Άρθρο 04 – Κίνητρο Ταχείας Αδειοδότησης

1. Ορίζεται προθεσμία σαράντα πέντε (45) ημερών για την έκδοση οποιασδήποτε απαιτούμενης άδειας, έγκρισης ή γνωμοδότησης για την εγκατάσταση ή λειτουργία Στρατηγικής Επένδυσης, με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων. Η προθεσμία της παραγράφου αυτής εκκινεί από την υποβολή του σχετικού φακέλου για έκαστη απαιτούμενη άδεια, έγκριση ή γνωμοδότηση με όλα τα απαραίτητα δικαιολογητικά στη Γενική Διεύθυνση Στρατηγικών Επενδύσεων (ΓΔΣΕ) από το φορέα της επένδυσης. Στην ως άνω προθεσμία δεν συνυπολογίζεται ο χρόνος προσκόμισης των αιτουμένων από τη Διοίκηση συμπληρωματικών στοιχείων..
2. Η ΓΔΣΕ εξετάζει την τυπική πληρότητα και τη συμβατότητα των στοιχείων του φακέλου με την απόφαση της ΔΕΣΕ και μέσα σε προθεσμία πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την υποβολή δύναται να αιτηθεί άπαξ τυχόν απαραίτητα συμπληρωματικά στοιχεία για την ολοκλήρωση του φακέλου. Κατόπιν διαβιβάζει στην αρμόδια αδειοδοτούσα αρχή σχετική αίτηση έκδοσης άδειας, έγκρισης ή γνωμοδότησης και τον οικείο φάκελο.
3. Η αρμόδια αδειοδοτούσα αρχή ολοκληρώνει κατά προτεραιότητα τη σχετική διοικητική διαδικασία και εκδίδει την απαραίτητη άδεια, έγκριση ή γνωμοδότηση μέσα στην προθεσμία της παραγράφου 1. Η αδειοδοτούσα αρχή εξετάζει την τυπική και ουσιαστική πληρότητα του οικείου φακέλου και μπορεί εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών να αιτηθεί άπαξ τυχόν απαραίτητα συμπληρωματικά στοιχεία, οπότε η προθεσμία εκκινεί εκ νέου από την αποστολή τους. Σε κάθε περίπτωση, η προθεσμία των σαράντα πέντε (45) ημερών για την έκδοση οποιασδήποτε απαιτούμενης άδειας, έγκρισης ή γνωμοδότησης για την εγκατάσταση ή λειτουργία Στρατηγικής Επένδυσης δεν παρεκτείνεται, με την επιφύλαξη της τήρησης των ειδικότερων προθεσμιών.
4. Αν στο πλαίσιο της σχετικής διοικητικής διαδικασίας της παραγράφου 3 απαιτείται η αποστολή προς την αρμόδια αδειοδοτούσα αρχή εγκρίσεων, εισηγήσεων ή γνωμοδοτήσεων περιφερειακών ή άλλων υπηρεσιών, αυτές θα πρέπει να ολοκληρώνονται σε τέτοιο χρόνο ώστε να διασφαλίζεται ότι η τελική άδεια έγκριση ή γνωμοδότηση θα εκδοθεί εντός της προθεσμίας των σαράντα πέντε (45) ημερολογιακών ημερών.
5. Ειδικότερα όσον αφορά στις άδειες εγκατάστασης ή λειτουργίας στρατηγικών επενδύσεων, η αρμοδιότητα έκδοσης της σχετικής άδειας μεταφέρεται κατ’ αποκλειστικότητα και κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων που ορίζουν τη διαδικασία έκδοσης, ειδικών και γενικών, στον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης.7. Σε περίπτωση παρέλευσης της προθεσμίας της παραγράφου 3, η αρμοδιότητα έκδοσης της σχετικής άδειας πέραν αυτών που εκδίδει δυνάμει της παρ. 6 του παρόντος άρθρου, δύναται να μεταφέρεται κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων, ειδικών και γενικών, στον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης ο οποίος, με αιτιολογημένη απόφασή του, μετά από εισήγηση της Γενικής Γραμματείας Στρατηγικών και Ιδιωτικών Επενδύσεων, βεβαιώνει την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας, και είτε αιτιολογημένα εκδίδει τη σχετική άδεια λαμβάνοντας υπόψη την αίτηση, τα στοιχεία του φακέλου και τις κείμενες διατάξεις είτε αιτιολογημένα απορρίπτει αυτήν, εντός προθεσμίας ενός (1) μήνα.
6. Εφόσον η δραστηριότητα της στρατηγικής επένδυσης υπάγεται στο καθεστώς της γνωστοποίησης του ν. 4442/2016 (ΦΕΚ Α’ 230) η γνωστοποίηση υποβάλλεται προς την αρμόδια αδειοδοτούσα αρχή μέσω του οικείου ηλεκτρονικού συστήματος. Κατά τη διάρκεια λειτουργίας της επένδυσης, ο φορέας υποχρεούται να τηρεί στον χώρο της εγκατάστασης φάκελο με τα κατά περίπτωση απαιτούμενα δικαιολογητικά.
7. Με κοινές υπουργικές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης και του εκάστοτε αρμοδίου Υπουργού, ορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

  • ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ
    Ερμού 136, 10553 Αθήνα. Τηλ-Fax.: 2103252214, E-mail:archaeol@otenet.gr, http://www.sea.org.gr

    Αθήνα, 28 /12/2018
    Αρ. Πρωτ.: 340

    Οι απόψεις του Σ.Ε.Α. επί του Νόμου για την προσέλκυση στρατηγικών επενδύσεων
    Το υπό διαβούλευση Σχέδιο Νόμου για την προσέλκυση στρατηγικών επενδύσεων θέτει άμεσα και έμμεσα μια σειρά θεμάτων που άπτονται της προστασίας του πολιτιστικού περιβάλλοντος της χώρας. Το γεγονός, μάλιστα, ότι η σχετική νομοθετική πρωτοβουλία αναλαμβάνεται σε μία περίοδο κατά την οποία εκκρεμεί στο Σ.τ.Ε. η αίτηση ακύρωσης που κατέθεσε ο Σ.Ε.Α. κατά της υπ’ αριθμ. ΥΠΟΙΚ 0004586 ΕΞ 2018 «Μεταβίβαση, κατ’ άρθρα 196 παρ. 6 και 209 του Ν. 4389/2016, ακινήτων στην Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία «Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου Α.Ε.» (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.)», σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 86/18-06-2018 Απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής (ΦΕΚ 2320/Β/19-6-2018), ενεργοποιεί τον Σύλλογο να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τη δημόσια συζήτηση και να παρεμβαίνει στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που ορίζονται στο Καταστατικό του.
    Ο Σ.Ε.Α. επαναλαμβάνει τις πάγιες θέσεις του ότι α) τα μνημεία προστατεύονται από το Σύνταγμα, β) ότι η έννοια του πολιτιστικού περιβάλλοντος είναι άρρηκτα δεμένη με την αντίστοιχη του φυσικού και γ) ότι οποιαδήποτε νέα κανονιστική ρύθμιση δεν πρέπει να νοθεύσει στο ελάχιστο το πλαίσιο προστασίας που θέσπισε η Πολιτεία από το 1975 και εξής, ανάγοντας σε κανόνα συνταγματικής περιωπής τις αρχές της φυσικής και της πολιτιστικής κληρονομιάς και αναθέτοντας στην Αρχαιολογική Υπηρεσία, δια του Ν. 3028/2002 «Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς» ως εφαρμοστικού του άρ. 24 του Συντάγματος, τη λήψη όλων των μέτρων για την προστασία του.

