Άρθρο 1 – Ίδρυση Ελληνικού Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας – Διάρκεια – Έδρα

  1. Συνιστάται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, με την επωνυμία «Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας» (εφεξής: το Ίδρυμα). Στις σχέσεις του με την αλλοδαπή, το Ίδρυμα χρησιμοποιεί την επωνυμία «Hellenic Foundation for Research and Innovation (HFRI)».
  2. Το Ίδρυμα ανήκει στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και λειτουργεί προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος, και συγκεκριμένα για την προαγωγή της έρευνας και της καινοτομίας. Διαθέτει διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια, λειτουργεί σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας και διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου και του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας.
  3. Το Ίδρυμα απολαμβάνει όλων των διοικητικών, οικονομικών και δικαστικών ατελειών, καθώς και των δικονομικών και ουσιαστικών προνομίων του Δημοσίου, απαλλασσόμενο από την καταβολή άμεσων ή έμμεσων φόρων, εισφορών υπέρ τρίτων και τελών, εξαιρουμένου του ΦΠΑ. Πράξεις μεταβίβασης ή παραχώρησης ακινήτων προς το Ίδρυμα απαλλάσσονται παντός γενικού ή ειδικού φόρου, τέλους, δικαιώματος ή εισφοράς υπέρ του Δημοσίου ή οποιουδήποτε τρίτου.
  4. Το Ίδρυμα εδρεύει στην Αθήνα. Υπηρεσίες και γραφεία του Ιδρύματος μπορούν να λειτουργήσουν και σε άλλες πόλεις με απόφαση του Επιστημονικού Συμβουλίου.
  5. Το Ίδρυμα εποπτεύεται από τον αρμόδιο για ζητήματα Έρευνας και Καινοτομίας Αναπληρωτή Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων (εφεξής «αρμόδιος Υπουργός»).
  • 11 Ιουλίου 2016, 10:45 | ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΕΚΚΕ

    Το Δ.Σ. του Συλλόγου Εργαζομένων του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) προσυπογράφει τις Θέσεις της Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών επί του σχεδίου νόμου «Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας».

    Το Δ.Σ. Συλλόγου Εργαζομένων ΕΚΚΕ

  • 7 Ιουλίου 2016, 11:00 | Δημήτριος Βελεσιώτης

    Πέραν των σχολίων των προλαλίσαντων περί της σκοπιμότητας του παρόντος ιδρύματος και της αλληλοεπικάλυψης με τη ΓΓΕΤ, με τα οποία συμφωνώ, θα ήθελα να προσθέσω ότι για θέματα στρατηγικής δε θεωρώ ότι το σχήμα του ΝΠΙΔ θα προσφέρει τα αναμενόμενα. Επιπρόσθετα, η επιβολή ΦΠΑ ειδικά στους νέους επιστήμονες προσφέρει μόνο στην είσπραξη φόρων και περικόπτει αναπτυξιακούς πόρους

  • Θέσεις της Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών επί του σχεδίου νόμου
    «Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας»
    http://www.opengov.gr/ypepth/?p=3100

    Η ΕΕΕ επανειλημμένα έχει εκφράσει την άποψή της ότι για την ανάπτυξη της Έρευνας και Καινοτομίας στη χώρα θα πρέπει να θεσμοθετηθεί ένα ορθολογικό και υλοποιήσιμο πρότυπο οργάνωσης και διακυβέρνησης ενός ενιαίου, εθνικού ερευνητικού ιστού (δημόσιου και ιδιωτικού). Αυτό:

    1) θα διευκολύνει το σχεδιασμό της εθνικής ερευνητικής στρατηγικής μέσα από την οργανική και συνδυασμένη αξιοποίηση του συνόλου του επιστημονικού – ερευνητικού δυναμικού της χώρας,

    2) θα βελτιώσει τις πρακτικές αλληλεπίδρασης του δημόσιου ερευνητικού συστήματος με την ερευνητική δραστηριότητα του ιδιωτικού τομέα και

    3)θα ενισχύσει την εφαρμογή διαφανών και αξιοκρατικών μεθόδων κατανομής και διαχείρισης των ερευνητικών κονδυλίων, με παράλληλη αποτίμηση/αξιολόγηση της χρήσης τους, βασισμένη σε κοινά αποδεκτούς δείκτες, η οποία θα αφορά σε όλους τους φορείς/χρήστες (δημόσιους και ιδιωτικούς) και σε όλα τα εθνικά ερευνητικά προγράμματα.

    Κατά την άποψη της ΕΕΕ τόσο ο πρόσφατα ψηφισμένος Ν. 4386/2016 για την έρευνα όσο και το παρόν σχέδιο νόμου (που έχει τεθεί σε πολύ σύντομη διαβούλευση, μόλις 7 ημερών) δεν προϊδεάζουν για την απαραίτητη πολιτική βούληση προς αυτή την κατεύθυνση. Συγκεκριμένα:

    Η αρχή που χαράζει και εφαρμόζει την ερευνητική πολιτική δεν θα πρέπει να ταυτίζεται με τη διαχείριση και χρηματοδότηση της έρευνας, η οποία θα εκτελείται αποτελεσματικότερα από ανεξάρτητους και ημι-αυτόνομους φορείς που θα είναι υπό την εποπτεία της ΓΓΕΤ και του ΥΠΠΕΘ. Ταυτόχρονα τα ελληνικά δεδομένα απαιτούν την ύπαρξη ενός φορέα ο οποίος θα αναζητά συνεχώς εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης της έρευνας και της καινοτομίας. Η αναδιάταξη των ρόλων ανάμεσα στο Υπουργείο και την ΓΓΕΤ που διαφαίνεται στο σ/ν δεν θα είναι αποτελεσματική αν δεν συνοδευτεί με την ενδυνάμωση του πολιτικού ρόλου τους και την αναβάθμιση της εποπτείας και διαχείρισης που θα πρέπει να ασκούν στο σύνολο πλέον της ερευνητικής πολιτικής. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να επιτευχθεί με τη συγκέντρωση στην ΓΓΕΤ και στο Υπουργείο του συνόλου των ερευνητικών δράσεων που σήμερα είναι διασκορπισμένες στα διάφορα άλλα Υπουργεία.

