Στο παρόν Μέρος υπάγονται τα στελέχη των Σωμάτων Ασφαλείας, δηλαδή τα στελέχη:
α) της Ελληνικής Αστυνομίας,
β) του Πυροσβεστικού Σώματος και
γ) του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής.
Στο παρόν Μέρος υπάγονται τα στελέχη των Σωμάτων Ασφαλείας, δηλαδή τα στελέχη:
α) της Ελληνικής Αστυνομίας,
β) του Πυροσβεστικού Σώματος και
γ) του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής.
|
Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License![]() Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Είμαι Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων, της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας.
Από τον συνδυασμό των αρ. 2097/2019 ΣτΕ, σκέψη 15, αρ. 1118-1121/2024, ΣτΕ, σκέψεις 12, αρ. 854/2019 ΣτΕ, σκέψη 11, αρ. 382/2024 ΣτΕ, σκέψεις 11 και 12 και αρ. 383/2024, σκέψεις 12 έως 16, για τους Αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017 (π.χ. Α-Β, Α- ή Β+ κατηγορία).
Τούτο διότι εμείς ως αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας έχουμε λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6).
Περαιτέρω, η διαφορετική υπηρεσιακή διαδρομή των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., από τους αξιωματικούς που προήχθησαν από τον βαθμό του Ανθυπαστυνόμου στον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄, λόγω συμπλήρωσης ορισμένου χρόνου υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 7 του ν. 3686/2008, βασίζεται στο γενικό, αντικειμενικό και αξιοκρατικό κριτήριο της εισαγωγής κατόπιν εξετάσεων και ευδόκιμης αποφοίτησης των πρώτων από το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων και την απορρέουσα απ’ αυτήν επαγγελματική ικανότητα και εμπειρία των αξιωματικών αυτών της ΕΛ.ΑΣ. Το κριτήριο αυτό δικαιολογεί τη βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό στην ιεραρχία της ΕΛ.ΑΣ. σε σχέση με τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από το Τμήμα αυτό, δεδομένου ότι με την ευδόκιμη αποφοίτηση από το παραπάνω Τμήμα της Σχολής Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης – Επιμόρφωσης της ΕΛ.ΑΣ. πιστοποιείται η κατοχή γνώσεων και επαγγελματικής κατάρτισης άμεσα συνυφασμένων με τα αστυνομικά καθήκοντα που θα κληθούν να ασκήσουν οι απόφοιτοι του Τμήματος αυτού ως κατώτεροι και ανώτεροι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ.
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι ως άνω δύο κατηγορίες αξιωματικών, για καθεμία εκ των οποίων προβλέπονται ιδιαίτερη επετηρίδα και διαφορετικός αριθμός οργανικών θέσεων, τελούν υπό προδήλως διαφορετικές συνθήκες εξέλιξης και σταδιοδρομίας που δικαιολογούν τη διαφορετική βαθμολογική και μισθολογική τους μεταχείρισή τους από τον νομοθέτη, η δε βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό ιεραρχίας από τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από αυτό γίνεται, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, βάσει κριτηρίου που συνάπτεται άμεσα με την προσωπική αξία και ικανότητα των αξιωματικών αυτών (πρβλ. ΣτΕ 853, 854/2019 επτ., 152, 2533/2016, 284/2015, 1127/2006, 3119/2002, 112/2000, 3894/1998, 172/1991).
Επομένως, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., αποφοίτων του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους πριν την εισαγωγή τους σε αυτό, αλλά και μετά την αποφοίτησή τους από αυτό. Οι Ανθυπαστυνόμοι που εισήχθησαν και αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α., σε σχέση με τους Ανθυπαστυνόμους που δεν εισήχθησαν και δεν αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. δεν τελούν σε όμοιες νομικές συνθήκες, αλλά σε ανόμοιες νομικές συνθήκες. Η κατηγορία αυτή των Ανθυπαστυνόμων προάγονται σε αξιωματικούς με μια αίτησή τους, με μόνο κριτήριο τα έτη υπηρεσίας. Ο νομοθέτης οφείλει να αναγνωρίσει στους αποφοίτους του Τ.Ε.Μ.Α. ενδιάμεση κατηγορία που να μην την εξισώνει με άλλες κατηγορίες αστυνομικού προσωπικού, καθώς εμείς σε δύο διαγωνισμούς (προαγωγή σε Αρχιφύλακες με εξετάσεις – Εισαγωγή ως Ανθυπαστυνόμοι στο Τ.Ε.Μ.Α.), κριθήκαμε στα εξεταζόμενα μαθήματα ως οι ικανότεροι των καταλλήλων υποψηφίων, σύμφωνα με την αρχή της αξιοκρατίας.
Άρα, η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται με την πάροδο των ετών υπηρεσίας και των συνακόλουθων βαθμολογικών προαγωγών, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας (ενδιάμεση με αυξημένες αποδοχές), ήτοι αποδοχές πλησίον των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. (Α΄ κατηγορία), χωρίς όμως οι απολαβές των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α. να εξισώνονται πλήρως με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής μας διαδρομής και μόνο. Εξάλλου, ως απόφοιτοι του Τ.Ε.Μ.Α. ασκούμε όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της Α΄ μισθολογικής Κατηγορίας που δεν δικαιολογεί τεράστια απόκλιση στις αποδοχές μας (βλέπε πχ ΠΔ 100/2003, ΠΔ 24/1997, ΠΔ 120/2008, πχ 82/2021 και ΠΔ 141/1991 ενδεικτικά). Η ένταξή μας σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Κλείνοντας, ως Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (ν.δ. 649/1970), μετά προδήλου εννόμου συμφέροντος ζητώ την άρση της οικονομικής και ηθικής μου βλάβης, με την δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας που να προσεγγίζει το 75% τουλάχιστον των αποδοχών των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., ένεκα των αυξημένων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων μου που μου αναγνωρίζει ο νόμος και η αρχή της αναλογικότητας. Σε κάθε περίπτωση η Διοίκηση με την ένταξή μου στην β΄ μισθολογική κατηγορία, προσβάλει βάναυσα την προσωπικότητά μου, αφού σε καμία περίπτωση δεν αναγνωρίζει την προσωπική μου αξία και ικανότητα, η οποία γίνεται δεκτή με βάση την νομολογία και σε καμία περίπτωση δεν θίγει τα δικαιώματα των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α
Είμαι Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων, της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας.
Από τον συνδυασμό των αρ. 2097/2019 ΣτΕ, σκέψη 15, αρ. 1118-1121/2024, ΣτΕ, σκέψεις 12, αρ. 854/2019 ΣτΕ, σκέψη 11, αρ. 382/2024 ΣτΕ, σκέψεις 11 και 12 και αρ. 383/2024, σκέψεις 12 έως 16, για τους Αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017 (π.χ. Α-Β, Α- ή Β+ κατηγορία).
Τούτο διότι εμείς ως αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας έχουμε λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6).
Περαιτέρω, η διαφορετική υπηρεσιακή διαδρομή των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., από τους αξιωματικούς που προήχθησαν από τον βαθμό του Ανθυπαστυνόμου στον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄, λόγω συμπλήρωσης ορισμένου χρόνου υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 7 του ν. 3686/2008, βασίζεται στο γενικό, αντικειμενικό και αξιοκρατικό κριτήριο της εισαγωγής κατόπιν εξετάσεων και ευδόκιμης αποφοίτησης των πρώτων από το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων και την απορρέουσα απ’ αυτήν επαγγελματική ικανότητα και εμπειρία των αξιωματικών αυτών της ΕΛ.ΑΣ. Το κριτήριο αυτό δικαιολογεί τη βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό στην ιεραρχία της ΕΛ.ΑΣ. σε σχέση με τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από το Τμήμα αυτό, δεδομένου ότι με την ευδόκιμη αποφοίτηση από το παραπάνω Τμήμα της Σχολής Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης – Επιμόρφωσης της ΕΛ.ΑΣ. πιστοποιείται η κατοχή γνώσεων και επαγγελματικής κατάρτισης άμεσα συνυφασμένων με τα αστυνομικά καθήκοντα που θα κληθούν να ασκήσουν οι απόφοιτοι του Τμήματος αυτού ως κατώτεροι και ανώτεροι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ.
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι ως άνω δύο κατηγορίες αξιωματικών, για καθεμία εκ των οποίων προβλέπονται ιδιαίτερη επετηρίδα και διαφορετικός αριθμός οργανικών θέσεων, τελούν υπό προδήλως διαφορετικές συνθήκες εξέλιξης και σταδιοδρομίας που δικαιολογούν τη διαφορετική βαθμολογική και μισθολογική τους μεταχείρισή τους από τον νομοθέτη, η δε βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό ιεραρχίας από τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από αυτό γίνεται, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, βάσει κριτηρίου που συνάπτεται άμεσα με την προσωπική αξία και ικανότητα των αξιωματικών αυτών (πρβλ. ΣτΕ 853, 854/2019 επτ., 152, 2533/2016, 284/2015, 1127/2006, 3119/2002, 112/2000, 3894/1998, 172/1991).
Επομένως, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., αποφοίτων του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους πριν την εισαγωγή τους σε αυτό, αλλά και μετά την αποφοίτησή τους από αυτό. Οι Ανθυπαστυνόμοι που εισήχθησαν και αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α., σε σχέση με τους Ανθυπαστυνόμους που δεν εισήχθησαν και δεν αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. δεν τελούν σε όμοιες νομικές συνθήκες, αλλά σε ανόμοιες νομικές συνθήκες. Η κατηγορία αυτή των Ανθυπαστυνόμων προάγονται σε αξιωματικούς με μια αίτησή τους, με μόνο κριτήριο τα έτη υπηρεσίας. Ο νομοθέτης οφείλει να αναγνωρίσει στους αποφοίτους του Τ.Ε.Μ.Α. ενδιάμεση κατηγορία που να μην την εξισώνει με άλλες κατηγορίες αστυνομικού προσωπικού, καθώς εμείς σε δύο διαγωνισμούς (προαγωγή σε Αρχιφύλακες με εξετάσεις – Εισαγωγή ως Ανθυπαστυνόμοι στο Τ.Ε.Μ.Α.), κριθήκαμε στα εξεταζόμενα μαθήματα ως οι ικανότεροι των καταλλήλων υποψηφίων, σύμφωνα με την αρχή της αξιοκρατίας.
Άρα, η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται με την πάροδο των ετών υπηρεσίας και των συνακόλουθων βαθμολογικών προαγωγών, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας (ενδιάμεση με αυξημένες αποδοχές), ήτοι αποδοχές πλησίον των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. (Α΄ κατηγορία), χωρίς όμως οι απολαβές των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α. να εξισώνονται πλήρως με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής μας διαδρομής και μόνο. Εξάλλου, ως απόφοιτοι του Τ.Ε.Μ.Α. ασκούμε όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της Α΄ μισθολογικής Κατηγορίας που δεν δικαιολογεί τεράστια απόκλιση στις αποδοχές μας (βλέπε πχ ΠΔ 100/2003, ΠΔ 24/1997, ΠΔ 120/2008, πχ 82/2021 και ΠΔ 141/1991 ενδεικτικά). Η ένταξή μας σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Κλείνοντας, ως Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (ν.δ. 649/1970), μετά προδήλου εννόμου συμφέροντος ζητώ την άρση της οικονομικής και ηθικής μου βλάβης, με την δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας που να προσεγγίζει το 75% τουλάχιστον των αποδοχών των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., ένεκα των αυξημένων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων μου που μου αναγνωρίζει ο νόμος και η αρχή της αναλογικότητας. Σε κάθε περίπτωση η Διοίκηση με την ένταξή μου στην β΄ μισθολογική κατηγορία, προσβάλει βάναυσα την προσωπικότητά μου, αφού σε καμία περίπτωση δεν αναγνωρίζει την προσωπική μου αξία και ικανότητα, η οποία γίνεται δεκτή με βάση την νομολογία και σε καμία περίπτωση δεν θίγει τα δικαιώματα των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Παλι στα ίδια θεατές,, ανοίγει ακόμα περισσότερο η ψαλίδα αποδοχών μεταξύ Αξιωματικων και κατώτερου προσωπικού,,
Τι ακριβώς πάτε να κάνετε, εμείς θα πεινάμε και οι Αξιωματικοί θ ζουνπλουσιοπαροχα?! Οι κατώτεροι θα ψάχνουν δανεικά απο συγγενείς και φίλους και οι Αξιωματικοί άνετοι??!!