    Επί του Σ/Ν ο Σ.Ε.Α. επισημαίνει τα εξής:
    1. Το προτεινόμενο σχέδιο νόμου έρχεται σε συνέχεια μιας σειράς συναφών αλλεπάλληλων νομοθετημάτων (Ν. 3894/2010, Ν. 4072/2012, Ν. 4146/2013 και Ν. 4242/2014), που υποτίθεται πως θα δημιουργούσαν φιλοεπενδυτικό κλίμα, με στόχο «να προαχθεί η έξοδος της χώρας από την οικονομική κρίση» (άρ. 1 ν. 3894/2010). Για τα νομοθετήματα αυτά ο Σ.Ε.Α. έχει διατυπώσει ρητά τις αντιρρήσεις του, καθώς κινούνται συνολικά σε μια κατεύθυνση υποβάθμισης της προστασίας των αρχαιοτήτων και των μνημείων και προσπάθειας παράκαμψης της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και του Αρχαιολογικού Νόμου, στο όνομα της προσέλκυσης «επενδύσεων», που συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν ως εμπόδιο της «ανάπτυξης» τον μνημειακό πλούτο της χώρας.
    2. Στα παρεχόμενα κίνητρα χωροθέτησης στρατηγικών επενδύσεων (άρ. 2, παρ. 1) διατηρείται η πρόβλεψη περί κατ’ αναλογίαν εφαρμογής διατάξεων του Ν. 3986/2011 για τα Ειδικά Σχέδια Χωρικής Ανάπτυξης Στρατηγικών Επενδύσεων (ΕΣΧΑΣΕ), οι οποίες αφαιρούν από την Αρχαιολογική Υπηρεσία τη δυνατότητα ελέγχου σε περιοχές αρμοδιότητάς της και έρχονται σε ευθεία αντίθεση με διατάξεις του Αρχαιολογικού Νόμου, όπως το εδάφιο β΄ της παρ. 2 του άρ. 13, που υποκαθιστά τις εγκρίσεις που προβλέπονται στα άρθρ. 10 παράγραφοι 3 και 4, 12, 13 και 15 του Ν. 3028/2002 «για έργα και δραστηριότητες που εκτελούνται πλησίον αρχαίων η εντός κηρυγμένων αρχαιολογικών χώρων και ιστορικών τόπων, εντός Ζωνών Προστασίας Α’ και Β’, καθώς και για κάθε εργασία, επέμβαση ή αλλαγή χρήσης σε ακίνητα μνημεία ή στο περιβάλλον τους».
    3. Στο άρ. 4, παρ. 1-4 (κίνητρο ταχείας αδειοδότησης) του προτεινόμενου νομοσχεδίου διατηρείται η (υφιστάμενη ήδη από τον Ν. 4072/2012, που τροποποίησε σχετικά την πρόβλεψη του ν. 3894/2010) ασφυκτική προθεσμία 45 ημερολογιακών ημερών για την ολοκλήρωση της διαδικασίας έκδοσης των απαιτούμενων αδειών, εγκρίσεων ή γνωμοδοτήσεων για την εγκατάσταση ή λειτουργία Στρατηγικής Επένδυσης. Δεδομένου ότι τα ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν είναι, κατά περίπτωση, σύνθετα, με την εμπλοκή και πολλών Υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων και συλλογικών οργάνων (Κ.Α.Σ. – Κ.Σ.Ν.Μ.), η τιθέμενη προθεσμία είναι καταφανώς μη επιτεύξιμη. Σημειώνεται δε, ότι στο πλαίσιο του Ν. 3028/2002 δεν υφίστανται ειδικότερες προθεσμίες επί των διαδικασιών περιβαλλοντικής αδειοδότησης.
    4. Στο ίδιο άρθρο (παρ. 5) προβλέπεται η μεταβίβαση της «αρμοδιότητας έκδοσης της σχετικής άδειας εγκατάστασης ή λειτουργίας Στρατηγικής Επένδυσης κατ’ αποκλειστικότητα και κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων που ορίζουν τη διαδικασία έκδοσης, ειδικών και γενικών, στον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης». Στο άρθρο, ωστόσο, υπάρχει προφανής σύγχυση για την περίπτωση που αυτό συμβαίνει: η αρμοδιότητα μεταβιβάζεται γενικώς ή μόνο σε περίπτωση παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας των 45 ημερών; Σε κάθε περίπτωση, η ρύθμιση αυτή υπονομεύει την συνταγματική πρόβλεψη σχετικά με την προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος, δεδομένου ο Υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης ούτε την απαιτούμενη σχετική αρμοδιότητα έχει ούτε την απαραίτητη τεχνογνωσία διαθέτει.

    Το προτεινόμενο σχέδιο νόμου έρχεται σε μια περίοδο που η κυβέρνηση διακηρύσσει πως η χώρα έχει βγει από τα μνημόνια και την επιτροπεία. Ως εκ τούτου, θα περίμενε κανείς πως το νομοσχέδιο θα επιχειρούσε να θεραπεύσει, έστω πλευρές, της υφιστάμενης νομοθεσίας, ώστε η «κοινωνικά δίκαιη, ισόρροπη και αειφόρος ανάπτυξη» που ευαγγελίζεται να μην παραμένει κενό γράμμα. Αντίθετα, η αρχή της κοινωνικά δίκαιης ανάπτυξης και της ανάδειξης του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, που προβλέπεται στον ορισμό της Στρατηγικής Επένδυσης (άρ. 1 παρ. 1), μόνο ως ευφημισμός μπορεί να εκληφθεί.

    ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ

  • ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ
    Ερμού 136, 10553 Αθήνα. Τηλ-Fax.: 2103252214, E-mail:archaeol@otenet.gr, http://www.sea.org.gr

    Αθήνα, 28 /12/2018
    Αρ. Πρωτ.: 340

    Οι απόψεις του Σ.Ε.Α. επί του Νόμου για την προσέλκυση στρατηγικών επενδύσεων
    Το υπό διαβούλευση Σχέδιο Νόμου για την προσέλκυση στρατηγικών επενδύσεων θέτει άμεσα και έμμεσα μια σειρά θεμάτων που άπτονται της προστασίας του πολιτιστικού περιβάλλοντος της χώρας. Το γεγονός, μάλιστα, ότι η σχετική νομοθετική πρωτοβουλία αναλαμβάνεται σε μία περίοδο κατά την οποία εκκρεμεί στο Σ.τ.Ε. η αίτηση ακύρωσης που κατέθεσε ο Σ.Ε.Α. κατά της υπ’ αριθμ. ΥΠΟΙΚ 0004586 ΕΞ 2018 «Μεταβίβαση, κατ’ άρθρα 196 παρ. 6 και 209 του Ν. 4389/2016, ακινήτων στην Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία «Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου Α.Ε.» (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.)», σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 86/18-06-2018 Απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής (ΦΕΚ 2320/Β/19-6-2018), ενεργοποιεί τον Σύλλογο να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τη δημόσια συζήτηση και να παρεμβαίνει στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που ορίζονται στο Καταστατικό του.
    Ο Σ.Ε.Α. επαναλαμβάνει τις πάγιες θέσεις του ότι α) τα μνημεία προστατεύονται από το Σύνταγμα, β) ότι η έννοια του πολιτιστικού περιβάλλοντος είναι άρρηκτα δεμένη με την αντίστοιχη του φυσικού και γ) ότι οποιαδήποτε νέα κανονιστική ρύθμιση δεν πρέπει να νοθεύσει στο ελάχιστο το πλαίσιο προστασίας που θέσπισε η Πολιτεία από το 1975 και εξής, ανάγοντας σε κανόνα συνταγματικής περιωπής τις αρχές της φυσικής και της πολιτιστικής κληρονομιάς και αναθέτοντας στην Αρχαιολογική Υπηρεσία, δια του Ν. 3028/2002 «Για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς» ως εφαρμοστικού του άρ. 24 του Συντάγματος, τη λήψη όλων των μέτρων για την προστασία του.

