Άρθρο 03: Διαδικασία Επιμερισμού του Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας

1. Οι Υπουργοί Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Οικονομικών αξιολογούν την έκθεση επαλήθευσης του ΚΚΚΤΥ που υποβάλει η ΕΕΤΤ, και αποφασίζουν αν το επαληθευμένο ΚΚΚΤΥ αποτελεί άδικη οικονομική επιβάρυνση για τον ΦΠΚΥ. Τα κριτήρια για την αξιολόγηση του κατά πόσο το ΚΚΚΤΥ αποτελεί άδικη οικονομική επιβάρυνση, μπορούν ενδεικτικά να περιλαμβάνουν: (α) αξιολόγηση της συνολικής οικονομικής θέσης του ΦΠΚΥ, (β) το βαθμό χρήσης και ζήτησης των ταχυδρομικών υπηρεσιών, (γ) το επίπεδο κόστους και εσόδων της ΚΥ, (δ) τα μερίδια αγοράς.
2. Εφόσον στην έκθεση της ΕΕΤΤ το επαληθευμένο ΚΚΚΤΥ είναι μηδενικό ή οι Υπουργοί Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Οικονομικών αποφασίσουν ότι το ΚΚΚΤΥ δεν αποτελεί άδικη οικονομική επιβάρυνση, δεν υφίσταται υποχρέωση συνεισφοράς ΣΚΚ των παρόχων με Ειδική Άδεια.
3. Εφόσον οι Υπουργοί Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Οικονομικών αποφασίσουν ότι το ΚΚΚΤΥ αποτελεί άδικη οικονομική επιβάρυνση για τον ΦΠΚΥ, η ΕΕΤΤ, εντός ενός (1) μηνός, υπολογίζει και εξατομικεύει τη ΣΚΚ κάθε υπόχρεου παρόχου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας, και τους ενημερώνει σχετικά. Σε περίπτωση που το συνολικό ποσό που συγκεντρώνεται από τους προαναφερόμενους στο άρθρο 2 υπόχρεους φορείς δεν επαρκεί για την κάλυψη του καθαρού κόστους παροχής της Καθολικής Υπηρεσίας, τότε με κοινή απόφαση θα καθορίζεται η μεταφορά του ποσού αυτού στην επόμενη οικονομική χρήση ή η κάλυψη του ελλείμματος από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.
4. Οι υπόχρεες επιχειρήσεις με Ειδική Άδεια, υποχρεούνται να καταβάλλουν τη συμμετοχή τους στο Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο (2) μηνών από την γνωστοποίηση της υποχρέωσής τους σε αυτές. Τα χρήματα κατατίθενται σε χωριστό λογαριασμό που τον διαχειρίζεται η ΕΕΤΤ. Μετά την πάροδο της προθεσμίας των δύο (2) μηνών η ΕΕΤΤ καταβάλλει στo δικαιούχο ΦΠΚΥ τα χρήματα, που κατά τα ανωτέρω έχουν καταβληθεί σε αυτήν.
5. Οι εισφορές που προκύπτουν για τον ΦΠΚΥ δεν καταβάλλονται αλλά συμψηφίζονται αυτόματα, εφόσον είναι ο ίδιος και δικαιούχος.
6. Η τελευταία ημέρα της δίμηνης προθεσμίας για την καταβολή της συνεισφοράς των υπόχρεων επιχειρήσεων στο Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας αποτελεί τη δήλη ημέρα καταβολής, μετά την παρέλευση της οποίας η συνεισφορά επιβαρύνεται με το νόμιμο τόκο υπερημερίας, όπως αυτός καθορίζεται με Πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
7. H πέραν των τριάντα (30) ημερών καθυστέρηση καταβολής της συμμετοχής των υπόχρεων επιχειρήσεων στο Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας επισύρει, πλέον του τόκου υπερημερίας, την επιβολή προστίμου ή άλλων διοικητικών κυρώσεων από την EETT, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 4053/2012.

