Άρθρο 10 Αναβολή της απομάκρυνσης (Άρθρο 9 της Οδηγίας)

 

  1. Η απομάκρυνση πολίτη τρίτης χώρας που τελεί υπό διαδικασία επιστροφής αναβάλλεται υποχρεωτικά στις περιπτώσεις που:

α) παραβιάζεται η αρχή της μη επαναπροώθησης ή

β) έχει ανασταλεί σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 14.

  1. Οι αρμόδιες για την εκτέλεση της απόφασης επιστροφής αστυνομικές αρχές μπορούν, με αιτιολογημένη απόφασή τους, να αναβάλουν την απομάκρυνση, για εύλογο χρόνο, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές περιστάσεις κάθε περίπτωσης και ιδίως α) όταν υφίστανται αποδεδειγμένα σοβαρά προβλήματα υγείας του ενδιαφερομένου που καθιστούν την άμεση απομάκρυνση δυσανάλογη ή επικίνδυνη, β) την έλλειψη δυνατότητας άμεσης απομάκρυνσης, λόγω αντικειμενικής αδυναμίας διαπίστωσης της ταυτότητας, και γ) για τεχνικούς λόγους, όπως είναι η έλλειψη μέσων μεταφοράς. Στην περίπτωση αυτή διαβιβάζεται φάκελος στην αρμόδια εισαγγελική αρχή προκειμένου να κινήσει κατά την κρίση της την ποινική δίωξη για τυχόν διαπραχθέντα αδικήματα από τον προς απομάκρυνση πολίτη τρίτης χώρας.
  2. Εάν αναβληθεί η απομάκρυνση, κατά τα προβλεπόμενα στις παρ. 1 και 2, οι ως άνω αρμόδιες αρχές μπορούν να επιβάλουν με αιτιολογημένη απόφαση στον πολίτη τρίτης χώρας τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παρ. 3 του άρθρου 8.
  3. Η απόφαση αναβολής της απομάκρυνσης επιδίδεται στον πολίτη τρίτης χώρας και συνιστά γραπτή βεβαίωση ότι η απόφαση επιστροφής δεν μπορεί να εκτελεσθεί προσωρινά (βεβαίωση αναβολής της απομάκρυνσης). Η βεβαίωση αυτή έχει εξάμηνη ισχύ και μπορεί να ανανεώνεται μετά από νέα κρίση σχετικά με την εξακολούθηση του ανέφικτου της απομάκρυνσης. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της γραπτής βεβαίωσης, ο κάτοχός της οφείλει να παραμένει στη διάθεση των αρμόδιων για την εκτέλεση της απομάκρυνσης αρχών και να συνεργάζεται μαζί τους, ώστε αυτή να καταστεί δυνατή σε σύντομο χρόνο.

 

  • 4 Αυγούστου 2025, 17:43 | Mobile Info Team

    Η προτεινόμενη διάταξη που επιτρέπει την παραπομπή σε ποινική δίωξη ατόμων των οποίων η επιστροφή έχει ανασταλεί εγείρει σοβαρές ανησυχίες ως προς την αναλογικότητα, την αναγκαιότητα και τη συμμόρφωση με το δίκαιο της ΕΕ.

    Είναι τεκμηριωμένο ότι τα εμπόδια στην απομάκρυνση μπορεί να προκύπτουν από μια ευρεία σειρά παραγόντων, πολλοί από τους οποίους βρίσκονται πέρα από τον έλεγχο του προσώπου. Η ποινικοποίηση ατόμων που βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση ενέχει τον κίνδυνο να τιμωρούνται απλώς επειδή βρίσκονται σε ένα νομικό κενό και όχι λόγω κάποιας εκούσιας παραβατικής συμπεριφοράς.