Ευχαριστώ και ελπίζω να αλλάξουν τα ποσοστά και να αυξηθούν κατά μία μο αδα των κατωτέρω με ταυτόχρονη μείωση στους αξιωματικούς Α’ κατηγορίας
Αξιωματικοί ΣΑΕΑ (Στρατιωτικές Σχολές Αξιωματικών Εκπαίδευσης Ανώτατης Εκπαίδευσης)
Πρόκειται για αποφοίτους των ανώτατων στρατιωτικών σχολών (ΣΣΕ, ΣΝΔ, ΣΙ, ΣΣΑΣ, ΣΑΝ κ.λπ.), οι οποίες θεωρούνται Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΑΕΙ) βάσει νόμου (Ν.3187/2003 και Ν.4009/2011).
→ Άρα, είναι εξ αρχής ανώτατης εκπαίδευσης, με μακρά διάρκεια σπουδών και αντίστοιχη βαθμολογική/μισθολογική εξέλιξη.
• Αξιωματικοί ΤΕΜΑ
Προέρχονται από υπαξιωματικούς ή ειδικές κατηγορίες στελεχών που προάγονται σε αξιωματικούς βάσει προϋπηρεσίας, εμπειρίας και εξετάσεων ή επιλογών.
Δεν έχουν τυπικά τον τίτλο «αποφοίτου ΑΕΙ», αλλά προέρχονται από μέση ή ανώτερη τεχνική εκπαίδευση.
Η διαφοροποίηση δεν είναι αυθαίρετη, αλλά βασίζεται σε:
α. Νομοθετική θεμελίωση
Οι βαθμολογικές και μισθολογικές διαφορές στηρίζονται σε συγκεκριμένους νόμους (π.χ. Ν.4472/2017 για το νέο ειδικό μισθολόγιο ΕΔ, ΠΔ 21/1991, Ν.3883/2010).
Οι νόμοι αυτοί καθορίζουν διαφορετικές “σειρές προέλευσης” και κατηγορίες εκπαίδευσης.
β. Ακαδημαϊκή και επαγγελματική βάση
Το κράτος θεωρεί ότι οι αξιωματικοί ΑΕΙ έχουν υψηλότερο επίπεδο θεωρητικής και διοικητικής εκπαίδευσης, ενώ οι ΤΕΜΑ συνεισφέρουν περισσότερο σε πρακτικά και τεχνικά καθήκοντα.
Γι’ αυτό υπάρχει διαφορετική βαθμολογική οροφή και μισθολογική κλίμακα.
γ. Ιεραρχική δομή και εξέλιξη
Στο στράτευμα υπάρχει αυστηρή ιεραρχία. Ο νομοθέτης θέλησε να διατηρήσει διακριτά «κανάλια εξέλιξης» ανάλογα με την προέλευση, ώστε να μην υπάρξουν επικαλύψεις μεταξύ αποφοίτων ΑΕΙ και προερχομένων από υπαξιωματικούς.
Γιατί μια προσφυγή στα δικαστήρια έχει ελάχιστες ελπίδες
Οι λόγοι είναι κυρίως νομικοί και θεσμικοί:
α. Η διαφοροποίηση προβλέπεται ρητά από τον νόμο
Τα δικαστήρια (ΣτΕ, Διοικητικά) δεν μπορούν να ακυρώσουν ή να εξισώσουν κατηγορίες όταν η διάκριση είναι νόμιμη, ρητή και έχει αντικειμενική βάση (εκπαίδευση, προέλευση, αρμοδιότητες).
Πολλές φορές ΤΕΜΑ ή αντίστοιχες κατηγορίες έχουν προσφύγει στο ΣτΕ ζητώντας εξίσωση με αποφοίτους ΑΕΙ ή αναγνώριση βαθμολογικής ισότητας.
→ Οι αποφάσεις ήταν σταθερά απορριπτικές, με το σκεπτικό ότι η διαφορετική μεταχείριση είναι «αντικειμενικά δικαιολογημένη».
Δεν παραβιάζεται η αρχή της ισότητας
Το ΣτΕ έχει κρίνει επανειλημμένα ότι η αρχή της ισότητας (άρθρο 4 Συντάγματος) δεν σημαίνει ίση μεταχείριση όλων, αλλά ίση μεταχείριση ίσων.
Αφού οι ομάδες έχουν διαφορετική εκπαίδευση, προέλευση και ρόλους, θεωρούνται μη όμοιες — άρα επιτρέπεται διαφοροποίηση.
Η διαφοροποίηση μεταξύ ΣΑΕΑ και ΤΕΜΑ είναι θεσμικά νομιμοποιημένη, εκπαίδευτικά τεκμηριωμένη και δικαστικά κατοχυρωμένη.
Μια προσφυγή δεν έχει τύχη γιατί δεν μπορεί να καταργήσει νόμο ούτε να εξισώσει ανόμοιες κατηγορίες.
Είμαι Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων, της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας.
Από τον συνδυασμό των αρ. 2097/2019 ΣτΕ, σκέψη 15, αρ. 1118-1121/2024, ΣτΕ, σκέψεις 12, αρ. 854/2019 ΣτΕ, σκέψη 11, αρ. 382/2024 ΣτΕ, σκέψεις 11 και 12 και αρ. 383/2024, σκέψεις 12 έως 16, για τους Αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017 (π.χ. Α-Β, Α- ή Β+ κατηγορία).
Τούτο διότι εμείς ως αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας έχουμε λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6).
Περαιτέρω, η διαφορετική υπηρεσιακή διαδρομή των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., από τους αξιωματικούς που προήχθησαν από τον βαθμό του Ανθυπαστυνόμου στον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄, λόγω συμπλήρωσης ορισμένου χρόνου υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 7 του ν. 3686/2008, βασίζεται στο γενικό, αντικειμενικό και αξιοκρατικό κριτήριο της εισαγωγής κατόπιν εξετάσεων και ευδόκιμης αποφοίτησης των πρώτων από το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων και την απορρέουσα απ’ αυτήν επαγγελματική ικανότητα και εμπειρία των αξιωματικών αυτών της ΕΛ.ΑΣ. Το κριτήριο αυτό δικαιολογεί τη βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό στην ιεραρχία της ΕΛ.ΑΣ. σε σχέση με τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από το Τμήμα αυτό, δεδομένου ότι με την ευδόκιμη αποφοίτηση από το παραπάνω Τμήμα της Σχολής Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης – Επιμόρφωσης της ΕΛ.ΑΣ. πιστοποιείται η κατοχή γνώσεων και επαγγελματικής κατάρτισης άμεσα συνυφασμένων με τα αστυνομικά καθήκοντα που θα κληθούν να ασκήσουν οι απόφοιτοι του Τμήματος αυτού ως κατώτεροι και ανώτεροι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ.
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι ως άνω δύο κατηγορίες αξιωματικών, για καθεμία εκ των οποίων προβλέπονται ιδιαίτερη επετηρίδα και διαφορετικός αριθμός οργανικών θέσεων, τελούν υπό προδήλως διαφορετικές συνθήκες εξέλιξης και σταδιοδρομίας που δικαιολογούν τη διαφορετική βαθμολογική και μισθολογική τους μεταχείρισή τους από τον νομοθέτη, η δε βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό ιεραρχίας από τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από αυτό γίνεται, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, βάσει κριτηρίου που συνάπτεται άμεσα με την προσωπική αξία και ικανότητα των αξιωματικών αυτών (πρβλ. ΣτΕ 853, 854/2019 επτ., 152, 2533/2016, 284/2015, 1127/2006, 3119/2002, 112/2000, 3894/1998, 172/1991).
Επομένως, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., αποφοίτων του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους πριν την εισαγωγή τους σε αυτό, αλλά και μετά την αποφοίτησή τους από αυτό. Οι Ανθυπαστυνόμοι που εισήχθησαν και αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α., σε σχέση με τους Ανθυπαστυνόμους που δεν εισήχθησαν και δεν αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. δεν τελούν σε όμοιες νομικές συνθήκες, αλλά σε ανόμοιες νομικές συνθήκες. Η κατηγορία αυτή των Ανθυπαστυνόμων προάγονται σε αξιωματικούς με μια αίτησή τους, με μόνο κριτήριο τα έτη υπηρεσίας. Ο νομοθέτης οφείλει να αναγνωρίσει στους αποφοίτους του Τ.Ε.Μ.Α. ενδιάμεση κατηγορία που να μην την εξισώνει με άλλες κατηγορίες αστυνομικού προσωπικού, καθώς εμείς σε δύο διαγωνισμούς (προαγωγή σε Αρχιφύλακες με εξετάσεις – Εισαγωγή ως Ανθυπαστυνόμοι στο Τ.Ε.Μ.Α.), κριθήκαμε στα εξεταζόμενα μαθήματα ως οι ικανότεροι των καταλλήλων υποψηφίων, σύμφωνα με την αρχή της αξιοκρατίας.
Άρα, η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται με την πάροδο των ετών υπηρεσίας και των συνακόλουθων βαθμολογικών προαγωγών, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας (ενδιάμεση με αυξημένες αποδοχές), ήτοι αποδοχές πλησίον των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. (Α΄ κατηγορία), χωρίς όμως οι απολαβές των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α. να εξισώνονται πλήρως με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής μας διαδρομής και μόνο. Εξάλλου, ως απόφοιτοι του Τ.Ε.Μ.Α. ασκούμε όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της Α΄ μισθολογικής Κατηγορίας που δεν δικαιολογεί τεράστια απόκλιση στις αποδοχές μας (βλέπε πχ ΠΔ 100/2003, ΠΔ 24/1997, ΠΔ 120/2008, πχ 82/2021 και ΠΔ 141/1991 ενδεικτικά). Η ένταξή μας σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Κλείνοντας, ως Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (ν.δ. 649/1970), μετά προδήλου εννόμου συμφέροντος ζητώ την άρση της οικονομικής και ηθικής μου βλάβης, με την δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας που να προσεγγίζει το 75% τουλάχιστον των αποδοχών των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., ένεκα των αυξημένων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων μου που μου αναγνωρίζει ο νόμος και η αρχή της αναλογικότητας. Σε κάθε περίπτωση η Διοίκηση με την ένταξή μου στην β΄ μισθολογική κατηγορία, προσβάλει βάναυσα την προσωπικότητά μου, αφού σε καμία περίπτωση δεν αναγνωρίζει την προσωπική μου αξία και ικανότητα, η οποία γίνεται δεκτή με βάση την νομολογία και σε καμία περίπτωση δεν θίγει τα δικαιώματα των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Είμαι Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων, της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας.
Από τον συνδυασμό των αρ. 2097/2019 ΣτΕ, σκέψη 15, αρ. 1118-1121/2024, ΣτΕ, σκέψεις 12, αρ. 854/2019 ΣτΕ, σκέψη 11, αρ. 382/2024 ΣτΕ, σκέψεις 11 και 12 και αρ. 383/2024, σκέψεις 12 έως 16, για τους Αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017 (π.χ. Α-Β, Α- ή Β+ κατηγορία).
Τούτο διότι εμείς ως αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας έχουμε λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6).
