ΟΓΔΟΟ ΒΙΒΛΙΟ – ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Αποφάσεις εκτελεστές

ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Αποφάσεις εκτελεστές

Άρθρο 545.- Πότε η απόφαση είναι εκτελεστή. Η καταδικαστική απόφαση και κάθε διάταξη του δικαστή ή του εισαγγελέα εκτελείται μόλις γίνει αμετάκλητη, εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά σε ειδικές περιπτώσεις.

Άρθρο 546.- Πότε η απόφαση είναι αμετάκλητη. Αμετάκλητη είναι η απόφαση κατά της οποίας δεν επιτρέπεται ένδικο μέσο ή δεν ασκήθηκε μέσα στην νόμιμη προθεσμία το επιτρεπόμενο ένδικο μέσο ή ασκήθηκε εμπρόθεσμα και απορρίφθηκε.

Άρθρο 547.- Πότε εκτελείται η αθωωτική απόφαση. Η αθωωτική απόφαση εκτελείται μόλις απαγγελθεί, εκτός αν σε ειδικές περιπτώσεις ο νόμος ορίζει διαφορετικά.

Άρθρο 548.- Πότε εκτελείται η προπαρασκευαστική απόφαση. Η προπαρασκευαστική απόφαση εκτελείται μόλις απαγγελθεί. Το δικαστήριο μπορεί πάντοτε να ανακαλεί αυτές τις αποφάσεις του, εκτός αν λύεται με αυτές οριστικά ένα ζήτημα.

Άρθρο 549.- Ποιοι φροντίζουν για την εκτέλεση της απόφασης. 1. Για την εκτέλεση της απόφασης φροντίζει αυτεπαγγέλτως ο εισαγγελέας του δικαστηρίου που την έχει εκδώσει.
2. Ο επιφορτισμένος με την εκτέλεση μπορεί να εξουσιοδοτήσει άλλον εισαγγελέα, ιδίως όταν ο καταδικασμένος διαμένει έξω από την έδρα του επιφορτισμένου με την εκτέλεση και ο τελευταίος εγκρίνει την έκτιση της ποινής σε φυλακή έξω από την περιφέρειά του.
3. Οι αποφάσεις που αναφέρονται στα πρόσωπα του άρθρου 157 ανακοινώνονται στους προϊσταμένους τους μόλις εκτελεστούν.
4. Για την εκτέλεση των αποφάσεων των δικαστηρίων ανηλίκων φροντίζει αυτεπαγγέλτως ο αρμόδιος εισαγγελέας ανηλίκων και, αν η απόφαση έχει εκδοθεί από το εφετείο ανηλίκων, ο εισαγγελέας του δικαστηρίου αυτού, ο οποίος μπορεί να αναθέσει την εκτέλεση στον εισαγγελέα ανηλίκων. Επίσης ο ίδιος εισαγγελέας επιβλέπει την εφαρμογή των αναμορφωτικών και θεραπευτικών μέτρων, καθώς και τον περιορισμό στα ειδικά καταστήματα κράτησης νέων.

Άρθρο 550.- Εκτέλεση περισσότερων αποφάσεων για το ίδιο έγκλημα. Στην περίπτωση που υπάρχουν περισσότερες αμετάκλητες αποφάσεις εναντίον του ίδιου προσώπου για την ίδια πράξη, εκτελείται μόνο εκείνη που επιβάλλει την ελαφρότερη ποινή. Αν υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό, αποφαίνεται το αρμόδιο δικαστήριο κατά τη διαδικασία του άρθρου 561. Με την εκτέλεση της απόφασης που επιβάλλει την ελαφρότερη ποινή, ακυρώνονται αυτοδικαίως όλες οι άλλες αποφάσεις.

