Άρθρο 17 – Φόροι που οφείλονται λόγω παύσης ισχύος της άδειας επαγγελματικού πλοίου αναψυχής

1. Μετά την πάροδο της ως άνω προθεσμίας υποβολής αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση του προηγούμενου άρθρου, για τα επαγγελματικά πλοία αναψυχής των οποίων η χορηγούμενη κατά τις κείμενες διατάξεις άδεια επαγγελματικού πλοίου παύει να ισχύει για οποιονδήποτε λόγο, οφείλεται κατά το χρόνο παύσης ισχύος της άδειάς τους στην αρμόδια κατά περίπτωση αρχή ο φόρος προστιθέμενης αξίας που αναλογεί σε αυτά.
2. Για τον υπολογισμό του οφειλόμενου φόρου προστιθέμενης αξίας του σκάφους, εφαρμόζεται ο συντελεστής του φόρου που ισχύει κατά την ημέρα της παύσης ισχύος της άδεια επαγγελματικού πλοίου αναψυχής.
Η φορολογητέα αξία διαμορφώνεται ως ακολούθως:
α) όταν πρόκειται για την εισαγωγή ή την ενδοκοινοτική απόκτηση καινούργιου σκάφους με βάση την αξία που αναγράφεται στο σχετικό παραστατικό τελωνισμού και
β) όταν πρόκειται για την εισαγωγή ή την ενδοκοινοτική απόκτηση μεταχειρισμένου σκάφους και για την αγορά από το εσωτερικό της χώρας καινούργιου ή μεταχειρισμένου σκάφους με βάση την αρχική τιμή πώλησης του σκάφους κατά την κατασκευή του.
Οι προκύπτουσες κατά τα ανωτέρω αξίες μειώνονται λόγω παλαιότητας μετά την πάροδο πενταετίας από την κατασκευή του σκάφους κατά ποσοστό 20% και για κάθε επόμενη πενταετία κατά ποσοστό 15%.
Οι ανωτέρω μειώσεις της φορολογητέας αξίας του πλοίου παρέχονται υπό την προϋπόθεση ότι το συγκεκριμένο πλοίο πραγματοποίησε ναύλους που αντιστοιχούν τουλάχιστον σε ποσοστό 80% των προβλεπόμενων από τον παρόντα νόμο ελάχιστων ημερών ναύλωσης της κατηγορίας του. Σε κάθε περίπτωση ο αναλογούν φόρος προστιθέμενης αξίας δεν δύναται να υπερβαίνει τον φόρο από τον οποίο απαλλάχθηκε κατά τον χαρακτηρισμό του πλοίου ως επαγγελματικού.
3. Κατά το χρόνο παύσης ισχύος της άδειας των επαγγελματικών πλοίων αναψυχής της παρούσας παραγράφου, οφείλονται οι φόροι που αναλογούν στα καύσιμα, λιπαντικά, λοιπά εφόδια και υλικά, για τους οποίους τα πλοία αυτά έτυχαν απαλλαγής τους τελευταίους από την ημέρα ανάκλησης της άδειας δώδεκα μήνες, εκτός αν άλλως ορίζεται στην Υ.Α. του άρθ. 2 παρ 4β του παρόντος.
4. Αν αλλάξει η πλοιοκτησία ή ο εφοπλισμός, ο νέος πλοιοκτήτης ή εφοπλιστής υπεισέρχεται στις υποχρεώσεις του προηγούμενου που απορρέουν από τις διατάξεις του άρθρου αυτού.
5. Οι διατάξεις του άρθρου 8 του ν.1567/85 (ΦΕΚ 171 Α΄) δεν έχουν εφαρμογή για την καταβολή των επιβαρύνσεων που προσδιορίζονται βάσει των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

