Άρθρο 7 Αναλογικότητα (άρθρο 7 της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/958)

 

1. Το εκάστοτε αρμόδιο υπουργείο ή αρχή μεριμνά ώστε οι νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις που θεσπίζονται για τον περιορισμό της πρόσβασης σε νομοθετικά ρυθμιζόμενα επαγγέλματα ή της άσκησης των επαγγελμάτων αυτών, συμπεριλαμβανομένων και των τροποποιήσεων υφιστάμενων διατάξεων, να είναι κατάλληλες για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και να μην υπερβαίνουν τα αναγκαία όρια για την επίτευξή του.
2. Πριν από την πρόταση ή τη θέσπιση διατάξεων που αναφέρονται στην παρ. 1, το αρμόδιο υπουργείο ή αρχή εξετάζει:
α) τη φύση των κινδύνων που σχετίζονται με τους επιδιωκόμενους σκοπούς δημόσιου συμφέροντος, ιδίως των κινδύνων για τους αποδέκτες των υπηρεσιών, περιλαμβανομένων των καταναλωτών, των επαγγελματιών ή τρίτων,
β) κατά πόσον οι υφιστάμενοι κανόνες ειδικού ή γενικότερου χαρακτήρα, όπως αυτοί που περιέχονται στη νομοθεσία για την ασφάλεια των προϊόντων ή στη νομοθεσία για την προστασία των καταναλωτών, δεν επαρκούν για την επίτευξη του επιδιωκόμενου στόχου,
γ) την καταλληλότητα της διάταξης όσον αφορά το εάν είναι ενδεδειγμένη για την επίτευξη του επιδιωκόμενου στόχου, την ανταπόκριση σε αυτόν με τρόπο συνεπή και συστηματικό και, ως εκ τούτου, την αντιμετώπιση των κινδύνων που εντοπίζονται σε συγκρίσιμες δραστηριότητες κατά τρόπο παρόμοιο,
δ) τον αντίκτυπο στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και των υπηρεσιών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις επιλογές των καταναλωτών και στην ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών,
ε) τη δυνατότητα χρήσης λιγότερο περιοριστικών μέσων για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού δημόσιου συμφέροντος· όταν οι διατάξεις δικαιολογούνται μόνο με βάση την προστασία των καταναλωτών και όταν οι κίνδυνοι που εντοπίζονται περιορίζονται στη σχέση μεταξύ του επαγγελματία και του καταναλωτή και, ως εκ τούτου, δεν επηρεάζουν αρνητικά τρίτους, το αρμόδιο υπουργείο ή αρχή αξιολογεί συγκεκριμένα κατά πόσον ο σκοπός μπορεί να επιτευχθεί με λιγότερο περιοριστικά μέσα από τον περιορισμό της πρόσβασης στις δραστηριότητες,
στ) την επίπτωση των νέων ή τροποποιούμενων διατάξεων, σε συνδυασμό με άλλες απαιτήσεις που περιορίζουν την πρόσβαση στο επάγγελμα, ή την άσκηση του επαγγέλματος αυτού, και ειδικότερα τον τρόπο με τον οποίο οι νέες ή τροποποιούμενες διατάξεις, σε συνδυασμό με άλλες απαιτήσεις, συμβάλλουν στον ίδιο σκοπό δημόσιου συμφέροντος και είναι αναγκαίες για την επίτευξή του.
3. Κατά περίπτωση, εφόσον ενδείκνυται λόγω της φύσης και του περιεχομένου της νέας ή τροποποιούμενης διάταξης, το αρμόδιο υπουργείο ή αρχή εξετάζει, επίσης, τα ακόλουθα στοιχεία:
α) Τη σύνδεση μεταξύ του πεδίου των δραστηριοτήτων που αφορούν ένα επάγγελμα ή περιορίζονται αποκλειστικά σε αυτό και του απαιτούμενου επαγγελματικού προσόντος,
β) τη σύνδεση μεταξύ της πολυπλοκότητας των σχετικών δραστηριοτήτων και της ανάγκης να κατέχουν αυτοί που εκτελούν τις εν λόγω δραστηριότητες ειδικά επαγγελματικά προσόντα, ειδικότερα όσον αφορά στο επίπεδο, τη φύση και τη διάρκεια της κατάρτισης ή της πείρας που απαιτείται,
γ) τη δυνατότητα να αποκτηθούν τα επαγγελματικά προσόντα μέσω εναλλακτικών οδών,
δ) αν και για ποιον λόγο οι αποκλειστικές δραστηριότητες που συνδέονται με ορισμένα επαγγέλματα μπορούν ή δεν μπορούν να ασκούνται από κοινού με άλλα επαγγέλματα,
ε) τον βαθμό αυτονομίας στην άσκηση ενός νομοθετικά ρυθμιζόμενου επαγγέλματος και τον αντίκτυπο των οργανωτικών και εποπτικών ρυθμίσεων στην επίτευξη του επιδιωκόμενου στόχου, ειδικότερα όταν οι δραστηριότητες που σχετίζονται με ένα νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα ασκούνται υπό τον έλεγχο και την ευθύνη ενός κατάλληλα ειδικευμένου επαγγελματία και
στ) τις επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις που ενδέχεται να μειώνουν ή να αυξάνουν την ασυμμετρία πληροφόρησης μεταξύ επαγγελματιών και καταναλωτών.