Άρθρο 551.- Εκτέλεση περισσότερων αποφάσεων για διαφορετικά εγκλήματα. 1. Αν πρόκειται να εκτελεστούν κατά του ίδιου προσώπου περισσότερες καταδικαστικές αποφάσεις για διαφορετικά εγκλήματα που συρρέουν, εφαρμόζονται οι ορισμοί του Ποινικού Κώδικα για τη συρροή.
2. Αν οι καταδίκες απαγγέλθηκαν από διαφορετικά δικαστήρια, αρμόδιο για να καθορίσει τη συνολική ποινή που πρέπει να εκτιθεί είναι το δικαστήριο που επέβαλε τη βαρύτερη ποινή ή, αν πρόκειται για ομοειδείς ποινές, το δικαστήριο που επέβαλε την ποινή που έχει τη μεγαλύτερη διάρκεια, σε κάθε άλλη περίπτωση το δικαστήριο που εξέδωσε τη νεότερη απόφαση. Αν ένα από τα δικαστήρια που επέβαλαν τις ποινές είναι το μικτό ορκωτό δικαστήριο αρμόδιο είναι το τριμελές εφετείο, και αν είναι το μικτό ορκωτό εφετείο, αρμόδιο είναι το πενταμελές εφετείο. Αν μία από τις ποινές επιβλήθηκε από στρατιωτικό ή άλλο έκτακτο δικαστήριο, αρμόδιο είναι το τριμελές εφετείο της περιφέρειάς του.
3. Για τον καθορισμό της συνολικής ποινής, ως ποινή βάσης λαμβάνεται υπόψη η βαρύτερη από αυτές, σε περίπτωση δε ίσης διάρκειας αυτών λαμβάνεται υπόψη η νεότερη απόφαση. Αν μεταξύ των προς εκτέλεση αποφάσεων υπάρχει και απόφαση που αμετάκλητα έχει καθορίσει συνολική ποινή, για τον καθορισμό της νέας συνολικής ποινής λαμβάνεται ως βάση η καθορισθείσα συνολική ποινή, εάν αυτή είναι βαρύτερη από τις ποινές που επιβλήθηκαν με τις άλλες αποφάσεις. Στην περίπτωση αυτή για τον καθορισμό της κατά την προηγούμενη παράγραφο αρμοδιότητας λαμβάνεται υπόψη και η απόφαση που έχει καθορίσει την συνολική ποινή.
4. Η αίτηση για καθορισμό συνολικής ποινής υποβάλλεται στον αρμόδιο εισαγγελέα αυτοπροσώπως ή από συνήγορο που έχει ειδική εντολή γι’ αυτό. Εκείνος που καταδικάστηκε κλητεύεται και αν κρατείται, δεν προσάγεται στο δικαστήριο, μπορεί, όμως, να αντιπροσωπευθεί με συνήγορο διοριζόμενο κατά τους όρους του άρθρου 42 παρ. 2.
5. Το δικαστήριο αποφαίνεται αφού ακούσει τον καταδικασμένο ή τον συνήγορο του, αν είναι παρόντες, καθώς και τον εισαγγελέα. Κατά της απόφασης επιτρέπεται αναίρεση στον καταδικασμένο και τον εισαγγελέα.

Άρθρο 552.- Εκτέλεση της στερητικής της ελευθερίας ποινής. 1. Η έκτιση της ποινής που επιβλήθηκε με την αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση γίνεται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του ποινικού κώδικα και των ειδικών νόμων για την εκτέλεση των ποινών. Για την παράδοση εκείνου που καταδικάστηκε στη φυλακή, προκειμένου να εκτίσει την στερητική της ελευθερίας ποινή, συντάσσεται έκθεση, υπογραφόμενη από το όργανο της δημόσιας δύναμης που τον παραδίδει και από τον διευθυντή της φυλακής που τον παραλαμβάνει. Η έκθεση επισυνάπτεται στη δικογραφία.
2. Αν ο καταδικασμένος σε ποινή στερητική της ελευθερίας δεν κρατείται προσωρινά, είναι όμως παρών στην απαγγελία της απόφασης, εκείνος που φροντίζει για την εκτέλεση της απόφασης (άρθρο 549) διατάσσει και προφορικά ακόμη την εκτέλεσή της, όταν αυτή μπορεί να εκτελεστεί αμέσως. Διαφορετικά, μόλις η απόφαση γίνει αμετάκλητη διαβιβάζει στην αρμόδια αστυνομική αρχή έγγραφη εντολή για εκτέλεση, που περιέχει το ονοματεπώνυμο και κάθε άλλο στοιχείο ταυτότητας του καταδικασμένου, τον αριθμό, τη χρονολογία της απόφασης και την ποινή που επιβλήθηκε.

