- Οι πολίτες τρίτης χώρας που υπόκεινται σε διαδικασίες επιστροφής, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 7, τίθενται υπό κράτηση για την προετοιμασία της επιστροφής και τη διεκπεραίωση της διαδικασίας απομάκρυνσης, μόνο εάν στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν δύνανται να εφαρμοσθούν αποτελεσματικά άλλα επαρκή και λιγότερο επαχθή μέτρα, όπως εκείνα που προβλέπονται στην παρ. 3 του άρθρου 8. Το μέτρο της κράτησης εφαρμόζεται όταν:
α) υπάρχει κίνδυνος διαφυγής ή
β) ο πολίτης τρίτης χώρας αποφεύγει ή παρεμποδίζει την προετοιμασία της επιστροφής ή τη διαδικασία απομάκρυνσης ή
γ) συντρέχουν στο πρόσωπό του λόγοι εθνικής ασφάλειας, δημόσιας ασφάλειας και δημόσιας τάξης.
- Η κράτηση επιβάλλεται και διατηρείται για το απολύτως αναγκαίο χρονικό διάστημα διεκπεραίωσης της διαδικασίας απομάκρυνσης, η οποία εκτελείται με τη δέουσα επιμέλεια. Η απόφαση κράτησης περιέχει πραγματική και νομική αιτιολόγηση, εκδίδεται εγγράφως από τον οικείο Αστυνομικό Διευθυντή και προκειμένου περί των Γενικών Αστυνομικών Διευθύνσεων Αττικής και Θεσσαλονίκης, από τον αρμόδιο για θέματα αλλοδαπών Αστυνομικό Διευθυντή ή ανώτερο αξιωματικό που ορίζεται από τον οικείο Γενικό Αστυνομικό Διευθυντή και εκτελείται αμέσως. Εφόσον δεν έχει εκδοθεί απόφαση επιστροφής, αυτή εκδίδεται εντός τριών (3) ημερών. Ο πολίτης τρίτης χώρας που κρατείται μπορεί να προβάλει αντιρρήσεις κατά της απόφασης κράτησης ή παράτασης της κράτησής του ενώπιον του προέδρου ή του υπ` αυτού οριζόμενου πρωτοδίκη του διοικητικού πρωτοδικείου, στην Περιφέρεια του οποίου κρατείται. Η προθεσμία υποβολής αντιρρήσεων δεν αναστέλλει την κράτηση. Κατά τα λοιπά για την αίτηση αντιρρήσεων εφαρμόζονται αναλόγως οι παρ. 4 και 5 του άρθρου 76 του ν. 3386/2005 (Α’ 212). Η απόφαση επί της αίτησης αντιρρήσεων μπορεί να ανακληθεί, ύστερα από αίτηση των διαδίκων, αν η αίτηση ανάκλησης στηρίζεται σε νέα στοιχεία, κατ` εφαρμογή της παρ. 5 του άρθρου 205 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α’ 97). Για τα δικαιώματά του σύμφωνα με την παρούσα, ο πολίτης τρίτης χώρας ενημερώνεται αμέσως. Ο πολίτης τρίτης χώρας, απολύεται αμέσως εάν διαπιστωθεί ότι η κράτησή του δεν είναι νόμιμη.
- Σε κάθε περίπτωση η συνδρομή των προϋποθέσεων της κράτησης επανεξετάζεται αυτεπαγγέλτως, ανά εξάμηνο από το όργανο που εξέδωσε την απόφαση κράτησης. Σε περίπτωση παράτασης της διάρκειας της κράτησης, οι σχετικές αποφάσεις διαβιβάζονται στον πρόεδρο ή τον υπ’ αυτού οριζόμενο πρωτοδίκη του διοικητικού πρωτοδικείου της παρ. 2, ο οποίος κρίνει τη νομιμότητα της παράτασης της κράτησης και εκδίδει αμελλητί την απόφασή του την οποία διατυπώνει συνοπτικώς σε τηρούμενο πρακτικό, αντίγραφο του οποίου διαβιβάζει αμέσως στην αρμόδια αστυνομική αρχή.
- Όταν καθίσταται πρόδηλο ότι δεν υφίσταται πλέον λογικά προοπτική απομάκρυνσης για νομικούς ή άλλους λόγους ή όταν παύουν να ισχύουν οι όροι της παρ. 1, η κράτηση αίρεται και ο πολίτης τρίτης χώρας απολύεται αμέσως.
- Η κράτηση συνεχίζεται για το χρονικό διάστημα που πληρούνται οι όροι της παρ. 1 και είναι αναγκαία για να διασφαλισθεί η επιτυχής απομάκρυνση. Το ανώτατο όριο κράτησης δεν μπορεί να υπερβαίνει το έτος.