  • 1 Οκτωβρίου 2012, 10:09 | ACS AEE

    Παρόλο που θεωρούμε ότι το ΚΚΚΤΥ θα έπρεπε να απορροφάται εξ’ ολοκλήρου από το Κράτος ή/και τα ΕΛΤΑ (για τους λόγους που αναφέρονται στην ενότητα Β πιο πάνω), στις παραγράφους που ακολουθούν αναφέρονται κριτήρια για επιμερισμό του ΚΚΚΤΥ, σε περίπτωση που τελικά επιβληθεί η συμμετοχή και των άλλων Παρόχων στην επιδότηση του ΚΚΚΤΥ.

    1. Στο 2ο εδάφιο του σημείου 3 του Προοιμίου αναφέρεται η «ανάπτυξη ενός ισόρροπου ανταγωνισμού». Ο όρος «ισόρροπος» δεν διευκρινίζεται στο σχέδιο ΚΥΑ, ενώ μπορεί να υποθάλπει μια ελεγχόμενη ανάπτυξη του ανταγωνισμού αντί για την ελεύθερη ανάπτυξή του, όπως επιτάσσει η Οδηγία 2008/6/ΕΚ.

    Επισημαίνεται ότι ο όρος «ισόρροπος ανταγωνισμός» ουδόλως αναφέρεται στην Οδηγία 2008/6/ΕΚ, ενώ αναφέρεται συγκεκριμένα ο «ουσιαστικός ανταγωνισμός» και η διασφάλιση «ότι ο ανταγωνισμός στην αγορά λειτουργεί πλήρως».

    2. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 3 αναφέρονται τέσσερα (4) κριτήρια για αξιολόγηση του κατά πόσο το ΚΚΚΤΥ αποτελεί άδικη οικονομική επιβάρυνση για τον ΦΠΚΥ. Τρία από τα τέσσερα κριτήρια (το α, β και δ) δεν αφορούν το θέμα επιδότησης του ΦΠΚΥ για να δύναται να παρέχει την ΚΥ, αλλά αφορούν το σύνολο των δραστηριοτήτων του ΦΠΚΥ, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων εκτός ΚΥ. Αυτό αντιβαίνει με την σχετική κοινοτική και ελληνική νομοθεσία περί μη ύπαρξης σταυροειδών επιδοτήσεων μεταξύ μη καθολικών και καθολικών δραστηριοτήτων του ΦΠΚΥ – η εφαρμογή λογιστικού διαχωρισμού στον ΦΠΚΥ αυτήν την έννοια έχει.

    Επιπλέον, και τα τέσσερα κριτήρια είναι αόριστα και γενικά και, κατ’ επέκταση, στην ευχέρεια του καθενός να τα ερμηνεύσει και να τα εφαρμόσει όπως τον ευνοεί.

    Συγκεκριμένα:

    Για το κριτήριο (α) περί αξιολόγησης της συνολικής οικονομικής θέσης του ΦΠΚΥ, i) δεν ορίζεται επακριβώς τι εστί οικονομική θέση και ποιοι θα είναι οι συγκεκριμένοι οικονομικοί δείκτες που θα χρησιμοποιούνται για αυτήν την αξιολόγησή της και ii) μόνο η οικονομική θέση του ΦΠΚΥ σε σχέση με την παροχή ΚΥ πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, καθότι εάν η οικονομική θέση του ΦΠΚΥ για τις μη Καθολικές Υπηρεσίες αναμειχθεί, τότε θα υιοθετείται είτε άμεσα είτε έμμεσα ενδεχόμενη σταυροειδής επιδότηση μεταξύ μη καθολικών και καθολικών δραστηριοτήτων του ΦΠΚΥ.