Άρθρο 553.- Απότιση της ποινής σε χρήμα. 1. Οι γραμματείς των ποινικών δικαστηρίων οφείλουν να βεβαιώσουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ τα ποσά των ποινών σε χρήμα, μαζί με τις υπόλοιπες προσαυξήσεις, μέσα στον επόμενο μήνα από τότε που έγιναν αμετάκλητες οι αποφάσεις που τις επέβαλαν.
2. Οι σχετικές με την είσπραξη δημοσίων εσόδων διατάξεις εφαρμόζονται και στην προκειμένη περίπτωση.

Άρθρο 554. Λήξη της ποινής. Ο χρόνος λήξης της στερητικής της ελευθερίας ποινής προσδιορίζεται, κατά τους ορισμούς του ποινικού κώδικα, από εκείνον που έχει την επιμέλεια της εκτέλεσης, ο οποίος και τον αναγράφει στο αντίγραφο της απόφασης, που παραδίδεται στο διευθυντή της φυλακής.

  • 20 Μαρτίου 2019, 22:26 | Αντώνιος Τράκας

    Προτεινόμενη τροποποίηση του άρθρου 553ΚΠΔ

    1. Τα τελευταία χρόνια έχει ανακύψει ένα τρομακτικό ζήτημα οι συνέπειες του οποίου δεν έχουν ακόμα διαφανεί και το οποίο, αν δεν λυθεί νομοθετικά, ενδέχεται να οδηγήσει σε ουσιαστική αχρησία του ιδίου του θεσμού της υφ’ όρων απόλυσης.

    2. Συνοπτικά, το ζήτημα έχει να κάνει με το σχηματισμό ποινικών δικογραφιών για το αδίκημα της μη καταβολής χρεών προς το δημόσιο – και δη για τη μη πληρωμή των χρηματικών ποινών που έχουν επιβληθεί ταυτόχρονα με την στερητική της ελευθερίας που ποινή για την οποία χορηγείται η απόλυση- ΕΝΤΟΣ του χρόνου δοκιμασίας.

    3. Ειδικότερα, σύμφωνα με την πάγια, μέχρι τουλάχιστον το έτος 2014, ερμηνεία που έδινε η Εισαγγελία Εφετών Αθηνών στα άρ. 553 παρ. 1 και 2, 554, 588 παρ. 1, 2, 3, 4 του ΚΠΔ, σε συνδυασμό και με το άρ. 105 του ΠΚ, τα ποσά α¬πό χρηματικές ποινές και δικαστικά έξοδα πρέπει να εισπράττονται μετά την ολοσχερή απότιση της ποινής, ήτοι μετά την πάροδο του χρόνου δοκιμασίας, καθ` όσον ο υφ` όρον απολυθείς θεωρείται ότι εκτίει ποινή καθ` όλη την περίοδο του χρόνου δοκιμασίας (βλ. ad hoc A1447/2012, αδημοσίευτη – είναι διαθέσιμη, 3802/2014 Τριμ.Πλημ.Θες. ΝΟΜΟΣ – προσκομίζεται, ΠλημΚερκ 90/1984 ΠοινΧρον 1984/965 – προσκομίζεται, Γνωμ. ΕισΠλημΑθ 17981/1958 ΝοΒ 1959/1140, Γνωμ. ΕισΕφΠειρ 103/1983 ΠΧρ ΛΓ/557, Σπ. Μουζακίτη, τ. Εισαγγελέα Εφετών, Ζητήματα Εκτελέσεως Ποινικών Αποφάσεων, Β΄ Έκδοση, σελ. 78 με παραπομπή σε Γνωμ. ΕισΠλημΑθ 67203/1960 ΠΧρ Ι/494, Λ. Μαργαρίτη και Ν. Παρασκευόπουλο, Ποινολογία, Ζ΄ Έκδοση, σελ. 646 με παραπομπή σε Γνωμ. ΕισΠλημΠειρ 5373/1970 ΠοινΕπ 1970/578).

