λογικής προτάσεις καλό θα είναι να μείνουν στο παρελθόν.
    Σε πρώτη φάση, οι περιβαλλοντικές οργανώσεις υποβάλλουν πρώτη δέσμη σχολίων, με εστίαση στα εξής ζητήματα: α) Συμβατότητα με το ενωσιακό δίκαιο, β) Συμμετοχή και διαφάνεια, γ) Αγνόηση της κλιματικής κρίσης και προφανών λύσεων, δ) Προβληματική χαρτογραφική απεικόνιση, ε) Απουσία δεδομένων, στ) Έμφαση σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα, ζ) Επαναφορά της εκτροπής του Αχελώου, η) Αγνόηση βέλτιστων πρακτικών (Nature-based solutions), θ) Μοντέλο διακυβέρνησης.
    α) Συμβατότητα με το ενωσιακό δίκαιο: Η έκθεση δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις της οδηγίας 2007/60/ΕΚ για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών. Ενδεικτικά, τα προτεινόμενα μέτρα στο πλαίσιο της ενωσιακής νομοθεσίας για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμύρας πρέπει απαραιτήτως να περιλαμβάνουν κατ’ ελάχιστο χαρακτηρισμό δασικών περιοχών ως προστατευτικών, περιορισμό δραστηριοτήτων στις πλημμυρικές κοίτες, εντοπισμό και καταγραφή εστιών παραγωγής φερτών και σχεδιασμό μέτρων που είναι συμβατά με τις απαιτήσεις της οδηγίας πλαίσιο για τα ύδατα, της οποίας στόχος είναι η αποτροπή περαιτέρω επιδείνωσης, προστασία και βελτίωση των υδάτινων οικοσυστημάτων, και η προώθηση της βιώσιμης χρήσης του νερού.
    Η μελέτη περιλαμβάνει, επίσης, ρυθμίσεις που αφορούν τη διαχείριση των υδάτων, αντικείμενο που κατά την ενωσιακή νομοθεσία ρυθμίζεται από την οδηγία 2000/60/ΕΚ και τα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής (ΣΔΛΑΠ). Σημειωτέον ότι τα εν λόγω σχέδια βρίσκονται στη δεύτερη φάση αναθεώρησής τους, ενώ φαίνεται να αγνοούνται στο σύνολο της μελέτης (γίνεται μόνο αναφορά στο ανεπαρκές «σύστημα παρακολούθησης ή σαφές θεσμικό [τους] πλαίσιο», VOLUME II, σελ. 119).
    Επιπλέον, πολλά από τα μέτρα που προτείνονται στην έκθεση (π.χ. μεγάλα φράγματα) είναι ασύμβατα με τις νέες κατευθύνσεις της Ε.Ε. και κυρίως με τον νέο κανονισμό για την αποκατάσταση της φύσης που βρίσκεται σε τελικό στάδιο έγκρισης. Ο κατακερματισμός των υδατορεμάτων από φράγματα και η διακοπή της συνδεσιμότητάς τους έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον στόχο που τίθεται από τον νέο κανονισμό (αποκατάσταση 25.000 χιλιομέτρων ποταμών ελεύθερης ροής, σε σύγκριση με το 2020).
    Η μελέτη της HVA δεν έχει λάβει καθόλου υπόψη τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο πλαίσιο της ενδιάμεσης αξιολόγησης της προόδου εφαρμογής των πρώτων σχεδίων διαχείρισης κινδύνων πλημμύρας (για την Ελλάδα αυτή η αναφορά εκδόθηκε το 2021, καθώς υπέβαλε τα απαραίτητα στοιχεία με καθυστέρηση). Η ενδιάμεση αξιολόγηση αποτυπώνει τις σημαντικότερες παραλείψεις των ΣΔΚΠ. Μια από τις σημαντικές παραλείψεις αφορά τη μη αποτύπωση από τα ΣΔΚΠ «φυσικών μέτρων συγκράτησης νερού” (natural water retention measures). Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διατυπώνει ισχυρή σύσταση για ενίσχυση των λύσεων που βασίζονται στα οικοσυστήματα και ειδικότερα των φυσικών μέτρων συγκράτησης νερού (NWRM), ως εξής: “the information provided is not detailed and the FRMPs do not highlight the potential role of NWRM. Generally, the use of nature based solutions should be strengthened. A high share of the total costs will go on measures that could include riverbank and riverbed modifications, with possible negatively impacts on the ecological and hydromorphological conditions of streams and rivers.” Η έκθεση της HVA επιδεινώνει ακόμα περισσότερο αυτό το σοβαρό έλλειμμα του αντιπλημμυρικού σχεδιασμού της χώρας.
    Η έκθεση της HVA περιέχει μόνο γενικόλογες αναφορές στα NbS, δίχως να διατυπώνει κανένα ουσιαστικό μέτρο προς την κατεύθυνση της ολοκληρωμένης και συμβατής με το ενωσιακό δίκαιο και τις βέλτιστες διαθέσιμες πρακτικές θωράκισης της χώρας απέναντι στην υπαρξιακή απειλή της κλιματικής κρίσης. Μεγάλο ποσοστό του συνολικού προϋπολογισμού φαίνεται ότι διατίθεται σε μέτρα εγκιβωτισμού και τροποποιήσεων στις κοίτες των ποταμών με πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στις οικολογικές και υδρομορφολογικές συνθήκες των περιοχών. Η μελέτη της HVA περιέχει προτάσεις που ενισχύουν αυτή τη λογική, με επιπλέον αναχώματα, τροποποιήσεις της κοίτης ποταμών και εκτροπές ποταμών (π.χ. Αχελώος, Αγιαμονιώτης)
    β) Συμμετοχή, διαφάνεια και κοινωνική συνεργασία: Διαβούλευση κειμένου στα αγγλικά, αποκλείει μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας και ανθρώπων των οποίων η ζωή επηρεάζεται ευθέως, οι οποίοι ενδεχομένως δεν γνωρίζουν τη γλώσσα και την τεχνική ορολογία που χρησιμοποιείται στην έκθεση. Η κοινωνία και οι παραγωγικοί φορείς όμως πρέπει να έχει κεντρικό ρόλο στην αναζήτηση και εφαρμογή των κατάλληλων λύσεων που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της. Απαιτείται στενή συνεργασία με παραγωγούς και ομάδες που ήδη εφαρμόζουν αγροοικολογικές πρακτικές στα αγροκτήματά τους και έχουν εμπειρία από τα οφέλη και πλεονεκτήματα και αγρο-επιστήμονες που έχουν γνώση και εμπειρία σε αγροοικολογικές, μεθόδους ανθεκτικότητας και προστασίας κλίματος και βιοποικιλότητας, και μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία ενός νέου παραγωγικού μοντέλου στη Θεσσαλία. Εν ολίγοις, δεν νοείται διοικητική διαδικασία στην Ελλάδα που να διεξάγεται σε άλλη γλώσσα πλην της ελληνικής.
    γ) Αγνόηση της κλιματικής κρίσης και προφανών λύσεων: Η προφανής λύση (που δεν προτείνεται πουθενά στο σχέδιο της HVA) είναι η ανασυγκρότηση της αγροτικής παραγωγής με βάση τα νέα κλιματικά δεδομένα και επίκεντρο τις δύο επείγουσες και απολύτως επίκαιρες προτεραιότητες: (α) Ενίσχυση της ανθεκτικότητας των αγροσυστηματων και (β) Προστασία της βιοποικιλότητας που αποτελεί κλειδί για τις υπηρεσίες που μπορεί να προσφέρει ένα οικοσύστημα (φυτοπροστασία, επικονίαση, ανακύκλιση των θρεπτικών ουσιών και φυσικά προσαρμογή στις κλιματικές συνθήκες). Κανένα σύστημα δεν μπορεί να είναι λειτουργικό και υγιές χωρίς βιοποικιλότητα. Κανένα σχέδιο για αναδιάρθρωση καλλιεργειών δεν μπορεί να είναι βιώσιμο στη νέα κλιματική πραγματικότητα χωρίς να προτείνει προστασία βιοποικιλότητας και ανθεκτικότητα των αγροτικών συστημάτων.
    Πρακτικά, αυτά μπορούν να επιτευχθούν: (α) Εφαρμόζοντας πρακτικές που αυξάνουν την ικανότητα του εδάφους να διηθεί το νερό, να το συγκρατεί, και να κάνει τα θρεπτικά στοιχεία πιο αφομοιώσιμα από τα φυτά. (β) Εξασφαλίζοντας βιοποικιλότητα στο επίπεδο των ειδών εντός του αγροτικού οικοσυστήματος. Αυτό περιλαμβάνει τη βιοποικιλότητα στους μικροοργανισμούς του εδάφους, στους πληθυσμούς των εντόμων, της αυτοφυούς βλάστησης και των καλλιεργούμενων φυτών. (γ) Εξασφαλίζοντας ποικιλία διατροφικών πηγών για την εξασφάλιση ποικιλίας στη διατροφή, το οποίο με τη σειρά του διασφαλίζει τη διατροφική ασφάλεια. Στις αγροτικές περιοχές: αγροτικό τοπίο με ποικιλία καλλιεργούμενων ειδών και ζώων. Στις αστικές περιοχές: αστική χωροταξία που ενθαρρύνει την αστική γεωργία, για να υπάρχει μεγαλύτερη οικιακή αυτάρκεια και καλύτερη διατροφή των πληθυσμών. (δ) Δημιουργώντας κοινωνικά και οικονομικά συστήματα που υποστηρίζουν την επιβίωση και ευημερία των αγροτικών κοινοτήτων, όπως προώθηση τοπικών αγορών καλλιεργητών, προγράμματα υποστηριζόμενης γεωργίας, επανασύνδεση παραγωγών-καταναλωτών, δημόσιες συμβάσεις με αγροκτήματα που παράγουν τροφή προστατεύοντας το κλίμα και τη βιοποικιλότητα, κοκ.
    Σε κάθε περίπτωση, ένα σχέδιο ανασυγκρότησης της πληγείσας τις πρωτοφανείς πλημμύρες Θεσσαλίας οφείλει να στρέψει την περιοχή στο αύριο και όχι να την κρατάει όμηρο του χθες.
    Όσον αφορά τις καλλιέργειες βαμβακιού (και καλαμποκιού), σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ομάδας που πραγματοποιεί σχετικές προβλέψεις για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη χώρα, για λογαριασμό της Τράπεζας της Ελλάδος, προβλέπεται ήδη σημαντική μείωση της παραγωγικότητας τους μέσα στις επόμενες δεκαετίες επομένως η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών είναι ούτως ή άλλως μονόδρομος.
    δ) Προβληματική χαρτογραφική απεικόνιση: Οι χάρτες δεν είναι ευκρινείς, ενώ δεν είναι σαφές ούτε ποια δεδομένα αποτυπώνουν, από ποιες πηγές προέρχονται αυτά και σε ποιες χρονικές περιόδους αναφέρονται. Πιθανότατα επίσης να περιέχουν λάθη, όπως πχ ο πίνακας στη σελίδα 37 που δηλώνει ότι αποτυπώνει ‘water depths’ στις 7 Σεπτεμβρίου 2024.
    ε) Απουσία δεδομένων: Το τεύχος διατυπώνει συμπεράσματα και καταλήγει σε προτάσεις μικρών και μεγάλων τεχνικών έργων δίχως να αναφέρει πουθενά σε ποια δεδομένα βασίζεται.
    Αναφέρονται επιτόπιες επισκέψεις ως «διερευνητικές αποστολές» (fact-finding missions), άλλοτε σε πληθυντικό (Volume I και III) και άλλοτε σε ενικό (Volume IΙΙ), καθώς και ότι υπάρχει σχετική έκθεση (fact-finding report, Volume II, σελ. 100). Όμως παρουσιάζονται μόνο τα αδρά συμπεράσματα αυτής της έκθεσης (Volume II, σελ. 116), χωρίς αναφορά στη μεθοδολογία, τα καταγεγραμμένα στοιχεία και τον τρόπο εξαγωγής συμπερασμάτων.
    Αναφέρεται (Volume I, σελ. 38) ότι η διαμόρφωση του Σχεδίου Διαχείρισης Κινδύνου Πλημμυρών βασίστηκε σε υδρολογικά μοντέλα που είχαν ήδη δημιουργηθεί για τη Θεσσαλία. ‘Όμως, στην επόμενη ακριβώς πρόταση, αναφέρεται ότι «οι διερευνητικές αποστολές εντόπισαν αδυναμίες στα υπάρχοντα μοντέλα, ειδικά σε ότι αφορά την επάρκειά τους για τον σχεδιασμό και διαστασιολόγηση των υποδομών αλλά και για την Έγκαιρη Προειδοποίηση και τη Διαχείριση Κινδύνων». Προτείνεται μάλιστα τα μοντέλα αυτά να επικαιροποιηθούν (εκ των υστέρων;).
    στ) Έμφαση σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα: Αν και σε διάσπαρτα σημεία της η έκθεση αναφέρει ότι ο περιορισμός της φυσικής ροής ρεμάτων και ποταμών ευθύνεται για την αυξημένη τρωτότητα της Θεσσαλίας σε πλημμύρες και ξηρασία, καθώς και την ανάγκη διατύπωσης φυσικών λύσεων για την αντιπλημμυρική θωράκιση της Θεσσαλίας και την απελευθέρωση των φυσικών διόδων του νερού, εντούτοις η ‘μεγάλη εικόνα’ είναι η έμφαση που δίνει σε παρωχημένης λογικής, τεράστιου οικονομικού κόστους και αποδεδειγμένα αναποτελεσματικές προσεγγίσεις μεγάλων κατασκευαστικών παρεμβάσεων, όπως η εκτροπή του Αχελώου, η κατασκευή 23 φραγμάτων και επιπλέον αναχωμάτων που δημιουργούν περίκλειστα χωριά (μόνο στην περιοχή του Καλέντζη προτείνονται >60km νέων αναχωμάτων, χωρίς να γίνεται καμία αναφορά σε αποκατάσταση της κοίτης των ποταμών. Γενικότερα η μελέτη αποτελεί συμπίλημα παλαιότερων προτάσεων για μεγάλα κατασκευαστικά έργα, τα οποία όμως είναι ακατάλληλα για την υπαρξιακή πρόκληση της κλιματικής κρίσης και των καταστροφών που τείνουν να γίνουν η νέα κανονικότητα.
    Η μελέτη δηλώνει ότι προτεραιοποιεί μεν τα ορεινά φράγματα έναντι άλλων λύσεων, ωστόσο η έκταση του κειμένου για τα μεγάλα φράγματα σε συνδυασμό με τις εκτενείς τεχνικές προδιαγραφές που υπάρχουν στο τεύχος “Appendices” (Annex 9), δίνουν την ξεκάθαρη κατεύθυνση. Ειδικά για τα μεγάλα φράγματα ωστόσο φαίνεται να υπάρχουν αντιφάσεις που το ίδιο το κείμενο αναγνωρίζει. Η μελέτη αναφέρει ότι ο κύριος σκοπός αυτών των φραγμάτων είναι η άρδευση και αυτό μπορεί να έρχεται σε σύγκρουση με τον αντιπλημμυρικό τους στόχο: “Managing floods requires keeping reservoirs empty to accommodate floodwaters, while electricity companies and farmers prefer high and relatively constant water levels”. Για να επιλύσει αυτή την πρόκληση αναφέρει γενικόλογα και αόριστα την “καλή συνεργασία μεταξύ φορέων”, δηλαδή ένα ακόμα επίπεδο στην ήδη πολύπλοκη διαδικασία που στην πράξη αποδεικνύεται ιδιαίτερα προβληματικό.
    ζ) Επαναφορά της εκτροπής του Αχελώου: To σχέδιο δείχνει να διέπεται από μια εμμονή με το τεράστιο κατασκευαστικό έργο της εκτροπής του Αχελώου (φράγμα Συκιάς, σήραγγα Πετρωτού – Δρακότρυπας, φράγματα Μουζακίου και Πύλης). Η δε επίκληση της κλιματικής αλλαγής ως δικαιολογίας για την εκτροπή του Αχελώου είναι η πλέον παράλογη και δυνητικά καταστροφική πολιτική επιλογή. Ειδικά υπό τη βαριά σκιά της καταστροφής που προκάλεσε η καταιγίδα Ντάνιελ και επιδείνωσε η αμέσως επόμενη καταιγίδα Ηλίας, είναι ανάγκη να αναλογιστούμε πώς θα είχε εξελιχθεί η κατάσταση εάν είχε ολοκληρωθεί η εκτροπή του Αχελώου. Ειδικότερα λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι στόχος της εκτροπής είναι η διατήρηση της στάθμης του Πηνειού σε υψηλό επίπεδο κατά τους θερινούς και πρώτους φθινοπωρινούς μήνες, εύλογα συμπεραίνεται ότι κατά τη διάρκεια εκδήλωσης του Ντάνιελ, ο Πηνειός θα είχε ξεχειλίσει ήδη από τις πρώτες μέρες. Πιθανότατο αποτέλεσμα θα ήταν η πλημμύρα της Λάρισας κατά τη διάρκεια της καταιγίδας και σε πολύ μεγαλύτερη έκταση.
    η) Αγνόηση βέλτιστων πρακτικών (Nature-based solutions): Η αναφορά στις λύσεις που βασίζονται στη φύση (nature-based solutions) γίνεται μόνο κατ’ επίφαση και υποδηλώνει άγνοια επί του αντικειμένου. Αναφορά γίνεται μόνο ως συμπληρωματικό έργο των έργων ορεινής υδρονομίας (ενδεικτικά revegetation and reforestation) ενώ αγνοεί πλήρως κρίσιμης σημασίας προσεγγίσεις όπως αποκατάσταση κοίτης ποταμών, αποκατάσταση παρόχθιων δασών, σύνδεση με πλημμυρικά πεδία, αποκατάσταση υγροτόπων και προστασία δασικών εκτάσεων ή/και αναδασώσεις όπου χρειάζεται). Η Ολλανδία είναι πρωτοπόρος σε έργα που βασίζονται σε nature-based solutions και μια ολλανδική εταιρεία θα έπρεπε να το γνωρίζει αυτό και να αξιοποιήσει κατά το δυνατόν πληρέστερα τη διαθέσιμη εμπειρία και γνώση. Τελικά η αναφορά σε NbS είναι τελείως ανεπαρκής, ιδίως καθώς δεν εξειδικεύονται και παρουσιάζονται ως μέρος ενός συνονθυλεύματος παρεμβάσεων από την εκτροπή του Αχελώου έως και άλλες “grey infrastructures” (δηλ. μεγάλα κατασκευαστικά έργα). Η εταιρεία και τα αρμόδια υπουργεία μπορούν να αξιοποιήσουν το υλικό που έχει διαμορφώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (βλ. σχετικό κατάλογο στο τέλος των σχολίων). Οι φυσικές λύσεις δεν είναι εμβαλωματική προσθήκη σε ένα χαοτικό σύνολο από μεγάλες κατασκευαστικές παρεμβάσεις και εκτροπές ποταμών από μια λεκάνη απορροής σε άλλη. Οι φυσικές λύσεις στην κλιματική κρίση είναι ασπίδα προστασίας για ανθρώπους, κοινότητες, οικοσυστήματα και την οικονομία, και απαιτούν συνολικό και συμπαγή σχεδιασμό.
    θ) Ανησυχητικό μοντέλο διακυβέρνησης: Το τεύχος που εστιάζει στη διακυβέρνηση (δηλαδή στον “Οργανισμό Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας”, περιέχει πολλή λεπτομέρεια, σε επίπεδο ακόμα και αριθμού ηλεκτρονικών υπολογιστών, τυπολογία για τις οθόνες, smartphones, μεγάφωνα, ποδήλατα, και τύπο αυτοκινήτων 4Χ4, κλπ αλλά και μισθολογικές απαιτήσεις (στο τεύχος VI “Recommendations and timelines”). Η αναφορά όμως στον νομικό χαρακτήρα του οργανισμού γεννά ανησυχίες, τόσο για τις εγκρίσεις των έργων και την αδειοδότησή τους, αλλά και για το καθεστώς διάθεσης του νερού στους τελικούς χρήστες (δηλαδή στους αγρότες). Συγκεκριμένα, η HVA (της οποίας ο ρόλος στην διαχείριση του οργανισμού θα πρέπει να διευκρινιστεί από την κυβέρνηση), φαίνεται να προτείνει νομική μορφή ειδικού χαρακτήρα, με ανάθεση αρμοδιοτήτων υπό τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας (σελ. 126-128 τεύχους για τη διακυβέρνηση).
    Τέλος, δεδομένου ότι φαίνεται πως η μελέτη αγνοεί πλήρως τη διεθνή τάση αντιμετώπισης με φυσικές λύσεις των σοβαρών κινδύνων από την κλιματική κρίση, παραθέτουμε σημαντικό υλικό για φυσικές λύσεις (nature-based solutions) στη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών:
    ● European Commission. (2023). Nature-based Solutions for flood mitigation and coastal resilience. Climate ADAPT. https://op.europa.eu/en/publication-detail/-/publication/d6e80dca-d530-11ea-adf7-01aa75ed71a1/language-en
    ● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions play crucial role in building Europe’s climate resilience. https://www.eea.europa.eu/en/newsroom/news/nature-based-solutions-play-crucial-role
    ● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions in Europe: Policy, knowledge and practice for climate-change adaptation and disaster risk reduction. https://www.eea.europa.eu/publications/nature-based-solutions-in-europe
    ● European Investment Bank. (2023). Nature-based solutions for flood mitigation in Greece. https://www.eib.org/en/stories/nature-based-solutions-flood-greece
    ● Nordic Council of Ministers for the Environment and Climate. (2022). Nordic Ministerial Declaration on nature-based solutions. https://www.norden.org/en/declaration/nordic-ministerial-declaration-nature-based-solutions
    ● Sustainable Asset Valuation (SAVi) of River Restoration in Greece https://www.iisd.org/publications/report/savi-river-restoration-in-greece Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις:

