ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ – ΔΕΥΤΕΡΟ ΤΜΗΜΑ – ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Έναρξη και αναβολή της ποινικής δίωξης

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Έναρξη και αναβολή της ποινικής δίωξης

Άρθρο 37.- Αυτεπάγγελτη δίωξη. Όταν δεν απαιτείται έγκληση ή αίτηση, η ποινική δίωξη κινείται αυτεπάγγελτα, ύστερα από αναφορά, μήνυση ή άλλη πληροφορία ότι διαπράχθηκε αξιόποινη πράξη.

Άρθρο 38.- Υποχρέωση για την ανακοίνωση αξιόποινης πράξης. 1. Οι ανακριτικοί υπάλληλοι οφείλουν να ανακοινώσουν χωρίς χρονοτριβή στον αρμόδιο εισαγγελέα οτιδήποτε πληροφορούνται με κάθε τρόπο για αξιόποινη πράξη που διώκεται αυτεπαγγέλτως.
2. Οι υπόλοιποι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και εκείνοι στους οποίους ανατέθηκε προσωρινά δημόσια υπηρεσία, έχουν την ίδια υποχρέωση για τις αξιόποινες πράξεις της παρ. 1, αν πληροφορήθηκαν γι’ αυτές κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.
3. Η ανακοίνωση γίνεται γραπτώς και πρέπει να περιέχει όλα τα στοιχεία που υπάρχουν και αφορούν την αξιόποινη πράξη, τους δράστες και τις αποδείξεις.

Άρθρο 39.- Υποχρέωση του δικαστή να συντάσσει έκθεση. 1. Όταν κατά τη διάρκεια πολιτικής ή ποινικής δίκης ανακύπτει γεγονός που μπορεί να χαρακτηριστεί έγκλημα διωκόμενο αυτεπαγγέλτως, ο δικαστής, αν σύμφωνα με το νόμο δεν μπορεί να το δικάσει ο ίδιος αμέσως, οφείλει να συντάξει έκθεση και να τη διαβιβάσει στον αρμόδιο εισαγγελέα με κάθε πληροφορία και με τα σχετικά έγγραφα.
2. Το ίδιο υποχρεούται να κάνει και όταν πρόκειται για έγκλημα μη διωκόμενο αυτεπαγγέλτως, αν υποβλήθηκε η απαιτούμενη έγκληση στην αρμόδια αρχή.
3. Οι διατάξεις των παρ. 1 και 2 εφαρμόζονται και σε υποθέσεις διοικητικής και πειθαρχικής δικαιοδοσίας.

Άρθρο 40.- Υποχρέωση ιδιωτών. 1. Ακόμα και ιδιώτες οφείλουν στις συγκεκριμένες περιπτώσεις που προβλέπονται από το νόμο, αν αντιληφθούν οι ίδιοι αξιόποινη πράξη που διώκεται αυτεπαγγέλτως, να την αναγγείλουν στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών ή σε οποιονδήποτε ανακριτικό υπάλληλο. Η αναγγελία αυτή μπορεί να γίνει είτε εγγράφως με μια αναφορά ή προφορικά, οπότε συντάσσεται έκθεση.
2. Στην αναφορά ή στην προφορική δήλωση πρέπει να αναφέρονται όλες οι λεπτομέρειες που αφορούν την πράξη, τους δράστες και τις αποδείξεις.
3. Αν πολλοί πληροφορήθηκαν για την αξιόποινη πράξη, τότε καθένας έχει ξεχωριστά την υποχρέωση αυτή.

Άρθρο 41.- Αίτηση δίωξης. Στις περιπτώσεις που ο νόμος ορίζει ότι απαιτείται αίτηση της αρχής για να ασκηθεί ποινική δίωξη, η αίτηση γίνεται σε κάθε εκπρόσωπο της εισαγγελικής αρχής, γραπτά ή προφορικά, και συντάσσεται έκθεση.

