ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄ ΤΕΛΙΚΕΣ – ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ – ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ (άρθρα 65-67)

Άρθρα 65

Τελικές διατάξεις

 

  1. Οι διατάξεις του Κώδικα Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α’ 26), όπως διαμορφώνονται με τον παρόντα νόμο, που αναφέρονται σε θέματα έκπτωσης, αργιών και στο πειθαρχικό δίκαιο (άρθρα 106 έως 146) των μόνιμων υπαλλήλων εφαρμόζονται αναλόγως στο προσωπικό του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των Κεφαλαίων Α’ και Β’ του π.δ. 410/1988 (Α΄ 191). Αν επιβληθεί στον υπάλληλο αμετάκλητα η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης, η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του είναι υποχρεωτική. Στην περίπτωση αυτή εκδίδεται από το αρμόδιο για την πρόσληψη όργανο διαπιστωτική πράξη που επέχει θέση καταγγελίας της σύμβασης. Σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης λόγω έκπτωσης ή λόγω επιβολής της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης δεν καταβάλλεται η αποζημίωση του άρθρου 55 του π.δ. 410/1988.
  2. Για όσους τελούν σε καθεστώς αργίας κατά τη δημοσίευση του παρόντος ή έχουν τεθεί σε καθεστώς αργίας πριν από τη δημοσίευση του παρόντος εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 105 του Κώδικα Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. και 109 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ν. 3584/2007, Α’ 143), όπως ίσχυαν μέχρι την τροποποίησή τους με τα άρθρα 9 και 55 του παρόντος.
  3. Το Πενταμελές Κλιμάκιο του Πειθαρχικού Συμβουλίου του άρθρου 119Α του Κώδικα Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. έχει αρμοδιότητα για τα θέματα καταγγελίας από την υπηρεσία της σύμβασης εργασίας του προσωπικού της παρ. 1. Σπουδαίο λόγο, σύμφωνα με το άρθρο 53 του π.δ. 410/1988 για την καταγγελία από την υπηρεσία της σύμβασης εργασίας, μπορεί να αποτελεί η τέλεση κάθε πειθαρχικού παραπτώματος, διατηρουμένων σε ισχύ των ρυθμίσεων του άρθρου 55 του ίδιου διατάγματος.
  4. Η ένορκη διοικητική εξέταση του άρθρου 126 του Κώδικα Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. δύναται να διενεργηθεί και από υπάλληλο με βαθμό Α’ του ίδιου Υπουργείου ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, εφόσον ο υπάλληλος, στον οποίο αποδίδεται η διάπραξη του πειθαρχικού παραπτώματος έχει σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.
  5. Οι διατάξεις του Κώδικα Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., όπως διαμορφώνονται με τον παρόντα νόμο, με τις οποίες προβλέπονται πειθαρχικά παραπτώματα και πειθαρχικές ποινές, όπως και διαδικαστικής φύσεως διατάξεις, εφαρμόζονται αναλόγως στο μόνιμο και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικό των δήμων, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, ιδρυμάτων και Συνδέσμων Δήμων. Ειδικότερα, για τις αργίες, για τα πειθαρχικά όργανα και τους πειθαρχικούς προϊσταμένους και την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους, καθώς και για την ένορκη διοικητική εξέταση εφαρμόζονται, αντίστοιχα, τα άρθρα 107 έως 109, 120 έως 123 και 130 του Κώδικα Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων, όπως διαμορφώνονται με τον παρόντα νόμο. Αν επιβληθεί στον υπάλληλο αμετάκλητα η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης, η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του είναι υποχρεωτική. Στην περίπτωση αυτή εκδίδεται από το αρμόδιο για την πρόσληψη όργανο διαπιστωτική πράξη που επέχει θέση καταγγελίας της σύμβασης. Σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης λόγω έκπτωσης ή λόγω επιβολής της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης, δεν καταβάλλεται η αποζημίωση του άρθρου 204 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων.

6 Η ένορκη διοικητική εξέταση του άρθρου 130 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων δύναται να διενεργηθεί και από υπάλληλο με βαθμό Α’ του ίδιου Ο.Τ.Α. ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, εφόσον ο υπάλληλος, στον οποίο αποδίδεται η διάπραξη του πειθαρχικού παραπτώματος έχει σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.

