Άρθρο 25 Πληρωμή αποζημιώσεων δικηγόρων νομικής βοήθειας

1. Η πληρωμή αποζημιώσεων στους δικηγόρους που παρείχαν υπηρεσίες στο πλαίσιο του συστήματος νομικής βοήθειας, σύμφωνα με τα άρθρα 1 έως 12 του ν. 3226/2004 (Α΄ 24), για τις οποίες έχουν εκδώσει ειδικά γραμμάτια κατά τις διατάξεις του Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013, (Α΄ 208) κατά τo χρονικό διάστημα από 1.1.2023 έως 31.12.2023, καθώς και σε αυτούς που έχουν εκδώσει ειδικά γραμμάτια κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2019 έως 31.12.2022 αλλά δεν έκαναν χρήση του άρθρου 69 του ν. 5016/2023 (Α΄ 21), δύναται να διενεργείται και με τη διαδικασία που περιγράφεται στις παρ. 1, 2, και 3 του άρθρου 69 και στο άρθρο 69Α του ν. 5016/2023. Στην περίπτωση εφαρμογής του πρώτου εδαφίου, προσκομίζονται φορολογικά παραστατικά (τιμολόγια) και τα στοιχεία τους αναγράφονται στην υπεύθυνη δήλωση της περ. γ’ της παρ. 3 του άρθρου 69 του ν. 5016/2023. Οι αποζημιώσεις που καταβάλλονται σύμφωνα με την παρούσα αφορούν στο εκατό τοις εκατό (100%) του συνολικού ποσού των φορολογικών παραστατικών (τιμολογίων).
2. Στους δικηγόρους που έκαναν χρήση του άρθρου 69 του ν. 5016/2023 το υπολειπόμενο είκοσι τοις εκατό (20%) του συνολικού ποσού αμοιβής καταβάλλεται με χρηματικά εντάλματα πληρωμής που εκδίδονται από το Ταμείο Χρηματοδοτήσεως Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.) ανά δικηγορικό σύλλογο, κατόπιν υποβολής στο ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. από την Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων: α) κατάστασης, στην οποία παρατίθενται, σε ξεχωριστές στήλες για κάθε δικαιούχο, αα) τα ειδικά γραμμάτια για τα οποία πληρώθηκε το ογδόντα τοις εκατό (80%) του συνολικού ποσού αμοιβής που προκύπτει από τα γραμμάτια αυτά, αβ) το ποσό που αντιστοιχεί στο υπολειπόμενο είκοσι τοις εκατό (20%) του συνολικού ποσού αμοιβής, αγ) τα φορολογικά παραστατικά που έχουν εκδοθεί για τα ως άνω γραμμάτια, είτε αντιστοιχούν στο εκατό τοις εκατό (100%), είτε στο υπολειπόμενο είκοσι τοις εκατό (20%) της αμοιβής, αδ) ο φόρος εισοδήματος και ο φόρος προστιθέμενης αξίας, εφόσον ο δικαιούχος δεν τυγχάνει απαλλαγής, που αναλογούν στο υπολειπόμενο είκοσι τοις εκατό (20%) της αμοιβής και αε) το πληρωτέο ποσό, β) των φορολογικών παραστατικών που εκδόθηκαν για το υπολειπόμενο είκοσι τοις εκατό (20%) της αμοιβής, στην περίπτωση που δεν είχαν υποβληθεί ήδη φορολογικά παραστατικά για το εκατό τοις εκατό (100%) και γ) υπεύθυνης δήλωσης του δικαιούχου στην οποία δηλώνει την Τράπεζα και τον τραπεζικό λογαριασμό πίστωσης, σε μορφή Διεθνούς Τραπεζικού Λογαριασμού (ΙΒΑΝ), συμπεριλαμβανομένης και σχετικής αποτύπωσής του, εφόσον έχει υπάρξει μεταβολή σε σχέση με τον τραπεζικό λογαριασμό που είχε δηλώσει για την πληρωμή του ογδόντα τοις εκατό (80%).
3. Η παρ. 4, το τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παρ. 6 και η παρ. 7 του άρθρου 69 του ν. 5016/2023 εφαρμόζονται αναλόγως και στις πληρωμές που διενεργούνται σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του παρόντος.
4. Για τις παρ. 1 έως 3 διενεργείται δειγματοληπτικός έλεγχος από το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ., το αργότερο μέχρι το πρώτο εξάμηνο του ερχόμενου έτους της καταβολής της απαιτούμενης αποζημίωσης των δικαιούχων, σε ποσοστό όχι μικρότερο του πέντε τοις εκατό (5%) του συνολικού αριθμού των τιμολογίων, τα οποία εξοφλήθηκαν ανά έτος. Σε περίπτωση ουσιώδους ανακρίβειας της δηλώσεως ή πλημμέλειας στην αποστολή των δικαιολογητικών, ο δικηγόρος που έλαβε την αποζημίωση καλείται να επιστρέψει αυτήν στο ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. Αν παραλείψει να το πράξει, το ποσό της αποζημίωσης που έλαβε βεβαιώνεται σε βάρος του στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, (Α’ 190), ενώ δύναται να αποκλείεται έως και δύο (2) έτη από την παροχή νομικής βοήθειας. Στην περίπτωση του δεύτερου εδαφίου, το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. υποβάλλει αναφορά στο πειθαρχικό όργανο του οικείου δικηγορικού συλλόγου και εφαρμόζονται τα άρθρα 146 έως 159 του Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013, Α’ 208). Για την εφαρμογή του δεύτερου εδαφίου το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. αποστέλλει χρηματικό κατάλογο στην Α.Α.Δ.Ε..

  • 26 Φεβρουαρίου 2024, 11:35 | ΟΛΓΑ ΤΣΙΑΡΑ

    Υπάρχουν ειδικά γραμμάτια νομικής βοήθειας προηγούμενου χρονικού διαστήματος από το αναφερόμενο στο νόμο, δηλαδή που έχουν εκδοθεί πχ. το έτος 2017 και δεν έχουν εκκαθαριστεί, καθώς για να κατατεθούν τα αναγκαία δικαιολογητικά στις πολιτικές υποθέσεις χρειάζεται να έχει εκδοθεί πρώτα η δικαστική απόφαση (αυτό σημαίνει ότι η απόφαση κάνει από δύο έως τρία χρόνια να εκδοθεί).

    Για ποιο λόγο αναφερόμαστε σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και δεν αναφερόμαστε εν γένει στα εκδοθέντα γραμμάτια μέχρι και το 2023, αφήνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τα παλαιότερα γραμμάτια, τα οποία μάλιστα θα έπρεπε να εκκαθαριστούν πρώτα.

    Έτσι για δεύτερη φορά νομοθετείται ένας νόμος που δεν καταλαμβάνει τις παλαιότερες υποθέσεις, οι οποίες και θα έπρεπε να προηγηθούν κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας.