Άρθρο 49: Διακριτή διαχείριση των ασφαλίσεων ζωής και κατά ζημιών (άρθρο 74 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)

1. Η κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 48 του παρόντος διακριτή διαχείριση οργανώνεται κατά τρόπο ώστε οι δραστηριότητες ασφάλισης ζωής να είναι διακριτές από τις δραστηριότητες ασφάλισης κατά ζημιών.
Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις μεριμνούν ώστε τα αντίστοιχα συμφέροντα των ασφαλισμένων ζωής και κατά ζημιών δεν βλάπτονται και, ιδίως, μεριμνούν ώστε τα κέρδη που προκύπτουν από την ασφάλιση ζωής ωφελούν αποκλειστικά τους ασφαλισμένους ζωής, ως εάν η ασφαλιστική επιχείρηση να ασκούσε δραστηριότητες μόνον ασφάλισης ζωής.
2. Με την επιφύλαξη των άρθρων 76 και 101 του παρόντος, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 5 του άρθρου 48 του παρόντος καθώς και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις ζωής της περίπτωσης (β) της παραγράφου 1 του άρθρου 269 του παρόντος υπολογίζουν τα δύο ακόλουθα :
α) ένα θεωρητικό ποσό για την Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση ζωής όσον αφορά στις δραστηριότητες ασφάλισης ή αντασφάλισης ζωής, υπολογιζόμενο ως εάν η εν λόγω επιχείρηση ασκούσε μόνον αυτή τη δραστηριότητα, με βάση τους διακριτούς λογαριασμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του παρόντος και
β) ένα θεωρητικό ποσό για την Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση όσον αφορά στις δραστηριότητες ασφάλισης ή αντασφάλισης ζημιών, υπολογιζόμενο ως εάν η εν λόγω επιχείρηση ασκούσε μόνον αυτή τη δραστηριότητα, με βάση τους διακριτούς λογαριασμούς που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του παρόντος.
3. Κατ’ ελάχιστο όριο, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 5 του άρθρου 48 του παρόντος καθώς και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις ζωής της περίπτωσης (β) της παραγράφου 1 του άρθρου 269 του παρόντος καλύπτουν τα ακόλουθα με ισοδύναμο ποσό στοιχείων επιλέξιμων βασικών ιδίων κεφαλαίων:
α) το θεωρητικό ποσό για την Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση, όσον αφορά στις δραστηριότητες ασφάλισης ζωής,
β) το θεωρητικό ποσό για την Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση, όσον αφορά στις δραστηριότητες ασφάλισης κατά ζημιών.
Τα ελάχιστα όρια των οικονομικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, σχετικά με τις δραστηριότητες ασφάλισης ζωής και ασφάλισης κατά ζημιών, δεν βαρύνουν την άλλη δραστηριότητα.
4. Εφόσον πληρούνται τα ελάχιστα όρια των οικονομικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος, και με την επιφύλαξη της ενημερώσεως της Εποπτικής Αρχής, η επιχείρηση δύναται να χρησιμοποιεί, για την κάλυψη της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας που ορίζεται στο άρθρο 76 του παρόντος, συγκεκριμένα στοιχεία των επιλέξιμων ιδίων κεφαλαίων, που είναι ακόμη διαθέσιμα για τη μία ή την άλλη δραστηριότητα.
5. Η Εποπτική Αρχή εντάσσει την ανάλυση των αποτελεσμάτων τόσο των δραστηριοτήτων ασφάλισης ζωής όσο και ασφάλισης κατά ζημιών στη διαδικασία της εποπτικής αξιολόγησης του άρθρου 25 του παρόντος και μεριμνά για την τήρηση των παραγράφων 1 έως 4 του παρόντος.
6. Οι λογαριασμοί πρέπει να συντάσσονται κατά τρόπο ώστε να απεικονίζουν τις πηγές των αποτελεσμάτων για τις δραστηριότητες ασφαλίσεων ζωής και κατά ζημιών ξεχωριστά. Το σύνολο των εσόδων, ιδίως τα ασφάλιστρα, οι καταβολές των αντασφαλιστών και τα έσοδα από επενδύσεις, όπως και των εξόδων, ιδίως οι διακανονισμοί ασφαλιστικών αποζημιώσεων, οι προσαυξήσεις στις τεχνικές προβλέψεις, τα αντασφάλιστρα και οι δαπάνες λειτουργίας για τις ασφαλιστικές εργασίες, αναλύονται κατά πηγή προελεύσεως. Τα κοινά και για τις δύο δραστηριότητες στοιχεία καταχωρούνται στους λογαριασμούς σύμφωνα με μεθόδους κατανομής αποδεκτές από την Εποπτική Αρχή.
Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, επί τη βάσει των λογαριασμών, συντάσσουν κατάσταση στην οποία εμφανίζονται αναλυτικά, σύμφωνα με το άρθρο 75 παράγραφος 4 του παρόντος, τα στοιχεία των επιλέξιμων βασικών ιδίων κεφαλαίων που καλύπτουν κάθε θεωρητικό ποσό Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης της παραγράφου 2 του παρόντος.
7. Σε περίπτωση ανεπάρκειας του ποσού των στοιχείων των επιλέξιμων βασικών ιδίων κεφαλαίων όσον αφορά μία από τις δραστηριότητες, προκειμένου να καλυφθούν τα ελάχιστα όρια οικονομικών υποχρεώσεων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του παρόντος, η Εποπτική Αρχή εφαρμόζει, για την ελλειμματική δραστηριότητα, τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα νόμο, ανεξάρτητα από τα αποτελέσματα της άλλης δραστηριότητας.
Κατά παρέκκλιση των οριζομένων στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3, τα μέτρα αυτά δύνανται να συνίστανται και στη χορήγηση αδείας για μεταφορά συγκεκριμένων στοιχείων των επιλέξιμων βασικών ιδίων κεφαλαίων από τη μία δραστηριότητα στην άλλη μετά από έγκριση της Εποπτικής Αρχής.
8. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθορίζονται ο τρόπος και το περιεχόμενο της ενημέρωσης της παραγράφου 4 του παρόντος, οι λογαριασμοί, οι μέθοδοι κατανομής και το περιεχόμενο των καταστάσεων της παραγράφου 6 του παρόντος.