- Το χρονικό όριο της παρ. 5 μπορεί να παραταθεί για περιορισμένο μόνο χρόνο που δεν υπερβαίνει το έτος, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες, παρά τις εύλογες προσπάθειες των αρμόδιων υπηρεσιών, η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι πιθανόν να διαρκέσει περισσότερο επειδή: α) ο πολίτης της τρίτης χώρας αρνείται να συνεργασθεί ή β) καθυστερεί η λήψη των αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες.
- Για τη φύλαξη των εγκαταστάσεων των χώρων κράτησης εφαρμόζεται αναλόγως η παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 4375/2016 (Α’ 51), περί φύλαξης των εγκαταστάσεων των Περιφερειακών Υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης.
Άρθρο 16(5): Μέγιστη διάρκεια κράτησης
Η αύξηση της μέγιστης διάρκειας κράτησης σε 24 μήνες παραβιάζει άμεσα το άρθρο 15(5)–(6) της Οδηγίας Επιστροφής του 2008, το οποίο ορίζει απόλυτο ανώτατο όριο 18 μηνών. Η ευθυγράμμιση με την πρόταση Κανονισμού Επιστροφών της Επιτροπής δεν μπορεί να δικαιολογήσει την παραβίαση δεσμευτικού δικαίου της ΕΕ.
Λαμβάνοντας υπόψη τις σοβαρές επιπτώσεις στα θεμελιώδη δικαιώματα, συνιστούμε έντονα τη διατήρηση του ορίου των 18 μηνών.
Είναι προβληματική η κράτηση υπηκόων τρίτων χωρών που δεν πρόκειται να επιστραφούν Επιπλέον, σύμφωνα , με τη νομολογία του ΕΔΔΑ , η κράτηση για να είναι νόμιμη πρέπει να λαμβάνει χώρα καλόπιστα , να συνδέεται στενά με τον επιδιωκόμενο σκοπό , ο τόπος και οι συνθήκες κράτησης να είναι κατάλληλες και η διάρκεια της κράτησης να μην υπερβαίνει τον εύλογο χρόνο που είναι αναγκαίος για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού . Η χώρα μας στο παρελθόν έχει καταδικαστεί για τις δυσμενείς συνθήκες κράτησης και η επιμήκυνση του χρόνου της διοικητικής κράτησης δεν αιτιολογείται επαρκώς
Η αύξηση του ανώτατου ορίου κράτησης σε 24 μήνες αντίκειται στο πνεύμα και το γράμμα της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ. Το ΔΕΕ έχει ήδη κρίνει ως ανεπίτρεπτη την διεύρυνση του ορίου κράτησης πέρα από τους 12 μήνες (ΔΕΕ, C-357/09 PPU, Kadzoev, παρ. 60 και 69 και ΔΕΕ, C‑924/19 PPU και C‑925/19 PPU, παρ. 279), ενώ η προτεινόμενη αύξηση έρχεται να προστεθεί στην ήδη διευρυμένη χρήση της διοικητικής κράτησης από τις ελληνικές αρχές, ακόμα και όταν αυτή είναι αλυσιτελής για το σκοπό απομάκρυνσης ή επιστροφής. Σε κάθε περίπτωση οι ευάλωτες ομάδες, όπως ανήλικοι και ασυνόδευτοι ανήλικοι, άτομα με αναπηρία και σοβαρά προβλήματα υγείας, ηλικιωμένοι, έγκυες, γυναίκες σε κατάσταση λοχείας, θύματα βασανιστηρίων ή σεξουαλικής βίας, ή άλλης σοβαρής μορφής ψυχολογικής και σωματικής βίας ή εκμετάλλευσης και θύματα εμπορίας ανθρώπων δεν πρέπει να κρατούνται, λόγω του εγγενούς και δυσανάλογου κινδύνου για την υγεία, την ασφάλεια και την ευημερία τους.
– Αύξηση του ανώτατου χρονικού ορίου διοικητικής κράτησης σε συνολικό χρονικό διάστημα 24 μηνών (άρθρο 16 παρ. 5 και παρ. 6 σ/ν).
Η πρόταση είναι ευθέως αντίθετη στο άρθρο 15 παρ. 5 και παρ. 6 της Οδηγίας Επιστροφών. Το ΔΕΕ έχει ήδη κρίνει ότι η Οδηγία Επιστροφών δεν επιτρέπει υπέρβαση του ανώτατου χρονικού ορίου κράτησης που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 15 παρ. 5 και 6 (συνολικά 6 + 12 μήνες), βλ. ΔΕΕ, C-357/09 PPU, Kadzoev, παρ. 60 και 69 και ΔΕΕ, C‑924/19 PPU και C‑925/19 PPU, παρ. 279.
