ΜΕΡΟΣ Γ’ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΣΤΕΛΕΧΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ, ΤΟΥ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΛΙΜΕΝΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ – ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΚΤΟΦΥΛΑΚΗΣ   ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ   Άρθρο 17 Πεδίο εφαρμογής

 

Στο παρόν Μέρος υπάγονται τα στελέχη των Σωμάτων Ασφαλείας, δηλαδή τα στελέχη:

α) της Ελληνικής Αστυνομίας,

β) του Πυροσβεστικού Σώματος και

γ) του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής.

  • Άρθρο 19 – «Μισθολογικά κλιμάκια και κατάταξη»

    Προτείνεται η προσθήκη ρύθμισης για την αναγνώριση μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων των στελεχών της Ελληνικής Αστυνομίας, σύμφωνα με το καθεστώς που ισχύει στο υπόλοιπο Δημόσιο, όπως ορίζεται στο άρθρο 9 του ν. 4354/2015.Στο αυτό πλαίσιο θα μπορούν να αναγνωρίζονται και τα μεταπτυχιακά τα οποία ,συμφώνως με το αρ.128 του ν.5187/2025 ,με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αστυνομικής Ακαδημίας, δύνανται να οργανώνονται και να υλοποιούνται , σε συνεργασία με Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, και Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας ή ομοταγή εκπαιδευτικά ιδρύματα της αλλοδαπής.
    Η πρόβλεψη αυτή θα επιτρέψει:
    – την αντικειμενική αναγνώριση των προσόντων και της επιστημονικής κατάρτισης των στελεχών,
    – την παροχή κινήτρων για δια βίου εκπαίδευση, και
    – τη βελτίωση της ποιότητας της δημόσιας διοίκησης και της αστυνομικής εκπαίδευσης.
    Η αναγνώριση των τίτλων αυτών θα πρέπει να συνοδεύεται από αντίστοιχη μισθολογική εξέλιξη, κατ’ αντιστοιχία με τα ισχύοντα στο υπόλοιπο Δημόσιο, με σαφή διαδικασία κρίσης συνάφειας και εντός της αυτής μισθολογικής κατηγορίας.
    Επιπλέον, η θεσμική κατοχύρωση της αναγνώρισης ακαδημαϊκών τίτλων θα ενισχύσει την αξιοκρατία, θα επιτρέψει την αξιοποίηση του επιστημονικού δυναμικού της Ελληνική Αστυνομία και θα αποτρέψει την αποθάρρυνση στελεχών που επενδύουν σε ανώτερη εκπαίδευση χωρίς ουσιαστική ανταμοιβή

    Άρθρο 22 – «Συντελεστής προσαύξησης βασικού μισθού»

    Προτείνεται η αναθεώρηση του πίνακα συντελεστών προσαύξησης για τα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας, ώστε να αντιστοιχούν στους αντίστοιχους των Ενόπλων Δυνάμεων, ως έχουν αυτοί ανακοινωθεί πως πρόκειται να διαμορφωθούν, δεδομένου ότι οι βαθμοί και οι ευθύνες είναι πλήρως συγκρίσιμοι.
    Η εξίσωση αυτή αποτελεί ζήτημα ισονομίας και ίσης μεταχείρισης μεταξύ στελεχών που επιτελούν αποστολές εθνικής ασφάλειας και δημόσιας τάξης.
    Η προτεινόμενη αναμόρφωση του πίνακα θα συμβάλει ουσιαστικά στην αποκατάσταση των ανισοτήτων που παρατηρούνται διαχρονικά μεταξύ ομοειδών βαθμών.
    Η επιμονή στη διαφοροποίηση μισθολογικής αντιμετώπισης μεταξύ Σωμάτων Ασφαλείας και Ενόπλων Δυνάμεων στερείται ουσιαστικής βάσης.
    Και οι δύο κατηγορίες στελεχών υπηρετούν στο πλαίσιο της εθνικής ασφάλειας, υπό καθεστώς πειθαρχίας, ιεραρχίας και αυξημένων ευθυνών.
    Η διαφοροποίηση αυτή δεν ανταποκρίνεται ούτε στη φύση των καθηκόντων ούτε στις πραγματικές συνθήκες υπηρεσίας, ενώ δημιουργεί αίσθημα αδικίας και υποβάθμισης.
    Αντίκειται δε στις αρχές της ισότητας, της αναλογικότητας και της χρηστής διοίκησης που διέπουν τη δημόσια μισθολογική πολιτική και είναι καταφανές πως σε περίπτωση υιοθέτησης αυτής της λογικής θα υπάρξει άμεσα προσφυγή στο ΣτΕ προκειμένου να αποκατασταθεί η πρόδηλη αδικία,
    Αντιθέτως, η εξομοίωση θα διασφαλίσει την ενότητα του ειδικού μισθολογίου και θα αποτρέψει την εδραίωση ενός αδικαιολόγητου διαχωρισμού μεταξύ στελεχών που υπηρετούν με κοινή αποστολή την προστασία του κράτους και του πολίτη.
    Επιπλέον ,η διατήρηση διακριτού μισθολογικού καθεστώτος για τα Σώματα Ασφαλείας δεν δικαιολογείται από αντικειμενικά κριτήρια και υπονομεύει την αρχή της ισότητας που πρέπει να διέπει την υπηρεσιακή εξέλιξη και ανταμοιβή.
    Εως και σήμερα εθεωρείτο αυτονόητο το ενιαίο και αδιαίρετο του μισθολογίου όλων των ενστόλων, ως προκύπτει από σειρά νομοθετικών προβλέψεων ήτοι ν.754/1978, ν.1643/1986,ν.2448/1996,ν.3205/2003 και ν.4472/2017. Επίσης, η αρχή της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισης των υπηρετούντων στις Ε.Δ. και τα Σ.Α που απορρέει από τις διατάξεις των αρ.45, 23 παρ.2 και 29 παρ.3 του Συντάγματος ,λήφθηκε υπόψη και στις 2192-2196/2014 και 1125-1128/2016 Αποφάσεις της Ολομέλειας του Στ.Ε , οι οποίες ,μεταξύ άλλων , αναφέρθηκαν στην ενιαία μισθολογική μεταχείριση του συνόλου Ε.Δ. και Σ.Α.
    Καθίσταται ,λοιπόν , καταφανές ότι πέραν των άλλων θα πρέπει στο παρόν νομοσχέδιο και τις προβλέψεις του να ενταχθούν και οι Ε.Δ στα πρότυπα της πάγιας ,διαχρονικής και ενιαίας νομοθέτησης για Ε.Δ και Σ.Α ,λαμβάνοντας υπόψη ότι ανάλογες πρωτοβουλίες προς το διαχωρισμό του ενιαίου ειδικού μισθολογίου, θα οδηγήσουν αναπόφευκτα σε διαφοροποιήσεις ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού χαρακτήρα , με ανυπολόγιστες συνέπειες σε βάρος των παγιωμένων δικαιωμάτων του προσωπικού των Σωμάτων ,τα οποία ως ελέχθη είναι αναγνωρισμένα με πληθώρα κοινών νομοθετικών διατάξεων .
    Τέλος:
    α) υπό την επιφύλαξη των τελικών διατάξεων εν σχέσει με τη βαθμολογική εξέλιξη των στελεχών της Κατηγορίας Β’ των Ε.Δ και υπό την προυπόθεση πως δεν θα εφαρμοστεί αναλογικά και στα Σ.Α , να προβλεφθεί η δημιουργία υποκατηγορίας ,εντός της Κατηγορίας Β’, για τους αποφοίτους Τ.Ε.Μ.Α με διαφορετικό κατά τι συντελεστή προσαύξησης .
    β) θεωρούμε ότι η διαμορφωμένη πρόταση όσον αφορά τις αποδοχές της κατηγορίας Β’ θα πρέπει αυτές να βελτιωθούν τουλάχιστον στο επίπεδο της προσαύξησης των συντελεστών που έχουν ανακοινωθεί για την αντίστοιχη κατηγορία των ενόπλων δυνάμεων.

    Άρθρο 24 – «Επιδόματα και αποζημιώσεις»

    α.-Προτείνεται η προσαρμογή του επιδόματος ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας και επικινδυνότητας στα επίπεδα που ισχύουν για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων. Οι λόγοι οι οποίοι είχαν προβληθεί προκειμένου να αιτιολογηθεί αυτή η διαφορά (ύψους 60 ευρώ) έχουν εκλείψει πλέον .Σημειωτέον ,δε, πως η Π.Ο.ΑΞΙ.Α έχει ήδη προσφύγει στο ανάλογο δικαστικό όργανο προκειμένου να προσβάλει τη διαφοροποίηση αυτή και εκκρεμεί η συζήτηση της αγωγής.
    Οι αστυνομικοί υπηρετούν κάτω από εξαιρετικά απαιτητικές και επικίνδυνες συνθήκες, με διαρκή επιχειρησιακή ετοιμότητα και έκθεση σε κίνδυνο, στοιχεία που επιβάλλουν δίκαιη και ανάλογη αποζημίωση.
    Η εναρμόνιση αυτή συνιστά πράξη σεβασμού και αναγνώρισης του έργου των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας.
    Πέραν της οικονομικής διάστασης, η εξίσωση αυτή θα ενισχύσει το αίσθημα δικαιοσύνης, επαγγελματικής ασφάλειας και ηθικής επιβράβευσης, αποτρέποντας το φαινόμενο άνισης μεταχείρισης μεταξύ υπηρεσιών που λειτουργούν υπό παρόμοιες συνθήκες επικινδυνότητας και επιχειρησιακής πίεσης.
    β.- Προτείνεται όπως τροποποιηθεί το εδάφιο (στ) της παρ.1 του άρθρου 24 «Επιδόματα και αποζημιώσεις» ώστε όλοι οι αστυνομικοί που υπηρετούν στις Π.Ε Ροδόπης, Ξάνθης & Δράμας, ένεκα του γεγονότος ότι στην γεωγραφική περιοχή αυτών υπάρχουν χερσαία σύνορα, να δικαιούνται και αυτοί του μηνιαίου επιδόματος ύψους εκατόν τριάντα (130) ευρώ, κατ’ ανάλογη εφαρμογή όπως και των αστυνομικών της Π.Ε. Έβρου. Σημειώνεται ότι το επίδομα παραμεθορίου λαμβάνεται από τους υπαλλήλους του ευρύτερου δημόσιου τομέα και των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου που υπηρετούν στις Περιφερειακές Ενότητες Ροδόπης , Ξάνθης και Δράμας σε όλη την εδαφική περιφέρεια των ανωτέρω.

  • 22 Οκτωβρίου 2025, 09:21 | Iωάννης

    -Τα στελέχη των Σωμάτων Ασφαλείας πρέπει να τυγχάνουν ΠΛΗΡΟΥΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΑΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ των ακαδημαϊκών τους προσόντων.

    -Τα ΠΤΥΧΙΑ που αποτελούν προσόν κατάταξης οφείλουν να αναγνωρίζονται ΚΑΙ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΑ, ώστε να αντικατοπτρίζεται η επιστημονική και επαγγελματική επάρκεια των στελεχών.

    -Τα ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΑ ΚΑΙ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΑ που συνδέονται με το αντικείμενο και τις δραστηριότητες κάθε Σώματος πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη ΣΤΗ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ, καθώς ενισχύουν την επιχειρησιακή και επιστημονική ικανότητα του προσωπικού.

    -Η αναγνώριση των τίτλων σπουδών είναι ΕΠΙΤΑΚΤΙΚΗ ΑΝΑΓΚΗ, καθώς οι σύγχρονες συνθήκες χαρακτηρίζονται από ΠΟΛΛΑΠΛΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΕΤΕΣ ΚΡΙΣΕΙΣ — όπως η ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΡΙΣΗ, η ΑΥΞΗΣΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΩΝ ΡΟΩΝ και οι ΥΒΡΙΔΙΚΕΣ ΑΠΕΙΛΕΣ — που απαιτούν στελέχη με υψηλή εξειδίκευση, επιστημονική επάρκεια και ικανότητα διαχείρισης σύνθετων καταστάσεων.

    Προτείνεται η ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΣΧΕΤΙΚΟΥ ΑΡΘΡΟΥ, ώστε να ΔΙΑΣΦΑΛΙΖΕΤΑΙ ΡΗΤΑ Η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΤΙΤΛΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ.

  • Άρθρο 19 – «Μισθολογικά κλιμάκια και κατάταξη»

    Προτείνεται η προσθήκη ρύθμισης για την αναγνώριση μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων των στελεχών της Ελληνικής Αστυνομίας, σύμφωνα με το καθεστώς που ισχύει στο υπόλοιπο Δημόσιο, όπως ορίζεται στο άρθρο 9 του ν. 4354/2015.Στο αυτό πλαίσιο θα μπορούν να αναγνωρίζονται και τα μεταπτυχιακά τα οποία ,συμφώνως με το αρ.128 του ν.5187/2025 ,με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αστυνομικής Ακαδημίας, δύνανται να οργανώνονται και να υλοποιούνται , σε συνεργασία με Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Υπουργού Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, και Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας ή ομοταγή εκπαιδευτικά ιδρύματα της αλλοδαπής.

    Η πρόβλεψη αυτή θα επιτρέψει:
    – την αντικειμενική αναγνώριση των προσόντων και της επιστημονικής κατάρτισης των στελεχών,
    – την παροχή κινήτρων για δια βίου εκπαίδευση, και
    – τη βελτίωση της ποιότητας της δημόσιας διοίκησης και της αστυνομικής εκπαίδευσης.

    Η αναγνώριση των τίτλων αυτών θα πρέπει να συνοδεύεται από αντίστοιχη μισθολογική εξέλιξη, κατ’ αντιστοιχία με τα ισχύοντα στο υπόλοιπο Δημόσιο, με σαφή διαδικασία κρίσης συνάφειας και εντός της αυτής μισθολογικής κατηγορίας.
    Επιπλέον, η θεσμική κατοχύρωση της αναγνώρισης ακαδημαϊκών τίτλων θα ενισχύσει την αξιοκρατία, θα επιτρέψει την αξιοποίηση του επιστημονικού δυναμικού της Ελληνική Αστυνομία και θα αποτρέψει την αποθάρρυνση στελεχών που επενδύουν σε ανώτερη εκπαίδευση χωρίς ουσιαστική ανταμοιβή.

    Άρθρο 22 – «Συντελεστής προσαύξησης βασικού μισθού»

    Προτείνεται η αναθεώρηση του πίνακα συντελεστών προσαύξησης για τα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας, ώστε να αντιστοιχούν στους αντίστοιχους των Ενόπλων Δυνάμεων, ως έχουν αυτοί ανακοινωθεί πως πρόκειται να διαμορφωθούν, δεδομένου ότι οι βαθμοί και οι ευθύνες είναι πλήρως συγκρίσιμοι.
    Η εξίσωση αυτή αποτελεί ζήτημα ισονομίας και ίσης μεταχείρισης μεταξύ στελεχών που επιτελούν αποστολές εθνικής ασφάλειας και δημόσιας τάξης.
    Η προτεινόμενη αναμόρφωση του πίνακα θα συμβάλει ουσιαστικά στην αποκατάσταση των ανισοτήτων που παρατηρούνται διαχρονικά μεταξύ ομοειδών βαθμών.

    Η επιμονή στη διαφοροποίηση μισθολογικής αντιμετώπισης μεταξύ Σωμάτων Ασφαλείας και Ενόπλων Δυνάμεων στερείται ουσιαστικής βάσης.
    Και οι δύο κατηγορίες στελεχών υπηρετούν στο πλαίσιο της εθνικής ασφάλειας, υπό καθεστώς πειθαρχίας, ιεραρχίας και αυξημένων ευθυνών.
    Η διαφοροποίηση αυτή δεν ανταποκρίνεται ούτε στη φύση των καθηκόντων ούτε στις πραγματικές συνθήκες υπηρεσίας, ενώ δημιουργεί αίσθημα αδικίας και υποβάθμισης.

    Αντίκειται δε στις αρχές της ισότητας, της αναλογικότητας και της χρηστής διοίκησης που διέπουν τη δημόσια μισθολογική πολιτική και είναι καταφανές πως σε περίπτωση υιοθέτησης αυτής της λογικής θα υπάρξει άμεσα προσφυγή στο ΣτΕ προκειμένου να αποκατασταθεί η πρόδηλη αδικία,
    Αντιθέτως, η εξομοίωση θα διασφαλίσει την ενότητα του ειδικού μισθολογίου και θα αποτρέψει την εδραίωση ενός αδικαιολόγητου διαχωρισμού μεταξύ στελεχών που υπηρετούν με κοινή αποστολή την προστασία του κράτους και του πολίτη.

    Επιπλέον ,η διατήρηση διακριτού μισθολογικού καθεστώτος για τα Σώματα Ασφαλείας δεν δικαιολογείται από αντικειμενικά κριτήρια και υπονομεύει την αρχή της ισότητας που πρέπει να διέπει την υπηρεσιακή εξέλιξη και ανταμοιβή.
    Εως και σήμερα εθεωρείτο αυτονόητο το ενιαίο και αδιαίρετο του μισθολογίου όλων των ενστόλων, ως προκύπτει από σειρά νομοθετικών προβλέψεων ήτοι ν.754/1978, ν.1643/1986,ν.2448/1996,ν.3205/2003 και ν.4472/2017. Επίσης, η αρχή της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισης των υπηρετούντων στις Ε.Δ. και τα Σ.Α που απορρέει από τις διατάξεις των αρ.45, 23 παρ.2 και 29 παρ.3 του Συντάγματος ,λήφθηκε υπόψη και στις 2192-2196/2014 και 1125-1128/2016 Αποφάσεις της Ολομέλειας του Στ.Ε , οι οποίες ,μεταξύ άλλων , αναφέρθηκαν στην ενιαία μισθολογική μεταχείριση του συνόλου Ε.Δ. και Σ.Α.
    Καθίσταται ,λοιπόν , καταφανές ότι πέραν των άλλων θα πρέπει στο παρόν νομοσχέδιο και τις προβλέψεις του να ενταχθούν και οι Ε.Δ στα πρότυπα της πάγιας ,διαχρονικής και ενιαίας νομοθέτησης για Ε.Δ και Σ.Α ,λαμβάνοντας υπόψη ότι ανάλογες πρωτοβουλίες προς το διαχωρισμό του ενιαίου ειδικού μισθολογίου, θα οδηγήσουν αναπόφευκτα σε διαφοροποιήσεις ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού χαρακτήρα , με ανυπολόγιστες συνέπειες σε βάρος των παγιωμένων δικαιωμάτων του προσωπικού των Σωμάτων ,τα οποία ως ελέχθη είναι αναγνωρισμένα με πληθώρα κοινών νομοθετικών διατάξεων.

    Τέλος:
    α) υπό την επιφύλαξη των τελικών διατάξεων εν σχέσει με τη βαθμολογική εξέλιξη των στελεχών της Κατηγορίας Β’ των Ε.Δ και υπό την προυπόθεση πως δεν θα εφαρμοστεί αναλογικά και στα Σ.Α , να προβλεφθεί η δημιουργία υποκατηγορίας ,εντός της Κατηγορίας Β’, για τους αποφοίτους Τ.Ε.Μ.Α με διαφορετικό κατά τι συντελεστή προσαύξησης .
    β) θεωρούμε ότι η διαμορφωμένη πρόταση όσον αφορά τις αποδοχές της κατηγορίας Β’ θα πρέπει αυτές να βελτιωθούν τουλάχιστον στο επίπεδο της προσαύξησης των συντελεστών που έχουν ανακοινωθεί για την αντίστοιχη κατηγορία των ενόπλων δυνάμεων.

