Άρθρο 02 – Σκοποί

Με την ίδρυση και λειτουργία του ΑΚΡΟΠΟΛ ΑΚΡΟΣ επιδιώκεται η εξυπηρέτηση των κάτωθι σκοπών δημοσίου συμφέροντος:

(α) Ως προς τα μέλη του πολιτιστικού και δημιουργικού κλάδου:

  1. Η ανάπτυξη δράσεων και προγραμμάτων για την ενδυνάμωση των δομών οργανισμών και φορέων του πολιτιστικού και δημιουργικού κλάδου.
  2. Η παροχή εργαλείων και τεχνογνωσίας για την εξεύρεση πόρων και την αξιοποίηση ευκαιριών διεθνώς.
  3. Η καλλιέργεια των δεξιοτήτων των μελών του πολιτιστικού και δημιουργικού κλάδου και η ανάδειξη νέων στελεχών στο πεδίο του πολιτισμού και της πολιτιστικής διαχείρισης.
  4. Η παροχή υπηρεσιών και ευκαιριών δικτύωσης και διασύνδεσης φορέων του πολιτιστικού και δημιουργικού κλάδου, τόσο μεταξύ τους όσο και με καλλιτεχνικούς, τεχνολογικούς, ερευνητικούς, χρηματοδοτικούς και άλλους οργανισμούς και φορείς, στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
  5. Η δημιουργία ευκαιριών κινητικότητας, τόσο μέσω φιλοξενίας καλλιτεχνών και δημιουργών όσο και μέσω της υποστήριξης δράσεων εξωστρέφειας (π.χ. μέσω της συμμετοχής σε διεθνή φεστιβάλ και εκδηλώσεις) και της ανάθεσης συγκεκριμένων έργων και δράσεων.
  6. Η παροχή δυνατότητας έκθεσης και διάθεσης έργων των μελών του πολιτιστικού και δημιουργικού κλάδου.
  7. Η χρηματοδότηση ή/και επιδότηση της παραγωγής καλλιτεχνικών/δημιουργικών έργων, η χρηματοδότηση ή/και επιδότηση προώθησης και διανομής των έργων αυτών στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
  8. Η χορήγηση υποτροφιών σε μέλη του πολιτιστικού και δημιουργικού κλάδου.
  9. Η σύσταση και λειτουργία κόμβου πληροφόρησης (φυσικού και ψηφιακού) για τα μέλη του πολιτιστικού και δημιουργικού κλάδου.
  10. Κάθε άλλη συναφής με τα ανωτέρω δραστηριότητα, κατόπιν σχετικής απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.).

(β) Ως προς τον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό στο σύνολό του:

  1. Η διερεύνηση της αμφίδρομης σχέσης μεταξύ πολιτισμού και τεχνολογίας και η ανάπτυξη προγραμμάτων γύρω από τη σχέση αυτή.
  2. Η διερεύνηση καινοτόμων πρακτικών στις διάφορες μορφές καλλιτεχνικής δημιουργίας.
  3. H ερμηνεία και προσέγγιση της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομίας μέσα από σύγχρονα καλλιτεχνικά μέσα έκφρασης.
  4. Η προώθηση και προβολή της σύγχρονης καλλιτεχνικής και πολιτιστικής δημιουργίας στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
  5. Η δημιουργία συνθηκών που θα επιτρέπουν την ενίσχυση, καλλιέργεια και παραμονή στη χώρα αναδυόμενων καλλιτεχνικών δυνάμεων.
  6. Κάθε άλλη συναφής με τα ανωτέρω δραστηριότητα, κατόπιν σχετικής απόφασης του Δ.Σ..

(γ) Ως προς το γενικό κοινό:

  1. Η διάχυση της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας στο γενικό κοινό και ο σχεδιασμός πολιτικών ανάπτυξης κοινού.
  2. Η διοργάνωση δράσεων, εκδηλώσεων και εκθέσεων τόσο μέσα στο κτίριο που του έχει παραχωρηθεί όσο και στην ευρύτερη περιοχή.
  3. Η εξασφάλιση της δυνατότητας διάδρασης του γενικού κοινού με μέλη του πολιτιστικού και δημιουργικού κλάδου.
  4. Η ανάπτυξη και υλοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων για το γενικό κοινό, παιδιά και οικογένειες, καθώς και στοχευμένες κοινωνικές και άλλες ομάδες (όπως άτομα άνω των 65 ετών, άτομα με αναπηρία, κατοίκους της περιοχής) για την εξοικείωσή τους με τη τέχνη και τις πολλαπλές εκφάνσεις της δημιουργικότητας και τη συμμετοχή τους σε πολιτιστικές δράσεις.
  5. Η αναζωογόνηση της ευρύτερης περιοχής του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και η δημιουργία ενός νέου προορισμού πολιτισμού και αναψυχής.
  6. Η διεξαγωγή μελετών και ερευνών για τη συμμετοχή του κοινού στον σύγχρονο πολιτισμό.
  7. Κάθε άλλη συναφής με τα ανωτέρω δραστηριότητα, κατόπιν σχετικής απόφασης του Δ.Σ..

(δ) Ως προς το κτίριο του ΑΚΡΟΠΟΛ ΑΚΡΟΣ, ως σημείο αναφοράς και συνάντησης των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής και των επισκεπτών της Αθήνας:

  1. Η λειτουργία πωλητηρίου.
  2. Η λειτουργία αναψυκτηρίου και εστιατορίου.
  3. Κάθε άλλη συναφής με τα ανωτέρω δραστηριότητα, κατόπιν σχετικής απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου.
  • 26 Ιουνίου 2020, 16:22 | Διονύσης Ρ. Ρηγόπουλος

    Τους στόχους του φορέα του Ν/Σ έχουν ήδη σχολιάσει άτομα με άμεση σχέση και γνώση του αντικειμένου, εκφράζοντας συγκεκριμένες αντιρρήσεις. Στα σχόλια αυτά επισημαίνεται και η καταφανώς γενικόλογη διατύπωση των στόχων.

    Αν τελικά προκριθεί η σκοπιμότητα του φορέα, θα πρέπει να διατυπωθούν ακριβέστερα οι στόχοι του καθώς και κριτήρια αξιολόγησης της επίτευξής τους. Στη διατύπωση αυτή πολύτιμη μπορεί να αποδειχθεί η συνεισφορά των άμεσων αποδεκτών των υπηρεσιών του φορέα.

    Για παράδειγμα, το σχόλιο του κ. Κυριάκου Σπύρου στην παρούσα διαβούλευση, εγείρει ενδεχομένως και θέμα καταλληλότητας του κτιρίου του Acropole για τις προβλεπόμενες χρήσεις. Ειδικότερα, η παρατήρησή του «Τα residencies θα πρέπει να πλαισιώνονται από όλες τις απαραίτητες υποδομές, όπως χώροι εργαστηριακοί, προβών, συγγραφής, εκθεσιακοί, προβολών και λοιπά, όλοι κατάλληλα εξοπλισμένοι. Θα πρέπει επίσης στο Ακροπόλ να υπάρχει αναγνωστήριο και βιβλιοθήκη που να εξυπηρετεί τους residents και την ευρύτερη καλλιτεχνική κοινότητα, χώρος για ομιλίες και εργαστήρια, χώρος προβολών», δημιουργεί το ερώτημα μήπως ένας χώρος εκτός αστικού ιστού και με προδιαγραφές ευέλικτης διαρρύθμισης ανάλογα με τις ανάγκες είναι καταλληλότερος από το μνημειακό Acropole στο οποίο δεν ξέρω πόσο επιθυμητές θα ήταν διαφόρων ειδών παρεμβάσεις των residents.

