- Μέχρι την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων της παρ. 1 του άρθρου 33 οι παροχές της εν λόγω παραγράφου, για όσους καθίστανται δικαιούχοι από την 1η.10.2025, υπολογίζονται και καταβάλλονται στο ύψος και με τις ίδιες προϋποθέσεις που ίσχυαν την 30ή.9.2025.
- Μέχρι την έκδοση των υπουργικών αποφάσεων του άρθρου 33 τα σχετικά επιδόματα, οι αποζημιώσεις και οι παροχές εξακολουθούν να καταβάλλονται με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και στο ύψος που έχουν καθοριστεί σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος Μέρους, κανονιστικές πράξεις. Ειδικότερα:
α) Μέχρι την έκδοση της απόφασης της παρ. 5 του άρθρου 33 εξακολουθεί να ισχύει το τρίτο εδάφιο της παρ. 9 του άρθρου 38 του ν. 4892/2022 (Α΄ 28), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 35 του ν. 4964/2022 (Α’ 150).
β) Μέχρι την έκδοση της απόφασης της παρ. 6 του άρθρου 33, εξακολουθεί να καταβάλλεται η ειδική μηνιαία αποζημίωση που προβλέπεται στην παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 2713/1999 (Α΄ 89), καθώς και στην παρ. 10 του άρθρου 50 του ν. 2935/2001 (Α’ 162), στο ύψος και με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που ίσχυαν έως την ημερομηνία της έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου.





Η Ομοσπονδία μας συμμετέχει στη διαβούλευση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών με τίτλο «Δημογραφική φορολογική μεταρρύθμιση και μέτρα ενίσχυσης του εισοδήματος», με ουσιώδεις παρατηρήσεις και προτάσεις, συμβάλλοντας στην νομοθέτηση ωφέλιμων διατάξεων για τη βελτίωση του εργασιακού και οικονομικού στάτους του αστυνομικού προσωπικού, που ως γνωστόν τα τελευταία χρόνια, λόγω των μνημονιακών μισθολογικών περικοπών, έχει υποστεί σημαντικές οικονομικές απώλειες.
Όπως έχουμε ήδη επισημάνει από τον περασμένο Δεκέμβριο με αφορμή και τη σημαντική θεσμοθέτηση της επικινδυνότητας της εργασίας (Νόμος 5167/2024), αδιακρίτως για όλους τους ενστόλους των Σωμάτων Ασφαλείας και των Ενόπλων Δυνάμεων, η έως τώρα εφαρμοζόμενη οικονομική πολιτική με βάση τον ισχύοντα βασικό νόμο 4472/2017, αφορά στο σύνολο των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας.
Ωστόσο, με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου, παρά τις όποιες θετικές – βελτιωτικές ρυθμίσεις, φρονούμε ότι θα υπάρξει ανατροπή των ισχυόντων όσον αφορά στη βασική φιλοσοφία που διέπει τις έως τώρα μισθολογικές σχέσεις Σωμάτων Ασφαλείας και Ενόπλων Δυνάμεων. Η επιφύλαξή μας ενισχύεται και από το γεγονός ότι το ΥΠΕΘΑ προωθεί σχέδιο νόμου για μισθολογικά ζητήματα των Ενόπλων Δυνάμεων, δημιουργώντας άλλα δεδομένα. Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις παγιώνεται ειδικότερα ο διαχωρισμός των στελεχών τους, παραβιάζοντας την συνταγματική αρχή της ίσης μεταχείρισης, καθώς επίσης και τις διαδοχικές αποφάσεις του ΣτΕ για τον ενιαίο χαρακτήρα του ειδικού μισθολογίου όλων των ενστόλων.
Προσερχόμενοι επομένως στο διάλογο με τα αρμόδια υπουργεία, αλλά και συμμετέχοντας στην τρέχουσα διαβούλευση, τονίζουμε για μια ακόμα φορά ότι εκλαμβάνουμε τις προτεινόμενες ρυθμίσεις ως βελτιωτικές παρεμβάσεις για την πρόοδο του ισχύοντος μισθολογίου και όχι ως θεσμοθέτηση ενός άλλου μισθολογικού πλαισίου. Είμαστε αντίθετοι στη θεσμοθέτηση νέου ειδικού μισθολογίου μόνο για τα Σώματα Ασφαλείας και θεωρούμε αυτονόητο ότι ο νομοθέτης θα διασφαλίσει το ενιαίο και αδιαίρετο μισθολόγιο για το σύνολο των ενστόλων [βλ. ν. 754/1978 (Α΄ 17), ν. 1643/1986 (Α΄ 126) , ν. 2448/1996 (Α΄ 279), ν. 3205/2003 (Α΄ 297) και ν. 4472/2017 (Α’ 74)]. Διότι θεωρούμε αδιανόητο, την ώρα που η Κυβέρνηση διατυμπανίζει την πρόθεσή της για αποκατάσταση των αδικιών με σημαντικές αυξήσεις μισθών και επιδομάτων, να εισάγεται -είτε από πρόθεση είτε από λανθασμένη προσέγγιση- η αβίαστη και άνευ τεκμηρίωσης διάσπαση του χαρακτήρα του μισθολογίου, πολύ δε περισσότερο να προλειαίνεται το έδαφος για νέες διακρίσεις και αδικίες.