  • Οκτώ σημεία κριτικής αποτίμησης τoυ Master Plan για την Θεσσαλία.
    Το master plan που συνέγραψε η ολλανδική εταιρία HVA Ιnternational για την προσαρμογή της Θεσσαλίας στην κλιματική αλλαγή έχει απασχολήσει την κοινή γνώμη, όχι μονο στην Περιφέρεια αλλά πανελλαδικά. Το κείμενο, που έχει αναρτηθεί προς διαβούλευση στις ψηφιακές πλατφόρμες των σχετικών Υπουργείων, έχει προκύψει μετά από ανάθεση της κυβέρνησης, και παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, καθώς, αν εφαρμοστούν οι προτάσεις, αναμένεται να αλλάξει καθοριστικά το σκηνικό της αγροδιατροφής σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. Σε μία προσπάθεια καλύτερης κατανόησης των κρίσιμων ζητημάτων που εξαρτώνται από τη σχετική μελέτη, προσφέρεται παρακάτω μία κωδικοποιημένη αποτίμηση των προτάσεων της oλλανδικής εταιρίας σχετικά με την αναδιάρθρωση της Θεσσαλίας. Το πλαίσιο προσέγγισης έχει να κάνει με μία συστηματική κατανόηση των μεταβάσεων μετασχηματισμού τεχνολογικών και παραγωγικών συστημάτων όπως τα μελετούμε στο ΕΚΠΑ. Συγκεκριμένα:
    1. Διαδικαστικά δόθηκε στη δημοσιότητα μία πρόταση τεχνικά απαιτητική (με αρκετές τεχνικές ορολογίες για εξειδικευμένα ακροατήρια) και μεγάλη σε έκταση, ενώ τέθηκε προς διαβούλευση στα αγγλικά και για διάστημα μικρότερο του ενός μηνός. Αυτό δημιουργεί συνθήκες (γλωσσικού, τεχνικού) αποκλεισμού των κοινωνικών εταίρων, περιθωριοποίησης ενδιαφερόμενων κοινωνικών ομάδων, όπως οι αγρότες, και δύσκολα πείθει ως προς την διαφάνεια και τη δημοκρατικότητα της διαδικασίας. Η πρόταση θα μπορούσε να αποτελέσει έναυσμα και τη βάση για ουσιαστική διαβούλευση, συνδιαμόρφωση και χάραξη πολιτικών με τον αγροτικό κόσμο, εάν υπό την αιγίδα της Περιφέρεια εφαρμοζόταν ένα σχέδιο συνδιαμόρφωσης ανά τόπους/νομούς. Δηλαδή να «κατέβει» η πρόταση σε επίπεδο περιφερειακού διαλόγου, με τους συνεταιρισμούς, τις ενώσεις αγροτών και κτηνοτρόφων, τους τοπικούς δήμους και τις τοπικές κοινότητες, καθώς και οποιαδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο μέρος. Η διαβούλευση θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί υπό την αιγίδα της Περιφέρειας, μέσα στον χρονικό ορίζοντα ενός τριμήνου, όπου τα στοιχεία της ανατροφοδότησης να θεωρηθούν στοιχεία συνδημιουργίας/συνδιαμόρφωσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Σε αυτό το πλαίσιο θα υπήρχε η δυνατότητα για τα ενδιαφερόμενα μέρη – τους αγρότες, την Περιφέρεια, τους συνεταιρισμούς, τις εμπλεκόμενες εταιρίες αγροεφοδίων και σπόρων, τους ΤΟΕΒ και άλλους κοινωνικούς εταίρους- να διαπραγματευτούν και να αλλάξουν το περιεχόμενο αλλά και τις ίδιες τις προτάσεις, μέσα σε ένα ανοιχτό, συμπεριληπτικό και δημοκρατικό πλαίσιο διαβούλευσης. Η διαβούλευση θα πρέπει να είναι μία διαδικασία «πλουραλισμού» και «συμπερίληψης» και πρέπει να δηλωθεί εμφατικά ότι το σχέδιο ανασυγκρότησης, πρωτίστως, είναι μία διαδικασία που αφορά τον αγροτικό πληθυσμό, καθώς θα έχει άμεσες επιπτώσεις στον αγροτικό κόσμο, μέσα στο ευρύτερο κοινωνικο-πολιτικό-οικονομικό παραγωγικό μοντέλο.
    2. Η πρόταση θέτει ένα πλάνο στον ορίζοντα έξι ετών για τον μετασχηματισμό των καλλιεργειών στην Θεσσαλία. Όσοι μελετούμε κοινωνικο-τεχνολογικούς μετασχηματισμούς γνωρίζουμε α. ότι καταστροφικά φαινομένα της κλίμακας του Daniel, δύναται να αποτελέσει «σημεία μετασχηματισμού» των (αγρο-διατροφικών) συστημάτων, β. οι μετασχηματισμοί έχουν διάρκεια και σχεδιάζονται σε βάθος χρόνου, γ. οι μετασχηματισμοί εκτός από τη διαμόρφωση νέων κατευθύνσεων, απαιτούν διαδικασίες απεμπλοκής από προηγούμενες αντιλήψεις, πρακτικές και τεχνολογίες, δ. η πολυπλοκότητα της αγροδιατροφικής αλυσίδας (παραγωγής – εφοδιασμού – κατανάλωσης) απαιτεί την μελέτη της πορείας και της διασύνδεσης των επιμέρους συστημάτων και μετασχηματισμών. Άρα ένας χρονικός ορίζοντας με πλάνο έξι έτη χωρίς αυστηρά προσδιορισμένα και συγκεκριμένα μέτρα που πραγματικά θα συνεισφέρουν και θα ωθήσουν την αναδιάρθρωση των καλλιεργειών, χωρίς να διαμορφωθούν ειδικές συνθήκες παραγωγής και αγοράς για τα νέα προϊόντα που θα ωριμάσουν, τόσο τον αγρότη όσο και τον καταναλωτή, καθώς και τους ενδιάμεσους της αγροδιατροφικής αλυσίδας, είναι μάλλον φιλόδοξο, αν όχι απατηλό/ουτοπικό. Πρέπει να γίνει άμεσα αντιληπτό και να ληφθεί σοβαρά υπόψη στην χάραξη πολιτικής, ότι ο σημερινός αγροτικός κόσμος , δεν χαρακτηρίζεται από στατικότατα και οπορτουνισμό, αλλά λειτουργεί με ορθολογικά κριτήρια, μέσα στο πλαίσιο της φιλελεύθερης οικονομίας (και του διεθνούς αγροτικού χρηματιστηρίου), όπου οι επιλογές του γίνονται με κριτήρια που αποκρυσταλλώνουν κοινωνικές και οικονομικές επιλογές, αλλά και αντικατοπτρίζουν τοπικά προβλήματα (διαθεσιμότητα νερού, σπόρων, πρώτων υλών, μηχανικού εξοπλισμού, γονιμότητα εδαφών).
    3. Σύμφωνα με τα παραπάνω, οι διαδικασίες και η στρατηγική της μετάβασης αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Τέλος, ενώ το σχέδιο μιλά με όρους ”μεταβάσεων”, δεν δίνει καμία θεσμική και οργανωσιακή προσοχή στον ρόλο της Περιφέρειας, ούτε και στους τοπικούς επιμέρους φορείς (Δήμους, ΤΟΕΒ, γεωτεχνικά επιμελητήρια). Συγκεκριμένα -με αφορμή το ευρύτερο αίτημα για την ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας, θα πρέπει να υπάρξει\ιδρυθεί μία θεσμική και οργανωσιακή δομή, ένα «Κέντρο Βιώσιμων Μεταβάσεων και Καινοτομίας» σε επίπεδο Περιφέρειας. Ουσιαστικά η δομή του Κέντρου αυτού, θα λειτουργεί: α. ως «ενορχηστρωτής» των ενδιαφερόμενων μερών της μετάβασης, β. θα αναλάβει τον συντονισμό και την οργάνωση των αναγκαίων εκπαιδευτικών διαδικασιών της μετάβασης, καθώς και των διαδικασιών διάχυσης της γνώσης, γ. θα εποπτεύει τη διαδικασία της μετάβασης, και θα πραγματοποιεί την απαραίτητη αναμόχλευση και κατεύθυνση (steering) της μετάβασης δ. θα αναλαμβάνει τις απαραίτητες διαδικασίες διαβούλευσης, αλλά και την συμπερίληψη των ενδιαφερόμενων μερών σε αυτή ε. θα λειτουργεί ως σύνδεσμος μεταξύ αγροτών, εταιριών, πανεπιστημιακών, ερευνητικών κέντρων και των καταναλωτών, στ. θα βοηθάει στην εξομάλυνση και επιτάχυνση των γραφειοκρατικών και νομικών διαδικασιών που απαιτούνται για την συμμετοχή των προϊόντων σε νέες αλυσίδες αξίας. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι στο V.5 στο κεφάλαιο “Social Challenges” (“Κοινωνικές προκλήσεις”) η πρόταση περιέχει πραγματικά χρήσιμες ιδέες και προτάσεις που θα πρέπει να αποτελέσουν ευκαιρίες για επένδυση, μέσα στα πλαίσια της ανασυγκρότησης α. σε εκπαίδευση, ενημέρωση και συστηματική κατάρτιση των αγροτών, β. στην εμπέδωση του συνεταιριστικού – επιχειρηματικού πνεύματος, γ. στην εμβάθυνση και διάχυση ενός πνεύματος ανοικτότητας και κουλτούρας συλλογικότητας όπως σημειώνεται στην πρόταση, γ. στη διασφάλιση της διαρκούς σύνδεσης της έρευνας με την παραγωγή, δ. στην επένδυση και ενδυνάμωση διαδικασιών διαμόρφωσης νέων αλυσίδων αξίας στην περίπτωση των θεσσαλικών προϊόντων. Ειδικότερα για το (γ) και το (δ) υπάρχει συζήτηση και προσπάθειες εδώ και πολλά χρόνια στην Θεσσαλία. Φαίνεται σαν η πρόταση της ολλανδικής εταιρίας (HVA) να αγνοεί τις προσπάθειες αυτές, να μην εντοπίζει και αναγνωρίζει τα προβλήματα που αντιμετώπισαν οι ιστορικοί πρωταγωνιστές, τόσο οι ερευνητές όσο και οι συνεταιρισμοί αλλά και οι ομάδες παραγωγών. Οι προτάσεις της HVA είναι γενικευτικές και θα μείνουν απλές ‘προτάσεις’ εάν δεν εξειδικευτούν, δεν προωθηθούν και δεν στεγαστούν υπό την οργανωσιακή δομή ενός «Κέντρου Βιώσιμων Μεταβάσεων και Καινοτομίας». Επίσης πρέπει να επισημάνουμε ότι η ολλανδική συμβουλευτική εταιρία στην πρόταση της κάνει αναφορά σε “κουλτούρα ανοικτότητας”. Όμως μάλλον δεν έχει γίνει αντιληπτό ότι η κουλτούρα ανοικτότητας υπάρχει ήδη στους αγρότες της περιοχής της Θεσσαλίας. Ο λόγος ήταν ότι η ανυπαρξία πολιτικής κατεύθυνσης τους άφηνε έκθετους στα πλαίσια ανοικτών αγορών. Σε αυτό το πλαίσιο, οι ίδιοι οι αγρότες και με δική τους πρωτοβουλία οδηγήθηκαν στον διαμοιρασμό της πληροφορίας, μεταξύ των συνεταιριστικών σχημάτων, ανοίγοντας εναλλακτικούς δρόμους με προσωπικό και οικονομικό κόστος, αλλά προς όφελος του συνόλου.. Είναι κρίσιμο να κατανοήσουμε ότι οι αγρότες ήταν διπλά εκτεθειμένοι, λόγω της αλλαγής της κουλτούρας των γεωπόνων στην Ελλάδα. Διότι οι επαγγελματίες γεωπόνοι τις τελευταίες δεκαετίες λειτουργούν κυρίως ως εκπρόσωποι εταιριών και δευτερευόντως ως σύμβουλοι επιστήμονες, κοντά στα τοπικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αγρότες και οι αγρότισσες. Οι αγρότες/τισσες εμπειρικά γνωρίζουν ότι μόνο διαμοιράζοντας τις εμπειρίες τους μπορούν να επιβιώσουν και να προχωρήσουν στις επαγγελματικές τους δραστηριότητες. Τα νέα μικρά ή μεγάλα συνεταιριστικά σχήματα, αποτελούν σημαντικό παράδειγμα ότι ο αγροτικός κόσμος της Θεσσαλίας έχει αναπτύξει δυνατότητες και ικανότητες μετασχηματισμού πολύ πιο προωθημένες από ό,τι παρουσιάζει η πρόταση των Ολλανδών αλλά και αποδέχεται το Ελληνικό κράτος και η σημερινή κυβέρνηση. Η έκθεση βέβαια δικαίως τονίζει ότι τα συνεταιριστικά σχήματα χρειάζονται περισσότερη βοήθεια και υποστήριξη από την πλευρά της Πολιτείας καθώς και από τους ίδιους τους αγρότες παραγωγούς.
    4. Παρατηρούμε ότι το πλάνο, όπως αυτό παρουσιάζεται από την ολλανδική εταιρία, ενσωματώνει μία προκατάληψη για την Ανατολική Θεσσαλία. Ενώ κατανοεί τα προβλήματα της Ανατολικής Θεσσαλίας, τα προβάλει – τα γενικεύει, ως προβλήματα όλης της Θεσσαλίας και προτείνει λύσεις γενικευτικά χωρίς εξειδίκευση ανά τόπους περιοχές. Η χωρική διάσταση είναι κρίσιμη ώστε να τονιστούν α. τα ειδικά χαρακτηριστικά κάθε περιοχής: i. Τα εδαφολογικά και υδρογεωλογικά χαρακτηριστικά, ii. Τα Γεωγραφικά, iii. Τα Παραγωγικά, iv. Τα Κοινωνικά. Άρα μεθοδολογικά η ανάλυση της Ολλανδικής εταιρίας είναι ευάλωτη σε κριτική, γιατί δεν έχει κατανοήσει την πολυπλοκότητα και την πολυμορφία της Θεσσαλίας και του παραγωγικού της δυναμικού στην αγροδιατροφή. Πιο συγκεκριμένα: I) τονίζεται το πρόβλημα της έλλειψης και της ποιότητας των νερών, χωρίς να γίνεται σαφές σε ποιες περιοχές αναφέρεται το σχέδιο. Για παράδειγμα, στην περιοχή της Καρδίτσας και στις περιοχές αρμοδιότητας του ΤΟΕΒ Ταυρωπού, υπήρξαν άλλου τύπου ζητήματα, που σχετίζονταν με τη διαχείριση του νερού (και την ανάληψη της διαχείρισης της λίμνης Πλαστήρα) και του δικτύου του, αλλά δεν αφορούσαν την έλλειψη του νερού για την περιοχή της Καρδίτσας. Το έλλειμα του νερού στην περιοχή του Ταυρωπού, για μεγάλο χρονικό διάστημα στο παρελθόν, δεν αποτελούσε ζήτημα επάρκειας, αλλά ήταν έλλειμα ορθολογικής και δίκαιης διαχείρισης στην πρόσβαση αυτού, που μόνο μέσα από την αλλαγή διοίκησης, οργάνωσης και τεχνολογικού μετασχηματισμού του δικτύου κατάφερε η (νέα) διοίκηση του ΤΟΕΒ να διασφαλίσει το απαραίτητο νερό και την πρόσβαση σε αυτό, για όλα τα μέλη του (και όχι μόνο γι’ αυτά). Η ύπαρξη νερού και η διάθεσή του μέσω κατάκλισης, για δεκαετίες έχει διαμορφώσει συγκεκριμένες πρακτικές, ‘συνήθειες’ άρδευσης, αλλά και έχει συσσωρεύσει μεγάλη τεχνογνωσία σε συγκεκριμένα προϊόντα, όπως το βαμβάκι. Αντίθετα στην περιοχή του νομού Λαρίσης και πιο συγκεκριμένα στην περιοχή από την Χάλκη μέχρι το Αρμένιο υπάρχει έλλειμα νερού και μεγάλη επιβάρυνση των σχετικών υδροφόρων οριζόντων (με βάση το περιβαλλοντικό όριο). Στις συγκεκριμένες περιοχές, έχει παρατηρηθεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ότι οι αγρότες με δική τους βούληση και με συνεταιριστικό πνεύμα και χωρίς καμία βοήθεια, πραγματοποίησαν αναδιάρθρωση των καλλιεργειών τους. Μέλη των συνεταιρισμών του ΘΕΣγη και του Κιλελέρ είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα του φαινομένου αυτού. Ουσιαστικά τα μέλη των συνεταιρισμών αυτών, επένδυσαν σε νέες καλλιέργειες, πειραματίστηκαν, έμαθαν νέες καλλιέργειες και προσαρμόστηκαν διαμορφώνοντας «αυθόρμητες» ζώνες καλλιέργειας και παραγωγής με βάση την τοπική τους γνώση και εμπειρία για την γονιμότητα του εδάφους, αλλά και τις ανάγκες τους για νερό. Αυτά τα πραγματικά τοπικά παραδείγματα όπως οι ‘αυτοσχέδιες’ ζώνες πειραματισμού νέων καλλιεργειών, καθώς και ένα πλήθος διαφορετικών καινοτομικών παραδειγμάτων, χάθηκαν ή δεν αναγνωρίστηκαν στην πρόταση της Ολλανδικής εταιρίας, γιατί μεθοδολογικά η πρόταση αντιμετωπίζει την περιφέρεια της Θεσσαλίας ως κάτι ενιαίο και ομοιογενή. Στο επίπεδο συγκρότησης ενός Master Plan, θα έπρεπε να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του η ανάλυση της χωρικής ιδιομορφίας με την παράλληλη συγκρότηση προτάσεων για ζώνες παραγωγής που θα γίνουν α. στη βάση των εδαφολογικών και γεωμορφολογικών χαρακτηριστικών των τοπικών περιοχών β. στη βάση των τεχνολογικών υποδομών και επενδύνσεων που έχουνγίνει και γ. στην γνώση (τεχνογνωσία) που έχει αναπτυχθεί και ενυπάρχει σε κάθε περιοχή. Για παράδειγμα στην περιοχή της Λάρισας, λόγω ανεπάρκειας νερού, υπάρχει πλέον γνώση σε καλλιέργειες όπως η ρίγανη και το ρεβίθι πέρα από την παραδοσιακή ξερική καλλιέργεια του σιταριού. Μπορεί να διαμορφωθούν διαδικασίες οργανωμένης διάχυσης της γνώσης από τους αγρότες για τους αγρότες. Επιπλέον είναι κρίσιμο να σημειώσουμε ότι δεν δίνεται η πρέπουσα έμφαση σε περιοχές όπως το Πήλιο και η Νοτιοδυτική Μαγνησία με ειδικά χαρακτηριστικά σε σχέση με την ελαιοπαραγωγή, τις δενδρώδεις καλλιέργειες, τα φαρμακευτικά φυτά, και την παραγωγή μελιού.
    5. Η έκθεση προτείνει αναδιάρθρωση καλλιεργειών από το βαμβάκι και την μηδική προς καλλιέργειες οπωροκηπευτικών. Όπως σημειώθηκε παραπάνω δεν έχει κατανοηθεί από μέρους των εκπροσώπων της εταιρίας, το φαινόμενο της «αυθόρμητης» αναδιάρθρωσης που ήδη πραγματοποιείται σε συγκεκριμένες περιοχές. Επίσης δεν τίθεται το ζήτημα της ποιότητας του βαμβακιού και καθώς και των κτηνοτροφικών φυτών όπως η μηδική. Σχετικά με το βαμβάκι πρέπει να σημειωθεί ότι εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής η ποιοτική παραγωγή βαμβακιού δείχνει να μετατοπίζεται σε βορειότερα σημεία της χώρας. Αυτό σημειώνεται ως παρατήρηση προς την εταιρία, που υποστηρίζει το αίτημα για απεμπλοκή από την καλλιέργεια βαμβακιού, όσο και τους παραγωγικούς φορείς. Οι παραγωγικοί φορείς πρέπει να έχουν λόγο στην αναδιάρθρωση. Θα μπορούσαν να υποστηρίξουν και να πιέσουν προς την κατεύθυνση της παραμονής του βαμβακιού σε συγκεκριμένες ζώνες, αλλά με συγκεκριμένα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Μεγάλη προσοχή πρέπει να δοθεί στη διασφάλιση της ποιότητας και της οικονομικής ενίσχυσης (και άλλων κινήτρων) της ποιοτικής παραγωγής. Ο παραγωγός πρέπει να πληρώνεται την ποιότητα κάτι που δεν γινόταν τα προηγούμενα χρόνια, σύμφωνα με μαρτυρίες βαμβακοκαλλιεργητών. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να συμφωνηθούν εξαρχής τα πρότυπα ποιότητας για την Θεσσαλία, μέσα από μία ανοικτή διαδικασία όπου οι αγρότες πραγματικά θα ανταμείβονται για την παράδοση ποιοτικού προϊόντος. Θεσμοί διασφάλισης της διαδικασίας μπορεί να είναι το Εθνικό Κέντρο Ποιοτικού Ελέγχου, Ταξινόμησης & Τυποποίησης Βάμβακος στην Καρδίτσα και η Περιφέρεια μέσω του προταθέντος «Κέντρου Βιώσιμων Μεταβάσεων και Καινοτομίας» (βλέπε παραπάνω). Ουσιαστικά η πρόταση αναδιάρθρωσης της Θεσσαλίας θα μπορούσε να αποτελέσει μία ευκαιρία για στροφή στην ποιότητα και για παραγωγή σε συγκεκριμένες ζώνες όπου θα πρέπει να συμφωνούνται με επιστημονικά και κοινωνικά κριτήρια, αντί να προτείνει την εκτόπιση του βαμβακιού. Επίσης στα πλαίσια της ποιοτικής στροφής είναι κρίσιμο να σημειωθεί ότι δεν γίνεται καμία αναφορά στην ανάδειξη της αναγκαιότητας της τοπικής σποροπαραγωγής καθώς και των τοπικά σχεδιαζόμενων και αναπτυσσόμενων ποικιλιών, των τοπικών ποικιλιών, των παραδοσιακών ποικιλιών, των ποικιλιών που προσαρμόζονται από ερευνητές σε τοπικές εταιρίες και τοπικά επιστημονικά κέντρα έρευνας.
    6. Η έκθεση εμπεριέχει σαφή πρόταση για τον Αχελώο. Υπάρχει κάτι πολύ θετικό στην πρόταση της Ολλανδικής εταιρίας. Η ‘εκτροπή’ (αν ευσταθεί σήμερα ο όρος, μιας και έχει ανανοηματοδοτηθεί τα προηγούμενα χρόνια) δεν υποστηρίζεται για να συνεχιστεί το ίδιο μοντέλο παραγωγής και χρήσης. Αυτό είναι θετικό γιατί διαμορφώνει τις συνθήκες επανανοηματοδότησης α. του έργου, β. της σημασίας του, γ. της κλίμακάς του δ. της χρήσης του. Είναι θετικό ότι το έργο, μαζί με τα συνοδά έργα, υποστηρίζεται ως απαραίτητο για τον εμπλουτισμό του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα, καθώς και για την αναδιάρθρωση των καλλιεργειών που επί της αρχής τονίζουν ότι πρέπει να γίνει με στόχο την εξοικονόμηση ενέργειας και ύδατος. Η τοποθέτηση του έργου ως τέτοιου είναι μία θετική εξέλιξη τόσο στο να υπάρξουν πολιτικές υλοποίησης και ολοκλήρωσης του έργου, όσο και στη βοήθεια της κατανόησης από τους τοπικούς εταίρους – φορείς, αγρότες, διαχειριστές, συνεταιρισμούς- ότι δεν είναι ένα έργο για να διασφαλιστεί η αφθονία νερού αλλά να διασφαλιστεί η περιβαλλοντική ακεραιότητα του κάμπου και να βοηθηθούν νέες καλλιέργειες. Βέβαια μεθοδολογικά και πάλι η έκθεση με την πρόταση για αναδιάρθρωση μακριά από το βαμβάκι και προς άλλες καλλιέργειες εξίσου υδροβόρες δημιουργεί αρκετά ερωτηματικά.
    7. Στην έκθεση δεν υπάρχει αναφορά και έμφαση στην βιολογική καλλιέργεια. Στα πλαίσια της αναδιάρθρωσης της Θεσσαλίας καθώς και των Ευρωπαϊκών πολιτικών η βιολογική καλλιέργεια θα έπρεπε να αποτελεί μέρος της έρευνας και τη ανάλυσης για τη διεξαγωγή προτάσεων και συμπερασμάτων. Θα έπρεπε να συνδεθεί με το αίτημα για νέες αλυσίδες αξίας των προϊόντων της Θεσσαλίας, που αναφέρει η έκθεση, αλλά ο τρόπος οριοθέτησης είναι απολύτως γενικευτικός και ασαφής. Επίσης στα πλαίσια προτάσεων της αναδιάρθρωσης της παραγωγικής βάσης θα μπορούσε να τονιστεί η ανάγκη ζωνών βιολογικής καλλιέργειας που θα εξασφαλίζουν την αξιόπιστη εφαρμογή του συστήματος καλλιέργειας, ώστε να δομηθεί ένα ισχυρό μήνυμα καλών πρακτικών βιολογικής γεωργίας σε μεγάλη κλίμακα που θα μπορούσε να συνδεθεί και να ταυτιστεί με το brand name των προϊόντων της Θεσσαλίας.
    8. Στο πλαίσιο της ανασυγκρότησης προτείνεται η ανάγκη διαφορετικής οργάνωσης της διαχείρισης νερού στην Θεσσαλία. Αυτή η πρόταση φαίνεται να έχει τη συναίνεση των κοινωνικών φορέων και εταίρων. Βέβαια η πρόταση κατανοεί το πρόβλημα της διαχείρισης νερού ως αποκλειστικά οργανωσιακό, χωρίς να κατανοεί ότι το νερό, ή ακριβέστερα η διαχείριση του νερού, οντολογικά ως κοινό αγαθό, συγκροτεί γύρω του δίκτυα γνώσης, υποδομές, κοινωνικές και πολιτικές σχέσεις και αφηγήματα για το μέλλον και το παρόν. Ενώ είναι πράγματι κρίσιμο να διασφαλιστεί η οργανωσιακή ομοιογένεια της ισότιμης διαχείρισης του νερού, θα πρέπει να είναι απολύτως σαφές ότι στην όποια πρόταση για έναν νέο φορέα δεν θα πρέπει να χαθεί η υπάρχουσα γνώση και τεχνογνωσία που συγκροτήθηκε από τους κατά τόπους ΤΟΕΒ. Πρέπει να σημειώσουμε ότι στον τόμο II για την Οργάνωση της Διαχείρισης του Νερού (Water Management Organization) και συγκεκριμένα στις σελ.151-152 η έκθεση σημειώνει ότι δεν πρέπει να ανοίξει η ψαλίδα και η απόσταση μεταξύ του τελικού χρήστη του νερού που είναι ο αγρότης και της διαχειριστικής αρχής. Αυτή η διαπίστωση είναι κρίσιμη και θα είναι κρίσιμη για τους αγρότες παραγωγούς και την αποτελεσματικότερη άρδευση των χωραφιών τους. Δεν πρέπει να χαθεί η επένδυση που έχει γίνει σε καλές πρακτικές και αρχές στην ισότιμη πρόσβαση στην παροχή νερού που υπάρχουν – έστω και σε ένα μικρό αριθμό λειτουργικών ΤΟΕΒ. Επίσης δεν θα πρέπει να χαθεί η δυναμική και η ευελιξία που έχουν αναπτύξει συγκεκριμένοι ΤΟΕΒ, όπως αυτός του Ταυρωπού, να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των παραγωγών, καθώς και στις προκλήσεις που βάζουν φυσικά φαινόμενα και καταστροφές μεγάλης κλίμακας. Δεν θα πρέπει να χαθεί η αμεσότητα και η ευελιξία που έχει αναπτυχθεί μεταξύ των διοικήσεων των περισσότερων (λειτουργικών) ΤΟΕΒ και των μελών τους, στην αντιμετώπιση των τοπικών προβλημάτων, για την αντικατάσταση του ηλεκτρολογικού εξοπλισμού των συστημάτων άρδευσης, είτε για την αντικατάστασή τους σε περιπτώσεις φθοράς ή κλοπής ή μη αναμενόμενης απόδοσης. Θα πρέπει να αναζητηθεί ο τρόπος ώστε να ενισχυθεί η οργανωσιακή, χρηματοπιστωτική και επιστημονική στελέχωση των φορέων ή του φορέα διαχείρισης του νερού, με τρόπο που να ενισχύει τις προσπάθειες αρκετών ΤΟΕΒ που βρίσκονται στο στάδιο υπογειοποίησης των επιφανειακών καναλιών άρδευσης, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η αποδοτικότερη διαχείριση του νερού, με τις λιγότερες δυνατές απώλειες.
    Τελειώνοντας θα θέλαμε να τονίσουμε ότι είναι κρίσιμο να ενσωματωθούν οι οπτικές και η απόψεις των αγροτών παραγωγών καθώς και των τοπικών εταιρικών δικτύων μεταποίησης, παραγωγής σπόρων και νέων ποικιλιών, και της διάθεσης αγροεφοδίων. Η έκθεση πρέπει να γίνει βάση διαλόγου για τον μετασχηματισμό της αγροδιατροφής στην Θεσσαλία.