    Η ΕΕΕ πιστεύει ότι η ΓΓΕΤ και το Υπουργείο θα πρέπει να επικεντρωθούν στη χάραξη, την εποπτεία και τον συντονισμό του συνόλου της έρευνας, διαχειριζόμενοι τους οικονομικούς πόρους οι οποίοι σήμερα «διασπείρονται» σε επιμέρους ερευνητικές δραστηριότητες των Υπουργείων. Η τεχνογνωσία και η υπηρεσιακή επάρκεια της ΓΓΕΤ και του Υπουργείου θα πρέπει να αξιοποιηθούν κυρίως προς την κατεύθυνση της διαχείρισης μεγάλων ερευνητικών κονδυλίων, μόνιμων δράσεων των διαφόρων Υπουργείων και των Ευρωπαϊκών Πολιτικών, καθώς και προς την ουσιαστική συμμετοχή στη χάραξη περιφερειακών πολιτικών για την έρευνα και τη διαχείριση, αντίστοιχων των χρηματοδοτήσεων, μέσω των περιφερειών. Η απουσία στο σ/ν οποιασδήποτε αναφοράς στο ρόλο της ΓΓΕΤ καθώς και σε περιγραφή της σχέσης μεταξύ ΓΓΕΤ και Ιδρύματος πιστεύουμε ότι θα αποδειχθεί δυσλειτουργική στο μέλλον.

    Παρά τις παραπάνω επισημάνσεις, το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο για την ανάπτυξη της Έρευνας και της Καινοτομίας στην Ελλάδα.

    Η πρώτη προϋπόθεση είναι το Ίδρυμα να μην αναλωθεί ως ένας φορέας που διαμοιράζει τα πενιχρά χρήματα της έρευνας σε πολλές επιμέρους μικρές δράσεις εξυπηρετώντας μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Για το σκοπό αυτό η ΕΕΕ πιστεύει ότι πρώτος και βασικός του στόχος θα πρέπει να είναι η αξιοποίησή του ως εργαλείου για την ανάπτυξη της στρατηγικής επιλογής του Ενιαίου Χώρου ΑΕΙ-ΕΚ. Αυτό θα επιτευχθεί εάν έχει ως βασικό του στόχο την προώθηση συνεργειών μεταξύ των Ερευνητικών Ιδρυμάτων, χρηματοδοτώντας ερευνητικά έργα που αποτελούν συνέργειες ανάμεσα στα ΕΚ, μεταξύ ΑΕΙ και ΕΚ αλλά και μεγάλες κοινοπραξίες μεταξύ των προαναφερθέντων με τον ιδιωτικό τομέα.

    Δεύτερη προϋπόθεση είναι το Ίδρυμα να επικεντρωθεί σε χρηματοδότηση ερευνητικών δράσεων που να ενισχύουν και να διευκολύνουν τη συγκέντρωση κρίσιμης μάζας επιστημόνων γύρω από ένα αντικείμενο. Να ενισχύσει δομές που εύκολα μπορούν να αναδιατάξουν τους στόχους και τις προτεραιότητές τους, παρακολουθώντας τις μεταβολές που συντελούνται στην έρευνα και την επιστήμη, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα και τη συνέχεια. Για το σκοπό αυτό η αξιοποίηση της δομής των ερευνητικών κέντρων πιστεύουμε ότι είναι στρατηγικής σημασίας και γι’ αυτό θα πρέπει να έχουν αναβαθμισμένη παρουσία στο υπό ίδρυση Ίδρυμα. Η ΕΕΕ πιστεύει ότι είναι απαραίτητη η αναμόρφωση του σ/ν ώστε να προβλέπεται ο ιδιαίτερος ρόλος των «Ερευνητικών Κέντρων» και η διασύνδεση του παρόντος σ/ν με το θεσμικό πλαίσιο που τα διέπει (Ν. 4310/2014 και Ν. 4386/2016).

    Τρίτη προϋπόθεση είναι η εξασφάλιση μονιμότερης χρηματοδότησης των ερευνητικών δραστηριοτήτων του Ιδρύματος. Η δανειακή μορφή της χρηματοδότησης των ερευνητικών δράσεων που θα αναπτύξει το Ίδρυμα μπορεί να αποβεί προβληματική δεδομένου ότι έχει περιορισμένο ορίζοντα. Αντ’ αυτής, ή ταυτόχρονα με αυτήν, θα πρέπει να προβλεφθεί μόνιμη χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό στα πλαίσια της Εθνικής Στρατηγικής Έρευνας, Τεχνολογικής Ανάπτυξης και Καινοτομίας που θα ψηφιστεί από τη Βουλή.

    Τέλος θα θέλαμε να τονίσουμε την αναγκαιότητα θεσμοθέτησης ενός μηχανισμού αποτίμησης των αποτελεσμάτων των υλοποιηθέντων ερευνητικών προγραμμάτων, ο οποίος θα τροφοδοτεί με δεδομένα και θα υποβοηθά και τη χάραξη της πολιτικής του Ιδρύματος για τις νέες προκηρύξεις και χρηματοδοτήσεις.

    Tο ΔΣ της ΕΕΕ

  • 6 Ιουλίου 2016, 12:50 | Βασίλης Καλερίδης- ΓΓΕΤ

    Δεδομένου ότι στο Άρθρο 1 ορίζεται το Ίδρυμα Έρευνας & Καινοτομίας, το σχόλιο αφορά στο γενικότερο σκεπτικό του Σχεδίου Νόμου.
    Υπάρχει ασάφεια για το λόγο δημιουργίας ενός τέτοιου Ιδρύματος. Δημιουργείται για να “αξιοποιήσει” το δάνειο των 240 Μ € και μόνο; Για να “στηρίξει” νέους ερευνητές και τα ΑΕΙ / Ερευνητικά Κέντρα με εξοπλισμό και Προγράμματα, δηλαδή στο πλαίσιο της κοινωνικής πολιτικής που επιβάλλεται να ασκεί η εκάστοτε Κυβέρνηση προς όφελος των πολιτών ή “… σύμφωνα με το κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας”; Ή αυτό που προτείνεται είναι κάτι πολύ πιο ευρύ και με αυτόν τον τρόπο επιδιώκεται ένα πιο “ευέλικτο” σχήμα της δημόσιας διαχείρισης της έρευνας, αμφισβητώντας την ίδια στιγμή, δυστυχώς, την ανεξαρτησία και την αξιοκρατία του υφιστάμενου σχήματος;
    Όπως θα φανεί και στο σχολιασμό των – πιο συγκεκριμένων – άρθρων και με δεδομένο ότι στο σύντομο κείμενο του Σχεδίου δεν υπάρχει ξεκάθαρη τοποθέτηση στα παραπάνω ερωτήματα, κατά τη γνώμη μου βρισκόμαστε στο δεύτερο σενάριο. Ουσιαστικά, η ιδέα, η χρηματοδότηση και τα αντικείμενα του Ιδρύματος αμφισβητούν το δημόσιο χαρακτήρα του συστήματος διαχείρισης της Έρευνας στην Ελλάδα.
    Η δημιουργία ΝΠΙΔ μπορεί να κάνει πιο ευέλικτη τη λειτουργία ενός Ερευνητικού Κέντρου, με αντικείμενο αυτήν καθαυτήν την ερευνητική δραστηριότητα αλλά δεν πρέπει να εφαρμοστεί στο κεντρικό σύστημα διαχείρισης το οποίο πρέπει να είναι αντικειμενικό, να διασφαλίζεται από το Κράτος ως ευθύνη του προς όφελος της κοινωνίας. Αν ο Νομοθέτης έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το υφιστάμενο σύστημα δεν είναι αξιοκρατικό και ανεξάρτητο, πρέπει να του θυμίσουμε ότι για τέτοιες ενδείξεις υποβάθμισης ευθύνονται οι εκάστοτε πολιτικοί προϊστάμενοι και, σε κάθε περίπτωση, οφείλει να το βελτιώσει και να το “διορθώσει” κρατώντας το δημόσιο χαρακτήρα (σ.σ. όπως διαχρονικά ζητούν οι Σύλλογοι μας την ενίσχυση της ΓΓΕΤ με αρμοδιότητες, δομή και στελέχη) και όχι δημιουργώντας ΝΠΙΔ στη θέση του κεντρικού Δημοσίου. Η απάντηση στα κοινωνικά προβλήματα της Έρευνας (φυγή επιστημόνων, ανεπάρκεια πόρων των ΑΕΙ/Ερευνητικών Κέντρων) βρίσκεται στην ενίσχυση της ΓΓΕΤ ως ενός ανεξάρτητου, ευέλικτου και αξιοκρατικού Δημόσιου Οργανισμού.

  • 6 Ιουλίου 2016, 12:09 | timeo

    Είναι γεγονός ότι η χρηματοδότηση της έρευνας στην Ελλάδα ήταν και είναι ελλιπής και χωρίς κανένα στρατηγικό σχεδιασμό. Επομένως κρατικοί πόροι που θα πήγαιναν για την ανάπτυξη της έρευνας και της καινοτομίας με συγκεκριμένο σχέδιο και στόχευση θα ήταν ευπρόσδεκτοι. Με το προτεινόμενο ν/σ όμως τα χρήματα που θα διαχειρίζεται το υπό σύσταση Ίδρυμα είναι δυστυχώς δανεικά και το δάνειο το παίρνει –με άγνωστους όρους- όλος ο Ελληνικός λαός. Και αν είναι για το καλό της χώρας και της έρευνας έχει καλώς. Θα πρέπει να δοθεί, όμως, μία πειστική απάντηση γιατί θα πρέπει να επιβαρυνθεί η χώρα και ο λαός με –νέα- δανεικά προκειμένου να στελεχωθεί το Ίδρυμα και συγκεκριμένα για να καλυφθούν οι θέσεις Διευθυντή (με μισθό Γεν. Γραμματέα) και Αν. Διευθυντών, για την προσληφθεί προσωπικό με συμβάσεις, για να δίνεται αποζημίωση διαφόρων μελών για συμμετοχή σε συνεδριάσεις συλλογικών οργάνων, αλλά και για να καλυφθούν κάθε είδους λειτουργικά έξοδα. Δεν θα μπορούσε μία ήδη υπάρχουσα δομή να αναλάβει τη διεκπεραίωση του σκοπού του Ιδρύματος; Και αν όχι, δεδομένης της οικονομικής κατάστασης, γιατί δεν αναζητείται τρόπος -και είναι βέβαιο πως μπορεί να βρεθεί- ώστε να μηδενιστούν αυτά τα έξοδα που θα καλύπτονται από δανεικά.