  1. Ειδικό πειθαρχικό παράπτωμα για τους υπαλλήλους των ΟΤΑ α` βαθμού αποτελεί η άρνησή τους να φέρουν τα μέσα ατομικής προστασίας που τους χορηγεί η υπηρεσία κατά τον χρόνο της εργασίας τους και η μη προσέλευσή τους στον προληπτικό ιατρικό έλεγχο. Η μη παροχή των μέσων ατομικής προστασίας στους δικαιούχους υπαλλήλους των ΟΤΑ α΄ βαθμού συνιστά σοβαρή παράβαση καθήκοντος του αρμόδιου οργάνου διοίκησης, η οποία τιμωρείται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις περί πειθαρχικού ελέγχου των οργάνων διοίκησης των δήμων, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, ιδρυμάτων και συνδέσμων δήμων. Ειδικό πειθαρχικό παράπτωμα για το ένστολο προσωπικό της δημοτικής αστυνομίας αποτελεί η άρνησή του να φέρει τη στολή και το διακριτικό σήμα που του χορηγεί η υπηρεσία κατά τον χρόνο της εργασίας του.
  2. Το Πενταμελές Κλιμάκιο του Πειθαρχικού Συμβουλίου του άρθρου 119Α του Κώδικα Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. έχει αρμοδιότητα για τα θέματα καταγγελίας από την υπηρεσία της σύμβασης εργασίας του προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των δήμων και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου αυτών, ιδρυμάτων και Συνδέσμων Δήμων. Σπουδαίο λόγο σύμφωνα με το άρθρο 202 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων, για την καταγγελία από την υπηρεσία της σύμβασης εργασίας του προσωπικού ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, μπορεί να αποτελεί η τέλεση κάθε πειθαρχικού παραπτώματος, διατηρουμένων σε ισχύ των ρυθμίσεων του άρθρου 204 του ίδιου ως άνω νόμου.
  3. Για τις πειθαρχικές υποθέσεις των περιφερειακών διευθυντών εκπαίδευσης, των περιφερειακών εποπτών ποιότητας της εκπαίδευσης, των διευθυντών εκπαίδευσης, των εποπτών ποιότητας της εκπαίδευσης και των συντονιστών εκπαίδευσης του εξωτερικού αρμόδιο είναι, σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, το Πενταμελές Κλιμάκιο του Πειθαρχικού Συμβουλίου του άρθρου 119Α του Κώδικα Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ..
  4. Όπου στις ισχύουσες διατάξεις για θέματα που δεν ρυθμίζονται με το Μέρος Α’ του παρόντος νόμου ορίζεται ως αρμόδιο όργανο το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο του άρθρου 146Α του Κώδικα Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., καθίσταται αρμόδιο το Πενταμελές Κλιμάκιο του Πειθαρχικού Συμβουλίου του άρθρου 119Α του Κώδικα Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.
  5. Για τη στελέχωση του Πειθαρχικού Συμβουλίου Ανθρώπινου Δυναμικού Δημόσιου Τομέα οι οργανικές θέσεις του κύριου προσωπικού του ΝΣΚ αυξάνονται κατά δεκατρείς (13) στον βαθμό του Νομικού Συμβούλου, δεκαοκτώ (18) στον βαθμό του Παρέδρου και δεκαοκτώ (18) στον βαθμό του Δικαστικού Πληρεξουσίου.
  6. Ειδικές διατάξεις για τη συγκρότηση πειθαρχικών συμβουλίων που δεν καταργούνται ρητώς με τον παρόντα νόμο διατηρούνται σε ισχύ.

 

 

 

Άρθρο 66

Μεταβατικές διατάξεις

 

  1. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο Ανθρώπινου Δυναμικού Δημόσιου Τομέα του άρθρου 119Α του Κώδικα Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α’ 26) συγκροτείται έως την 31η.12.2025. Κατά την πρώτη εφαρμογή του άρθρου 119Α του Κώδικα Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., το Πειθαρχικό Συμβούλιο Ανθρώπινου Δυναμικού Δημόσιου Τομέα αποτελείται από δεκαπέντε (15) μέλη, ως εξής:

α) έναν (1) Αντιπρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.), ως Συντονιστή,

β) τέσσερις (4) Νομικούς Συμβούλους του Κράτους,

γ) πέντε (5) Παρέδρους του Ν.Σ.Κ. και

δ) πέντε (5) Δικαστικούς Πληρεξουσίους του Ν.Σ.Κ..