    Άρθρο 24 – «Επιδόματα και αποζημιώσεις»

    α.-Προτείνεται η προσαρμογή του επιδόματος ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας και επικινδυνότητας στα επίπεδα που ισχύουν για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων. Οι λόγοι οι οποίοι είχαν προβληθεί προκειμένου να αιτιολογηθεί αυτή η διαφορά (ύψους 60 ευρώ) έχουν εκλείψει πλέον .Σημειωτέον ,δε, πως η Π.Ο.ΑΞΙ.Α έχει ήδη προσφύγει στο ανάλογο δικαστικό όργανο προκειμένου να προσβάλει τη διαφοροποίηση αυτή και εκκρεμεί η συζήτηση της αγωγής.

    Οι αστυνομικοί υπηρετούν κάτω από εξαιρετικά απαιτητικές και επικίνδυνες συνθήκες, με διαρκή επιχειρησιακή ετοιμότητα και έκθεση σε κίνδυνο, στοιχεία που επιβάλλουν δίκαιη και ανάλογη αποζημίωση.

    Η εναρμόνιση αυτή συνιστά πράξη σεβασμού και αναγνώρισης του έργου των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας.

    Πέραν της οικονομικής διάστασης, η εξίσωση αυτή θα ενισχύσει το αίσθημα δικαιοσύνης, επαγγελματικής ασφάλειας και ηθικής επιβράβευσης, αποτρέποντας το φαινόμενο άνισης μεταχείρισης μεταξύ υπηρεσιών που λειτουργούν υπό παρόμοιες συνθήκες επικινδυνότητας και επιχειρησιακής πίεσης.

    β.- Προτείνεται όπως τροποποιηθεί το εδάφιο (στ) της παρ.1 του άρθρου 24 «Επιδόματα και αποζημιώσεις» ώστε όλοι οι αστυνομικοί που υπηρετούν στις Π.Ε Ροδόπης, Ξάνθης & Δράμας, ένεκα του γεγονότος ότι στην γεωγραφική περιοχή αυτών υπάρχουν χερσαία σύνορα, να δικαιούνται και αυτοί του μηνιαίου επιδόματος ύψους εκατόν τριάντα (130) ευρώ, κατ’ ανάλογη εφαρμογή όπως και των αστυνομικών της Π.Ε. Έβρου. Σημειώνεται ότι το επίδομα παραμεθορίου λαμβάνεται από τους υπαλλήλους του ευρύτερου δημόσιου τομέα και των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου που υπηρετούν στις Περιφερειακές Ενότητες Ροδόπης , Ξάνθης και Δράμας σε όλη την εδαφική περιφέρεια των ανωτέρω.

  • 22 Οκτωβρίου 2025, 09:07 | ΕΝΩΣΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΑΡΤΑΣ

    Η παρούσα τοποθέτηση αφορά το προτεινόμενο αναβαθμισμένο μισθολόγιο του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και βασίζεται σε πλήρη συγκριτική ανάλυση των νέων και παλαιών βασικών μισθών ανά βαθμό και κατηγορία. Οι συγκριτικοί πίνακες συντάχθηκαν από την Ένωση Αστυνομικών Υπαλλήλων Άρτας, με στόχο την τεκμηριωμένη και αντικειμενική αποτύπωση των διαφορών που προκύπτουν. Η επεξεργασία των στοιχείων αυτών αποδεικνύει με απόλυτη σαφήνεια την πραγματική εικόνα των μεταβολών και καταρρίπτει τους κυβερνητικούς ισχυρισμούς περί αυξήσεων της τάξεως του 13% έως 20%. Οι αριθμοί δείχνουν ότι, στην πράξη, οι αυξήσεις είναι σημαντικά χαμηλότερες, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις προκύπτουν ακόμη και μειώσεις.

    Ενδεικτικά, σε βαθμούς όπως αυτός του Υπαστυνόμου Β΄ της Γ΄ κατηγορίας, οι αποδοχές όχι μόνο δεν αυξάνονται αλλά παρουσιάζουν μείωση, γεγονός που καταδεικνύει ότι η προτεινόμενη ρύθμιση δεν έχει μελετηθεί με τη δέουσα προσοχή. Αντίστοιχα, στη Β΄ κατηγορία, όπου ανήκει το μεγαλύτερο ποσοστό του ενεργού αστυνομικού προσωπικού, οι πραγματικές αυξήσεις περιορίζονται σε χαμηλά ποσοστά, συχνά κάτω του 6%. Την ίδια στιγμή, η Α΄ κατηγορία απολαμβάνει σαφώς ευνοϊκότερες αναπροσαρμογές, με αποτέλεσμα να διευρύνεται επικίνδυνα η μισθολογική ψαλίδα ανάμεσα στις δύο κατηγορίες.

    Η Β΄ κατηγορία, που αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της Αστυνομίας και επωμίζεται καθημερινά το βάρος της αστυνόμευσης, βλέπει πλέον να εντείνεται η αίσθηση αδικίας, αφού το χάσμα στις αποδοχές με τους ανώτερους βαθμούς μεγαλώνει αντί να περιορίζεται. Μία τέτοια εξέλιξη δεν ενισχύει την υπηρεσιακή συνοχή· αντιθέτως, δημιουργεί ανισορροπίες και υπονομεύει το ηθικό του προσωπικού.

    Οι συγκριτικοί πίνακες που εκπονήθηκαν από την Ένωσή μας είναι στη διάθεση κάθε ενδιαφερόμενου και αποδεικνύουν πέραν πάσης αμφιβολίας ότι το προτεινόμενο μισθολόγιο απέχει από το να θεωρηθεί δίκαιο ή αναβαθμισμένο. Η διαφάνεια και η ειλικρίνεια επιβάλλουν να αναγνωριστεί το πραγματικό μέγεθος των διαφορών, ώστε να ανοίξει ένας ουσιαστικός διάλογος για τη διαμόρφωση ενός νέου, δίκαιου και ρεαλιστικού μισθολογίου που να ανταποκρίνεται στις ευθύνες, τις συνθήκες και την αποστολή των Ελλήνων Αστυνομικών.

  • 22 Οκτωβρίου 2025, 08:57 | Ιωαννα

    Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
    Στο άρθρο 18 του σχεδίου νόμου να προβλεφθεί πέμπτη μισθολογική κατηγορία (ενδιάμεση της Α΄ και της Β΄) για τους αποφοίτους του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής τους διαδρομής και εξέλιξης από τους υπολοίπους της Β΄ κατηγορίας.
    Στο άρθρο 21 του σχεδίου νόμου είναι αναγκαία η δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας για τους Αξιωματικούς αποφοίτους του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.) , ήτοι θέσπιση κατηγορίας μεταξύ της Α΄ και της Β΄ ως εξής:

    Κλιμάκιο
    Έτη Υπηρεσίας
    ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ
    Α
    ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ
    (Α-Β ή Β+)
    ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ
    Β
    1
    έως 3
    1320
    1233
    1145
    2
    3 – 5
    1410
    1298
    1185
    3
    5 – 7
    1500
    1369
    1238
    4
    7 – 9
    1560
    1427
    1294
    5
    9 – 11
    1622
    1487
    1352
    6
    11 – 13
    1687
    1550
    1413
    7
    13 – 15
    1754
    1616
    1477
    8
    15 – 17
    1824
    1684
    1543
    9
    17 – 19
    1897
    1755
    1612
    10
    19 – 21
    1992
    1845
    1697
    11
    21 – 23
    2092
    1929
    1765
    12
    23 – 25
    2207
    2022
    1836
    13
    25 – 27
    2328
    2119
    1909
    14
    27 – 29
    2456
    2221
    1985
    15
    29 – 31
    2600
    2332
    2064
    16
    31 – 33
    2740
    2444
    2147
    17
    33 – 35
    2822
    2517
    2211
    18
    35 – 37
    2878
    2567
    2255
    19
    37 – 39
    2936
    2618
    2300
    20
    39 και άνω
    3000
    2673
    2346

    Στο άρθρο 22 του σχεδίου νόμου να προβλεφθεί συντελεστής προσαύξησης βασικού μισθού για τους αποφοίτους του ν.δ 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), και από τον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄ έως και τον βαθμό του Αστυνομικού Διευθυντή στο οποίο εξελίσσονται ως εξής
    ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ: 1, 15
    ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ: 1, 13
    ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Α΄: 1, 11
    ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Β΄: 1, 09
    ΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Α΄: 1, 07
    ΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Β΄: 1, 05

  • 22 Οκτωβρίου 2025, 06:10 | ΣΑΡΑΦΙΔΗΣ ΗΛΙΑΣ

    Ως Αξιωματικός και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων της Ελληνικής Αστυνομίας στο υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου προτείνω τα εξής:Στο άρθρο 18 του σχεδίου νόμου να προβλεφθεί πέμπτη μισθολογική κατηγορία (ενδιάμεση της Α΄ και της Β΄) για τους αποφοίτους του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής τους διαδρομής και εξέλιξης από τους υπολοίπους της Β΄ κατηγορίας.Στο άρθρο 21 του σχεδίου νόμου είναι αναγκαία η δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας για τους Αξιωματικούς αποφοίτους του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.) , ήτοι θέσπιση κατηγορίας μεταξύ της Α΄ και της Β΄ ως εξής:ΚΛΙΜΑΚΙΟ ΕΤΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ Α΄ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ Β΄ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ
    1 έως 3 1320 1233 1145
    2 3 – 5 1410 1298 1185
    3 5 – 7 1500 1369 1238
    4 7 – 9 1560 1427 1294
    5 9 – 11 1622 1487 1352
    6 11 – 13 1687 1550 1413
    7 13 – 15 1754 1616 1477
    8 15 – 17 1824 1684 1543
    9 17 – 19 1897 1755 1612
    10 19 – 21 1992 1845 1697
    11 21 – 23 2092 1929 1765
    12 23 – 25 2207 2022 1836
    13 25 – 27 2328 2119 1909
    14 27 – 29 2456 2221 1985
    15 29 – 31 2600 2332 2064
    16 31 – 33 2740 2444 2147
    17 33 – 35 2822 2517 2211
    18 35 – 37 2878 2567 2255
    19 37 – 39 2936 2618 2300
    20 39 και άνω 3000 2673 2346Στο άρθρο 22 του σχεδίου νόμου να προβλεφθεί συντελεστής προσαύξησης βασικού μισθού για τους αποφοίτους του ν.δ 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), και από τον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄ έως και τον βαθμό του Αστυνομικού Διευθυντή στο οποίο εξελίσσονται ως εξήςΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ: 1, 15
    ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ: 1, 13
    ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Α΄: 1, 11
    ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Β΄: 1, 09
    ΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Α΄: 1, 07
    ΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Β΄: 1, 05

  • 22 Οκτωβρίου 2025, 06:46 | ΣΑΡΑΦΙΔΗΣ ΗΛΙΑΣ

    21 Οκτωβρίου 2025, 21:45 | ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣΜόνιμος ΣύνδεσμοςΩς Αξιωματικός και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων της Ελληνικής Αστυνομίας στο υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου προτείνω τα εξής:Στο άρθρο 18 του σχεδίου νόμου να προβλεφθεί πέμπτη μισθολογική κατηγορία (ενδιάμεση της Α΄ και της Β΄) για τους αποφοίτους του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής τους διαδρομής και εξέλιξης από τους υπολοίπους της Β΄ κατηγορίας.Στο άρθρο 21 του σχεδίου νόμου είναι αναγκαία η δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας για τους Αξιωματικούς αποφοίτους του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.) , ήτοι θέσπιση κατηγορίας μεταξύ της Α΄ και της Β΄ ως εξής:ΚΛΙΜΑΚΙΟ ΕΤΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ Α΄ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ Β΄ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ
    1 έως 3 1320 1233 1145
    2 3 – 5 1410 1298 1185
    3 5 – 7 1500 1369 1238
    4 7 – 9 1560 1427 1294
    5 9 – 11 1622 1487 1352
    6 11 – 13 1687 1550 1413
    7 13 – 15 1754 1616 1477
    8 15 – 17 1824 1684 1543
    9 17 – 19 1897 1755 1612
    10 19 – 21 1992 1845 1697
    11 21 – 23 2092 1929 1765
    12 23 – 25 2207 2022 1836
    13 25 – 27 2328 2119 1909
    14 27 – 29 2456 2221 1985
    15 29 – 31 2600 2332 2064
    16 31 – 33 2740 2444 2147
    17 33 – 35 2822 2517 2211
    18 35 – 37 2878 2567 2255
    19 37 – 39 2936 2618 2300
    20 39 και άνω 3000 2673 2346Στο άρθρο 22 του σχεδίου νόμου να προβλεφθεί συντελεστής προσαύξησης βασικού μισθού για τους αποφοίτους του ν.δ 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), και από τον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄ έως και τον βαθμό του Αστυνομικού Διευθυντή στο οποίο εξελίσσονται ως εξήςΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ: 1, 15
    ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ: 1, 13
    ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Α΄: 1, 11
    ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Β΄: 1, 09
    ΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Α΄: 1, 07
    ΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Β΄: 1, 05

  • 22 Οκτωβρίου 2025, 05:45 | Απόφοιτος του ΤΕΜΑ

    Θέμα: Πρόταση για τη Δημιουργία Ενδιάμεσης Μισθολογικής Κατηγορίας Αξιωματικών του Τ.Ε.Μ.Α. – Αποκατάσταση της Αναλογικότητας.

    Η ανάλυσή στα σχόλια της διαβούλευσης των νομικών επιχειρημάτων από Αξιωματικούς του ν.δ. 649/1970, μας οδηγεί σε ένα ισχυρό επιχείρημα για την αναμόρφωση του μισθολογίου των ένστολων, εστιάζοντας στην ανάγκη δημιουργίας μιας Ενδιάμεσης Μισθολογικής Κατηγορίας για τους αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.).

    Οι ισχύουσες μισθολογικές ρυθμίσεις για τα στελέχη των Σωμάτων Ασφαλείας, αν και προσπαθούν να διαχωρίσουν τις κατηγορίες βάσει εκπαιδευτικής προέλευσης (Α’ – Πανεπιστημιακής και Β’ – Ανώτερης – Μεταλυκειακής), δημιουργούν μια δυσανάλογη και άδικη μισθολογική μεταχείριση για τους Αξιωματικούς που προέρχονται από το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.).

    Η πρόταση για την αποκατάσταση της αναλογικότητας εστιάζει στη δημιουργία μιας νέας, Ενδιάμεσης Μισθολογικής Κατηγορίας (π.χ., Α-Β ή Β+) για τους αποφοίτους του Τ.Ε.Μ.Α., με διττό μηχανισμό υπολογισμού:
    Α) τον μέσο όρο της μισθολογικής διαφοράς μεταξύ της υπάρχουσας Α’ κατηγορίας και της υπάρχουσας Β’ κατηγορίας,
    Β) τον ενισχυμένο Συντελεστή Προσαύξησης του Άρθρου 22.

    Η ανάλυση της αναλογικότητας μεταξύ της προτεινόμενης Ενδιάμεσης Κατηγορίας (Τ.Ε.Μ.Α.) και της Κατηγορίας Α’ (Σ.Α.Ε.Α.), εάν υπολογίσουμε τους συντελεστές προσαύξησης του Άρθρου 22, εξαρτάται από τον ακριβή τρόπο που θα εφαρμοστεί η ενίσχυση του συντελεστή για την Ενδιάμεση Κατηγορία.
    Στην ιδανική περίπτωση, η προτεινόμενη λύση στοχεύει στην επίτευξη πλήρους αναλογικότητας καθηκόντων στους βαθμούς από Υπαστυνόμο Β’ έως Αστυνομικό Διευθυντή.

    Ανάλυση της Αναλογικότητας:
    Η αναλογικότητα σε αυτό το πλαίσιο ορίζεται ως η δίκαιη μισθολογική ανταμοιβή για την ιεραρχική θέση και τα ασκούμενα καθήκοντα, παρά τη διαφορά στην αρχική εκπαιδευτική προέλευση.

    1. Η Λογική της Αναλογικότητας Καθηκόντων.
    Κοινά Καθήκοντα: Από τον βαθμό του Υπαστυνόμου Β’ και άνω, οι αξιωματικοί Τ.Ε.Μ.Α. και Σ.Α.Ε.Α. ασκούν ουσιαστικά τα ίδια διοικητικά και επιχειρησιακά καθήκοντα και φέρουν τις ίδιες ευθύνες.

    Ρόλος του Συντελεστή Προσαύξησης (Άρθρο 22):
    Ο συντελεστής προσαύξησης είναι ο μηχανισμός που μισθολογικά αναγνωρίζει τον βαθμό και τις ευθύνες (καθήκοντα).

    2. Πώς Επιτυγχάνεται η Αναλογικότητα
    Για να υπάρξει αναλογικότητα, ο Συντελεστής Προσαύξησης για τους βαθμούς από Υπαστυνόμο Β’ έως Αστυνομικό Διευθυντή στην Ενδιάμεση Κατηγορία πρέπει να διαμορφωθεί με δύο κριτήρια:

    1). Παράμετρος Α: Βασικός Μισθός (Μ.Κ.).

    Μηχανισμός: Ο νέος Βασικός Μισθός τοποθετείται στον μέσο όρο της διαφοράς μεταξύ Α’ και Β’.

    Αποτέλεσμα στην Αναλογικότητα: Διατηρείται η μισθολογική διαφορά (μη πλήρης εξίσωση), αναγνωρίζοντας τη διαφορετική εκπαιδευτική βάση.

    Παράμετρος Β: Συντελεστής Προσαύξησης (Άρθρο 22).

    Μηχανισμός: Ο συντελεστής της Ενδιάμεσης Κατηγορίας πρέπει να εξισώνει ή να πλησιάζει σε μεγάλο βαθμό τις αποδοχές της Κατηγορίας Α’.

    Αποτέλεσμα στην αναλογικότητα:
    Επιτυγχάνεται η αναλογικότητα καθήκοντος με βάση την ενιαία επετηρίδα αποφοίτων ΣΑΕΑ-ΤΕΜΑ, καθώς ανταμείβεται αναλογικά και ισότιμα ο ίδιος βαθμός και η ίδια ευθύνη.

    Συμπέρασμα: Εάν η πρότασή μας υιοθετηθεί, η αναλογικότητα των αποδοχών των αποφοίτων του ΤΕΜΑ και των αποφοίτων της ΣΑΕΑ, θα επιτευχθεί ως προς τις αποδοχές που σχετίζονται με τον βαθμό και τα καθήκοντα, στους συγκεκριμένους βαθμούς (Υπαστυνόμος Β’ έως Αστυνομικός Διευθυντής).
    Ο ενισχυμένος Συντελεστής Προσαύξησης θα αναγνωρίζει την ισότητα των καθηκόντων (αναλογικότητα ίσης εργασίας/ευθύνης).
    Η μικρή διαφορά στον Βασικό Μισθό (Μ.Κ.) (λόγω του μέσου όρου) θα διατηρεί τη μισθολογική ιεραρχία, αναγνωρίζοντας τη διαφορά στην εκπαιδευτική προέλευση (Σ.Α.Ε.Α. έναντι Τ.Ε.Μ.Α.).
    Συνεπώς, η λύση αυτή αποτελεί έναν ισορροπημένο τρόπο για την αποκατάσταση της μισθολογικής δικαιοσύνης, χωρίς να παραβιάζεται η ιεραρχία που πηγάζει από την διαφορετική είσοδο στο Σώμα.