  • 6 Ιουλίου 2016, 11:32 | ΔΣ Συλλόγου Ερευνητικού Προσωπικού της Ακαδημίας Αθηνών

    Το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου Ερευνητικού Προσωπικού της Ακαδημίας Αθηνών (ΔΣ/ΣΕΠΑΑ) έλαβε γνώση του υπό δημόσια διαβούλευση σχεδίου νόμου «Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας» και συμμετέχει στη δημόσια διαβούλευση για την ίδρυσή του νέου αυτού φορέα με την πεποίθηση ότι αυτός θα συμβάλει στην προαγωγή της έρευνας και της καινοτομίας σε συνδυασμό με την εφαρμογή των ρυθμίσεων του νόμου 4386/2016 για την έρευνα, καθιστώντας τον δημόσιο ερευνητικό ιστό περισσότερο ανταγωνιστικό, ώστε αυτός να αποτελέσει ουσιαστικό μοχλό ανάπτυξης για την χώρα.

    Ακολουθούν κατ’ άρθρο προτάσεις του ΔΣ/ΣΕΠΑΑ:

    Άρθρο 1

    ΓENIKO ΣΧΟΛΙΟ: προτείνεται στο Σχέδιο Νόμου να υπάρξει ο σαφής καθορισμός των μη αλληλεπικαλυπτόμενων αρμοδιοτήτων ανάμεσα στο υπό ίδρυση Ελ.Ιδ.Ε.Κ. και τη Γ.Γ.Ε.Τ.

  • 6 Ιουλίου 2016, 10:49 | Σύλλογος Ερευνητών/ΕΛΕ του Ε.Κ. «Αθηνά»

    Παρ. 2: Ποια η έννοια του να λειτουργεί σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας; Χρειάζεται διευκρίνιση.

    Παρ. 5: Στο παρόντα σχέδιο νόμου υπάρχει αναφορά για την εποπτεία από τον Αναπληρωτή Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων ενώ στον ν. 4386 έχει απαλειφθεί αυτή η αναφορά.

  • 6 Ιουλίου 2016, 10:47 | Σύλλογος Ερευνητών/ΕΛΕ του Ε.Κ. «Αθηνά»

    Γενικά η δημιουργία του Ιδρύματος είναι μία θετική πρόταση αλλά υπάρχουν αρκετά θέματα που πρέπει να αποσαφηνιστούν:

    • Δεν αποσαφηνίζεται ο διαφοροποιητικός ρόλος του Ιδρύματος σε σχέση με τη ΓΓΕΤ. Το κράτος ή γενικότερα ο φορέας που ουσιαστικά σχεδιάζει και ασκεί ερευνητική πολιτική δεν μπορεί να είναι ταυτοχρόνως και αυτός που την υλοποιεί και η σχετική διεθνής εμπειρία κινείται προς την ίδια κατεύθυνση. Επίσης, δεν υπάρχει καμία αναφορά στη συσχέτιση του Ιδρύματος με το ΕΣΕΚ και τα ΠΣΕΚ ή τη ΓΓΕΤ. Η μόνη αναφορά είναι ότι εποπτεύεται απευθείας από αναπληρωτή υπουργό για θέματα έρευνας του Υπουργείου Παιδείας.

    • Δεν αποσαφηνίζονται πλήρως ούτε τα οικονομικά θέματα ούτε τα διοικητικά. Η προς το παρόν μορφή της χρηματοδότησης είναι δανειακή (παρ. 1δ, άρθρο 3) και δεν προκύπτει άμεσα πώς θα δημιουργηθεί η απαραίτητη «προστιθέμενη» αξία ικανή για την αποπληρωμή της επένδυσης, ιδιαίτερα όταν οι πόροι αυτοί αποκλείεται να επενδυθούν σε νεοφυείς επιχειρήσεις. Πώς τα ΕΚ θα δημιουργήσουν την απαραίτητη προστιθέμενη αξία;

    • Για τα διοικητικά, πράγματι η υπαγωγή στον Υπουργό με τα υπάρχοντα δεδομένα μόνο ανεξάρτητο ή αυτόνομο ίδρυμα δεν πιστοποιεί.
    • Θα μπορούσε το Ίδρυμα να παίξει σημαντικό ρόλο στην υλοποίηση της σύνδεσης της Έρευνας και της παιδείας μέσα από τη συνεργασία Πανεπιστημίων – ΕΚ.

    Θα πρέπει γενικότερα να:
    1. εξασφαλιστούν θεσμικά εχέγγυα ώστε το Ίδρυμα να μπορεί να αναζητά πρόσθετες χρηματοδοτήσεις για την υποστήριξη της Εθνικής Ερευνητικής Πολιτικής

    2. αναζητηθεί οικονομική ενίσχυση από το κράτος μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων

    Δεν προσδιορίζεται εάν οι δαπάνες λειτουργίας του ΕλΙδΕΚ βαρύνουν τον Κρατικό Προϋπολογισμό. Εφόσον εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας και σε περίπτωση διάλυσης τα βάρη του Ιδρύματος βαρύνουν το Υπουργείο Παιδείας θα έπρεπε να υπάρχει αναφορά στον αντίστοιχο προϋπολογισμό του Υπουργείου. Αυτό βέβαια αναμένεται να αποτυπωθεί και σε αντίστοιχο κωδικό του Υπουργείου Παιδείας κατά την υποβολή του προϋπολογισμού στο τρέχον έτος.

    Ουσιαστικά δεν έχουμε έναν ανεξάρτητο οργανισμό αλλά έναν οργανισμό στο έργο του οποίου καθοριστικό ρόλο έχει ο εποπτεύων Υπουργός καθώς αυτός αποφασίζει για τα προγράμματα χρηματοδότησης και την κατανομή τους, είτε μετά από εισήγηση του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ιδρύματος, είτε ανεξάρτητα.