    Στάθης Αραποστάθης, Αναπληρωτής Καθηγητής ΕΚΠΑ, Επιστημονικός Υπεύθυνος του Ερευνητικού Προγράμματος Go-JuST (www.go-just.com)

    Γιάννης Φωτόπουλος, Μεταδιδάκτορας Ερευνητής ΕΚΠΑ,
    Μέλος της Ερευνητικής Ομάδας του Προγράμματος Go-JuST

    Σωτήρης Αλεξάκης, Μεταδιδάκτορας Ερευνητής ΕΚΠΑ, Μέλος της Ερευνητικής ομάδας του προγράμματος Go-JuST

    Βάσω Καραντζάβελου, Υποψήφια Διδακτόρισσα ΕΚΠΑ, Μέλος της Ερευνητικής ομάδας του προγράμματος Go-JuST

    Δημήτρης Λαγουβάρδος, Υποψήφιος Διδάκτορας ΕΚΠΑ, Μέλος της Ερευνητικής ομάδας του προγράμματος Go-JuST

  • 29 Μαρτίου 2024, 14:53 | Νίκος Ράπτης

    1. Το Master Plan χαρακτηρίζεται από νομική ασυμβατότητα με το δίκαιο της ΕΕ για τα ύδατα και τις πλημμύρες.
    Πιο συγκεκριμένα, το master plan δεν εντάσσεται στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της χώρας για εφαρμογή των οδηγιών 2000/60/ΕΚ για τα ύδατα και 2007/60/ΕΕ για τις πλημμύρες, ούτε στην εθνική νομοθεσία για τη διαχείριση των υδάτων.

    Ενδεικτικά, οι προδιαγραφές (που δεν τηρούνται στο Master Plan) προβλέπουν :
    -Εκτίμηση με διαφανή και έγκυρα ποσοτικά και ποιοτικά δεδομένα της κατάστασης των υδάτινων σωμάτων,
    -Καταγραφή και αξιολόγηση των κινδύνων πλημμύρας (όχι με γενικόλογες αναφορές), και
    -Αντιστοίχιση με συγκεκριμένα μέτρα.

    2. Η πρόταση για δημιουργία φορέα διαχείρισης των υδάτων είναι επί της αρχής σωστή. Όμως, η σαφής και επίμονη διατύπωση από την HVA του νομικού χαρακτήρα του προτεινόμενου οργανισμού διαχείρισης υδάτων ως «νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου (στην ελληνική περίληψη) “in order to follow the rules of the private economy”» (volyme II, ch. 4, p. 128) έχει πιθανότατα αντισυνταγματικό χαρακτήρα (με βάση και την απόφαση του ΣτΕ για την ΕΥΔΑΠ και τη ΔΕΥΑΘ), καθώς ζητάει αυτός ο φορέας να αναλάβει τη διοίκηση των υδάτινων πόρων και την εποπτεία εφαρμογής των οδηγιών της ΕΕ για τα ύδατα και για τις πλημμύρες (και εδώ ίσως υπάρχει και ζήτημα παραβίασης του δικαίου της ΕΕ, καθώς η εποπτεία της εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου αποτελεί υποχρέωση των κρατών και όχι ιδιωτικών οργανισμών).

    Το master plan επιδιώκει υποκατάσταση κρατικών εξουσιών και ιδιωτικοποίηση των υδάτινων πόρων, τους οποίους στη συνέχει πιθανότατα θα διαθέτει προς πώληση.
    Στην έκθεση, σαφέστατα προκρίνει νομική μορφή, όχι απλώς εταιρείας του δημοσίου (δηλ. νομικό πρόσωπο δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου), αλλά τονίζει ότι αυτός θα πρέπει να λειτουργεί με βάση τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας. Περιγράφει μάλιστα σε λεπτομέρεια μισθολογικά κίνητρα, αλλά και κάθε στοιχείο εξοπλισμού που θα πρέπει να αγοράσει το κράτος (όπως υπολογιστές και συγκεκριμένων προδιαγραφών (!) οθόνες και αυτοκίνητα 4Χ4) με τα οποία θα προικοδοτήσει την ιδιωτική αυτή εταιρεία. Υπάρχουν σοβαρότατες διαστάσεις αντισυνταγματικότητας, ίσως μάλιστα και εναντίωσης προς το δίκαιο της ΕΕ, καθώς προτείνει ο νέος οργανισμός να είναι αρμόδιος για την εφαρμογή των οδηγιών για τα ύδατα και για τις πλημμύρες (όχι το κράτος ή κάποιος δημόσιος επιστημονικός οργανισμός, αλλά μια ιδιωτική εταιρεία).

    3. Το Master Plan χαρακτηρίζεται από έλλειμμα επιστημονικής επάρκειας:
    -Δεν αναφέρεται επιστημονική ομάδα ή ειδικότητες που απασχολήθηκαν
    -Οι χάρτες είναι θολοί, με πληροφορία που δεν διευκρινίζεται, δίχως λεζάντες και αναφορά στις πηγές των πληροφοριών που αποτυπώνουν.
    -Δεν υπάρχουν πουθενά δεδομένα, ενώ σε κάποια σημεία ως πηγή πληροφοριών δίνονται γενικές αναφορές (πχ στο τεύχος για τις πλημμύρες, σελ. 43: «Data as provided by the Greek government», δίχως καμία περαιτέρω πηγή. Ομοίως και στη σελίδα 57).

    4. Η «διαβούλευση», από τέσσερα υπουργεία (!) (Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας) στα αγγλικά συνιστά κατάφωρη παραβίαση των κανονισμών για τη διαβούλευση και περίπτωση κακής διακυβέρνησης. Σε κάθε περίπτωση, τα αγγλικά δεν είναι επίσημη γλώσσα της χώρας μας και η παράνομη χρήση τους σε διαδικασία Διαβούλευσης αποκλείει a priori την έκφραση γνώμης από χιλιάδες Θεσσαλούς αγρότες και συλλογικότητες, η ζωή των οποίων εξαρτάται άμεσα από τα προτεινόμενα στο master plan.

  • 29 Μαρτίου 2024, 10:44 | Ρητάς Βασίλης

    Η παρέμβαση μου αυτή αφορά μόνο τη Μεταμόρφωση Καρδίτσας (η εικόνα με το πλημμυρισμένο χωριό με τα κόκκινα κεραμίδια έχει προβληθεί σε όλο τον κόσμο), η οποία μπορεί να σωθεί και οι πλημμυροπαθείς κάτοικοι να μην γίνουν οι ΠΡΩΤΟΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ στην Ευρώπη.Στη σελίδα 64 γίνεται ισχυρή σύσταση να ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΦΘΕΙ Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ (abandonment of the entire village) ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΠΛΑ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗ, λόγω δυσκολίας στην προστασία του χωριού και βιώσιμων επιλογών εκκένωσης.
    Σε όλα τα γύρω χωριά (Βλοχός, Κεραμίδι Μαραθέα , Κοσκινάς κλπ) που επλήγησαν στον ίδιο βαθμό και έχουν το ίδιο υψόμετρο περίπου (γύρω στα 90 μέτρα) , προβλέπεται (σελίδα 75 και 251) κατασκευή ή ενίσχυση αναχωμάτων και πλήρης προστασία αυτών.
    Στα χωριά Αστρίτσα και Αμπελος (σελ. 251) προτείνεται η κατασκευή αναχωμάτων ή εναλλακτικά να εξεταστεί η μετεγκατάσταση.
    Για τη Μεταμόρφωση δεν προβλέπεται στην απαρίθμηση των έργων (σελ. 251) κανένα έργο στο 2 ποτάμια εκατέρωθεν του χωριού.
    Η Μεταμόρφωση στη εικόνα 16 (σελ. 64) εμφανίζεται με μπλε χρώμα και περιλαμβάνεται στις πλημμυρικές ζώνες. Επιπλέον στη σελίδα 66 αναφέρεται ότι εφόσον εγκαταλειφθεί η Μεταμόρφωση, προτείνεται να κατασκευαστούν στον Καλέντζη πόρτες προς το χωριό για εκτόνωση των υδάτων και προστασία άλλων περιοχών.
    Για τη Μεταμόρφωση δεν αναφέρονται εναλλακτικές, με μόνη πρόταση την εγκατάλειψη του χωριού.
    Οι κάτοικοι δεν γνωρίζουν αυτή την προοπτική και καλούνται να αποφασίσουν χωρίς καμμιά επίσημη ενημέρωση, αν θα είναι οι ΠΡΩΤΟΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ στην Ευρώπη. Οι άτυπες συνελεύσεις των κατοίκων με ελάχιστη ενημέρωση και υπό το βάρος των συνθηκών, έδειξαν πρόθεση για μετεγκατάσταση, με την προοπτική όμως προστασίας και διατήρησης και αποκατάστασης της περιουσίας στο χωριό.
    Στη σελίδα 264 στα μακροπρόθεσμα μέτρα :
    Προτείνει μετεγκατάσταση της Μεταμόρφωσης σε απροσδιόριστη τοποθεσία, ΣΕ ΠΡΟΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΜΕΝΑ ΣΠΙΤΙΑ (prefab houses) και στην ίδια παράγραφο «ΧΩΡΙΣ ΚΑΜΜΙΑ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΓΙΑ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΕΣ ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ». Σημειώνεται ότι δεν υπάρχει κατάλληλος χώρος για την «νέα Μεταμόρφωση» σε ακτίνα 10 χιλιομέτρων.Στη σελίδα 153 το τελευταίο έργο της λίστας αναφέρεται το κόστος 45 εκ για την ΠΙΘΑΝΗ ΜΕΤΕΓΚΑΤΑΤΑΣΗ του χωριού, χωρίς να διευκρινίζεται αν το ποσό αφορά υποδομές ή και κατοικίες. Στην ίδια παράγραφο αναφέρεται τεράστιος χρόνος ολοκλήρωσης του έργου (15 χρόνια !!!!) , χωρίς τον εύλογο προβληματισμό για την διαμονή των κατοίκων για 15 χρόνια χωρίς αποζημιώσεις για τις υφιστάμενες κατοικίες, που θα επιβιώνουν σαν πρόσφυγες στο ίδιο τους το χωριό.
    Ανεξάρτητα από την προοπτική μετεγκατάστασης, η πολιτεία έχει υποχρέωση για αποζημιώσεις των υφιστάμενων κατοικιών με τους υπάρχοντες νόμους και δεν είναι νόμιμη η εξαίρεση της πολύπαθης Μεταμόρφωσης. Σημειώνεται ότι πρόσφατα, μετά τον Daniel, η Ελλάδα παραπέμφθηκε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για την μη επικαιροποίηση αντιπλημμυρικής προστασίας και διαχείρισης υδάτων.Για να σωθεί ο κάμπος από μελλοντικές πλημύρες σύμφωνα με τη μελέτη, θα κατασκευασθούν ή θα ενισχυθούν 250 χιλιόμετρα αναχώματα.
    Υπάρχει τεχνική λύση (με χαμηλότερο κόστος) για τη Μεταμόρφωση με δημιουργία ασφαλούς νησίδας 4.000 στρ. , με ενίσχυση αναχωμάτων σε Καλέντζη και σε Λείψιμο (Ιταλικό), με περιορισμό της πλημμυρικής ζώνης μόνο κατά 10 εκατομμύρια κυβικά και δημιουργία οδών διαφυγής σε περίπτωση κίνδυνου προς τον Κοσκινά και αντιστρόφως.
    Οι κοινωνικές προεκτάσεις μιας μετεγκατάστασης («εγκατάλειψη» αναφέρει η μελέτη) είναι αυτονόητες και αν δεν γίνουν προσεκτικές και στοχευμένες ενέργειες θα οδηγηθούμε σε εγκατάλειψη της υπαίθρου και το βίαιο ξερίζωμα των πλημμυροπαθών κατοίκων, οι οποίοι δεν ευθύνονται για τις διαχρονικές παραλείψεις της πολιτείας.
    Εν κατακλείδι, προτείνω την θωράκιση της Μεταμόρφωσης, την αποκατάσταση των κατοικιών και στη συνέχεια χωρίς εκβιασμούς και διλήμματα, να αποφασιστεί αβίαστα η ενδεχόμενη μετακίνηση σε ασφαλέστερη περιοχή.Το Σχόλιο σας θα δημοσιευθεί μόλις ελεγχθεί απο τον διαχειριστή.

  • ΣΧΟΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ-ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΜΕΓΑΛΕΣ ΦΥΣΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ ΤΟΥ 2023

    Δρ. Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος, Οικονομικός Γεωγράφος, Ερευνητής

    (Από την περίπτωση της Θεσσαλίας στην περίπτωση της χώρας)

    Η πολύ σοβαρή υπόθεση, της πρόσφατης Θεσσαλικής καταστροφής, αποτελεί ένα συγκλονιστικό προηγούμενο και ενδεχόμενο για κάθε περιοχή και περιφέρεια της χώρας. Όμως διαπιστώνονται σοβαρές αδυναμίες τόσο στην προσέγγιση, όσο και στη μεθοδολογία διαχείρισης του ζητήματος της ολοκληρωμένης διαχείρισης υδάτων.
    Κατ’αρχήν η μελέτη αυτή ανατέθηκε απευθείας, με την θεσμικά απαράδεκτη και χορηγία 1 εκ € της Ένωσης Τραπεζών. Πρέπει να επιλυθεί κάποτε το ζήτημα της ταχείας εκπόνησης μελετών για θεμελιακά ζητήματα, όπως η διαχείριση υδάτων, με βάση προδιαγραφές και κατευθύνσεις που εν προκειμένω απουσιάζουν.
    Εξάλλλου οι Γενικές Μελέτες-και Προτάσεις της Ολλανδικής εταιρείας Συμβούλων HVA, αναρτήθηκαν στη διαβούλευση στα αγγλικά, πλην μιας περίληψης στα ελληνικά.

    Η δέσμη των μελετών ολοκληρώθηκε μεν σε σύντομο χρόνο όμως πολλά στοιχεία τους δεν είναι ώριμα, αλλά αποτελούν πρόχειρη συρραφή αναλύσεων εκτιμήσεων, διάσπαρτων ιδεών και μια σωρεία προτάσεων δαπανηρών αντιπλημμυρικών έργων, μοντέλα εξοικονόμησης νερού, άρδευσης και μείωσης των 32.000 γεωτρήσεων.
    Εστιάζει σε σχέδια Ορθών Γεωργικών Πρακτικών, αρδευτικών μεθόδων και αναδιάρθρωση καλλιεργειών, με υποκατάσταση της υδροβόρας βαμβακοκαλλιέργειας, με νέες βιώσιμες ανταγωνιστικές καλλιέργειες.
    Εκτός αυτών, προβαίνει σε πολλές ασαφείς και ατεκμηρίωτες εκτιμήσεις δαπάνης, κόστους -οφέλους, επενδύσεων, ιεράρχηση προτεραιοτήτων χωρίς επαρκή αιτιολόγηση, με συγκεχυμένα χρονοδιαγράμματα.