Άρθρο 42.- Μήνυση αξιόποινων πράξεων. 1. Εκτός από αυτόν που αδικήθηκε και οποιοδήποτε άλλος έχει το δικαίωμα να καταγγείλει στην αρχή τις αξιόποινες πράξεις που διώκονται αυτεπαγγέλτως, τις οποίες πληροφορήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο.
2. Η μήνυση γίνεται απευθείας στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών, αλλά και στους άλλους ανακριτικούς υπαλλήλους, είτε από τον ίδιο το μηνυτή είτε από ειδικό πληρεξούσιο Το έγγραφο της πληρεξουσιότητας μπορεί να δοθεί και με απλή έγγραφη δήλωση. Η γνησιότητα της υπογραφής του εντολέα πρέπει να βεβαιώνεται από οποιαδήποτε δημόσια, δημοτική ή κοινοτική αρχή ή δικηγόρο. Το έγγραφο της πληρεξουσιότητας προσαρτάται στην έκθεση για την κατάθεση της μήνυσης. Μπορεί επίσης η μήνυση να γίνει και προφορικά οπότε συντάσσεται έκθεση.
3. Αν η μήνυση έγινε σε ανακριτικό υπάλληλο, αυτός τη στέλνει χωρίς χρονοτριβή στον αρμόδιο για την ποινική δίωξη εισαγγελέα.
4. Η κατάθεση της μήνυσης μπορεί να γίνεται και με ηλεκτρονικά μέσα, εφόσον φέρει προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 1 του Π.Δ. 150/2001. Οι λεπτομέρειες και οι ειδικότερες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για την εφαρμογή της εν λόγω διάταξης καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Άρθρο 43.- Έναρξη ποινικής δίωξης. Τρόποι κίνησης. Αρχειοθέτηση. 1. Ο εισαγγελέας όταν λάβει τη μήνυση ή την αναφορά, κινεί την ποινική δίωξη, παραγγέλλοντας ανάκριση ή εισάγοντας την υπόθεση με απευθείας κλήση του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, όπου αυτό προβλέπεται ή διαβιβάζοντας τη δικογραφία στον εισαγγελέα εφετών στην περίπτωση της επόμενης παραγράφου. Στα κακουργήματα ή πλημμελήματα αρμοδιότητας Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, καθώς και στα πλημμελήματα αρμοδιότητας Τριμελούς Εφετείου (άρθρο 111 παρ. 6), κινεί την ποινική δίωξη μόνο εφόσον έχουν ενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση ή προανακριτικές πράξεις κατά το άρθρο 245 παρ. 2 και προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την κίνησή της. Αν έχει προηγηθεί ένορκη διοικητική εξέταση ή υπάρχει πόρισμα ή έκθεση ελέγχου του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης ή του Σώματος ή Υπηρεσίας Επιθεώρησης και Ελέγχου των φορέων της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Ν. 3074/2002 και προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για να κινηθεί η ποινική δίωξη, μπορεί να μην ενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση, εφόσον η ποινική δίωξη που πρόκειται να ασκηθεί αναφέρεται σε πράξεις ίδιες με εκείνες για τις οποίες διενεργήθηκε η Ε.Δ.Ε ή αναφέρονται στο πόρισμα.
2 Αν διενεργήθηκε προκαταρκτική εξέταση ή προανακριτικές πράξεις κατά το άρθρο 245 παρ. 2 ή ένορκη διοικητική εξέταση ή υπάρχει πόρισμα ή έκθεση αρμόδιας κατά τον νόμο για έλεγχο αρχής για πλημμέλημα των προσώπων του άρθρου 111 παρ. 6, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών αμέσως μετά την κίνηση της ποινικής δίωξης υποβάλλει τη δικογραφία στον εισαγγελέα εφετών με σχέδιο κλητηρίου θεσπίσματος. Αν ο εισαγγελέας εφετών κρίνει ότι δεν συντρέχουν επαρκείς ενδείξεις για την εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο με απευθείας κλήση, υποβάλλει σχετική πρόταση στο συμβούλιο εφετών.
3. Αν η μήνυση ή η αναφορά δεν στηρίζεται στο νόμο ή είναι προφανώς αβάσιμη στην ουσία της ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτίμησης, ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών τη θέτει στο αρχείο και, υποβάλλοντας τη δικογραφία στον εισαγγελέα εφετών, αναφέρει σε αυτόν τους λόγους για τους οποίους δεν άσκησε ποινική δίωξη. Ο τελευταίος, αν δεν συμφωνεί, έχει υποχρέωση να παραγγείλει προκαταρκτική εξέταση αν πρόκειται για κακούργημα ή πλημμέλημα για το οποίο αυτή είναι υποχρεωτική, είτε την άσκηση ποινικής δίωξης στις λοιπές περιπτώσεις.
4. Αν έχει διενεργηθεί προκαταρκτική εξέταση ή προανακριτικές πράξεις κατά το άρθρο 245 παρ. 2 ή ένορκη διοικητική εξέταση ή υπάρχει πόρισμα ή έκθεση αρμόδιας κατά τον νόμο για έλεγχο αρχής και ο εισαγγελέας πλημμελειοδικών κρίνει ότι δεν προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για να κινηθεί η ποινική δίωξη, θέτει την υπόθεση στο αρχείο και, υποβάλλοντας τη δικογραφία στον εισαγγελέα εφετών, αναφέρει σε αυτόν τους λόγους για τους οποίους δεν άσκησε ποινική δίωξη. Ο τελευταίος, αν δεν συμφωνεί, έχει δικαίωμα να παραγγείλει την άσκηση ποινικής δίωξης, εκθέτοντας στην παραγγελία του συνοπτικά τους λόγους που την δικαιολογούν.
5. Μήνυση ή η αναφορά η οποία υποβάλλεται με οποιονδήποτε τρόπο ανωνύμως ή με ανύπαρκτο όνομα, τίθεται αμέσως στο αρχείο από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών και εφαρμόζονται αναλόγως όσα ορίζονται στην παράγραφο 3. Όταν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι που μνημονεύονται ειδικά στην παραγγελία του εισαγγελέα πλημμελειοδικών, μπορεί να διαταχθεί προκαταρκτική εξέταση.
6. Ο αρμόδιος εισαγγελέας ανασύρει τη δικογραφία από το αρχείο μόνον όταν αναφαίνονται νέα πραγματικά περιστατικά ή στοιχεία ή γίνεται επίκληση αυτών, τα οποία δικαιολογούν κατά την κρίση του την επανεξέταση της υπόθεσης. Στην περίπτωση αυτή καλεί τον μηνυόμενο ή αυτόν σε βάρος του οποίου διενεργήθηκε προκαταρκτική εξέταση για παροχή εξηγήσεων .