    Για τα κριτήρια (β) και (δ) περί βαθμού χρήσης και ζήτησης των ταχυδρομικών υπηρεσιών καθώς και των μεριδίων αγοράς, αυτά θα πρέπει να αφορούν μόνο ό,τι έχει σχέση με τις Καθολικές Υπηρεσίες που παρέχει ο ΦΠΚΥ. Δεν διευκρινίζεται γιατί πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και τα περί μη καθολικών υπηρεσιών. Επίσης, χρειάζεται να προσδιορισθούν στην ΚΥΑ οι συγκεκριμένοι δείκτες που θα χρησιμοποιηθούν για την αξιολόγηση του βαθμού χρήσης των ΚΥ και του μεριδίου αγοράς.

    Για το κριτήριο (γ) περί του επιπέδου κόστους και εσόδων της ΚΥ, αυτό το θέμα θα έχει ήδη αξιολογηθεί από την ΕΕΤΤ και το συγκεκριμένο μέγεθός τους θα έχει ήδη συνυπολογιστεί από την ΕΕΤΤ στη διαδικασία προσδιορισμού του ΚΚΚΤΥ, η οποία προηγείται της διαδικασίας αξιολόγησης του κατά πόσο το ΚΚΚΤΥ αποτελεί άδικη οικονομική επιβάρυνση για τον ΦΠΚΥ.

    3. Σχετικά με τη διαδικασία που περιγράφεται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 3 του σχεδίου ΚΥΑ για προσδιορισμό της υποχρέωσης καταβολής της εισφοράς των άλλων Παρόχων και του άρθρου 9 του Σχεδίου Κανονισμού ΕΕΤΤ περί καθορισμού του ΚΚΚΤΥ για την προθεσμία προσδιορισμού του ΚΚΚΤΥ και της επαλήθευσής τους, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι άλλοι Πάροχοι χρειάζονται να γνωρίζουν εγκαίρως και εκ των προτέρων εάν θα κληθούν να συνεισφέρουν στο ταμείο ΚΥ και πόσο θα είναι αυτή η συνεισφορά.

    Αυτό είναι σημαντικό καθότι ο άλλοι Πάροχοι πρέπει να συμπεριλάβουν τυχόν συνεισφορά στο ΚΚΚΤΥ στον ετήσιο προϋπολογισμό και το επιχειρηματικό πλάνο τους (budget και business plan) και, κατά συνέπεια, δεν μπορούν ούτε να ενημερωθούν καθυστερημένα για την υποχρέωσή τους ούτε να βρεθούν προ εκπλήξεων για ποσά που ενδεχομένως να υπερβαίνουν το αναμενόμενο.

    4. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 3 αναφέρεται ότι “Σε περίπτωση που το συνολικό ποσό που συγκεντρώνεται από τους προαναφερόμενους στο άρθρο 2 υπόχρεους φορείς δεν επαρκεί για την κάλυψη του καθαρού κόστους παροχής της Καθολικής Υπηρεσίας, τότε με κοινή απόφαση θα καθορίζεται η μεταφορά του ποσού αυτού στην επόμενη οικονομική χρήση ή η κάλυψη του ελλείμματος από τον Κρατικό Προϋπολογισμό”.

    Χρειάζεται να διευκρινισθούν/ προσδιορισθούν τα ακόλουθα:

    α) Εάν η αναφορά στην επόμενη χρήση υπονοεί ότι το μέρος του ΚΚΚΤΥ που δεν καλύφθηκε την προηγούμενη χρήση θα προστεθεί στο ΚΚΚΤΥ της επόμενης χρήσης και με αυτόν τον τρόπο ενδέχεται να επιβαρύνει τους νέους παρόχους κατά την επόμενη χρήση.

    β) Εάν το μη καλυφθέν ΚΚΚΤΥ της προηγούμενης χρήσης θα επηρεάσει το αποτελεσματικό κόστος παροχής ΚΥ από τον ΦΠΚΥ κατά την επόμενη χρήση ή εάν δεν θα έχει ουδεμία σχέση με τα λειτουργικά έξοδα του ΦΠΚΥ κατά την επόμενη χρήση.