  • 6 Ιουλίου 2016, 01:56 | Nikos Pronios

    Η σχέση και οι ομοιότητες/διαφορές με ΓΓΕΤ πρέπει να περιγραφούν ώστε η ανάγκη ύπαρξης και των δύο οργανισμών να είναι ξεκάθαρη.
    Η διάσταση/κατεύθυνση για καινοτομία (innovation) είναι ενδιαφέρουσα και είναι κάτι που λείπει από τον Ελληνικό χώρο που υπερτονίζει έρευνα & τεχνολογική ανάπτυξη (Ε&ΤΑ). Οι διαφορές μεταξύ τους (Ε&ΤΑ vs καινοτομία) είναι σημαντικές και απευθύνονται σε διαφορετικούς φορείς (ΑΕΙ vs εταιρίες) και για τον λόγο αυτό δεν θα πρέπει να συγχέονται.
    Θα πρέπει να υπάρχει σαφής πρόβλεψη για τη διαδικασία αποτίμησης των δράσεων & ενεργειών του Ιδρύματος σχετικών με καινοτομία στην Ελληνική οικονομία σε διάφορους χρονικούς ορίζοντες.

  • Η ποιότητα της εκπαίδευσης που παρέχουν τα Πανεπιστήμια της χώρας στους νέους είναι αδιαμφισβήτητη και αποδεικνύεται από τη διεθνή επιστημονική-ερευνητική παρουσία των Ελλήνων αποφοίτων στο εξωτερικό εδώ και πάρα πολλές δεκαετίες . Η ποιότητα αυτή, δυστυχώς, επιβεβαιώνεται από τη φυγή εκατοντάδων χιλιάδων επιστημόνων στο εξωτερικό, προς αναζήτηση εργασίας, τα χρόνια της κρίσης γεγονός, που έχει σοβαρές –αρνητικές – επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία.

    Η έρευνα, η τεχνολογία και η καινοτομία είναι δομικά χαρακτηριστικά της σύγχρονης οικονομικής ανάπτυξης και ενσωματώνονται στο αναπτυξιακό μοντέλο όλων των προηγμένων χωρών, στις εθνικές επενδύσεις στην έρευνα και στην τεχνολογία, προκειμένου να δημιουργηθούν ανταγωνιστικά προϊόντα, μεθοδολογίες και καινοτομίες για την παγκόσμια αγορά καθώς και για τις εσωτερικές αγορές, αλλά και για να καλύπτονται οι εθνικές ανάγκες.

    Τα μεγάλα κράτη δραστηριοποιούνται σε όλους τους τομείς, ενώ τα μικρότερα κράτη επικεντρώνονται σε έναν μικρό αριθμό τομέων που στοχεύουν:

    1. Στη διεκδίκηση και την κατάκτηση ενός μεριδίου της παγκόσμιας τεχνολογικής αγοράς με τη δημιουργία παραγωγικών επιχειρήσεων που εκμεταλλεύονται τα αποτελέσματα της έρευνας των Πανεπιστημίων και των Ερευνητικών Κέντρων και δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας για επιστήμονες στην εσωτερική αγορά.
    2. Στην κάλυψη ενός μέρους των εθνικών αναγκών με καινοτομίες και μεθοδολογικές λύσεις που βελτιώνουν τη λειτουργία του κράτους.

    Η σύνδεση του αποτελέσματος της έρευνας, της τεχνολογίας και της καινοτομίας με τη διεθνή αγορά και τις εθνικές ανάγκες είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για τη βιωσιμότητα του ερευνητικού συστήματος της κάθε χώρας δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας στην αγορά και βελτιώνοντας τη λειτουργία του κράτους. Σε αυτό το σύστημα τα Πανεπιστήμια και τα Ερευνητικά Κέντρα του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα έχουν κοινές επιστημονικές – ερευνητικές αρχές αλλά και διακριτές στοχεύσεις. Τα Πανεπιστήμια παρέχουν εκπαίδευση σε πολλαπλά γνωστικά αντικείμενα και έχουν την ελευθερία για τη δημιουργία ερευνητικών δομών/εργαστηρίων σε διάφορους τομείς. Τα ερευνητικά κέντρα, τα ινστιτούτα και οι λοιποί επιστημονικοί θεσμοί κάθε χώρας δραστηριοποιούνται σε συγκεκριμένους τομείς και παρέχουν στοχευμένες υπηρεσίες που καλύπτουν ανάγκες της αγοράς, είτε επιλύουν εθνικές ανάγκες.

    Παρά το μικρό σχετικά πληθυσμιακό μέγεθος της χώρας μας, τα τελευταία 40 περίπου χρόνια πολλαπλασιάστηκαν τα ΑΕΙ, τα ΑΤΕΙ , τα Ερευνητικά Κέντρα και οι λοιποί επιστημονικοί φορείς της χώρας χωρίς όμως να έχει επιτευχθεί η υιοθέτηση ερευνητικών προτεραιοτήτων και η συστηματική σύνδεση των ερευνητικών τους αποτελεσμάτων με τη δημιουργία νεοφυών επιχειρήσεων, με την υποστήριξη της όποιας βιομηχανίας και με την κάλυψη εθνικών αναγκών. Επισημαίνεται ότι η συνεχής και κυλιόμενη σχεδίαση ενός 5ετούς εθνικού προγράμματος έρευνας και τεχνολογίας (Π.Α.Ε.Τ) που κάλυπτε και τους δύο προαναφερόμενους στόχους και που, σύμφωνα με το άρθρο 5 του Νόμου 1514/1985, θα ψηφίζεται από τη Βουλή, ουδέποτε πραγματοποιήθηκε.