  • 22 Οκτωβρίου 2025, 00:21 | Γιάννης

    Η αναγνώριση πανεπιστημιακών, μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων σπουδών είναι ένα δίκαιο αίτημα για τους υπηρετούντες στην ΕΛ.ΑΣ. κάτι που πρέπει να έχει καθολικό χαρακτήρα για όλα τα στελέχη. Θα μπορούσε να είναι μια μισθολογική προαγωγή και μια καλύτερη υπηρεσιακή αξιοποίηση αυτών των στελεχών σε υπηρεσίες με συνάφεια με το αντικείμενο σπουδών τους. Η δια βίου μάθηση εν έτη 2025 είναι προαπαιτούμενο για την εξέλιξη του σώματος και κίνητρο για τα στελέχη που το απαρτίζουν.

  • 21 Οκτωβρίου 2025, 22:23 | Αρης

    Πραγματικα απιστευτο, οι περιοχες που εχουν χαρακτηριστει ως προβληματικες τυπου Α και Β στις οποιες απο το 1999 οι υπολοιποι δημοσιοι υπαλληλοι λαμβανουν το αντιστοιχο επιδομα παραμεθοριου ως γνωστον, εχουν καθορισμενα κριτηρια. Ανακοινωσατε οτι θα δωσετε επιδομα παραμεθοριου ,αλλα οχι συμφωνα με τις περιοχες οπως εχουν χαρακτηριστει απο ολες τις κυβερνησεις, αναφεροντας οτι σε μια περιοχη προβληματικη οπου εσεις επιθυμειτε. Χαρακτηριστικο παραδειγμα η Θεσπρωτια, η οποια ουτως η αλλως δε δικαιουται σε ολο το γεωγραφικο της μερος επιδομα παραμεθοριου,ομως ειναι καθορισμενο σε ποιες περιοχες δικαιουται, τωρα ανακοινωσατε μονο δυο σταθμους κ ενα τμημα αστυνομικο σε ενα μερος μονο, ενω ολοι οι υπολοιποι δημοσιοι υπαλληλοι στην πολη της Ηγουμενιτσας με αποσταση μικροτερη των 20 χιλιομετρων σε ευθεια γραμμη απο τα συνορα λαμβανουν απο το 1999 το επιδομα παραμεθοριου. Ακομα και μεσα στη Διευθυνση Αστυνομιας Θεσπρωτιας οι πολιτικοι υπαλληλοι λαμβανουν το επιδομα. Δε τιθεται δημοσιονομικο προβλημα οικονομικο για περιπου 300 αστυνομικους, ειναι ενα ποσο πολυ μικρο για τον προυπολογισμο. Πρεπει να το ξαναδειτε πραγματικα αυτο το θεμα, ειναι εντελως τρελο αυτο που συμβαινει με την ανακοινωση σας. Πως θα παρακαμψτε τον κντρικο νομο που εχει χαρακτηρισμενες τις περιοχες αυτες και αυθαιρετα θα δωσετε επιδομα παραμεθοριου οπου εσεις θελετε.

  • 21 Οκτωβρίου 2025, 21:49 | Ένωση Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας Κεντρικής Μακεδονίας

    ΘΕΜΑ: Προτάσεις επι του Σχεδίου Νόμου «Νέες μισθολογικές ρυθμίσεις για τα ένστολα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας».

    1.Περαιτέρω αύξηση του βασικού μισθού των Ανθυπαστυνόμων


    Οι προβλεπόμενες αυξήσεις για τους ανθυπαστυνόμους κρίνεται ότι είναι εξαιρετικά περιορισμένες και δεν ανταποκρίνονται στη μακροχρόνια προσφορά, στις ευθύνες και στα καθήκοντα που καλούνται καθημερινά να εκτελέσουν, δεδομένου ότι αποτελούν μια ιδιαίτερη κατηγορία προσωπικού, συχνά επιφορτισμένη με καθήκοντα αξιωματικού.

    2.Μισθολογική αναγνώριση των αξιωματικών προερχόμενων από το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.)

    Οι αξιωματικοί που προάγονται μέσω του Τ.Ε.Μ.Α. έχουν επιδείξει υψηλό επίπεδο επαγγελματικής κατάρτισης, προερχόμενοι από ιδιαίτερα απαιτητικές εξετάσεις και ειδική εκπαιδευτική διαδικασία. Ωστόσο, το νομοσχέδιο εξομοιώνει μισθολογικά τους αξιωματικούς αυτούς με εκείνους που προάγονται αποκλειστικά βάσει των ετών υπηρεσίας, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η αυξημένη εξειδίκευση, τα καθήκοντα και η ευθύνη που φέρουν.

    Είναι απαραίτητο να προβλεφθεί είτε η δημιουργία διακριτής τρίτης μισθολογικής κατηγορίας είτε ο καθορισμός υψηλότερου συντελεστή βασικού μισθού ή προσαύξησης για τους αξιωματικούς του Τ.Ε.Μ.Α., ώστε να αναγνωρίζεται θεσμικά η προστιθέμενη αξία τους.

    3.Καταβολή επιδόματος θέσης ευθύνης σε όλους τους αξιωματικούς

    Το σχέδιο νόμου προβλέπει την καταβολή επιδόματος θέσης ευθύνης μόνο στους ανώτερους αξιωματικούς, από το βαθμό του Αστυνόμου Α΄ και άνω. Ωστόσο, κατώτεροι αξιωματικοί, όπως Αστυνόμοι Β΄ και Υπαστυνόμοι Α΄ και Β΄, ασκούν ουσιαστικές διοικητικές και επιχειρησιακές αρμοδιότητες, ασκώντας διοίκηση σε τμήματα και υπηρεσίες, εποπτεύοντας ομάδες και ειδικές μονάδες, με σημαντικό βαθμό ευθύνης.

    Η μη αναγνώριση αυτής της πραγματικότητας μέσω της καταβολής επιδόματος δημιουργεί αδικαιολόγητες διακρίσεις και υποβαθμίζει το έργο και το ηθικό ενός σημαντικού μέρους των αξιωματικών. Για το λόγο αυτό, προτείνουμε την καταβολή επιδόματος θέσης ευθύνης σε όλους τους αξιωματικούς που αναλαμβάνουν τέτοια καθήκοντα, με κλιμάκωση ανάλογη με το βαθμό και το επίπεδο ευθύνης.

    4.Θεσμοθέτηση επιδόματος πτυχίου για στελέχη των Σωμάτων Ασφαλείας

    Η Πολιτεία οφείλει να αναγνωρίσει έμπρακτα την επιστημονική επάρκεια και την επαγγελματική αναβάθμιση των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας, θεσπίζοντας επίδομα πτυχίου για κατόχους πανεπιστημιακών, μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων. Η κατοχή τίτλου σπουδών δεν αποτελεί απλώς τυπικό προσόν, αλλά εργαλείο βελτίωσης του έργου, της κρίσης και της αποτελεσματικότητας των στελεχών. Η μη χορήγηση του επιδόματος παραβιάζει την αρχή της ισότητας, υπονομεύει την αξιοκρατία και αποδυναμώνει το ηθικό των εργαζόμενων. Ζητούμε την άμεση νομοθέτηση επιδόματος πτυχίου με αναδρομική εφαρμογή, ένταξη στο βασικό μισθό και αναλογική κλιμάκωση ανάλογα με τον τίτλο, χωρίς σύνδεση με μεταθέσεις ή αλλαγές θέσης. Η αναγνώριση της επιστημονικής κατάρτισης αποτελεί ζήτημα δικαιοσύνης, αξιοπρέπειας και ισότητας.

  • 21 Οκτωβρίου 2025, 21:45 | ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ

    Ως Αξιωματικός και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων της Ελληνικής Αστυνομίας στο υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου προτείνω τα εξής:

    Στο άρθρο 18 του σχεδίου νόμου να προβλεφθεί πέμπτη μισθολογική κατηγορία (ενδιάμεση της Α΄ και της Β΄) για τους αποφοίτους του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής τους διαδρομής και εξέλιξης από τους υπολοίπους της Β΄ κατηγορίας.

    Στο άρθρο 21 του σχεδίου νόμου είναι αναγκαία η δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας για τους Αξιωματικούς αποφοίτους του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.) , ήτοι θέσπιση κατηγορίας μεταξύ της Α΄ και της Β΄ ως εξής:

    ΚΛΙΜΑΚΙΟ ΕΤΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ Α΄ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ Β΄ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ
    1 έως 3 1320 1233 1145
    2 3 – 5 1410 1298 1185
    3 5 – 7 1500 1369 1238
    4 7 – 9 1560 1427 1294
    5 9 – 11 1622 1487 1352
    6 11 – 13 1687 1550 1413
    7 13 – 15 1754 1616 1477
    8 15 – 17 1824 1684 1543
    9 17 – 19 1897 1755 1612
    10 19 – 21 1992 1845 1697
    11 21 – 23 2092 1929 1765
    12 23 – 25 2207 2022 1836
    13 25 – 27 2328 2119 1909
    14 27 – 29 2456 2221 1985
    15 29 – 31 2600 2332 2064
    16 31 – 33 2740 2444 2147
    17 33 – 35 2822 2517 2211
    18 35 – 37 2878 2567 2255
    19 37 – 39 2936 2618 2300
    20 39 και άνω 3000 2673 2346

    Στο άρθρο 22 του σχεδίου νόμου να προβλεφθεί συντελεστής προσαύξησης βασικού μισθού για τους αποφοίτους του ν.δ 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), και από τον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄ έως και τον βαθμό του Αστυνομικού Διευθυντή στο οποίο εξελίσσονται ως εξής

    ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ: 1, 15
    ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ: 1, 13
    ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Α΄: 1, 11
    ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Β΄: 1, 09
    ΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Α΄: 1, 07
    ΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Β΄: 1, 05

  • 21 Οκτωβρίου 2025, 21:35 | ΣΟΦΙΑ

    Ως Αξιωματικός Ειδικών Καθηκόντων Μηχανικός του Πυροσβεστικού Σώματος με κύριο προσόν κατάταξης το πτυχίο εισηγούμαι:
    -> Την επαναφορά των καταργημένων διατάξεων για αναγνώριση των ετών των σπουδών μας ως χρόνο προϋπηρεσίας στο νέο μισθολόγιο, το οποίο σημαίνει 5 έτη σπουδών για τους μηχανικούς.
    -> Την αναγνώριση της προϋπηρεσίας του ιδιωτικού τομέα στις περιπτώσεις που είναι συναφή με την ειδικότητα που προσληφθήκαμε στο Σώμα.
    -> Την αναγνώριση μεταπτυχιακών και διδακτορικών σπουδών, όπως και στο ευρύτερο δημόσιο.

    Με εκτίμηση!

  • 21 Οκτωβρίου 2025, 19:58 | ΕΝΩΣΗ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

    ΜΕΡΟΣ Γ΄-ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄- ΑΡΘΡΟ 24 παρ. στ΄:
    » Στα στελέχη των Σωμάτων Ασφαλείας που υπηρετούν εντός των γεωγραφικών ορίων της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, της Περιφερειακής Ενότητας Έβρου και του πρώην νομού Δωδεκανήσου της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου χορηγείται μηνιαίο επίδομα ύψους εκατόν τριάντα (130) ευρώ……»
    Ο Νομός Κυκλάδων είναι από τις πλέον προβληματικές περιοχές της χώρας μας, από κάθε άποψη και το κόστος διαβίωσης είναι ιδιαίτερα υψηλό, αφού ο Νομός μας είναι αμιγώς τουριστικός προορισμός και θεωρείται ο πυλώνας της χώρας μας για τον κλάδο αυτό. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι στη νησιωτική περιοχή, είναι αναρίθμητα (ανεπάρκεια υγειονομικής περίθαλψης, ελλιπείς σχολικές μονάδες, απομόνωση, δυσκολία πρόσβασης, κατάργηση μειωμένων φορολογικών συντελεστών, ακρίβεια στα αγαθά πρώτης ανάγκης, πανάκριβα ενοίκια κ.α.).
    Σε αντιστάθμισμα όλων αυτών, το κράτος αντί να «πριμοδοτεί» όσους διαμένουν και εργάζονται σε αυτά τα νησιά με διάφορους τρόπους, εξαιρεί το μόνιμο προσωπικό των Σωμάτων Ασφαλείας(!!!) από ανάλογες κατηγορίες, όπως αυτή της καταβολής επιδομάτων «απομακρυσμένης-παραμεθορίου περιοχής» και δεν τελειώνει η αδικία μόνο εκεί….
    Το οξύμωρο της υπόθεσης είναι ότι το εν λόγω επίδομα καταβάλλεται ως ορίζει η λογική σε δημοσίους λειτουργούς, σε συμβασιούχος υπαλλήλους, αλλά όχι στους μόνιμους εργαζόμενους στα Σ/Α…
    Κι αν κάποτε υπήρχε το άλλοθι ότι τα Σ/Α διέπονται από Ειδικό Μισθολόγιο, κι αφού θέλουμε να είμαστε ένα κράτος Δικαίου, χωρίς κοινωνικές ανισότητες, γιατί ορθώς χορηγείται στους συναδέλφους στις παραμεθόριες περιοχές, στους υπόλοιπους εργαζόμενους και δεν υπάρχει πρόβλεψη-μέριμνα ώστε το εν λόγω επίδομα να καταβάλλεται και στο μόνιμο προσωπικό των Σ/Α στις Κυκλάδες???
    Ελπίζουμε κάποια στιγμή να επικρατήσει η κοινή λογική και να υπάρξει δικαίωση από την πολιτεία, την οποία υπηρετούμε με υπερηφάνεια και όχι να προσφεύγουμε για τα αυτονόητα στα ελληνικά δικαστήρια!
    Εκ του Δ.Σ.
    Ρούσσος Σταύρος
    Πρόεδρος

  • 21 Οκτωβρίου 2025, 19:47 | Δημήτρης Π.

    Δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας, μεταξύ της α΄ κατηγορίας και της β΄ κατηγορίας, με αναλογική ισότητα ως προς τις αυξήσεις που επέρχονται στους αποφοίτους της Σ.Α.Ε.Α., λόγω των ίδιων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. και του Τ.Ε.Μ.Α.
    Νομική θεμελίωση:
    Επειδή, στο άρθρο 16, παρ. 5 του Συντάγματος ορίζεται ότι:
    H ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Tα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του Kράτους, έχουν δικαίωμα να ενισχύονται οικονομικά από αυτό και λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους που αφορούν τους οργανισμούς τους. Συγχώνευση ή κατάτμηση ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μπορεί να γίνει και κατά παρέκκλιση από κάθε αντίθετη διάταξη, όπως νόμος ορίζει.
    Επειδή, στο άρθρο 16, παρ. 7 του Συντάγματος ορίζεται ότι:
    H επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση παρέχεται από το Kράτος και με σχολές ανώτερης βαθμίδας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από τρία χρόνια, όπως προβλέπεται ειδικότερα από το νόμο, που ορίζει και τα επαγγελματικά δικαιώματα όσων αποφοιτούν από τις σχολές αυτές.
    Επειδή, στο άρθρο 3, παρ. 1 του π.δ. 27/1997 ορίζεται ότι:
    Η ιεραρχία περιλαμβάνει την ιεραρχία των βαθμών και την ιεραρχία των καθηκόντων. Ιεραρχία των βαθμών είναι η σειρά αυτών, ιεραρχία δε των καθηκόντων η κλίμακα της Διοικήσεως. Ανάλογα με τη θέση τους στην ιεραρχία των βαθμών, οι αξιωματικοί έχουν την ιδιότητα του ανώτερου ή κατωτέρου, ανάλογα δε με τη θέση τους στην ιεραρχία των καθηκόντων έχουν την ιδιότητα του προϊσταμένου ή υφισταμένου.
    Επειδή, στο άρθρο 42, παρ. 2 του π.δ. 27/1997 ορίζεται ότι:
    Ανεξάρτητα από την ύπαρξη κενών οργανικών θέσεων προάγονται, οι Υπαστυνόμοι Α’, οι Αστυνόμοι Β’ και οι Αστυνόμοι Α’ του ν.δ. 649/1970 στο βαθμό του Αστυνόμου Β, Αστυνόμου Α’ και Αστυνομικού Υποδιευθυντή, αντίστοιχα, της ιδίας κατηγορίας αξιωματικών, εφόσον προήχθη στον αντίστοιχο βαθμό και ο τελευταίος ομοιόβαθμος αξιωματικός, που προέρχεται από τη Σχολή Αξιωματικών, με τον οποίο προήχθησαν στο βαθμό του Υπαστυνόμου Α’, Αστυνόμου Β’ και Αστυνόμου Α’, αντίστοιχα, το ίδιο ημερολογιακό έτος. Σε περίπτωση κατά την οποία ο τελευταίος ως άνω Υπαστυνόμος Α, Αστυνόμος Β’ και Αστυνόμος Α’ που προέρχεται από τη Σχολή Αξιωματικών ή και οι αμέσως προηγούμενοι αυτού δεν προαχθούν επειδή κρίθηκαν παραμένοντες στον ίδιο βαθμό ή για τους αναφερόμενους στα άρθρα 16, 32 παρ. 2 και 36 παρ. 5 του παρόντος διατάγματος λόγους, τούτο δεν κωλύει την κατά τα ανωτέρω προαγωγή των ομοιοβάθμων αξιωματικών, που προέρχονται από το Τ.Ε.Μ.Α.. Ως χρόνος προαγωγής τους λογίζεται η επόμενη της ημερομηνίας που προήχθη και ο τελευταίος ομοιόβαθμος τους που προέρχεται από τη Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας του ίδιου έτους ονομασίας ως αξιωματικού.
    Επειδή, όπως η νομολογία του ΣτΕ έχει κρίνει οι χαρακτηριζόμενες ως ανώτατες και ως ανώτερες από τον νόμο σχολές των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας δεν τελούν σε όμοιες νομικές και πραγματικές συνθήκες με τα υπόλοιπες ανώτατες και ανώτερες σχολές (Α.Ε.Ι.-Τ.Ε.Ι.) και τούτο διότι δεν έχουν διοικητική αυτοτέλεια, αντιθέτως έχουν πειθαρχία, σωματική και ψυχική προετοιμασία ως επαγγελματικές σχολές που προσφέρουν πρόσβαση στο Δημόσιο με διορισμό.
    Από τον συνδυασμό των ανωτέρω, στα άρθρα 17, 18, 21 και 22 του παρόντος σχεδίου νόμου, προκύπτει ότι η παραβίαση της αρχής της ισότητας (4 παρ. 1 Συντ.), της αξιοκρατίας (4 παρ. 1 και 5 παρ. 1 Συντ.), και δη υπό την έκφανση της ισότητας ως προς τη σταδιοδρομία στο Δημόσιο κατά τον λόγο της προσωπικής αξίας και ικανότητας του καθενός.
    Το παρών σχέδιο νόμου αντιμετωπίζει ως «όμοιες» περιστάσεις που είναι καθ’ όλα «ανόμοιες» επί τη βάσει αξιοκρατικών κριτηρίων.
    Σε κάθε περίπτωση, εφαρμογής τυγχάνει η κατοχυρωμένη στο άρθρο 4 παρ. 1 αρχή της ισότητας υπό τις ειδικότερες εκφάνσεις της και δη την ισότητα ως προς την πρόσβαση στις δημόσιες θέσεις (άρθρο 4, παρ.4 Συντ.) και της σταδιοδρομίας στο δημόσιο κατά τον λόγο και την προσωπική αξία εκάστου ως εκφάνσεως και της αρχής της αξιοκρατίας (άρθρο 4 παρ. 1, άρθρο 5 παρ. 1 και άρθρο 4, παρ. 4 παρ. Συντ.)
    Όπως ήδη αναφέρθηκε στο ιστορικό σε προηγούμενα σχόλια στη διαβούλευση, η υπαγωγή των αποφοίτων του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.), ως ουσιαστικά και τυπικά Ανώτερης Σχολής, που χαίρει των εγγυήσεων και της προστασίας του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος, στην κατηγορία Β΄ (δια του άρθρου 17 βασικά, και επικουρικά από τα άρθρα 18, 21 και 22 του παρόντος σχεδίου νόμου) έχει, δυσμενείς και αντισυνταγματικές συνέπειες ως προς την μισθολογική κατάσταση των υπηρετούντων Αξιωματικών του ν.δ. 649/1970 και των μελλοντικών Αξιωματικών της κατηγορίας αυτής ως απόφοιτων Ανώτερης Σχολής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης:
    α). Υπαγωγή σε χαμηλότερη μισθολογική κλίμακα, τόσο σε απόλυτο αριθμό, όσο και στα ανώτερα μισθολογικά κλιμάκιο στα οποία μπορούν να φτάσουν (παράνομη εξομοίωση ως προς την αμοιβή).
    β). Υπαγωγή σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση με το προβάδισμα των κατηγοριών και των βαθμών (παράνομη εξομοίωση ως προς τη σταδιοδρομία και την ανέλιξη στον δημόσιο τομέα).
    Κατά πάγια ερμηνεία, η συνταγματική κατοχύρωση της αρχής της ισότητας
    απαγορεύει την όμοια μεταχείριση ανόμοιων καταστάσεων («τα άνισα πρέπει να μεταχειρίζονται άνισα»).
    Επί του «ανόμοιου» χαρακτήρα, ήδη επισημάνθηκε ότι οι απόφοιτοι της Ανώτερης Σχολής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης:
    (α) Αποτελούν φορείς εγγυημένης και αυξημένης προστασίας που πηγάζει από το άρθρο 16 παρ. 7 του Συντάγματος.
    (β) Αναγνωρίζονται, τυπικά και λειτουργικά, από την νομολογία (2097/2019 ΣτΕ, σκέψεις 15 και 16) ως απόφοιτοι εκπαιδευτικής διαδικασίας με μείζονες εγγυήσεις ποιότητας.
    (γ) Έχουν την απαραίτητη προϋπηρεσία συνολικά στο Σώμα και ιδίως στον κρίσιμο βαθμό του Ανθυπαστυνόμου και εισάγονται με εξετάσεις, ενώ έχουν λάβει ουσιαστική εκπαίδευση ως τυπικό προσόν για την ένταξή τους στην ενιαία επετηρίδα των Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, που συνεπάγεται υψηλά καθήκοντα, όμοια με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., κατόπιν αναγνωρισμένης ως «ανωτέρας» κατά το άρθρο 16 παρ. 7 του Συντάγματος εκπαιδεύσεως. Κείνται δηλαδή στο ανώτερο όριο της κατ’ άρθρο 16 παρ. 7 «ανωτέρας» εκπαιδεύσεως σε σχέση με τους αποφοίτους της Σχολής Αστυφυλάκων προ και μετά πανελληνίων, στοιχείο το οποίο έχει αυτοτελώς διαφοροποιητική λειτουργία και, άρα, μείζονα νομική σημασία.
    Ωστόσο, και ανεξαρτήτως της αυτοτελούς παραβιάσεως του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ., από τον συνδυασμό των άρθρων 4 και 5 του Συντάγματος και του παρόντος σχεδίου νόμου, συνάγεται ότι αυτοτελώς και μόνο η υπαγωγή των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α. που υπάγεται ουσιαστικά και τυπικά στην ανώτερη βαθμίδα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με συναδέλφους τους Αστυφύλακες, Υπαξιωματικούς, Ανθυπαστυνόμους και Αξιωματικούς που δεν αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. στην Β΄ μισθολογική κατηγορία επιφέρει:
    (α) όμοια μισθολογική μεταχείριση με κάθε απόφοιτο Μεταδευτεροβάθμιας Εκπαιδεύσεως (απόφοιτοι της Σχολής Αστυφυλάκων προ πανελληνίων εξετάσεων) ως προς τις μισθολογικές απολαβές, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι προϋποθέσεις προαγωγής στο βαθμό και της ανελίξεως των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α. σε θέσεις ευθύνης, αντίστοιχες με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α.
    (β) όμοια μεταχείριση με κάθε απόφοιτο «μη Ανωτέρας», «μη Τριτοβάθμιας» και «μη Τυπικής» τριτοβάθμιας εκπαιδεύσεως (απόφοιτοι της Σχολής Αστυφυλάκων με το σύστημα των πανελληνίων εξετάσεων), ως προς τις μισθολογικές απολαβές, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι προϋποθέσεις προαγωγής κατά βαθμό και ανελίξεως σε θέσεις ευθύνης των Ανθυπαστυνόμων που εισήχθησαν και αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. σε σχέση με τους Ανθυπαστυνόμους που δεν εισήχθησαν στο Τ.Ε.Μ.Α.
    (γ) ανόμοια μεταχείριση με κάθε ομοιόβαθμό τους, απόφοιτο της Σ.Α.Ε.Α., δηλαδή απόφοιτο τυπικής, αλλά μη ουσιαστικής ανώτατης εκπαίδευσης με ίδια καθήκοντα και δικαιώματα όπως αυτά καθορίζονται και εξειδικεύονται στο άρθρο 3, παρ. 1 του π.δ. 24/1997, καθώς και σε άλλα π.δ. και νόμους του Κράτους.
    Επισημαίνεται, άλλωστε, ότι η εκπορευόμενη από το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως αντίληψη περί της «μεταλυκειακής» εκπαιδεύσεως συνάδει με το πνεύμα της συνταγματικής ρυθμίσεως περί της «ανωτέρας εκπαίδευσεως».
    Ήτοι, όπως προκύπτει και από τη βούληση του ιστορικού συντακτικού νομοθέτη:
    Ο απόφοιτος της «Ανωτέρας» (κατά το ελληνικό Σύνταγμα) ή της «μεταλυκειακής» τριετούς (κατά το δίκαιο της Ένωσης) εκπαιδεύσεως δύναται, εάν τούτο προκύπτει από τον συνδυασμό των γνώσεων και των προσόντων του, να λάβει και δικαιώματα όμοια ή συγγενή προς αυτά των αποφοίτων της «Ανωτάτης» Εκπαιδεύσεως.
    Κατά λογική ακολουθία, δεν νοείται να υποβαθμίζεται δια της εξομοιώσεως και μάλιστα συλλήβδην με τους αποφοίτους της Μεταδευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως.
    Εξίσωση νοείται μόνο προς τα πάνω, κατ’ εκτίμηση όμως γνώσεων και προσόντων, και ουδόλως προς τα κάτω.
    Ομοίως οι Αξιωματικοί του Τ.Ε.Μ.Α., ως απόφοιτοι της ανώτερης βαθμίδας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δεν μπορούν να εξισώνονται προς τα κάτω, αλλά προς τα πάνω λόγω των γνώσεών τους (διοικητική πείρα – προϋπηρεσία στον βαθμό) και προσόντων (εισαγωγικές εξετάσεις σε εξεταζόμενα μαθήματα και ευδόκιμη αποφοίτηση), που είναι αντίστοιχα των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. για τον διοικητικό βαθμό που φέρουν.
    Στην Ελλάδα, εξάλλου, τα παραπάνω ισχύουν πολύ περισσότερο και λόγω του άρθρου 16, παρ. 7 Συντ. Πάντως, βάσει αυτού, το Τ.Ε.Μ.Α. πρέπει να διακρίνεται και από κάθε άλλο είδος «μεταλυκειακής» μη Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως. Οι απόφοιτοι της Σχολής Αστυφυλάκων που αποφοίτησαν από το 1996 έως και το 2021, σύμφωνα με το άρθρο 36 του νόμου 4760/2020 δεν έχουν εξισώσει τα πτυχία τους και θεωρούνται ουσιαστικά απόφοιτοι υπερδιετούς εκπαίδευσης, σύμφωνα με το άρθρο 1 του π.δ. 352/1995 όπως ίσχυε όταν εισήχθησαν, εκπαιδεύτηκαν και αποφοίτησαν.
    Κατόπιν των προεκτεθέντων δικαιολογείται η δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας (Α-Β ή Β+) από τον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄ έως και τον βαθμό του Αστυνομικού Διευθυντή για τους αποφοίτους του Τ.Ε.Μ.Α (ν.δ. 649/1970), με αυξημένο και ανάλογο βασικό μισθό και συντελεστές σε σχέση με την Α΄ κατηγορία, χωρίς όμως να εξισώνεται πλήρως η ενδιάμεση κατηγορία με τη Α΄ κατηγορία, λόγω της εμπειρίας, της γνώσης, καθώς και των καθηκόντων των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., που εξομοιώνονται πλήρως με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α.

  • 21 Οκτωβρίου 2025, 15:46 | Ραφαήλ

    Τα στελέχη των Σωμάτων Ασφαλείας θα πρέπει να τυγχάνουν πλήρους και δίκαιης αναγνώρισης των ακαδημαϊκών τους προσόντων. Τα πτυχία που συνιστούν προσόν κατάταξης οφείλουν να τυγχάνουν μισθολογικής αναγνώρισης, προκειμένου να αντικατοπτρίζεται η επιστημονική και επαγγελματική επάρκεια των στελεχών. Παράλληλα, τα μεταπτυχιακά και διδακτορικά που σχετίζονται με το αντικείμενο και τις δραστηριότητες κάθε Σώματος πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μισθολογικά, καθώς συμβάλλουν στην ενίσχυση της επιχειρησιακής και επιστημονικής τους ικανότητας. Προτείνεται η τροποποίηση του σχετικού άρθρου, ώστε να διασφαλίζεται η σαφής αναγνώριση των τίτλων σπουδών .

  • 21 Οκτωβρίου 2025, 12:31 | Ζαχαρίας

    Είναι αδιανόητο να μην αναγνωρίζεται μισθολογικά το πτυχίο ως προσόν κατάταξης των στελεχών Σωμάτων Ασφαλείας. Αντίστοιχα, τα μεταπτυχιακά και τα διδακτορικά που σχετίζονται με τις δραστηριότητες και το αντικείμενο του εκάστοτε Σώματος θα πρέπει να αναγνωρίζονται μισθολογικά, ανεξάρτητα από το προσόν κατάταξης, καθώς συμβάλλουν ουσιαστικά στην εκτέλεση των καθηκόντων και στην επιστημονική/επιχειρησιακή επάρκεια των στελεχών. Προτείνεται η αντίστοιχη τροποποίηση του άρθρου για σαφή μισθολογική αναγνώριση των τίτλων σπουδών.

  • 21 Οκτωβρίου 2025, 08:40 | Πετρος

    Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.

  • 21 Οκτωβρίου 2025, 08:32 | Βασιλης

    Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.

  • 21 Οκτωβρίου 2025, 08:23 | Γιάννης

    Για τους Αξιωματικούς της ΕΛΑΣ αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (ΤΕΜΑ) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017. Τούτο διότι οι συγκεκριμένοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ έχουν λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6). Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών αποφοίτων ΤΕΜΑ σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους προ της αποφοίτησής τους από αυτό. Η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται και με την πάροδο ετών υπηρεσίας, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας. Εξάλλου, οι απόφοιτοι ΤΕΜΑ ασκούν όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της μισθολογικής Κατηγορίας Α, επομένως η ένταξή τους σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.

  • 21 Οκτωβρίου 2025, 00:27 | ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ ΕΞ ΕΙΔΙΚΩΝ ΦΡΟΥΡΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΚΩΝ ΦΡΟΥΡΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

    ΘΕΜΑ: Παρατηρήσεις- Προτάσεις επι του Σχεδίου Νόμου  «Νέες μισθολογικές ρυθμίσεις για τα ένστολα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας».

    1. Το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Οικονομικών που έχει αναρτηθεί για δημόσια διαβούλευση «Φορολογική μεταρρύθμιση για το δημογραφικό και τη μεσαία τάξη – Μέτρα στήριξης για την κοινωνία και την οικονομία», κατά το μέρος που αφορά στο μισθολόγιο των ένστολων στελεχών της Ελληνικής Αστυνομίας [άρθρα 17 και επόμενα], προέκυψε από την ανάγκη ενίσχυσης του εισοδήματος του συνόλου των ενστόλων στα Σώματα Ασφαλείας σε σχέση με την καθημερινή οικονομική δυσπραγία που τους έχει επιφέρει τα τελευταία χρόνια η αύξηση του κόστους διαβίωσης που πλησιάζει στα όρια της μη αξιοπρεπούς διαβίωσης.
    Προφανώς, το νομοσχέδιο έχει θετικό οικονομικό πρόσημο, όμως οι αυξήσεις που αντιστοιχούν στο μεγαλύτερο αριθμό προσωπικού, αλλά κυρίως στο χαμηλόβαθμο και μάχιμο προσωπικό είναι αναντίστοιχες κατ΄ αρχήν των προσδοκιών που καλλιέργησε η ίδια η Κυβέρνηση δια των στελεχών της και αφετέρου είναι αδύνατες να καλύψουν τις απαιτήσεις των αναγκών αξιοπρεπούς διαβίωσης τους.
    Η διατήρηση ειδικών – διαφορετικών κατηγοριών μεταξύ του προσωπικού [Δ και Γ κατηγορία], μεταξύ ενός συνόλου προσωπικού με όμοια προσόντα αλλά και παραγόμενο αστυνομικό έργο, ο διαχωρισμός σε Β και Γ κατηγορία ομοιόβαθμων και κατά τον ίδιο τρόπο προαχθέντων αστυνομικών [προαγωγικές εξετάσεις] περιπλέκει και αδικεί το προσωπικό χωρίς αυτός ο διαχωρισμός να εξοικονομεί πολλά χρήματα για το δημόσιο ταμείο . Εξάλλου, επιχειρείται διόρθωση προς την κατεύθυνση αυτή με την αύξηση του συντελεστή βασικών μισθών στην κατηγορία Γ, η οποία όμως δεν κρίνεται επαρκής και πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω. Η κατηγορία Δ, όπως περιγράφεται νομοθετικά, αφορά το ένστολο το νεοπροσλαμβανόμενο προσωπικό, διαφέρει ελάχιστα οικονομικά από την κατηγορία Γ, διαρκεί οκτώ μόνο έτη και εντάσσεται στην κατηγορία αυτή .
    Επίσης, το έτος 2017, με το ψηφισθέν τότε ειδικό μισθολόγιο, η στρατιωτική θητεία εξαιρέθηκε ρητά από την προσμέτρηση ως χρόνου απόκτησης του επόμενου μισθολογικού κλιμακίου. Η εξαγορά δε για την προσμέτρηση ως συντάξιμου του χρόνου αυτού, κοστίζει τόσο ώστε ουδείς δύναται να εξαγοράσει το χρόνο αυτό. Και αυτό δε, καίτοι η στρατιωτική θητεία συνιστά για τους εντασσόμενους στην κατηγορία Δ απαραίτητο προς κατάταξη προσόν, η πολιτεία δε έχει αναγνωρίσει εμμέσως πλην σαφώς ότι ο χρόνος αυτός συνιστά εν τοις πράγμασι και χρόνο οιονεί εκπαίδευσης. Συνακόλουθα, ο χρόνος της στρατιωτικής θητείας πρέπει να λογίζεται ως χρόνος εκπαίδευσης και να προσμετράται ως χρόνος απόκτησης του επόμενου μισθολογικού κλιμακίου.
    Επιπρόσθετα, οι υπηρετούντες στις Υπηρεσίες της Αττικής διαβιούν μακριά από τον τόπο των συμφερόντων τους, με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται υπέρμετρα από εξαιρετικά υψηλές δαπάνες διαβίωσης, μετακίνησης και διαμονής, σε σχέση με τις Υπηρεσίες της επικράτειας, όπου υπηρετούν αστυνομικοί που στην πλειοψηφία τους υπηρετούν στον τόπο συμφερόντων τους, αλλά τα τελευταία χρόνια δύνανται να μετακινηθούν στην Αττική με δαπάνες δημοσίου υψηλά μάλιστα αμειβόμενες. Για το οικονομικό αδιέξοδο και την οικονομικά άνιση αυτή μεταχείριση, επιβάλλεται η Πολιτεία να εξομαλύνει και να ενισχύσει το εισόδημα των υπηρετούντων στην Αττική εξασφαλίζοντάς τους ανθρώπινη διαβίωση.
    Ειδική αναφορά οφείλουμε να κάνουμε για τους Αξιωματικούς της κατηγορίας Γ που προάγονται επ’ ανδραγαθία ή μετά από αθλητικές διακρίσεις με καταληκτικό βαθμό μέχρι Αστυνομικού Υποδιευθυντή, ενώ στην κατηγορία Γ έχει προβλεφθεί το προσωπικό με βαθμό Αξιωματικού μόνο μέχρι το βαθμό του Υπαστυνόμου Α, με αποτέλεσμα για πολλά χρόνια οι αστυνομικοί αυτοί να μην έχουν αύξηση αποδοχών, καθόσον δεν απολαμβάνουν αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου. Συνεπώς, επιβάλλεται τα στελέχη αυτά να ενταχθούν στην κατηγορία Β.
    2. Επιπλέον, με βάση το νομοσχέδιο αυτό, πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι ακόλουθες προτάσεις:
    α) Αναδιαμόρφωση των συντελεστών προσαύξησης του βασικού μισθού της κατηγορίας μισθολογικής κατάταξης Γ.
    Από την επισκόπηση των διατάξεων του άρθρου 22 [Συντελεστής προσαύξησης βασικού μισθού], οι βασικοί μισθοί, όπως καθορίζονται με το άρθρο 21 του ίδιου νομοσχεδίου, προσαυξάνονται ανάλογα με την κατηγορία μισθολογικής κατάταξης και τον βαθμό, πολλαπλασιαζόμενοι, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τους διαλαμβανόμενους σε αυτό συντελεστές.
    Αιτιολογική βάση πρότασης:
    Οι συντελεστές αυτοί για την κατηγορία Γ, είναι μεν υψηλότεροι από τους αντίστοιχους της κατηγορίας Β, πλην όμως δεν ικανοποιούν τις ανάγκες του προσωπικού που αφορά ούτε απομειώνουν τις αποκλίσεις των τελικών βασικών μισθών, καθόσον οι βασικοί μισθοί της κατηγορίας Β είναι αυξημένοι σε σύγκριση με εκείνους της κατηγορίας Γ και οι διαφορές αυτές που προκαλούν άδικη και άνιση μεταχείριση δεν ισοσταθμίζονται με την μικρή διαφοροποίηση των συντελεστών και για το λόγο αυτό επιβάλλεται η περαιτέρω αύξησή τους, δεδομένου ότι σε μεγάλο αριθμό αφορούν προσωπικό με τα αυτά σχεδόν καθήκοντα [μη ανακριτικούς υπαλλήλους] ανεξαρτήτως της κατηγορίας προέλευσης.
    β) Κατά την πρώτη εφαρμογή των διατάξεων του εν λόγω νομοσχεδίου, αναδρομικά από 1-10-2025, να προβλεφθεί ρητά ως μεταβατική διάταξη ότι τα ένστολα στελέχη που στοιχειοθετούν κατά το τρίμηνο Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου 2025, δικαίωμα αλλαγής μισθολογικού κλιμακίου με βάση το ισχύον την 30-9-2025 μισθολόγιο, αυτό να προσμετρηθεί κατ’ εξαίρεση κανονικά για τη μισθολογική εξέλιξη των στελεχών στο επόμενο μισθολογικό κλιμάκιο.
    Αιτιολογική βάση πρότασης:
    Η έναρξη εφαρμογής του νέου μισθολογίου που ανάγεται αναδρομικά στην 01-10-2025, θα αδικήσει μεγάλο αριθμό δικαιούχων που θα ελάμβανε νέο κλιμάκιο με το παλαιό μισθολόγιο και τώρα θα το χάσουν, δεδομένου ότι η μεγάλη μάζα των εντασσόμενων στην κατηγορία μισθολογικής κατάταξης Β και Γ παίρνουν κλιμάκιο κατά το τρίμηνο Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου 2025.
    Έτσι δε, οι όποιες αυξήσεις, καθίστανται δώρο-άδωρο, άνθρακες δηλαδή ο θησαυρός, όπως θα έλεγε κανείς, δεδομένου ότι θα περιορίζονται σε απόλυτο αριθμό με την αύξηση που θα ελάμβανε ούτως ή άλλως με το ισχύον μισθολόγιο.
    Άλλωστε αποτελεί δέσμευση του Υπουργού Oικονομικών να διορθωθούν τυχόν ρυθμίσεις που δημιουργούν αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις με την ψήφισή τους.
    Δηλαδή, η εφαρμογή του νέου μισθολογίου θα έχει μηδενικές εν τοις πράγμασι αυξήσεις.
    γ) Πρόβλεψη ειδικής οικονομικής ενίσχυσης- κάλυψη δυσμενούς διαβίωσης, για τα στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας που υπηρετούν στην Περιφέρεια Αττικής, και υπηρετούν μακριά από τον τόπο συμφερόντων τους.
    Αιτιολογική βάση πρότασης:
    Από την επισκόπηση των διατάξεων του άρθρου 24 [Επιδόματα και αποζημιώσεις], προβλέπεται, εκτός των άλλων, ότι πέρα από τον βασικό μισθό παρέχονται τα εξής επιδόματα και παροχές κατά μήνα :
    Στα στελέχη των Σωμάτων Ασφαλείας που υπηρετούν εντός των γεωγραφικών ορίων της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου, της Περιφερειακής Ενότητας Έβρου και του πρώην νομού Δωδεκανήσου της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου χορηγείται μηνιαίο επίδομα ύψους εκατόν τριάντα (130) ευρώ και
    Στο αστυνομικό προσωπικό που υπηρετεί στα Αστυνομικά Τμήματα Κακαβιάς και Κρυσταλλοπηγής καταβάλλεται το ειδικό μηνιαίο επίδομα μετακίνησης της παρ. 4 του άρθρου 10 του ν. 3103/2003 (Α’ 23).
    Στην περίπτωση όμως των υπηρετούντων στην Περιφέρεια Αττικής, που αφορά σε πολύ μεγάλο τμήμα των στελεχών, αγνοείται παντελώς από την πολιτεία όχι μόνο η προσφορά τους στη μάχιμη αστυνόμευση και στην απόλαυση από τους πολίτες του δημόσιου αγαθού της ασφάλειας, αλλά ότι υπηρετούντες μακριά από τον τόπο συμφερόντων τους επιβαρύνονται δυσανάλογα με τους συναδέλφους των παραπάνω περιπτώσεων [που υπηρετούν στον τόπο συμφερόντων τους] με υπέρογκες και μη αντιμετωπίσιμες δαπάνες διαβίωσης [υψηλότατα ενοίκια, διάνυση μεγάλων αποστάσεων για εκτέλεση υπηρεσίας από τόπο κατοικίας, κ.λπ.].
    Επι της ουσίας οι αστυνομικοί σε αντίθεση με τους στρατιωτικούς αντιμετωπίζουν συνθήκες δυσμενούς διαβίωσης στην Αττική μακριά από τις επαρχιακές αστυνομικές υπηρεσίες του τόπου συμφερόντων τους, επιδιώκοντας να μετατεθούν σε αυτές προκειμένου να αμβλύνουν οι δυσκολίες .
    δ) Οι Αρχιφύλακες προερχόμενοι εξ Ειδικών Φρουρών ή Συνοριακών Φυλάκων που προήχθησαν στον βαθμό αυτό κατόπιν εξετάσεων και έγιναν ανακριτικοί υπάλληλοι, όπως και οι προαχθέντες από αυτούς στο βαθμό του Ανθυπαστυνόμου και Αξιωματικού, να εντάσσονται στην Β και όχι στην Γ κατηγορία.
    Αιτιολογική βάση πρότασης:
    Η σημαντική αλλαγή καθηκοντολογίου και η αναβάθμιση του προσωπικού με την ένταξη στην κατηγορία Β, θα ήταν μία πράξη αναγνώρισης από την Πολιτεία, με την προϋπόθεση όμως, ότι αυτό θα έχει πραγματικά και αντίστοιχη οικονομική αναβάθμιση, γεγονός που θα πρέπει να προκύπτει μετά από θετική εξέλιξη πραγματοποίησης αντίστοιχων σεναρίων εκ μέρους των αρμοδίων Υπηρεσιών του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας.
    Ειδικά, με την παραμονή των Ανθυπαστυνόμων και προαγόμενων από αυτούς σε βαθμούς Αξιωματικών, με τη μη ένταξη αυτών στην κατηγορία Β, προκαλείται απομείωση και όχι αύξηση αποδοχών. Μάλιστα στην κατηγορία αυτή των βαθμοφόρων της κατηγορίας Γ, καταγράφεται πλήρη εφαρμογή και σε σημαντικό ύψος η προσωπική διαφορά. Αυτό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις εξαγγελίες ότι οι νέες μισθολογικές διατάξεις θα έχουν θετικό οικονομικό πρόσημο για όλους τους αστυνομικούς.
    3. Επιπροσθέτως των ανωτέρω, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι ο κανόνας που ακολουθεί όλα τα μισθολόγια, δηλαδή ο κανόνας κάλυψης της απομείωσης των αποδοχών στη βάση των νέων μισθολογικών διατάξεων με προσωπική διαφορά, πρέπει, εν τοις πράγμασι, να αφορά μόνο κατ’ εξαίρεση και μη δυνάμενες να προβλεφθούν ελάχιστες και μεμονωμένες περιπτώσεις και σε καμία περίπτωση μεγάλη πλειονότητα αυτών.