    Για την αναζήτηση/αξιολόγηση ακινήτων του Δημοσίου χρησιμεύει το «Εθνικό Μητρώο Υποδομών» με όλες τις υποδομές και τα κτίρια που ανήκουν σε ή βρίσκονται υπό τη διαχείριση φορέων του δημόσιου τομέα σε δημόσια προσβάσιμη μορφή, που έχει προβλεφθεί από το άρθρο 10 του Ν. 4635/2019. (Είναι, άραγε, χρησιμοποιήσιμο αυτό το Μητρώο;)

    Επίσης, επειδή κατά την κρίση, με λανθασμένες ενέργειες του κράτους, επλήγησαν πολλοί ενώ ωφελήθηκαν λίγοι, χρειάζεται να τεκμηριωθεί ότι είναι πράγματι «δημοσίου συμφέροντος» όλοι οι σκοποί για τους οποίους προβλέπεται να δαπανώνται διαρκώς δημόσιοι πόροι προς περιορισμένους αποδέκτες.

    Είναι απαραίτητο οι προτάσεις δημιουργίας νέων δομών του Δημοσίου, να είναι τουλάχιστον όσο σαφείς είναι οι προτάσεις φορέων για χρηματοδότηση πολύ μικρότερων σε κόστος και διάρκεια έργων. Για σύγκριση, στο https://bit.ly/3eBSxSY βρίσκονται τα έντυπα που χρειαζόταν να συμπληρώσει μια ΜΚΟ για να υποβάλει πρόταση στο ActiveCitizenFund (2.6.2020), για έργα ύψους 80 έως 200 χιλιάδων ευρώ, για διάρκειας από 12 έως 36 μήνες.

    ============================ =========
    Επειδή, επανειλημμένα, σχόλιά μου έχουν παραλειφθεί από την Έκθεση επί της Διαβούλευσης, υπενθυμίζω ότι στην Έκθεση αυτή είναι υποχρεωτικό να «παρουσιάζονται ομαδοποιημένα τα σχόλια και οι προτάσεις όσων έλαβαν μέρος στη διαβούλευση και τεκμηριώνεται η ενσωμάτωσή τους ή μη στις τελικές διατάξεις» σύμφωνα με την παρ.4, Άρθρο 61, Ν. 4622/2019 για το Επιτελικό Κράτος.

    Συνοψίζοντας, το παρόν σχόλιο θέτει θέμα ακρίβειας και πληρότητας στη διατύπωση των στόχων, καθώς και θέσπισης κριτηρίων για την επίτευξή τους, σε περίπτωση που, παρά τη δημιουργία διοικητικών βαρών, προκριθεί η ανάγκη δημιουργίας νέου φορέα.

    Διονύσης Ρ. Ρηγόπουλος, Ph.D.
    Μέλος της ομάδας εργασίας για την ανοιχτή διακυβέρνηση
    του Οργανισμού Ανοιχτών Τεχνολογιών
    dionysis.rigopoulos@gmail.com

  • 26 Ιουνίου 2020, 12:40 | ΕΠΙΤΕΛΙΚΗ ΔΟΜΗ ΕΣΠΑ ΥΠΠΟΑ

    Η Επιτελική Δομή ΕΣΠΑ του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού (ΕΔΕΠΟΛ) κρίνει ως πολύ θετική εξέλιξη την κατάθεση Σχεδίου Νόμου για τη σύσταση του Φορέα Λειτουργίας της δομής του ACROPOLE, καθώς όσα προβλέπονται για τους σκοπούς και τη λειτουργία του νέου φορέα, κινούνται, σε μεγάλο βαθμό, προς την κατεύθυνση του σχεδιασμού που είχε επεξεργαστεί και η ΕΔΕΠΟΛ σε υπηρεσιακό επίπεδο, σε σχέση με το σχεδιαζόμενο προς χρηματοδότηση έργο από το ΕΣΠΑ 2014-2020. Για το λόγο αυτό, θα ήθελε και από αυτό το βήμα να ευχαριστήσει το Γενικό Γραμματέα Σύγχρονου Πολιτισμού, κ. Νικόλα Γιατρομανωλάκη, ο οποίος συνεργάστηκε στενά με τα στελέχη της, άκουσε με προσοχή τις προτάσεις, τις επεξεργάστηκε και έδωσε κατάλληλες οδηγίες, προκειμένου να συντονιστεί το όλο εγχείρημα κι έτσι ο σχεδιασμός, μετά από παραπάνω από 5 χρόνια, να φτάσει κοντά στην υλοποίηση.

    Η ΕΔΕΠΟΛ, λόγω της συμμετοχής της στις διαδικασίες σχεδιασμού του ΕΣΠΑ 2014-2020, είχε διαγνώσει από πολύ νωρίς (2014) την επιτακτική ανάγκη πληροφόρησης και εξειδικευμένης υποστήριξης των επαγγελματιών του Πολιτιστικού και Δημιουργικού Τομέα (ΠΔΤ), προκειμένου να εξοικειωθούν με τις διαδικασίες υποβολής προτάσεων σε ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά προγράμματα, ώστε να έχουν, εν τέλει, τη δυνατότητα χρηματοδότησης επί ίσοις όροις, όπως κάθε άλλος επαγγελματίας στην Ελλάδα.

    Προκειμένου, επίσης, να αντιμετωπιστεί με τη δέουσα σοβαρότητα ο Τομέας αυτός, να υπάρχουν απτά και καταγεγραμμένα στατιστικά στοιχεία, τόσο σχετικά με το μέγεθος της οικονομικής δραστηριότητας όσο και με τους επαγγελματίες και τις ικανότητές τους που θα έπρεπε να ενισχυθούν, ώστε το έργο τους να αποκτήσει εξωστρέφεια και αναγνωρισιμότητα τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, προέβη –σε συνεργασία με τη Γενική Διεύθυνση Σύγχρονου Πολιτισμού (ΓΔΣΠ) του ΥΠΠΟΑ- στη μελέτη Χαρτογράφησης της Πολιτιστικής και Δημιουργικής Βιομηχανίας στην Ελλάδα το 2016. Η αξιοποίηση του ACROPOLE PALACE, στο πλαίσιο αυτό, στόχευε πάντα στη δημιουργία ενός φορέα – εργαλείου των δημόσιων πολιτικών του ΥΠΠΟΑ, με στόχο τη στήριξη του σύγχρονου πολιτισμού και των εργαζομένων σε αυτόν, καθώς και τη διάχυση της καλλιτεχνικής δημιουργίας στην κοινωνία. Για το λόγο αυτό, η ΕΔΕΠΟΛ με μεγάλες προσπάθειες, κατάφερε να διασφαλίσει τη χρηματοδότηση της οργάνωσης και πιλοτικής λειτουργίας του έργου από το ΕΠΑνΕΚ.

    Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, η ΕΔΕΠΟΛ εκφράζει την επιφύλαξή της για το γεγονός ότι ο νέος φορέας στο παρόν Σχέδιο Νόμου, φαίνεται να απομακρύνεται από την οργανική του σχέση με το ΥΠΠΟΑ και τη ΓΔΣΠ, αφού δεν λειτουργεί υπό το Γενικό Γραμματέα Σύγχρονου Πολιτισμού, ούτε έχουν στο ΔΣ του θέση στελέχη της ΓΔΣΠ (άρα και τμήμα της καθ΄ύλην αρμόδιας Υπηρεσίας), αλλά λειτουργεί ανεξάρτητα και χωρίς να διασφαλίζεται με κάποιο τρόπο η μόνιμη συνεργασία με τις αρμόδιες Υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ.

  • Το σχέδιο νόμου με τον γενικόλογο χαρακτήρα του, δημιουργεί ερωτήματα και απορίες αντί να απαντά σε συγκεκριμένες ανάγκες και προβλήματα, που αναζητούν πρακτικές λύσεις στον τομέα του πολιτισμού.
    Ειδικά για τον τομέα του βιβλίου, πολύ φοβόμαστε πως ο νέος φορέας θα αποτελέσει το άλλοθι για τη ΜΗ δημιουργία φορέα με αποκλειστικό αντικείμενο το βιβλίο, η ύπαρξη του οποίου αποτελεί το μοναδικό εχέγγυο για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση μιας εθνικής πολιτικής για την ανάπτυξη της φιλαναγνωσίας και την προώθηση του βιβλίου, ως το βασικό συστατικό μιας επιτυχούς εκπαίδευσης αλλά και δια βίου μάθησης.
    Έχουμε τονίσει σε όλους τους αρμόδιους ότι μετά την κατάργηση του ΕΚΕΒΙ και την ανυπαρξία εθνικού σχεδιασμού, η ίδρυση φορέα για το βιβλίο είναι επιτακτική ανάγκη των καιρών. Στα καθήκοντα και τους στόχους του νέου φορέα θα συγκαταλέγονται:
    • ο συντονισμός όλων των υπουργείων, όπου εμπλέκονται σε σχέση με το βιβλίο
    • η ευθύνη για τη δημιουργία συνολικής στρατηγικής για το βιβλίο και η φροντίδα για την υλοποίησή της
    • η ευθύνη για την εκπόνηση προγραμμάτων ανάπτυξης των υπαρχόντων βιβλιοθηκών και δημιουργίας νέων σε δήμους και σχολεία, που θα περιλαμβάνει εμπλουτισμό τους σε τίτλους, ανθρώπινο δυναμικό, νέες τεχνολογίες διαχείρισης και επικοινωνίας και διασύνδεσή τους με την κοινωνία (σχολεία, λέσχες ανάγνωσης, πολιτιστικά κέντρα, ΚΑΠΗ). Ο διαχωρισμός και κατακερματισμός των βιβλιοθηκών μεταξύ 3 υπουργείων (Παιδείας, Πολιτισμού, Εσωτερικών) αποτελεί μόνιμη τροχοπέδη για την παιδεία και τον πολιτισμό της χώρας μας.
    • η λειτουργία του ως διαμεσολαβητή μεταξύ κράτους και συντελεστών του βιβλίου.
    • η καλλιέργεια και διάδοση της φιλαναγνωσίας
    • η οργάνωση εξειδικευμένων επαγγελματικών σεμιναρίων με τη συνδρομή του Ελληνικού Πανεπιστημίου (δημιουργική γραφή, διόρθωση-επιμέλεια κειμένων, λογοτεχνική μετάφραση, marketing& πωλήσεις βιβλίου)
    • η διεξαγωγή μελετών, ερευνών και στατιστικών για το βιβλίο και την ανάγνωση (αριθμός εκδιδόμενων βιβλίων, είδος, τιράζ, πωλήσεις, τιμή, αναγνωστικές συμπεριφορές κοινού, σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες)
    • η εξωστρέφεια και προβολή του ελληνικού βιβλίου στο εξωτερικό
    • η διασύνδεση με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις προηγμένες δυτικές χώρες, εκμετάλλευση των ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών προγραμμάτων, υποστήριξη των φορέων, που υλοποιούν ή επιθυμούν να υλοποιήσουν ευρωπαϊκά προγράμματα.

    Θεωρούμε την ίδρυση φορέα για το βιβλίο πρώτιστο καθήκον της πολιτείας. Το ΚΕΝΤΡΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΑΚΡΟΠΟΛ θα κριθεί από το συνολικό του έργο στο μέλλον.

  • 26 Ιουνίου 2020, 08:08 | Κυριάκος Σπύρου

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ
    Όλο το σκεπτικό και οι προτεινόμενες δραστηριότητες του νέου φορέα ‘Κέντρο Τέχνης και Δημιουργίας Ακροπόλ’ αφορούν σχεδόν αποκλειστικά σε διαδικασίες προβολής, διαχείρισης και ανάπτυξης επιχειρηματικών δεξιοτήτων. Διαφωνούμε επί της βάσης του προγράμματος αυτού για δύο λόγους.

    Αφενός δεν είναι καίριο. Αυτή τη στιγμή οι δημιουργικοί κλάδοι της χώρας δεν χρειάζονται περισσότερο μάρκετινγκ και μάνατζμεντ αλλά ένα αναπτυξιακό πλαίσιο το οποίο θα ενισχύσει τη βάση της πολιτιστικής οικονομίας και το οποίο θα δομηθεί με όρους καλλιτεχνικής δημιουργίας. Ο ρόλος του Ακροπόλ θα πρέπει να είναι κάτι εντελώς άλλο. Να λειτουργεί ως ένα κέντρο δημιουργίας και διαλόγου, ενα κέντρο πειραματισμού και έρευνας που θα ενδυναμώνει το οικοσύστημα του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού στις ρίζες του.

    Αφετέρου δεν είναι καινοτόμο. Υπάρχει ήδη εξειδικευμένο δυναμικό, ικανότητες, εμπειρία στον πολιτιστικό κλάδο σε όλες τις ειδικότητες, και το σχέδιο νόμου φαίνεται να το αγνοεί αυτό. Υπάρχουν ήδη φορείς, χώροι, πρωτοβουλίες, συλλογικότητες, ανεξάρτητοι θεσμοί και λοιπά που εκπληρώνουν ήδη όλους τους στόχους του νομοσχεδίου, και μάλιστα εδώ και χρόνια. Ενδεικτικά αναφέρουμε για τα εικαστικά ότι υπάρχουν πάνω από 120 ανεξάρτητοι χώροι τέχνης, πρωτοβουλίες, συλλογικότητες και φορείς στην Αττική που καλλιεργούν τις ίδιες ακριβώς δεξιότητες, σε βάθος οκταετίας τουλάχιστον και μάλιστα απουσία κρατικής υποστήριξης. Θα πρέπει το ΥΠΠΟΑ, μέσω του Ακροπόλ και άλλων προγραμμάτων, να αναγνωρίσει αυτή τη δραστηριότητα, να ενδυναμώσει και να αναδείξει το έργο της καλλιτεχνικής κοινότητας με όρους αυτοδυναμίας, ανεξαρτησίας και ελεύθερης έκφρασης, και όχι να επενδύσει σε προγράμματα προβολής, επικοινωνίας και πολιτιστικής επιχειρηματικότητας, ειδικά σε αυτή την τόσο κρίσιμη στιγμή για τον κλάδο.

