Άρθρο 17 – Κτηματολογικά στοιχεία – Αναγνώριση δικαιούχων

  1. Αν οι ενδιαφερόμενοι διαφωνούν με τα στοιχεία του κτηματολογικού πίνακα και διαγράμματος, μπορούν από την κήρυξη της απαλλοτρίωσης, με αίτησή τους στην αρχή που θεώρησε τα κτηματολογικά στοιχεία ή άλλως σε κάθε περίπτωση στη Διεύθυνση Δημόσιων Έργων του Υπουργείου Μεταφορών, Υποδομών και Δικτύων να ζητήσουν τη διόρθωσή τους υποβάλλοντες τους σχετικούς τίτλους. Η διόρθωση αυτή μπορεί να γίνει μέχρι και τη συζήτηση της αίτησης αναγνώρισης δικαιούχων. Οι δικαιούχοι αποζημίωσης υποχρεούνται να προσκομίσουν στη δίκη αναγνώρισης δικαιούχων, πιστοποιητικό ανυπαρξίας δικαιωμάτων του Δημοσίου. Η αίτηση διόρθωσης των κτηματολογικών στοιχείων δεν αναστέλλει τη διαδικασία προσδιορισμού και συντέλεσης της απαλλοτρίωσης. Αντίγραφα των γενόμενων διορθώσεων διαβιβάζονται και στο αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο ή Κτηματολογικό Γραφείο για να ενεργήσει τα νόμιμα.
  2. Το κτηματολογικό διάγραμμα και ο κτηματολογικός πίνακας, με τις  γενόμενες κατά τις προηγούμενες παραγράφους διορθώσεις, διαβιβάζονται  από τον υπέρ ου η απαλλοτρίωση ή τον υπόχρεο αποζημίωσης ή τους έχοντες  έννομο συμφέρον στο αρμόδιο Μονομελές Πρωτοδικείο, ο Πρόεδρος του οποίου προβαίνει στον ορισμό δικασίμου, για την αναγνώριση των δικαιούχων.
  3. Η αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου, στην οποία κοινοποιείται υποχρεωτικά η απόφαση κήρυξης της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, υποχρεούται να χορηγήσει βεβαίωση για την ύπαρξη ή ανυπαρξία δικαιωμάτων του Δημοσίου, σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την υποβολή της σχετικής αίτησης, άλλως το δικαστήριο χωρεί στη διαδικασία αναγνώρισης και χωρίς τη σχετική βεβαίωση, με την προσκομιδή βεβαίωσης μη έκδοσής της.
  4. Η αναγνώριση των δικαιούχων γίνεται σε δικάσιμο που ορίζεται από τον πρόεδρο του δικαστηρίου, εντός είκοσι πέντε (25) ημερών από την κατάθεση της σχετικής αίτησης. Αντίγραφο της αίτησης με την πράξη και με κλήση για εμφάνιση κοινοποιείται δέκα (10) ημέρες πριν από τη δικάσιμο, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του ν. 2882/2001.
  5. Στις αναγκαστικές απαλλοτριώσεις που κηρύσσονται για την κατασκευή, επέκταση ή τον εκσυγχρονισμό  των Μεγάλων Έργων, ο ορισμός της δικασίμου και η κλήτευση των δικαιούχων αποζημίωσης, στη δίκη αναγνώρισης δικαιούχων στο Μονομελές Πρωτοδικείο, εφόσον υπερβαίνουν οι εικαζόμενοι δικαιούχοι τους διακόσιους (200), γίνεται με πράξη του προέδρου του δικαστηρίου μετά από αίτηση του κάθε ενδιαφερόμενου, που δημοσιεύεται σε δύο συνεχόμενα φύλλα δύο (2) ημερήσιων εφημερίδων του οικείου νόμου και με τοιχοκόλληση στο δημοτικό ή κοινοτικό κατάστημα, της τοποθεσίας των ακινήτων, δεκαπέντε (15) ημέρες πριν τη δικάσιμο. Οι δημοσιεύσεις  και η τοιχοκόλληση περιλαμβάνουν και πρόσκληση των ενδιαφερομένων να παραστούν κατά τη δικάσιμο και τα ονόματα των εικαζόμενων δικαιούχων κατά τα υπάρχοντα στοιχεία του κτηματολογικού πίνακα. Η παραπάνω διαδικασία γίνεται με δαπάνη του υπόχρεου καταβολής της αποζημίωσης. Αν η διαδικασία κινηθεί από τον υπέρ ου η απαλλοτρίωση ή τον έχοντα εμπράγματο δικαίωμα, η σχετική δαπάνη επιδικάζεται σε βάρος του υπόχρεου καταβολής της αποζημίωσης με την απόφαση αναγνώρισης των δικαιούχων.

Κάθε διαφορά αποζημίωσης από παραλείψεις και ανακρίβειες των κτηματολογικών στοιχείων, χωρίς να επηρεάζει τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης, δικάζεται από το Μονομελές Πρωτοδικείο, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων των εργατικών διαφορών του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Σε περίπτωση άσκησης έφεσης, το δικαστήριο δικαιούται, με προδικαστική του απόφαση, να διατάξει τη διενέργεια γραπτής πραγματογνωμοσύνης από έναν πραγματογνώμονα. Νέα συζήτηση της υπόθεσης ορίζεται με την απόφαση σε ορισμένη δικάσιμο, εντός δύο (2) μηνών από τη δημοσίευσή της. Ο πραγματογνώμονας υποχρεούται, εντός ενός (1) μηνός από την επίδοση σε αυτόν της απόφασης, να ορκιστεί και να καταθέσει την πραγματογνωμοσύνη του. Κατά της απόφασης του Εφετείου δε χωρεί ένδικο μέσο.

  • 10 Αυγούστου 2010, 18:22 | Δημήτρης Κουλούκης

    Να προβλεφθεί η υποχρέωση των ενδιαφερόμενων να καταθέτουν τίτλους ιδιοκτησίας ταυτόχρονα με την υποβολή της αίτησης για βεβαίωση ύπαρξης ή μη δικαιωμάτων του Δημοσίου. (παράγραφος 3)