Άρθρο 44.- Αναβολή και αναστολή ποινικής δίωξης. 1. Σε περίπτωση πλημμελήματος, αν η ποινή που πιθανολογείται ότι θα επιβληθεί στον υπαίτιο, αλλά και οι άλλες συνέπειές της κατά τον ποινικό κώδικα, είναι μηδαμινές συγκριτικά με την ποινή που του έχει επιβληθεί αμετάκλητα στο παρελθόν για άλλη πράξη και που τώρα την εκτίει, ο εισαγγελέας, με την έγκριση του εισαγγελέα εφετών, έχει το δικαίωμα να αναβάλει για αόριστο χρόνο την ποινική δίωξη με αιτιολογημένη διάταξή του. Αν όμως η ποινική δίωξη έχει αρχίσει, την αναστολή της για αόριστο χρόνο τη διατάσσει αμετάκλητα το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο με πρόταση του εισαγγελέα.
2. Παρόμοια αναβολή ή αναστολή ποινικής δίωξης μπορεί να διαταχθεί με τις ίδιες προϋποθέσεις και όταν ο κατηγορούμενος έχει ήδη παραπεμφθεί στο ακροατήριο για βαρύτερη πράξη, εκτός αν η ποινική δίωξη για την ελαφρότερη πράξη είναι αναγκαία για την ανακάλυψη της αλήθειας γενικά ή για την εκτίμηση του χαρακτήρα του κατηγορουμένου.
3. Και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις μπορεί αργότερα να διαταχθεί από τις ίδιες αρχές η ποινική δίωξη ή η συνέχιση εκείνης που είχε ανασταλεί: α) αν η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε και έγινε αφορμή να διαταχθεί αναστολή για την άλλη πράξη έπαψε για οποιονδήποτε νόμιμο λόγο και β) μετά την αμετάκλητη εκδίκαση της κατηγορίας που εκκρεμεί και έγινε αφορμή να ανασταλεί η δίωξη.

  • ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΗ ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΩΞΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΗΣ ΣΤΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΠΕΡΑΣ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΔΙΚΗΣ: Αποτελεί ντροπή για το επίπεδο απονομής Δικαιοσύνης στη χώρα μας η ποινική αντιμετώπιση των φορολογικών υποθέσεων. Οι φορολογικές υποθέσεις, ως διοικητικές διαφορές ουσίας, είναι δεδομένο ότι απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις Διοικητικού Δικαίου, που ευνόητα δεν έχουν οι πολιτικοί-ποινικοί δικαστές. Γι’ αυτό, άλλωστε, η εκδίκασή τους ανατίθεται στα Διοικητικά Δικαστήρια και όχι στα Πολιτικά. Όμως, από τη μια πλευρά η αδυναμία των Διοικητικών Δικαστηρίων να δικάσουν σε εύλογο χρόνο, από την άλλη ο φόβος της παραγραφής του ποινικού-φορολογικού αδικήματος, και τέλος το δόγμα της κύριας / πλήρους δικαιοδοσίας του ποινικού δικαστηρίου, οδηγεί κατά κανόνα στην εκδίκαση των φορολογικών υποθέσεων από το ποινικό δικαστήριο ΠΡΙΝ τη διεξαγωγή της φορολογικής δίκης. Κατά τον τρόπο αυτόν, ο κατηγορούμενος οδηγείται σε (ποινική) δίκη την οποία διεξάγουν δικαστές τους οποίους ο ίδιος ο νομοθέτης έχει a priori κρίνει ακατάλληλους να κρίνουν την ουσία της φορολογικής υπόθεσης. Το αποτέλεσμα είναι οι περιβόητες «δίκες των 90 δευτερολέπτων», με μόνο αντικείμενο το αν ο κατηγορούμενος διακανόνισε το χρέος και πλήρωσε τη δόση. Όλα αυτά μπορούν να αποφευχθούν με ταυτόχρονη αναστολή της ποινικής δίωξης και της παραγραφής του ποινικού αδικήματος μέχρι τελεσιδικίας της φορολογικής δίκης.

  • 22 Μαρτίου 2019, 06:36 | αλεξιου βασιλειος

    σχετικα με το αρθρο 37 θα επρεπε να μπορει το θυμα εγκληματικης ενεργειας που διώκεται αυτεπάγγελτα να ζητησει να μην διωχθεί ποινικα ο δραστης.υπαρχουν συμπολίτες μας που μπορουν να συγχωρησουν η να δειξουν κατανοηση ακομα και σε εγκληματιες.ευχαριστω πολύ.

  • 18 Μαρτίου 2019, 09:23 | ΜΑΝΔΑΝΑΣ ΦΩΤΙΟΣ

    Η πρόβλεψη ελέγχου κάθε καταγγελίας είναι απαραίτητη, από τον αρμόδιο εισαγγελέα, με σεβασμό των δικαιωμάτων όλων, ανεξάρτητα εάν κάποιοι «λεβέντες» που επικαλούνται δικαιώματα, δεν τολμούν να σχολιάσουν επώνυμα, ζητώντας να αποκλείσουν αναφορές για υποθέσεις τους που πιθανόν βρωμάνε.