4. Κατά την εφαρμογή της περ. στ) της παρ. 2, το αρμόδιο υπουργείο ή αρχή αξιολογεί το αποτέλεσμα της νέας ή τροποποιούμενης διάταξης, όταν συνδυάζεται με μία ή περισσότερες απαιτήσεις, λαμβάνοντας υπόψη ότι το αποτέλεσμα μπορεί να θετικό ή αρνητικό, και, συγκεκριμένα, τα ακόλουθα:
α) αποκλειστικές δραστηριότητες, προστατευόμενο επαγγελματικό τίτλο ή οποιαδήποτε άλλη μορφή ρύθμισης κατά την έννοια της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 3 του π.δ. 38/2010 (Α’ 78),
β) υποχρεώσεις υποβολής σε συνεχή επαγγελματική εξέλιξη,
γ) κανόνες σχετικούς με την οργάνωση του επαγγέλματος, την επαγγελματική δεοντολογία και εποπτεία,
δ) υποχρεωτική εγγραφή σε επαγγελματική οργάνωση ή φορέα, συστήματα καταχώρισης ή αδειοδότησης, ειδικότερα όταν αυτές οι απαιτήσεις συνεπάγονται την κατοχή συγκεκριμένου επαγγελματικού προσόντος,
ε) ποσοτικούς περιορισμούς, ειδικότερα απαιτήσεις που περιορίζουν τον αριθμό των αδειών άσκησης μιας δραστηριότητας ή καθορίζουν έναν ελάχιστο ή μέγιστο αριθμό υπαλλήλων, διευθυντών ή εκπροσώπων που διαθέτουν ειδικά επαγγελματικά προσόντα,
στ) απαιτήσεις για συγκεκριμένη νομική μορφή ή απαιτήσεις που σχετίζονται με την εταιρική συμμετοχή ή τη διοίκηση μιας εταιρείας, στον βαθμό που αυτές οι απαιτήσεις συνδέονται άμεσα με την άσκηση του νομοθετικά ρυθμιζόμενου επαγγέλματος,
ζ) εδαφικούς περιορισμούς, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων στις οποίες το επάγγελμα είναι νομοθετικά ρυθμιζόμενο σε τμήματα της επικράτειας με τρόπο διαφορετικό από αυτόν με τον οποίο είναι νομοθετικά ρυθμιζόμενο σε άλλα τμήματα,
η) απαιτήσεις που περιορίζουν την άσκηση ενός νομοθετικά ρυθμιζόμενου επαγγέλματος από κοινού ή σε εταιρεία, καθώς και κανόνες περί ασυμβιβάστου,
θ) απαιτήσεις για ασφαλιστική κάλυψη ή άλλα μέσα προσωπικής ή συλλογικής προστασίας όσον αφορά την επαγγελματική ευθύνη,
ι) απαιτήσεις γλωσσικών γνώσεων, στον βαθμό που είναι αναγκαίες για την άσκηση του επαγγέλματος,
ια) απαιτήσεις για σταθερές ελάχιστες και/ή μέγιστες τιμολογήσεις και
ιβ) απαιτήσεις όσον αφορά τη διαφήμιση.
5. Πριν από τη θέσπιση νέων ή την τροποποίηση υφιστάμενων διατάξεων, το αρμόδιο υπουργείο ή αρχή διασφαλίζει, επιπλέον, τη συμμόρφωση με την αρχή της αναλογικότητας των απαιτήσεων που σχετίζονται συγκεκριμένα με την προσωρινή ή περιστασιακή παροχή υπηρεσιών, οι οποίες προβλέπονται στον Τίτλο ΙΙ του π.δ. 38/2010, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται:
α) αυτόματη προσωρινή εγγραφή ή τυπική προσχώρηση σε επαγγελματική οργάνωση ή σε επαγγελματικό φορέα, σύμφωνα με την περ. α΄ του πρώτου εδαφίου του άρθρου 6 του π.δ. 38/2010.
β) προηγούμενη δήλωση, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 7 του π.δ. 38/2010, απαιτούμενα δικαιολογητικά, σύμφωνα με την παρ. 2 του ιδίου άρθρου, ή οποιαδήποτε άλλη αντίστοιχη απαίτηση και
γ) τέλη ή άλλες χρεώσεις που επιβαρύνουν τον πάροχο των υπηρεσιών για τη διεκπεραίωση των διοικητικών διαδικασιών που σχετίζονται με την πρόσβαση σε νομοθετικά ρυθμιζόμενα επαγγέλματα, ή την άσκησή των επαγγελμάτων αυτών.
6. Η παρ. 5 δεν εφαρμόζεται σε μέτρα τα οποία αποσκοπούν να διασφαλίσουν την τήρηση των ισχυόντων όρων και συνθηκών εργασίας, που εφαρμόζονται σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο.
7. Όταν οι διατάξεις που αναφέρονται στο παρόν αφορούν στη νομοθετική ρύθμιση επαγγελμάτων υγείας και έχουν επιπτώσεις στην ασφάλεια των ασθενών, το υπουργείο Υγείας και κάθε αρμόδια αρχή λαμβάνουν υπόψη τον στόχο της διασφάλισης υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας του ανθρώπου.
8. Η τήρηση του παρόντος διασφαλίζεται και ελέγχεται από τη νομοπαρασκευαστική επιτροπή και την Επιτροπή Αξιολόγησης Ποιότητας της Νομοπαρασκευαστικής Διαδικασίας των άρθρων 63 και 64 του ν. 4622/2019 (Α΄ 133).
9. Για την αξιολόγηση της αναλογικότητας σύμφωνα με τις παρ. 1 έως 5 του άρθρου 4 και το παρόν, συντάσσεται ειδική έκθεση, ύστερα από εισήγηση του συντονιστή (εθνικού εκπροσώπου) της παρ. 2 του άρθρου 59 του π.δ. 38/2010 και γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, η οποία περιλαμβάνεται στην Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης του άρθρου 62 του ν. 4622/2019.