    Το ερευνητικό/τεχνολογικό μας σύστημα στοχεύει κυρίως στην εκπόνηση δημοσιεύσεων και οχι στη σύνδεση του ερευνητικού αποτελέσματος με την αγορά και τις ανάγκες του ευρύτερου δημόσιου τομέα .

    Δημιουργεί απορίες η χρήση του όρου της «καινοτομίας» στην κυβερνητική πρωτοβουλία για τη δημιουργία ενός νέου θεσμού διαχείρισης πόρων για την έρευνα με τίτλο «‘Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας», με πόρους ειδικής στόχευσης μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, οι οποίοι, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να παρουσιάζουν και την ανάλογη απόδοση. Εντούτοις, και μέχρι στιγμής, το όλο εγχείρημα δεν συνδέεται με την επιτακτικότητα της παραγωγής καινοτομιών με την αγορά ή τις ερευνητικές/τεχνολογικές ανάγκες του δημόσιου τομέα. Επιπλέον, δεν γίνεται κατανοητό γιατί η χρηματοδότηση/δημιουργία νεοφυών επιχειρήσεων δεν εντάσσεται στο ανωτέρω πλαίσιο ειδικής στόχευσης, παρά το γεγονός ότι προβλέπονται στους σκοπούς του νέου φορέα (Υποπαράγραφοι 1.ε, και 2.γ του άρθρου 2: Σκοπός του ιδρύματος και υποπαράγραφος 1.δ του άρθρου 3: Περιουσία-πόροι, του σχεδίου νόμου);

    Η δημιουργία προσωρινής απασχόλησης των νέων με μεταδιδακτορικές, διδακτορικές θέσεις και προγράμματα που καθορίζονται αποκλειστικά με ευθύνη του ακαδημαϊκού και ερευνητικού ιστού είναι θετικό στοιχείο για τη βελτίωση του γενικότερου ερευνητικού αποτελέσματος της χώρας . Είναι όμως ταυτόχρονα προσωρινό και πρόσκαιρο μέτρο βελτίωσης του προβλήματος της ανεργίας και της φυγής στο εξωτερικό, αφού οι επιστήμονες θα συνεχίζουν να φεύγουν στο εξωτερικό εφοδιασμένοι μάλιστα με περισσότερα ακαδημαϊκά και ερευνητικά εχέγγυα, εάν τα αποτελέσματα της έρευνας δεν δημιουργούν αντίστοιχες θέσεις στον ιδιωτικό τομέα ή στο κράτος.

    Δύο σημαντικές ακόμα παρατηρήσεις /ελλείψεις στο υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου είναι:

    1. Το σχέδιο νόμου απευθύνεται σε Πανεπιστήμια, ΑΤΕΙ και Ερευνητικά Ινστιτούτα της ΓΓΕΤ, εξαιρώντας από τη θεσμική δυνατότητα της συσχεδίασης προγραμμάτων με άλλους επιστημονικούς εθνικούς θεσμούς της χώρας όπως το ΕΘΙΑΓΕ και το ΙΓΜΕ, που έχουν άμεση σχέση με την οικονομία, αφού ερευνούν και αποτυπώνουν το γεωργικό και ορυκτό μας πλούτο αντίστοιχα, αλλά και εθνικές υπηρεσίες όπως την ΕΜΥ, που είναι ο διεθνής μας επιχειρησιακός και ερευνητικός εταίρος στους διεθνείς μετεωρολογικούς οργανισμούς, που προάγουν διεθνώς την έρευνα σε θέματα κλίματος και κλιματικής αλλαγής.
    2. Αγνοεί στους σκοπούς του ότι η χώρα συμμετέχει σε ένα σημαντικό αριθμό διεθνών και ευρωπαϊκών ερευνητικών – επιστημονικών οργανισμών καταβάλλοντας σε ετήσια βάση δεκάδες εκ. ΕΥΡΩ για τη συμμετοχή της. Η συμμετοχή αυτή προϋποθέτει ειδική μέριμνα στη σχεδίαση και των εθνικών επενδύσεων της έρευνας, που λειτουργούν συμπληρωματικά προκειμένου να ενισχύσουν την ικανότητα για «επιστροφές» με τη συμμετοχή των ερευνητικών μας μονάδων στα προγράμματα των διεθνών αυτών οργανισμών.

    Η εποχή μας υποτίθεται πως είναι η εποχή των μεταρρυθμίσεων και ένα βασικό ερώτημα, που πρέπει να απασχολεί όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς αλλά κυρίως την Κυβέρνηση που πρώτη οφείλει να σχεδιάσει το μέλλον της χώρας, είναι το πως θα δημιουργήσουμε ένα σύστημα χρηματοδότησης της έρευνας που θα προσφέρει στην εθνική οικονομία και στη βελτίωση της συνολικής λειτουργίας της χώρας.

    Παρόλο που πάντοτε υπήρξαν γκρίνιες για το ύψος των πόρων που διατέθηκαν στην έρευνα και στην τεχνολογία κατά τα τελευταία 30 χρόνια, πόροι υπήρξαν. Μπορεί να μην ήταν όσοι απαιτούνταν, αλλά τα ερευνητικά προγράμματα της ΓΓΕΤ, οι αντίστοιχες δαπάνες άλλων Υπουργείων (μη συνδεδεμένων με το ερευνητικό σύστημα της ΓΓΕΤ) και οι ετήσιες εισφορές σε διεθνείς οργανισμούς εκτιμώνται πως υπερβαίνουν τα δύο δις. Ευρώ τα τελευταία 30 χρόνια.