Άλλωστε, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι εκτός από τις αρνητικές μισθολογικές επιπτώσεις σε ορισμένες κατηγορίες στελεχών, θα υπάρξουν αντίστοιχες επιπτώσεις και στις συντάξεις εξαιτίας της διαφοράς στον συντελεστή προσαύξησης του βασικού μισθού, σε βάρος των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας, εφόσον ο νέος μισθός που θα λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό των συντάξιμων αποδοχών, θα είναι μικρότερος από αυτόν των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων.
Κρίνοντας, ειδικότερα, το προτεινόμενο σχέδιο νόμου, έχουμε να επισημάνουμε τα κάτωθι:
«Άρθρο 21 – Βασικός Μισθός»
-Οι νέοι βασικοί μισθοί είναι προφανές ότι, αντί να περιορίζουν τις διαφορές μεταξύ των κατηγοριών των Σωμάτων Ασφαλείας, διευρύνουν αυτές με αποτέλεσμα να παρατηρούνται αποκλίσεις μεταξύ βασικών μισθών με τα ίδια έτη υπηρεσίας που αγγίζουν τα χίλια και πλέον ευρώ. Προκειμένου να εξομαλυνθούν αυτές οι διαφορές, προτείνεται η οριζόντια αύξηση των βασικών μισθών της Κατηγορίας Β με εκατόν είκοσι ευρώ, της Κατηγορίας Γ με ογδόντα ευρώ και της Κατηγορίας Δ με εξήντα ευρώ. Οι νέοι βασικοί μισθοί μετά τις εν λόγω παρεμβάσεις θα έχουν ως εξής:
ΒΑΣΙΚΟΣ ΜΙΣΘΟΣ
ΚΛΙΜΑΚΙΟ ΕΤΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Α ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Β ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Γ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Δ
1 έως 3 1320 1265 1180 1160
2 3 – 5 1410 1305 1240 1220
3 5 – 7 1500 1358 1281 1255
4 7 – 9 1560 1414 1323 1291
5 9 – 11 1622 1472 1367 1328
6 11 – 13 1687 1533 1412 1366
7 13 – 15 1754 1597 1460 1405
8 15 – 17 1824 1663 1529 1445
9 17 – 19 1897 1732 1601 1487
10 19 – 21 1992 1817 1680 1529
11 21 – 23 2092 1885 1736 1574
12 23 – 25 2207 1956 1794 1619
13 25 – 27 2328 2029 1854 1666
14 27 – 29 2456 2105 1916 1714
15 29 – 31 2600 2184 1980 1763
16 31 – 33 2740 2267 2047 1815
17 33 – 35 2822 2331 2116 1867
18 35 – 37 2878 2375 2187 1921
19 37 – 39 2936 2420 2229 1977
20 39 και άνω 3000 2466 2272 2035
«Άρθρο 22 – Συντελεστές προσαύξησης βασικού μισθού»
-Ο συντελεστής προσαύξησης του βασικού μισθού θα πρέπει να είναι όμοιος με αυτόν που περιγράφεται στο σχέδιο νόμου του ΥΠΕΘΑ, προκειμένου να μην δημιουργηθούν μισθολογικές και συνταξιοδοτικές ανισότητες μεταξύ των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας.
Επίσης, με δεδομένο ότι προωθούνται αλλαγές και στις βαθμολογικές διαβαθμίσεις των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων στις Κατηγορίες Β και Γ με το ως άνω σχέδιο νόμου, κρίνεται σκόπιμη η προς τα πάνω τροποποίηση του συντελεστή προσαύξησης βασικού μισθού στις εν λόγω κατηγορίες των Σωμάτων Ασφαλείας και σε αρκετές περιπτώσεις ο συντελεστής αυτός χρειάζεται να είναι, όχι μόνον όμοιος, αλλά και μεγαλύτερος από αυτόν των Ενόπλων Δυνάμεων, έτσι ώστε οι αποδοχές των στελεχών αυτών να είναι εφάμιλλες των υπηρεσιακών προσόντων και των βαθμολογικών τους καθηκόντων.