    Παραμένουμε στη διάθεση της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής 
    Για το Δ.Σ
    Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
    ΝΤΟΥΜΑΣ BΑΣΙΛΕΙΟΣ ΖΕΡΙΤΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ

  • 20 Οκτωβρίου 2025, 20:12 | Μαρία Α.

    πτυχιούχος ειδικών καθηκόντων του Πυροσβεστικού Σώματος, θεωρώ ότι η προτεινόμενη ρύθμιση του Άρθρου 20 δημιουργεί αδικία εις βάρος μας, καθώς δεν προσμετράται ο χρόνος φοίτησης στις σχολές που απαιτούνται για την απόκτηση του τίτλου σπουδών και την πρόσληψή μας.
    Η εκπαίδευσή μας δεν αποτελεί απλώς τυπικό προσόν, αλλά αναπόσπαστο μέρος της υπηρεσιακής μας πορείας, καθώς σχετίζεται άμεσα με την επιχειρησιακή και επιστημονική επάρκεια που απαιτείται για την εκτέλεση των ειδικών καθηκόντων μας. Η μη προσμέτρηση αυτού του χρόνου οδηγεί σε άνιση μισθολογική μεταχείριση σε σχέση με συναδέλφους ισοβαθμούντες και ισοϋπηρετούντες σε άλλους κλάδους.
    Επιπλέον, θα πρέπει να αναγνωρίζονται και οι μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών που αποκτώνται από στελέχη του Πυροσβεστικού Σώματος, εφόσον είναι συναφείς με το αντικείμενο εργασίας τους. Τα μεταπτυχιακά προγράμματα αποτελούν επένδυση στη γνώση, στην πρόληψη και στη βελτίωση της διοικητικής και επιχειρησιακής αποτελεσματικότητας του Σώματος.
    Η Πολιτεία οφείλει να παρέχει κίνητρα για συνεχή εκπαίδευση και εξειδίκευση, όχι να τα αποθαρρύνει. Για τον λόγο αυτό προτείνεται:
    να προσμετράται ο χρόνος φοίτησης για τους πτυχιούχους ειδικών καθηκόντων ως χρόνος υπηρεσίας για τη μισθολογική εξέλιξη, και
    να αναγνωρίζονται οι μεταπτυχιακοί τίτλοι συναφείς με την υπηρεσία, είτε με προσμέτρηση χρόνου είτε με ειδικό επίδομα μεταπτυχιακής εξειδίκευσης.

    Με τις παραπάνω τροποποιήσεις, το άρθρο θα αποκαταστήσει την ισότητα και θα ενισχύσει την αξιοκρατία στο Πυροσβεστικό Σώμα, επιβραβεύοντας πραγματικά την εκπαίδευση, τη γνώση και τη συνεχή επαγγελματική ανάπτυξη των στελεχών του.

    Θες να σου το διαμορφώσω και σε πιο επίσημο ύφος (σαν υπόμνημα/επιστολή προς το Υπουργείο ή για αποστολή και στο Συνδικαλιστικό Όργανο);
    Μπορώ να το κάνω ώστε να φαίνεται έτοιμο για κατάθεση μαζί με άλλους συναδέλφους.

    Είπες:
    Θέλω να δώσει περισσότερη έμφαση στην αύξηση μισθού
    Το ChatGPT είπε:
    Τέλεια — παρακάτω έχεις μια ανανεωμένη, πιο “δυνατή” εκδοχή του σχολίου σου, με έμφαση στη μισθολογική διάσταση και στην ανάγκη ουσιαστικής αναγνώρισης της εκπαίδευσης μέσω αυξημένων αποδοχών.
    Το κείμενο παραμένει σοβαρό και τεκμηριωμένο, αλλά τονίζει καθαρά το οικονομικό σκέλος και τη δικαιοσύνη της μισθολογικής αναβάθμισης.

    ✅ Τελικό προτεινόμενο σχόλιο για το Άρθρο 20 (έμφαση στη μισθολογική αναγνώριση)
    Ως πτυχιούχος ειδικών καθηκόντων του Πυροσβεστικού Σώματος, θεωρώ ότι η διάταξη του Άρθρου 20 δημιουργεί σοβαρή μισθολογική αδικία εις βάρος μας. Με τη νέα ρύθμιση δεν προσμετρώνται τα έτη φοίτησης που απαιτήθηκαν για την απόκτηση του πτυχίου μας, με αποτέλεσμα να λαμβάνουμε χαμηλότερες αποδοχές από συναδέλφους ίδιου βαθμού και υπηρεσιακού χρόνου, οι οποίοι όμως δεν έχουν επενδύσει αντίστοιχα χρόνια εκπαίδευσης.

    Η συγκεκριμένη διάταξη υποτιμά τον χρόνο, τον κόπο και το οικονομικό βάρος που αναλαμβάνει κάθε υπάλληλος ειδικών καθηκόντων για να αποκτήσει το πτυχίο του. Τα έτη σπουδών αποτελούν πραγματική επένδυση που συμβάλλει άμεσα στην ποιότητα και αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών που προσφέρουμε στο Σώμα και στο Δημόσιο. Είναι, επομένως, απολύτως δίκαιο να αναγνωρίζονται και μισθολογικά, όπως συμβαίνει σε άλλους κλάδους του Δημοσίου.

    Εξίσου σημαντικό είναι να αναγνωριστούν τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών που σχετίζονται με το αντικείμενο εργασίας μας. Οι υπάλληλοι που επενδύουν στην εξειδίκευση και αποκτούν ανώτερους τίτλους θα πρέπει να έχουν αντίστοιχη μισθολογική ανταμοιβή — είτε με επίδομα μεταπτυχιακών σπουδών, είτε με πρόσθετο μισθολογικό κλιμάκιο.
    Η Πολιτεία πρέπει να επιβραβεύει όσους αναβαθμίζουν τις γνώσεις και τις δεξιότητές τους και όχι να τους εξισώνει μισθολογικά με όσους δεν έχουν ακολουθήσει ανάλογη εκπαιδευτική πορεία. Αυτό αποτελεί βασική αρχή της ισότητας, της αξιοκρατίας και της δίκαιης μισθολογικής εξέλιξης.
    Προτείνεται, συνεπώς:να προσμετράται ο χρόνος σπουδών για τους πτυχιούχους ειδικών καθηκόντων του Πυροσβεστικού Σώματος ως χρόνος υπηρεσίας για τη μισθολογική εξέλιξη, και να αναγνωρίζονται οι μεταπτυχιακοί τίτλοι με σαφή μισθολογικό αντίκρισμα (πρόσθετο επίδομα ή αύξηση κλιμακίου).
    Με τις παραπάνω διορθώσεις, το Άρθρο 20 θα αποκαταστήσει μια υπαρκτή αδικία και θα στείλει το σωστό μήνυμα: ότι η γνώση, η εκπαίδευση και η εξειδίκευση πρέπει να ανταμείβονται δίκαια και οικονομικά

  • 20 Οκτωβρίου 2025, 15:59 | Φανουράκης Γεώργιος

    Το νέο ειδικό μισθολόγιο, όπως παρουσιάζεται στη διαβούλευση, φαίνεται να δίνει υπέρμετρη βαρύτητα στα έτη υπηρεσίας και όχι στον βαθμό, γεγονός που προκαλεί στρεβλώσεις και αδικίες μεταξύ κατηγοριών προσωπικού.

    Ιδιαίτερα επηρεασμένοι είναι οι υπηρετούντες ειδικών καθηκόντων και οι συνάδελφοι που κατατάχθηκαν απευθείας, χωρίς φοίτηση σε σχολές τετραετούς διάρκειας. Παρότι το πτυχίο τους αποτελεί προσόν διορισμού, ο χρόνος σπουδών δεν αναγνωρίζεται ως προϋπηρεσία, σε αντίθεση με το προϊσχύον καθεστώς. Η ρύθμιση του 2017, που κατήργησε τη συνυπολογιζόμενη πανεπιστημιακή φοίτηση, δημιούργησε ανισότητες οι οποίες διευρύνονται τώρα με το νέο σύστημα, όπου ο βαθμός έχει μειωμένο μισθολογικό βάρος.

    Το αποτέλεσμα είναι ότι οι νεότεροι συνάδελφοι των ίδιων καθηκόντων και προσόντων, που κατατάχθηκαν μετά το 2017, αμείβονται λιγότερο από εκείνους που κατετάγησαν πριν, παρότι ασκούν τα ίδια καθήκοντα και έχουν τα ίδια τυπικά προσόντα. Η διαφορετική μεταχείριση, ειδικά ως προς την αναγνώριση σπουδών και στρατιωτικής θητείας, αντίκειται στην αρχή της ίσης μεταχείρισης και δημιουργεί σοβαρές ηθικές και λειτουργικές επιπτώσεις στο προσωπικό.

    Επιπλέον, το επίδομα ειδικών συνθηκών και επικινδυνότητας των Σωμάτων Ασφαλείας παραμένει χαμηλότερο κατά περίπου 60 € από το αντίστοιχο των Ενόπλων Δυνάμεων. Η διαφορά αυτή είχε κάποτε λογική βάση λόγω της μη ύπαρξης ωριαίας αποζημίωσης για νυχτερινή εργασία στις Ένοπλες Δυνάμεις. Από τη στιγμή, όμως, που η αποζημίωση αυτή πλέον ισχύει, η διατήρηση του διαφορισμού δεν δικαιολογείται και παραβιάζει την αρχή της ίσης αντιμετώπισης των ενστόλων.
    Η ύπαρξη διαφορετικών επιδομάτων για προσωπικό που υπηρετεί κάτω από παρόμοιες συνθήκες δημιουργεί στην πράξη “ένστολους δύο ταχυτήτων”, κάτι που κανείς δεν επιθυμεί και που υπονομεύει την ενότητα και το αίσθημα δικαίου μέσα στα Σώματα Ασφαλείας. Η ισότιμη αναγνώριση του έργου όλων των ενστόλων αποτελεί προϋπόθεση για τη συνοχή και την αποτελεσματικότητα του συνόλου.

    Τέλος, παρατηρείται το παράδοξο φαινόμενο όπου οι απόφοιτοι τετραετών σχολών, οι οποίοι εισέρχονται σε μικρή ηλικία (π.χ. 22 ετών) με τον βαθμό του Ανθυποπυραγού, αμείβονται καθαρά υψηλότερα από έναν Υποπυραγό απευθείας κατάταξης. Ο τελευταίος, παρότι διαθέτει μεγαλύτερη ηλικία, πιθανώς περισσότερη εμπειρία και εξειδίκευση λόγω πτυχίου, λαμβάνει μικρότερες καθαρές αποδοχές εξαιτίας της μη αναγνώρισης σπουδών και της μειωμένης φορολόγησης για εργαζόμενους κάτω των 30 ετών. Η κατάσταση αυτή εντείνει την αίσθηση αδικίας και υπονομεύει την αρχή της μισθολογικής δικαιοσύνης.

    Προτείνεται:
    1. Να εξεταστεί η αναγνώριση του χρόνου πανεπιστημιακών σπουδών ως προϋπηρεσίας, τουλάχιστον για όσους το πτυχίο αποτελεί τυπικό προσόν κατάταξης.
    2. Να υπάρξει μεταβατική ρύθμιση για τους ήδη υπηρετούντες, ώστε να αρθούν οι διαφορές μεταξύ όσων κατετάγησαν πριν και μετά το 2017.
    3. Να εξισωθεί το επίδομα ειδικών συνθηκών των Σωμάτων Ασφαλείας με εκείνο των Ενόπλων Δυνάμεων, προς αποκατάσταση ίσης αντιμετώπισης.
    4. Να ληφθεί υπόψη η αντίστροφη αναλογία καθαρών αποδοχών μεταξύ νεότερων και παλαιότερων υπαλλήλων, ώστε να διασφαλιστεί η αρχή της αναλογικότητας και της ίσης αμοιβής για ίση εργασία.

    Οι παραπάνω προτάσεις κινούνται στο πνεύμα της δίκαιης και ορθολογικής αντιμετώπισης του προσωπικού, χωρίς πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος πέραν της εξισορρόπησης των υπαρχουσών ανισοτήτων.

  • 20 Οκτωβρίου 2025, 10:40 | Ιωάννης

    Η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στην ουσιαστική αναγνώριση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης των στελεχών της Ελληνικής Αστυνομίας στο πλαίσιο της διαμόρφωσης του νέου μισθολογίου.

    Η Ελληνική Αστυνομία αποτελεί βασικό πυλώνα της εσωτερικής ασφάλειας και της κοινωνικής συνοχής της χώρας. Οι σύγχρονες μορφές εγκληματικότητας — όπως η τρομοκρατία, το οργανωμένο έγκλημα, η κυβερνοασφάλεια και η παραπληροφόρηση — απαιτούν στελέχη με υψηλό επίπεδο επιστημονικής κατάρτισης, τεχνολογικής αντίληψης και αναλυτικής ικανότητας.

    Ωστόσο, η πανεπιστημιακή εκπαίδευση των στελεχών της ΕΛ.ΑΣ. δεν αναγνωρίζεται μισθολογικά ή βαθμολογικά, γεγονός που συνιστά παγκόσμια πρωτοτυπία. Σε καμία άλλη ευρωπαϊκή ή ανεπτυγμένη χώρα δεν παρατηρείται τέτοια μεταχείριση, όπου αστυνομικοί με πανεπιστημιακούς τίτλους αντιμετωπίζονται υπηρεσιακά σαν να μην διαθέτουν καμία πρόσθετη επιστημονική γνώση ή εξειδίκευση.