    Σε συνδυασμό με το άρθρο 27 του σχεδίου νόμου (που τροποποιεί το άρθρο 83 του Ν. 3386/2005), το οποίο εισάγει ποινικές κυρώσεις για την παράτυπη διαμονή, η εν λόγω διάταξη μπορεί να οδηγήσει στη συστηματική ποινική δίωξη και φυλάκιση προσώπων που τελούν υπό διοικητική διαδικασία επιστροφής — ακόμη και όταν η επιστροφή είναι ανέφικτη.

    Μια τέτοια προσέγγιση δεν συνάδει με την Οδηγία Επιστροφής (2008/115/ΕΚ), η οποία προβλέπει διοικητικά — και όχι ποινικά — μέσα επιβολής της επιστροφής. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση El Dridi (C-61/11 PPU) έκρινε σαφώς ότι τα κράτη μέλη δεν μπορούν να επιβάλλουν ποινικές κυρώσεις που υπονομεύουν την αποτελεσματικότητα της Οδηγίας. Η ποινικοποίηση προσώπων που δεν είναι δυνατόν να επιστραφούν διατρέχει ακριβώς αυτόν τον κίνδυνο: συγχέει τον έλεγχο της μετανάστευσης με το ποινικό δίκαιο και αποπροσανατολίζει από την ουσιαστική εφαρμογή της επιστροφής.

    Επιπλέον, η διάταξη αυτή υπονομεύει την αρχή της αναλογικότητας, καθώς η ποινική δίωξη δεν είναι ούτε αναγκαία ούτε αποτελεσματική για την επίτευξη της επιστροφής — που αποτελεί τον βασικό στόχο της Οδηγίας. Αντιθέτως, μπορεί να παρεμποδίσει τις διαδικασίες επιστροφής και να περιπλέξει περαιτέρω την επιβολή τους.

    Σε περιπτώσεις όπου η επιστροφή έχει ανασταλεί, το νομικό πλαίσιο θα πρέπει να επικεντρώνεται σε μη καταναγκαστικά, αναλογικά διοικητικά μέτρα, όπως αυτά που προβλέπονται στο άρθρο 10(3), τα οποία μπορούν να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση χωρίς καταφυγή στην ποινικοποίηση.

    Ως εκ τούτου, συνιστούμε έντονα τη διαγραφή της τελευταίας πρότασης του άρθρου 10(2).

  • 31 Ιουλίου 2025, 16:43 | ΓΙΑΤΡΟΙ ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΟΡΑ – ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

    Η πρόβλεψη του νομοσχεδίου για τη δυνατότητα των αστυνομικών αρχών που είναι αρμόδιες για την εκτέλεση της απόφασης επιστροφής να αναβάλουν την απομάκρυνση για εύλογο χρόνο όταν υφίστανται αποδεδειγμένα σοβαρά προβλήματα υγείας που καθιστούν την άμεση απομάκρυνση δυσανάλογη ή επικίνδυνη, είναι πιο περιορισμένη από το πνεύμα της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ σχετικά με την αναβολή απομάκρυνσης λόγω «της φυσικής ή διανοητικής κατάστασης του υπηκόου τρίτης χώρας». Υπό το πρίσμα του Ενωσιακού Δικαίου, άρθρο 2 Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ για το Δικαίωμα στη Ζωή, άρθρο 19 Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ για την προστασία σε περίπτωση απομάκρυνσης, απέλασης και έκδοσης καθώς και την Οδηγία περί επιστροφής 2008/115/ΕΚ (άρθρο 5), τα κράτη μέλη, κατά την εκτίμηση του ζητήματος αν συντρέχουν λόγοι υγείας που δεν επιτρέπουν την απομάκρυνση, είναι υποχρεωμένα να λαμβάνουν υπόψη τους το σύνολο των επιπτώσεων που προκαλεί στην υγεία η διακοπή ιατρικής περίθαλψης σοβαρά ασθενούς αλλοδαπού που νοσηλεύεται σε κράτος μέλος. (Βλ. Paposhvili κατά Βελγίου (Paposhvili v. Belgium [GC] – 41738/10,Judgment 13.12.2016 και Υπόθεση ΔΕΕ C-69/21/22.11.2022, Savran κατά Δανίας, Savran v. Denmark [GC] – 57467/15 Judgment 7.12.2021). Κατά περίπτωση, υπάρχει υποχρέωση αναβολής απομάκρυνσης για λόγους υγείας ή και υποχρέωση χορήγησης δικαιώματος νόμιμης παραμονής και όχι απλή δυνατότητα των αρχών να χορηγήσουν αναβολή απομάκρυνσης, όπως προβλέπει το νομοσχέδιο.
    Επομένως πρέπει να προβλεφθεί στο παρόν άρθρο υποχρέωση, και όχι απλή δυνατότητα, των αρμοδίων αρχών να χορηγούν αναβολή απομάκρυνσης για λόγους υγείας.