«Άρθρο 24 – Επιδόματα και αποζημιώσεις», έχουμε να παρατηρήσουμε ότι:
-Στο «Επίδομα ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας και επικινδυνότητας» συνεχίζει και υφίσταται η διαφορά ύψους 60 ευρώ μεταξύ στελεχών Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας, καίτοι έχει πλέον θεσμοθετηθεί για τους πρώτους η αποζημίωση για τη νυχτερινή απασχόληση, που τη «δικαιολογούσε» όταν θεσπίστηκε (αιτιολογική έκθεση του ν. 4472/2017). Συνεπώς, θεωρούμε ότι το επίδομα αυτό πρέπει να εξισωθεί.
-Πέραν της αύξησης του ενιαίου επιδόματος «θέσης ευθύνης», θεσπίζεται νέο επίδομα «διοίκησης» Ενόπλων Δυνάμεων, η δαπάνη του οποίου, κατά την άποψή μας, θα πρέπει να προσαρμόζεται ανάλογα με τις υπηρεσίες που υφίστανται κάθε φορά στην Ελληνική Αστυνομία, στο Πυροσβεστικό Σώμα και στο Λιμενικό Σώμα – Ελληνική Ακτοφυλακή.
Ακόμα, θεωρείται απαραίτητη η πρόβλεψη στο νόμο της περίπτωσης αναπλήρωσης του διοικητή για απουσία του πέραν του μηνός και η χορήγηση του παραπάνω επιδόματος στους αναπληρωτές μόνο στην περίπτωση που ασκούν καθήκοντα διοίκησης αδιάλειπτα για χρονικό διάστημα πέραν του μηνός σε διοικητικό επίπεδο Αστυνομικού Σταθμού και άνω ή εάν αρκεί αυτό να προβλεφθεί στην διαλαμβανόμενη στο άρθρο Κ.Υ.Α.
-Αναφορικά με την ειδική αποζημίωση για την εργασία πέραν του πενθημέρου των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας, κρίνεται σκόπιμη η τμηματική αύξηση αυτής, αρχής γενομένης από το τρέχον έτος και έως το 2027, από τα σαράντα έξι στα εξήντα τέσσερα ευρώ.
-Σε ό,τι αφορά στα «Επιδόματα αναπηρίας και κινδύνου» καλούμε το νομοθέτη να προβεί στις αναγκαίες τροποποιήσεις – ρυθμίσεις έτσι ώστε να μην στερηθούν του επιδόματος οι συνοδοί αστυνομικών σκύλων (παρ. ΣΤ του άρθρου 127 του ν. 4472/2017), αλλά και να υπάρξει αναπροσαρμογή των τροφείων τα οποία παραμένουν καθηλωμένα σε προ μνημονίων χρηματικά ποσά.
«Άρθρο 33 Εξουσιοδοτικές διατάξεις»
-Προκειμένου να αποφευχθούν καθυστερήσεις στη διαδικασία χορήγησης των εφάπαξ παροχών των Σωμάτων Ασφαλείας, κρίνεται σκόπιμο ο τρόπος υπολογισμού των πάσης φύσεως παροχών των φορέων της παρ. 2 του άρθρου 34 και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με την καταβολή τους, να ρυθμίζεται με τις υφιστάμενες καταστατικές διατάξεις των φορέων αυτών ή με αποφάσεις του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού.
«Άρθρο 35 Μεταβατικές διατάξεις»
– Με τη διατύπωση της παρ. 1 του εν λόγω άρθρου, φαίνεται ότι «παγώνουν» την 30-09-2025 οι εφάπαξ παροχές των υπηρετούν στα Σώματα Ασφαλείας, γεγονός που σίγουρα θα προκαλέσει αναστάτωση και σύγχυση στα προαναφερόμενα στελέχη, οδηγώντας αυτά σε μαζικές συνταξιοδοτήσεις, με άμεσο αντίκτυπο, τόσο στη λειτουργία των Σωμάτων Ασφαλείας, όσο και σε αυτήν των παραπάνω φορέων. Προκειμένου να αποφευχθούν τέτοιου είδους γεγονότα, κρίνεται αναγκαία η βελτίωση της παραγράφου αυτής, ως εξής:
«Μέχρι την έκδοση των Υπουργικών αποφάσεων της παρ. 1 του άρθρου 33 οι παροχές της εν λόγω παραγράφου, για όσους καθίστανται δικαιούχοι από την 1η Οκτωβρίου 2025, υπολογίζονται και καταβάλλονται στο ύψος και με τις ίδιες προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του ν.4472/2017, όπως αυτός ίσχυε έως την 30-09-2025, ήτοι με οικονομικά στοιχεία που θα εξελίσσονταν και θα διαμορφώνονταν βάσει των διατάξεων του ως άνω νόμου».
