04). Πώς αξιολογείτε την πρόβλεψη του Προγράμματος Εφαρμογής του Νόμου;

04). Πώς αξιολογείτε την πρόβλεψη του Προγράμματος Εφαρμογής του Νόμου;

  • Ασαφή.

  • 11 Ιουλίου 2010, 23:12 | HellasCert

    Οι βασικές κατευθύνσεις του Προγράμματος Εφαρμογής κρίνονται ως ικανοποιητικές με τη μόνη επισήμανση ότι για όλες οι παρεμβάσεις που αφορούν το κανονιστικό πλαίσιο είναι απαραίτητο να ληφθούν υπόψη τα Διεθνή και Ευρωπαϊκά Πρότυπα όπως επίσης και οι Κανονισμοί και οι Οδηγίες της ΕΕ. Μόνο με αυτό τον τρόπο μπορεί να διασφαλισθεί η συγκρότηση ενός Εθνικού συστήματος δια βίου μάθησης το οποίο θα παρέχει τη δυνατότητα σε όλους του έλληνες πολίτες να αποκτήσουν προσόντα ισότιμα και αναγνωρίσιμα από τη διεθνή κοινότητα.

    Τέλος, θεωρούμε προφανές ότι , όπως επιτάσσουν οι σύγχρονες αρχές της δημόσιας διοίκησης, το Πρόγραμμα Εφαρμογής θα ειδικευτεί και θα πάρει τη μορφή Επιχειρησιακού Σχεδίου στο οποίο θα περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων οι ποσοτικοί και ποιοτικοί στόχοι, όπως επίσης και οι βασικοί δείκτες απόδοσης (KPI) για να είναι δυνατή η διαρκής αξιολόγηση της πορείας υλοποίησης του.

    Το Διοικητικό Συμβούλιο της
    Ελληνικής Ένωσης Διαπιστευμένων Φορέων Επιθεώρησης-Πιστοποίησης

  • 11 Ιουλίου 2010, 13:35 | ΒΛΑΧΟΣ Μ. ΦΩΤΙΟΣ Πρόεδρος Συλλόγου Αποφοίτων Συνεχιζόμενης Εκπαίδευσης Τμήματος Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής Πανεπιστημίου Μα

    Σε ότι αφορά την πρόβλεψη Εφαρμογής του Νόμου η σύνοψη που παρουσιάζεται δεν προσφέρει επαρκές έδαφος σχολιασμού, καθώς περιορίζεται στη γενική περιγραφή των θεωρητικών στόχων αναβάθμισης του συστήματος ΔΒΜ χωρίς να γίνεται αναφορά στο καθοριστικό «Ποιός θα διενεργήσει αυτές τις δράσεις ανασυγκρότησης». Ωστόσο, εκείνο που ξεχωρίζει από τα γραφόμενα είναι η ανάγκη ανάπτυξης του ανθρώπινου δυναμικού των φορέων κάτι που θα στοιχίσει χρόνο και χρήματα. Όμως η ΔΒΜ στην Ελλάδα έχει στοιχίσει ήδη αρκετά και οι λιγοστές εκθέσεις αξιολόγησης των δράσεων φανερώνουν το γιατί. Το γιατί δαπανήθηκαν εγχώριοι και κοινοτικοί πόροι αδίκως, έγκειται στον αναποτελεσματικό σχεδιασμό των προγραμμάτων, την αδυναμία σύνδεσης με την αγορά και την απουσία εξειδικευμένων στελεχών στους κατά τόπους φορείς.
    Το γεγονός ότι η ΔΒΜ κινήθηκε μέχρι σήμερα στηριζόμενη σε ανειδίκευτο προσωπικό δεν σημαίνει ότι πρέπει να συνεχίσει έτσι, διότι ακόμα και αν ο κεντρικός σχεδιασμός είναι άρτιος, η υλοποίηση επαφίεται εξ ολοκλήρου στους λειτουργούς της εκάστοτε δομής και αυτοί πρέπει πρώτα και κυριότερα να γνωρίζουν και όχι να καταβάλουν φιλότιμες προσπάθειες ώστε να μάθουν. Στο βαθμό αυτό πιστεύω πως η παρούσα αναδιάρθρωση θα πρέπει να αποφέρει ισχυρές – δομικά και λειτουργικά – κεντρικές δομές, που θα σχεδιάζουν, θα υποστηρίζουν και θα ελέγχουν διαρκώς την πορεία εφαρμογής των δράσεων ΔΒΜ, ώστε η επιχειρούμενη αποκέντρωση να μην αφήνει την αίσθηση πολυφωνίας. Οι επιτελικοί φορείς πρέπει να διατηρούν το δικαίωμα επιλογής εξειδικευμένου προσωπικού προς όφελος των τοπικών κοινωνιών και όχι να διανέμουν ευκαιρίες τακτοποίησης σε παράγοντες της αυτοδιοίκησης, όπως συμβαίνει. Τα μέτρα, τα πρότυπα, οι δράσεις, οι θεσμοί και τα πλαίσια που προδιαγράφονται οφείλουν να στηριχθούν σε ανθρώπους που δύνανται να τα υποστηρίξουν επιστημονικά. Έτσι θα γίνει σύντομα αντιληπτό πως δεν μπορεί να ασχολείται οποιοσδήποτε με οτιδήποτε εις βάρος του κοινωνικού συνόλου. Σας ευχαριστώ θερμά για το χρόνο σας!