Περαιτέρω, η διαφορετική υπηρεσιακή διαδρομή των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., από τους αξιωματικούς που προήχθησαν από τον βαθμό του Ανθυπαστυνόμου στον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄, λόγω συμπλήρωσης ορισμένου χρόνου υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 7 του ν. 3686/2008, βασίζεται στο γενικό, αντικειμενικό και αξιοκρατικό κριτήριο της εισαγωγής κατόπιν εξετάσεων και ευδόκιμης αποφοίτησης των πρώτων από το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων και την απορρέουσα απ’ αυτήν επαγγελματική ικανότητα και εμπειρία των αξιωματικών αυτών της ΕΛ.ΑΣ. Το κριτήριο αυτό δικαιολογεί τη βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό στην ιεραρχία της ΕΛ.ΑΣ. σε σχέση με τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από το Τμήμα αυτό, δεδομένου ότι με την ευδόκιμη αποφοίτηση από το παραπάνω Τμήμα της Σχολής Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης – Επιμόρφωσης της ΕΛ.ΑΣ. πιστοποιείται η κατοχή γνώσεων και επαγγελματικής κατάρτισης άμεσα συνυφασμένων με τα αστυνομικά καθήκοντα που θα κληθούν να ασκήσουν οι απόφοιτοι του Τμήματος αυτού ως κατώτεροι και ανώτεροι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ.
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι ως άνω δύο κατηγορίες αξιωματικών, για καθεμία εκ των οποίων προβλέπονται ιδιαίτερη επετηρίδα και διαφορετικός αριθμός οργανικών θέσεων, τελούν υπό προδήλως διαφορετικές συνθήκες εξέλιξης και σταδιοδρομίας που δικαιολογούν τη διαφορετική βαθμολογική και μισθολογική τους μεταχείρισή τους από τον νομοθέτη, η δε βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό ιεραρχίας από τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από αυτό γίνεται, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, βάσει κριτηρίου που συνάπτεται άμεσα με την προσωπική αξία και ικανότητα των αξιωματικών αυτών (πρβλ. ΣτΕ 853, 854/2019 επτ., 152, 2533/2016, 284/2015, 1127/2006, 3119/2002, 112/2000, 3894/1998, 172/1991).
Επομένως, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., αποφοίτων του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους πριν την εισαγωγή τους σε αυτό, αλλά και μετά την αποφοίτησή τους από αυτό. Οι Ανθυπαστυνόμοι που εισήχθησαν και αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α., σε σχέση με τους Ανθυπαστυνόμους που δεν εισήχθησαν και δεν αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. δεν τελούν σε όμοιες νομικές συνθήκες, αλλά σε ανόμοιες νομικές συνθήκες. Η κατηγορία αυτή των Ανθυπαστυνόμων προάγονται σε αξιωματικούς με μια αίτησή τους, με μόνο κριτήριο τα έτη υπηρεσίας. Ο νομοθέτης οφείλει να αναγνωρίσει στους αποφοίτους του Τ.Ε.Μ.Α. ενδιάμεση κατηγορία που να μην την εξισώνει με άλλες κατηγορίες αστυνομικού προσωπικού, καθώς εμείς σε δύο διαγωνισμούς (προαγωγή σε Αρχιφύλακες με εξετάσεις – Εισαγωγή ως Ανθυπαστυνόμοι στο Τ.Ε.Μ.Α.), κριθήκαμε στα εξεταζόμενα μαθήματα ως οι ικανότεροι των καταλλήλων υποψηφίων, σύμφωνα με την αρχή της αξιοκρατίας.
Άρα, η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται με την πάροδο των ετών υπηρεσίας και των συνακόλουθων βαθμολογικών προαγωγών, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας (ενδιάμεση με αυξημένες αποδοχές), ήτοι αποδοχές πλησίον των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. (Α΄ κατηγορία), χωρίς όμως οι απολαβές των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α. να εξισώνονται πλήρως με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής μας διαδρομής και μόνο. Εξάλλου, ως απόφοιτοι του Τ.Ε.Μ.Α. ασκούμε όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της Α΄ μισθολογικής Κατηγορίας που δεν δικαιολογεί τεράστια απόκλιση στις αποδοχές μας (βλέπε πχ ΠΔ 100/2003, ΠΔ 24/1997, ΠΔ 120/2008, πχ 82/2021 και ΠΔ 141/1991 ενδεικτικά). Η ένταξή μας σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Κλείνοντας, ως Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (ν.δ. 649/1970), μετά προδήλου εννόμου συμφέροντος ζητώ την άρση της οικονομικής και ηθικής μου βλάβης, με την δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας που να προσεγγίζει το 75% τουλάχιστον των αποδοχών των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., ένεκα των αυξημένων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων μου που μου αναγνωρίζει ο νόμος και η αρχή της αναλογικότητας. Σε κάθε περίπτωση η Διοίκηση με την ένταξή μου στην β΄ μισθολογική κατηγορία, προσβάλει βάναυσα την προσωπικότητά μου, αφού σε καμία περίπτωση δεν αναγνωρίζει την προσωπική μου αξία και ικανότητα, η οποία γίνεται δεκτή με βάση την νομολογία και σε καμία περίπτωση δεν θίγει τα δικαιώματα των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
10 Οκτωβρίου 2025, 16:28 | Ανδρέας ΠΜόνιμος ΣύνδεσμοςΕίμαι Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων, της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας.
Από τον συνδυασμό των αρ. 2097/2019 ΣτΕ, σκέψη 15, αρ. 1118-1121/2024, ΣτΕ, σκέψεις 12, αρ. 854/2019 ΣτΕ, σκέψη 11, αρ. 382/2024 ΣτΕ, σκέψεις 11 και 12 και αρ. 383/2024, σκέψεις 12 έως 16, για τους Αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017 (π.χ. Α-Β, Α- ή Β+ κατηγορία).
Τούτο διότι εμείς ως αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας έχουμε λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6).
Περαιτέρω, η διαφορετική υπηρεσιακή διαδρομή των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., από τους αξιωματικούς που προήχθησαν από τον βαθμό του Ανθυπαστυνόμου στον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄, λόγω συμπλήρωσης ορισμένου χρόνου υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 7 του ν. 3686/2008, βασίζεται στο γενικό, αντικειμενικό και αξιοκρατικό κριτήριο της εισαγωγής κατόπιν εξετάσεων και ευδόκιμης αποφοίτησης των πρώτων από το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων και την απορρέουσα απ’ αυτήν επαγγελματική ικανότητα και εμπειρία των αξιωματικών αυτών της ΕΛ.ΑΣ. Το κριτήριο αυτό δικαιολογεί τη βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό στην ιεραρχία της ΕΛ.ΑΣ. σε σχέση με τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από το Τμήμα αυτό, δεδομένου ότι με την ευδόκιμη αποφοίτηση από το παραπάνω Τμήμα της Σχολής Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης – Επιμόρφωσης της ΕΛ.ΑΣ. πιστοποιείται η κατοχή γνώσεων και επαγγελματικής κατάρτισης άμεσα συνυφασμένων με τα αστυνομικά καθήκοντα που θα κληθούν να ασκήσουν οι απόφοιτοι του Τμήματος αυτού ως κατώτεροι και ανώτεροι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ.
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι ως άνω δύο κατηγορίες αξιωματικών, για καθεμία εκ των οποίων προβλέπονται ιδιαίτερη επετηρίδα και διαφορετικός αριθμός οργανικών θέσεων, τελούν υπό προδήλως διαφορετικές συνθήκες εξέλιξης και σταδιοδρομίας που δικαιολογούν τη διαφορετική βαθμολογική και μισθολογική τους μεταχείρισή τους από τον νομοθέτη, η δε βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό ιεραρχίας από τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από αυτό γίνεται, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, βάσει κριτηρίου που συνάπτεται άμεσα με την προσωπική αξία και ικανότητα των αξιωματικών αυτών (πρβλ. ΣτΕ 853, 854/2019 επτ., 152, 2533/2016, 284/2015, 1127/2006, 3119/2002, 112/2000, 3894/1998, 172/1991).
Επομένως, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., αποφοίτων του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους πριν την εισαγωγή τους σε αυτό, αλλά και μετά την αποφοίτησή τους από αυτό. Οι Ανθυπαστυνόμοι που εισήχθησαν και αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α., σε σχέση με τους Ανθυπαστυνόμους που δεν εισήχθησαν και δεν αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. δεν τελούν σε όμοιες νομικές συνθήκες, αλλά σε ανόμοιες νομικές συνθήκες. Η κατηγορία αυτή των Ανθυπαστυνόμων προάγονται σε αξιωματικούς με μια αίτησή τους, με μόνο κριτήριο τα έτη υπηρεσίας. Ο νομοθέτης οφείλει να αναγνωρίσει στους αποφοίτους του Τ.Ε.Μ.Α. ενδιάμεση κατηγορία που να μην την εξισώνει με άλλες κατηγορίες αστυνομικού προσωπικού, καθώς εμείς σε δύο διαγωνισμούς (προαγωγή σε Αρχιφύλακες με εξετάσεις – Εισαγωγή ως Ανθυπαστυνόμοι στο Τ.Ε.Μ.Α.), κριθήκαμε στα εξεταζόμενα μαθήματα ως οι ικανότεροι των καταλλήλων υποψηφίων, σύμφωνα με την αρχή της αξιοκρατίας.
Άρα, η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται με την πάροδο των ετών υπηρεσίας και των συνακόλουθων βαθμολογικών προαγωγών, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας (ενδιάμεση με αυξημένες αποδοχές), ήτοι αποδοχές πλησίον των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. (Α΄ κατηγορία), χωρίς όμως οι απολαβές των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α. να εξισώνονται πλήρως με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής μας διαδρομής και μόνο. Εξάλλου, ως απόφοιτοι του Τ.Ε.Μ.Α. ασκούμε όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της Α΄ μισθολογικής Κατηγορίας που δεν δικαιολογεί τεράστια απόκλιση στις αποδοχές μας (βλέπε πχ ΠΔ 100/2003, ΠΔ 24/1997, ΠΔ 120/2008, πχ 82/2021 και ΠΔ 141/1991 ενδεικτικά). Η ένταξή μας σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Κλείνοντας, ως Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (ν.δ. 649/1970), μετά προδήλου εννόμου συμφέροντος ζητώ την άρση της οικονομικής και ηθικής μου βλάβης, με την δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας που να προσεγγίζει το 75% τουλάχιστον των αποδοχών των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., ένεκα των αυξημένων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων μου που μου αναγνωρίζει ο νόμος και η αρχή της αναλογικότητας. Σε κάθε περίπτωση η Διοίκηση με την ένταξή μου στην β΄ μισθολογική κατηγορία, προσβάλει βάναυσα την προσωπικότητά μου, αφού σε καμία περίπτωση δεν αναγνωρίζει την προσωπική μου αξία και ικανότητα, η οποία γίνεται δεκτή με βάση την νομολογία και σε καμία περίπτωση δεν θίγει τα δικαιώματα των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Είμαι Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων, της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας.
Από τον συνδυασμό των αρ. 2097/2019 ΣτΕ, σκέψη 15, αρ. 1118-1121/2024, ΣτΕ, σκέψεις 12, αρ. 854/2019 ΣτΕ, σκέψη 11, αρ. 382/2024 ΣτΕ, σκέψεις 11 και 12 και αρ. 383/2024, σκέψεις 12 έως 16, για τους Αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017 (π.χ. Α-Β, Α- ή Β+ κατηγορία).
Τούτο διότι εμείς ως αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας έχουμε λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6).
Περαιτέρω, η διαφορετική υπηρεσιακή διαδρομή των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., από τους αξιωματικούς που προήχθησαν από τον βαθμό του Ανθυπαστυνόμου στον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄, λόγω συμπλήρωσης ορισμένου χρόνου υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 7 του ν. 3686/2008, βασίζεται στο γενικό, αντικειμενικό και αξιοκρατικό κριτήριο της εισαγωγής κατόπιν εξετάσεων και ευδόκιμης αποφοίτησης των πρώτων από το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων και την απορρέουσα απ’ αυτήν επαγγελματική ικανότητα και εμπειρία των αξιωματικών αυτών της ΕΛ.ΑΣ. Το κριτήριο αυτό δικαιολογεί τη βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό στην ιεραρχία της ΕΛ.ΑΣ. σε σχέση με τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από το Τμήμα αυτό, δεδομένου ότι με την ευδόκιμη αποφοίτηση από το παραπάνω Τμήμα της Σχολής Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης – Επιμόρφωσης της ΕΛ.ΑΣ. πιστοποιείται η κατοχή γνώσεων και επαγγελματικής κατάρτισης άμεσα συνυφασμένων με τα αστυνομικά καθήκοντα που θα κληθούν να ασκήσουν οι απόφοιτοι του Τμήματος αυτού ως κατώτεροι και ανώτεροι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ.