    4. Αποτέλεσμα της παραπάνω πρακτικής ήταν οι χρηματικές ποινές να βεβαιώνονται και να αναζητούνται ΜΕΤΑ την περίοδο του χρόνου δοκιμασίας. Κατά συνέπεια, σύμφωνα με τις σκέψεις που εκτίθενται αναλυτικά στις ανωτέρω μνημονευόμενες διατάξεις, αφενός ο υφ’ όρων απολυθείς δεν ήταν αναγκασμένος να καταβάλει, αμέσως μόλις απολυθεί, υπέρογκες, πολλές φορές, χρηματικές ποινές, αφετέρου, και κυριότερο, ο υφ’ όρων απολυθείς δεν εκτίθετο στον κίνδυνο να θεωρηθεί υπαίτιος του αδικήματος της μη καταβολής χρεών προς το δημόσιο, εντός του χρόνου δοκιμασίας του.

    5. Από το έτος 2014 και ύστερα, η Εισαγγελία Εφετών άλλαξε τακτική και άρχισε να βεβαιώνει τις χρηματικές ποινές αμέσως μετά την αποφυλάκιση του κρατουμένου, προκειμένου να επιχειρήσει μιαν ώρα αρχύτερα τη διαδικασία αναγκαστικής είσπραξης των απαιτήσεών της κατά εκείνου που απολύεται. Στις σχετικές παραγγελίες της προς τις αρμόδιες ΔΟΥ, η Εισαγγελία Εφετών αναφέρει, επί λέξει (το κείμενο είναι προδιατυπωμένο, άρα, πιθανολογώ, ότι το ίδιο ισχύει για όλες τις περιπτώσεις), να επιχειρηθεί η δικαστική επιδίωξη των απαιτήσεων με κάθε προβλεπόμενο μέτρο στον ΚΕΔΕ όχι όμως και με προσωποκράτηση.

    6. Προσοχή: Η «προσωποκράτηση» έχει καταργηθεί ήδη με απόφαση του ΑΕΔ, επισήμως, από το 2010. Αυτό που εννοεί η εισαγγελία των εφετών χρησιμοποιώντας τον όρο «προσωποκράτηση» είναι να μην σχηματισθεί δικογραφία για μη καταβολή χρεών προς το δημόσιο (η ερμηνεία δεν είναι αυθαίρετη. Ο γράφων έχω απευθύνει ερώτημα στο τμήμα εκτέλεσης της εισαγγελίας εφετών αυτοπροσώπως).

    7. Η παραπάνω τακτική της Εισαγγελίας Εφετών δεν προβλέπεται σε νόμο αλλά ούτε και απαγορεύεται. Οπωσδήποτε όμως η χρησιμοποίηση του όρου «προσωποκράτηση» δημιουργεί στους Υπαλλήλους των ΔΟΥ εύλογες ασάφειες ως προς το τι ακριβώς πρέπει να πράξουν.

    8. Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι άλλες ΔΟΥ να βεβαιώνουν τα χρηματικά ποσά από χρηματικές ποινές μετά το πέρας της περιόδου δοκιμασίας και άλλες να τα βεβαιώνουν με την αποφυλάκιση – δηλαδή εντός του χρόνου δοκιμασίας – και, το χειρότερο, να προχωρούν σε αίτηση προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών για άσκηση ποινικής δίωξης για μη καταβολή χρεών προς το δημόσιο. Μάλιστα, σύμφωνα με τη γραμματική διατύπωση των διατάξεων του ΚΕΔΕ το πιο ορθό είναι όντως να προχωρούν σε αίτηση για άσκησης ποινικής δίωξης, αφού σύμφωνα με τον ΚΕΔΕ φαίνεται να υφίσταται σχετική υποχρέωση σε κάθε περίπτωση βεβαιωμένης οφειλής.

    9. Και εδώ το πράγμα ξεφεύγει: Όπως η Επιτροπή γνωρίζει, σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 1 του ν. 1882/1990, όπως ισχύει, όποιος δεν καταβάλλει τα βεβαιωμένα στη Φορολογική Διοίκηση χρέη προς το Δημόσιο για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών, τιμωρείται κατά τα εκεί οριζόμενα.

    10. Η παραπάνω διάταξη εισάγει ουσιαστικά ως προς το χρόνο τέλεσης του αδικήματος πλάσμα δικαίου, κατά το οποίο, ανεξάρτητα του πότε γεννήθηκε πραγματικά το χρέος, ο χρόνος τέλεσης του αδικήματος της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο θεωρείται στους τέσσερις μήνες μετά τη βεβαίωση του χρέους.