    Από μια προκαταρκτική ανάλυση που κάναμε σε δικά μας ερωτηματολόγια που απαντήθηκαν από εργαζόμενους στον πολιτισμό, προκύπτει ότι οι πραγματικές ανάγκες των ερωτηθέντων είναι άλλες. Εντοπίζουμε σοβαρά προβλήματα στον κλάδο όπως η υψηλή φορολογία (που δεν μας αφήνει να ευδοκιμήσουμε επαγγελματικά), ή η μη δυνατότητα διατήρησης χώρου εργασίας (στούντιο, χώρος πρόβας κλπ). Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι το 38% των ερωτηθέντων εργάζεται από το σπίτι και το 37% δεν έχει καν χώρο να δουλέψει.

    Το Ακροπόλ οφείλει να έρθει ως απάντηση στα τεράστια κενά που υπάρχουν στην στήριξη του σύγχρονου πολιτισμού στην Ελλάδα και τη σχέση του με το εξωτερικό. Πιστεύουμε ότι μέσα από ένα ενισχυμένο πρόγραμμα φιλοξενίας καλλιτεχνών που θα συνοδεύεται από εκθέσεις και εκπαιδευτικά προγράμματα, μπορεί να εκπληρώσει έναν πραγματικά καίριο και ουσιαστικό θεσμικό ρόλο. Επομένως το πρόγραμμα του Ακροπόλ θα πρέπει να είναι ειδικά σχεδιασμένο για να προσφέρει στους καλλιτέχνες χώρο και χρόνο για παραγωγή καλλιτεχνικού έργου, να προωθεί την ποικιλία και τη διαφορετικότητα των καλλιτεχνικών απόψεων και να ενισχύει την ελευθερία όλων των δημιουργικών κλάδων.

    ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
    — Το ΥΠΠΟΑ θα πρέπει πρώτα να λάβει υπόψιν τις πραγματικές ανάγκες του κλάδου και να διαθέσει τους πόρους του ανάλογα, για να ενισχύσει την καλλιτεχνική παραγωγή στη βάση της και όχι να ιδρύσει έναν οργανισμό επιμόρφωσης και προβολής. Αν δεν ενισχυθεί η καλλιτεχνική παραγωγή, σύντομα δεν θα υπάρχει και τίποτα για να προβληθεί.

    — Επομένως αρχικά θα πρέπει να γίνει μια εμπεριστατωμένη και συστηματική χαρτογράφηση του πολιτιστικού τοπίου, να καταγραφεί το τι υπάρχει ήδη στο πεδίο και να αξιολογηθούν οι πραγματικές ανάγκες. Στη συνέχεια το σχέδιο νόμου να ξαναγραφτεί για να συμπεριλάβει αυτές τις ανάγκες, ούτως ώστε να έχει πραγματικό νόημα και όφελος το Ακροπόλ για την ίδια την καλλιτεχνική κοινότητα.

    — Οραματιζόμαστε ένα Ακροπόλ που θα έχει τη μορφή ενός ινστιτούτου σύγχρονης τέχνης με διεθνή χαρακτήρα, που να δίνει ώθηση στην επαγγελματική εξέλιξη των δημιουργών με καλλιτεχνικούς όρους και όχι όρους μάρκετινγκ. Γι’ αυτό και θα φανταζόμασταν ένα ινστιτούτο που να βασίζεται στα residencies, τα οποία θα συνοδεύονται από τις κατάλληλες υποδομές και προγραμματισμό για να προσφέρουν πραγματικά επαγγελματική ανάπτυξη στους συμμετέχοντες. Το Ακροπόλ μπορεί να γίνει το πρώτο κρατικό residency centre στην Ελλάδα, με φιλοξενούμενους καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο.

    — Τα residencies θα πρέπει να πλαισιώνονται από όλες τις απαραίτητες υποδομές, όπως χώροι εργαστηριακοί, προβών, συγγραφής, εκθεσιακοί, προβολών και λοιπά, όλοι κατάλληλα εξοπλισμένοι. Θα πρέπει επίσης στο Ακροπόλ να υπάρχει αναγνωστήριο και βιβλιοθήκη που να εξυπηρετεί τους residents και την ευρύτερη καλλιτεχνική κοινότητα, χώρος για ομιλίες και εργαστήρια, χώρος προβολών.

    — Είναι σημαντικό το Ακροπόλ να γίνει ένας χώρος ζωντανός όπου θα παράγεται τέχνη, και όχι ένα στείρο περιβάλλον. Να γίνει κέντρο ανταλλαγής και πειραματισμού, σημείο ελεύθερης ανάπτυξης ιδεών και καλλιτεχνικού έργου. Επιθυμούμε την πολυθεματικότητα (multidisciplinarity), να δουλεύουν δίπλα-δίπλα εικαστικοί, designers, digital artists, χορευτές, συγγραφείς, σχεδιαστές μόδας, media developers κλπ. Φανταζόμαστε έναν χώρο όπου θα εργάζονται καλλιτέχνες και επαγγελματίες από συναφείς κλάδους από όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό, ανεξαρτήτως ηλικίας, καταγωγής, θρησκείας, φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού ή εθνικότητας.

    — Να γίνει ειδική πρόβλεψη στο πρόγραμμα του Ακροπόλ για καλλιτέχνες μεγαλύτερης ηλικίας, οι οποίοι θα εντάσσονται οργανικά στη σύγχρονη καλλιτεχνική ζωή και θα μπορούν με εργαστήρια, εκθέσεις και την επαφή τους με την κοινότητα να μεταφέρουν την εμπειρία και τη γνώση τους στους νεότερους.

    — Το Ακροπόλ βρίσκεται σε μια περιοχή ευαίσθητη και πολυπολιτισμική. Η όποια ανάπτυξη του Ακροπόλ θα πρέπει να σεβαστεί και να στηρίξει όλες τις κοινότητες που υπάρχουν ήδη στη γειτονιά του, και να μη γίνει καταλύτης εξευγενισμού της περιοχής.

    — Θα προτείναμε η θέση του διευθυντή να είναι διπλή, με έναν καλλιτεχνικό διευθυντή και έναν εκτελεστικό διευθυντή (manager), ούτως ώστε να έχει το Ακροπόλ ηγεσία και από τους δύο αυτούς κόσμους.

    — Θα προτείναμε το διοικητικό συμβούλιο να μην διορίζεται ολόκληρο απευθείας από το Υπουργείο, αλλά η πλειοψηφία του να προκύπτει μέσα από open call για να διατηρηθεί η ανεξαρτησία και η άμεση σχέση του Ακροπόλ με την πραγματικότητα του κλάδου μας.

    ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΜΑΔΑ CULTURAL WORKERS ALLIANCE – ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ
    Κυριάκος Σπύρου, κριτικός τέχνης

  • 25 Ιουνίου 2020, 16:45 | ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΦΩΤΗ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΑΚΡΟΠΟΛ ΑΚΡΟΣ
    Με βάση το σχέδιο Νόμου του ΥΠΠΟΑ για το Κέντρο Πολιτισμού και Δημιουργίας Ακροπόλ , ανοίγεται μια εξαιρετικά επιβλαβής για τα καλλιτεχνικά και εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων στον Πολιτισμό συζήτηση, λόγω των κάτωθι αναφερόμενων λόγων:
    1. Η σύνδεση της καλλιτεχνικής δημιουργίας με την τη « σύγχρονη δημιουργική βιομηχανία» αποδεικνύει την ξεκάθαρη στάση του ΥΠΠΟΑ που αντιμετωπίζει τον πολιτισμό σαν «προιόν της αγοράς» εκ του οποίου θα εξάγει υπεραξία έναντι απροσδιόριστων εργασιακών σχέσεων μεταξύ των εμπλεκόμενων καλλιτεχνών και του φορέα Ακροπόλ- Ακρος
    2. Η καθαρά οικονομική εκμετάλλευση της τέχνης και της παραγωγής καλλιτεχνικού έργου, ανάγει τον πολιτισμό σε έναν τομέα αυστηρά εξαρτώμενο από την ιδιωτική οικονομική πρωτοβουλία.
    3. Η έννοια της «δημιουργικής οικονομίας» καθιστά τους καλλιτέχνες αποδεσμευμένους από το έργο τους, δεδομένου ότι εισάγεται χρηματοοικονομικό κριτήριο προσφοράς και ζήτησης στον τομέα της ευρύτερης πολιτιστικής εργογραφίας και δημιουργίας.
    4. Η τεχνογνωσία που εισάγεται από τη συμβουλευτική διεθνή επιτροπή συνδέει τη δημιουργία έργου αποκλειστικά με τη δυνατότητα εξεύρεσης πηγών χρηματοδότησης. Με αυτό τον τρόπο η παραγωγή πολιτισμού αποσυνδέεται από το ΥΠΠΟΑ και αποδίδεται μόνο σε ιδιώτες παραγωγούς.
    5. Ο ρόλος της Υπουργού Πολιτισμού μετά του Γενικού Γραμματέα σε «προτζεκτ μάνατζερ» καταδεικνύει την είσοδο κριτηρίων ιδιωτικής οικονομίας σε έναν οργανισμό εποπτευόμενο από το Κράτος. Το ΥΠΠΟΑ ανοίγει το δρόμο για πλήρη ιδιωτικοποίηση των φορέων της Τέχνης ως άρρηκτα εξαρτώμενους με τον παραγωγό που θα τους χρηματοδοτεί, χωρίς να λαμβάνεται καμία μέριμνα για το καλλιτεχνικό όραμα.
    6. “Ετσι θα υπάρχει η απεύθυνση στο μεγάλο κοινό, όσο στους χώρους του κτιρίου θα λειτουργεί η νέα αναπτυξιακή μηχανή της χώρας. Θα στηριχθούν κλάδοι που ποτέ πριν δεν είχαν οικονομική, συμβουλευτική ή άλλη σχέση με την πολιτεία και ταυτόχρονα θα τους δοθεί μια πλατφόρμα συνεργασίας με αντίστοιχους τομείς στο εξωτερικό αλλά και προβολής του έργου τους σε Ελλάδα κα εξωτερικό. Πηγή: iefimerida.gr – https://www.iefimerida.gr/politismos/akropol-nomoshedio-foreas-dimioyrgia” . Η έννοια της «κατανάλωσης» είναι ιδιαιτέρως επικίνδυνη γιατί αποδυναμώνει την Τέχνη καθιστώντας την μέρος μιας γενικευμένης αναπτυξιακής βιομηχανίας αποσυνδέοντας τον Πολιτισμό από τον ψυχαγωγικό, εκπαιδευτικό και εκφραστικό του χαρακτήρα. Η Τέχνη ΔΕΝ καταναλώνεται αλλά παράγεται προς όφελος του κοινού και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί προιόν μαζικής παραγωγής.
    7. «Με αυτή τη διαδικασία, μεμονωμένα άτομα ή ενώσεις προσώπων αποκτούν, βελτιώνουν και διατηρούν δεξιότητες, εργαλεία, τεχνογνωσία και άλλες γνώσεις, απαραίτητες προκειμένου να ανταπεξέλθουν ικανοποιητικά στις υποχρεώσεις τους και τους σκοπούς τους, και οι οποίες μπορούν να περιλαμβάνουν δεξιότητες, ιδίως διοικητικές, οργανωτικές, marketing και δικτύωσης. Παραδείγματα τέτοιων δράσεων είναι η διοργάνωση σεμιναρίων και εργαστηρίων και η σύμπραξη με εκπαιδευτικούς, πολιτιστικούς και ερευνητικούς φορείς στην Ελλάδα και το εξωτερικό για την ανάπτυξη σχετικών προγραμμάτων. Πηγή: iefimerida.gr – https://www.iefimerida.gr/politismos/akropol-nomoshedio-foreas-dimioyrgia» . Η ανυπαρξία Πανεπιστημίου Τεχνών στη χώρα σε συνδυασμό με τα ανωτέρω οδηγεί σε αποκλεισμό των πτυχιούχων των αναγνωρισμένων σχολών της χώρας από ενδεχόμενη εκπαίδευση επιπέδου μεταπτυχιακού τίτλου. Περαιτέρω, η παραχώρηση δυνατότητας απονομής τίτλων σπουδών μέσω προγραμμάτων συνδεόμενων με ιδιωτικά πανεπιστήμια και συμφέροντα, αποτελεί ισχυρό πλήγμα στο ευρύ γνωστικό αντικείμενο των σπουδαζόντων του Πολιτισμού. Επίσης, η βελτίωση του καλλιτεχνικού know how αναφέρεται αποκλειστικά σε ενώσεις προσώπων και σε μεμονωμένα άτομα, με αποτέλεσμα να οδηγούνται οι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί / εταιρίες που παράγουν τέχνη σε αποκλεισμό.
    8. Η ταύτιση του καλλιτέχνη με τον μάνατζερ, οδηγεί τους δημιουργούς και ερμηνευτές στο να θέσουν εαυτόν ως εξαρτήματα σε μια μηχανή ευρύτερου κέρδους. Οι καλλιτέχνες τελικά καταλήγουν να δημιουργούν μόνο για να παράξουν κέρδος στον εκάστοτε παραγωγό ή καλλιτεχνικό βιομήχανο και μάλιστα υπό τη σκέπη του ΥΠΠΟΑ. Περαιτέρω, η καλλιτεχνική διοίκηση είναι ένα πεδίο όπου μπορούν οι καλλιτέχνες να ενσωματώνονται με βάση την εν γένει καλλιτεχνική εκπαίδευση και δραστηριότητά τους και όχι μέσω αμφιβόλου ποιότητας επιμορφώσεων που δεν προάγουν τον Πολιτισμό.
    9. Η δυνατότητα του residency ( ρέζιντενσι ) οφείλει να αποδίδεται και σε εγχώριους καλλιτέχνες ώστε να δύνανται να παράγουν έργο χωρίς να χρειάζεται να αναζητούν ίδια κεφάλαια προς αποπληρωμή των χώρων που χρησιμοποιούν για πρόβες και έρευνα και προς αποπληρωμή των εμπλεκόμενων εργαζομένων καλλιτεχνών. Περαιτέρω δεν διασφαλίζεται από κανένα σημείο η ευρεία συμμετοχικότητα των καλλιτεχνών και η διαφάνεια στην επιλογή αυτών με την έννοια των κριτηρίων που θα πρέπει να πληρούνται για τη λήψη μέρους σε οποιοδήποτε καλλιτεχνικό πρόγραμμα.
    10. Τέλος η έννοια της πολιτιστικής κατανάλωσης μας θέτει αντιμέτωπους με μια στόχευση της κυβέρνησης που ακόμα και μέσω των εννοιών περνάει στην επόμενη μέρα του Πολιτισμού καθιστώντας τον μέρος μαζικής παραγωγής.
    11. Συνολικά προκαλεί εντύπωση το ότι ένα τόσο μακρόπνοο και πολυδάπανο έργο εξαγγέλεται από ένα Υπουργείο που δεν είναι οικονομικά ανεξάρτητο όπως το ΥΠΠΟΑ και δεν έχει σταθερό προυπολογισμό. Η οποιαδήποτε σύμπραξη με ιδιώτες σε επίπεδο οικονομικών συμφωνιών καταλύει την έννοια συνολικά της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
    Κρίνεται νομικά αναγκαίο η ηγεσία του ΥΠΠΟΑ να καλέσει σε διαβούλευση όλα τα καλλιτεχνικά σωματεία, τους εμπλεκόμενους φορείς και τους νομικούς συμβούλους αυτών, ώστε να διαφυλαχθεί η αυτοτέλεια της Τέχνης και η μη παράδοσή της άνευ όρων σε ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια με στόχο την μαζική κατανάλωση του Πολιτισμού. Το εν λόγω νομοσχέδιο είναι εξαιρετικά ασαφές και άστοχο και είναι απαραίτητη η επίσημη εξειδίκευση των σκοπών του.Περαιτέρω, οι αστοχίες αυτές ανοίγουν το πεδίο ευθείας καταστρατήγησης όχι μόνο των εργασιακών δικαιωμάτων των καλλιτεχνών αλλά και της ευθείας διάλυσης της αυτοτέλειας της Τέχνης έναντι κριτηρίων και νόμων της ιδιωτικής αγοράς και οικονομίας.

