Άρθρο 18 – Δραστηριότητες (άρθρο 18 της Οδηγίας 2015/2366/ΕΕ)

1. Εκτός από την παροχή υπηρεσιών πληρωμών, τα ιδρύματα πληρωμών μπορούν να ασκούν τις ακόλουθες δραστηριότητες:
α) παροχή λειτουργικών και στενά συνδεόμενων επικουρικών υπηρεσιών, όπως εξασφάλιση της εκτέλεσης των πράξεων πληρωμής, υπηρεσίες συναλλάγματος, υπηρεσίες φύλαξης, καθώς και αποθήκευση και επεξεργασία δεδομένων,
β) λειτουργία συστημάτων πληρωμών, με την επιφύλαξη του άρθρου 35,
γ) επιχειρηματικές δραστηριότητες εκτός της παροχής υπηρεσιών πληρωμών, τηρουμένου του ισχύοντος ενωσιακού και εθνικού δικαίου υπό την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 11.
2. Όταν τα ιδρύματα πληρωμών παρέχουν μία ή περισσότερες υπηρεσίες πληρωμών του σημείου 3 του άρθρου 4, μπορούν να τηρούν μόνο λογαριασμούς πληρωμών που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για πράξεις πληρωμής.
3. Η παραλαβή εκ μέρους των ιδρυμάτων πληρωμών τυχόν χρηματικών ποσών από τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών με σκοπό την παροχή υπηρεσιών πληρωμών δεν συνιστά αποδοχή καταθέσεων ή άλλων επιστρεπτέων κεφαλαίων κατά την έννοια των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 9 του ν. 4261/2014, ούτε ηλεκτρονικό χρήμα κατά την έννοια του σημείου 1 του άρθρου 10 του ν. 4021/2011.
4. Τα ιδρύματα πληρωμών μπορούν να παρέχουν πίστωση σε σχέση με τις υπηρεσίες πληρωμών των περ. δ) ή ε) του σημείου 3 του άρθρου 4 μόνον αν πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) η πίστωση είναι επικουρική και χορηγείται αποκλειστικά σε συνδυασμό με την εκτέλεση μιας πράξης πληρωμής,
β) ανεξαρτήτως των διατάξεων για τη χορήγηση πίστωσης μέσω πιστωτικών καρτών, η πίστωση που χορηγείται σε συνδυασμό με πληρωμή και εκτελείται σύμφωνα με την παράγραφο 9 του άρθρου 11 και το άρθρο 29 αποπληρώνεται εντός σύντομου χρονικού διαστήματος το οποίο δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση τους δώδεκα (12) μήνες,
γ) η πίστωση αυτή δεν χορηγείται από χρηματικά ποσά που έχουν ληφθεί ή κρατούνται για την εκτέλεση πράξης πληρωμής,
δ) τα ίδια κεφάλαια του ιδρύματος πληρωμών είναι πάντοτε, κατά την κρίση της Τράπεζας της Ελλάδος, κατάλληλα ενόψει της συνολικής χορηγούμενης πίστωσης.
5. Τα ιδρύματα πληρωμών δεν επιτρέπεται να ασκούν, κατ’ επάγγελμα, τη δραστηριότητα της αποδοχής καταθέσεων ή άλλων επιστρεπτέων κεφαλαίων κατά την έννοια των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 9 του ν. 4261/2014.
6. Ο παρών νόμος ισχύει υπό την επιφύλαξη της Κοινής Υπουργικής Απόφασης υπ’ αριθ. Ζ1-699/2010 των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Β΄ 917) (Οδηγία 2008/48/ΕΚ), άλλης σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας ή εθνικών μέτρων που είναι σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο και αφορούν τις προϋποθέσεις χορήγησης πιστώσεων στους καταναλωτές οι οποίες δεν ρυθμίζονται διά του παρόντος νόμου.