    Επί του Σ/Ν ο Σ.Ε.Α. επισημαίνει τα εξής:
    1. Το προτεινόμενο σχέδιο νόμου έρχεται σε συνέχεια μιας σειράς συναφών αλλεπάλληλων νομοθετημάτων (Ν. 3894/2010, Ν. 4072/2012, Ν. 4146/2013 και Ν. 4242/2014), που υποτίθεται πως θα δημιουργούσαν φιλοεπενδυτικό κλίμα, με στόχο «να προαχθεί η έξοδος της χώρας από την οικονομική κρίση» (άρ. 1 ν. 3894/2010). Για τα νομοθετήματα αυτά ο Σ.Ε.Α. έχει διατυπώσει ρητά τις αντιρρήσεις του, καθώς κινούνται συνολικά σε μια κατεύθυνση υποβάθμισης της προστασίας των αρχαιοτήτων και των μνημείων και προσπάθειας παράκαμψης της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και του Αρχαιολογικού Νόμου, στο όνομα της προσέλκυσης «επενδύσεων», που συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν ως εμπόδιο της «ανάπτυξης» τον μνημειακό πλούτο της χώρας.
    2. Στα παρεχόμενα κίνητρα χωροθέτησης στρατηγικών επενδύσεων (άρ. 2, παρ. 1) διατηρείται η πρόβλεψη περί κατ’ αναλογίαν εφαρμογής διατάξεων του Ν. 3986/2011 για τα Ειδικά Σχέδια Χωρικής Ανάπτυξης Στρατηγικών Επενδύσεων (ΕΣΧΑΣΕ), οι οποίες αφαιρούν από την Αρχαιολογική Υπηρεσία τη δυνατότητα ελέγχου σε περιοχές αρμοδιότητάς της και έρχονται σε ευθεία αντίθεση με διατάξεις του Αρχαιολογικού Νόμου, όπως το εδάφιο β΄ της παρ. 2 του άρ. 13, που υποκαθιστά τις εγκρίσεις που προβλέπονται στα άρθρ. 10 παράγραφοι 3 και 4, 12, 13 και 15 του Ν. 3028/2002 «για έργα και δραστηριότητες που εκτελούνται πλησίον αρχαίων η εντός κηρυγμένων αρχαιολογικών χώρων και ιστορικών τόπων, εντός Ζωνών Προστασίας Α’ και Β’, καθώς και για κάθε εργασία, επέμβαση ή αλλαγή χρήσης σε ακίνητα μνημεία ή στο περιβάλλον τους».
    3. Στο άρ. 4, παρ. 1-4 (κίνητρο ταχείας αδειοδότησης) του προτεινόμενου νομοσχεδίου διατηρείται η (υφιστάμενη ήδη από τον Ν. 4072/2012, που τροποποίησε σχετικά την πρόβλεψη του ν. 3894/2010) ασφυκτική προθεσμία 45 ημερολογιακών ημερών για την ολοκλήρωση της διαδικασίας έκδοσης των απαιτούμενων αδειών, εγκρίσεων ή γνωμοδοτήσεων για την εγκατάσταση ή λειτουργία Στρατηγικής Επένδυσης. Δεδομένου ότι τα ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν είναι, κατά περίπτωση, σύνθετα, με την εμπλοκή και πολλών Υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων και συλλογικών οργάνων (Κ.Α.Σ. – Κ.Σ.Ν.Μ.), η τιθέμενη προθεσμία είναι καταφανώς μη επιτεύξιμη. Σημειώνεται δε, ότι στο πλαίσιο του Ν. 3028/2002 δεν υφίστανται ειδικότερες προθεσμίες επί των διαδικασιών περιβαλλοντικής αδειοδότησης.
    4. Στο ίδιο άρθρο (παρ. 5) προβλέπεται η μεταβίβαση της «αρμοδιότητας έκδοσης της σχετικής άδειας εγκατάστασης ή λειτουργίας Στρατηγικής Επένδυσης κατ’ αποκλειστικότητα και κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων που ορίζουν τη διαδικασία έκδοσης, ειδικών και γενικών, στον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης». Στο άρθρο, ωστόσο, υπάρχει προφανής σύγχυση για την περίπτωση που αυτό συμβαίνει: η αρμοδιότητα μεταβιβάζεται γενικώς ή μόνο σε περίπτωση παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας των 45 ημερών; Σε κάθε περίπτωση, η ρύθμιση αυτή υπονομεύει την συνταγματική πρόβλεψη σχετικά με την προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος, δεδομένου ο Υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης ούτε την απαιτούμενη σχετική αρμοδιότητα έχει ούτε την απαραίτητη τεχνογνωσία διαθέτει.

    Το προτεινόμενο σχέδιο νόμου έρχεται σε μια περίοδο που η κυβέρνηση διακηρύσσει πως η χώρα έχει βγει από τα μνημόνια και την επιτροπεία. Ως εκ τούτου, θα περίμενε κανείς πως το νομοσχέδιο θα επιχειρούσε να θεραπεύσει, έστω πλευρές, της υφιστάμενης νομοθεσίας, ώστε η «κοινωνικά δίκαιη, ισόρροπη και αειφόρος ανάπτυξη» που ευαγγελίζεται να μην παραμένει κενό γράμμα. Αντίθετα, η αρχή της κοινωνικά δίκαιης ανάπτυξης και της ανάδειξης του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος, που προβλέπεται στον ορισμό της Στρατηγικής Επένδυσης (άρ. 1 παρ. 1), μόνο ως ευφημισμός μπορεί να εκληφθεί.

    ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΩΝ

  • 27 Δεκεμβρίου 2018, 14:01 | ΓΕΩΡΓΙΑ ΓΕΜΕΝΕΤΖΗ

    Επιβάλλεται για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας και την ανάπτυξης των νομίμως υφιστάμενων στρατηγικών επενδύσεων (και κατά προτεραιότητα εκείνων του τομέα της βιομηχανίας) να προβλέπεται γενικώς η δυνατότητά τους να εκσυγχρονίζονται αλλά και να επεκτείνονται σε όμορες εκτάσεις (ιδιοκτησίας τους ή που τους έχουν παραχωρηθεί για ειδικό σκοπό εκμετάλλευσής τους), ανεξαρτήτως του χαρακτήρα αυτών (χρήσεις γης, δασικός χαρακτήρας κ.λπ.). Με την προσθήκη της παραγράφου αυτής μπορούν να αποφευχθούν προβλήματα χωρικής στασιμότητας επενδύσεων που τυχόν να οδηγήσουν σε ανάγκη μετεγκατάστασης και αποεπένδυσης.