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι ως άνω δύο κατηγορίες αξιωματικών, για καθεμία εκ των οποίων προβλέπονται ιδιαίτερη επετηρίδα και διαφορετικός αριθμός οργανικών θέσεων, τελούν υπό προδήλως διαφορετικές συνθήκες εξέλιξης και σταδιοδρομίας που δικαιολογούν τη διαφορετική βαθμολογική και μισθολογική τους μεταχείρισή τους από τον νομοθέτη, η δε βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό ιεραρχίας από τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από αυτό γίνεται, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, βάσει κριτηρίου που συνάπτεται άμεσα με την προσωπική αξία και ικανότητα των αξιωματικών αυτών (πρβλ. ΣτΕ 853, 854/2019 επτ., 152, 2533/2016, 284/2015, 1127/2006, 3119/2002, 112/2000, 3894/1998, 172/1991).
Επομένως, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., αποφοίτων του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους πριν την εισαγωγή τους σε αυτό, αλλά και μετά την αποφοίτησή τους από αυτό. Οι Ανθυπαστυνόμοι που εισήχθησαν και αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α., σε σχέση με τους Ανθυπαστυνόμους που δεν εισήχθησαν και δεν αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. δεν τελούν σε όμοιες νομικές συνθήκες, αλλά σε ανόμοιες νομικές συνθήκες. Η κατηγορία αυτή των Ανθυπαστυνόμων προάγονται σε αξιωματικούς με μια αίτησή τους, με μόνο κριτήριο τα έτη υπηρεσίας. Ο νομοθέτης οφείλει να αναγνωρίσει στους αποφοίτους του Τ.Ε.Μ.Α. ενδιάμεση κατηγορία που να μην την εξισώνει με άλλες κατηγορίες αστυνομικού προσωπικού, καθώς εμείς σε δύο διαγωνισμούς (προαγωγή σε Αρχιφύλακες με εξετάσεις – Εισαγωγή ως Ανθυπαστυνόμοι στο Τ.Ε.Μ.Α.), κριθήκαμε στα εξεταζόμενα μαθήματα ως οι ικανότεροι των καταλλήλων υποψηφίων, σύμφωνα με την αρχή της αξιοκρατίας.
Άρα, η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται με την πάροδο των ετών υπηρεσίας και των συνακόλουθων βαθμολογικών προαγωγών, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας (ενδιάμεση με αυξημένες αποδοχές), ήτοι αποδοχές πλησίον των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. (Α΄ κατηγορία), χωρίς όμως οι απολαβές των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α. να εξισώνονται πλήρως με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής μας διαδρομής και μόνο. Εξάλλου, ως απόφοιτοι του Τ.Ε.Μ.Α. ασκούμε όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της Α΄ μισθολογικής Κατηγορίας που δεν δικαιολογεί τεράστια απόκλιση στις αποδοχές μας (βλέπε πχ ΠΔ 100/2003, ΠΔ 24/1997, ΠΔ 120/2008, πχ 82/2021 και ΠΔ 141/1991 ενδεικτικά). Η ένταξή μας σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Κλείνοντας, ως Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (ν.δ. 649/1970), μετά προδήλου εννόμου συμφέροντος ζητώ την άρση της οικονομικής και ηθικής μου βλάβης, με την δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας που να προσεγγίζει το 75% τουλάχιστον των αποδοχών των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., ένεκα των αυξημένων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων μου που μου αναγνωρίζει ο νόμος και η αρχή της αναλογικότητας. Σε κάθε περίπτωση η Διοίκηση με την ένταξή μου στην β΄ μισθολογική κατηγορία, προσβάλει βάναυσα την προσωπικότητά μου, αφού σε καμία περίπτωση δεν αναγνωρίζει την προσωπική μου αξία και ικανότητα, η οποία γίνεται δεκτή με βάση την νομολογία και σε καμία περίπτωση δεν θίγει τα δικαιώματα των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α.
Είμαι Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων, της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας.
Από τον συνδυασμό των αρ. 2097/2019 ΣτΕ, σκέψη 15, αρ. 1118-1121/2024, ΣτΕ, σκέψεις 12, αρ. 854/2019 ΣτΕ, σκέψη 11, αρ. 382/2024 ΣτΕ, σκέψεις 11 και 12 και αρ. 383/2024, σκέψεις 12 έως 16, για τους Αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017 (π.χ. Α-Β, Α- ή Β+ κατηγορία).
Τούτο διότι εμείς ως αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας έχουμε λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6).
Περαιτέρω, η διαφορετική υπηρεσιακή διαδρομή των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., από τους αξιωματικούς που προήχθησαν από τον βαθμό του Ανθυπαστυνόμου στον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄, λόγω συμπλήρωσης ορισμένου χρόνου υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 7 του ν. 3686/2008, βασίζεται στο γενικό, αντικειμενικό και αξιοκρατικό κριτήριο της εισαγωγής κατόπιν εξετάσεων και ευδόκιμης αποφοίτησης των πρώτων από το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων και την απορρέουσα απ’ αυτήν επαγγελματική ικανότητα και εμπειρία των αξιωματικών αυτών της ΕΛ.ΑΣ. Το κριτήριο αυτό δικαιολογεί τη βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό στην ιεραρχία της ΕΛ.ΑΣ. σε σχέση με τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από το Τμήμα αυτό, δεδομένου ότι με την ευδόκιμη αποφοίτηση από το παραπάνω Τμήμα της Σχολής Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης – Επιμόρφωσης της ΕΛ.ΑΣ. πιστοποιείται η κατοχή γνώσεων και επαγγελματικής κατάρτισης άμεσα συνυφασμένων με τα αστυνομικά καθήκοντα που θα κληθούν να ασκήσουν οι απόφοιτοι του Τμήματος αυτού ως κατώτεροι και ανώτεροι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ.
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι ως άνω δύο κατηγορίες αξιωματικών, για καθεμία εκ των οποίων προβλέπονται ιδιαίτερη επετηρίδα και διαφορετικός αριθμός οργανικών θέσεων, τελούν υπό προδήλως διαφορετικές συνθήκες εξέλιξης και σταδιοδρομίας που δικαιολογούν τη διαφορετική βαθμολογική και μισθολογική τους μεταχείρισή τους από τον νομοθέτη, η δε βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό ιεραρχίας από τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από αυτό γίνεται, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, βάσει κριτηρίου που συνάπτεται άμεσα με την προσωπική αξία και ικανότητα των αξιωματικών αυτών (πρβλ. ΣτΕ 853, 854/2019 επτ., 152, 2533/2016, 284/2015, 1127/2006, 3119/2002, 112/2000, 3894/1998, 172/1991).
Επομένως, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., αποφοίτων του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους πριν την εισαγωγή τους σε αυτό, αλλά και μετά την αποφοίτησή τους από αυτό. Οι Ανθυπαστυνόμοι που εισήχθησαν και αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α., σε σχέση με τους Ανθυπαστυνόμους που δεν εισήχθησαν και δεν αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. δεν τελούν σε όμοιες νομικές συνθήκες, αλλά σε ανόμοιες νομικές συνθήκες. Η κατηγορία αυτή των Ανθυπαστυνόμων προάγονται σε αξιωματικούς με μια αίτησή τους, με μόνο κριτήριο τα έτη υπηρεσίας. Ο νομοθέτης οφείλει να αναγνωρίσει στους αποφοίτους του Τ.Ε.Μ.Α. ενδιάμεση κατηγορία που να μην την εξισώνει με άλλες κατηγορίες αστυνομικού προσωπικού, καθώς εμείς σε δύο διαγωνισμούς (προαγωγή σε Αρχιφύλακες με εξετάσεις – Εισαγωγή ως Ανθυπαστυνόμοι στο Τ.Ε.Μ.Α.), κριθήκαμε στα εξεταζόμενα μαθήματα ως οι ικανότεροι των καταλλήλων υποψηφίων, σύμφωνα με την αρχή της αξιοκρατίας.
Άρα, η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται με την πάροδο των ετών υπηρεσίας και των συνακόλουθων βαθμολογικών προαγωγών, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας (ενδιάμεση με αυξημένες αποδοχές), ήτοι αποδοχές πλησίον των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. (Α΄ κατηγορία), χωρίς όμως οι απολαβές των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α. να εξισώνονται πλήρως με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής μας διαδρομής και μόνο. Εξάλλου, ως απόφοιτοι του Τ.Ε.Μ.Α. ασκούμε όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της Α΄ μισθολογικής Κατηγορίας που δεν δικαιολογεί τεράστια απόκλιση στις αποδοχές μας (βλέπε πχ ΠΔ 100/2003, ΠΔ 24/1997, ΠΔ 120/2008, πχ 82/2021 και ΠΔ 141/1991 ενδεικτικά). Η ένταξή μας σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Κλείνοντας, ως Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (ν.δ. 649/1970), μετά προδήλου εννόμου συμφέροντος ζητώ την άρση της οικονομικής και ηθικής μου βλάβης, με την δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας που να προσεγγίζει το 75% τουλάχιστον των αποδοχών των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., ένεκα των αυξημένων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων μου που μου αναγνωρίζει ο νόμος και η αρχή της αναλογικότητας. Σε κάθε περίπτωση η Διοίκηση με την ένταξή μου στην β΄ μισθολογική κατηγορία, προσβάλει βάναυσα την προσωπικότητά μου, αφού σε καμία περίπτωση δεν αναγνωρίζει την προσωπική μου αξία και ικανότητα, η οποία γίνεται δεκτή με βάση την νομολογία και σε καμία περίπτωση δεν θίγει τα δικαιώματα των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Προτείνεται η καθιέρωση αυτοτελούς επιδόματος διοίκησης για τους αξιωματικούς που ασκούν καθήκοντα διοίκησης ή αναπλήρωσης διοίκησης σε επίπεδο Αστυνομικού Τμήματος,ΤΔΕΕ κτλ, ανεξαρτήτως βαθμού. Η ρύθμιση αυτή θα αναγνώριζε το αυξημένο βάρος ευθυνών, θα αποτελούσε κίνητρο ανάληψης διοικητικών θέσεων και θα εξάλειφε την αδικία κατά την οποία κατώτεροι αξιωματικοί εκτελούν τα ίδια καθήκοντα με ανώτερους χωρίς να λαμβάνουν το σχετικό επίδομα.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Μήπως θα ηταν ευκαιρία μετα απο τόσα χρόνια να αναγνωρίσουμε τους πτυχιούχους των Σωμάτων ασφαλείας με πτυχία συναφή της εργασίας τους , οπως οικονομολογοι , μηχανικοί, πληροφορικαριοι κλπ ειδικότητες;
Πτυχιούχοι ΑΕΙ ΤΕΙ είμαστε με μεταπτυχιακά και υπηρετούμε με αυταπάρνηση και εξειδικευμενες γνώσεις τα Σ.Α.
Δεν νομίζω οτι θα επηρεάσουμε τόσο πολυ τον οικονομικό προϋπολογισμό του κράτους μας , απεναντίας η αναγνώριση θα εχει ηθικό αντίκτυπο.
Ευχαριστώ για την προσοχή σας , ευελπιστώ να εισακουστώ
Είμαι Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων, της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας.
Από τον συνδυασμό των αρ. 2097/2019 ΣτΕ, σκέψη 15, αρ. 1118-1121/2024, ΣτΕ, σκέψεις 12, αρ. 854/2019 ΣτΕ, σκέψη 11, αρ. 382/2024 ΣτΕ, σκέψεις 11 και 12 και αρ. 383/2024, σκέψεις 12 έως 16, για τους Αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017 (π.χ. Α-Β, Α- ή Β+ κατηγορία).
Τούτο διότι εμείς ως αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας έχουμε λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6).