    Με εκτίμηση,
    Για το Σ.Ε.ΧΩ.ΧΟ.
    Η νομική σύμβουλος
    ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ Γ. ΦΩΤΗ

  • H Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.μεΑ.) λαμβάνοντας υπόψη:

    – το άρθρο 30 «Συμμετοχή στην πολιτιστική ζωή, την αναψυχή, τον ελεύθερο χρόνο και τον αθλητισμό» της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες -την οποία η χώρα μας κύρωσε με τον ν.4074/2012 και ως εκ τούτου οφείλει να εφαρμόσει σε εθνικό επίπεδο- στο οποίο αναφέρεται ότι: «1. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη αναγνωρίζουν το δικαίωμα των ατόμων με αναπηρίες να συμμετέχουν, σε ίση βάση με τους άλλους στην πολιτιστική ζωή και λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίζουν ότι τα άτομα με αναπηρίες: α. απολαμβάνουν την πρόσβαση στο πολιτιστικό υλικό, με προσβάσιμες μορφές, β. απολαμβάνουν την πρόσβαση σε τηλεοπτικά προγράμματα, ταινίες, θέατρο και σε άλλες πολιτιστικές δραστηριότητες, σε προσβάσιμες μορφές, γ. απολαμβάνουν την πρόσβαση σε τόπους πολιτιστικών παραστάσεων ή υπηρεσιών, όπως θέατρα, μουσεία, κινηματογράφους, βιβλιοθήκες και τουριστικές υπηρεσίες και, κατά το δυνατόν περισσότερο, απολαμβάνουν την πρόσβαση σε μνημεία και περιοχές εθνικής πολιτιστικής σημασίας. 2. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να επιτρέψουν στα άτομα με αναπηρίες να έχουν την ευκαιρία να αναπτύξουν και να χρησιμοποιήσουν το δημιουργικό, καλλιτεχνικό και διανοητικό δυναμικό τους, όχι μόνο προς όφελός τους, αλλά και για τον εμπλουτισμό της κοινωνίας [..]»,

    – την παρ. 1 του άρθρου 61 του ν.4488/2017 -με τον οποίο (Μέρος Δ΄) θεσπίστηκαν οι κατευθυντήριες οργανωτικές διατάξεις της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες- στην οποία αναφέρεται ότι: «1. Κάθε φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου υποχρεούται να διασφαλίζει την ισότιμη άσκηση των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία στο πεδίο των αρμοδιοτήτων ή δραστηριοτήτων του, λαμβάνοντας κάθε πρόσφορο μέτρο και απέχοντας από οποιαδήποτε ενέργεια ή πρακτική που ενδέχεται να θίγει την άσκηση των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία. Ιδίως υποχρεούται: α) να αφαιρεί υφιστάμενα εμπόδια κάθε είδους, β) να τηρεί τις αρχές καθολικού σχεδιασμού σε κάθε τομέα της αρμοδιότητάς του ή της δραστηριοποίησής του, προκειμένου να διασφαλίζει για τα άτομα με αναπηρία την προσβασιμότητα των υποδομών, των υπηρεσιών ή των αγαθών που προσφέρει, γ) να παρέχει, όπου απαιτείται σε συγκεκριμένη περίπτωση, εύλογες προσαρμογές υπό τη μορφή εξατομικευμένων και κατάλληλων τροποποιήσεων, ρυθμίσεων και ενδεδειγμένων μέτρων, χωρίς την επιβολή δυσανάλογου ή αδικαιολόγητου βάρους, δ) να απέχει από πρακτικές, κριτήρια, συνήθειες και συμπεριφορές που συνεπάγονται διακρίσεις σε βάρος των ατόμων με αναπηρία , ε) να προάγει με θετικά μέτρα την ισότιμη συμμετοχή και άσκηση των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία στον τομέα της αρμοδιότητας ή δραστηριότητάς του»,

    – το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 6ης Μαΐου 2003 σχετικά µε τη δυνατότητα πρόσβασης στην πολιτιστική υποδομή και τις πολιτιστικές δραστηριότητες για τα άτομα µε αναπηρία, το οποίο καλεί, μεταξύ άλλων, τα κράτη-μέλη να συνεχίσουν τις προσπάθειες άρσης των υφιστάμενων φραγμών και να εξετάσουν περαιτέρω ενδεδειγμένους τρόπους και μέσα για τη διευκόλυνση και βελτίωση της πρόσβασης ατόμων µε αναπηρία στον πολιτισμού, καθώς και να υποστηρίξουν την ισότητα των ευκαιριών όσον αφορά την παραγωγή και την προώθηση έργων από άτομα με αναπηρία,
    -το εθνικού θεσμικό πλαίσιο για την προσβασιμότητα του δομημένου και ηλεκτρονικού περιβάλλοντος (π.χ. ν. 4067/2012, ν.4591/2019, Υπ. Απόφαση με αριθ. ΥΑΠ/Φ.40.4/1/989/2012 «Κύρωση Πλαισίου Παροχής Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης» κ.λπ.),

    – τον Γενικό Κανονισμό των Ευρωπαϊκών Διαρθρωτικών και Επενδυτικών Ταμείων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΣΠΑ και Επιχειρησιακά Προγράμματα), σύμφωνα με τον οποίο για να ενταχθεί μια πράξη στο ΕΣΠΑ πρέπει αφενός να μην διακρίνει τα άτομα με αναπηρία, αφετέρου και να πληροί προδιαγραφές προσβασιμότητας,