    11. Περαιτέρω, όπως επίσης γνωρίζουμε όλοι, κατά πάγια νομολογία των δικαστηρίων της ουσίας αλλά και του Αρείου Πάγου (με μόνη ίσως εξαίρεση την ΕφΠειρ. 1505, 1574/2016, ΠοινΧρ ΞΖ/2017, 438) ο παρεμπίπτων έλεγχος από τα ποινικά δικαστήρια σχετικά με την ύπαρξη ή μη του χρέους δεν επιτρέπεται καν, ενώ, σε κάθε περίπτωση, στην συντριπτική πλειονότητα των δικαστηρίων, τέτοιος έλεγχος δεν γίνεται.

    12. Συνοψίζοντας, α) μέχρι τουλάχιστον το 2014, η εισαγγελία εφετών έδινε παραγγελία για βεβαίωση των χρηματικών ποινών μετά το πέρας του χρόνου δοκιμασίας, β) τουλάχιστον από το 2014 και ύστερα η παραγγελία δίνεται με την αποφυλάκιση – δηλαδή με την έναρξη του χρόνου δοκιμασίας, γ) η επισημείωση της εισαγγελίας να μην γίνει προσωποκράτηση νομικά δεν έχει καμία συνέπεια, δ) οι ΔΟΥ προχωρούν σε αίτηση για άσκηση ποινικής δίωξης για μη καταβολή των χρηματικών που έχουν επιβληθεί με την ίδια απόφαση δυνάμει της οποίας έχει γίνει η υφ’ όρων απόλυση, ε) το αδίκημα θεωρείται ότι έχει τελεστεί ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΔΟΚΙΜΑΣΙΑΣ, στ) το ελάχιστον της επιβαλλόμενης ποινής είναι τα τρία έτη, δηλαδή ποινή που, κατά το 108 ΠΚ, όπως ισχύει σήμερα, επιβάλει την άρση της χορηγούμενης υφ’ όρων απόλυσης.

    13. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι οι υφ’ όρων απολυθέντες κατάδικοι να κινδυνεύουν ΟΛΟΙ να κληθούν να εκτίσουν αθροιστικά το υπόλοιπο της ποινής τους ΧΩΡΙΣ στην πραγματικότητα να έχουν τελέσει αδίκημα εντός του χρόνου δοκιμασίας.

    14. Τονίζω τέλος εξής: επειδή η πρακτική αυτή έχει ξεκινήσει, μόλις, από το 2014 και, επομένως, οι σχετικές καταδίκες για το αδίκημα της μη καταβολής χρεών προς το δημόσιο δεν έχουν ακόμα καταστεί αμετάκλητες, οι συνέπειες από ενδεχόμενες ανακλήσεις, κατά το άρθρο 108 ΠΚ, λόγω καταδίκης για το αδίκημα της μη καταβολής χρεών προς το δημόσιο, εντός της περιόδου δοκιμασίας, δεν έχουν διαφανεί ακόμα.

    15. Εν όψει των ανωτέρω, προτείνω στο άρθρο 553 να προστεθεί εδάφιο και η διάταξη να διαμορφωθεί ως ακολούθως. Με την έννοια «εκτίθηκε ολοκληρωτικά» να εννοείται ότι παρήλθε και ο χρόνος δοκιμασίας που ορίζεται στο άρθρο 109 ΠΚ:

    Άρθρο 553.- Απότιση της ποινής σε χρήμα. 1. Οι γραμματείς των ποινικών δικαστηρίων οφείλουν να βεβαιώσουν στην αρμόδια Δ.Ο.Υ τα ποσά των ποινών σε χρήμα, μαζί με τις υπόλοιπες προσαυξήσεις, μέσα στον επόμενο μήνα από τότε που εκτίθηκε ολοκληρωτικά η στερητική της ελευθερίας ποινή.
    2. Οι σχετικές με την είσπραξη δημοσίων εσόδων διατάξεις εφαρμόζονται και στην προκειμένη περίπτωση.

    16. Αυτονοήτως, το υλικό που αναφέρεται στο παρόν σημείωμα είναι διαθέσιμο στα μέλη της Επιτροπής, όποτε ζητηθεί.