Περαιτέρω, στην ελληνική έννομη τάξη το διάστημα των 18 μηνών αποτελεί το ανώτατο χρονικό διάστημα κράτησης προσώπου χωρίς ποινική καταδίκη (άρθρου 6 παρ. 4 του Συντάγματος). Υπέρβαση του ανωτέρω χρονικού διαστήματος κράτησης, εν προκειμένω όχι μόνο χωρίς ποινική καταδίκη αλλά κατά μείζονα λόγο στο πλαίσιο διοικητικής διαδικασίας, εγείρει σοβαρά ζητήματα σεβασμού θεμελιωδών εγγυήσεων και ελέγχεται υπό το πρίσμα της αρχής της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ. 1 Σ).
Υπενθυμίζουμε ότι προηγούμενη απόπειρα των ελληνικών αρχών να υπερβούν το ανώτατο προβλεπόμενο όριο που προβλέπεται από την Οδηγία είχε κριθεί από τα ελληνικά Δικαστήρια μη νόμιμη, και οι ελληνικές Αρχές αναγκάστηκαν να καταβάλλουν αποζημίωση για την περίπτωση υπέρβασης του ανώτατου χρονικού διαστήματος κράτησης, κατόπιν προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΠ, Παράνομη η επ’ αόριστον διοικητική κράτηση αλλοδαπών έκρινε το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών, 28-5-2014 & ΕΣΠ, Η Ελλάδα αποζημιώνει αιτούντα άσυλο που προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για την επιβολή του μέτρου της επ’ αόριστον κράτησης, 15-11-2015).
Επισημαίνουμε επιπλέον ότι από κανένα εμπειρικό στοιχείο δεν προκύπτει ότι η αύξηση του χρόνου κράτησης και η υποβολή πολιτών τρίτων χωρών σε παρατεταμένη διοικητική κράτηση αυξάνει τον αριθμό των επιστροφών, βλ. συναφώς μεταξύ άλλων Συνήγορος του Πολίτη, Ειδική Έκθεση, Επιστροφές Αλλοδαπών 2022, σελ. 6-7, UN Human Rights Council, Report of the Special Rapporteur on the human rights of migrants, A/HRC/38/41, παρ. 40.
Τέλος, σημειώνεται ότι με το άρθρο 16 (4) του σ/ν περιορίζεται περαιτέρω ο δικαστικός έλεγχος της Απόφασης κράτησης, με τον αυτεπάγγελτο δικαστικό έλεγχο όπως αυτός προβλέπεται στην Οδηγία Επιστροφών να λαμβάνει χώρα ανά εξάμηνο και όχι τρίμηνο όπως προβλέπει η σχετική διάταξη του 3907/2011.
Οι κύριες ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου συντείνουν σε μία ανεπίτρεπτη επιδείνωση της ήδη αυθαίρετης πρακτικής της γενικευμένης επιβολής στερητικών της ελευθερίας μέτρων σε βάρος των ανθρώπων που υπόκεινται σε διαδικασίες επιστροφής, χωρίς να κινούνται οι εν λόγω διαδικασίες με τη δέουσα επιμέλεια που απαιτεί το δικαίωμα στην ελευθερία, το οποίο κατοχυρώνεται σε διατάξεις υπερνομοθετικής ισχύος (άρθρο 6 ΧΘΔΕΕ, άρθρο 5 ΕΣΔΑ, άρθρο 9 ΔΣΑΠΔ).
Η αύξηση στην παρ. 5 του αρχικού χρονικού ορίου της κράτησης από έξι μήνες στο διπλάσιο χρονικό διάστημα του ενός έτους, σε συνδυασμό μάλιστα με την αύξηση στην παρ. 3 του χρονικού ορίου του αυτεπάγγελτου ελέγχου της κράτησης από τρεις σε έξι μήνες, οδηγεί, επομένως, όχι μόνο σε μία τιμωρητικού χαρακτήρα διεύρυνση της στέρησης ελευθερίας υπό τη μορφή διοικητικής κράτησης, αλλά και σε αποδυνάμωση του – ήδη περιορισμένου – δικαστικού ελέγχου αυτής.