    Η αναγνώριση πανεπιστημιακών τίτλων δεν αποτελεί προνόμιο αλλά θεσμική και ηθική υποχρέωση ενός σύγχρονου Κράτους Δικαίου, το οποίο επιδιώκει τη διαρκή αναβάθμιση της δημόσιας ασφάλειας μέσω της γνώσης και της καινοτομίας.

    Προτείνονται τα εξής:

    1. Θεσμοθέτηση μισθολογικού επιδόματος πτυχίου ΑΕΙ για όλα τα στελέχη που κατέχουν αναγνωρισμένο πανεπιστημιακό τίτλο σπουδών.

    2. Μοριοδότηση πανεπιστημιακών τίτλων σε διαδικασίες προαγωγών, επιλογής σε θέσεις ευθύνης και επιμορφώσεων, με προτεραιότητα στα αντικείμενα που συνδέονται με τη διοίκηση, τις κοινωνικές επιστήμες, τις τεχνολογίες και την ασφάλεια.

    3. Ίδρυση ειδικού κλάδου στελεχών εξειδικευμένων καθηκόντων, ώστε να αξιοποιούνται στοχευμένα οι πανεπιστημιακές και μεταπτυχιακές γνώσεις (π.χ. ανάλυση πληροφοριών, κυβερνοασφάλεια, αντεγκληματική πολιτική, ΤΝ και OSINT).

    4. Αναγνώριση μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων με αντίστοιχες μισθολογικές και υπηρεσιακές απολαβές, ενθαρρύνοντας τη δια βίου μάθηση και την αριστεία.

    Η μη αναγνώριση πανεπιστημιακών τίτλων στην ΕΛ.ΑΣ. δεν συνάδει με τα ευρωπαϊκά πρότυπα επαγγελματισμού και αποτελεί τροχοπέδη στην αναβάθμιση του Σώματος. Η αξιοποίηση της γνώσης είναι το θεμέλιο της σύγχρονης αστυνόμευσης και η επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο πρέπει να είναι προτεραιότητα κάθε σοβαρής μεταρρύθμισης.

  • 20 Οκτωβρίου 2025, 01:16 | Ρωμανος Χ.

    Δίνοντας αναγνώριση – επιβράβευση στην απόκτηση πτυχίων, δημιουργείται κίνητρο εξέλιξης των αστυνομικών υπαλλήλων, οποία και αν είναι η προέλευση του (παραγωγικές σχολές, ε.φ., κατώτεροι, αξιωματικοί κλπ). Αποτέλεσμα αυτού, με την εξέλιξη των υπαλλήλων, βελτιώνονται οι προσφερόμενες υπηρεσίες στον πολίτη αλλά και το γενικότερο επίπεδο της Αστυνομίας. Θεσμοθέτηση επιδόματος πτυχίου ή αύξηση μισθολογικού κλιμακίου με την απόκτηση πτυχίου αει.

    Θεσμοθέτηση επιδόματος για τους ανακριτικούς υπαλλήλους που εκτελούν χρέη αξιωματικού υπηρεσίας. Ο αξιωματικός υπηρεσίας είναι μια πολύ δύσκολη και αδικημένη θέση που απαιτεί σφαιρική γνώση του αστυνομικού αντικειμένου, βαθιά γνώση και κατανόηση πολλών νομοθεσιών, ψυχραιμία και καθαρό μυαλό για την σωστή καθοδήγηση των πολιτών στα προβλήματα τους, καθώς και την άμεση και σωστή διαχείριση των αστυνομικών που εκτελούν υπηρεσία υπό τις διαταγές του. Είναι η καρδιά των Α.Τ., Τ.Α. και Τ.Τ. επί 24ωρου.

    Επίδομα διοίκησης σε όσους ασκούν πραγματικά διοίκηση πέραν του επιδόματος ευθύνης που προβλέπεται για Αστυνόμους Α’ και πάνω, γιατί ακόμα και ο ανθυπαστυνόμος σε Α.Σ., ασκεί διοίκηση, με ότι αυτό συνεπάγεται.
    (Άρθρο 24 παρ. 1 εδαφ. ε’)

    Αύξηση της πέραν του πενθημέρου ειδικής αποζημίωση, η οποία ανέρχεται στο ποσό των σαράντα έξι (46) ευρώ ανά ημέρα απασχόλησης τα τελευταία 20 χρόνια. Όποιοι άλλοι υπάλληλοι δημόσιοι ή ιδιωτικοί εργάζονται το Σαββατοκύριακο η συγκεκριμένη αποζημίωση που λαμβάνουν είναι πολλαπλάσια. Στάσιμη έχει μείνει μόνο στην Αστυνομία.

    Πρέπει η κοινωνία να αισθανθεί πλέον τη σημαντικότητα των υπηρεσιών που προσφέρει η ΕΛ.ΑΣ. και οι αστυνομικοί να αισθανθούν υπερήφανοι για το επάγγελμα που κάνουν. Για να γίνουν αυτά όμως πρέπει το Κράτος να αντιμετωπίσει τους αστυνομικούς με σεβασμό σε αυτό που προσφέρουν αλλά και με εκτίμηση για το έργο τους και όχι σαν υπαλλήλους δεύτερης κατηγορίας, που βγάζουν όλη τη λάντζα και τους πετούν ένα ξεροκόμματο.

  • 19 Οκτωβρίου 2025, 17:43 | Βασιλειος

    Δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας, μεταξύ της α΄ κατηγορίας και της β΄ κατηγορίας, με αναλογική ισότητα ως προς τις αυξήσεις που επέρχονται στους αποφοίτους της Σ.Α.Ε.Α., λόγω των ίδιων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. και του Τ.Ε.Μ.Α.
    Νομική θεμελίωση:
    Επειδή, στο άρθρο 16, παρ. 5 του Συντάγματος ορίζεται ότι:
    H ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Tα ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του Kράτους, έχουν δικαίωμα να ενισχύονται οικονομικά από αυτό και λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους που αφορούν τους οργανισμούς τους. Συγχώνευση ή κατάτμηση ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μπορεί να γίνει και κατά παρέκκλιση από κάθε αντίθετη διάταξη, όπως νόμος ορίζει.
    Επειδή, στο άρθρο 16, παρ. 7 του Συντάγματος ορίζεται ότι:
    H επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση παρέχεται από το Kράτος και με σχολές ανώτερης βαθμίδας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από τρία χρόνια, όπως προβλέπεται ειδικότερα από το νόμο, που ορίζει και τα επαγγελματικά δικαιώματα όσων αποφοιτούν από τις σχολές αυτές.
    Επειδή, στο άρθρο 3, παρ. 1 του π.δ. 27/1997 ορίζεται ότι:
    Η ιεραρχία περιλαμβάνει την ιεραρχία των βαθμών και την ιεραρχία των καθηκόντων. Ιεραρχία των βαθμών είναι η σειρά αυτών, ιεραρχία δε των καθηκόντων η κλίμακα της Διοικήσεως. Ανάλογα με τη θέση τους στην ιεραρχία των βαθμών, οι αξιωματικοί έχουν την ιδιότητα του ανώτερου ή κατωτέρου, ανάλογα δε με τη θέση τους στην ιεραρχία των καθηκόντων έχουν την ιδιότητα του προϊσταμένου ή υφισταμένου.
    Επειδή, στο άρθρο 42, παρ. 2 του π.δ. 27/1997 ορίζεται ότι:
    Ανεξάρτητα από την ύπαρξη κενών οργανικών θέσεων προάγονται, οι Υπαστυνόμοι Α’, οι Αστυνόμοι Β’ και οι Αστυνόμοι Α’ του ν.δ. 649/1970 στο βαθμό του Αστυνόμου Β, Αστυνόμου Α’ και Αστυνομικού Υποδιευθυντή, αντίστοιχα, της ιδίας κατηγορίας αξιωματικών, εφόσον προήχθη στον αντίστοιχο βαθμό και ο τελευταίος ομοιόβαθμος αξιωματικός, που προέρχεται από τη Σχολή Αξιωματικών, με τον οποίο προήχθησαν στο βαθμό του Υπαστυνόμου Α’, Αστυνόμου Β’ και Αστυνόμου Α’, αντίστοιχα, το ίδιο ημερολογιακό έτος. Σε περίπτωση κατά την οποία ο τελευταίος ως άνω Υπαστυνόμος Α, Αστυνόμος Β’ και Αστυνόμος Α’ που προέρχεται από τη Σχολή Αξιωματικών ή και οι αμέσως προηγούμενοι αυτού δεν προαχθούν επειδή κρίθηκαν παραμένοντες στον ίδιο βαθμό ή για τους αναφερόμενους στα άρθρα 16, 32 παρ. 2 και 36 παρ. 5 του παρόντος διατάγματος λόγους, τούτο δεν κωλύει την κατά τα ανωτέρω προαγωγή των ομοιοβάθμων αξιωματικών, που προέρχονται από το Τ.Ε.Μ.Α.. Ως χρόνος προαγωγής τους λογίζεται η επόμενη της ημερομηνίας που προήχθη και ο τελευταίος ομοιόβαθμος τους που προέρχεται από τη Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας του ίδιου έτους ονομασίας ως αξιωματικού.
    Επειδή, όπως η νομολογία του ΣτΕ έχει κρίνει οι χαρακτηριζόμενες ως ανώτατες και ως ανώτερες από τον νόμο σχολές των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας δεν τελούν σε όμοιες νομικές και πραγματικές συνθήκες με τα υπόλοιπες ανώτατες και ανώτερες σχολές (Α.Ε.Ι.-Τ.Ε.Ι.) και τούτο διότι δεν έχουν διοικητική αυτοτέλεια, αντιθέτως έχουν πειθαρχία, σωματική και ψυχική προετοιμασία ως επαγγελματικές σχολές που προσφέρουν πρόσβαση στο Δημόσιο με διορισμό.
    Από τον συνδυασμό των ανωτέρω, στα άρθρα 17, 18, 21 και 22 του παρόντος σχεδίου νόμου, προκύπτει ότι η παραβίαση της αρχής της ισότητας (4 παρ. 1 Συντ.), της αξιοκρατίας (4 παρ. 1 και 5 παρ. 1 Συντ.), και δη υπό την έκφανση της ισότητας ως προς τη σταδιοδρομία στο Δημόσιο κατά τον λόγο της προσωπικής αξίας και ικανότητας του καθενός.
    Το παρών σχέδιο νόμου αντιμετωπίζει ως «όμοιες» περιστάσεις που είναι καθ’ όλα «ανόμοιες» επί τη βάσει αξιοκρατικών κριτηρίων.
    Σε κάθε περίπτωση, εφαρμογής τυγχάνει η κατοχυρωμένη στο άρθρο 4 παρ. 1 αρχή της ισότητας υπό τις ειδικότερες εκφάνσεις της και δη την ισότητα ως προς την πρόσβαση στις δημόσιες θέσεις (άρθρο 4, παρ.4 Συντ.) και της σταδιοδρομίας στο δημόσιο κατά τον λόγο και την προσωπική αξία εκάστου ως εκφάνσεως και της αρχής της αξιοκρατίας (άρθρο 4 παρ. 1, άρθρο 5 παρ. 1 και άρθρο 4, παρ. 4 παρ. Συντ.)
    Όπως ήδη αναφέρθηκε στο ιστορικό σε προηγούμενα σχόλια στη διαβούλευση, η υπαγωγή των αποφοίτων του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.), ως ουσιαστικά και τυπικά Ανώτερης Σχολής, που χαίρει των εγγυήσεων και της προστασίας του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος, στην κατηγορία Β΄ (δια του άρθρου 17 βασικά, και επικουρικά από τα άρθρα 18, 21 και 22 του παρόντος σχεδίου νόμου) έχει, δυσμενείς και αντισυνταγματικές συνέπειες ως προς την μισθολογική κατάσταση των υπηρετούντων Αξιωματικών του ν.δ. 649/1970 και των μελλοντικών Αξιωματικών της κατηγορίας αυτής ως απόφοιτων Ανώτερης Σχολής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης:
    α). Υπαγωγή σε χαμηλότερη μισθολογική κλίμακα, τόσο σε απόλυτο αριθμό, όσο και στα ανώτερα μισθολογικά κλιμάκιο στα οποία μπορούν να φτάσουν (παράνομη εξομοίωση ως προς την αμοιβή).
    β). Υπαγωγή σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση με το προβάδισμα των κατηγοριών και των βαθμών (παράνομη εξομοίωση ως προς τη σταδιοδρομία και την ανέλιξη στον δημόσιο τομέα).
    Κατά πάγια ερμηνεία, η συνταγματική κατοχύρωση της αρχής της ισότητας
    απαγορεύει την όμοια μεταχείριση ανόμοιων καταστάσεων («τα άνισα πρέπει να μεταχειρίζονται άνισα»).
    Επί του «ανόμοιου» χαρακτήρα, ήδη επισημάνθηκε ότι οι απόφοιτοι της Ανώτερης Σχολής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης:
    (α) Αποτελούν φορείς εγγυημένης και αυξημένης προστασίας που πηγάζει από το άρθρο 16 παρ. 7 του Συντάγματος.
    (β) Αναγνωρίζονται, τυπικά και λειτουργικά, από την νομολογία (2097/2019 ΣτΕ, σκέψεις 15 και 16) ως απόφοιτοι εκπαιδευτικής διαδικασίας με μείζονες εγγυήσεις ποιότητας.
    (γ) Έχουν την απαραίτητη προϋπηρεσία συνολικά στο Σώμα και ιδίως στον κρίσιμο βαθμό του Ανθυπαστυνόμου και εισάγονται με εξετάσεις, ενώ έχουν λάβει ουσιαστική εκπαίδευση ως τυπικό προσόν για την ένταξή τους στην ενιαία επετηρίδα των Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, που συνεπάγεται υψηλά καθήκοντα, όμοια με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., κατόπιν αναγνωρισμένης ως «ανωτέρας» κατά το άρθρο 16 παρ. 7 του Συντάγματος εκπαιδεύσεως. Κείνται δηλαδή στο ανώτερο όριο της κατ’ άρθρο 16 παρ. 7 «ανωτέρας» εκπαιδεύσεως σε σχέση με τους αποφοίτους της Σχολής Αστυφυλάκων προ και μετά πανελληνίων, στοιχείο το οποίο έχει αυτοτελώς διαφοροποιητική λειτουργία και, άρα, μείζονα νομική σημασία.
    Ωστόσο, και ανεξαρτήτως της αυτοτελούς παραβιάσεως του άρθρου 16 παρ. 7 Συντ., από τον συνδυασμό των άρθρων 4 και 5 του Συντάγματος και του παρόντος σχεδίου νόμου, συνάγεται ότι αυτοτελώς και μόνο η υπαγωγή των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α. που υπάγεται ουσιαστικά και τυπικά στην ανώτερη βαθμίδα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με συναδέλφους τους Αστυφύλακες, Υπαξιωματικούς, Ανθυπαστυνόμους και Αξιωματικούς που δεν αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. στην Β΄ μισθολογική κατηγορία επιφέρει:
    (α) όμοια μισθολογική μεταχείριση με κάθε απόφοιτο Μεταδευτεροβάθμιας Εκπαιδεύσεως (απόφοιτοι της Σχολής Αστυφυλάκων προ πανελληνίων εξετάσεων) ως προς τις μισθολογικές απολαβές, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι προϋποθέσεις προαγωγής στο βαθμό και της ανελίξεως των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α. σε θέσεις ευθύνης, αντίστοιχες με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α.
    (β) όμοια μεταχείριση με κάθε απόφοιτο «μη Ανωτέρας», «μη Τριτοβάθμιας» και «μη Τυπικής» τριτοβάθμιας εκπαιδεύσεως (απόφοιτοι της Σχολής Αστυφυλάκων με το σύστημα των πανελληνίων εξετάσεων), ως προς τις μισθολογικές απολαβές, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι προϋποθέσεις προαγωγής κατά βαθμό και ανελίξεως σε θέσεις ευθύνης των Ανθυπαστυνόμων που εισήχθησαν και αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. σε σχέση με τους Ανθυπαστυνόμους που δεν εισήχθησαν στο Τ.Ε.Μ.Α.
    (γ) ανόμοια μεταχείριση με κάθε ομοιόβαθμό τους, απόφοιτο της Σ.Α.Ε.Α., δηλαδή απόφοιτο τυπικής, αλλά μη ουσιαστικής ανώτατης εκπαίδευσης με ίδια καθήκοντα και δικαιώματα όπως αυτά καθορίζονται και εξειδικεύονται στο άρθρο 3, παρ. 1 του π.δ. 24/1997, καθώς και σε άλλα π.δ. και νόμους του Κράτους.
    Επισημαίνεται, άλλωστε, ότι η εκπορευόμενη από το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως αντίληψη περί της «μεταλυκειακής» εκπαιδεύσεως συνάδει με το πνεύμα της συνταγματικής ρυθμίσεως περί της «ανωτέρας εκπαίδευσεως».
    Ήτοι, όπως προκύπτει και από τη βούληση του ιστορικού συντακτικού νομοθέτη:
    Ο απόφοιτος της «Ανωτέρας» (κατά το ελληνικό Σύνταγμα) ή της «μεταλυκειακής» τριετούς (κατά το δίκαιο της Ένωσης) εκπαιδεύσεως δύναται, εάν τούτο προκύπτει από τον συνδυασμό των γνώσεων και των προσόντων του, να λάβει και δικαιώματα όμοια ή συγγενή προς αυτά των αποφοίτων της «Ανωτάτης» Εκπαιδεύσεως.
    Κατά λογική ακολουθία, δεν νοείται να υποβαθμίζεται δια της εξομοιώσεως και μάλιστα συλλήβδην με τους αποφοίτους της Μεταδευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως.
    Εξίσωση νοείται μόνο προς τα πάνω, κατ’ εκτίμηση όμως γνώσεων και προσόντων, και ουδόλως προς τα κάτω.
    Ομοίως οι Αξιωματικοί του Τ.Ε.Μ.Α., ως απόφοιτοι της ανώτερης βαθμίδας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δεν μπορούν να εξισώνονται προς τα κάτω, αλλά προς τα πάνω λόγω των γνώσεών τους (διοικητική πείρα – προϋπηρεσία στον βαθμό) και προσόντων (εισαγωγικές εξετάσεις σε εξεταζόμενα μαθήματα και ευδόκιμη αποφοίτηση), που είναι αντίστοιχα των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. για τον διοικητικό βαθμό που φέρουν.
    Στην Ελλάδα, εξάλλου, τα παραπάνω ισχύουν πολύ περισσότερο και λόγω του άρθρου 16, παρ. 7 Συντ. Πάντως, βάσει αυτού, το Τ.Ε.Μ.Α. πρέπει να διακρίνεται και από κάθε άλλο είδος «μεταλυκειακής» μη Ανωτέρας Εκπαιδεύσεως. Οι απόφοιτοι της Σχολής Αστυφυλάκων που αποφοίτησαν από το 1996 έως και το 2021, σύμφωνα με το άρθρο 36 του νόμου 4760/2020 δεν έχουν εξισώσει τα πτυχία τους και θεωρούνται ουσιαστικά απόφοιτοι υπερδιετούς εκπαίδευσης, σύμφωνα με το άρθρο 1 του π.δ. 352/1995 όπως ίσχυε όταν εισήχθησαν, εκπαιδεύτηκαν και αποφοίτησαν.
    Κατόπιν των προεκτεθέντων δικαιολογείται η δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας (Α-Β ή Β+) από τον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄ έως και τον βαθμό του Αστυνομικού Διευθυντή για τους αποφοίτους του Τ.Ε.Μ.Α (ν.δ. 649/1970), με αυξημένο και ανάλογο βασικό μισθό και συντελεστές σε σχέση με την Α΄ κατηγορία, χωρίς όμως να εξισώνεται πλήρως η ενδιάμεση κατηγορία με τη Α΄ κατηγορία, λόγω της εμπειρίας, της γνώσης, καθώς και των καθηκόντων των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., που εξομοιώνονται πλήρως με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α.