  • 29 Ιουλίου 2025, 18:00 | Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA)

    Οι παρατηρήσεις μας επί της ποινικοποίησης της παράτυπης παραμονής στο ελληνικό έδαφος εκτίθενται αναλυτικά στα σχόλια επί του άρθρου 27 του παρόντος.

    Σε κάθε περίπτωση, η ρύθμιση στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου που αφορά τη διαβίβαση του φακέλου στην αρμόδια εισαγγελική αρχή για την άσκηση ποινικής δίωξης «για τυχόν διαπραχθέντα αδικήματα» από τον πολίτη τρίτης χώρας του οποίου η επιστροφή κρίνεται ανέφικτη, πρόκειται να οδηγήσει σε καταχρηστική – και δυσανάλογα επιβαρυντική για τους εισαγγελικούς λειτουργούς – κίνηση ποινικών διαδικασιών σε βάρος ανθρώπων που παραμένουν στην επικράτεια άνευ υπαιτιότητας και για αντικειμενικούς λόγους που, κατά την κρίση της Ελληνικής Αστυνομίας, θεμελιώνουν το ανέφικτο της απομάκρυνσης. Περαιτέρω παρατηρήσεις παρατίθενται αναλυτικά στα σχόλια επί του άρθρου 27. Για τους λόγους αυτούς, το εδάφιο β΄ της παρ. 2 του παρόντος άρθρου πρέπει να διαγραφεί.

  • 29 Ιουλίου 2025, 15:02 | SolidarityNow

    Άρθρο 10 παράγραφος 2 και Άρθρο 23 παράγραφος 4, τελευταίο εδάφιο:
    Η διάταξη που προβλέπει ότι, σε περιπτώσεις αναβολής της απομάκρυνσης, «διαβιβάζεται φάκελος στην αρμόδια εισαγγελική αρχή προκειμένου να κινήσει κατά την κρίση της την ποινική δίωξη για τυχόν διαπραχθέντα αδικήματα» αντιβαίνει στο πνεύμα της Οδηγίας. Η απειλή ποινικής δίωξης επειδή ένα πρόσωπο δεν κατέστη δυνατόν να απομακρυνθεί, ιδίως λόγω προβλημάτων υγείας ή τεχνικών εμποδίων, είναι δυσανάλογη και ακυρώνει στην πράξη την προστασία που παρέχει το άρθρο χορηγώντας την αναβολή απομάκρυνσης. Η προβληματική σύλληψη ότι η αποτυχία απομάκρυνσης ενός αλλοδαπού, και μάλιστα χωρίς δική του υπαιτιότητα, μπορεί να υποκρύπτει τέλεση ποινικών αδικημάτων, οδηγεί σε αδιακρίτως ποινικοποιημένη ανάγνωση μιας διοικητικής κατάστασης. Η ποινική δίωξη πρέπει να βασίζεται σε συγκεκριμένες πράξεις ή παραλείψεις, και όχι σε διοικητικές καταστάσεις ανάγκης ή τεχνικά εμπόδια, ιδίως όταν ο ίδιος ο νόμος προβλέπει τη δυνατότητα αναβολής.