    Η στρατηγική ωστόσο επί των ερευνητικών/τεχνολογικών προτεραιοτήτων ήταν και εξακολουθεί να είναι ανύπαρκτη και οι μηχανισμοί που χρησιμοποιήθηκαν φάνηκαν ανεπαρκείς για να συνεισφέρουν αισθητά στην εθνική οικονομία. Η δημιουργία του νέου Οργανισμού με ταυτόχρονη συνύπαρξη των παλαιών (ΓΓΕΤ και Υπουργεία) δεν φαίνεται να αλλάζει το τοπίο στην οικονομία.

    Μια σχεδίαση της ανάπτυξης με βάση την έρευνα θα πρέπει μάλλον να προωθείται υπό την εποπτεία και τις κεντρικές κατευθύνσεις του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής (ΚΥ.Σ.ΟΙ.Π), παρά από το Κυβερνητικό Συμβούλιο Κοινωνικής Πολιτικής (ΚΥ.Σ.ΚΟΙ.Π.).

  • 4 Ιουλίου 2016, 15:16 | yakisp

    Θα ήθελα -καλοπροαίρετα- να ρωτήσω τον Κο. υπουργό πως, σε τι χρονικό διάστημα και με τι επιτόκιο προβλέπεται να επιστραφούν στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων τα κονδύλια που θα διατεθούν (μέσω δανειοδότησης φαντάζομαι) στο υπό ίδρυση Ίδρυμα το οποίο ουδόλως είναι ξεκάθαρο πως και γιατί διαφέρει από την ΓΓΕΤ. Επίσης θα ήταν καλό να ενημερωθεί ο Έλληνας φορολογούμενος (συμπεριλαμβανομένων των μελών ΔΕΠ, ερευνητών και λοιπών επιστημόνων και προσωπικού απασχολούμενου στην έρευνα) αν και κατά πόσο θα επιβαρυνθεί από τους τόκους των νέων αυτών δανείων και από τα λειτουργικά κόστη του νέου Ιδρύματος.

    Ευχαριστώ.

  • 4 Ιουλίου 2016, 10:14 | Ενιαίος Σϋλλογος Υπαλλήλων ΓΓΕΤ

    Από την περιγραφή των Σκοπών του “Ελληνικού Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας” που εκτίθενται στο Άρθρο 2 του παρόντος Νομοσχεδίου, είναι φανερό ότι ο σκοπός ίδρυσης του Ιδρύματος συμπίπτει σχεδόν πλήρως με τους σκοπούς ίδρυσης και αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας, γεννώντας εύλογα ερωτηματικά σχετικά με τη σκοπιμότητα του παρόντος σχεδίου νόμου.
    Πάγια θέση του Συλλόγου εργαζομένων της ΓΓΕΤ ήταν και παραμένει η υποστήριξη ενός ισχυρού δημόσιου φορέα σχεδιασμού και διαχείρισης της έρευνας και όχι η ίδρυση παράλληλων δομών που συστηματικά υποβαθμίζουν και αποδυναμώνουν τον ενιαίο χαρακτήρα που οφείλει να έχει η χάραξη μιας πολιτικής για την έρευνα σε εθνικό επίπεδο.
    Για τους λόγους αυτούς, σε αυτή την δρομολογούμενη υποβάθμιση της ΓΓΕΤ που επιχειρείται με το παρόν Νομοσχέδιο, είμαστε ιδεολογικά και ουσιαστικά αντίθετοι, γιατί η ΓΓΕΤ είναι ο μοναδικός δημόσιος φορέας που από την έναρξη λειτουργίας του έχει την αρμοδιότητα να χαράσσει και να διαχειρίζεται την εθνική πολιτική έρευνας και καινοτομίας. Ο κατακερματισμός και η πολυδιάσπαση αντικειμένων ουδέποτε οδήγησαν ιστορικά σε επιτυχή αποτελέσματα, ενώ αντίθετα αποδείχθηκαν κακές πρακτικές στην εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος.
    Αντιπροτείνουμε όλες οι δραστηριότητες έτσι όπως περιγράφονται αναλυτικά στα αναφερόμενα άρθρα του Σχεδίου Νόμου, να ενσωματωθούν στη λειτουργία της ΓΓΕΤ μέσα από την δημιουργία μιας καινούργιας Διεύθυνσης στελεχωμένης με το αντίστοιχο προσωπικό, γεγονός που δεν προσθέτει και δεν επιβαρύνει με νέα και περιττά έξοδα λειτουργίας τον ήδη ισχνό και προβληματικό Κρατικό Προϋπολογισμό.
    Επιπρόσθετα, η ΓΓΕΤ έχει αποδείξει διαχρονικά από την έως τώρα λειτουργία της αλλά και την καθολική αποδοχή των ενδιαφερομένων φορέων, ότι πάντα προέτασσε και εφάρμοζε αποτελεσματικά, αδιάβλητους κανόνες ΑΞΙΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΙΣΟΝΟΜΙΑΣ.

  • 3 Ιουλίου 2016, 13:59 | Μπεσαλης

    Που ειναι τα επιμελητηρια, οι εκπροσωποι των ΦΟΡΕΩΝ παραγωγης της χώρας που οραματιζεστε για το 2020 και εντεύθεν,σε ολο αυτο,αξιότιμοι συντάκτες μέλη ΔΕΠ;Αν το παρόν εξυπηρετεί το φούσκωμα (από την πίσω πόρτα) των λογαριασμών έρευνας των ΑΕΙ), ας ασχοληθούμε όλοι με πιο αναπτυξιακά/παραγωγικά πράγματα και μπορείτε απλά να ψηφίσετε (η βουλη σφυζει απο ακαδημαικούς) το παρόν δίχως προκάλυμμα διαλόγου,με τα γνωστά μηδενικά αποτελέσματα ανάπτυξης και απλής παραγωγής πολλών χιλιοστογραμμων ακαδημαικών εργασιών. Απλά να αφαιρεθεί ο όρος καινοτομία,που εκ του ευρωπαικού του ορισμού είναι κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό στο οποιο αποσκοπει το παρόν.