  • 19 Οκτωβρίου 2025, 13:42 | PANOS

    Καταρχήν θα πρέπει να έχουμε ενιαίο μισθολόγιο μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας. Ίδιοι συντελεστές προσαύξησης βασικού μισθού και ίδιο επίδομα ιδιαίτερων συνθηκών εργασίας και επικινδυνότητας. Όσον αφορά στους πτυχιούχους συναδέλφους, να δωθεί 1 επιπλέον κλιμάκιο σε όσους κατέχουν πτυχίο ΑΕΙ – ΤΕΙ, 2 επιπλέον κλιμάκια σε όσους κατέχουν μεταπτυχιακό και 3 ή 4 κλιμάκια σε κατόχους διδακτορικού διπλώματος.

  • 19 Οκτωβρίου 2025, 13:19 | Αγγελος

    Οι αυξήσεις στην Α κατηγορία είναι υπερβολικές σε σχέση με την Β κατηγορία για στελέχη με τα ίδια χρονιά υπηρεσίας. Όλοι ξέρουμε ότι ο βαθμός πλέον δεν κάνει την διαφορά αφού και οι χαμηλοβαθμοι εκτελούν καθήκοντα υψηλόβαθμων. Οι αυξήσεις να είναι αναλογικές όπως σε όλο το δημόσιο. Δεν γίνεται ο Α να πάρει 200€ καθαρά και ο Β να πάρει μόλις 60€.

  • 19 Οκτωβρίου 2025, 11:15 | Κωσταντίνος

    Αφου εντάσσονται στην Κατηγορία Α’, οι αξιωματικοί ειδικών καθηκόντων, πως αποκλείονται(απο την Κατηγορια Α’ ΟΛΟΙ οι υπολοιποι αξιωματικοι (ειτε Τ.Ε.Μ.Α., είτε με την συμπλήρωση συγκεκριμένου χρόνου Υπηρεσίας στον βαθμό του ανθυπαστυνόμου), όταν κατέχουν ΠΤΥΧΊΟ «Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.);

    Oι αξιωματικοί ειδικών καθηκόντων(εξ ιδιωτών) ΔΕΝ εχουν φοιτήσει σε παραγωγική σχολή του σωματος.

    ΟΛΟΙ οι αξιωματικοί, <>, ΝΑ ΕΝΤΑΧΘΟΥΝ ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Α’.

  • 19 Οκτωβρίου 2025, 10:04 | ΝΙΚΟΛΑΟΣ

    Δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας, μεταξύ της α΄ κατηγορίας
    και της β΄ κατηγορίας, με αναλογική ισότητα ως προς τις αυξήσεις που
    επέρχονται στους αποφοίτους της Σ.Α.Ε.Α., λόγω των ίδιων δικαιωμάτων και
    υποχρεώσεων των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. και του Τ.Ε.Μ.Α.
    Νομική θεμελίωση:
    Επειδή, στο άρθρο 16, παρ. 5 του Συντάγματος ορίζεται ότι:
    H ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που
    αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Tα
    ιδρύματα αυτά τελούν υπό την εποπτεία του Kράτους, έχουν δικαίωμα να
    ενισχύονται οικονομικά από αυτό και λειτουργούν σύμφωνα με τους νόμους
    που αφορούν τους οργανισμούς τους. Συγχώνευση ή κατάτμηση ανώτατων
    εκπαιδευτικών ιδρυμάτων μπορεί να γίνει και κατά παρέκκλιση από κάθε
    αντίθετη διάταξη, όπως νόμος ορίζει.
    Επειδή, στο άρθρο 16, παρ. 7 του Συντάγματος ορίζεται ότι:
    H επαγγελματική και κάθε άλλη ειδική εκπαίδευση παρέχεται από το Kράτος
    και με σχολές ανώτερης βαθμίδας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από
    τρία χρόνια, όπως προβλέπεται ειδικότερα από το νόμο, που ορίζει και τα
    επαγγελματικά δικαιώματα όσων αποφοιτούν από τις σχολές αυτές.
    Επειδή, στο άρθρο 3, παρ. 1 του π.δ. 27/1997 ορίζεται ότι:
    Η ιεραρχία περιλαμβάνει την ιεραρχία των βαθμών και την ιεραρχία των
    καθηκόντων. Ιεραρχία των βαθμών είναι η σειρά αυτών, ιεραρχία δε των
    καθηκόντων η κλίμακα της Διοικήσεως. Ανάλογα με τη θέση τους στην
    ιεραρχία των βαθμών, οι αξιωματικοί έχουν την ιδιότητα του ανώτερου ή
    κατωτέρου, ανάλογα δε με τη θέση τους στην ιεραρχία των καθηκόντων
    έχουν την ιδιότητα του προϊσταμένου ή υφισταμένου.
    Επειδή, στο άρθρο 42, παρ. 2 του π.δ. 27/1997 ορίζεται ότι:
    Ανεξάρτητα από την ύπαρξη κενών οργανικών θέσεων προάγονται, οι
    Υπαστυνόμοι Α', οι Αστυνόμοι Β' και οι Αστυνόμοι Α' του ν.δ. 649/1970 στο
    βαθμό του Αστυνόμου Β, Αστυνόμου Α' και Αστυνομικού Υποδιευθυντή,
    αντίστοιχα, της ιδίας κατηγορίας αξιωματικών, εφόσον προήχθη στον
    αντίστοιχο βαθμό και ο τελευταίος ομοιόβαθμος αξιωματικός, που προέρχεται
    από τη Σχολή Αξιωματικών, με τον οποίο προήχθησαν στο βαθμό του
    Υπαστυνόμου Α', Αστυνόμου Β' και Αστυνόμου Α', αντίστοιχα, το ίδιο
    ημερολογιακό έτος. Σε περίπτωση κατά την οποία ο τελευταίος ως άνω
    Υπαστυνόμος Α, Αστυνόμος Β' και Αστυνόμος Α' που προέρχεται από τη Σχολή
    Αξιωματικών ή και οι αμέσως προηγούμενοι αυτού δεν προαχθούν επειδή
    κρίθηκαν παραμένοντες στον ίδιο βαθμό ή για τους αναφερόμενους στα
    άρθρα 16, 32 παρ. 2 και 36 παρ. 5 του παρόντος διατάγματος λόγους, τούτο
    δεν κωλύει την κατά τα ανωτέρω προαγωγή των ομοιοβάθμων αξιωματικών,
    που προέρχονται από το Τ.Ε.Μ.Α.. Ως χρόνος προαγωγής τους λογίζεται η
    επόμενη της ημερομηνίας που προήχθη και ο τελευταίος ομοιόβαθμος τους
    που προέρχεται από τη Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας του ίδιου
    έτους ονομασίας ως αξιωματικού.

    Επειδή, όπως η νομολογία του ΣτΕ έχει κρίνει οι χαρακτηριζόμενες ως
    ανώτατες και ως ανώτερες από τον νόμο σχολές των ενόπλων δυνάμεων και
    των σωμάτων ασφαλείας δεν τελούν σε όμοιες νομικές και πραγματικές
    συνθήκες με τα υπόλοιπες ανώτατες και ανώτερες σχολές (Α.Ε.Ι.-Τ.Ε.Ι.) και
    τούτο διότι δεν έχουν διοικητική αυτοτέλεια, αντιθέτως έχουν πειθαρχία,
    σωματική και ψυχική προετοιμασία ως επαγγελματικές σχολές που
    προσφέρουν πρόσβαση στο Δημόσιο με διορισμό.
    Από τον συνδυασμό των ανωτέρω, στα άρθρα 17, 18, 21 και 22 του
    παρόντος σχεδίου νόμου, προκύπτει ότι η παραβίαση της αρχής της ισότητας
    (4 παρ. 1 Συντ.), της αξιοκρατίας (4 παρ. 1 και 5 παρ. 1 Συντ.), και δη υπό
    την έκφανση της ισότητας ως προς τη σταδιοδρομία στο Δημόσιο κατά τον
    λόγο της προσωπικής αξίας και ικανότητας του καθενός.
    Το παρών σχέδιο νόμου αντιμετωπίζει ως «όμοιες» περιστάσεις που είναι
    καθ' όλα «ανόμοιες» επί τη βάσει αξιοκρατικών κριτηρίων.
    Σε κάθε περίπτωση, εφαρμογής τυγχάνει η κατοχυρωμένη στο άρθρο 4
    παρ. 1 αρχή της ισότητας υπό τις ειδικότερες εκφάνσεις της και δη την
    ισότητα ως προς την πρόσβαση στις δημόσιες θέσεις (άρθρο 4, παρ.4 Συντ.)
    και της σταδιοδρομίας στο δημόσιο κατά τον λόγο και την προσωπική αξία
    εκάστου ως εκφάνσεως και της αρχής της αξιοκρατίας (άρθρο 4 παρ. 1, άρθρο
    5 παρ. 1 και άρθρο 4, παρ. 4 παρ. Συντ.)
    Όπως ήδη αναφέρθηκε στο ιστορικό σε προηγούμενα σχόλια στη
    διαβούλευση, η υπαγωγή των αποφοίτων του Τμήματος Επαγγελματικής
    Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.), ως ουσιαστικά και τυπικά
    Ανώτερης Σχολής, που χαίρει των εγγυήσεων και της προστασίας του άρθρου
    16 παρ. 7 του Συντάγματος, στην κατηγορία Β΄ (δια του άρθρου 17 βασικά,
    και επικουρικά από τα άρθρα 18, 21 και 22 του παρόντος σχεδίου νόμου) έχει,
    δυσμενείς και αντισυνταγματικές συνέπειες ως προς την μισθολογική
    κατάσταση των υπηρετούντων Αξιωματικών του ν.δ. 649/1970 και των
    μελλοντικών Αξιωματικών της κατηγορίας αυτής ως απόφοιτων Ανώτερης
    Σχολής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης:
    α). Υπαγωγή σε χαμηλότερη μισθολογική κλίμακα, τόσο σε απόλυτο
    αριθμό, όσο και στα ανώτερα μισθολογικά κλιμάκιο στα οποία μπορούν να
    φτάσουν (παράνομη εξομοίωση ως προς την αμοιβή).
    β). Υπαγωγή σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση με το προβάδισμα των
    κατηγοριών και των βαθμών (παράνομη εξομοίωση ως προς τη σταδιοδρομία
    και την ανέλιξη στον δημόσιο τομέα).
    Κατά πάγια ερμηνεία, η συνταγματική κατοχύρωση της αρχής της ισότητας
    απαγορεύει την όμοια μεταχείριση ανόμοιων καταστάσεων («τα άνισα πρέπει
    να μεταχειρίζονται άνισα»).
    Επί του «ανόμοιου» χαρακτήρα, ήδη επισημάνθηκε ότι οι απόφοιτοι της
    Ανώτερης Σχολής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης:
    (α) Αποτελούν φορείς εγγυημένης και αυξημένης προστασίας που πηγάζει
    από το άρθρο 16 παρ. 7 του Συντάγματος.

  • 19 Οκτωβρίου 2025, 08:26 | Δημήτρης

    Ο 30 ετών αξιωματικός ειδικών καθηκόντων με διδακτορικό ως απαραίτητο προσόν κατάταξης θα αμείβεται λιγότερο από τον 22 ετών απόφοιτο αξιωματικό γενικών καθηκόντων (https://enstoloi.net/ergalia/neo-misthologio/).

    Εφόσον απαιτείται εξειδικευμένο προσωπικό στα σώματα ασφαλείας, αυτό θα πρέπει να πληρώνεται και αναλόγως με την αναγνώριση των τίτλων σπουδών που αποτέλεσαν τυπικό προσόν κατάταξης.

  • 19 Οκτωβρίου 2025, 00:58 | ΝΙΚΟΛΑΟΣ Κ.

    Είμαι Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων, της Σχολής Μετεκπαίδευσης και Επιμόρφωσης της Ελληνικής Αστυνομίας.
    Από τον συνδυασμό των αρ. 2097/2019 ΣτΕ, σκέψη 15, αρ. 1118-1121/2024, ΣτΕ, σκέψεις 12, αρ. 854/2019 ΣτΕ, σκέψη 11, αρ. 382/2024 ΣτΕ, σκέψεις 11 και 12 και αρ. 383/2024, σκέψεις 12 έως 16, για τους Αξιωματικούς της Ελληνικής Αστυνομίας αποφοίτους του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαιδεύσεως Ανθυπαστυνόμων (Τ.Ε.Μ.Α.) είναι σύμφωνη με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. και ΣτΕ 1781/2024) η δημιουργία νέας, ενδιάμεσης, μισθολογικής κατηγορίας μεταξύ των υφιστάμενων κατηγοριών Α και Β του άρθρου 124 του ν. 4472/2017 (π.χ. Α-Β, Α- ή Β+ κατηγορία).
    Τούτο διότι εμείς ως αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας έχουμε λάβει τυπικά και ουσιαστικά ανώτερη ακαδημαϊκή εκπαίδευση (βλ. ΣτΕ 854/2019 σκ. 11 και 2097/2019 σκ. 15), ουσιωδώς διαφορετική από την εκπαίδευση που παρέχει η παραγωγική Σχολή Αστυφυλάκων, η οποία είναι μεν νομοθετικά χαρακτηρισμένη ως ανώτερη αλλά τελεί προδήλως υπό διαφορετικές συνθήκες σε σχέση με τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα του άρθρου 16 παρ. 7 του Συντάγματος (βλ. ΣτΕ 1802/2020 σκ. 7, 1378/2024 σκ. 14, ΔΕφΑθ 2443/2024 σκ. 6).
    Περαιτέρω, η διαφορετική υπηρεσιακή διαδρομή των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., από τους αξιωματικούς που προήχθησαν από τον βαθμό του Ανθυπαστυνόμου στον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄, λόγω συμπλήρωσης ορισμένου χρόνου υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 7 του ν. 3686/2008, βασίζεται στο γενικό, αντικειμενικό και αξιοκρατικό κριτήριο της εισαγωγής κατόπιν εξετάσεων και ευδόκιμης αποφοίτησης των πρώτων από το Τμήμα Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων και την απορρέουσα απ’ αυτήν επαγγελματική ικανότητα και εμπειρία των αξιωματικών αυτών της ΕΛ.ΑΣ. Το κριτήριο αυτό δικαιολογεί τη βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό στην ιεραρχία της ΕΛ.ΑΣ. σε σχέση με τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από το Τμήμα αυτό, δεδομένου ότι με την ευδόκιμη αποφοίτηση από το παραπάνω Τμήμα της Σχολής Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης – Επιμόρφωσης της ΕΛ.ΑΣ. πιστοποιείται η κατοχή γνώσεων και επαγγελματικής κατάρτισης άμεσα συνυφασμένων με τα αστυνομικά καθήκοντα που θα κληθούν να ασκήσουν οι απόφοιτοι του Τμήματος αυτού ως κατώτεροι και ανώτεροι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ.
    Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι ως άνω δύο κατηγορίες αξιωματικών, για καθεμία εκ των οποίων προβλέπονται ιδιαίτερη επετηρίδα και διαφορετικός αριθμός οργανικών θέσεων, τελούν υπό προδήλως διαφορετικές συνθήκες εξέλιξης και σταδιοδρομίας που δικαιολογούν τη διαφορετική βαθμολογική και μισθολογική τους μεταχείρισή τους από τον νομοθέτη, η δε βαθμολογική εξέλιξη των αξιωματικών, αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α., σε ανώτερο βαθμό ιεραρχίας από τους αξιωματικούς που δεν έχουν αποφοιτήσει από αυτό γίνεται, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, βάσει κριτηρίου που συνάπτεται άμεσα με την προσωπική αξία και ικανότητα των αξιωματικών αυτών (πρβλ. ΣτΕ 853, 854/2019 επτ., 152, 2533/2016, 284/2015, 1127/2006, 3119/2002, 112/2000, 3894/1998, 172/1991).
    Επομένως, είναι επιβεβλημένη η διαφοροποίηση των αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., αποφοίτων του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), σε σχέση με την μισθολογική κατάστασή τους πριν την εισαγωγή τους σε αυτό, αλλά και μετά την αποφοίτησή τους από αυτό. Οι Ανθυπαστυνόμοι που εισήχθησαν και αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α., σε σχέση με τους Ανθυπαστυνόμους που δεν εισήχθησαν και δεν αποφοίτησαν από το Τ.Ε.Μ.Α. δεν τελούν σε όμοιες νομικές συνθήκες, αλλά σε ανόμοιες νομικές συνθήκες. Η κατηγορία αυτή των Ανθυπαστυνόμων προάγονται σε αξιωματικούς με μια αίτησή τους, με μόνο κριτήριο τα έτη υπηρεσίας. Ο νομοθέτης οφείλει να αναγνωρίσει στους αποφοίτους του Τ.Ε.Μ.Α. ενδιάμεση κατηγορία που να μην την εξισώνει με άλλες κατηγορίες αστυνομικού προσωπικού, καθώς εμείς σε δύο διαγωνισμούς (προαγωγή σε Αρχιφύλακες με εξετάσεις – Εισαγωγή ως Ανθυπαστυνόμοι στο Τ.Ε.Μ.Α.), κριθήκαμε στα εξεταζόμενα μαθήματα ως οι ικανότεροι των καταλλήλων υποψηφίων, σύμφωνα με την αρχή της αξιοκρατίας.
    Άρα, η διαφοροποίηση δεν πρέπει να περιορίζεται στην αλλαγή μισθολογικού κλιμακίου, η οποία επέρχεται με την πάροδο των ετών υπηρεσίας και των συνακόλουθων βαθμολογικών προαγωγών, αλλά να περιλαμβάνει αλλαγή μισθολογικής κατηγορίας (ενδιάμεση με αυξημένες αποδοχές), ήτοι αποδοχές πλησίον των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α. (Α΄ κατηγορία), χωρίς όμως οι απολαβές των αποφοίτων του Τ.Ε.Μ.Α. να εξισώνονται πλήρως με των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής μας διαδρομής και μόνο. Εξάλλου, ως απόφοιτοι του Τ.Ε.Μ.Α. ασκούμε όμοια καθήκοντα με τους αξιωματικούς της Α΄ μισθολογικής Κατηγορίας που δεν δικαιολογεί τεράστια απόκλιση στις αποδοχές μας (βλέπε πχ ΠΔ 100/2003, ΠΔ 24/1997, ΠΔ 120/2008, πχ 82/2021 και ΠΔ 141/1991 ενδεικτικά). Η ένταξή μας σε ανώτερη μισθολογική κατηγορία από την τρέχουσα είναι απολύτως σύμφωνη και με τα άρθρα 22 παρ. 1 εδ. β΄, 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 103 του Συντάγματος, 157 της ΣΛΕΕ, 8 της ΕΣΔΑ, 1 του ΠΠΠ της ΕΣΔΑ και 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Μορφωτικά Δικαιώματα.
    Κλείνοντας, ως Αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων (ν.δ. 649/1970), μετά προδήλου εννόμου συμφέροντος ζητώ την άρση της οικονομικής και ηθικής μου βλάβης, με την δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας που να προσεγγίζει το 75% τουλάχιστον των αποδοχών των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α., ένεκα των αυξημένων υποχρεώσεων και δικαιωμάτων μου που μου αναγνωρίζει ο νόμος και η αρχή της αναλογικότητας. Σε κάθε περίπτωση η Διοίκηση με την ένταξή μου στην β΄ μισθολογική κατηγορία, προσβάλει βάναυσα την προσωπικότητά μου, αφού σε καμία περίπτωση δεν αναγνωρίζει την προσωπική μου αξία και ικανότητα, η οποία γίνεται δεκτή με βάση την νομολογία και σε καμία περίπτωση δεν θίγει τα δικαιώματα των αποφοίτων της Σ.Α.Ε.Α.