Περαιτέρω, η διαφορετική υπηρεσιακή διαδρομή των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., από τους αξιωματικούς που προήχθησαν από τον βαθμό του Ανθυπαστυνόμου στον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄, λόγω συμπλήρωσης ορισμένου χρόνου υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 7 του ν. 3686/2008, βασίζεται στο γενικό, αντικειμενικό και αξιοκρατικό κριτήριο της εισαγωγής κατόπιν εξετάσεων και ευδόκιμης αποφοίτησης των πρώτων από το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων και την απορρέουσα απ’ αυτήν επαγγελματική ικανότητα και εμπειρία των αξιωματικών αυτών της ΕΛ.ΑΣ. Το κριτήριο αυτό δικαιολογεί τη βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό στην ιεραρχία της ΕΛ.ΑΣ. σε σχέση με τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από το Τμήμα αυτό, δεδομένου ότι με την ευδόκιμη αποφοίτηση από το παραπάνω Τμήμα της Σχολής Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης – Επιμόρφωσης της ΕΛ.ΑΣ. πιστοποιείται η κατοχή γνώσεων και επαγγελματικής κατάρτισης άμεσα συνυφασμένων με τα αστυνομικά καθήκοντα που θα κληθούν να ασκήσουν οι απόφοιτοι του Τμήματος αυτού ως κατώτεροι και ανώτεροι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ.
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι ως άνω δύο κατηγορίες αξιωματικών, για καθεμία εκ των οποίων προβλέπονται ιδιαίτερη επετηρίδα και διαφορετικός αριθμός οργανικών θέσεων, τελούν υπό προδήλως διαφορετικές συνθήκες εξέλιξης και σταδιοδρομίας που δικαιολογούν τη διαφορετική βαθμολογική και μισθολογική τους μεταχείρισή τους από τον νομοθέτη, η δε βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό ιεραρχίας από τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από αυτό γίνεται, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, βάσει κριτηρίου που συνάπτεται άμεσα με την προσωπική αξία και ικανότητα των αξιωματικών αυτών (πρβλ. ΣτΕ 853, 854/2019 επτ., 152, 2533/2016, 284/2015, 1127/2006, 3119/2002, 112/2000, 3894/1998, 172/1991).
Επομένως, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., αποφοίτων του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους πριν την εισαγωγή τους σε αυτό, αλλά και μετά την αποφοίτησή τους από αυτό. Οι Ανθυπαστυνόμοι που εισήχθησαν και αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α., σε σχέση με τους Ανθυπαστυνόμους που δεν εισήχθησαν και δεν αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. δεν τελούν σε όμοιες νομικές συνθήκες, αλλά σε ανόμοιες νομικές συνθήκες. Η κατηγορία αυτή των Ανθυπαστυνόμων προάγονται σε αξιωματικούς με μια αίτησή τους, με μόνο κριτήριο τα έτη υπηρεσίας. Ο νομοθέτης οφείλει να αναγνωρίσει στους αποφοίτους του Τ.Ε.Μ.Α. ενδιάμεση κατηγορία που να μην την εξισώνει με άλλες κατηγορίες αστυνομικού προσωπικού, καθώς εμείς σε δύο διαγωνισμούς (προαγωγή σε Αρχιφύλακες με εξετάσεις – Εισαγωγή ως Ανθυπαστυνόμοι στο Τ.Ε.Μ.Α.), κριθήκαμε στα εξεταζόμενα μαθήματα ως οι ικανότεροι των καταλλήλων υποψηφίων, σύμφωνα με την αρχή της αξιοκρατίας.
Άρα, η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται με την πάροδο των ετών υπηρεσίας και των συνακόλουθων βαθμολογικών προαγωγών, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας (ενδιάμεση με αυξημένες αποδοχές), ήτοι αποδοχές πλησίον των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. (Α΄ κατηγορία), χωρίς όμως οι απολαβές των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α. να εξισώνονται πλήρως με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής μας διαδρομής και μόνο. Εξάλλου, ως απόφοιτοι του Τ.Ε.Μ.Α. ασκούμε όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της Α΄ μισθολογικής Κατηγορίας που δεν δικαιολογεί τεράστια απόκλιση στις αποδοχές μας (βλέπε πχ ΠΔ 100/2003, ΠΔ 24/1997, ΠΔ 120/2008, πχ 82/2021 και ΠΔ 141/1991 ενδεικτικά). Η ένταξή μας σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Κλείνοντας, ως Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (ν.δ. 649/1970), μετά προδήλου εννόμου συμφέροντος ζητώ την άρση της οικονομικής και ηθικής μου βλάβης, με την δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας που να προσεγγίζει το 75% τουλάχιστον των αποδοχών των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., ένεκα των αυξημένων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων μου που μου αναγνωρίζει ο νόμος και η αρχή της αναλογικότητας. Σε κάθε περίπτωση η Διοίκηση με την ένταξή μου στην β΄ μισθολογική κατηγορία, προσβάλει βάναυσα την προσωπικότητά μου, αφού σε καμία περίπτωση δεν αναγνωρίζει την προσωπική μου αξία και ικανότητα, η οποία γίνεται δεκτή με βάση την νομολογία και σε καμία περίπτωση δεν θίγει τα δικαιώματα των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Είμαι Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων, της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας.
Από τον συνδυασμό των αρ. 2097/2019 ΣτΕ, σκέψη 15, αρ. 1118-1121/2024, ΣτΕ, σκέψεις 12, αρ. 854/2019 ΣτΕ, σκέψη 11, αρ. 382/2024 ΣτΕ, σκέψεις 11 και 12 και αρ. 383/2024, σκέψεις 12 έως 16, για τους Αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017 (π.χ. Α-Β, Α- ή Β+ κατηγορία).
Τούτο διότι εμείς ως αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας έχουμε λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6).
Περαιτέρω, η διαφορετική υπηρεσιακή διαδρομή των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., από τους αξιωματικούς που προήχθησαν από τον βαθμό του Ανθυπαστυνόμου στον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄, λόγω συμπλήρωσης ορισμένου χρόνου υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 7 του ν. 3686/2008, βασίζεται στο γενικό, αντικειμενικό και αξιοκρατικό κριτήριο της εισαγωγής κατόπιν εξετάσεων και ευδόκιμης αποφοίτησης των πρώτων από το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων και την απορρέουσα απ’ αυτήν επαγγελματική ικανότητα και εμπειρία των αξιωματικών αυτών της ΕΛ.ΑΣ. Το κριτήριο αυτό δικαιολογεί τη βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό στην ιεραρχία της ΕΛ.ΑΣ. σε σχέση με τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από το Τμήμα αυτό, δεδομένου ότι με την ευδόκιμη αποφοίτηση από το παραπάνω Τμήμα της Σχολής Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης – Επιμόρφωσης της ΕΛ.ΑΣ. πιστοποιείται η κατοχή γνώσεων και επαγγελματικής κατάρτισης άμεσα συνυφασμένων με τα αστυνομικά καθήκοντα που θα κληθούν να ασκήσουν οι απόφοιτοι του Τμήματος αυτού ως κατώτεροι και ανώτεροι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ.
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι ως άνω δύο κατηγορίες αξιωματικών, για καθεμία εκ των οποίων προβλέπονται ιδιαίτερη επετηρίδα και διαφορετικός αριθμός οργανικών θέσεων, τελούν υπό προδήλως διαφορετικές συνθήκες εξέλιξης και σταδιοδρομίας που δικαιολογούν τη διαφορετική βαθμολογική και μισθολογική τους μεταχείρισή τους από τον νομοθέτη, η δε βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό ιεραρχίας από τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από αυτό γίνεται, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, βάσει κριτηρίου που συνάπτεται άμεσα με την προσωπική αξία και ικανότητα των αξιωματικών αυτών (πρβλ. ΣτΕ 853, 854/2019 επτ., 152, 2533/2016, 284/2015, 1127/2006, 3119/2002, 112/2000, 3894/1998, 172/1991).
Επομένως, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., αποφοίτων του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους πριν την εισαγωγή τους σε αυτό, αλλά και μετά την αποφοίτησή τους από αυτό. Οι Ανθυπαστυνόμοι που εισήχθησαν και αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α., σε σχέση με τους Ανθυπαστυνόμους που δεν εισήχθησαν και δεν αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. δεν τελούν σε όμοιες νομικές συνθήκες, αλλά σε ανόμοιες νομικές συνθήκες. Η κατηγορία αυτή των Ανθυπαστυνόμων προάγονται σε αξιωματικούς με μια αίτησή τους, με μόνο κριτήριο τα έτη υπηρεσίας. Ο νομοθέτης οφείλει να αναγνωρίσει στους αποφοίτους του Τ.Ε.Μ.Α. ενδιάμεση κατηγορία που να μην την εξισώνει με άλλες κατηγορίες αστυνομικού προσωπικού, καθώς εμείς σε δύο διαγωνισμούς (προαγωγή σε Αρχιφύλακες με εξετάσεις – Εισαγωγή ως Ανθυπαστυνόμοι στο Τ.Ε.Μ.Α.), κριθήκαμε στα εξεταζόμενα μαθήματα ως οι ικανότεροι των καταλλήλων υποψηφίων, σύμφωνα με την αρχή της αξιοκρατίας.
Άρα, η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται με την πάροδο των ετών υπηρεσίας και των συνακόλουθων βαθμολογικών προαγωγών, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας (ενδιάμεση με αυξημένες αποδοχές), ήτοι αποδοχές πλησίον των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. (Α΄ κατηγορία), χωρίς όμως οι απολαβές των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α. να εξισώνονται πλήρως με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής μας διαδρομής και μόνο. Εξάλλου, ως απόφοιτοι του Τ.Ε.Μ.Α. ασκούμε όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της Α΄ μισθολογικής Κατηγορίας που δεν δικαιολογεί τεράστια απόκλιση στις αποδοχές μας (βλέπε πχ ΠΔ 100/2003, ΠΔ 24/1997, ΠΔ 120/2008, πχ 82/2021 και ΠΔ 141/1991 ενδεικτικά). Η ένταξή μας σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Κλείνοντας, ως Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (ν.δ. 649/1970), μετά προδήλου εννόμου συμφέροντος ζητώ την άρση της οικονομικής και ηθικής μου βλάβης, με την δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας που να προσεγγίζει το 75% τουλάχιστον των αποδοχών των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., ένεκα των αυξημένων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων μου που μου αναγνωρίζει ο νόμος και η αρχή της αναλογικότητας. Σε κάθε περίπτωση η Διοίκηση με την ένταξή μου στην β΄ μισθολογική κατηγορία, προσβάλει βάναυσα την προσωπικότητά μου, αφού σε καμία περίπτωση δεν αναγνωρίζει την προσωπική μου αξία και ικανότητα, η οποία γίνεται δεκτή με βάση την νομολογία και σε καμία περίπτωση δεν θίγει τα δικαιώματα των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α.
Η μέριμνα των κυβερνώντων για την αύξηση των αποδοχών των σωμάτων ασφαλείας εκλαμβάνεται ως θετικό παρόλο που αρχική πρόθεση ήταν να δοθούν αυξήσεις μόνο στις ένοπλες δυνάμεις διότι εκεί υπάρχει το σημαντικό πρόβλημα από πλευράς στελέχωσης με νέο προσωπικό. Φυσικά το οικονομικό δεν αποτελεί τον μόνο αποτρέπτικο παράγοντα για την εισαγωγή νέων ανθρώπων στις ένοπλες δυνάμεις και σώματα ασφαλείας, χρειάζεται να αλλάξουν πολλά ακόμη όπως η φιλοσοφία και συμπεριφορές εντος αυτών, το επίπεδο παρεχόμενων σπουδών που θα συνοδεύονται με τον αντίστοιχο τίτλο σπουδών αλλά κυρίως η προνοια που χρειάζεται να επιδεικνύεται από πλευρας της πολιτικής και φυσικής ηγεσίας σχετικά με θέματα που αφορούν το ανθρώπινο δυναμικό και η αντιμετώπιση των στελεχών ανθρωποκεντρικά και όχι ως αριθμό .