    Είναι ουσιώδες πως υποβάλλεται πρόταση σύστασης Ενιαίου Φορέα Διαχείρισης Υδάτων, αντιμετώπισης των πλημμυρών και της λειψυδρίας, με βάση τις καλές Ευρωπαϊκές πρακτικές και επιτυχή πρότυπα Ολλανδίας, Γερμανίας και Γαλλίας.
    Θέτει ορθώς μεν το θέμα λειτουργίας σύγχρονων συστημάτων παρακολούθησης, μελέτης, έγκαιρης ενημέρωσης, εκκένωσης, συνεργειών, συνεργασιών, κατάρτισης και αξιοποίησης του υπάρχοντος ανθρώπινου δυναμικού αλλά δεν διακρίνει την αρμοδιότητα και εμπλοκή των υπηρεσιών Πολιτικής Προστασίας Κεντρικών και τοπικών και του προτεινόμενου νεοσύστατου Αρδευτικού –Αντιπλημμυρικού Φορέα.
    Παρεμφερή προβλήματα κινδύνων και καταστροφών πλημμυρών, ξηρασίας, πυρκαγιών και πολλών άλλων δεινών αντιμετωπίζουν όλες σχεδόν οι περιοχές της χώρας, παρά όλα αυτά συζητάται μόνο εντελώς ελλειπτικά και ευκαιριακά το ζήτημα της Θεσσαλίας ενώ αγνοήθηκαν πολλά από τα συναφή σοβαρά ζητήματα που επηρεάζουν όλη τη χώρα. Εν πολλοίς μας βρίσκουν σύμφωνους οι παρατηρήσεις και τα σχόλια των περιβαλλοντικών οργανώσεων Greenpeace, WWF όπως και του καθηγητή κ. Ν. Δανελάτου.

    Το εγχείρημα αυτό επιχειρεί εντελώς ανορθόδοξα ένα μακροχρόνιο καινοτόμο σχεδιασμό μεγάλης δαπάνης και αλλαγής περιβαλλοντικού και οικονομικού μοντέλου ιδίως στη Γεωργία. Η Υλοποίηση ανάλογων σχεδίων, συνεπάγεται υψηλές δαπάνες, πολύ ακριβότερες από άλλες εναλλακτικές φιλικές προς της φύση .Εκτός του τεράστιου κόστους της Θεσσαλικής Καταστροφής υπέστησαν οι άτυχοι κάτοικοι της περιοχής και επωμίσθηκε η χώρα.
    Το κυρίως αντικείμενο των σχεδίων αυτών, δεν είναι της αποκατάστασης των ζημιών αλλά της πρόληψης και αντιμετώπισης των μελλοντικών κινδύνων από τις πλημύρες και τη λειψυδρία, που εντάσσονται στο ευρύτερο πλαίσιο, της Προσαρμογής στη Κλιματική Αλλαγή στην οποία, σε μεγάλο βαθμό, οφείλονται τα πρωτοφανή φαινόμενα. Τα προβλήματα αυτά κατά συνέπεια είναι καθολικού και όχι τοπικού ενδιαφέροντος. Σε κάθε περίπτωση χρήζουν μακροχρόνιου σχεδιασμού και μεγάλων επενδύσεων.

    Για τα νέα αυτά σύνθετα προβλήματα και τις επαγόμενες από τη Κλιματική Κρίση απειλές και κινδύνους, έχει θεσπισθεί πανευρωπαϊκά, εθνικά και περιφερειακά η υποχρέωση κατάρτισης, Ευρωπαϊκής, Εθνικής Στρατηγικής και Περιφερειακών Σχεδίων Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή Μετριασμού και Ανθεκτικότητας.
    Η Εθνική Στρατηγική για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή (ΕΣΠΚΑ) βασικός νόμος 4936/2022 σύμφωνα με το άρθρο 5, περιόδου 10 ετών ένα κείμενο στρατηγικού προσανατολισμού με στόχο τη χάραξη κατευθυντήριων γραμμών, παραμένει ανίσχυρη και ανεφάρμοστη. Πουθενά όμως στις μελέτες δεν αναφέρεται όπως όφειλε, το Εθνικό και Περιφερειακό Σχέδιο Κλιματικής Αλλαγής ΠεΠΣΚΑ Θεσσαλίας, που εκπονείται μια τετραετία και απομένει εκκρεμές με πολλές παρατάσεις, χωρίς να έχει εγκριθεί η ΜΠΕ Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων των προτεινόμενων φιλόδοξων έργων.

    Από τις κατατεθείσες διάσπαρτες Εκθέσεις και Προτάσεις λείπει το πλαίσιο αναφοράς, στις κατευθυντήριες αρχές τις Στρατηγικές, των διεθνών συμφωνιών και των στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
    Δεν περιέχει σαφή εκτίμηση των αναμενόμενων κλιματικών μεταβολών στη περιοχή και τη χώρα, βάσει διαφορετικών κλιματικών σεναρίων.
    Απουσιάζει η ανάλυση τρωτότητας και εκτίμηση των επιπτώσεων των κλιματικών μεταβολών στους διάφορους τομείς της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας, με προσδιορισμό και προκαταρκτική εκτίμηση του συνολικού κόστους προσαρμογής.
    Δεν μνημονεύει καν τον υφιστάμενο εθνικό και περιφερειακό Χωροταξικό Σχεδιασμό της Θεσσαλίας (Απόφαση Έγκριση Αναθεώρησης του Περιφερειακού Χωροταξικού Πλαισίου της Περιφέρειας Θεσσαλίας Αριθμ. Α. Π.: ΥΠΕΝ/ΔΧΩΡΣ/69722/1108 Τεύχος ΑΑΠ 269/15 Νοεμβρίου 2018.) Αυτό όφειλαν σύμφωνα με τη πάγια Συνταγματική νομολογία του ΣτΕ να συσχετισθεί και να αξιολογηθεί η μέχρι τώρα εφαρμογή του ή να προταθεί η Αναθεώρηση του.
    Ομοίως, πουθενά δεν περιέλαβε τα τοπικά χωρικά και πολεοδομικά σχέδια και την όλη κατάσταση, λειτουργικά προβλήματα και οικονομικά μεγέθη των ΤΟΕΒ και ΓΟΕΒ, των Αγροτικών και κτηνοτροφικών συνεταιρισμών και του ιδιωτικού Αγροτο-βιομηχανικού συμπλέγματος της περιοχής της Θεσσαλίας που εμπλέκεται και επηρεάζεται καθοριστικά από τις προτεινόμενες προληπτικές και θεραπευτικές λύσεις.

    Στις προτεραιότητες όφειλε να περιλαμβάνει, συνολικά και αναλυτικά εκτός από τη γεωργία και τηΝ κτηνοτροφία, τη δασοπονία, την ενέργεια, την ασφάλιση, τις υποδομές και τις μεταφορές, το δομημένο περιβάλλον, την προστασία της βιοποικιλότητας, τα οικοσυστημάτων, τους υδάτινους πόρους, τις παράκτιες ζώνες και την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς,
    Δεν φαίνεται πουθενά να προτείνει την ενσωμάτωση πολιτικών προσαρμογής σε ευρύτερες εθνικές πολιτικές.

    Δεν λαμβάνει υπόψη και δεν συνεκτιμά την όλη κατάσταση και τις ανάγκες, αρδευτικές, περιβαλλοντικές και οικολογικές της μεγάλης Λεκάνης απορροής του Αχελώου ποταμού όπως επιβάλλεται από την αλλαγή του ρου των ποταμών και τη μαζική μεταφορά υδάτων από τη μια υδατική λεκάνη στην άλλη. Ειδικότερα έπρεπε να συμπεριλάβει και να συνεκτιμήσει αναλυτικά τη κατάσταση και διαχείριση συνολικά των υδάτινων, καλλιεργητικών και περιβαλλοντικών συστημάτων της Αιτωλοακαρνανίας. Το ίδιο είχε γίνει παλιότερα με τα περίφημα έργα εκτροπής του Αχελώου που στοίχισαν 1,5 δις € και όντας εκτός Ευρωπαϊκού και Συνταγματικού πλαίσιο από καθαρή απρονοησία έμειναν ημιτελή. Επομένως οι ιδιόρρυθμες αυτές μελέτες Γενικού και μερικού περιεχομένου είναι εκτός περιβαλλοντικού και χωροταξικού θεσμικού πλαισίου, ανίσχυρες και ανεφάρμοστες.

    Η υπόθεση της Θεσσαλίας είναι προφανώς μια μεγάλη εθνική υπόθεση, που εύλογα απασχολεί όλους τους Έλληνες και προβληματίζει την πολιτική ηγεσία της χώρας που όμως διστάζει να λάβει πολλές κρίσιμες αποφάσεις με πολλά συνεπόμενα και ολέθρια ενδεχόμενα.

    Είναι ενδεικτικό, πως μόνο το κόστος αποζημιώσεων και απωλειών, υπολογίζεται προσωρινά σε 4 δις €. ενώ το κόστος των προτεινόμενων έργων αντιπλημμυρικής θωράκισης εκτιμάται σε 4,5 δις €. Αντίστοιχα διεκδικούνται 3,5 δισ.€ , για ανασύσταση της λίμνης Κάρλα, Εκτροπή του Αχελώου, μεταφορά οικισμών, εγγειοβελτιωτικά έργα, σύγχρονα συστήματα άρδευσης, αλλαγή παραγωγικού μοντέλου γεωργίας και κτηνοτροφίας κ.ά.
    Σε κάθε περίπτωση αποφεύγει να αναφερθεί διεξοδικά στο ιστορικό του περίφημου αυτού έργου και στην μεγίστη κρατική αβελτηρία, αφού στην αποξηρανθείσα αρχαία λίμνη, χωροθετήθηκαν και λειτουργούσαν σε σημείο πλημμύρας, υψίστης σημασίας αμυντικές εγκαταστάσεις.

    Παρεμφερείς όμως απειλές κινδύνους και ανάγκες, έχουν όλες οι Περιφέρειες τις χώρας., οι οποίες πουθενά δεν αναφέρονται και δεν συσχετίζονται.
    Όλες μελλοντικά οι περιοχές της Ελλάδας και της Μεσογείου είναι εν δυνάμει, εξίσου ευάλωτες και τρωτές, σύμφωνα με πρόσφατες επιστημονικές προβλέψεις τη Κλιματικής Αλλαγής, των αυξημένων Μεσογειακών καταιγίδων, MEDICANE αλλά παραμένουν εντελώς ανέτοιμες για την αντιμετώπιση κυκλώνων, πλημμυρών, πυρκαγιών, υπερθέρμανσης, κατολισθήσεων κ.ά.

    Φαντάζεται κάποιος, τι θα συμβεί όταν πιθανόν σημειωθεί μελλοντικά μια καταιγίδα τύπου «Ντάνιελ» ή και πολύ υποδεέστερη στα φράγματα του Αχελώου, της Ηλείας, της Μακεδονίας, ή σε άλλες περιφερειακές πόλεις. Τα καταστροφικά αυτά καιρικά φαινόμενα, δεν θα είναι εφεξής φαινόμενα 100ετίας ή χιλιετίας αλλά συνήθη και επικείμενα, που μπορούν να πλήξουν ανά πάσα στιγμή κάθε περιφέρεια ή πόλη της χώρας ή του πλανήτη.

    Η υπό διαβούλευση μελέτη HVA τείνει να καλύψει ευκαιριακές, επικοινωνιακές ανάγκες και προτείνει ανεφάρμοστες αποσπασματικές λύσεις , όπως συνέβη, το 2020 στο πόδι, βιαστικά και σπάταλα με τα άστοχα έργα του 2021 μετά την καταιγίδα IANOΣ.

    Πουθενά δεν κατέγραψε η εν λόγω Έκθεση, την χρόνια και βαριά ανεπάρκεια και αδυναμία του όλου κράτους και των πλέον ευαίσθητων πεδίων κρατικής αρμοδιότητας, όπως διαχείρισης, των υδάτων, φυσικών καταστροφών και αγροτικής μεταρρύθμισης. Παντού υποτίθεται, πως υπάρχουν Σχέδια Διαχείρισης των Υδάτων και αντιμετώπισης των πλημμυρών. μελέτες Λεκανών απορροής και ποταμών των 14 Υδατικών Διαμερισμάτων της χώρας. Τίποτα δεν έχει εφαρμοσθεί από όλα αυτά και όλη η σχετική νομοθεσία παραμένει ανεφάρμοστη παρά, το ευρύ πλέγμα νομικών, εκσυγχρονιστικών δεσμεύσεων και αλλαγών που έχει αναλάβει η χώρα, ως κράτος-μέλος της ΕΕ, σε ενσωμάτωση του ευρωπαϊκού περιβαλλοντικού κεκτημένου.
    Παρόμοια τύχη είχαν τα προταθέντα μέτρα της αντιμετώπισης των πυρκαγιών, σύμφωνα με την Έκθεση της Επιτροπής Γκολντάμερ.

    Η τρομερή αυτή Θεσσαλική δοκιμασία και εμπειρία αποτελεί, ένα μεγάλο μάθημα για όλους. Πρέπει να γίνουν όλα τα σωστά βήματα καλύτερης ανοικοδόμησης «Βuilding Back Beter» ή να τα «Φτιάξουμε πάλι καλύτερα».

    Αλλά πώς; Μόνο για μια περιοχή ή για όλες;
    Είναι αναγκαίος ο ανθεκτικός και ολοκληρωμένος σχεδιασμός, που να καλύπτει ευρύτερες ανάγκες και υποχρεώσεις ολοκληρωμένων Εθνικών και Περιφερειακών Σχέδιων που παραμένουν εξίσου ανολοκλήρωτα και αναξιοποίητα.

    Οι τοπικές αρχές αποτελούν βασικές κινητήριες δυνάμεις της ενεργειακής μετάβασης και της καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής στο πλησιέστερα στους πολίτες επίπεδο διακυβέρνησης. Οι τοπικές αρχές έχουν, από κοινού με τις περιφερειακές και εθνικές αρχές την ευθύνη της δράσης για το κλίμα. Ο μετριασμός της κλιματικής αλλαγής και η προσαρμογή σε αυτή μπορούν να προσφέρουν πολλαπλά οφέλη για το περιβάλλον, την κοινωνία και την οικονομία. Η από κοινού αντιμετώπιση θα δημιουργήσει νέες ευκαιρίες για την προώθηση της βιώσιμης τοπικής ανάπτυξης. Εν προκειμένω περιλαμβάνονται: η διαμόρφωση κοινοτήτων χωρίς αποκλεισμούς, ανθεκτικών στην κλιματική αλλαγή και ενεργειακά αποδοτικών·η βελτίωση της ποιότητας ζωής· η τόνωση των επενδύσεων και της καινοτομίας· η προώθηση της τοπικής οικονομίας και η δημιουργία θέσεων εργασίας· η ενίσχυση της συμμετοχής και της συνεργασίας των ενδιαφερομένων μερών.

    Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Τεχνικές Κατευθυντήριες Οδηγίες σχετικά για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των υποδομών στην κλιματική αλλαγή για τις επενδύσεις σε υποδομές που καλύπτουν την περίοδο προγραμματισμού 2021-2027.
    Σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/523 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1) (στο εξής: κανονισμός InvestEU ), η Επιτροπή υποχρεούται να καταρτίσει κατευθυντήριες γραμμές για τη βιωσιμότητα. Στο άρθρο 8 παράγραφος 6 στοιχείο α) καθορίζονται οι απαιτήσεις σχετικά με τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή σε αυτήν. Σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 6 στοιχείο ε), οι κατευθυντήριες γραμμές για τη βιωσιμότητα πρέπει να περιλαμβάνουν καθοδήγηση προς τους εταίρους υλοποίησης σχετικά με τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται για τους σκοπούς του ελέγχου (προελέγχου) του περιβαλλοντικού, κλιματικού ή κοινωνικού αντικτύπου των χρηματοδοτικών και επενδυτικών πράξεων. Το άρθρο 8 παράγραφος 6 στοιχείο δ) ορίζει ότι οι κατευθυντήριες γραμμές για τη βιωσιμότητα καθιστούν δυνατό τον προσδιορισμό των έργων που δεν συνάδουν με την επίτευξη των στόχων για το κλίμα. Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των υποδομών στην κλιματική αλλαγή αποτελούν μέρος των κατευθυντήριων γραμμών για τη βιωσιμότητα.

    Κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των έργων υποδομής στην κλιματική αλλαγή, οι οποίες συνάδουν με τις κατευθυντήριες γραμμές που έχουν καταρτιστεί για άλλα προγράμματα της Ένωσης κατά περίπτωση, προβλέπονται επίσης στον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1153 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ( κανονισμός ΜΣΕ ).

    Οι κατευθυντήριες γραμμές θεωρούνται επίσης σχετικό έγγραφο αναφοράς για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των υποδομών στην κλιματική αλλαγή σύμφωνα με το άρθρο 2 σημείο 37 και το άρθρο 67 παράγραφος 3 στοιχείο ι) του κανονισμού (ΕΕ) 2021/1060 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (κανονισμός περί κοινών διατάξεων ή ΚΚΔ ), καθώς και στο πλαίσιο του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας

    Κατά σύμπτωση αυτές τις ημέρες γνωστοποιήθηκε η Απόφαση παραπομπής της χώρας στο Ευρωδικαστήριο, για μη τήρηση των βασικών οδηγιών 2000/00 ΕΚ για τα Ύδατα και της 2007/60 για τη προστασία από τις πλημμύρες.

    Το κεφάλαιο των αποζημιώσεων και τις οφειλόμενης αποκατάστασης των ζημιών είναι άλλο ξεχωριστό θέμα που ουδόλως θίγεται.

    Εισηγούνται ένα δήθεν βιώσιμο αναπτυξιακό μοντέλο χωρίς να συνυπολογίζουν τις αρχές αειφορίας του ΟΗΕ και τις θεμελιώδεις Ευρωπαϊκές πολιτικές Γεωργίας και Κτηνοτροφίας, την Κοινή Αγροτική Πολιτική ΚΑΠ, τις οικείες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις, το παραγωγικό και περιβαλλοντικό μοντέλο όλης της χώρας.
    Όλα τα Σχέδια οφείλουν να τελούν σε άμεση συνάρτηση με την Αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής, την Ανθεκτικότητα της χώρας συνολικά και το Μετριασμό των επιπτώσεων.

    Μια άλλη σοβαρή παράλειψη είναι η μη αναζήτηση οικονομικών λύσεων βασισμένων στη φύση, σε αναδασώσεις, στην πρωτοβουλία των τριών δισεκατομμυρίων δένδρων για την Ευρώπη.
    Θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη μέριμνα στην περιβαλλοντική προστασία και αξιοποίησης της Ορεινής Θεσσαλίας, της Πίνδου, του Πηλίου, των Χασίων και της οροσειράς του Όθρυ που καλύπτουν το 60% των εκτάσεων της ή 11000 τετρ. χλμ και αποτελούν ανεκτίμητους φυσικούς θησαυρούς με σπάνιες περιοχές NATURA, βιοτόπων, οικοσυστημάτων, υγροτόπων, χλωρίδας, πανίδας, εδαφών, ατμόσφαιρας κ.ά.

    Δεν αναφέρεται ο ρόλος του Οργανισμού Φύσης Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής ή ΟΦΥΠΕΚΑ παρότι με τον ιδρυτικό του νόμο, 4685/2020 (ΦΕΚ Α 92/7.5.2020) αποτελεί τον κεντρικό κρατικό φορέα υπεύθυνο για τη διαχείριση των Προστατευόμενων Περιοχών(Π.Π.) στην Ελλάδα για ένα Εθνικό Σύστημα Διακυβέρνησης Προστατευόμενων Περιοχών.

    Δεν υπάρχει ένα ολοκληρωμένο τεκμηριωμένο περιβαλλοντικό σχέδιο και έργο εκτός από τις δήθεν διευθετήσεις ποταμών με ασύδοτες αμμοληψίες και δαπανηρές «προστασίες» με τσιμεντόστρωση των ακτών που τα σαρώνουν τα κύματα και δεν προσφέρουν απολύτως τίποτα.

    Θεωρούμε πρωταρχικό να εκπονηθούν ανάλογες και πολύ διευρυμένες μελέτες για όλη τη χώρα και να συγκροτηθούν επαρκή και ικανά διαχειριστικά σχήματα και συστήματα για κάθε Υδατικό Διαμέρισμα και ευρύτερη περιοχή, χωριστά Σχέδια Διαχείρισης των Υδάτων και Αντιμετώπισης των Πλημμυρών σύμφωνα με τους Νόμους 3199/2010 και 3492/ 2012. Μέχρι τώρα οι διάσπαρτες μελέτες γίνονται ευκαιριακά κατόπιν εορτής και παραμένουν ατελείς, ή ανεφάρμοστες.

    Από το 2010 όταν εκπονήθηκαν πλείστες όσες μελέτες, για όλα τα Υδατικά Διαμερίσματα και τις λεκάνες Απορροής των ποταμών και των ρεμάτων, της χώρας φουσκώνουν τα ράφια των αρμοδίων.
    Για την Περιφέρειά Δυτικής Ελλάδας εκπονήθηκαν πολλά συναφή σχέδια για τη Βόρεια Πελοπόννησο, την ΒΔ Πελοπόννησο και την Αιτωλοακαρνανία, τα διαμερίσματα Αχελώου και Μόρνου, πλην όμως ουδέν απολύτως υλοποιήθηκε.
    Οι παλαιοί φορείς άρδευσης ΤΟΕΒ και ΓΟΕΒ της περιοχής, αποδείχθηκαν ανεξαιρέτως αποτυχημένοι ή χρεοκοπημένοι δεν εφαρμόζουν κανένα σχέδιο ορθολογικής διαχείρισης ενώ οφείλουν στην ΔΕΗ πάνω από 40 εκ €. Για τον νευραλγικό αυτό τομέα που διαχειρίζονται το 60% των αρδευόμενων εκτάσεων της χώρας έχει κατατεθεί από την Εταιρεία Μελετών «ΔΙΑΝΕΟΣΙΣ» αναλυτική έκθεση με προτάσεις των καθηγητών Π, Σκούρα, Ψαλτόπουλου.

    Εκτός όλων αυτών όλη αυτή η ανησυχητική κατάσταση , σχετίζεται με την ανυπαρξία κάθε σοβαρής πρόβλεψης κάλυψης των υψηλών ενεργειακών αναγκών του αγροτικού τομέα από τις ΑΠΕ.
    Πολύ αργά αφού εδραίωσαν τη θέση του στις ΑΠΕ, πλουσιοπάροχα προνομιούχες ισχυρές εταιρείας και τα κερδοσκοπικά Κεφάλαια, επινοήθηκαν πρόχειρες λύσεις για ανύπαρκτες Ενεργειακές Κοινότητες τους αποδυναμωμένους αγροτικούς συνεταιρισμούς και τους υπό κατάρρευση ΓΟΕΒ και ΤΟΕΒ.
    Τα προσδοκόμενα αποτελέσματα από την κοσμογονία των ΑΠΕ είναι μηδαμινά για τις για τις αποδεκατισμένες μικρές τοπικές κοινωνίες με ελάχιστα οφέλη ή κίνητρα. Όλα αυτά συμβάλλουν στην πλήρη εγκατάλειψη και ερήμωση της υπαίθρου χώρας.

