Άρθρο 8α (Άρθρο 8 παράγραφος 5 της Οδηγίας) Έξοδα – Έσοδα διερεύνησης

1. Η Υπηρεσία διαθέτει οικονομική αυτοτέλεια και επαρκείς πόρους για να ανταποκρίνεται άμεσα και με ανεξαρτησία στα καθήκοντά της.
2. Οι δαπάνες της Υπηρεσίας καλύπτονται με την εγγραφή σχετικών πιστώσεων στον τακτικό προϋπολογισμό του ΥΠτΠ υπό ίδιο ειδικό φορέα που δημιουργείται για το σκοπό αυτό, εκκαθαρίζονται από την Υπηρεσία Δημοσιονομικού Ελέγχου του ΥΠτΠ. Τέτοιες δαπάνες είναι:

α. προμήθεια υλικοτεχνικού εξοπλισμού και αναλωσίμων υλικών που απαιτούνται για τη λειτουργία της Υπηρεσίας.

β. συνδέσεις με διαδικτυακούς τόπους ενδιαφέροντος της Υπηρεσίας, καθώς και ετήσιες συνδρομές ιδιότητας μέλους σε διεθνείς και ευρωπαϊκούς Οργανισμούς των οποίων οι δραστηριότητες άπτονται των ναυτικών ατυχημάτων.

γ. έξοδα μετακίνησης στελεχών της Υπηρεσίας για τις ανάγκες εκπροσώπησης σε διεθνείς και ευρωπαϊκούς Οργανισμούς με αντικείμενο τη διερεύνηση ναυτικών ατυχημάτων.

δ. εκπαίδευση και έξοδα μετακίνησης στελεχών της Υπηρεσίας για εκπαιδευτικούς σκοπούς στην ημεδαπή ή αλλοδαπή.

ε. έξοδα μετακίνησης στελεχών και διερευνητών της Υπηρεσίας για τους σκοπούς μίας διερεύνησης.

στ. αμοιβές των τεχνικών συμβούλων και επιστημονικών κέντρων διεξαγωγής εργαστηριακών εξετάσεων και μελετών, καθώς και δαπάνες που ενδέχεται να προκύψουν από τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 8β και των άρθρων 10 και 11 του παρόντος και οποιαδήποτε άλλα έξοδα, τα οποία αιτιολογημένα προκύπτουν κατά τη διερεύνηση του ναυτικού ατυχήματος ή συμβάντος.
3. Η Υπηρεσία  δύναται να αναζητεί τα έξοδα τα οποία καταβλήθηκαν από αυτήν για τη διερεύνηση ενός ναυτικού ατυχήματος ή συμβάντος, στο πλαίσιο εφαρμογής του παρόντος, εφόσον μετά τη δικαστική έρευνα ελληνικών δικαστηρίων ή δικαστηρίων της αλλοδαπής αποδείχθηκε ότι προκλήθηκε από βαρεία αμέλεια ή δόλο. Τα έξοδα αυτά καταλογίζονται σε βάρος του πλοιοκτήτη ή του διαχειριστή ή του εφοπλιστή του εμπλεκόμενου με το ναυτικό ατύχημα ή συμβάν πλοίου ή του νομίμου εκπροσώπου αυτού στην Ελληνική Επικράτεια και εισπράττονται από το Ελληνικό Δημόσιο σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

α. Σε περίπτωση κατά την οποία περισσότερα του ενός πλοία εμπλέκονται σε ένα ναυτικό ατύχημα και καθοριστεί συνυπαιτιότητα, οι δαπάνες διερεύνησης θα βαρύνουν κατά αναλογία υπαιτιότητας τους ανωτέρω αναφερόμενους.

β. Τα έσοδα που προκύπτουν από τις  διατάξεις της παρούσας παραγράφου, της παραγράφου 4, του άρθρου 11 και τις κυρώσεις του άρθρου 20 περιέρχονται στον Κρατικό Προϋπολογισμό και εν συνεχεία εγγράφονται στους οικείους ΚΑΕ του εν λόγω φορέα.
4. Έχοντας υπόψη την παράγραφο 1 του άρθρου 1 και ότι εκ του παρόντος προκύπτουν οφέλη υπέρ της ασφάλειας των πλοίων, καθορίζεται παράβολο υπέρ της Υπηρεσίας ως ακολούθως:

α. Για τα πλοία τα οποία πρόκειται να νηολογηθούν κατά την έκδοση του 1ου εγγράφου εθνικότητας αυτών ή σε περιπτώσεις επανέκδοσης, καταβάλλεται ποσό στον ΚΑΕ………….. ως κατωτέρω:

αα) ύψους 100 ευρώ σε πλοία άνω και των 30.000 ο.χ.

ββ) ύψους 50 ευρώ σε πλοία άνω και των 10.000 ο.χ. και μέχρι 29.999,99 ο.χ.