  • Άρθρο 17: Δεδομένου ότι τα σκάφη με το που βρέχονται, χάνουν του 15 με 20% της αρχικής αξίας τους, και μετά από την πάροδο 5-6 ετών εκμετάλλευσης χάνουν τουλάχιστον το 50% της αρχικής τους αξίας, είναι αδιανόητο να «οφείλουν» τον ΦΠΑ της αρχικής τους αξίας καθ’όλη την διάρκεια της πρώτης πενταετίας (π.χ. σε περίπτωση αποχαρακτηρισμού λόγω πώλησης σε ιδιώτη) χωρίς καμία έκπτωση, και εν συνεχεία μέχρι την συμπλήρωση του δέκατου έτους η μόνη παρερχομένη έκπτωση να είναι στο 20% της αρχικής αξίας κ.ο.κ., ενώ τα σκάφη θα απαξιώνονται (από την χρήση, από την οικονομική συγκυρία, τις συνθήκες της αγοράς κλπ) και θα αποσβένονται σύμφωνα με τους φορολογικούς νόμους (Π.Δ. 299/03)
    Το να ισχύει κάτι τέτοιο σαν τιμωρία σε όσους δεν ασκούν τελικά το επάγγελμα, και κρίνονται εικονικοί επαγγελματίες, έχει κάποια λογική. Αλλά το άρθρο αυτό επιβάλλεται σε κάθε περίπτωση ανάκλησης μιας άδειας για οποιονδήποτε λόγο!
    Όσα σκάφη έχουν εισαχθεί από το 2010 και μετά, έχουν απαλλαγή και από τον ειδικό φόρο πολυτελείας που έχει επιβληθεί στα σκάφη αναψυχής, και όχι μόνο από τον ΦΠΑ. Να υπάρξει και γι’ αυτά τα σκάφη μια μέριμνα για την αντίστοιχη απόσβεση του φόρου αυτού, με την πάροδο του χρόνου, σε περίπτωση αποχαρακτηρισμού.

  • 18 Μαΐου 2011, 15:46 | Ζωή Δρούγκα

    Ο μόνος λογικός και νόμιμος τρόπος πληρωμής του ΦΠΑ ενός αυτοχαρακτηριζόμενου σκάφους, είναι επί της μη αποσβεσθείσας αξίας του. Όλα τα άλλα είναι αλχημείες και φορομπηχτικά τεχνάσματα!

  • 18 Μαΐου 2011, 09:32 | Mangos Antonis

    Δεδομένου ότι τα (ιστιοπλοϊκά τουλάχιστον) σκάφη με το που βρέχονται, χάνουν του 15 με 20% της αρχικής αξίας τους, και μετά από την πάροδο 5-6 ετών εκμετάλλευσης χάνουν τουλάχιστον το 50% της αρχικής τους αξίας, είναι αδιανόητο να «οφείλουν» τον ΦΠΑ της αρχικής τους αξίας καθόλη την διάρκεια της πρώτης πενταετίας (π.χ. σε περίπτωση αποχαρακτηρισμού λόγω πώλησης σε ιδιώτη) χωρίς καμία έκπτωση, και εν συνεχεία μέχρι την συμπλήρωση του δέκατου έτους η μόνη παρεχόμενη έκπτωση να είναι στο 20% της αρχικής αξίας κ.ο.κ., ενώ τα σκάφη θα απαξιώνονται (από την χρήση, από την οικονομική συγκυρία, τις συνθήκες της αγοράς κλπ) και θα αποσβένονται σύμφωνα με τους φορολογικούς νόμους.

    Το να ισχύει κάτι τέτοιο σαν τιμωρία σε όσους δεν ασκούν τελικά το επάγγελμα, και κρίνονται σαν «μαϊμού» επαγγελματίες, έχει κάποια λογική. Αλλά το άρθρο αυτό επιβάλλεται σε κάθε περίπτωση ανάκλησης μιας άδειας, σε όσους θα αποχαρακτηρίζουν τα σκάφη τους για οποιονδήποτε λόγο!

    ———

    Όσα σκάφη έχουν εισαχθεί από το 2000 και μετά, έχουν απαλλαγεί και από τον ειδικό φόρο πολυτελείας που έχει επιβληθεί στα σκάφη αναψυχής, και όχι μόνο από τον ΦΠΑ. Να υπάρξει και γι αυτά τα σκάφη μια μέριμνα για την αντίστοιχη απόσβεση του φόρου αυτού, με την πάροδο του χρόνου.

  • 7 Μαΐου 2011, 19:57 | ΤΑΚΗΣ ΧΑΡΙΤΟΣ

    Οι φόροι που οφείλονται λόγω παύσης ισχύος της άδειας επαγγελματικού πλοίου αναψυχής να επιβάλλονται σε ποσό που προκύπτει από:

    α. Την τιμή αγοράς του σκάφους για την οποία έχει απαλλαγεί από φόρους.

    β. Την αγορά εφοδίων και καυσίμων που έχει εφοδιασθεί ατελώς.

    γ. Το συνολικό ποσό των ναύλων που έχει αποδώσει ΦΠΑ.

    Δηλαδή φόροι επιβάλλονται στο ποσό (α+β-γ)

    Παράδειγμα: α : 100,000 ευρώ
    β : 20,000 ευρώ
    γ : 80,000 ευρώ

    Το συγκεκριμένο σκάφος για να αποχαρακτηριστεί θα πρέπει να αποδώσει φόρους στο ποσό των 40,000 ευρώ.