    H διαχείριση του υδατικού δυναμικού δεν είναι μια τυπική γραφειοκρατική εργασία, απαιτεί ισχυρούς αποκεντρωμένους φορείς, συνθετικές μελέτες και εταιρείες παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών σε πολλούς τομείς. Πέρα από τις προέχουσες ή αναπαραγόμενες μελέτες το πιο κρίσιμο είναι τα σχέδια εφαρμογή τους και πως θα λειτουργήσουν οι απαραίτητοι μηχανισμοί σε μόνιμη βάση.

    Άρα, η τοπική κοινωνία πρέπει να συζητήσει με τα συναρμόδια υπουργεία, με ποιό τρόπο θα συμμετάσχει, θα ωφεληθεί και διαχειριστεί τόσα κρίσιμα ζητήματα, επιβίωσης, ανάπτυξης, που θα έχουν μελετηθεί εκτενώς, τεκμηριωμένα με εφαρμόσιμα, αποτελεσματικά σχέδια, και προπαντός εξασφαλισμένους πόρους που αγνοούνται.

    Συνεχώς προκρίνονται μόνο αποσπασματικές λύσεις όπως οι επί τούτου χωροθετήσεις των Ειδικών Χωρικών Σχεδίων ΕΣΧΑΣΕ και ο αντισυνταγματικός ΓΟΚ και η αδειοδότηση πάρκων ΑΠΕ ερήμην των απόψεων και των συμφερόντων τις τοπικής κοινωνίας.
    Απουσιάζει η ημιουργία συστημάτων διαχείρισης υδάτων, αντιπυρικής και αντιπλημμυρικής προστασίας. χωροθέτησης χρήσεων γης, εγγειοβελτιωτικά έργα καλλιεργητικών σχεδίων, υπηρεσιών γεωργικής εκπαίδευσης, αγροτικός εξηλεκτρισμός κά. Το Σύστημα διαχείριση υδάτων σημαίνει ότι υπάρχει μια οργάνωση, με σαφείς διαδικασίες οι οποίες ακολουθούνται πριν τα έργα,

    Η αντιμετώπιση του μεγαλύτερου προβλήματος συνίσταται στη:
    Δημιουργία Βάσης δεδομένων, που σημαίνει ότι μαζεύουμε και επεξεργαζόμαστε όλα τα υπάρχοντα στοιχεία, με πλήρη στοιχεία για υδρογεωλογικά ή υδρολογικά φαινόμενα, συστημάτων που ακολουθούν μια εξελικτική πορεία και μπορούν έτσι να κάνουν ασφαλείς προβλέψεις.

    Συνεχή αναφορά και διασύνδεση με Αστεροσκοπείο, ΕΜΥ,ΙΓΜΕ Πανεπιστήμια, ΔΕΗ για υδρογεωλογικά, υδρολογικά, βροχοπτώσεις, μετεωρολογικά δεδομένα
    Αξιόπιστα στοιχεία χρήσης νερού από ΓΟΕΒ, ΤΟΕΒ, ΔΕΥΑ, Γεωτρήσεις, υποδομές Βιομηχανίες, Αγροτικές επιχειρήσεις μαζί με ένα ενιαίο σύνολο γεωχωρικών δεδομένων με δυνατότητα συνεχούς επεξεργασίας, αξιολόγησης και βελτίωσης.
    Δημιουργία Μοντέλων προσομοίωσης, Με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν Μετεωρολογικά, Κλιματικά, υδρολογικά, γεωλογικά και διάφορα οικονομικά μοντέλα. Ένα νέο συλλογικό σύστημα λήψης αποφάσεων, με όλες τις ιδέες, σκέψεις και προτάσεις για την ανάπτυξη της κάθε Περιφέρειας, της κάθε περιοχής και διαπεριφερειακά, ακολουθώντας τον ρου των ποταμών και των Λεκανών απορροής των Υδάτων. Κανένα σύστημα δεν θα μπορεί να ανταποκριθεί σε 10- 20 χρόνια, αν δεν εκτιμηθούν οι ανταγωνιστικές ανάγκες και χρήσεις με τις ανάλογες μελέτες, και κυρίως όταν την εφαρμογή τους. Αντίστοιχα υπάρχουν και διάφορα οικονομικά μοντέλα, κατά περιοχές και στάδια.

    Για το πως θα προστατευθούμε από τις πλημμύρες τη λειψυδρία και ις πυρκαγιές, καθημερινά αντιμετωπίζουμε κρίσιμες αποφάσεις. Αν θα κάνουμε λιμνοδεξαμενές ή συνεχώς δαπανηρές γεωτρήσεις σε μεγαλύτερα βάθη;
    Πως θα βρεθεί η άριστη τεχνική και οικονομική λύση και πως σταθμίσουμε συγκρουόμενες απόψεις και συμφέροντα;
    Ειδικά στο νερό, υπάρχει τρομερή σπατάλη στην άρδευση, στον Θεσσαλικό Κάμπο, στην Κωπαϊδα, στην Αιτωλία ή την Ηλεία, κατακαλόκαιρο ποτίζουν με τα “κανονάκια” και με ένα σύστημα που έχει 70% απώλειες. Μπορεί να λειτουργούν ασταμάτητα 260.000 γεωτρήσεις στη χώρα, που προκαλούν συνεχή υποβάθμιση και καταστροφή τω υδροφορέων, με συνεχή άνοδο της θερμοκρασίας μείωση βροχοπτώσεων και χιονοπτώσεων;

    Αν με μια μικρή επένδυση, μπορούμε με μια λιμνοδεξαμενή, να αντικαταστήσουμε πολλές ενεργοβόρες γεωτρήσεις που προκαλούν υφαλμύρωση, υπερλίπανση., υποβάθμιση, αχρήστευση του εδάφους, ανεπάρκεια και ακαταλληλότητα. νερού και λειψυδρία. Με σύγχρονες μεθόδους μπορούμε να εξοικονομήσουμε το 50% του νερού και να γλυτώσουμε πολλές περιττές δαπάνες. Κανένα προβληματικό σύστημα δεν σύνθετα προβλήματα, οι όποιες πρόχειρες λύσεις λειτουργούν μόνο ανακουφιστικά.

    Δεν θα πρέπει με το άγχος της επίλυσης του προσωρινού προβλήματος να οδηγούμαστε σε λύσεις, που δημιουργούν ζοφερές καταστάσεις στο μέλλον με ζημιές στο περιβάλλον και την τοπική και εθνική οικονομία.

    Αποτελεί επιτακτική ανάγκη για όλους να αναζητηθούν λύσεις σε ευρύτερη και μεσο-μακροπρόθεσμη βάση, επενδύοντας σε έργα υποδομής όχι ευκαιριακά εξαντλώντας τα όποια αποθέματα και μετά «Γαία πυρί μιχθήτω».
    Το ίδιο σύστημα μπορεί να μας δώσει απαντήσεις μπροστά σε μια αναπτυξιακή δράση. Το ίδιο περίπου μια μεγάλη ξενοδοχειακή μονάδα, η οποία μπορεί να έχει και γκολφ (που θέλει αρκετό νερό για πότισμα το γκαζόν), να έχει πισίνες κλπ, που σημαίνει μεγάλη κατανάλωση και μάλιστα στην περίοδο που υπάρχει έλλειψη.
    Σαν καλό παράδειγμα λειτουργίας ενός τέτοιου φορέα ,μετά από μια οικολογική καταστροφή, είναι τα σχέδια διαχείρισης του Κηφισού ποταμού στη Βοιωτία, το πρώτο του είδους του.
    Πολύ καλή πρακτική εμπειρία υπάρχει από τους οργανισμούς ανατολικής και δυτικής Κρήτης που συγχωνεύτηκαν και έχουν αναλάβει αποτελεσματικά τη διαχείριση των νερών και άλλων δημόσιων έργων υποδομής αλλά με πολύ γενναία κρατική χρηματοδότηση που πρέπει να επεκταθεί σε όλη τη χώρα με βάση τις αρχές τις ισόρροπης ανάπτυξης και δίκαιης πράσινης μετάβασης.

    Δυστυχώς επικρατεί μια Υπουργική αναρχία , πολυνομία, υπερρύθμιση και απορρύθμιση ενώ όπου εμπλέκονται, πολλά συναρμόδια Υπουργεία Αγροτικής Ανάπτυξης, Ενέργειας Περιβάλλοντος Φυσικών καταστροφών Οικονομίας και Ανάπτυξης Φορείς και Αρχές, είναι πενιχρά τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα.

    Οι λύσεις πρέπει να δοθούν με μακροπρόθεσμη στόχευση, με βάση τις αρχές που διέπουν την υδατική και περιβαλλοντική οικονομία, την ορθολογική διαχείριση των φυσικών και υδάτινων πόρων.

    Επιβάλλεται πριν από όλα, να μεταρρυθμισθεί συνολικά το κυβερνητικό σύστημα και να εδραιωθεί η αποκέντρωση, να ενδυναμωθεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση να μεταφερθούν πόροι και αρμοδιότητες, να διευρυνθούν οι ΔΕΥΑ
    Να υλοποιηθεί η περίφημη πολυεπίπεδη διακυβέρνηση με ευρεία Διοικητική και Χωρική μεταρρύθμιση σύμφωνα με τα πολλά καλά Ευρωπαϊκά πρότυπα, για θεσμική σύγκλιση και εκδημοκρατισμό.
    Αυτά που μέχρι τώρα υπάρχουν στα χαρτιά να εφαρμοσθούν στη πράξη, ώστε να δώσουν απαντήσεις σε τόσες μεγάλες προκλήσεις σε μια πολύπλευρη αναπτυξιακή δράση,
    Επί τέλους τι κάνουμε τώρα συνολικά και τα κρίσιμα μελλοντικό προβλήματα; Ποιοι και πως θα μελετήσουν και θα τα λειτουργήσουν σε μόνιμη βάση;
    Τι κάνει η τοπική κοινωνία και τα συναρμόδια υπουργεία; Και με ποιο τρόπο θα το διαχειριστούμε.

    ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
    Έγκαιρο, κοινό σχεδιασμό και ενιαίες κρατικές πολιτικές για όλες τις περιοχές. Συστημική προσέγγιση – αναγνώριση των δυνητικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής σε όλους τους τομείς.
    Να καταρτισθούν και να εφαρμοσθούν με τις ίδιες ταχύτατες και ευέλικτες διαδικασίες, χωρικά, περιβαλλοντικά, αναπτυξιακά και υδατικά σχέδια για όλες τις περιφέρειες.
    Αναθεώρηση επικαιροποίηση των Σχεδίων Διαχείρισης των Λεκανών απορροής όλων των ποταμών και των Ρεμάτων της περιοχής.
    Σύσταση Ενιαίου φορέα διαχείρισης των υδάτων και αντιπλημμυρικής προστασίας σε κάθε ΥΔΑΤΙΚΌ Διαμέρισμα.
    Τράπεζα Δεδομένων για την Κλιματική αλλαγή: Αποτελεσματική εκτίμηση του κλιματικού κινδύνου και περιορισμός της αβεβαιότητας.
    Επιτάχυνση έγκρισης Περιφερειακών σχεδίων για την προσαρμογή, εκτίμηση περιφερειακού κινδύνου, αυστηρά χρονοδιαγράμματα και εκτίμηση κόστους Κατάρτιση Τοπικών Σχεδίων Προσαρμογής ανά ΟΤΑ
    Ιεράρχηση κινδύνων στη βάση συγκεκριμένων κριτηρίων που θα αφορούν τις διαστάσεις της βιωσιμότητας (περιβάλλον, οικονομία, κοινωνία)
    Συλλογή αξιόπιστων στοιχείων για εκτίμηση του κόστους της μη προσαρμογής και μείωση του επενδυτικού κινδύνου
    Σχεδιασμός και εφαρμογή δράσεων ενημέρωσης για την προσαρμογή σε όλους με έμφαση σε ευάλωτους τομείς (π.χ. αγροτικός τομέας, νοικοκυριά).
    Χρήση πόρων από Ευρωπαϊκή Ένωση για την ενίσχυση της γνώσης τόσο των αποτελεσμάτων της κλιματικής αλλαγής αλλά και τη μελέτη δράσεων προσαρμογής.
    Αναζήτηση καλών πρακτικών και εφαρμογή λύσεων συμβατών με την ελληνική οικονομία και τις προκλήσεις από την κλιματική αλλαγή
    Εθνικό θεσμικό πλαίσιο: Σύνδεση εθνικής στρατηγικής με οριζόντιες εθνικές πολιτικές
    Συνεργασία και με το εθνικό συμβούλιο για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή
    Στενή συνεργασία με Σ με αρμόδια υπουργεία και ους τους εμπλεκόμενους φορείς.
    Έγκαιρος και στρατηγικός προγραμματισμός
    Σύστασης ειδικού Ταμείου για την Προσαρμογή με χωριστό προϋπολογισμό που να αφορά αποκλειστικά ειδικές δράσεις
    Χρήση πόρων του προϋπολογισμού για τη διευκόλυνση παρακολούθησης της προσαρμογής στην Ελλάδα σε πιο στενό χρονικό ορίζοντα με αποδοτικούς δείκτες
    Έσοδα από πώληση δικαιωμάτων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου στο πλαίσιο του ΣΕΔΕ, καθώς και από αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος- ΣΕΔΕ: Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών
    Συνεργασία με αρμόδιους φορείς για την απορρόφηση ευρωπαϊκών και εθνικών πόρων της προσαρμογής
    Συνεργασία με το Παρατηρητήριο για την Προσαρμογή (παρακολούθηση διαθέσιμων σχετικών πόρων)
    Ενίσχυση της ιδιωτικής χρηματοδότησης για την προσαρμογή
    Χρήση ασφαλιστικών προϊόντων για περιορισμό της ζημιάς
    Ασφάλιση μεγαλύτερων μονάδων δικαιούχων (π.χ. συνεταιρισμοί, επιχειρήσεις ενός δήμου κτλ.)
    Αναδιάρθρωση καλλιεργειών.
    Δημιουργία κοινωφελών ενεργειακών πάρκων ενεργειακών κοινοτήτων και ενίσχυση του αγροτικού εξηλεκτρισμού. Οι επενδύσεις να χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης που μέχρι τώρα διασπαθίσθηκε σε πελατειακές εξυπηρετήσεις.
    Να μελετηθούν μικρά υδατοφράγματα, λιμνοδεξαμενές και εγγειοβελτιωτικά έργα κατά περιοχές.
    Να επιλυθεί το μεγάλο πρόβλημα της άρδευσης των υποβαθμισμένων περιοχών, Κορινθίας, Βοιωτίας, Δυτικής Αχαΐας, Θεσσαλίας με ορθολογική διαχείριση και δημιουργία φραγμάτων.
    Μέτρα εξοικονόμησης του νερού σύγχρονα καλλιεργητικά συστήματα και εξοπλισμοί.
    Να ενισχυθεί η δασοπονία και να δημιουργηθούν κτηνοτροφικά πάρκα.
    Συνεχής επιμόρφωση των αγροτών και μέτρα ενίσχυσης των νέων αγροτών, των ομάδων παραγωγών και των Συνεταιρισμών με παράλληλα μέτρα αντιμετώπισης της εγκατάλειψης και ερήμωσης των αγροτικών περιοχών.
    Προστασία των ευαίσθητων οικοσυστημάτων με ενίσχυση του μέχρι σήμερα αόρατου ΟΦΥΠΕΚΑ, αξιοποίηση και προστασία των δασών.

  • 28 Μαρτίου 2024, 12:25 | καθ. Νικόλαος Ηλιου

    Ηλιού Νικόλαος, Καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών
    Μετά από μελέτη του Γενικού Σχέδιου Διάταξης (Master Plan) Διαχείρισης Υδάτων για το Υδατικό Διαμέρισμα Θεσσαλίας, αλλά και μετά από επιμέρους διαβουλεύσεις με τους συντάκτες αλλά και τους φορείς της Περιφέρειας Θεσσαλίας, κατέληξα στις ακόλουθες επισημάνσεις:
    1. Στη σελίδα 41 του πορίσματος αναφέρει:
    «Δώστε χώρο στους ποταμούς»
    Στα ορεινά πολλών περιοχών της Θεσσαλίας, το επαρχιακό οδικό δίκτυο έχει αναπτυχθεί δίπλα στις όχθες των ποταμών και συνήθως στους πόδες πρανών τα οποία συνήθως είναι ασταθή (λόγω γεωλογικής σύνθεσης και διαστρωμάτωσης). Η συνήθης τακτική ανακατασκευής οδικών αξόνων προέβλεπε την στοιχειώδη απομάκρυνσή τους από τις πλημμυρικές κοίτες. Αυτό δεν μπορεί να γίνεται πλέον λόγω υπέρμετρης μεγέθυνσης των πλημμυρικών κοιτών εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Η διατύπωση «δώστε χώρο στους ποταμούς και τα ρέματα», περιέχει εκτεταμένα γεωτεχνικά έργα (αντιστηρίξεις, αγκυρώσεις, σταθεροποιήσεις εδαφών κλπ) αλλά και ανασχεδιασμό και κατασκευή διαφοροποιημένων οδικών αξόνων. Συνεπώς, το κόστος θα είναι ιδιαίτερα υψηλό και δεν γνωρίζω αν έχει εκτιμηθεί σωστά.
    Όσον αφορά στη διαχείριση των υδρολογικών υποδομών των αυτοκινητοδρόμων (γέφυρες, Οχετοί και αποστραγγιστικές υποδομές), η αντικατάσταση όλων των τεχνικών υποδομών (γεφυρών & οχετών) με νέες διευρυμένες και ενδεχομένως σε μεγαλύτερο ύψος, ώστε να επιτευχθεί σαφώς μεγαλύτερη υδραυλική διατομή, σημαίνει ανακατασκευή σημαντικού μήκους των αυτοκινητοδρόμων, λόγω περιορισμών στην χάραξή τους, κυρίως στην αποδεκτή κατά μήκος κλίση. Τα έργα των απαιτούμενων παρεμβάσεων έχουν εκτιμηθεί σωστά ? Δεν είναι εμφανές στο κείμενο & τα παραρτήματα του masterplan.
    Ακόμη δυσμενέστερη είναι η διαχείριση του Σιδηροδρομικού δικτύου (κύρια γραμμή Αθήνα – Θεσσαλονίκη και δευτερεύουσες από Παλαιοφάρσαλο προς Καλαμπάκα και Βόλο, όπως και Βόλος-Λάρισα) , δεδομένου ότι η μέγιστη κατά μήκος κλίση δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνει το1,5%. Η ανάγκη αναβάθμισης των υδρολογικών υποδομών (γεφυρών και οχετών), αλλά και της προστασίας της υποδομής των σιδηροδρομικών γραμμών, σημαίνει εκτεταμένες παρεμβάσεις ιδιαίτερα υψηλού κόστους και δεν γνωρίζω αν έχουν εκτιμηθεί σωστά. Ενδεικτικό της δυσκολίας διαχείρισης της σιδηροδρομικής υποδομής είναι η εξαιρετικά μεγάλη καθυστέρηση αποκατάστασής της μετά τις πλημμύρες.
    2. Στην σελίδα 49, αναφέρονται τα άμεσα ειδικά και γενικά μέτρα που αφορούν στη διαχείριση πλημμυρών στις Ορεινές Περιοχές (Flood management in mountainous areas)
    Στο κεφάλαιο αυτό αναφέρεται πλήθος 100-250 περιοχών (λεκανών) προσωρινής εκτόνωσης των πλημμυρικών παροχών με αποθήκευση σε επίπεδες ενότητες του ορεινού αναγλύφου και όπου είναι δυνατό, να προβλέπονται πολλαπλές φυτεύσεις και αναδασώσεις.
    Δεν έχει αναλυθεί επαρκώς πώς έχουν προκύψει υδρολογικά, και που είναι χωροθετημένες αυτές οι θέσεις. Μάλλον έχουν εκτιμηθεί ως ποσότητα με κάποια παραδοχή πλήθους ανά km2.