    και δεδομένου ότι:
    – τα άτομα με αναπηρία ως κοινό, καλλιτέχνες, δημιουργοί και υποψήφιοι προς εργασία αντιμετωπίζουν εμπόδια στον πολιτιστικό και δημιουργικό κλάδο (βλ. 4ο Δελτίο Στατιστικής Πληροφόρησης Παρατηρητηρίου Θεμάτων Αναπηρίας της Ε.Σ.Α.μεΑ. με τίτλο «Συμμετοχή σε Κοινωνικές και Πολιτιστικές Δραστηριότητες. Διαθέσιμο στο: https://www.paratiritirioanapirias.gr/el/results/publications/31/4o-deltio-statistikhs-plhroforhshs-symmetoxh-se-koinwnikes-kai-politistikes-drasthriothtes)
    – η πολιτιστική και δημιουργική βιομηχανία μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στην εργασιακή και εν γένει κοινωνική ένταξη των ατόμων με αναπηρία, καθώς πρόκειται για μια ομάδα πληθυσμού που πλήττεται από την ανεργία, τη φτώχεια και τον αποκλεισμό όσο καμία άλλη (βλ. 1ο, 2ο και 3ο Δελτίο Στατιστικής Πληροφόρησης του Παρατηρητηρίου Θεμάτων Αναπηρίας της Ε.Σ.Α.μεΑ για τη φτώχεια, τον αποκλεισμό και την ανεργία των ατόμων με αναπηρία. Διαθέσιμα στο: https://www.paratiritirioanapirias.gr/el/results/publications

    προτείνει τα εξής:
    1. Στο εδάφιο α) «Ως προς τα μέλη του πολιτιστικού και δημιουργικού κλάδου» του άρθρου 2 «Σκοποί», να προστεθεί νέο σημείο 5 (μετά το σημείο 4) ως ακολούθως: «5. Η προώθηση της συμπερίληψης της διάστασης της αναπηρίας στις δράσεις του πολιτιστικού και δημιουργικού κλάδου με στόχο την άρση των εμποδίων που αντιμετωπίζουν σε αυτόν τα άτομα με αναπηρία ως κοινό, καλλιτέχνες, δημιουργοί και εργαζόμενοι, και προς τούτου η συνεργασία με την Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.μεΑ.)».
    2. Στο εδάφιο γ) «Ως προς το γενικό κοινό» του άρθρου 2 «Σκοποί», να προστεθεί νέο σημείο 5 μετά το σημείο 4 ως ακολούθως: «5. Η αξιοποίηση του πολιτισμού ως μέσου για την προώθηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων ευπαθών ομάδων του πληθυσμού, όπως είναι τα άτομα με αναπηρία, με στόχο την καταπολέμηση των διακρίσεων και ανισοτήτων που λειτουργούν και αναπαράγονται στην κουλτούρα της καθημερινής ζωής σε βάρος τους, συμβάλλοντας στη δημιουργία μιας πιο συνεκτικής και δημοκρατικής κοινωνίας».

    Τέλος, καθώς μεταξύ των στόχων του Κέντρου περιλαμβάνεται η ανάπτυξη και υλοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων και για τα άτομα με αναπηρία (σημείο 4, εδάφιο γ, άρθρο 2), και λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις του εθνικού θεσμικού πλαισίου για την προσβασιμότητα στο δομημένο και ψηφιακό περιβάλλον, στις οποίες προαναφερθήκαμε, θεωρούμε δεδομένο ότι το κτήριο και οι ηλεκτρονικές υπηρεσίες του Κέντρου Πολιτισμού και Δημιουργίας Ακροπόλ θα είναι πλήρως προσβάσιμες σε κοινό και εργαζόμενους με αναπηρία.

  • 23 Ιουνίου 2020, 00:32 | Κ. Αλέξης Αλάτσης

    Αντιγράφω από την αιτιολογική έκθεση τα παρακάτω, διότι θεωρώ ότι εδώ, στο συγκεκριμένο άρθρο εντοπίζεται το μεγαλύτερο πρόβλημα, ως προς τους στόχους και το νόημα ύπαρξης του νέου φορέα:

    «Ο όρος «πολιτιστικός και δημιουργικός κλάδος» καλύπτει δηλαδή ένα ευρύ και ετερόκλητο φάσμα δραστηριοτήτων (τέχνες του θεάματος, μουσική, εικαστικές τέχνες, φωτογραφία, παραδοσιακές τέχνες, βιβλία, οπτικοακουστικά και διαδραστικά μέσα, design και δημιουργικές υπηρεσίες), ενώ ως μέλη του πολιτιστικού και δημιουργικού κλάδου νοούνται φυσικά και νομικά πρόσωπα, ανεξαρτήτως νομικής μορφής, τα οποία δραστηριοποιούνται κατ’ επάγγελμα, στην παραγωγή, δημιουργία και διανομή των παραπάνω αγαθών και υπηρεσιών».

    Ήδη, παρά την παραδοχή ότι το φάσμα είναι ευρύ και ετερόκλητο, ο νέος φορέας φιλοδοξεί να το καλύψει στο σύνολό του, χωρίς πουθενά να εξηγείται, πώς κάτι τέτοιο θα είναι πρακτικά εφικτό. Αλλά το πιο κρίσιμο σημείο στην αιτιολογική έκθεση ως προς το άρθρο 2 είναι το παρακάτω:

    «Πρακτικά, το ζητούμενο είναι ένας καλλιτέχνης-δημιουργός να εφοδιασθεί με δεξιότητες που θα του επιτρέψουν, πέρα από το να δημιουργεί για τη δομή, να τη διοικεί, να την εκπροσωπεί και να διαπραγματεύεται συμφωνίες καλλιτεχνικής φύσης με άλλους φορείς. Μέσω αυτών των διαδικασιών σκοπείται να δημιουργηθεί μία δεξαμενή καλλιτεχνών, οι οποίοι, ορμώμενοι από την καλλιτεχνική τους παιδεία και απασχόληση, θα είναι παράλληλα εφοδιασμένοι με προσόντα που θα μπορέσουν να τους αναδείξουν σε ικανούς «διοικητές» (leaders-managers) μίας καλλιτεχνικής-δημιουργικής ομάδας. Και τούτο, διότι παρατηρείται συχνά το φαινόμενο στους καλλιτεχνικούς οργανισμούς να είναι δυσχερής η εξεύρεση ενός προσώπου το οποίο να συγκεντρώνει ταυτόχρονα καλλιτεχνική αξία και διοικητικά προσόντα».