  • 18 Οκτωβρίου 2025, 22:57 | ANASTASIOS

    Παρατηρήσεις επί του άρθρου 17 – Μισθολογικές ρυθμίσεις των Σωμάτων Ασφαλείας (Ελληνική Αστυνομία)
    Αξιότιμες κυρίες και κύριοι,
    Με την παρούσα επιστολή θα ήθελα να εκφράσω τη γνώμη μου σχετικά με το άρθρο 17 του υπό ψήφιση νομοσχεδίου, που αφορά τις μισθολογικές ρυθμίσεις των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας, και ειδικότερα της Ελληνικής Αστυνομίας.
    Θεωρώ πως είναι απολύτως αναγκαίο και δίκαιο να αναγνωριστούν οι τίτλοι σπουδών (πτυχία ΑΕΙ, μεταπτυχιακά, διδακτορικά) των αστυνομικών στελεχών έστω και μισθολογικά, κατά τρόπο ανάλογο με ό,τι ισχύει για τους υπόλοιπους υπαλλήλους του Δημοσίου Τομέα.
    Πολλά στελέχη της Ελληνικής Αστυνομίας έχουν επενδύσει σημαντικό προσωπικό χρόνο και κόπο στην απόκτηση ανώτερων σπουδών, με σκοπό την επαγγελματική τους βελτίωση και την αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τον πολίτη και το κράτος. Η μη αναγνώριση αυτών των προσόντων συνιστά αδικία και αντικίνητρο για την περαιτέρω επιμόρφωση και εξέλιξη του προσωπικού.
    Επιπλέον, η μισθολογική αναγνώριση των τίτλων σπουδών εναρμονίζεται με την αρχή της ισότητας και την αρχή της αναλογικότητας, όπως κατοχυρώνονται στα άρθρα 4 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος, που επιβάλλουν την ίση μεταχείριση όλων των δημοσίων υπαλλήλων που τελούν υπό παρόμοιες συνθήκες και τη δίκαιη, αναλογική ανταμοιβή τους σύμφωνα με τα προσόντα και την προσφορά τους.
    Η αναγνώριση των τίτλων σπουδών δεν αποτελεί μόνο ζήτημα οικονομικής αποκατάστασης, αλλά και θεσμικής αναγνώρισης της αξίας και του έργου των αστυνομικών, οι οποίοι υπηρετούν σε απαιτητικές συνθήκες και συχνά υπό πίεση και κίνδυνο.
    Η εξίσωση αυτή με τα υπόλοιπα στελέχη του Δημοσίου θα ενισχύσει το αίσθημα δικαίου, θα αναβαθμίσει το κύρος του Σώματος και θα λειτουργήσει ως κίνητρο για τη συνεχή βελτίωση και εκπαίδευση του προσωπικού.
    Συνεπώς, προτείνω να συμπεριληφθεί ρητή πρόβλεψη στο άρθρο 17 που να ορίζει την μισθολογική έστω αναγνώριση των τίτλων σπουδών των στελεχών της Ελληνικής Αστυνομίας, σύμφωνα με τα ισχύοντα για τους δημοσίους υπαλλήλους αίροντας μια αδικία ετών και δείχνοντας έμπρακτα ότι είστε δίπλα στους νέους αστυνομικούς που επιθυμούν να είναι μέρος μια σύγχρονης αστυνομίας του 2025 όπως αρμόζει .
    Με εκτίμηση,
    Αναστάσιος

  • 18 Οκτωβρίου 2025, 21:30 | ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ

    Με την έμπρακτη οικονομική / βαθμολογική αναγνώριση των πτυχιούχων ΑΕΙ στην ΕΛ.ΑΣ επέρχεται ταυτόχρονα η άρση της άνισης μεταχείρισης των αστυνομικών υπαλλήλων που κατέχουν προπτυχιακά/ μεταπτυχιακά/ διδακτορικά, συγκριτικά με τους υπόλοιπους δημόσιους υπαλλήλους, αλλά και με άλλες ευρωπαϊκές αστυνομίες, στις οποίες δεν υπήρχε αυτή η ανισότητα. Ο πολίτης θα εισπράξει στο τέλος το όφελος αυτής της αναγνώρισης καθώς αυτό η ψήφιση θα ενθαρρύνει και άλλους ένστολους να μπουν στην διαδικασία της δια βίου μόρφωσης.

  • 18 Οκτωβρίου 2025, 21:10 | Στυλιανός

    Με την αναγνώριση των πτυχιούχων ΑΕΙ στην ΕΛ.ΑΣ επέρχεται ταυτόχρονα η ίση οικονομική αντιμετώπιση των ένστολων με τους υπόλοιπους δημόσιους υπαλλήλους και η άρση της άνισης μεταχείρισης των αστυνομικών υπαλλήλων που κατέχουν προπτυχιακά/ μεταπτυχιακά/ διδακτορικά, συγκριτικά, όχι μόνο με τους υπόλοιπους δημόσιους υπαλλήλους, αλλά και με άλλες ευρωπαϊκές αστυνομίες, στις οποίες δεν υπήρχε αυτή η ανισότητα.

  • 18 Οκτωβρίου 2025, 18:39 | Κωστακάκης

    Θέμα: Αναγνώριση Πτυχίων ΑΕΙ και ΤΕΙ στην Ελληνική Αστυνομία ως Προσόν για Βαθμολογική και Μισθολογική Εξέλιξη

    Η παρούσα τοποθέτηση αποσκοπεί να αναδείξει την ανάγκη αναγνώρισης των πανεπιστημιακών και τεχνολογικών πτυχίων (ΑΕΙ – ΤΕΙ) των στελεχών της Ελληνικής Αστυνομίας ως ουσιαστικού προσόντος εξέλιξης, τόσο βαθμολογικά όσο και μισθολογικά.

    1. Η εκπαίδευση των στελεχών ως επένδυση του Σώματος

    Η Ελληνική Αστυνομία αποτελεί έναν από τους βασικότερους πυλώνες του κράτους δικαίου και της κοινωνικής συνοχής.
    Τα στελέχη της εκπαιδεύονται συστηματικά και διαθέτουν υψηλό επίπεδο επαγγελματισμού. Ωστόσο, ένας σημαντικός αριθμός αστυνομικών έχει ολοκληρώσει σπουδές ανώτατης εκπαίδευσης (ΑΕΙ ή ΤΕΙ), σε αντικείμενα που συχνά σχετίζονται άμεσα με το έργο της αστυνομίας — όπως νομική, διοίκηση, ψυχολογία, πληροφορική, εγκληματολογία ή μηχανική.
    Η αξιοποίηση αυτών των γνώσεων ενισχύει τη λειτουργικότητα και την αποτελεσματικότητα του Σώματος και αποτελεί επένδυση στη γνώση και στην υπηρεσιακή ποιότητα.

    2. Ίση αναγνώριση τίτλων σπουδών ΑΕΙ και ΤΕΙ

    Μετά τη θεσμική κατάργηση των ΤΕΙ και την ένταξή τους στα Πανεπιστήμια, δεν υφίσταται πλέον διαχωρισμός μεταξύ «τεχνολογικής» και «πανεπιστημιακής» ανώτατης εκπαίδευσης.
    Τα πτυχία των ΤΕΙ και ΑΕΙ ανήκουν στο ίδιο επίπεδο 6 του Ευρωπαϊκού Πλαισίου Προσόντων (EQF), γεγονός που αποδεικνύει την ισοτιμία τους.
    Επομένως, κάθε διάκριση μεταξύ των δύο τύπων πτυχίων για λόγους εξέλιξης ή μισθολογικής αναγνώρισης δεν είναι δικαιολογημένη και αντίκειται στις αρχές ίσης μεταχείρισης.

    3. Ανάγκη θεσμικής αναγνώρισης στην ΕΛ.ΑΣ.

    Σήμερα, παρά τη γενική αναγνώριση των πτυχίων ΑΕΙ και ΤΕΙ ως ανώτατης εκπαίδευσης, η αστυνομική νομοθεσία δεν προβλέπει επαρκή και δίκαιη αναγνώριση τους ως προσόν εξέλιξης.
    Η έλλειψη αυτή δημιουργεί ανισότητα ανάμεσα σε στελέχη που διαθέτουν τυπικά προσόντα ανώτατης εκπαίδευσης και σε εκείνα που δεν διαθέτουν, παρότι η πολιτεία αναγνωρίζει τον κόπο και τη διάρκεια αυτών των σπουδών.

    Η αναγνώριση των πτυχίων θα πρέπει να επιφέρει:

    Βαθμολογική εξέλιξη, δηλαδή δυνατότητα ταχύτερης προαγωγής για όσους διαθέτουν πτυχίο ΑΕΙ ή ΤΕΙ.

    Μισθολογική αναβάθμιση, μέσω ενσωμάτωσης ειδικού επιδόματος ανώτατης εκπαίδευσης ή προσαύξησης μισθολογικού κλιμακίου.

    Ενίσχυση της αξιοκρατίας, καθώς θα επιβραβεύεται η προσωπική προσπάθεια και η ακαδημαϊκή πρόοδος.

    4. Οφέλη για το Σώμα και την κοινωνία

    Η θεσμική αξιοποίηση των πανεπιστημιακών προσόντων των στελεχών:

    Προάγει τον επαγγελματισμό και την επιστημονική τεκμηρίωση των αστυνομικών ενεργειών.

    Ενισχύει τη διοικητική και τεχνολογική επάρκεια των υπηρεσιών.

    Δημιουργεί κίνητρο για διά βίου μάθηση και συνεχή επιμόρφωση.

    Συμβάλλει στην αναβάθμιση του κύρους και της δημόσιας εικόνας της Ελληνικής Αστυνομίας.

    5. Πρόταση

    Προτείνεται η άμεση:

    1. Θεσμοθέτηση της αναγνώρισης πτυχίων ΑΕΙ και ΤΕΙ ως προσόντων για βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη στο προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας.

    2. Ισοδύναμη αντιμετώπιση πτυχίων προερχόμενων από πρώην ΤΕΙ και Πανεπιστήμια, σύμφωνα με την ισχύουσα εκπαιδευτική νομοθεσία.

    3. Καθιέρωση κινήτρων επιμόρφωσης, ώστε να ενισχυθεί η σύνδεση εκπαίδευσης και υπηρεσιακής απόδοσης.

    6. Συμπέρασμα

    Η αναγνώριση των πανεπιστημιακών τίτλων των στελεχών της Ελληνικής Αστυνομίας δεν αποτελεί προνόμιο, αλλά αναγκαία και δίκαιη θεσμική αναβάθμιση.
    Η πολιτεία οφείλει να επιβραβεύει τη γνώση και την προσπάθεια, να αναγνωρίζει την αξία της εκπαίδευσης και να ενισχύει το ανθρώπινο δυναμικό της ΕΛ.ΑΣ.
    Μια Αστυνομία με υψηλό μορφωτικό επίπεδο είναι πιο αποτελεσματική, πιο δίκαιη και πιο κοντά στον πολίτη.

  • 18 Οκτωβρίου 2025, 16:31 | Γ.Γ.

    Η αναγνώριση των πτυχίων ΑΕΙ για όσους υπηρετούμε στα Σώματα Ασφαλείας και μοχθήσαμε να τα αποκτήσουμε αποτελεί πάγιο και δίκαιο αίτημα.
    Πολλοί συνάδελφοι έχουν προτείνει τρόπους για την νομοθετική αποτύπωση της αναγνώρισης. Ενδεικτικά αναφέρω και υποστηρίζω την αναγνώριση με την μετάβαση των κατόχων προπτυχιακού στο επόμενο μισθολογικό κλιμακιο, την απόδοση ενός ακόμα μισθολογικού κλιμακίου στους κατόχους μεταπτυχιακού και, τέλος, την απόδοση ενός επιπλέον μισθολογικού κλιμακίου στους κατόχους διδακτορικού. Εν ολίγοις, την εξομοίωση μας με τους υπόλοιπους εργαζόμενους στον δημόσιο τομέα, με τρόπο που αυξάνει τις απολαβές μας ώστε να συμβαδίζουν με τους κόπους και τα προσόντα μας και, παράλληλα, δεν θίγει την υπηρεσιακή ιεραρχία αφού δεν συνδέεται με το βαθμολόγιο.
    Το ζήτημα της συνάφειας είναι ιδιαιτέρως ακανθώδη και δύσκολο ως προς την προσέγγισή του, σε βαθμό που πολλές φορές πυροδοτεί διαφωνίες ακόμα και μεταξύ ακαδημαϊκών, επομένως οποιαδήποτε αναφορά του θα δημιουργήσει δυσεπιλυτα προβλήματα και θα υπονομεύσει το δίκαιο αίτημα της αναγνώρισης των πανεπιστημιακων τίτλων στο σύνολό τους.
    Κλείνοντας, θα ήθελα να απευθύνω έκκληση στο σύνολό των συναδέλφων να περιοριστούν σε θετικές προτάσεις και να μην επιχειρούν να υπονομεύουν τα αιτήματα άλλων, που άλλωστε αντιπροσωπεύουν όχι μόνο τους εαυτούς τους αλλά ευρύτερες και συχνά πολυάριθμες ομάδες εργαζομένων που διατυπώνουν εύλογα αιτήματα.
    Με εκτίμηση προς όλους.

  • 18 Οκτωβρίου 2025, 14:28 | Θάνος

    Ως στέλεχος που κατατάχθηκα στην Ελληνική Αστυνομία ως Συνοριακός Φύλακας, ονομάστηκα Αστυφύλακας μη ανακριτικός υπάλληλος και στη συνέχεια, μέσω προαγωγικών εξετάσεων, προήχθη σε Αρχιφύλακα, Ανθυπαστυνόμο και Υπαστυνόμο Β΄ του Ν.3686/2005, εκτελώντας καθήκοντα ανακριτικού υπαλλήλου όπως όλοι οι επιτυχόντες ανεξάρτητα από την προέλευσή τους. Παρ’ όλα αυτά, το παρόν σχέδιο νόμου με κατατάσσει στην Κατηγορία Γ, ενώ συναδέλφους με την ίδια πορεία, ευθύνη και καθήκοντα κατατάσσει στην Κατηγορία Β. Η διάκριση αυτή αντίκειται στις αρχές της ισότητας και της ίσης αμοιβής για εργασία ίσης αξίας (άρθρο 4 και 22 Συντ., άρθρο 157 ΣΛΕΕ, Οδηγία 2006/54/ΕΚ). Ζητώ την αποκατάσταση της ισότητας και την κατάταξή μου στην Κατηγορία Β, όπως αρμόζει στα καθήκοντα και την υπηρεσιακή μου εξέλιξη.

  • 18 Οκτωβρίου 2025, 09:26 | Βέττος Δημήτριος

    Θέμα: Θεσμική αποκατάσταση της άνισης μεταχείρισης των συνταξιούχων γονέων με εξαρτώμενα τέκνα – Ανάγκη για έμπρακτη στήριξη των πολύτεκνων και ένστολων οικογενειών.

    Ως ομάδα ένστολων – πολύτεκνων γονέων, που έχουμε ήδη προβεί σε σειρά ενεργειών και επικοινωνιών με τους αρμόδιους φορείς (Συνήγορος του Πολίτη, Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Υπουργείο Οικονομικών), θεωρούμε αναγκαίο να αναδείξουμε ξανά ένα μείζον κοινωνικό ζήτημα: την άνιση μεταχείριση των συνταξιούχων γονέων με εξαρτώμενα τέκνα σε σχέση με τους εν ενεργεία δημοσίους υπαλλήλους.

    Μετά την ψήφιση του Ν. 4387/2016, το επίδομα τέκνων που λάμβαναν οι υπάλληλοι μέσω της μισθοδοσίας τους (120€ για δύο ανήλικα τέκνα, χωρίς εισοδηματικά κριτήρια) καταργείται αυτομάτως με τη συνταξιοδότησή τους. Ωστόσο, το Ενιαίο Επίδομα Στήριξης Τέκνων του ΟΠΕΚΑ μπορεί να ληφθεί μόνο εφόσον πληρούνται πολύ χαμηλά εισοδηματικά όρια, κάτι που καθιστά την πλειονότητα των συνταξιούχων – ειδικά των ενστόλων και των πολύτεκνων οικογενειών – πλήρως αποκλεισμένους από κάθε μορφή κρατικής ενίσχυσης για τα ανήλικα παιδιά τους.

    Το αποτέλεσμα είναι ότι ένας πολύτεκνος ένστολος, ο οποίος εργάστηκε επί δεκαετίες σε συνθήκες υψηλής ευθύνης και κινδύνου, στηρίζοντας το κράτος και την κοινωνία, χάνει κάθε βοήθημα τη στιγμή που συνταξιοδοτείται, ενώ οι εν ενεργεία συνάδελφοί του συνεχίζουν να λαμβάνουν το ίδιο επίδομα χωρίς κανένα εισοδηματικό περιορισμό.

    Αυτή η διάκριση δεν είναι απλώς διοικητική ή λογιστική, είναι βαθιά κοινωνική και ηθική αδικία. Αντιβαίνει στις συνταγματικές αρχές της ισότητας (άρθρο 4) και της προστασίας της οικογένειας και της παιδικής ηλικίας (άρθρο 21), καθώς και στο ίδιο το πνεύμα του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου, που διακηρύσσει στόχο τη στήριξη της οικογένειας, της μεσαίας τάξης και την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος.

    Η Πολιτεία δεν μπορεί να μιλά για δημογραφική πολιτική και ταυτόχρονα να τιμωρεί έμπρακτα εκείνους που ήδη συνέβαλαν σε αυτήν με τη ζωή και τις επιλογές τους. Οι ένστολοι, οι πολύτεκνοι και γενικότερα οι γονείς που αφιέρωσαν δεκαετίες υπηρεσίας, αξίζουν ίση μεταχείριση και ουσιαστική στήριξη, όχι μόνο όσο εργάζονται, αλλά και μετά τη συνταξιοδότησή τους, όσο εξακολουθούν να έχουν ανήλικα τέκνα υπό τη φροντίδα τους.

    Προτείνουμε:
    • Την επανεξέταση του υφιστάμενου πλαισίου επιδομάτων τέκνων, ώστε οι συνταξιούχοι γονείς να συνεχίσουν να λαμβάνουν επίδομα τέκνων, τουλάχιστον ισόποσο με εκείνο των εν ενεργεία υπαλλήλων, ανεξαρτήτως εισοδήματος.
    • Εναλλακτικά, τη θεσμοθέτηση ειδικής μεταβατικής ρύθμισης για τους συνταξιούχους με ανήλικα εξαρτώμενα τέκνα, ιδίως για τις πολύτεκνες και ένστολες οικογένειες.

    Η στήριξη της οικογένειας δεν μπορεί να είναι αποσπασματική ούτε προσωρινή. Η έμπρακτη ισότητα μεταξύ των εργαζομένων και των συνταξιούχων γονέων αποτελεί στοιχειώδη υποχρέωση ενός κράτους που θέλει να ονομάζεται κοινωνικό και δημογραφικά βιώσιμο.

    Με εκτίμηση
    Βέττος Δημήτριος
    Ομάδα Ένστολων – Πολύτεκνων Γονέων
    (εκπροσωπώντας εν ενεργεία και συνταξιούχους συναδέλφους)