    3. Στην σελίδα 54, αναφέρονται οι βραχυπρόθεσμες δράσεις και τα προτεινόμενα χρονοδιαγράμματα στη διαχείριση πλημμυρών.
    Στις άμεσες δράσεις αναφέρεται ότι στην χωροθέτηση των μικρών φραγμάτων δεν απαιτείται η λεπτομερής αποτύπωση με lidar αλλά αρκούν τα τοπογραφικά δεδομένα που δίνει η «ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΕ» καθώς και ορθοφωτοχάρτες LSO 25.
    Αυτό δεν είναι σωστό δεδομένου ότι τα υψομετρικά δεδομένα που λαμβάνονται από το Κτηματολόγιο δεν είναι ακριβή σε περιοχές με φυτοκάλυψη, δεδομένου ότι λαμβάνονται ως υψόμετρα οι κορυφές των δένδρων κλπ. Απαιτείται, λοιπόν, ασφαλέστερη αποτύπωση, ώστε να καθοριστούν οι πιθανές θέσεις φραγμάτων και να είναι δυνατή η σύνταξη των απαραίτητων τευχών δημοπράτησης και η κατασκευή τους, όπως αναφέρονται στο “Follow-up actions (6 – 36 months)”.
    Όπως αναφέρεται και στην έκθεση, η αποτύπωση όλων των υδρολογικών υποδομών (ποτάμια, χείμαρροι, ρέματα κλπ) με σύγχρονη τεχνολογία (lidar) θα βοηθήσει όχι μόνο στην ανάπτυξη ενός αξιόπιστου υδρολογικού μοντέλου αλλά και με χρήση εξειδικευμένων αισθητήρων θα συμβάλει στη διαμόρφωση πλαισίου έγκαιρης προειδοποίησης τόσο των κατοίκων όσο και του συνόλου των επαγγελματικών δραστηριοτήτων.
    Δεν γίνεται καμία αναφορά στην Γεωλογική διερεύνηση καταλληλότητας των θέσεων διαμόρφωσης των μικρών φραγμάτων (περιπτώσεις διαπερατών εδαφικών σχηματισμών στις κοίτες και τα πρανή).
    Όσον αφορά στα επείγοντα μέτρα θα έπρεπε να προταχθούν “σωστικές” παρεμβάσεις, δηλαδή αυτές που μπορούν να προσφέρουν ικανοποιητική προστασία έναντι συνήθων πλημμυρικών φαινομένων (όχι εκτάκτων ή ιδιαιτέρως καταστροφικών) και να αποσκοπούν στην επαναφορά των υδατορεμάτων στην πρότερη (προ πλημμύρας) κατάσταση, τη σταθεροποίηση των κοιτών μέσω φυσικών διεργασιών και την προστασία στοχευμένων περιοχών-σημείων τα οποία εμφανίζουν ιδιαίτερη ευπάθεια ή αποτελούν κρίσιμες υποδομές για τις ανθρωπογενείς δραστηριότητες (π.χ. γέφυρες, οδικοί κόμβοι και άξονες, κτιριακές εγκαταστάσεις κοινής ωφέλειας κλπ).
    Προφανώς τα προτεινόμενα έργα προτεραιότητας (σελ. 54 Immediate actions (3 – 12months)) θα πρέπει να υλοποιηθούν, αφού παρέλθει ο απαιτούμενος χρόνος (2 έτη περίπου), για την ωρίμανση των οριστικών υδραυλικών μελετών. Τα έργα αυτά θα είναι τα τελικά έργα, τα οποία πρέπει να λειτουργούν συμπληρωματικά και επικουρικά στα σωστικά (δηλαδή δεν τα ακυρώνουν, αλλά τα βελτιώνουν), προσφέροντας των απαιτούμενο βαθμό προστασίας.
    Ενδεικτικές σωστικές παρεμβάσεις άμεσης υλοποίησης είναι:
    Περιοχές γεφυρών – τεχνικών και αστικών ορεινών περιοχών:
    • Καθαρισμός της κοίτης και των πρανών ορεινών χειμάρρων και ρεμάτων.
    • Κατασκευή ουδών σταθεροποίησης κοίτης ανάντη των γεφυρών και αναβαθμών μικρού ύψους (0,50-1,00μ) κατάντη των γεφυρών (κατασκευές από σαρζανέτ)
    • Επένδυση πρανών με συρματοκιβώτια (σαρζανέτ) σε μικρό ύψος (1,00-2,00μ) με σκοπό την σταθεροποίηση των πρανών, την παρεμπόδιση άμεσης βλάστησης και τη διευκόλυνση απόθεσης και σταθεροποίησης φερτών υλικών στον χώρο επέμβασης.
    • Κατασκευή ουδών και αναβαθμών σε τακτά διαστήματα των ρεμάτων (150-300μ) με σκοπό την επίτευξη σταθερής κλίσης της κοίτης τους.
    Περιοχές κοιτών που διαπλατύνθηκαν λόγω διάβρωσης:
    • Καθαρισμός της κοίτης και των πρανών.
    • Κατασκευή εγκαρσίων προβόλων στην κοίτη για την επαναφορά της στην αρχική θέση με φυσικές διεργασίες.
    • Επένδυση των πρανών μεταξύ των προβόλων με λιθορριπές.
    Οι παραπάνω τεχνικές αποκατάστασης περιορίζουν σημαντικά τον όγκο των υλικών που θα χρησιμοποιηθούν, γιατί δεν προβλέπουν την άμεση αποκατάσταση των αποσαθρώσεων με υλικά που πρέπει να μεταφερθούν επιτόπου, αλλά την αποκατάσταση μέσω της φυσικής απόθεσης φερτών υλικών που παρασύρονται από το υδατόρεμα και την σταθεροποίηση αυτών.
    Προφανώς, η παγίδευση των φερτών υλών στις προτεινόμενες διατάξεις απαιτεί περιοδική απομάκρυνση των πάσης φύσεως φερτών υλών, ώστε να διασφαλίζεται η λειτουργικότητά τους.

    4. Απαιτούμενα Τεχνικά Έργα αποκατάστασης και βιωσιμότητας της λίμνης Κάρλας.
    Στις σελ. 95-97 αναφέρονται προβληματισμοί και ποιοτική αξιολόγηση των μέτρων για την άμεση αποστράγγιση αλλά και την βιώσιμη λειτουργία της λίμνης υπο κανονικές συνθήκες αλλά και σε έκτακτες περιπτώσεις (πχ. Daniel κλπ).
    Οι διάφορες προσεγγίσεις, όπως σήραγγα προς Παγασητικό, Εντατική Άντληση και παροχέτευση πλεοναζόντων υδάτων προς Πηνειό, σήραγγα προς Πηνειό – Αιγαίο, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές βάσει θεωρητικής – ποιοτικής προσέγγισης.
    Για να είναι αποδεκτή μια τεχνικοοικονομική αξιολόγηση των προτεινόμενων μέτρων θα πρέπει να εκπονηθούν επειγόντως στοχευμένες μελέτες σκοπιμότητας όπου θα συνδυάζεται η τεχνική εφικτότητα με την ενδελεχή ανάλυση κόστους οφέλους, ώστε να προκύψει η καταλληλότερη λύση ή ακόμη και συνδυασμός λύσεων.
    5. Αποκατάσταση πληγεισών περιοχών και ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.
    Μολονότι δεν είναι αντικείμενο ενός Στρατηγικού Σχεδίου διαχείρισης υδάτων σε μια περιφέρεια, είναι επιβεβλημένη η αναφορά στις παρεμβάσεις αποκατάστασης των αστικών και περιαστικών υποδομών σε όλο το δίκτυο των ορεινών κοινοτήτων, καθώς και των δικτύων πρόσβασης σ’ αυτές και στις χρήσεις γης πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα, που τις αφορούν.
    Η αδυναμία άμεσης αποκατάστασης διαταράσσει την κοινωνική συνοχή και οδηγεί σε εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση αλλά και σε αστυφιλία, με συνέπεια την ερήμωση του τόπου.

  • 26 Μαρτίου 2024, 16:21 | Καθ. Νικ. Δαναλάτος

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΚΕΦ. 4 ΤΟΥ MASTER PLAN (Καθ. Ν. Δαναλάτος)
    Το κεφάλαιο 4 αναφέρεται στην αναδιάρθρωση των καλλιεργειών που πρέπει να λάβει χώρα με γνώμονα την αύξηση του γεωργικού εισοδήματος με παράλληλη μείωση του αρδευτικού νερού υπό το πρίσμα του μεγάλου ελλείμματος αρδευτικού νερού στη Θεσσαλία.
    Σύμφωνα με διεθνή πρότυπα (FAO-UNESCO) o σχεδιασμός χρήσεων γης (Land Use Planning) στηρίζεται στην αξιολόγηση γαιών (Land Evaluation), δηλαδή την εκτίμηση καταλληλότητας συγκεκριμένων μονάδων γης (Land Units) για συγκεκριμένες χρήσεις (Land Utilization Types). Η καταλληλότητα εκφράζεται σε φυσικούς και οικονομικούς όρους και προκύπτει μετά από λεπτομερή περιγραφή όλων των χαρακτηριστικών των υπό εξέταση μονάδων γης (κλίμα, εδαφικοί τύποι, γεωλογία, γεωμορφολογία, υδρολογία, κλπ) ως προς τα βασικά τους μετρήσιμα χαρακτηριστικά (Land Qualities) π.χ. διαθεσιμότητα υγρασίας, διαθεσιμότητα θρεπτικών συστατικών, κίνδυνος διάβρωσης, κίνδυνος πλημμύρας, κλπ, και κατά πόσο αυτά ανταποκρίνονται-εκπληρούν τις αντίστοιχες απαιτήσεις των υπό μελέτη χρήσεων γης (Land Use Requirements) π.χ. απαιτήσεις εξατμισοδιαπνοής, απαιτήσεις σε θρεπτικά συστατικά, ευαισθησία στη διάβρωση, ευαισθησία στην πλημμύρα κλπ.), ώστε τελικά να προκύπτει βαθμονόμηση των οικονομικών και περιβαλλοντικών εκροών των επί μέρους συστημάτων χρήσης γης (Land Use Systems). Σύμφωνα με τα ανωτέρω, μια εκτίμηση του τύπου η καλλιέργεια x είναι κατάλληλη για τη Θεσσαλία δεν είναι επιστημονικά αποδεκτή. Θα πρέπει να προκύπτει ότι η καλλιέργεια x είναι καταλληλότερη από την καλλιέργεια y στην μονάδα γης s1 σε σχέση με τη μονάδα γης s2 και η έκφραση αυτή να στηρίζεται στην λεπτομερειακή μελέτη των απαιτήσεων των καλλιεργειών x1, x2,…, xn και των χαρακτηριστικών (key attributes) των μονάδων γης s1, s2,…,sn, στην υπό μελέτη περιοχή.
    Μια τέτοια εμπεριστατωμένη τεχνικο-οικονομική μελέτη δεν προκύπτει ότι έχει λάβει χώρα στο Κεφ. 4 του Σχεδίου, αλλά μάλλον πρόκειται για μια γενικευμένη παράθεση υποκειμενικών ποιοτικών αξιολογήσεων ενός αριθμού γενικών χρήσεων γης χωρίς τα επιμέρους χαρακτηριστικά (ποικιλίες, διαθεσιμότητα και κόστος εργατικών, διαθεσιμότητα και κόστος εξοπλισμού -υφιστάμενου και αναγκαίου για την αλλαγή χρήσης-, ένταση κεφαλαίου, κλπ.) καθώς και τους τύπους γης πέρα, από πολύ γενικές ομαδοποιήσεις τύπων γης όπως «Δυτική Θεσσαλία», «Λεκάνη Αλμυρού», κλπ. Δεν γίνεται προς τούτο ουδεμία αναφορά στα εδάφη και τους αντίστοιχους λεπτομερείς χάρτες που είναι διαθέσιμοι για τη Θεσσαλία. Αντίθετα το Σχέδιο χρησιμοποιεί γενικευμένους και εν πολλοίς υποκειμενικούς χαρακτηρισμούς παραδείγματος χάρη «υδροβόρο βαμβάκι» με ελάχιστη μνεία στους τρόπους διαχείρισης νερού. Για παράδειγμα στο Σχέδιο δεν λαμβάνονται υπόψη τα ποσοστά των εδαφών/καλλιεργειών που αρδεύονται με κατάκλιση με απώλειες 70-80%, με τεχνητή βροχή (καρούλια, ράμπες) με απώλειες 40-60% και με στάγδην άρδευση με λίγες απώλειες της τάξης του 10-20%. Η μη διαφοροποίηση υποσυνόλων γης σε εδάφη της Καρδίτσας και των Τρικάλων που χαρακτηρίζονται από μεγάλη διαθεσιμότητα νερού συγκριτικά με τις πεδιάδες της Λάρισας και του Αλμυρού που χαρακτηρίζονται όντως από υδατικό πρόβλημα, αφήνουν να εννοηθεί ότι όλη η περιφέρεια μαστίζεται από ακραία λειψυδρία που χωρίς την πλήρη εγκατάλειψη της βαμβακο-καλλιέργειας η Θεσσαλία θα ερημοποιηθεί τα επόμενα λίγα χρόνια! Βέβαια, αρκετές προτάσεις του Σχεδίου είναι κατά γενική ομολογία ορθές και δεν επιδέχονται αντίρρηση. Όμως παρατίθενται με γενικευμένο, χωρίς πλήρη τεκμηρίωση επιστημονικό τρόπο ώστε σε πολλά σημεία, το Κεφ. 4 αφήνει την εντύπωση απλής έκθεσης ιδεών μάλλον παρά για ένα τεκμηριωμένο επιστημονικό κείμενο με υπόβαθρο ποιοτικής ή και ποσοτικής αξιολόγησης συστημάτων γης που μπορεί να γίνει αποδεκτό ως σοβαρό επιστημονικό πόνημα. Τέλος σε αρκετά σημεία διαφαίνεται ανεπαρκής γνώση των συγγραφέων του Κεφ. 4 επί θεμάτων γεωργίας και εδαφολογίας λόγω κακής χρήσης ορολογίας (less erosion in compacted soils), περιγραφικού χαρακτηρισμού αντί για χρήση δόκιμης επιστημονικής ορολογίας (evapotranspiration, water use efficiency, κλπ.), και σημαντικές αστοχίες σε θέματα αξιολόγησης συστημάτων χρήσης γης (δενδρώδεις καλλιέργειες στα πεδία πλημμυρών), κλπ. Σημαντικό στοιχείο που απομειώνει την όποια αξία του Κεφ. 4 ως προς την αναδιάρθρωση της γεωργίας στη Θεσσαλία αποτελεί μια ανεξήγητη, μεροληπτική, επιφανειακή, και ατεκμηρίωτη άποψη ότι η βαμβακοκαλλιέργεια ευθύνεται για το υδατικό πρόβλημα και πρέπει να εξαφανιστεί από τη Θεσσαλική γεωργία, ένα τελείως λάθος συμπέρασμα που δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό από την Θεσσαλική κοινωνία και την επιστημονική κοινότητα.
    Στη συνέχεια παρατίθενται μια σειρά από επί μέρους παρατηρήσεις ως προς το Κεφ. 4 ως προς θέματα γεωργίας-εδαφολογίας.
    Με βάση τον Πίν. 1 (σελ. 2) εξάγεται το συμπέρασμα ότι το βαμβάκι ευθύνεται για τη μεγάλη κατανάλωση αρδευτικού νερού λόγω των μεγάλων του απαιτήσεων σε νερό και τη μεγάλη έκταση που καταλαμβάνει στη Θεσσαλία. Μετά από επεξεργασία των δεδομένων του πίνακα προκύπτει ότι α) η έκταση του βαμβακιού είναι λίαν υπερεκτιμημένη , και β) το βαμβάκι καταναλώνει μακράν το λιγότερο νερό από τις υπόλοιπες αροτραίες αρδευόμενες καλλιέργειες με τις οποίες πρέπει να συγκρίνεται (βλ. βαμβάκι 479 mm αρδευτικού νερού ανά στρέμμα ενώ το καλαμπόκι δέχεται 720 mm/στρ και τα κτηνοτροφικά φυτά-μηδική 950 mm/στρ, αντίστοιχα). Σύμφωνα με τον Πιν. 1, τα κηπευτικά φαίνεται να καταναλώνουν 370 mm/στρ, δηλαδή λίγο λιγότερο νερό από το βαμβάκι. Προφανώς και το στοιχείο αυτό ελέγχεται διότι είναι κοινή γνώση ότι τα κηπευτικά απαιτούν μεγαλύτερα ποσά νερού άρδευσης από το βαμβάκι στη Θεσσαλία.

    Οι υπολογισμοί στις σελ. 5-7 είναι ατεκμηρίωτοι. Με βάση την υπόθεση για ετήσιο έλλειμα 500 εκατ. κ.μ., σε 6 έως 7 έτη προκαλείται συσσωρευμένο έλλειμμα 3,5 δισεκ. κ.μ. δηλαδή όσο το συνολικό έλλειμμα των τελευταίων 35 ετών (ΣΔΛΑΠ, 2023). Χωρίς υπολογισμούς εισροών και εκροών νερού στις διάφορες υδατικές λεκάνες της ευρύτερης θεσσαλικής λεκάνης και τις εκροές από τα Τέμπη, οι υπολογισμοί στις σελ. 5-7 φαίνονται υπερ-απλουστευμένοι.

    Στις ίδιες σελίδες, η άποψη ότι οι ανάγκες άρδευσης του 1,5 δισεκ. κ.μ. νερού πρέπει να περιοριστούν κατά 50% είναι ατεκμηρίωτο. Σημειωτέο από τα Τέμπη εκρέουν και χάνονται στο Αιγαίο κατά μέσο έτος περί τα 2,5 δισεκ. κ.μ.

    Στη σελ. 8 πολύ σωστά υπάρχει προτροπή για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την πεδιάδα της Λάρισας αλλά αυτό δεν αντιπροσωπεύει όλη τη Θεσσαλική πεδιάδα. Στο Κεφ. 4, τα επιμέρους προβλήματα λειψυδρίας θεωρούνται ως προβλήματα όλου του Θεσσαλικού πεδίου. Όμως είναι αναντίρρητο ότι στη δυτική Θεσσαλία δεν υφίσταται πρόβλημα διαθεσιμότητας νερού, γεγονός που αγνοείται στο Σχέδιο όπου προτείνεται η πλήρης εγκατάλειψη του «υδροβόρου» βαμβακιού από όλη την περιφέρεια.

    Στη σελ. 16 το Σχέδιο αναφέρει σε αρκετά σημεία τη συμπίεση του εδάφους (soil compaction) ως θετικό παράγοντα προστασίας του εδάφους κατά της διάβρωσης και ως παράγοντα αντοχής κατά της διαβρωτικής επίδρασης των σταγόνων της βροχής. Πρόκειται για λάθος που λόγω της επανάληψής του αντικατοπτρίζει ανεπάρκεια ειδικών γνώσεων εδαφολογίας. Προφανώς είναι μετάφραση του όρου «συνεκτικότητα» ή «καλή δομή» του εδάφους. Επίσης στην παράγραφο για τη διάβρωση εδαφών δίδεται αρκετή έμφαση σε νέες έξυπνες τεχνολογίες για άρδευση, για έλεγχο ζιζανίων κλπ αλλά δεν γίνεται αναφορά σε κλασικές διαχειριστικές πρακτικές που ελλείπουν πραγματικά στις επικλινείς γαίες (Ρεβένια, κλπ), όπως αμειψισπορά, χρήση πολυετών ποωδών φυτών, ενεργειακών φυτών και φυτών εδαφοκάλυψης. Πολλές από τις αναφορές για την προστασία από διάβρωση απαρτίζουν κλασική γνώση που υπάρχει πλούσια στα Σχέδια Δράσης κατά της Ερημοποίησης, μόνο που στο Κεφ. 4 δεν γίνεται αναφορά σε καμιά από τις ευαίσθητες επικλινείς περιοχές της Θεσσαλίας (Ρεβένια, κλπ).

    Στις σελ. 20-23 γίνεται μια παράθεση ορθών πρακτικών αλλά πρόκειται για γενικολογίες χωρίς καμιά αναφορά site-specific στη Θεσσαλία. Tο συμπέρασμα «υπό το πρίσμα της λειψυδρίας της περιοχής η παραγωγή θερμοκηπιακών καλλιεργειών αποτελεί σημαντική προοπτική δεδομένου του μακρού του μικρού υδατικού αποτυπώματος» αποτελεί απλό ευχολόγιο. Πόσα στρέμματα θερμοκηπίων μπορούν να γίνουν στο μέλλον, ποια η αγορά, τα απαιτούμενα κεφάλαια, ο ανταγωνισμός και η ένταση κεφαλαίου. Πόσα από τα εκατοντάδες χιλιάδες στρ. βαμβακιού πρέπει να αντικατασταθούν από θερμοκηπιακές καλλιέργειες και ποια η ενέργεια που απαιτείται.

    Στις σελ. 24 (Εικ. 6) παρατίθεται μια αναφορά στην αποτελεσματικότητα χρήσης νερού διαφόρων καλλιεργειών σε παγκόσμια κλίμακα, πολλές εκ των οποίων είναι εκτός αγρο-οικολογικής ζώνης και Θεσσαλικού ενδιαφέροντος. Η αναφορά αυτή είναι άνευ ουσίας λόγω της τεράστιας παραλλακτικότητας των ρυθμών εξατμισοδιαπνοής σε παγκόσμια κλίμακα, παρόλο που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν διαθέσιμα αντίστοιχα στοιχεία για τη Θεσσαλία που φαίνεται ότι δεν κρίθηκαν απαραίτητα στους συγγραφείς του Κεφ. 4.

    Στη σελ. 26 υπάρχει μικρό λάθος αναφορικά με τις εκτάσεις των θερμοκηπίων στη Θεσσαλία (150 αντί 175 ha) και της Ελλάδας (6.000 αντί 4.878 ha – ΕΛΣΤΑΤ 2020) χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα. Αναντίρρητα πρέπει να επεκταθούν οι θερμοκηπιακές καθώς και οι δενδρώδεις καλλιέργειες στη Θεσσαλία, όμως το θέμα χωρίς μελέτες βιωσιμότητας, σε ποιες περιοχές, ποια είδη, ποιες ποικιλίες, για ποιες αγορές με βάση τον υφιστάμενο και τον μελλοντικό ανταγωνισμό, αποτελεί απλό ευχολόγιο.

    Στη σελ. 27 υπάρχει σοβαρό λάθος ως προς την καλλιέργεια δενδρωδών καλλιεργειών στα πεδία πλημμυρών, που ως γνωστό διατρέχουν μεγάλο κίνδυνο απώλειας φυτικού κεφαλαίου και πολύ μεγαλύτερης καταστροφής σε περιπτώσεις πλημμύρας. Τρανό παράδειγμα αποτελούν οι δενδρώδεις καλλιέργειες (φιστικιές, αμυγδαλιές, κλπ.) στα παρακάρλια που έχουν καταστραφεί τελείως από την πλημμύρα του Daniel και Elias με τεράστιο κόστος αποζημιώσεων συγκριτικά με την καταστροφή ετήσιων καλλιεργειών. Το λάθος επαναλαμβάνεται και σε άλλο σημείο του Κεφ. 4 και δείχνει σχετική απειρία ως προς το θέμα.

    Στη σελ. 27 (Εικ. 7) δεν γίνεται αντιληπτό που είναι οι μπλε περιοχές χωρίς κίνδυνο πλημμύρας – μάλλον το αντίθετο συμβαίνει.

    Στην ίδια σελίδα αναφέρεται ότι η βαμβακοκαλλιέργεια στη Θεσσαλία εκτείνεται σε 860.000 στρ. (που είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα σε σχέση με την έκταση που προκύπτει από τον Πιν. 1 δηλ. 1.032.000 στρ.). Όμως το συμπέρασμα ότι το βαμβάκι καταναλώνει το 50% του αρδευτικού νερού στη Θεσσαλία είναι ατεκμηρίωτο και ελέγχεται ως απαράδεκτο λάθος που προδίδει επιπόλαιη και επιφανειακή προσέγγιση. Εάν 860.000 στρέμματα βαμβακιού καταναλώνουν 750 εκατομμύρια κυβικά νερού (βλ. 50% του 1,5 εκατ. κ.μ. – σελ. 4) αυτό σημαίνει ότι το βαμβάκι δέχεται 872 mm νερού ανά στρέμμα! Δηλ. περίπου διπλάσια ποσότητα από αυτήν που προκύπτει από τον Πιν. 1 (και που είναι επίσης υπερεκτιμημένη). Στο σημείο αυτό ενημερώνουμε προς πάσα κατεύθυνση ότι το βαμβάκι με 350-400 mm αρδευτικού νερού μπορεί να αποδώσει 450-500 kg/στρ σύσπορο προϊόν στη Θεσσαλία με βάση πολυάριθμα πειράματα αγρού του Π.Θ.