Και τούτο μολονότι οι ελληνικές αρχές ήδη προβαίνουν σε υπερβολική και παρατεταμένη χρήση της διοικητικής κράτησης, σύμφωνα με τη σφοδρή και συστηματική κριτική που τους ασκούν οι ενωσιακοί θεσμοί. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης τονίζουν ότι «Οι πολίτες τρίτων χωρών υπόκεινται συστηματικά σε μακροχρόνια κράτηση, πολλοί εξ αυτών κρατούνται για το ανώτατο διάστημα των 18 μηνών, ακόμη και όταν υπάρχει περιορισμένη ή δεν υπάρχει προοπτική απομάκρυνσης και επομένως δεν δικαιολογείται η κράτηση. Σε πολλές περιπτώσεις, οι κρατούμενοι είχαν πολύ περιορισμένη επαφή με τις αρχές από την κράτησή τους, κατά τρόπο που υποδεικνύει έλλειψη παρακολούθησης της προετοιμασίας της απομάκρυνσής τους» (Report of the 2024 Revisit of Greece related to the serious deficiencies identified in 2021 in the field of return, C(2025) 4342 final, 03-07-2025, Annex, σελ. 6, Enhancing collaboration for strengthening Returns, Ares(2024)990858, 09-02-2024, σελ. 4).
Για τους λόγους αυτούς, οι τροποποιήσεις του υφιστάμενου πλαισίου που εισάγονται με τις παρ. 3 και 5 είναι δυσανάλογες και πρέπει να διαγραφούν.
Τέλος, η εισαγωγική διάταξη της παρ. 1, με την οποία αίρεται η εσφαλμένη μεταφορά του άρθρου 15 παρ. 1 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ στο άρθρο 30 παρ. 1 Ν 3907/2011 (Α΄ 7), αποτελεί θετική και επιβεβλημένη εξέλιξη για τη συμμόρφωση των ελληνικών αρχών με τις απαιτήσεις του ενωσιακού δικαίου (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Προειδοποιητική επιστολή INFR(2014)2231, 29-09-2022).
Τόσο η Oδηγία 2008/115/ΕΚ όσο και ο παλαιότερος νόμος 3907/20211 προέβλεπαν εξάμηνο για κράτηση και παράταση maximum ένα έτος. Τώρα, κατά παράβαση της Oδηγίας, προβλέπεται κράτηση ενός έτους συν ένα έτος παράταση (το τελευταίο ίσχυε). Σε κάθε περίπτωση, δεν εξαιρεί του ανηλίκους από αυτή την πρόβλεψη.
Άρθρο 16 παρ. 5 και 6 σε σχέση με τη μέγιστη κράτηση 24 μηνών:
Η πρόβλεψη δυνατότητας διοικητικής κράτησης για διάστημα έως 24 μηνών, είτε ως γενικός κανόνας είτε ως δυνατότητα, υπερβαίνει σαφώς τα όρια που επιβάλλει η Οδηγία 2008/115/ΕΚ. Η Οδηγία προβλέπει στο άρθρο 15 παρ. 5 ως ανώτατο διάστημα κράτησης τους έξι (6) μήνες, με δυνατότητα παράτασης έως δώδεκα (12) επιπλέον μήνες μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως η μη συνεργασία ή καθυστερήσεις από τη χώρα επιστροφής.
Η ρύθμιση του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου παραβιάζει ευθέως το δεσμευτικό κοινοτικό πλαίσιο, το οποίο υπερισχύει της εσωτερικής νομοθεσίας, ενώ αντίκειται και στην αρχή της αναλογικότητας και το άρθρο 15 παρ. 4 της ίδιας Οδηγίας, που ορίζει ότι η κράτηση παύει όταν δεν υπάρχει εύλογη προοπτική απομάκρυνσης. Η υπέρμετρη διάρκεια κράτησης συνιστά καταχρηστική χρήση ενός εξαιρετικού διοικητικού μέτρου, και είναι ασύμβατη με το κράτος δικαίου.
Δεν αναφέρει τπτ απολύτως για την διοίκηση αυτών των «υβριδικών» δομών, για την κλαλυψη τους κόστους κατασκευης τους, τις προσληψεις του απαραιτητου προσωπικού και τον βαθμο επικουρίας από το Υπ. Μετανάστευσης.
[παρ. 5]
Σύμφωνα με το άρθρο 15 παρ. 5 της ισχύουσας Οδηγίας 2008/115/ΕΚ, καθώς και σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 5 της πρότασης του νέου κανονισμού επιστροφών [COM (2025) 101 final], το (αρχικό) ανώτατο όριο κράτησης είναι έξι μήνες, και επομένως προκύπτει δυσαρμονία μεταξύ εθνικής και ενωσιακής νομοθεσίας.