Η θητεία των μελών του δευτέρου εδαφίου είναι εξάμηνη και αρχίζει από την 1η.1.2026.

  1. Για τα πειθαρχικά παραπτώματα που τελούνται μετά την 1η.1.2026 εφαρμόζονται οι διατάξεις διαδικαστικού χαρακτήρα και οι διατάξεις ουσιαστικού πειθαρχικού δικαίου των άρθρων 10 έως 45, 56 έως 58 και 62. Για τα πειθαρχικά παραπτώματα εξακολουθητικού χαρακτήρα κρίσιμος είναι ο χρόνος κατά τον οποίο παύουν να τελούνται.
  2. Στις εκκρεμείς κατά την 1η.1.2026 πειθαρχικές υποθέσεις, καθώς και στις υποθέσεις που αφορούν σε πειθαρχικά παραπτώματα που τελούνται έως την 31η.12.2025 αλλά η πειθαρχική δίωξη ασκείται μετά την 1η.1.2026 εφαρμόζονται οι διαδικαστικής φύσεως διατάξεις του πειθαρχικού δικαίου, όπως διαμορφώνονται με τον παρόντα νόμο. Από την 1η.1.2026 οι υποθέσεις αρμοδιότητας του πειθαρχικού συμβουλίου παραπέμπονται ή εισάγονται προς εξέταση στο πειθαρχικό συμβούλιο του άρθρου 119Α του Κώδικα Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.
  3. Τα πρωτοβάθμια πειθαρχικά συμβούλια του άρθρου 146Β και το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο του άρθρου 146Α του Κώδικα Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., καθώς και τα πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια πειθαρχικά συμβούλια που συγκροτούνται με ειδικές διατάξεις, αλλά εφαρμόζουν τις διατάξεις πειθαρχικού δικαίου του Κώδικα Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. εξετάζουν το αργότερο μέχρι την 31η.12.2026 τις πειθαρχικές υποθέσεις που παραπέμπονται σε αυτά μέχρι την 31η.12.2025 σύμφωνα με τις ουσιαστικού και διαδικαστικού δικαίου πειθαρχικές διατάξεις που ίσχυαν έως την 31η.12.2025.
  4. Πειθαρχικές υποθέσεις, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον Δ.Σ. νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου κατά τη δημοσίευση του παρόντος εξετάζονται υποχρεωτικά από αυτά και ολοκληρώνονται το αργότερο έως την 31η.12.2025, άλλως μετά την 1η.1.2026 διαβιβάζονται προς εξέταση στο ανώτατο μονομελές πειθαρχικό όργανο του νομικού προσώπου.
  5. Οι Πρόεδροι των πρωτοβαθμίων πειθαρχικών συμβουλίων της παρ. 4 υποχρεούνται, εντός αποκλειστικής προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, να διαβιβάσουν προς έγκριση στον Πρόεδρο του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου έκθεση με τις υποθέσεις που εκκρεμούν στα συμβούλια κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου, και το χρονοδιάγραμμα περαίωσής τους, το οποίο, σε καμία περίπτωση, δεν δύναται να υπερβαίνει το ένα (1) έτος από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Υπέρβαση του εγκριθέντος χρονοδιαγράμματος συνιστά λόγο περικοπής της αποζημίωσης των μελών του Πρωτοβαθμίου Πειθαρχικού Συμβουλίου, με απόφαση του Προέδρου του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου. Για τις υποθέσεις που παραπέμπονται από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου έως την 31η.12.2025 στα Πρωτοβάθμια Πειθαρχικά Συμβούλια και στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο ο χρόνος περαίωσής τους απ’ αυτά δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, να υπερβαίνει το ένα έτος από την ημερομηνία παραπομπής τους σε αυτά.
  6. Οι διατάξεις του άρθρου 61 καταλαμβάνουν και την αξιολογική περίοδο του έτους 2025.

 

Άρθρο 67

Καταργούμενες διατάξεις

 

  1. Από την 1η.1.2026 καταργούνται:

α) Το άρθρο 119 του Κώδικα Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. (ν. 3528/2007, Α΄26), περί αρμοδιότητας των διοικητικών συμβουλίων των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, και

β) το άρθρο 123 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ν. 3584/2007, Α΄ 143) περί αρμοδιότητας των διοικητικών συμβουλίων των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, Ιδρυμάτων και συνδέσμων δήμων.