1) Στο άρθρο 24 του παρόντος στην παράγραφο 1, εδάφιο Θ) γίνεται αναφορά στο επίδομα που χορηγείται στα στελέχη της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας.
2) Στο άρθρο 33 του παρόντος στην παράγραφο 6 γίνεται αναφορά στην ΚΥΑ των συναρμόδιων Υπουργείων η οποία θα καθορίζει το ύψος του επιδόματος αυτού.
3) Στο άρθρο 35 του παρόντος παράγραφος 2 εδάφιο β) λέει ότι Μέχρι την έκδοση της απόφασης της παρ. 6 του άρθρου 33, εξακολουθεί να καταβάλλεται η ειδική μηνιαία αποζημίωση που προβλέπεται στην παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 2713/1999 (Α΄ 89), καθώς και στην παρ. 10 του άρθρου 50 του ν. 2935/2001 (Α’ 162), στο ύψος και με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που ίσχυαν έως την ημερομηνία της έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου.
Παρατηρούνται τα εξής:
Η ενιαία Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας ιδρύθηκε και λειτουργεί με το N.4613/2019 ενώ το προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος υπηρετεί στην Υπηρεσία αυτή από τις 28/2/2022. Ενώ λοιπόν τα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ και του Λιμενικού Σώματος λαμβάνουν την ειδική αυτή αποζημίωση όπως και πριν την ένωση των Υπηρεσιών τα στελέχη που προέρχονται από το Πυροσβεστικό Σώμα και υπηρετούν στην Υ.Ε.Υ.Σ.Α από την 28/2/2022 δε λαμβάνουν καμία αποζημίωση εισέτι εκρεμεί και δεν έχει εκδοθεί η προβλεπόμενη από την παράγραφο 3 του ως άνω νόμου, Κοινή Υπουργική Απόφαση, ώστε να καθορίζεται με ενιαίο τρόπο η χορήγηση της μηνιαίας αποζημίωσης στα στελέχη της Υ.Ε.Υ.Σ.Α.
Στον παρόντα νόμο βλέπουμε να επαναλαμβάνεται η ίδια διαδικασία αφήνοντας ξανά έξω από τη χορήγηση της αποζημίωσης αυτής τα στελέχη του Πυροσβεστικού Σώματος παρότι η Υπηρεσία είναι πια ΕΝΙΑΙΑ.
Στο πλαίσιο της ίσης αντιμετώπισης των ΣΤΕΛΕΧΏΝ ΤΟΥ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟΎ ΣΩΜΑΤΟΣ με το λοιπό προσωπικό που υπηρετεί στην ως άνω Υπηρεσία, λαμβανομένου υπόψη την αρχή της χρηστής Διοίκησης, την αρχή της ίσης μεταχείρισης των εργαζομένων και τη δράση της Διοίκησης βάσει του Συντάγματος, κρίνεται θεωρώ επιβεβλημένο μέχρι της ολοκλήρωσης της εκδόσεως της κοινής υπουργικής απόφασης που και ο ιδρυτικός νόμος Ν.4613/2019 στο άρθρο 21 παρ. 3 εδ. β) και ο παρών νόμος προβλέπει στο άρθρο 33 παρ.6, να γίνει τροποποίηση στο άρθρο 35 του παρόντος στην παράγραφο 2 εφάφιο β) με τρόπο που να ρυθμίζει τη χορήγηση ειδικής μηνιαίας αποζημίωσης και στα στελέχη του Πυροσβεστικού Σώματος, επιλύοντας το ειρημένο ζήτημα και προτείνεται να αντικατασταθεί το τελευταίο εδάφιο της, ως εξής:
Μέχρι την έκδοση της απόφασης της παρ. 6 του άρθρου 33, εξακολουθεί να καταβάλλεται η ειδική μηνιαία αποζημίωση που προβλέπεται στην παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 2713/1999 (Α΄ 89), καθώς και στην παρ. 10 του άρθρου 50 του ν. 2935/2001 (Α’ 162), στο ύψος και με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που ίσχυαν έως την ημερομηνία της έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου, ενώ στο προσωπικό του Πυροσβεστικού Σώματος που υπηρετεί στην Υ.Ε.Υ.Σ.Α εφαρμόζονται κατ’αναλογία τα ισχύοντα στην παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 2713/1999 (Α΄ 89) αναδρομικά από 28-2-2022, ημερομηνία τοποθέτησής του στην Υπηρεσία.»