    Επίσης στην ίδια σελίδα αναφέρεται ότι το βαμβάκι συνεισφέρει κατά 12,8% στην αξία της φυτικής παραγωγής. Η ΑΠΑ της φυτικής παραγωγής στη Θεσσαλία είναι 1,120 δισεκατομμύρια ευρώ (ΕΛΣΤΑΤ 2020), ενώ το βαμβάκι (τιμή πώλησης και κοινοτική ενίσχυση) συνεισφέρει κατά 275 εκατομμύρια ευρώ δηλαδή περί το 25%. Επίσης το βαμβάκι συνεισφέρει στο 20% των εξαγωγών της Θεσσαλίας (τρίτο μετά τα γαλακτοκομικά και τα οπωρολαχανικά en block) , εκτιμάται δε ότι το βαμβάκι συνεισφέρει στο ΑΕΠ της Θεσσαλίας κατά 920 εκατομμύρια ευρώ. Έτσι η όλη συζήτηση για το βαμβάκι στη σελ. 27 αποτελεί υπεραπλούστευση, δεν λαμβάνει υπόψη τον εξοπλισμό την αγορά τα στάδια μεταποίησης την παραγωγή και εξαγωγή κτηνοτροφής και γενικά αποτελεί την άδικη δαιμονοποίηση μιας καλλιέργειας που δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από τη θεσσαλική κοινωνία και την επιστημονική κοινότητα. Το ίδιο συμβαίνει και με τα εκτός σημασίας παραδείγματα της σελίδας 28 και 29 για την λίμνη Αράλη, το Πακιστάν κλπ. Σημειωτέο ότι από τα Τέμπη εκρέουν και χάνονται στο Αιγαίο περί τα 2,5 δισεκ. κυβικά νερών του Πηνειού. Το μισό αυτής της ποσότητας θα μπορούσε να αρδεύσει ικανοποιητικά επί πλέον 2 εκατ. στρ. στη Θεσσαλία.

    Σημαντική μεροληπτική αναφορά εναντίον του βαμβακιού που συνδυάζεται με προχειρότητα και αυθαιρεσία φαίνεται επίσης στη σελ. 29 όπου ομολογείται πως δεν έχει γίνει προσδιορισμός του αρδευτικού νερού του βαμβακιού στη Θεσσαλία αλλά παρουσιάζεται η τιμή -δείκτης απόδοσης ανά κ.μ. νερού από τη γειτονική Τουρκία (βλ. 0,15 $ / κ.μ. νερού). Ο πιο άπειρος γεωπόνος του τόπου γνωρίζει ότι με μέση απόδοση 400 kg/στρ και με σημερινές τιμές πώλησης και συνδεδεμένης ενίσχυσης, η ακαθάριστη πρόσοδος φτάνει τα 350 και πλέον ευρώ ενώ το απαιτούμενο αρδευτικό νερό είναι 350-400 χιλιοστά το στρέμμα, δηλαδή ο ανωτέρω δείκτης για τη Θεσσαλία είναι 7 φορές μεγαλύτερος από αυτόν που αναφέρεται για τη γειτονική Τουρκία. Οι συγγραφείς δεν μπήκαν στη διαδικασία να ενημερωθούν για ένα τόσο απλό αλλά σημαντικό στοιχείο. Αντίθετα φαίνονται ενημερωμένοι σχετικά με τη χρήση του (εν πολλοίς αγνώστου στο ευρύ κοινό) switch-grass και του σουσαμιού (που είχε καλλιεργηθεί στη Θεσσαλία στο παρελθόν) από τοπικούς παράγοντες που προφανώς ήλθαν σε επαφή, αλλά μια ενημέρωση λίαν επιδερμική (βλ. παρακάτω) προκειμένου να συστήσουν πλήρη αντικατάσταση του βαμβακιού με τις καλλιέργειες αυτές.

    Αναφορικά για τη χρήση γαιών με πατάτες και την αμειψισπορά με ψυχανθή, κρεμμύδια και λοιπά, εδώ πρόκειται επίσης περί έκθεσης ιδεών χωρίς περιγραφή κόστους/απόδοσης, σε ποια εδάφη, ποιες αγορές, τι ανταγωνισμό, τι εξοπλισμό, και εν πάσει περιπτώσει από τα 860.000 στρέμματα βαμβακιού πόσα στρέμματα θα μπορούσαν να αντικατασταθούν με τις ανωτέρω καλλιέργειες. Για τις ως άνω καλλιέργειες (που σήμερα καλύπτουν λιγότερο από 3%) προτείνεται η στάγδην άρδευση. Για το βαμβάκι όπου η εν δυνάμει επέκταση της στάγδην άρδευσης σε όλες τις εκτάσεις καλλιέργειας, μπορεί να απομειώσει τη σπατάλη αρδευτικού νερού κατά 200 εκατ. κ.μ. νερού δεν γίνεται λόγος.

    Στη σελ. 30, αναφορικά με το ζαχαροκάλαμο και το μίσχανθο: για το ζαχαροκάλαμο δεν μπαίνουμε στη διαδικασία σχολιασμού διότι είναι εκτός αγρο-οικολογικής ζώνης. Αντίθετα, ο μίσχανθος έχει μελετηθεί στην Ελλάδα και τη Θεσσαλία και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αρδευόμενα χωράφια δίνοντας πολύ καλό στερεό βιοκαύσιμο. Απαιτεί το ίδιο και περισσότερο νερό από το βαμβάκι. Στην περίπτωση παραγωγής 2,5 – 3 t ξηρής βιομάζας επί 70 € ανά τόνο η πρόσοδος είναι αρκετά καλή και ανέρχεται στα 150 έως 210 € το στρέμμα. Χρειάζονται υποδομές για επεξεργασία του προϊόντος (πελλέτες, μπρικέτες, κλπ). Γενικά είμαστε θετικοί ως προς αυτή την κατεύθυνση.

    Στη σελίδα 30 αναφορικά με το σουσάμι, το Σχέδιο παραθέτει γενικολογίες και αοριστίες χωρίς κάποιο ποσοτικό χαρακτηρισμό ως προς την εξάτμισοδιαπνοή του σουσαμιού και τα απαιτούμενα εδάφη για την καλλιέργεια του. Ενημερώνουμε ότι το σουσάμι όντως απαιτεί λιγότερο νερό από το βαμβάκι, πλην όμως έχει δοκιμαστεί στο παρελθόν και εμφανίζει τεράστιο πρόβλημα τινάγματος και μικρής απόδοσης κατά τη συγκομιδή (100-150 kg/στρ). Βεβαίως θα μπορούσε μελλοντικά να καταλάβει κάποιες περιοχές που ήδη έχουν εγκαταλειφθεί από το βαμβάκι (και την αρδευόμενη καλλιέργεια γενικότερα) στην πεδιάδα της Λάρισας, ώστε να επανέλθει η αρδευόμενη καλλιέργεια στις περιοχές αυτές (μαζί και με την κατασκευή του νέου Ταμιευτήρα της Κάρλας) και την εξεύρεση ποικιλιών και τρόπων για τον έλεγχο του τινάγματος κατά τη μηχανική συγκομιδή. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το σουσάμι δεν μπορεί να καλλιεργηθεί στην Ελλάδα τον χειμώνα (όπως προτείνεται) λόγω χαμηλών θερμοκρασιών. Αυτό ίσως να είναι δυνατό σε νοτιότερες περιοχές όπως η Αίγυπτος, το Σουδάν κλπ.

    Στις σελ. 31-33 αναφορικά με τη ζωική παραγωγή παρατίθενται ορθά στοιχεία κατά τη γνώμη μας αλλά εν πολλοίς είναι γενικά, προφανή και δεν αναφέρονται εξειδικευμένα για τη Θεσσαλία. Αποτελούν και αυτά έκθεση ιδεών μάλλον παρά εξειδικευμένο επιστημονικό κείμενο.

    Σελ. 33-34 Μηδική και switch-grass. Η αντικατάσταση μηδικής ως κτηνοτροφής με switch-grass δεν συνιστάται λόγω της μεγάλης διαφοράς περιεκτικότητας της πρωτεΐνης που στο switch-grass είναι ελάχιστη. Όμως πειράματα του Εργαστηρίου Γεωργίας καταδεικνύουν ότι σμιγός από switch-grass με βίκο (ή άλλο ψυχανθές) μπορεί να δώσει ακόμα και σε εδάφη μέσης γονιμότητας εαρινή παραγωγή 700 έως 800 kg ξηρού βίκου και 1000 έως 1200 kg switch-grass δηλαδή συνολικά περί τους 2 τόνους βιομάζας, αρκετά περιεκτικής σε πρωτείνη και ενέργεια που μπορεί να πωληθεί ως κτηνοτροφή αντί 300 €/στρ. χωρίς άρδευση και με μικρό κόστος καλλιέργειας. Πρόκειται για μια χρήση που συμφωνούμε ότι μπορεί να επεκταθεί σε περιοχές με έλλειψη νερού και να δώσει μια αρκετά καλή λύση για παραγωγή κτηνοτρόφων χωρίς άρδευση. Επί πλέον, με εφαρμογή άρδευσης 100 – 250 mm νερού τον Μάιο-Ιούνιο μπορεί το switch-grass να δώσει αρκετή επί πλέον βιομάζα καλής ποιότητας για παραγωγή στερεού βιοκαυσίμου.

    Στη σελ. 37 (Εικ. 9) προτείνεται πλήρης εξαφάνιση του βαμβακιού μετά από 6 έτη. Το σύνολο της αρδευόμενης έκτασης το έτος Υο παρουσιάζεται να είναι 500.000 ha εκτάρια ενώ το σύνολο της καλλιεργούμενης έκτασης δεν ξεπερνά τα 4,3 εκατ. στρέμματα (βλ. σελ. 2). Επίσης τα δεδομένα που παρουσιάζονται στην Εικ. 10 είναι ατεκμηρίωτα και σε ασυμφωνία με προηγούμενα δεδομένα. Το έτος Υο, η χρήση νερού φαίνεται να είναι 2 δισεκ. κ.μ. νερού ενώ σε άλλο σημείο (σελ. 4) αναφέρεται 1,5 δισεκ. κ.μ. νερού (σελ. 4).

    Η φράση replacing highly perishable crops with orchards κλπ δεν συνάδει με ορθή αξιολόγηση συστημάτων χρήσης γης διότι πολυετείς καλλιέργειες (αμπελώνες, οπωρώνες, κλπ) δεν προτείνονται σε πεδία πλημμυρών. Το ίδιο λάθος υπάρχει και στη σελ. 38 γεγονός που φανερώνει απειρία και ως προς το θέμα αυτό.

    Δεν υπάρχει τεκμηρίωση ως προς τα απαιτούμενα ποσά για την αντικατάσταση αροτραίων καλλιεργειών με κηπευτικά (2 δισεκ €/έτος ή 12 δισεκ. €). Σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχει αντίρρηση ότι εξάπλωση κηπευτικών και δενδρωδών καλλιεργειών στη Θεσσαλία θα αυξήσει την προστιθέμενη αξία σημαντικά. Παρά ταύτα χρειάζεται προς τούτο εμπεριστατωμένη μελέτη της μελλοντική αγοράς και διαμόρφωσης τιμών μετά από τη σημαντική αύξηση της παραγωγής φρούτων και ξηρών καρπών, δεδομένου ότι υπάρχουν πολλά παραδείγματα του παρελθόντος για καταστροφή ροδάκινων, αμυγδάλων, κλπ. λόγω υπερπαραγωγής, έλλειψης και υψηλού κόστους εργατικών και ανταγωνισμού με ξένες αγορές.

  • Σχόλια περιβαλλοντικών οργανώσεων στην έκθεση της εταιρείας HVA με τίτλο «Water management in Thessaly in the wake of Storm Daniel”

    Γενικά σχόλια σχετικά με τη διαβούλευση
    Έλλειμμα θεσμικής βάσης: Από το εισαγωγικό μήνυμα στο opengov.gr, όπου διεξάγεται η διαβούλευση, δεν προκύπτει καμία θεσμική πλαισίωση για την υπό σχολιασμό έκθεση. Η έκθεση δεν εντάσσεται καν στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της χώρας για εφαρμογή των οδηγιών 2000/60/ΕΚ για τα ύδατα και 2007/60/ΕΕ για τις πλημμύρες, ούτε προβλέπεται από εθνική νομοθεσία για τη διαχείριση των υδάτων.
    Πρέπει να σημειωθεί ότι μόλις πριν μερικές μέρες (15 Μαρτίου 2024), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε, μετά από επανειλημμένες σχετικές προειδοποιήσεις, να παραπέμψει τη χώρα μας για παραβίαση των δυο οδηγιών που σχετίζονται άμεσα με την υπό σχολιασμό μελέτη της εταιρείας HVA: την οδηγία 2007/60/ΕΚ για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών και την οδηγία 2000/60/ΕΕ “Πλαίσιο κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων”. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα ντροπιαστική εξέλιξη, ειδικά καθώς αφορά μια χώρα που δεν έχει απλώς υποχρέωση εφαρμογής τους, αλλά και μεγάλη ανάγκη από τα εργαλεία που προσφέρουν οι δυο αυτές οδηγίες για πραγματικά βιώσιμη διαχείριση των υδάτινων οικοσυστημάτων, ώστε να λειτουργήσουν αποτελεσματικά υπέρ της θωράκισης της κοινωνίας και της οικονομίας από τις καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. H μελέτη της εταιρείας HVA αγνοεί πλήρως τις δυο οδηγίες και επιδεινώνει το έλλειμμα σωστής εφαρμογής τους από τη χώρα μας.
    Πρέπει να τονιστεί ότι η ανάπτυξη των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής ποταμού, στο πλαίσιο της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, και των σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας, στο πλαίσιο της οδηγίας 2007/60/ΕΕ, αποτελούν στοιχεία της ολοκληρωμένης διαχείρισης της λεκάνης απορροής ποταμών. Το δίκαιο της ΕΕ σαφώς προβλέπει ότι οι δύο διαδικασίες, δηλαδή η διαχείριση του κινδύνου από πλημμύρες και η επίτευξη καλής οικολογικής κατάστασης των υδάτινων οικοσυστημάτων, έχοντας υπόψη τους περιβαλλοντικούς στόχους της οδηγίας 2000/60/ΕΚ (προοίμιο οδηγίας για τις πλημμύρες, εδ. 17) αποτελούν στοιχεία της ολοκληρωμένης διαχείρισης της λεκάνης απορροής ποταμών και θα πρέπει να αξιοποιούν αμοιβαία τη δυνατότητα κοινών συνεργειών και κοινού οφέλους.
    Επισημαίνουμε επίσης ότι οι περιβαλλοντικές οργανώσεις έχουν ήδη υποβάλει σχόλια στη διαβούλευση για τη 2η αναθεώρηση των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής (ΣΔΛΑΠ) για τη Δυτική Στερεά και τη Θεσσαλία. Τα σχόλια των περιβαλλοντικών οργανώσεων είναι διαθέσιμα εδώ: https://www.wwf.gr/shmeio_gnosis/politiki/?12171866/——-2—
    Γλώσσα: Δεν είναι ξεκάθαρο σε ποιο κοινό απευθύνεται η μελέτη αυτή. Πάντως, όταν οποιοδήποτε έγγραφο ή έκθεση τίθεται σε δημόσια διαβούλευση, βασική υποχρέωση του αρμόδιου φορέα είναι να προσφέρει το κείμενο στη γλώσσα του κοινού που καλείται να το σχολιάσει και του οποίου τη ζωή επηρεάζει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το γεγονός ότι η έκθεση και τα τεύχη της είναι στα Αγγλικά, αποτελεί υποβάθμιση του κρίσιμου θεσμού της διαβούλευσης και ειρωνεία προς το ελληνικό κοινό που πιθανώς να μην είναι εξοικειωμένο είτε με την ίδια τη γλώσσα είτε με τεχνικούς όρους που χρησιμοποιούνται στην έκθεση. Ένα καθαρά μορφολογικό επίσης σχόλιο είναι η απουσία πίνακα περιεχομένων, γεγονός που δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την ουσιαστική συμμετοχή του κοινού, καθώς η πλοήγηση στο κείμενο και η εξ αρχής αποκόμιση της συνολικής εικόνας για τη δομή είναι αδύνατη.
    Επιστημονική επάρκεια: Στα τεύχη δεν αναφέρονται ομάδες επιστημόνων που συνέταξαν τα κείμενα, ούτε μεθοδολογία ή περιγραφή της έρευνας (εάν διεξήχθη έρευνα). Αλλά και η ίδια η επιλογή μιας εμπορικής εταιρείας, όπως η Handelsvereniging Amsterdam-HVA (μτφ Εμπορική Εταιρεία του Άμστερνταμ), η οποία ιστορικά εξειδικεύεται στην εκμετάλλευση μεγάλων γεωργικών εκτάσεων σε πρώην ολλανδικές αποικίες και στο εμπόριο των προϊόντων τους, προκαλεί ερωτηματικά σχετικά με την επιστημονική επάρκεια και την απαραίτητη εξειδίκευση στα κρίσιμα ζητήματα της θωράκισης από πλημμύρες και από τις κλιματικές καταστροφές που πλέον συμβαίνουν ολοένα και συχνότερα και τείνουν να γίνουν νέα κανονικότητα.