Στο νέο μισθολόγιο είναι εμφανής η αδικία που υφίσταται η Β μισθολογική κατηγορία του αστυνομικού προσωπικού. Απόφοιτοι της αστυνομικης σχολής αστυφυλάκων 3ετους πλέον φοίτησης μετα από εισαγωγή μέσω πανελληνίων εξετάσεων. Οι διαφορες με την Α κατηγοριών είναι πλέον πολύ μεγάλες αν και αμφότεροι είναι ανακριτικοί υπάλληλοι με τα ίδια καθήκοντα και υποχρεώσεις. Πουθενά δεν αναφέρεται στο κώδικα ποινικής δικονομίας ο διοικητικός βαθμός του ανακριτικού υπαλλήλου ως προϋπόθεση για την περαίωση ανακριτικών πράξεων. Η διάφορες μεταξύ Β και Γ κατηγορίας είναι της τάξεως των 10-20 ευρώ και μεταξύ Α-Β εκαντονταδες ευρώ δημιουργώντας τεράστια οικονομική ανισότητα εντος του σώματος αλλά δημιουργώντας επιπρόσθετα ενα αίσθημα αδικίας. Είναι γνωστό ότι ανακριτικοί υπάλληλοι απόφοιτοι σχολής αστυφυλάκων δύνανται να εκτελούν όλο το φάσμα καθηκόντων εντος του σώματος, ανακριτικά καθηκοντα, εξωτερικές υπηρεσίες αλλά και καθήκοντα διοίκησης.
Επιπροσθέτως επιτέλους πρέπει να επιβαρυνθούν οι αστυνομικοί κάτοχοι τίτλων σπουδών ΑΕΙ/ΑΤΕΙ. Η δια βίου μάθηση είναι αναγκαίο συστατικό εξέλιξης στον άνθρωπο και προφανως θα πρέπει να αποτελεί κριτήριο για την επαγγελματική εξέλιξη του υπαλλήλου. Πρέπει να σταματήσει η αναχρονιστική αυτή αντίληψη της μη επιβράβευσης και μη αξιοποίησης των στελεχών αυτών αλλά αντιθέτως να δίνεται κίνητρο μέσω μισθολογικών αυξήσεων .
Επιπλέον είναι ώριμες οι συνθήκες πλέον για ενα επίδομα αποκλειστικα σε όλους τους μάχιμους αστυνομικούς. Δεν μπορεί ο μάχιμος αστυνομικός να λαμβάνει ίδιες αποδοχές με συναδερφο που απολαμβάνει την ασφάλεια του γραφείου. Θα μπορούσε να είχε συμβεί με το επιδόματα επικινδυνότητας το οποίο θα έπρεπε να δοθεί μόνον στους μάχιμους και σε μεγαλύτερο ύψος ώστε να αποτελέσει και κίνητρο για τα στελέχη να επιλέξουν μάχιμες υπηρεσίες.
Κατάργηση των παρωχημένων πλέον σχολων αρχιφυλάκων και ΤΕΜΑ. Ο λόγος ύπαρξης τους έχει παρέλθει από την ίδρυση της σχολής αστυφυλάκων καθότι πλέον από αυτή εξέρχονται στελέχη ανακριτικοί υπάλληλοι δηλαδή έχουν αντίκαταστασει τον λόγο ύπαρξης των ανωτέρω σχολών που ως σκοπό είχε την επιμόρφωση των στελεχών και την απονομη σε αυτά της ιδιότητας του ανακριτικού υπαλλήλου. Η βαθμολογική εξέλιξη πρέπει να ακολουθεί σταθερή πορεία από την έξοδο από τις σχολές όπως συμβαίνει στους αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. αλλά και στις ένοπλες δυνάμεις σε υπαξιωματικούς και αξιωματικούς διότι η αυτό βοηθα διατήρηση της ιεραρχίας χωρις να δημιουργεί στρεβλώσεις καθιστωντας τον προϊσταμένο-υφιστάμενο διαταράσσοντας την μεταξύ τους εργασιακή σχέση, την συνοχή, πειθαρχία, αποτελεσματική διοίκηση και ενότητα που είναι απαραίτητη για τη λειτουργία του σώματος αποφεύγοντας την σύγχυση.
Ακόμα οι αποδοχές πλέον των ενόπλων δυνάμεων στους υπαξιωματικούς είναι σαφώς υψηλότερες από αυτές των σωμάτων ασφαλείας και ισοσκελίζονταν μόνον μετα τις αμοιβές για πρόσθετη εργασία πενθημέρου και βραδινής εργασίας που λαμβάνουν τα σώματα ασφαλείας. Η εργασία αυτη όμως είναι πρόσθετη, ως τέτοια χρειάζεται να εκλαμβανεται και να αμοίβεται επομένως απαιτείται εναρμόνιση στον νέο συντελεστη που πολλαπλασιάζεται με τον βασικό μισθο τόσο μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων και σωμάτων ασφαλείας μεταξύ ομοιοβαθμων στελεχών. Θα πρέπει ο τελικος μισθός που προκύπτει επειτα από τον πολλαπλασιασμό με τον συντελεστή του βαθμού να είναι στο ίδιο ακριβώς επίπεδο.Η διαφορετική βαθμολογική εξελιξη δεν πρέπει να λαμβάνεται υποψιν αφού το μισθολόγιο έχει ως γενική φιλοσοφία τον τρόπο εισαγωγης σε ενοπλες δυναμεις και σωματα ασφαλειας που στην συγκεκριμένη περίπτωση είναι ο ίδιος. Η μετέπειτα βαθμολογική εξέλιξη αφορά την δομή των σωμάτων και παρουσιάζει πλείστες διαφοροποιήσεις μεταξύ εν.δυναμεων και σωμάτων ασφάλεια ενώ έως τώρα τα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων απολάμβαναν σαφώς μεγαλύτερη βαθμολογική εξέλιξη από αυτή των σωμάτων ασφαλεία. Ακόμη υπάρχει διαφορά και στα λοιπά επιδόματα όπως αυτό της θέσης ευθύνης το οποίο λαμβάνουν μόνον οι υπαξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων. Εν κατακλείδι βασικός μισθός και συντελεστής βαθμού πρέπει να είναι ίδιος καθότι ανήκουν αμφότεροι στην Β μισθολογική κατηγορία και για λόγους ισότητας απαιτείται να εναρμονίζονται οι βασικές απολαβές αυτών.
Τελος ορθώς δόθηκε επιδομα διοίκησης αλλά το επίδομα θέσης ευθύνης με μόνο κριτήριο τον κατεχομενο διοικητικό βαθμό δεν υπηρετεί την λογική εξορθολγησης του μισθόλογιου αφού λόγω πληθώρας αξιωματικών μπορεί μεν το στέλεχος να κατέχει υψηλό διοικητικό βαθμό ενώ επι της ουσίας στην υπηρεσίακη πραγματικότητα εξαιτιας του προαναφερόμενου μεγάλου αριθμού υψηλόβαθμων να βρίσκεται χαμηλά σε επίπεδο ιεράρχιας εντος της υπηρεσιας που υπηρετεί και επομένως να μην κατέχει θεση ευθύνης. Θα ήταν προτιμότερο η οικονομική ενίσχυση να δοθεί σε αυτούς που πραγματικά κατέχουν θέσεις ευθύνης μέσω ενός εξορθολογισμού των καθήκοντων.
Κλείνοντας επιβεβλημένη θεωρείται πλέον η «360* αξιολόγηση» προκειμένου να υπάρξει ολοκληρωμένη και αντικειμενική εικόνα για την απόδοση, τις δεξιότητες και τη συμπεριφορά όλων αφού ο τελικος σκοπός είναι καλύτερη, ποιοτικοτερη και πληρέστερη απόδοση υπηρεσιών στον πολίτη.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Θα πρέπει να υπάρξει μεγαλύτερη αύξηση των αποδοχών στην κατηγορία Α. Οι ευθύνες είναι πάρα πολλές και τα καθήκοντα των στελεχών από την Σχολή Αξιωματικών.
Είμαι Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων, της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας.
Από τον συνδυασμό των αρ. 2097/2019 ΣτΕ, σκέψη 15, αρ. 1118-1121/2024, ΣτΕ, σκέψεις 12, αρ. 854/2019 ΣτΕ, σκέψη 11, αρ. 382/2024 ΣτΕ, σκέψεις 11 και 12 και αρ. 383/2024, σκέψεις 12 έως 16, για τους Αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017 (π.χ. Α-Β, Α- ή Β+ κατηγορία).
Τούτο διότι εμείς ως αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας έχουμε λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6).
Περαιτέρω, η διαφορετική υπηρεσιακή διαδρομή των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., από τους αξιωματικούς που προήχθησαν από τον βαθμό του Ανθυπαστυνόμου στον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄, λόγω συμπλήρωσης ορισμένου χρόνου υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 7 του ν. 3686/2008, βασίζεται στο γενικό, αντικειμενικό και αξιοκρατικό κριτήριο της εισαγωγής κατόπιν εξετάσεων και ευδόκιμης αποφοίτησης των πρώτων από το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων και την απορρέουσα απ’ αυτήν επαγγελματική ικανότητα και εμπειρία των αξιωματικών αυτών της ΕΛ.ΑΣ. Το κριτήριο αυτό δικαιολογεί τη βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό στην ιεραρχία της ΕΛ.ΑΣ. σε σχέση με τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από το Τμήμα αυτό, δεδομένου ότι με την ευδόκιμη αποφοίτηση από το παραπάνω Τμήμα της Σχολής Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης – Επιμόρφωσης της ΕΛ.ΑΣ. πιστοποιείται η κατοχή γνώσεων και επαγγελματικής κατάρτισης άμεσα συνυφασμένων με τα αστυνομικά καθήκοντα που θα κληθούν να ασκήσουν οι απόφοιτοι του Τμήματος αυτού ως κατώτεροι και ανώτεροι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ.
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι ως άνω δύο κατηγορίες αξιωματικών, για καθεμία εκ των οποίων προβλέπονται ιδιαίτερη επετηρίδα και διαφορετικός αριθμός οργανικών θέσεων, τελούν υπό προδήλως διαφορετικές συνθήκες εξέλιξης και σταδιοδρομίας που δικαιολογούν τη διαφορετική βαθμολογική και μισθολογική τους μεταχείρισή τους από τον νομοθέτη, η δε βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό ιεραρχίας από τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από αυτό γίνεται, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, βάσει κριτηρίου που συνάπτεται άμεσα με την προσωπική αξία και ικανότητα των αξιωματικών αυτών (πρβλ. ΣτΕ 853, 854/2019 επτ., 152, 2533/2016, 284/2015, 1127/2006, 3119/2002, 112/2000, 3894/1998, 172/1991).
Επομένως, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., αποφοίτων του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους πριν την εισαγωγή τους σε αυτό, αλλά και μετά την αποφοίτησή τους από αυτό. Οι Ανθυπαστυνόμοι που εισήχθησαν και αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α., σε σχέση με τους Ανθυπαστυνόμους που δεν εισήχθησαν και δεν αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. δεν τελούν σε όμοιες νομικές συνθήκες, αλλά σε ανόμοιες νομικές συνθήκες. Η κατηγορία αυτή των Ανθυπαστυνόμων προάγονται σε αξιωματικούς με μια αίτησή τους, με μόνο κριτήριο τα έτη υπηρεσίας. Ο νομοθέτης οφείλει να αναγνωρίσει στους αποφοίτους του Τ.Ε.Μ.Α. ενδιάμεση κατηγορία που να μην την εξισώνει με άλλες κατηγορίες αστυνομικού προσωπικού, καθώς εμείς σε δύο διαγωνισμούς (προαγωγή σε Αρχιφύλακες με εξετάσεις – Εισαγωγή ως Ανθυπαστυνόμοι στο Τ.Ε.Μ.Α.), κριθήκαμε στα εξεταζόμενα μαθήματα ως οι ικανότεροι των καταλλήλων υποψηφίων, σύμφωνα με την αρχή της αξιοκρατίας.