  • Κατ’ αρχάς μια επισήμανση ως προς τη διαδικασία: Βασική προϋπόθεση κάθε αποτελεσματικής διαβούλευσης αποτελούν η παροχή επαρκούς πληροφόρησης στους συμμετέχοντες και η διασφάλιση συνθηκών που προωθούν την ενεργό και ευρεία συμμετοχή σε αυτή. Κατά συνέπεια, η «Σύνοψη αρχών σχεδίου νόμου για την ανάπτυξη της Διά Βίου Μάθησης» (με την οποία αντικαταστάθηκε το αρχικό κείμενο με τίτλο «Σύνοψη επί κειμένου εργασίας-Νομοσχέδιο για την ανάπτυξη της Διά Βίου Μάθησης») θα μπορούσε να συνοδεύεται και από το πλήρες κείμενο, προκειμένου να αποσαφηνίζονται περαιτέρω τα επιμέρους σημεία, αφού μάλιστα υπήρξαν διαφοροποιήσεις μεταξύ των δύο κειμένων. Επιπλέον, η περιορισμένη χρονική διάρκεια της διαβούλευσης (μόλις 8 ημέρες) αποβαίνει εις βάρος των απαραίτητων συλλογικών διεργασιών στο πλαίσιο των άμεσα ενδιαφερομένων φορέων, με στόχο την κατάθεση σχολίων και προτάσεων. Όλα αυτά δημιουργούν εύλογα ερωτήματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα της διαβούλευσης σε σχέση βεβαίως με τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται από την πολιτική ηγεσία του ΥΠΔΒΜΘ.
    Το περιεχόμενο του κειμένου των αρχών του υπό διαμόρφωση (;) σχεδίου νόμου για τη ΔΒΜ υποδηλώνει την πρόθεση εκ μέρους της πολιτείας για τη διευθέτηση ζητημάτων που είχαν εντοπισθεί και στο πλαίσιο της προηγούμενης διαβούλευσης σχετικά με την ανάπτυξη εθνικής πολιτικής για τη ΔΒΜ στη χώρα μας. Ωστόσο παράλληλα, προκαλεί και πολλές απορίες, καθώς δεν αποσαφηνίζονται επαρκώς ζητήματα που υπήρξαν και τότε αντικείμενο προβληματισμού. Για παράδειγμα, γιατί αντί ενός ενιαίου μητρώου εκπαιδευτών ενηλίκων, μητρώα των επιμέρους φορέων; Αποτελεί ζητούμενο η «κινητικότητα» των εκπαιδευτών μεταξύ αυτών και πώς θα διασφαλίζεται; Ο καθορισμός προδιαγραφών είναι επαρκής προϋπόθεση για την αποτελεσματική εκπαίδευσή τους, αν αυτή γίνεται από τους μεμονωμένους φορείς; Άλλα σημαντικά ζητήματα, όπως αυτό της διασφάλισης της ποιότητας της διά βίου μάθησης, αναφέρεται ότι θα διευθετηθούν με τη «συγκρότηση συστημάτων παρακολούθησης» και τη θέσπιση «προδιαγραφών». Σε πολλά επίσης σημεία του κειμένου υπάρχουν αναφορές για θέματα που θα ρυθμίζονται, όμως το πώς θα γίνει αυτό δεν αποτελεί θέμα διαβούλευσης; Αν και η αναφορά στο «Πρόγραμμα Εφαρμογής» θα μπορούσε να θεωρηθεί καλή ένδειξη για την υλοποίηση βασικών αρχών του σχεδίου νόμου, εντούτοις το κείμενο παραμένει «ελλιπές» και δε δίνει τη δυνατότητα για διάλογο επί της ουσίας.

    Όσοι όμως ασχολούμαστε εδώ και πολλά χρόνια με την εκπαίδευση ενηλίκων και τη διά βίου μάθηση, ξέρουμε πια ότι οι καλές προθέσεις δεν αρκούν, αυτό που μετράει είναι ο τρόπος και οι δυνατότητες εφαρμογής τους στην πράξη. Κι έχουμε επίσης κατανοήσει ότι «αν μεταφυτέψεις λύσεις για τα προβλήματα της χώρας σου δανεισμένες από άλλες κουλτούρες, χωρίς προηγούμενη κριτική ανάλυση της δικής σου πραγματικότητας είναι καταδικασμένες να μην καρπίσουν» (Θεόφραστος Γέρου, 1983, Περιοδικό Αυτομόρφωση, τεύχος 1).

    Το Δ.Σ. του Συλλόγου Μονίμων Υπαλλήλων Γενικής Γραμματείας ΔΒΜ

  • 9 Ιουλίου 2010, 23:59 | Χριστίνα

    Δεν ξέρω αν αυτός ή αυτή που διατύπωσε τη συγκεκριμένη παράγραφο, κατάλαβε τι έγραφε. Τι να σχολιάσουμε πάνω σε ένα κείμενο που παίρνει κάτω από τη βάση αν εξεταστεί από οποιονδήποτε φιλόλογο; Κι ας έχει απλώς παιδαγωγική και όχι ανδραγωγική επάρκεια!