ΕΚΤΟ ΒΙΒΛΙΟ – ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΜΗΜΑ – ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Έφεση κατά βουλεύματος

ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Έφεση κατά βουλεύματος

Άρθρο 477. Σε ποιους επιτρέπεται. Έφεση κατά του βουλεύματος επιτρέπεται στον κατηγορούμενο και στον εισαγγελέα, στις περιπτώσεις των επόμενων άρθρων και σε όσες άλλες ορίζει ειδικά ο νόμος.

Άρθρο 478.- Πότε επιτρέπεται στον κατηγορούμενο. 1. Το ένδικο μέσο της έφεσης επιτρέπεται στον κατηγορούμενο μόνο κατά του βουλεύματος του συμβουλίου πλημμελειοδικών το οποίο τον παραπέμπει στο δικαστήριο για κακούργημα και μόνο για τους λόγους: α) της απόλυτης ακυρότητας και β) της ευθέως εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης.
2. Το ένδικο μέσο της έφεσης επιτρέπεται επίσης στον ανήλικο κατηγορούμενο μόνο κατά του βουλεύματος του συμβουλίου πλημμελειοδικών το οποίο τον παραπέμπει στο δικαστήριο για έγκλημα που, αν το τελούσε ενήλικος, θα ήταν κακούργημα και για το οποίο επιβάλλεται η ποινή του περιορισμού σε ειδικό κατάστημα κράτησης ανηλίκων, σύμφωνα με το άρθρο 127 παρ. 1 ΠΚ, και μόνο για τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος.

Άρθρο 479.- Πότε επιτρέπεται στον εισαγγελέα. Ο εισαγγελέας εφετών μπορεί να προσβάλει με έφεση οποιοδήποτε βούλευμα του συμβουλίου πλημμελειοδικών.

Άρθρο 480.- Προθεσμία. Η κατά το προηγούμενο άρθρο έφεση ασκείται μέσα σε προθεσμία ενός μήνα από την έκδοσή του βουλεύματος (άρθρο 306). Η προθεσμία αυτή και η έφεση που ασκήθηκε δεν αναστέλλουν την αποφυλάκιση του κατηγορουμένου που έχει διαταχθεί με το προσβαλλόμενο βούλευμα.

Άρθρο 481.- Αρμόδιο δικαστήριο για την έφεση. Για την έφεση αποφαίνεται το συμβούλιο εφετών ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα εφετών σύμφωνα με τα άρθρα 316, 318 και 319.

Άρθρο 482.- Δικαιοδοσία συμβουλίου εφετών. Αν το βούλευμα που προσβάλλεται έχει εκδοθεί ακύρως, το συμβούλιο εφετών, αφού το κηρύξει άκυρο, κρατεί την υπόθεση και αποφαίνεται σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο.

  • 8 Μαρτίου 2019, 22:31 | Κορκολής Κωνσταντινος

    Η διατήρηση της κατάργησης του δικαιώματος του πολιτικώς εναγοντα να ασκήσει εφεση όπως και αναίρεση σε απαλλακτικό βούλευμα και σε απαλλακτική απόφαση και με δεδομένο ότι οι εισαγγελείς σπάνια ασκούν εφεσεις η αναιρέσεις και δεν ελεγχονται, καθότι κακώς η ασκηση αυτου του δικαιωματος τους εναπόκειται στην απόλυτη διακριτική τους ευχερεια,σημαίνει κατάλυση της ισοτητας των όπλων με αποτέλεσμα εσφαλμένες απαλλακτικες Πρωτοδικες αποφάσεις και βουλευματα που δεν υπόκεινται σε κανένα έλεγχο από ανώτερους δικαστικούς σχηματισμούς με ότι αυτό συνεπάγεται για την ορθή απονομή της Δικαιοσύνης.