    Η χρηματοδοτηση απο τα ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΑΥΤΑ ΘΑ ΠΡΟΣΤΙΘΕΝΤΑΙ ΣΤΟ ΕΤΗΣΙΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΤΩΝ ΜΟΝΙΜΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ (ΠΧ ΔΕΠ,ΕΛΕ ΚΛΠ) ΔΗΜΟΣΙΟΥ,ΕΥΡΥΤΕΡΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΚΛΠ ΚΙ ΕΠΟΜΕΝΩΣ ΛΟΓΊΖΟΝΤΑΙ Ως ΕΜΜΕΣΗ ΕΠΙΔΟΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ (ΔΕΔΟΜΕΝΟΥ ΟΤΙ ΘΑ ΚΟΒΕΤΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΑ ΣΤΑ ΜΕΡΗ ΤΗΣ ΠΙΤΑΣ,ΜΗΔΕΝΙΚΟΣ Ο ΑΝΑΤΓΩΝΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ…);

    ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΜΠΟΡΩ ΕΓΩ ΩΣ ΠΟΛΙΤΗΣ ΝΑ ΑΞΙΟΛΟΓΩ ΤΗΝ ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΑΥΤΗΣ ΕΠΕΝΔΥΣΗΣ (ΚΑΙ ΟΧΙ ΠΧ ΝΑ ΔΙΑΛΕΞΩ ΝΑ ΠΑΝΕ ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΔΑΠΑΝΕΣ ΥΓΕΙΑΣ);

  • 3 Ιουλίου 2016, 02:52 | Γιάννης Κανάβας

    Το συγκεκριμένο ίδρυμα δεν θα ήταν αποτελεσματικότερο να απορροφήσει το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και το ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος ;
    Ισχύς εν την ενώσει.
    Εκτιμώ ότι η Ελληνική Δημοκρατία, πρέπει να έχει έναν ενιαίο ισχυρό εθνικό φορέα ερευνών, μελετών, καινοτομίας που να έχει μια δομημένη οργάνωση σε ινστιτούτα ανά θεματικό επιστημονικό πεδίο, τα οποία θα αναπτύσσουν συνέργειες τόσο μεταξύ τους (όπου είναι επιστημονικά αποδεκτό και αναγκαίο) όσο βέβαια και με τα ΑΕΙ/ΤΕΙ της Χώρας και βέβαια με Εκπαιδευτικά Ιδρύματα ή άλλα Ινστιτούτα του Εξωτερικού.

  • Υπάρχει πολύ μεγάλη επικάλυψη με τη ΓΓΕΤ. Πρέπει να γίνει ξεκάθαρο: α) τι θα κάνει το ΙΔΡΥΜΑ που δεν μπορεί να κάνει η ΓΓΕΤ, και β) ποιος θα είναι ο νέος ρόλος της ΓΓΕΤ όταν λειτουργήσει το ΙΔΡΥΜΑ

  • 30 Ιουνίου 2016, 13:14 | Κονταξάκης Χρήστος

    Εφόσον οι πράξεις μεταβίβασης ή παραχώρησης ακινήτων προς το Ίδρυμα απαλλάσσονται παντός γενικού ή ειδικού φόρου, τέλους, δικαιώματος ή εισφοράς υπέρ του Δημοσίου ή οποιουδήποτε τρίτου, τότε πολλοί Έλληνες που έχουν ιδιοκτησίες εντελώς ανεκμετάλλευτες, θα πρέπει να τις παραχωρήσουν στο Ίδρυμα για να βοηθήσουν την Πατρίδα μας.

  • 30 Ιουνίου 2016, 13:09 | Γιώργος

    Πρώτα απο όλα θα ήθελα να πω ότι ή όλη πρωτοβουλία του υπουργείου παιδείας κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση , ως οικονομολόγος με έμπρακτο ενδιαφέρον στις επιστήμες γνωρίζω τη σημασία και τη συμβολή της τεχνολογικής εξέλιξης στην οικονομική ανάπτυξη η οποία βοηθά μία οικονομία όχι μόνο να αναπτυχθεί σε μία ορισμένη χρονική περίοδο αλλά επίσης ότι η τεχνολογία ορίζει αυτό που λέμε στα οικονομικά long waves δηλαδή οικονομικούς κύκλους οι οποίοι διαρκούν απο 60-80 χρόνια καθώς και το εξίσου σημαντικό γεγονός ότι η τεχνολογία μετουσιώνει όλη την επιστημονική γνώση στη πράξη προς όφελος των πολλών με τη προϋπόθεση βέβαια ότι όλοι έχουν πρόσβαση σε αυτή. Παρόλα αυτά θα ήθελα να κάνω μία καλοπροαίρετη ερώτηση- παρατήρηση λαμβάνοντας υπόψη και τη δημοσιονομική συγκυρία της χώρας, μήπως αντί της δημιουργίας ενός νέου φορέα θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν τόσο το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης όσο και το Εθνικό ίδρυμα Ερευνών εξυπηρετώντας τους ίδιους σκοπούς με το συγκεκριμένο φορέα μετά βεβαίως απο μία αναδιοργάνωση τους?
    Όσο αφορά τη χρηματοδότηση των σκοπών του νέου φορέα εκτός απο τους πόρους που αναφέρονται στην ανακοίνωση θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί ίσως, επιπλέον απο το ΦΠΑ ο ποίος καταβάλετε με την αγορά προϊόντων νέας τεχνολογίας.

  • 29 Ιουνίου 2016, 08:14 | ekdd

    ΤΕΣΤ/ΜΟΤΕΚ/ΕΚΔΔΑ