    Ειδικότερα σχόλια επί των παραδοχών και προτάσεων της HVA
    Το τεύχος “Flood defense infrastructures” φαίνεται να αποτελεί συρραφή κειμένων και προτάσεων που έχουν ήδη εκφραστεί σε άλλα πλαίσια και απλά να συγκεντρώνει σε ένα πακέτο όλα τα έργα και τις παρεμβάσεις που έχουν κατά το παρελθόν προταθεί ή σχεδιαστεί (μεγάλα και μικρότερα φράγματα, σήραγγες, αναχώματα, έργα ορεινής υδρονομίας, κλπ). Υπολείπεται επίσης σοβαρά σε σχέση με τις ραγδαίες εξελίξεις σε καινοτόμες προσεγγίσεις αποτελεσματικής αντιμετώπισης των πλημμυρών και συνολικότερα των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης, με βάση τις υπηρεσίες που προσφέρουν τα φυσικά οικοσυστήματα του κάθε τόπου.
    Αν και η μελέτη της HVA ανακοινώθηκε με τον τίτλο “MASTER PLAN FOR THE A) POST-DISASTER REMEDIATION OF THE DAMAGE CAUSED BY THE >70,000 HECTARE FLOODING IN THESSALY and B) THE MITIGATION OF FUTURE FLOODING IN THE AREA aiming at covering the operational needs of the Ministry of Civil Protection» [ΑΔΑ: 90ΛΩ46ΝΠΙΘ-1Ξ3 – Έγκριση σύμβασης δωρεάς μεταξύ του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ (ως δωρεοδόχου) και του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΡΑΠEΖΩΝ» (ως δωρητή)]. Εντούτοις όμως, στην έκθεση (σελ. 24 τεύχους για τις πλημμύρες) αναφέρεται ότι:
    “Το Master Plan δεν είναι απλώς ένα αυτόνομο ή άκαμπτο σχέδιο για τη διαχείριση των πλημμυρών. Τα στοιχεία του παρόντος πρέπει να ενσωματωθούν στα υπάρχοντα και μελλοντικά Σχέδια Διαχείρισης Υδάτων, Σχέδια Διαχείρισης Πλημμύρας, οδηγίες της ΕΕ, όπως η Οδηγία της ΕΕ για τις Πλημμύρες (2007/60/ΕΚ). Επιπλέον, η ευθυγράμμιση με τα αναπτυξιακά σχέδια για τους τομείς της γεωργίας και της κτηνοτροφίας είναι επιτακτική για μια ολιστική και αποτελεσματική προσέγγιση. Οι στρατηγικές και τα μέτρα που προτείνονται σε αυτό το Κατευθυντήριο Σχέδιο προορίζονται συγκεκριμένα να ενσωματωθούν στην εν εξελίξει αναθεώρηση του υφιστάμενου Σχεδίου Διαχείρισης Πλημμυρών της Κυβέρνησης της Ελλάδας. Το επικαιροποιημένο σχέδιο προβλέπεται να εξελιχθεί σε ένα ισχυρό επιχειρησιακό εργαλείο για την ολοκληρωμένη διαχείριση των πλημμυρών. Αυτό περιλαμβάνει την πρόοδο και την αξιολόγηση των υποδομών, τη δημιουργία συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και αποτελεσματικές διαδικασίες για την ανάκαμψη από τις πλημμύρες.”
    Αυτός ο συλλογισμός είναι εξαιρετικά προβληματικός σε σχέση με το δίκαιο της ΕΕ, καθώς δεν μπορεί ένα εκτός ισχύοντος θεσμικού πλαισίου σχέδιο να επιβάλει εξωγενώς προσαρμογή σε θεσμικά προβλεπόμενα σχέδια με το ίδιο αντικείμενο. Λαμβάνοντας μάλιστα ως δεδομένο ότι το υπό ‘διαβούλευση’ ‘masterplan’ καθορίζει το πλαίσιο για μελλοντικές άδειες έργων αναμφισβήτητα θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, όπως τα μεγάλα φράγματα, τότε θα έπρεπε να υποβληθεί σε στρατηγική εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων, όπως επιβάλλει η νομοθεσία της ΕΕ (οδηγία 2001/42/ΕΚ).
    Συνολικά, η μελέτη δίχως να ακολουθεί καμία γνωστή ή θεσμοθετημένη μεθοδολογία εκπόνησης μελετών προτείνει, με βάση γενικόλογη και διόλου τεκμηριωμένη επιχειρηματολογία, υδραυλικές λύσεις οι οποίες έχουν ήδη προταθεί από άλλους φορείς, ενώ κάποιες (όπως τα έργα εκτροπής του Αχελώου) έχουν ακυρωθεί δικαστικώς και καταδικαστεί επιστημονικά. Αυτές οι παρωχημένης λογικής προτάσεις καλό θα είναι να μείνουν στο παρελθόν.
    Σε πρώτη φάση, οι περιβαλλοντικές οργανώσεις υποβάλλουν πρώτη δέσμη σχολίων, με εστίαση στα εξής ζητήματα: α) Συμβατότητα με το ενωσιακό δίκαιο, β) Συμμετοχή και διαφάνεια, γ) Αγνόηση της κλιματικής κρίσης και προφανών λύσεων, δ) Προβληματική χαρτογραφική απεικόνιση, ε) Απουσία δεδομένων, στ) Έμφαση σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα, ζ) Επαναφορά της εκτροπής του Αχελώου, η) Αγνόηση βέλτιστων πρακτικών (Nature-based solutions), θ) Μοντέλο διακυβέρνησης.
    α) Συμβατότητα με το ενωσιακό δίκαιο: Η έκθεση δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις της οδηγίας 2007/60/ΕΚ για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών. Ενδεικτικά, τα προτεινόμενα μέτρα στο πλαίσιο της ενωσιακής νομοθεσίας για τη διαχείριση του κινδύνου πλημμύρας πρέπει απαραιτήτως να περιλαμβάνουν κατ’ ελάχιστο χαρακτηρισμό δασικών περιοχών ως προστατευτικών, περιορισμό δραστηριοτήτων στις πλημμυρικές κοίτες, εντοπισμό και καταγραφή εστιών παραγωγής φερτών και σχεδιασμό μέτρων που είναι συμβατά με τις απαιτήσεις της οδηγίας πλαίσιο για τα ύδατα, της οποίας στόχος είναι η αποτροπή περαιτέρω επιδείνωσης, προστασία και βελτίωση των υδάτινων οικοσυστημάτων, και η προώθηση της βιώσιμης χρήσης του νερού.
    Η μελέτη περιλαμβάνει, επίσης, ρυθμίσεις που αφορούν τη διαχείριση των υδάτων, αντικείμενο που κατά την ενωσιακή νομοθεσία ρυθμίζεται από την οδηγία 2000/60/ΕΚ και τα σχέδια διαχείρισης λεκάνης απορροής (ΣΔΛΑΠ). Σημειωτέον ότι τα εν λόγω σχέδια βρίσκονται στη δεύτερη φάση αναθεώρησής τους, ενώ φαίνεται να αγνοούνται στο σύνολο της μελέτης (γίνεται μόνο αναφορά στο ανεπαρκές «σύστημα παρακολούθησης ή σαφές θεσμικό [τους] πλαίσιο», VOLUME II, σελ. 119).
    Επιπλέον, πολλά από τα μέτρα που προτείνονται στην έκθεση (π.χ. μεγάλα φράγματα) είναι ασύμβατα με τις νέες κατευθύνσεις της Ε.Ε. και κυρίως με τον νέο κανονισμό για την αποκατάσταση της φύσης που βρίσκεται σε τελικό στάδιο έγκρισης. Ο κατακερματισμός των υδατορεμάτων από φράγματα και η διακοπή της συνδεσιμότητάς τους έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον στόχο που τίθεται από τον νέο κανονισμό (αποκατάσταση 25.000 χιλιομέτρων ποταμών ελεύθερης ροής, σε σύγκριση με το 2020).
    Η μελέτη της HVA δεν έχει λάβει καθόλου υπόψη τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο πλαίσιο της ενδιάμεσης αξιολόγησης της προόδου εφαρμογής των πρώτων σχεδίων διαχείρισης κινδύνων πλημμύρας (για την Ελλάδα αυτή η αναφορά εκδόθηκε το 2021, καθώς υπέβαλε τα απαραίτητα στοιχεία με καθυστέρηση). Η ενδιάμεση αξιολόγηση αποτυπώνει τις σημαντικότερες παραλείψεις των ΣΔΚΠ. Μια από τις σημαντικές παραλείψεις αφορά τη μη αποτύπωση από τα ΣΔΚΠ «φυσικών μέτρων συγκράτησης νερού” (natural water retention measures). Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διατυπώνει ισχυρή σύσταση για ενίσχυση των λύσεων που βασίζονται στα οικοσυστήματα και ειδικότερα των φυσικών μέτρων συγκράτησης νερού (NWRM), ως εξής: “the information provided is not detailed and the FRMPs do not highlight the potential role of NWRM. Generally, the use of nature based solutions should be strengthened. A high share of the total costs will go on measures that could include riverbank and riverbed modifications, with possible negatively impacts on the ecological and hydromorphological conditions of streams and rivers.” Η έκθεση της HVA επιδεινώνει ακόμα περισσότερο αυτό το σοβαρό έλλειμμα του αντιπλημμυρικού σχεδιασμού της χώρας.
    Η έκθεση της HVA περιέχει μόνο γενικόλογες αναφορές στα NbS, δίχως να διατυπώνει κανένα ουσιαστικό μέτρο προς την κατεύθυνση της ολοκληρωμένης και συμβατής με το ενωσιακό δίκαιο και τις βέλτιστες διαθέσιμες πρακτικές θωράκισης της χώρας απέναντι στην υπαρξιακή απειλή της κλιματικής κρίσης. Μεγάλο ποσοστό του συνολικού προϋπολογισμού φαίνεται ότι διατίθεται σε μέτρα εγκιβωτισμού και τροποποιήσεων στις κοίτες των ποταμών με πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στις οικολογικές και υδρομορφολογικές συνθήκες των περιοχών. Η μελέτη της HVA περιέχει προτάσεις που ενισχύουν αυτή τη λογική, με επιπλέον αναχώματα, τροποποιήσεις της κοίτης ποταμών και εκτροπές ποταμών (π.χ. Αχελώος, Αγιαμονιώτης)
    β) Συμμετοχή, διαφάνεια και κοινωνική συνεργασία: Διαβούλευση κειμένου στα αγγλικά, αποκλείει μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας και ανθρώπων των οποίων η ζωή επηρεάζεται ευθέως, οι οποίοι ενδεχομένως δεν γνωρίζουν τη γλώσσα και την τεχνική ορολογία που χρησιμοποιείται στην έκθεση. Η κοινωνία και οι παραγωγικοί φορείς όμως πρέπει να έχει κεντρικό ρόλο στην αναζήτηση και εφαρμογή των κατάλληλων λύσεων που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της. Απαιτείται στενή συνεργασία με παραγωγούς και ομάδες που ήδη εφαρμόζουν αγροοικολογικές πρακτικές στα αγροκτήματά τους και έχουν εμπειρία από τα οφέλη και πλεονεκτήματα και αγρο-επιστήμονες που έχουν γνώση και εμπειρία σε αγροοικολογικές, μεθόδους ανθεκτικότητας και προστασίας κλίματος και βιοποικιλότητας, και μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία ενός νέου παραγωγικού μοντέλου στη Θεσσαλία. Εν ολίγοις, δεν νοείται διοικητική διαδικασία στην Ελλάδα που να διεξάγεται σε άλλη γλώσσα πλην της ελληνικής.
    γ) Αγνόηση της κλιματικής κρίσης και προφανών λύσεων: Η προφανής λύση (που δεν προτείνεται πουθενά στο σχέδιο της HVA) είναι η ανασυγκρότηση της αγροτικής παραγωγής με βάση τα νέα κλιματικά δεδομένα και επίκεντρο τις δύο επείγουσες και απολύτως επίκαιρες προτεραιότητες: (α) Ενίσχυση της ανθεκτικότητας των αγροσυστηματων και (β) Προστασία της βιοποικιλότητας που αποτελεί κλειδί για τις υπηρεσίες που μπορεί να προσφέρει ένα οικοσύστημα (φυτοπροστασία, επικονίαση, ανακύκλιση των θρεπτικών ουσιών και φυσικά προσαρμογή στις κλιματικές συνθήκες). Κανένα σύστημα δεν μπορεί να είναι λειτουργικό και υγιές χωρίς βιοποικιλότητα. Κανένα σχέδιο για αναδιάρθρωση καλλιεργειών δεν μπορεί να είναι βιώσιμο στη νέα κλιματική πραγματικότητα χωρίς να προτείνει προστασία βιοποικιλότητας και ανθεκτικότητα των αγροτικών συστημάτων.
    Πρακτικά, αυτά μπορούν να επιτευχθούν: (α) Εφαρμόζοντας πρακτικές που αυξάνουν την ικανότητα του εδάφους να διηθεί το νερό, να το συγκρατεί, και να κάνει τα θρεπτικά στοιχεία πιο αφομοιώσιμα από τα φυτά. (β) Εξασφαλίζοντας βιοποικιλότητα στο επίπεδο των ειδών εντός του αγροτικού οικοσυστήματος. Αυτό περιλαμβάνει τη βιοποικιλότητα στους μικροοργανισμούς του εδάφους, στους πληθυσμούς των εντόμων, της αυτοφυούς βλάστησης και των καλλιεργούμενων φυτών. (γ) Εξασφαλίζοντας ποικιλία διατροφικών πηγών για την εξασφάλιση ποικιλίας στη διατροφή, το οποίο με τη σειρά του διασφαλίζει τη διατροφική ασφάλεια. Στις αγροτικές περιοχές: αγροτικό τοπίο με ποικιλία καλλιεργούμενων ειδών και ζώων. Στις αστικές περιοχές: αστική χωροταξία που ενθαρρύνει την αστική γεωργία, για να υπάρχει μεγαλύτερη οικιακή αυτάρκεια και καλύτερη διατροφή των πληθυσμών. (δ) Δημιουργώντας κοινωνικά και οικονομικά συστήματα που υποστηρίζουν την επιβίωση και ευημερία των αγροτικών κοινοτήτων, όπως προώθηση τοπικών αγορών καλλιεργητών, προγράμματα υποστηριζόμενης γεωργίας, επανασύνδεση παραγωγών-καταναλωτών, δημόσιες συμβάσεις με αγροκτήματα που παράγουν τροφή προστατεύοντας το κλίμα και τη βιοποικιλότητα, κοκ.
    Σε κάθε περίπτωση, ένα σχέδιο ανασυγκρότησης της πληγείσας τις πρωτοφανείς πλημμύρες Θεσσαλίας οφείλει να στρέψει την περιοχή στο αύριο και όχι να την κρατάει όμηρο του χθες.
    Όσον αφορά τις καλλιέργειες βαμβακιού (και καλαμποκιού), σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ομάδας που πραγματοποιεί σχετικές προβλέψεις για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη χώρα, για λογαριασμό της Τράπεζας της Ελλάδος, προβλέπεται ήδη σημαντική μείωση της παραγωγικότητας τους μέσα στις επόμενες δεκαετίες επομένως η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών είναι ούτως ή άλλως μονόδρομος.
    δ) Προβληματική χαρτογραφική απεικόνιση: Οι χάρτες δεν είναι ευκρινείς, ενώ δεν είναι σαφές ούτε ποια δεδομένα αποτυπώνουν, από ποιες πηγές προέρχονται αυτά και σε ποιες χρονικές περιόδους αναφέρονται. Πιθανότατα επίσης να περιέχουν λάθη, όπως πχ ο πίνακας στη σελίδα 37 που δηλώνει ότι αποτυπώνει ‘water depths’ στις 7 Σεπτεμβρίου 2024.
    ε) Απουσία δεδομένων: Το τεύχος διατυπώνει συμπεράσματα και καταλήγει σε προτάσεις μικρών και μεγάλων τεχνικών έργων δίχως να αναφέρει πουθενά σε ποια δεδομένα βασίζεται.
    Αναφέρονται επιτόπιες επισκέψεις ως «διερευνητικές αποστολές» (fact-finding missions), άλλοτε σε πληθυντικό (Volume I και III) και άλλοτε σε ενικό (Volume IΙΙ), καθώς και ότι υπάρχει σχετική έκθεση (fact-finding report, Volume II, σελ. 100). Όμως παρουσιάζονται μόνο τα αδρά συμπεράσματα αυτής της έκθεσης (Volume II, σελ. 116), χωρίς αναφορά στη μεθοδολογία, τα καταγεγραμμένα στοιχεία και τον τρόπο εξαγωγής συμπερασμάτων.
    Αναφέρεται (Volume I, σελ. 38) ότι η διαμόρφωση του Σχεδίου Διαχείρισης Κινδύνου Πλημμυρών βασίστηκε σε υδρολογικά μοντέλα που είχαν ήδη δημιουργηθεί για τη Θεσσαλία. ‘Όμως, στην επόμενη ακριβώς πρόταση, αναφέρεται ότι «οι διερευνητικές αποστολές εντόπισαν αδυναμίες στα υπάρχοντα μοντέλα, ειδικά σε ότι αφορά την επάρκειά τους για τον σχεδιασμό και διαστασιολόγηση των υποδομών αλλά και για την Έγκαιρη Προειδοποίηση και τη Διαχείριση Κινδύνων». Προτείνεται μάλιστα τα μοντέλα αυτά να επικαιροποιηθούν (εκ των υστέρων;).
    στ) Έμφαση σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα: Αν και σε διάσπαρτα σημεία της η έκθεση αναφέρει ότι ο περιορισμός της φυσικής ροής ρεμάτων και ποταμών ευθύνεται για την αυξημένη τρωτότητα της Θεσσαλίας σε πλημμύρες και ξηρασία, καθώς και την ανάγκη διατύπωσης φυσικών λύσεων για την αντιπλημμυρική θωράκιση της Θεσσαλίας και την απελευθέρωση των φυσικών διόδων του νερού, εντούτοις η ‘μεγάλη εικόνα’ είναι η έμφαση που δίνει σε παρωχημένης λογικής, τεράστιου οικονομικού κόστους και αποδεδειγμένα αναποτελεσματικές προσεγγίσεις μεγάλων κατασκευαστικών παρεμβάσεων, όπως η εκτροπή του Αχελώου, η κατασκευή 23 φραγμάτων και επιπλέον αναχωμάτων που δημιουργούν περίκλειστα χωριά (μόνο στην περιοχή του Καλέντζη προτείνονται >60km νέων αναχωμάτων, χωρίς να γίνεται καμία αναφορά σε αποκατάσταση της κοίτης των ποταμών. Γενικότερα η μελέτη αποτελεί συμπίλημα παλαιότερων προτάσεων για μεγάλα κατασκευαστικά έργα, τα οποία όμως είναι ακατάλληλα για την υπαρξιακή πρόκληση της κλιματικής κρίσης και των καταστροφών που τείνουν να γίνουν η νέα κανονικότητα.
    Η μελέτη δηλώνει ότι προτεραιοποιεί μεν τα ορεινά φράγματα έναντι άλλων λύσεων, ωστόσο η έκταση του κειμένου για τα μεγάλα φράγματα σε συνδυασμό με τις εκτενείς τεχνικές προδιαγραφές που υπάρχουν στο τεύχος “Appendices” (Annex 9), δίνουν την ξεκάθαρη κατεύθυνση. Ειδικά για τα μεγάλα φράγματα ωστόσο φαίνεται να υπάρχουν αντιφάσεις που το ίδιο το κείμενο αναγνωρίζει. Η μελέτη αναφέρει ότι ο κύριος σκοπός αυτών των φραγμάτων είναι η άρδευση και αυτό μπορεί να έρχεται σε σύγκρουση με τον αντιπλημμυρικό τους στόχο: “Managing floods requires keeping reservoirs empty to accommodate floodwaters, while electricity companies and farmers prefer high and relatively constant water levels”. Για να επιλύσει αυτή την πρόκληση αναφέρει γενικόλογα και αόριστα την “καλή συνεργασία μεταξύ φορέων”, δηλαδή ένα ακόμα επίπεδο στην ήδη πολύπλοκη διαδικασία που στην πράξη αποδεικνύεται ιδιαίτερα προβληματικό.
    ζ) Επαναφορά της εκτροπής του Αχελώου: To σχέδιο δείχνει να διέπεται από μια εμμονή με το τεράστιο κατασκευαστικό έργο της εκτροπής του Αχελώου (φράγμα Συκιάς, σήραγγα Πετρωτού – Δρακότρυπας, φράγματα Μουζακίου και Πύλης). Η δε επίκληση της κλιματικής αλλαγής ως δικαιολογίας για την εκτροπή του Αχελώου είναι η πλέον παράλογη και δυνητικά καταστροφική πολιτική επιλογή. Ειδικά υπό τη βαριά σκιά της καταστροφής που προκάλεσε η καταιγίδα Ντάνιελ και επιδείνωσε η αμέσως επόμενη καταιγίδα Ηλίας, είναι ανάγκη να αναλογιστούμε πώς θα είχε εξελιχθεί η κατάσταση εάν είχε ολοκληρωθεί η εκτροπή του Αχελώου. Ειδικότερα λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι στόχος της εκτροπής είναι η διατήρηση της στάθμης του Πηνειού σε υψηλό επίπεδο κατά τους θερινούς και πρώτους φθινοπωρινούς μήνες, εύλογα συμπεραίνεται ότι κατά τη διάρκεια εκδήλωσης του Ντάνιελ, ο Πηνειός θα είχε ξεχειλίσει ήδη από τις πρώτες μέρες. Πιθανότατο αποτέλεσμα θα ήταν η πλημμύρα της Λάρισας κατά τη διάρκεια της καταιγίδας και σε πολύ μεγαλύτερη έκταση.
    η) Αγνόηση βέλτιστων πρακτικών (Nature-based solutions): Η αναφορά στις λύσεις που βασίζονται στη φύση (nature-based solutions) γίνεται μόνο κατ’ επίφαση και υποδηλώνει άγνοια επί του αντικειμένου. Αναφορά γίνεται μόνο ως συμπληρωματικό έργο των έργων ορεινής υδρονομίας (ενδεικτικά revegetation and reforestation) ενώ αγνοεί πλήρως κρίσιμης σημασίας προσεγγίσεις όπως αποκατάσταση κοίτης ποταμών, αποκατάσταση παρόχθιων δασών, σύνδεση με πλημμυρικά πεδία, αποκατάσταση υγροτόπων και προστασία δασικών εκτάσεων ή/και αναδασώσεις όπου χρειάζεται). Η Ολλανδία είναι πρωτοπόρος σε έργα που βασίζονται σε nature-based solutions και μια ολλανδική εταιρεία θα έπρεπε να το γνωρίζει αυτό και να αξιοποιήσει κατά το δυνατόν πληρέστερα τη διαθέσιμη εμπειρία και γνώση. Τελικά η αναφορά σε NbS είναι τελείως ανεπαρκής, ιδίως καθώς δεν εξειδικεύονται και παρουσιάζονται ως μέρος ενός συνονθυλεύματος παρεμβάσεων από την εκτροπή του Αχελώου έως και άλλες “grey infrastructures” (δηλ. μεγάλα κατασκευαστικά έργα). Η εταιρεία και τα αρμόδια υπουργεία μπορούν να αξιοποιήσουν το υλικό που έχει διαμορφώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (βλ. σχετικό κατάλογο στο τέλος των σχολίων). Οι φυσικές λύσεις δεν είναι εμβαλωματική προσθήκη σε ένα χαοτικό σύνολο από μεγάλες κατασκευαστικές παρεμβάσεις και εκτροπές ποταμών από μια λεκάνη απορροής σε άλλη. Οι φυσικές λύσεις στην κλιματική κρίση είναι ασπίδα προστασίας για ανθρώπους, κοινότητες, οικοσυστήματα και την οικονομία, και απαιτούν συνολικό και συμπαγή σχεδιασμό.
    θ) Ανησυχητικό μοντέλο διακυβέρνησης: Το τεύχος που εστιάζει στη διακυβέρνηση (δηλαδή στον “Οργανισμό Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας”, περιέχει πολλή λεπτομέρεια, σε επίπεδο ακόμα και αριθμού ηλεκτρονικών υπολογιστών, τυπολογία για τις οθόνες, smartphones, μεγάφωνα, ποδήλατα, και τύπο αυτοκινήτων 4Χ4, κλπ αλλά και μισθολογικές απαιτήσεις (στο τεύχος VI “Recommendations and timelines”). Η αναφορά όμως στον νομικό χαρακτήρα του οργανισμού γεννά ανησυχίες, τόσο για τις εγκρίσεις των έργων και την αδειοδότησή τους, αλλά και για το καθεστώς διάθεσης του νερού στους τελικούς χρήστες (δηλαδή στους αγρότες). Συγκεκριμένα, η HVA (της οποίας ο ρόλος στην διαχείριση του οργανισμού θα πρέπει να διευκρινιστεί από την κυβέρνηση), φαίνεται να προτείνει νομική μορφή ειδικού χαρακτήρα, με ανάθεση αρμοδιοτήτων υπό τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας (σελ. 126-128 τεύχους για τη διακυβέρνηση).
    Τέλος, δεδομένου ότι φαίνεται πως η μελέτη αγνοεί πλήρως τη διεθνή τάση αντιμετώπισης με φυσικές λύσεις των σοβαρών κινδύνων από την κλιματική κρίση, παραθέτουμε σημαντικό υλικό για φυσικές λύσεις (nature-based solutions) στη διαχείριση του κινδύνου πλημμυρών:
    ● European Commission. (2023). Nature-based Solutions for flood mitigation and coastal resilience. Climate ADAPT. https://op.europa.eu/en/publication-detail/-/publication/d6e80dca-d530-11ea-adf7-01aa75ed71a1/language-en
    ● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions play crucial role in building Europe’s climate resilience. https://www.eea.europa.eu/en/newsroom/news/nature-based-solutions-play-crucial-role
    ● European Environment Agency. (2023). Nature-based solutions in Europe: Policy, knowledge and practice for climate-change adaptation and disaster risk reduction. https://www.eea.europa.eu/publications/nature-based-solutions-in-europe
    ● European Investment Bank. (2023). Nature-based solutions for flood mitigation in Greece. https://www.eib.org/en/stories/nature-based-solutions-flood-greece
    ● Nordic Council of Ministers for the Environment and Climate. (2022). Nordic Ministerial Declaration on nature-based solutions. https://www.norden.org/en/declaration/nordic-ministerial-declaration-nature-based-solutions
    ● Sustainable Asset Valuation (SAVi) of River Restoration in Greece https://www.iisd.org/publications/report/savi-river-restoration-in-greece

    Οι περιβαλλοντικές οργανώσεις:
    1. Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού
    2. Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης
    3. Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία
    4. Greenpeace
    5. WWF Ελλάς

  • 20 Μαρτίου 2024, 16:22 | Αναστάσιος Τσακάλης

    Θεωρείται πλέον απαραίτητη η προώθηση της στάγδην άρδευσης για την εξοικονόμηση των υδατικών πόρων της Θεσσαλίας. Σε διαφορετική περίπτωση οδηγούμαστε σε μια οικολογική καταστροφή μεγάλων διαστάσεων.