  1. Από την 1η.1.2027 καταργούνται:

α) τα άρθρα 120, περί αρμοδιότητας του υπηρεσιακών συμβουλίων, 146Α, περί συγκρότησης και λειτουργίας του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου, και 146Β, περί σύστασης – συγκρότησης και λειτουργίας πειθαρχικών συμβουλίων του Κώδικα Δημόσιων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ.,

β) το άρθρο έκτο του ν. 4057/2012 (Α΄ 54), περί ρυθμίσεων πειθαρχικών θεμάτων εκπαιδευτικών και λοιπού προσωπικού αρμοδιότητας του Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.

  1. Διατάξεις του π.δ. 410/1988 (Α΄ 191), που αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος, καταργούνται.
  2. Με την επιφύλαξη διατάξεων του παρόντος όπου αναφέρεται ρητά η διατήρηση σε ισχύ ειδικών διατάξεων, καταργείται κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που έρχεται σε αντίθεση με τις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου.

 

 

Σχολιάστε

Πριν υποβάλλετε το σχόλιο σας παρακαλούμε να συμπληρώσετε τα παρακάτω στοιχεία * Time limit is exhausted. Please reload CAPTCHA.

Όροι Συμμετοχής

  1. Φροντίστε να διατυπώνετε προτάσεις, σχόλια ή ερωτήσεις που σχετίζονται άμεσα με το υπό διαβούλευση ζήτημα. Προφανώς κάθε ζήτημα εντάσσεται σε ένα γενικότερο πλαίσιο αλλά ο δημόσιος διάλογος διευκολύνεται με στοχευμένες και συγκεκριμένες προτάσεις και παρεμβάσεις.
  2. Φροντίστε να διατυπώνετε τις προτάσεις, σχόλια ή ερωτήσεις με τρόπο σύντομο και περιεκτικό.
  3. Προσπαθήστε να τεκμηριώνετε αυτά που γράφετε με αναφορές, παραπομπές σε άλλα κείμενα, υλικό ή συνδέσμους με αντίστοιχο περιεχόμενο, εκτός αν η χρήση τους είναι καταχρηστική και στην περίπτωση αυτή θα αφαιρούνται.
  4. Βεβαιωθείτε ότι το περιεχόμενο που υποβάλετε δεν προσβάλλει δικαιώματα άλλων προσώπων.
  5. Είναι γόνιμο να υπάρχει ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των συμμετεχόντων αλλά είναι σημαντικό για την ποιότητα και αποτελεσματικότητα του διαλόγου να αποφεύγονται οι προσωπικές αντιπαραθέσεις με άλλους συμμετέχοντες.
  6. Προτάσεις, σχόλια, υπερσύνδεσμοι ή οποιοδήποτε άλλο περιεχόμενο, τα οποία διατυπώνονται σε γλώσσα και με τρόπο υβριστικό, χυδαίο ή περιέχουν ή υποκινούν μισαλλοδοξία και διακρίσεις που βασίζονται σε φύλο, ηλικία, σεξουαλικό προσανατολισμό, φυλετική ή εθνική καταγωγή ή θρησκευτικές πεποιθήσεις δεν θα δημοσιεύονται στο OpenGov.gr. Επίσης δε θα δημοσιεύονται σχόλια τα οποία παραπέμπουν σε άλλους δικτυακούς τόπους για λόγους διαφήμισης, δημοσιότητας ή οποιονδήποτε άλλο σκοπό που κρίνεται από το OpenGov.gr ως καταχρηστικός.
  7. Οι προτάσεις, σχόλια ή ερωτήσεις που υποβάλετε υπόκεινται σε έλεγχο ως προς την τήρηση των παρόντων όρων χρήσης και συμμετοχής.
  8. Με τη συμμετοχή σας αποδέχεστε τη χρήση του ηλεκτρονικού σας ταχυδρομείου για ενημερωτικούς λόγους σχετικούς με τους στόχους του OpenGov.gr.
  9. Με τη συμμετοχή σας αποδέχεστε τη διάθεση των προτάσεων, σχολίων ή ερωτήσεων που υποβάλετε με την άδεια «Creative Commons».