Άρα, η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται με την πάροδο των ετών υπηρεσίας και των συνακόλουθων βαθμολογικών προαγωγών, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας (ενδιάμεση με αυξημένες αποδοχές), ήτοι αποδοχές πλησίον των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. (Α΄ κατηγορία), χωρίς όμως οι απολαβές των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α. να εξισώνονται πλήρως με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής μας διαδρομής και μόνο. Εξάλλου, ως απόφοιτοι του Τ.Ε.Μ.Α. ασκούμε όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της Α΄ μισθολογικής Κατηγορίας που δεν δικαιολογεί τεράστια απόκλιση στις αποδοχές μας (βλέπε πχ ΠΔ 100/2003, ΠΔ 24/1997, ΠΔ 120/2008, πχ 82/2021 και ΠΔ 141/1991 ενδεικτικά). Η ένταξή μας σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Κλείνοντας, ως Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (ν.δ. 649/1970), μετά προδήλου εννόμου συμφέροντος ζητώ την άρση της οικονομικής και ηθικής μου βλάβης, με την δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας που να προσεγγίζει το 75% τουλάχιστον των αποδοχών των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., ένεκα των αυξημένων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων μου που μου αναγνωρίζει ο νόμος και η αρχή της αναλογικότητας. Σε κάθε περίπτωση η Διοίκηση με την ένταξή μου στην β΄ μισθολογική κατηγορία, προσβάλει βάναυσα την προσωπικότητά μου, αφού σε καμία περίπτωση δεν αναγνωρίζει την προσωπική μου αξία και ικανότητα, η οποία γίνεται δεκτή με βάση την νομολογία και σε καμία περίπτωση δεν θίγει τα δικαιώματα των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α.
Όλοι θέλετε Α κατηγορία στο μισθό, μόνο τις μεταθέσεις απο τις Σχολές Αξιωματικών δεν θέλετε όμως…
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η μεταφορά τους στην Α μισθολογική κατηγορία από την Β, όπως ακριβώς συμβαίνει με την κατηγορία Δ των αστυνομικών η οποία μεταφέρεται στην Γ κατηγορία όταν αυτοί, ονομάζονται Αστυφύλακες. Τούτο, διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. οι οποίοι ανήκουν στην Β μισθολογική κατηγορία άδικα, διότι έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η μεταφορά τους στην Α μισθολογική κατηγορία από την Β, όπως ακριβώς συμβαίνει με την κατηγορία Δ των αστυνομικών η οποία μεταφέρεται στην Γ κατηγορία όταν αυτοί, ονομάζονται Αστυφύλακες. Τούτο, διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. οι οποίοι ανήκουν στην Β μισθολογική κατηγορία άδικα, διότι έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η μεταφορά τους στην Α μισθολογική κατηγορία από την Β, όπως ακριβώς συμβαίνει με την κατηγορία Δ των αστυνομικών η οποία μεταφέρεται στην Γ κατηγορία όταν αυτοί, ονομάζονται Αστυφύλακες. Τούτο, διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. οι οποίοι ανήκουν στην Β μισθολογική κατηγορία άδικα, διότι έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Ανεβάστε copy paste το ίδιο μηνυμα αλλες 40 φορές. Εχει πολυ πλάκα ! Αφού σκέφτομαι να το ανεβάσω και εγώ. 🤣😂
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η μεταφορά τους στην Α μισθολογική κατηγορία από την Β, όπως ακριβώς συμβαίνει με την κατηγορία Δ των αστυνομικών η οποία μεταφέρεται στην Γ κατηγορία όταν αυτοί, ονομάζονται Αστυφύλακες. Τούτο, διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. οι οποίοι ανήκουν στην Β μισθολογική κατηγορία άδικα, διότι έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Είμαι Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων, της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας.
Από τον συνδυασμό των αρ. 2097/2019 ΣτΕ, σκέψη 15, αρ. 1118-1121/2024, ΣτΕ, σκέψεις 12, αρ. 854/2019 ΣτΕ, σκέψη 11, αρ. 382/2024 ΣτΕ, σκέψεις 11 και 12 και αρ. 383/2024, σκέψεις 12 έως 16, για τους Αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017 (π.χ. Α-Β, Α- ή Β+ κατηγορία).
Τούτο διότι εμείς ως αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας έχουμε λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6).
Περαιτέρω, η διαφορετική υπηρεσιακή διαδρομή των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., από τους αξιωματικούς που προήχθησαν από τον βαθμό του Ανθυπαστυνόμου στον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄, λόγω συμπλήρωσης ορισμένου χρόνου υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 7 του ν. 3686/2008, βασίζεται στο γενικό, αντικειμενικό και αξιοκρατικό κριτήριο της εισαγωγής κατόπιν εξετάσεων και ευδόκιμης αποφοίτησης των πρώτων από το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων και την απορρέουσα απ’ αυτήν επαγγελματική ικανότητα και εμπειρία των αξιωματικών αυτών της ΕΛ.ΑΣ. Το κριτήριο αυτό δικαιολογεί τη βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό στην ιεραρχία της ΕΛ.ΑΣ. σε σχέση με τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από το Τμήμα αυτό, δεδομένου ότι με την ευδόκιμη αποφοίτηση από το παραπάνω Τμήμα της Σχολής Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης – Επιμόρφωσης της ΕΛ.ΑΣ. πιστοποιείται η κατοχή γνώσεων και επαγγελματικής κατάρτισης άμεσα συνυφασμένων με τα αστυνομικά καθήκοντα που θα κληθούν να ασκήσουν οι απόφοιτοι του Τμήματος αυτού ως κατώτεροι και ανώτεροι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ.
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι ως άνω δύο κατηγορίες αξιωματικών, για καθεμία εκ των οποίων προβλέπονται ιδιαίτερη επετηρίδα και διαφορετικός αριθμός οργανικών θέσεων, τελούν υπό προδήλως διαφορετικές συνθήκες εξέλιξης και σταδιοδρομίας που δικαιολογούν τη διαφορετική βαθμολογική και μισθολογική τους μεταχείρισή τους από τον νομοθέτη, η δε βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό ιεραρχίας από τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από αυτό γίνεται, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, βάσει κριτηρίου που συνάπτεται άμεσα με την προσωπική αξία και ικανότητα των αξιωματικών αυτών (πρβλ. ΣτΕ 853, 854/2019 επτ., 152, 2533/2016, 284/2015, 1127/2006, 3119/2002, 112/2000, 3894/1998, 172/1991).
Επομένως, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., αποφοίτων του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους πριν την εισαγωγή τους σε αυτό, αλλά και μετά την αποφοίτησή τους από αυτό. Οι Ανθυπαστυνόμοι που εισήχθησαν και αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α., σε σχέση με τους Ανθυπαστυνόμους που δεν εισήχθησαν και δεν αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. δεν τελούν σε όμοιες νομικές συνθήκες, αλλά σε ανόμοιες νομικές συνθήκες. Η κατηγορία αυτή των Ανθυπαστυνόμων προάγονται σε αξιωματικούς με μια αίτησή τους, με μόνο κριτήριο τα έτη υπηρεσίας. Ο νομοθέτης οφείλει να αναγνωρίσει στους αποφοίτους του Τ.Ε.Μ.Α. ενδιάμεση κατηγορία που να μην την εξισώνει με άλλες κατηγορίες αστυνομικού προσωπικού, καθώς εμείς σε δύο διαγωνισμούς (προαγωγή σε Αρχιφύλακες με εξετάσεις – Εισαγωγή ως Ανθυπαστυνόμοι στο Τ.Ε.Μ.Α.), κριθήκαμε στα εξεταζόμενα μαθήματα ως οι ικανότεροι των καταλλήλων υποψηφίων, σύμφωνα με την αρχή της αξιοκρατίας.
Άρα, η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται με την πάροδο των ετών υπηρεσίας και των συνακόλουθων βαθμολογικών προαγωγών, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας (ενδιάμεση με αυξημένες αποδοχές), ήτοι αποδοχές πλησίον των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. (Α΄ κατηγορία), χωρίς όμως οι απολαβές των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α. να εξισώνονται πλήρως με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής μας διαδρομής και μόνο. Εξάλλου, ως απόφοιτοι του Τ.Ε.Μ.Α. ασκούμε όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της Α΄ μισθολογικής Κατηγορίας που δεν δικαιολογεί τεράστια απόκλιση στις αποδοχές μας (βλέπε πχ ΠΔ 100/2003, ΠΔ 24/1997, ΠΔ 120/2008, πχ 82/2021 και ΠΔ 141/1991 ενδεικτικά). Η ένταξή μας σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Κλείνοντας, ως Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (ν.δ. 649/1970), μετά προδήλου εννόμου συμφέροντος ζητώ την άρση της οικονομικής και ηθικής μου βλάβης, με την δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας που να προσεγγίζει το 75% τουλάχιστον των αποδοχών των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., ένεκα των αυξημένων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων μου που μου αναγνωρίζει ο νόμος και η αρχή της αναλογικότητας. Σε κάθε περίπτωση η Διοίκηση με την ένταξή μου στην β΄ μισθολογική κατηγορία, προσβάλει βάναυσα την προσωπικότητά μου, αφού σε καμία περίπτωση δεν αναγνωρίζει την προσωπική μου αξία και ικανότητα, η οποία γίνεται δεκτή με βάση την νομολογία και σε καμία περίπτωση δεν θίγει τα δικαιώματα των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η μεταφορά τους στην Α μισθολογική κατηγορία από την Β, όπως ακριβώς συμβαίνει με την κατηγορία Δ των αστυνομικών η οποία μεταφέρεται στην Γ κατηγορία όταν αυτοί, ονομάζονται Αστυφύλακες. Τούτο, διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. οι οποίοι ανήκουν στην Β μισθολογική κατηγορία άδικα, διότι έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Επομένως, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., αποφοίτων του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους πριν την εισαγωγή τους σε αυτό, αλλά και μετά την αποφοίτησή τους από αυτό. Οι Ανθυπαστυνόμοι που εισήχθησαν και αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α., σε σχέση με τους Ανθυπαστυνόμους που δεν εισήχθησαν και δεν αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. δεν τελούν σε όμοιες νομικές συνθήκες, αλλά σε ανόμοιες νομικές συνθήκες. Η κατηγορία αυτή των Ανθυπαστυνόμων προάγονται σε αξιωματικούς με μια αίτησή τους, με μόνο κριτήριο τα έτη υπηρεσίας. Ο νομοθέτης οφείλει να αναγνωρίσει στους αποφοίτους του Τ.Ε.Μ.Α. τουλάχιστον ενδιάμεση κατηγορία που να μην την εξισώνει με άλλες κατηγορίες αστυνομικού προσωπικού, καθώς εμείς σε δύο διαγωνισμούς (προαγωγή σε Αρχιφύλακες με εξετάσεις – Εισαγωγή ως Ανθυπαστυνόμοι στο Τ.Ε.Μ.Α.), κριθήκαμε στα εξεταζόμενα μαθήματα ως οι ικανότεροι των καταλλήλων υποψηφίων, σύμφωνα με την αρχή της αξιοκρατίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Για τους αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας, αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.), η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017 είναι απολύτως σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024).
Οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση, διαφορετική από εκείνη που παρέχεται στη Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία, παρότι χαρακτηρίζεται νομοθετικά ως ανώτερη, λειτουργεί υπό διαφορετικές συνθήκες από τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11, 2097/2019 σκ. 15, 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6).
Συνεπώς, είναι αναγκαία η διαφοροποίηση της μισθολογικής μεταχείρισης των αξιωματικών αποφοίτων Τ.Ε.Μ.Α. σε σχέση με αυτήν που είχαν πριν την αποφοίτησή τους. Η διαφοροποίηση αυτή δεν μπορεί να περιορίζεται σε απλή αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, που ούτως ή άλλως επέρχεται με την πάροδο του χρόνου, αλλά πρέπει να περιλαμβάνει ένταξη σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία.
Εξάλλου, οι αξιωματικοί αυτοί ασκούν όμοια καθήκοντα με εκείνους της Κατηγορίας Α, ενώ πολλοί από αυτούς έχουν τοποθετηθεί, με διαταγές των αρμόδιων Διευθυντών Αστυνομίας, σε θέσεις Διοικητών Αστυνομικών Υπηρεσιών — καθήκοντα ευθύνης για τα οποία έχουν ειδικά εκπαιδευτεί και εξεταστεί γραπτώς ως προς την επάρκεια και την καταλληλότητά τους, όπως ακριβώς και οι απόφοιτοι της Σ.Α.Ε.Α.