γγ) ύψους 30 ευρώ σε πλοία άνω και των 1.000 ο.χ. και μέχρι 9.999,99 ο.χ.

δδ) ύψους 15 ευρώ σε πλοία άνω και των 100 ο.χ. και μέχρι 999,99 ο.χ.

εε) ύψους 5 ευρώ σε πλοία κάτω των 99,99 ο.χ.

β. Για πλοία τα οποία έχουν ήδη εγγραφεί στα ελληνικά νηολόγια, κατά την έκδοση ή θεώρηση του πιστοποιητικού ασφάλειας ή Πιστοποιητικού Γενικής Επιθεώρησης (Π.Γ.Ε.) αυτών, καταβάλλεται ποσό στον ΚΑΕ………….. ως κατωτέρω:

αα) ύψους 200 ευρώ σε πλοία άνω και των 30.000 ο.χ.

ββ) ύψους 100 ευρώ σε πλοία άνω και των 10.000 ο.χ. και μέχρι 29.999,99 ο.χ.

γγ) ύψους 80 ευρώ σε πλοία άνω και των 1.000 ο.χ. και μέχρι 9.999,99 ο.χ.

δδ) ύψους 40 ευρώ σε πλοία άνω και των 100 ο.χ. και μέχρι 999,99 ο.χ.

εε) ύψους 20 ευρώ σε πλοία κάτω των 99,99 ο.χ.

γ. Το ποσό του παραβόλου της περίπτωσης (α), καταβάλλεται πριν την έκδοση του εγγράφου εθνικότητας.

δ. Το ποσό του παραβόλου της περίπτωσης (β), καταβάλλεται πριν την έκδοση ή θεώρηση του πιστοποιητικού ασφάλειας ή Π.Γ.Ε..

ε. Με Κοινή Απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Οικονομικών μπορούν να αναπροσαρμόζονται τα ποσά των παραβόλων των περιπτώσεων (α) και (β).
5. Τα έξοδα μετακίνησης, διανυκτέρευσης και άλλες δαπάνες καταβάλλονται στους δικαιούχους διερευνητές ή στελέχη της Υπηρεσίας δια απολογισμού δαπανών, σύμφωνα με τις δημοσιονομικές διατάξεις του ν. 3871/2010 (Α΄141).

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μετά από εισήγηση του Διευθυντή, o Προϊστάμενος δύναται να εγκρίνει την παραμονή της Ομάδας των διερευνητών σε κατάλυμα ανεξαρτήτως κατηγορίας για μετακινήσεις εξωτερικού σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2685/99 (Α΄35), λαμβανομένου υπόψη του εκτάκτου της μετακίνησης και της ανάγκης διαμονής πλησίον του τόπου του ατυχήματος.
6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Προστασίας του Πολίτη και Οικονομικών δύναται να καθορίζεται ειδική μηνιαία αποζημίωση στους διερευνητές που στελεχώνουν την Υπηρεσία, στο Διευθυντή και τον Προϊστάμενο. Η ανωτέρω ειδική αποζημίωση περικόπτεται αναλόγως σε περίπτωση απουσίας, πλην αυτής που οφείλεται σε λήψη κανονικής ή βραχείας άδειας.

7. Η Υπηρεσία, για την υποβοήθηση του έργου της, δύναται, κατόπιν εισήγησης του Προϊσταμένου και έγκρισης του Υπουργού Προστασίας του Πολίτη, να απευθύνεται κατ΄ εξαίρεση και λόγω ειδικών περιπτώσεων σε εξωτερικούς εξειδικευμένους τεχνικούς συμβούλους.

α. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του ν. 2362/95 (Α΄247) και του π.δ. 118/07 (Α΄150), η Υπηρεσία δύναται κατά τη διερεύνηση, για λόγους επίσπευσης και ευελιξίας, να αναθέτει απευθείας εξειδικευμένες εργασίες σχετικές με τη διερεύνηση του εξεταζόμενου ατυχήματος, σε δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς με αναγνωρισμένη εμπειρία στο αντικείμενο, καθώς και σε πανεπιστημιακά ή ερευνητικά ιδρύματα της ημεδαπής ή της αλλοδαπής.

β. Η Υπηρεσία, εφόσον το κρίνει απαραίτητο, επιτρέπεται να έχει πρόσβαση και να λαμβάνει αντίγραφα των εκθέσεων πραγματογνωμόνων, οι οποίοι έχουν οριστεί κατά τη διαδικασία της ποινικής ή διοικητικής έρευνας για ένα ναυτικό ατύχημα ή συμβάν, ή των εκθέσεων, στοιχείων και πληροφοριών της περίπτωσης (δ) της παραγράφου 1 του άρθρου 4.
8. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου υπόκεινται σε προληπτικό και κατασταλτικό έλεγχο από το Ελεγκτικό Συνέδριο.