    Δηλαδή, αφού η έκθεση κατονομάζει σωστά ως «μορφώματα», τις δομές (ΑΜΚΕ, ΚΟΙΝΣΕΠ κλπ.) που οι δημιουργοί δεν διοικούν σωστά, λόγω έλλειψης δεξιοτήτων, θεωρεί ότι στο σύνολο του «πολιτιστικού κλάδου» ο σωστός δρόμος που επιτέλους θα λύσει και τα οικονομικά προβλήματά του είναι η μετατροπή των καλλιτεχνών/δημιουργών σε ικανότερους «διοικητές». Ακολουθείται άκριτα το αγγλοσαξονικό μοντέλο και το σχετικά πρόσφατο μεγάλο αφήγημά του ως προς τον καλλιτέχνη/μάνατζερ (artist entrepreneur). Το πρόβλημα δεν είναι όμως μόνο η απόκτηση αυτών των δεξιοτήτων, αλλά η τυφλότητα ότι κάτι τέτοιο αφαιρεί από όλους αυτούς του φοβερούς δημιουργούς/διοικητές τον απαραίτητο χρόνο ώστε να είναι αληθινοί δημιουργοί και όχι μόνο καλοί μαρκετίστες του πολιτιστικού τους προϊόντος.
    Η καλλιτεχνική δημιουργία δεν είναι χόμπι, που όλοι εμείς, που ανήκουμε στην κατηγορία των καλλιτεχνών, εξασκούμε στο χρόνο που μας απομένει από την διαχείριση των καλλιτεχνικών μας επιχειρήσεων, αλλά μια διαδικασία που απαιτεί χρόνο, οικονομικά μέσα, έρευνα και συνεχή μετεκπαίδευση.
    Ο “artist as entrepreneur” είναι τελικά η κομπλεξική απάντηση των διαχειριστών και διαμεσολαβητών του πολιτιστικού προϊόντος, που θεωρούν εμάς τους καλλιτέχνες παράσιτα, τεμπέληδες και παραγωγικά άχρηστους που θέλουμε και να είμαστε κρατικοδίαιτοι, μια απάντηση που απορρέει από την ίδια τους την ζήλεια για την καθαυτή υπόσταση του καλλιτέχνη.
    Κι όμως σε άλλες χώρες της Ε.Ε., όπως π.χ. στην Γαλλία, απαντώντας ακριβώς στα προβλήματα που η έκθεση επισημαίνει αρχικά σωστά και ελπίζει να θεραπεύσει μετατρέποντάς μας σε ικανότερους διοικητές και «fund raisers», έχουν ιδρυθεί κρατικά κέντρα σύγχρονης δημιουργίας (π.χ. για το Θέατρο, τον Χορό αλλά και την Σύγχρονη Μουσική), όπου ο καλλιτέχνης/δημιουργός δεν χρειάζεται να ασχοληθεί με όλο αυτό το διοικητικό, οικονομοτεχνικό και μαρκετίστικο κομμάτι, γιατί αυτές ακριβώς τις υπηρεσίες του προσφέρει το «Κέντρο Δημιουργίας». Μπορεί δηλαδή να ασχοληθεί επιτέλους με τη δουλειά του, και την Τέχνη του, που δεν κατακτήθηκε σε μια μέρα μέσω αυτοαναγόρευσης σε «καλλιτέχνη», αλλά απαίτησε χρόνο, επένδυση σε σπουδές και μάθηση, πρακτική εξάσκηση που δεν πληρώθηκε από κανέναν κλπ. κλπ.
    Εγώ στην εμπειρία μου ως «πολιτιστικός διαχειριστής» στη Γερμανία και μετά στην Ελλάδα, ξέρω ότι για να κάνω με αρτιότητα αυτή τη δουλειά, χρειάστηκε για χρόνια να παραμερίσω και σχεδόν να εγκαταλείψω την καλλιτεχνική μου δημιουργία. Το ότι αποκτώντας τις δεξιότητες και τις γνώσεις στο μάνατζμεντ με καθιστά ικανό να διοικήσω σωστά τέτοιες δομές, δεν σημαίνει ότι μπορώ να κάνω και τις δύο αυτές δουλειές (μάνατζμεντ και καλλιτεχνική δημιουργία) ταυτόχρονα. Κάποια από τις δύο θα γίνεται ελλειμματικά.
    Και αν όλοι οι καλλιτέχνες γίνουμε ικανοί «διοικητές», μάνατζερς των μορφωμάτων/εταιριών που η έλλειψη αληθινών Κέντρων Δημιουργίας μας ανάγκασε να κατασκευάσουμε και ικανοί και διεθνώς δικτυωμένοι «Fund raisers» για να μην τα ζητάμε από το Κράτος, τότε με τι θα ασχοληθούν όλα αυτά τα νέα παιδιά που σπούδασαν και εδώ και στο εξωτερικό «Πολιτιστική Διαχείριση», χωρίς να είναι Καλλιτέχνες/Δημιουργοί; Πού θα δουλέψουν;
    Δεν θα εισχωρήσω εδώ στην μεγάλη, δύσκολη και κουραστική συζήτηση του κατά πόσον η Τέχνη μπορεί να λειτουργεί ως προϊόν στην καπιταλιστική οικονομία, γιατί δεν θέλω να χαθώ σε ιδεοληπτικές αντιπαραθέσεις μετα-καπιταλιστικού τύπου. Υπάρχει άλλωστε άφθονη και αξιόλογη σχετική βιβλιογραφία*.
    «Επιχειρηματικά μοντέλα και Τέχνη» είναι το Νέο Αφήγημα του 21ου αιώνα, ο οποίος υποτίθεται πως ξεκίνησε με το «τέλος των μεγάλων αφηγημάτων». Οι καλλιτέχνες χρειάζονται πρόσβαση σε αληθινά Κέντρα Δημιουργίας και όχι σεμινάρια μετατροπής τους σε «διοικητές».Εκτός κι αν όλο αυτό το αφήγημα του Καλλιτέχνη/Επιχειρηματία δεν προέρχεται από την ασχετοσύνη ή την ανικανότητα όσων σχεδιάζουν και εισηγούνται την αντίστοιχη πολιτική, αλλά από την επιλογή τους να συγχέουν την Τέχνη με το πολιτιστικό «προϊόν».

    Ο Πολιτισμός όμως είναι ο Κανόνας και η Τέχνη είναι η Εξαίρεση.

    *Ενδεικτικά:
    Performing Arts: The Economic Dilemma; a Study of Problems Common to Theater, Opera, Music, and Dance
    William J. Baumol, William G. Bowen
    Gregg Revivals, 1993 – 582 σελίδες
    This classic study provides an extensive analysis of the major economic attributes of the performing arts: audience composition, costs, income, organizational structure and remuneration of performers. The authors clearly demonstrate why the cost per performance and per attendance has always risen faster than the economy’s rate of inflation, and indicate this situation is unlikely to change in the future. The book concludes with a summary discussion of general policy implications.

    Economie des arts du spectacle vivant: essai sur la relation entre l’économique et l’esthétique
    Dominique Leroy
    L’Harmattan, 1992 – 330 σελίδες
    » Après avoir décrit la crise du » spectacle vivant » dans la France de l’Entre-deux-guerres et la genèse des structures d’Après-guerre (politiques de décentralisation, de prestige et de promotion, étude de l’offre et de la demande de spectacles), l’auteur met en évidence la pertinence de la » loi Baumol » appliquée à la production esthétique. Cette loi peut se résumer ainsi : » étant donné l’élévation rapide des coûts de production d’œuvres du » spectacle vivant «, leur représentation ne peut se poursuivre – à flux qualitatif constant – qu’avec un subventionnement croissant aussi rapidement que l’écart se creuse entre leur coût unitaire et le prix de la place qui peut être imposé à un public déjà réticent sur le plan de la fréquentation. L’auteur découvre par ailleurs l’existence de » mouvements longs » affectant la production et la consommation de spectacles à Paris. Il constate un parallélisme significatif entre les périodes d’expansion, de crise et de restructuration dans l’économie globale et dans le secteur particulier du spectacle, ce qui tend à prouver » une relative détermination de la production esthétique par les structures économiques d’ensemble «. Cette réflexion rejoint la conclusion que faisait l’auteur à la fin de son » Histoire des arts du spectacle en France » (L’Harmattan, 1990), ce qui ne peut guère étonner si l’on sait la continuité thématique et l’unité méthodologique de deux ouvrages qui ne font en réalité qu’une seule œuvre»