Ως εκ τούτου, η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία είναι απολύτως σύμφωνη με τις συνταγματικές αρχές των άρθρων 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, καθώς και με το άρθρο 157 της ΣΛΕΕ, το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και το άρθρο 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Τέλος, με δεδομένα τα ανωτέρω, προκαλεί τουλάχιστον απογοήτευση και αίσθημα αδικίας το γεγονός ότι, σύμφωνα με το υπό διαμόρφωση νέο μισθολόγιο, οι αξιωματικοί απόφοιτοι του Τ.Ε.Μ.Α. προβλέπεται να λάβουν μηνιαία αύξηση της τάξης μόλις των 35 ευρώ. Ένα τέτοιο ποσό δεν αντανακλά ούτε κατ’ ελάχιστον το επίπεδο εκπαίδευσης, την ευθύνη και τη φύση των καθηκόντων τους· αντίθετα, υποβαθμίζει τον ρόλο και την προσφορά μιας κατηγορίας στελεχών που αποτελούν βασικό πυλώνα της λειτουργίας της Ελληνικής Αστυνομίας.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η μεταφορά τους στην Α μισθολογική κατηγορία από την Β, όπως ακριβώς συμβαίνει με την κατηγορία Δ των αστυνομικών η οποία μεταφέρεται στην Γ κατηγορία όταν αυτοί, ονομάζονται Αστυφύλακες. Τούτο, διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. οι οποίοι ανήκουν στην Β μισθολογική κατηγορία άδικα, διότι έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η μεταφορά τους στην Α μισθολογική κατηγορία από την Β, όπως ακριβώς συμβαίνει με την κατηγορία Δ των αστυνομικών η οποία μεταφέρεται στην Γ κατηγορία όταν αυτοί, ονομάζονται Αστυφύλακες. Τούτο, διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. οι οποίοι ανήκουν στην Β μισθολογική κατηγορία άδικα, διότι έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η μεταφορά τους στην Α μισθολογική κατηγορία από την Β, όπως ακριβώς συμβαίνει με την κατηγορία Δ των αστυνομικών η οποία μεταφέρεται στην Γ κατηγορία όταν αυτοί, ονομάζονται Αστυφύλακες. Τούτο, διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. οι οποίοι ανήκουν στην Β μισθολογική κατηγορία άδικα, διότι έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Θεωρώ απαράδεκτο να ζητούν οι αξιωματικοί που προέρχονται από την σχολή ΤΕΜΑ μισθολογική εξίσωση με τους Αξιωματικούς ΣΑΕΑ οι οποίοι είναι απόφοιτοι της ανώτερης σχολής Ακαδημίας Αξιωματικών ΕΛ.ΑΣ..
Ασφαλώς αν γινόταν αυτό, θα ζητούσαν να έχουν κ την ίδια βαθμολογική εξέλιξη με 4 μήνες σεμινάρια ύστερα από τις εξετάσεις που έδωσαν.. Υπάρχουν πολλές αποφάσεις από διάφορα δικαστήρια έως και το ΣΤΕ που έχει αποφανθεί επανειλημμένως για το θέμα αυτό..
Ίσα ίσα που θα έπρεπε να ξανά αλλάξουν το βαθμολόγιο και να αλλάξουν και την εξέλιξη τους.
Είναι ντροπή να φτάνουν διευθυντές ενώ η πραγματική φοίτηση τους σε σχολή είναι μόνο η σχολή αστυφυλάκων..
Ήδη το έκτρωμα του νόμου που ακολουθούν τις σειρές ΣΑΕΑ για την εξέλιξη τους είναι ντροπή..
Αντί να είναι ευχαριστημένοι ζητούν διαρκώς περισσότερα..
Με κάθε ευκαιρία ζητούν κάτι παραπάνω..
Παντού λένε ότι κάνουν ότι και οι ΣΑΕΑ..
Δεν διαφωνώ σε αυτό απόλυτα αλλά όπως και να το κάνουμε δεν θα είσαι ποτέ το ίδιο γιατί δεν μπορείς να είσαι το ίδιο..
Θεωρώ κατάφωρη αδικία αν ενταχθούν στην Α κατηγορία όχι για την μισθολογική εξέλιξη αλλά για την τυχόν βαθμολογική εξέλιξη που θα ζητούν μετά..
Ευχαριστώ
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η μεταφορά τους στην Α μισθολογική κατηγορία από την Β, όπως ακριβώς συμβαίνει με την κατηγορία Δ των αστυνομικών η οποία μεταφέρεται στην Γ κατηγορία όταν αυτοί, ονομάζονται Αστυφύλακες. Τούτο, διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. οι οποίοι ανήκουν στην Β μισθολογική κατηγορία άδικα, διότι έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η μεταφορά τους στην Α μισθολογική κατηγορία από την Β, όπως ακριβώς συμβαίνει με την κατηγορία Δ των αστυνομικών η οποία μεταφέρεται στην Γ κατηγορία όταν αυτοί, ονομάζονται Αστυφύλακες. Τούτο, διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. οι οποίοι ανήκουν στην Β μισθολογική κατηγορία άδικα, διότι έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η μεταφορά τους στην Α μισθολογική κατηγορία από την Β, όπως ακριβώς συμβαίνει με την κατηγορία Δ των αστυνομικών η οποία μεταφέρεται στην Γ κατηγορία όταν αυτοί, ονομάζονται Αστυφύλακες. Τούτο, διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. οι οποίοι ανήκουν στην Β μισθολογική κατηγορία άδικα, διότι έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η μεταφορά τους στην Α μισθολογική κατηγορία από την Β, όπως ακριβώς συμβαίνει με την κατηγορία Δ των αστυνομικών η οποία μεταφέρεται στην Γ κατηγορία όταν αυτοί, ονομάζονται Αστυφύλακες. Τούτο, διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. οι οποίοι ανήκουν στην Β μισθολογική κατηγορία άδικα, διότι έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Είμαι Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων, της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας.
Από τον συνδυασμό των αρ. 2097/2019 ΣτΕ, σκέψη 15, αρ. 1118-1121/2024, ΣτΕ, σκέψεις 12, αρ. 854/2019 ΣτΕ, σκέψη 11, αρ. 382/2024 ΣτΕ, σκέψεις 11 και 12 και αρ. 383/2024, σκέψεις 12 έως 16, για τους Αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017 (π.χ. Α-Β, Α- ή Β+ κατηγορία).
Τούτο διότι εμείς ως αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας έχουμε λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6).
Περαιτέρω, η διαφορετική υπηρεσιακή διαδρομή των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., από τους αξιωματικούς που προήχθησαν από τον βαθμό του Ανθυπαστυνόμου στον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄, λόγω συμπλήρωσης ορισμένου χρόνου υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 7 του ν. 3686/2008, βασίζεται στο γενικό, αντικειμενικό και αξιοκρατικό κριτήριο της εισαγωγής κατόπιν εξετάσεων και ευδόκιμης αποφοίτησης των πρώτων από το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων και την απορρέουσα απ’ αυτήν επαγγελματική ικανότητα και εμπειρία των αξιωματικών αυτών της ΕΛ.ΑΣ. Το κριτήριο αυτό δικαιολογεί τη βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό στην ιεραρχία της ΕΛ.ΑΣ. σε σχέση με τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από το Τμήμα αυτό, δεδομένου ότι με την ευδόκιμη αποφοίτηση από το παραπάνω Τμήμα της Σχολής Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης – Επιμόρφωσης της ΕΛ.ΑΣ. πιστοποιείται η κατοχή γνώσεων και επαγγελματικής κατάρτισης άμεσα συνυφασμένων με τα αστυνομικά καθήκοντα που θα κληθούν να ασκήσουν οι απόφοιτοι του Τμήματος αυτού ως κατώτεροι και ανώτεροι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ.
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι ως άνω δύο κατηγορίες αξιωματικών, για καθεμία εκ των οποίων προβλέπονται ιδιαίτερη επετηρίδα και διαφορετικός αριθμός οργανικών θέσεων, τελούν υπό προδήλως διαφορετικές συνθήκες εξέλιξης και σταδιοδρομίας που δικαιολογούν τη διαφορετική βαθμολογική και μισθολογική τους μεταχείρισή τους από τον νομοθέτη, η δε βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό ιεραρχίας από τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από αυτό γίνεται, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, βάσει κριτηρίου που συνάπτεται άμεσα με την προσωπική αξία και ικανότητα των αξιωματικών αυτών (πρβλ. ΣτΕ 853, 854/2019 επτ., 152, 2533/2016, 284/2015, 1127/2006, 3119/2002, 112/2000, 3894/1998, 172/1991).
Επομένως, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., αποφοίτων του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους πριν την εισαγωγή τους σε αυτό, αλλά και μετά την αποφοίτησή τους από αυτό. Οι Ανθυπαστυνόμοι που εισήχθησαν και αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α., σε σχέση με τους Ανθυπαστυνόμους που δεν εισήχθησαν και δεν αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. δεν τελούν σε όμοιες νομικές συνθήκες, αλλά σε ανόμοιες νομικές συνθήκες. Η κατηγορία αυτή των Ανθυπαστυνόμων προάγονται σε αξιωματικούς με μια αίτησή τους, με μόνο κριτήριο τα έτη υπηρεσίας. Ο νομοθέτης οφείλει να αναγνωρίσει στους αποφοίτους του Τ.Ε.Μ.Α. ενδιάμεση κατηγορία που να μην την εξισώνει με άλλες κατηγορίες αστυνομικού προσωπικού, καθώς εμείς σε δύο διαγωνισμούς (προαγωγή σε Αρχιφύλακες με εξετάσεις – Εισαγωγή ως Ανθυπαστυνόμοι στο Τ.Ε.Μ.Α.), κριθήκαμε στα εξεταζόμενα μαθήματα ως οι ικανότεροι των καταλλήλων υποψηφίων, σύμφωνα με την αρχή της αξιοκρατίας.
Άρα, η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται με την πάροδο των ετών υπηρεσίας και των συνακόλουθων βαθμολογικών προαγωγών, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας (ενδιάμεση με αυξημένες αποδοχές), ήτοι αποδοχές πλησίον των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. (Α΄ κατηγορία), χωρίς όμως οι απολαβές των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α. να εξισώνονται πλήρως με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής μας διαδρομής και μόνο. Εξάλλου, ως απόφοιτοι του Τ.Ε.Μ.Α. ασκούμε όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της Α΄ μισθολογικής Κατηγορίας που δεν δικαιολογεί τεράστια απόκλιση στις αποδοχές μας (βλέπε πχ ΠΔ 100/2003, ΠΔ 24/1997, ΠΔ 120/2008, πχ 82/2021 και ΠΔ 141/1991 ενδεικτικά). Η ένταξή μας σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
Κλείνοντας, ως Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (ν.δ. 649/1970), μετά προδήλου εννόμου συμφέροντος ζητώ την άρση της οικονομικής και ηθικής μου βλάβης, με την δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας που να προσεγγίζει το 75% τουλάχιστον των αποδοχών των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., ένεκα των αυξημένων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων μου που μου αναγνωρίζει ο νόμος και η αρχή της αναλογικότητας. Σε κάθε περίπτωση η Διοίκηση με την ένταξή μου στην β΄ μισθολογική κατηγορία, προσβάλει βάναυσα την προσωπικότητά μου, αφού σε καμία περίπτωση δεν αναγνωρίζει την προσωπική μου αξία και ικανότητα, η οποία γίνεται δεκτή με βάση την νομολογία και σε καμία περίπτωση δεν θίγει τα δικαιώματα των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α.
Για τους Αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η μεταφορά τους στην Α μισθολογική κατηγορία από την Β, όπως ακριβώς συμβαίνει με την κατηγορία Δ των αστυνομικών η οποία μεταφέρεται στην Γ κατηγορία όταν αυτοί, ονομάζονται Αστυφύλακες. Τούτο, διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. οι οποίοι ανήκουν στην Β μισθολογική κατηγορία άδικα, διότι έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.