    Επιπρόσθετα θα πρέπει να εισαχθεί ειδικότερη πρόβλεψη για θέματα που άπτονται διαδικασιών οριοθέτησης ρεμάτων, καθορισμού ορίων αιγιαλού και παραλίας και παραχώρησης δικαιωμάτων χρήσης αιγιαλού, παραλίας, θαλάσσιου χώρου και πυθμένα, έτσι ώστε οι διαδικασίες αυτές να ολοκληρώνονται ταχύτερα στις περιπτώσεις στρατηγικών επενδύσεων και να μην επηρεάζουν αρνητικά το χρονοδιάγραμμα έγκρισης της επένδυσης.

    Ακόμη, κρίνεται σκόπιμο να εξαλειφθούν οι φράσεις «με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων» (αρ. 4 παρ. 1) και «με την επιφύλαξη της τήρησης των ειδικότερων προθεσμιών» (αρ. 4 παρ. 3) καθώς άρουν το δεσμευτικό χαρακτήρα της επιδιωκόμενης προθεσμίας και συνεπώς θέτουν σε κίνδυνο τη «fast track» ταυτότητα των εγκρίσεων στρατηγικών επενδύσεων.

    Τέλος κρίνεται ότι η προθεσμία 45 (ημερολογιακών) ημερών θα πρέπει να μειωθεί σε 30 ημέρες για τη διατήρηση του χαρακτήρα της γρήγορης αδειοδότησης, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να διευκρινιστεί ρητά ότι η προθεσμία άρχεται από την ημέρα θεώρησης της ουσιαστικής και τυπικής πληρότητας του κατατιθέμενου φακέλου έργου, ενώ σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης του ως άνω χρονικού διαστήματος των 30 ημερών, η οποιαδήποτε απαιτούμενη άδεια, έγκριση ή γνωμοδότηση θεωρείται αυτοδίκαια θετική.

  • Προτείνεται να διαγραφούν οι προτάσεις «με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων» (σειρά 3,αρ. αρ. 4) και «με την επιφύλαξη της τήρησης των ειδικότερων προθεσμιών» (παρ. 3), καθώς χάνεται η δεσμευτικότητα της προθεσμίας απομειώνοντας τη σημασία της στρατηγικής επένδυσης και τις «by pass» διαδικασίες που τη συνοδεύουν.

    Επιπλέον, προτείνεται η προθεσμία των 45 ημερών να μειωθεί σε 30 ημέρες. Προτείνεται να διατυπωθεί σαφώς ότι σε κάθε περίπτωση η προθεσμία εκκινεί από την ημέρα κατά την οποία ο φάκελος που έχει κατατεθεί, θεωρείται τυπικά και ουσιαστικά πλήρης. Και στην περίπτωση παρέλευσης άπρακτης της παραπάνω προθεσμίας, η όποια άδεια, έγκριση η γνωμοδότηση θεωρείται θετικώς εκδοθείσα.

  • Άρθρο 4: Προτείνουμε, μετά την παράγραφο 6, να προστεθεί νέα παράγραφος 7 (και η υπάρχουσα παράγραφος 7 να αναριθμηθεί ως παράγραφος 8), ως εξής: «Για την περίπτωση επενδύσεων σε ΟΥΜΕΔ, ο Φορέας Διαχείρισης του ΟΥΜΕΔ δύναται να ασκεί τις προβλεπόμενες στο παρόν άρθρο αρμοδιότητες της ΓΔΣΕ, κατόπιν σχετικής πιστοποίησής του».

  • 16 Δεκεμβρίου 2018, 21:12 | Νίκος Σπ. Φιλίππου ΝΕΟ ΡΕΥΜΑ-ΝΕΟ ΟΡΑΜΑ THINK TANK

    Να συνυπολογίζεται ο ανώτατος χρόνος αιτουμένων στοιχείων, πχ. έτερες 45 μέρες, αλλιώς είναι ανοικτή η προθεσμία. Να καθοριστεί ανατρεπτική προθεσμία 60-90 ημερών. Να μην υπολογίζονται αθροιστικά οι προθεσμίες! Συνολικά 1 άδεια για όλα!