  • 14 Μαρτίου 2019, 11:25 | ΠΑΥΛΟΣ ΧΑΡΙΤΙΔΗΣ

    ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 37 ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΔΕΟΝ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΠΡΟΣΤΕΘΕΙ Η ΦΡΑΣΗ: «ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΜΗΝΥΣΗ ΜΕΝ ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ Η ΥΦ’ ΟΙΟΥΔΗΠΟΤΕ ΙΔΙΩΤΟΥ, ΕΚΤΟΣ ΤΟΥ ΠΑΘΟΝΤΟΣ, ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΑΞΙΟΠΟΙΝΟΥ ΠΡΑΞΕΩΣ ΕΞ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΟΡΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΑΥΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ ΔΙΩΚΟΜΕΝΗΣ, ΩΣ ΕΓΚΛΗΣΗ ΔΕ Η ΥΠΟ ΤΟΥ ΠΑΘΟΝΤΟΣ ΓΕΝΟΜΕΝΗ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ ΑΞΙΟΠΟΙΝΟΥ ΠΡΑΞΕΩΣ ΕΙΤΕ ΚΑΤ’ ΕΓΚΛΗΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΟΡΙΣΜΟΥΣ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 117 ΚΑΙ 118 ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΟΣ, ΕΙΤΕ ΕΞ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΔΙΩΚΟΜΕΝΗΣ (ΧΩΡΑΦΑ, ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ, ΕΚΔ. 9, ΤΟΜ. Α’, ΣΕΛ. 151 ΚΑΙ ΕΠΟΜ., ΜΠΟΥΡΟΠΟΥΛΟΥ, ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΕΚΔ. Β’, ΤΟΜ. Α’, ΣΕΛ. 62 ΚΑΙ 70). ΠΑΘΩΝ ΕΚ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝ ΠΡΟΣΩΠΟΝ ΕΙΤΕ ΝΟΜΙΚΟ ΕΙΤΕ ΦΥΣΙΚΟ, ΕΙΤΕ ΙΚΑΝΟ ΠΡΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΙΣΜΟ ΕΙΤΕ ΑΚΑΤΑΛΟΓΙΣΤΟ, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΦΟΡΕΑΣ ΤΟΥ ΕΝΝΟΜΟΥ ΑΓΑΘΟΥ ΚΑΘ’ ΟΥ ΣΤΡΕΦΕΤΑΙ Η ΠΡΑΞΗ». (ΧΩΡΑΦΑ, ΕΝΘ’ ΑΝΩΤ.).

  • 13 Μαρτίου 2019, 21:09 | ΓΙΑΝΝΗΣ

    Η ΜΗΝΥΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΩΣ ΕΓΚΛΗΣΗ.

  • 13 Μαρτίου 2019, 21:50 | ΓΙΑΝΝΗΣ

    Η ΜΗΝΥΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ ΝΑ ΜΗΝ ΕΧΕΙ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΙΣΧΥ ΜΕ ΤΗ ΜΗΝΥΣΗ. ΟΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΒΕΒΑΙΟΣ ΟΤΙ ΕΧΕΙ ΕΝΤΟΠΙΣΕΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΝΑ ΕΧΕΙ ΤΟ ΣΘΕΝΟΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΜΗΝΥΣΗ ΚΑΙ ΟΧΙ ΕΡΕΥΝΑ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ. ΑΔΙΚΗΜΑ ΠΟΥ ΘΕΛΕΙ ΕΓΚΛΗΣΗ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΝΤΙΚΑΘΙΣΤΑΤΑΙ ΑΠΟ ΜΗΝΥΤΗΡΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑ ΔΙΟΤΙ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ Ο ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΑΘΟΝΤΟΣ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΝΑ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΙ ΒΛΑΒΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΓΓΕΛΟΝΤΟΣ.

  • 12 Μαρτίου 2019, 17:26 | ΠΑΥΛΟΣ ΧΑΡΙΤΙΔΗΣ

    ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 595 ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΕΠΙΤΑΣΣΕΤΑΙ ΟΤΙ ΟΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΑΞΙΟΠΟΙΝΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΕΙΔΙΚΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ, ΚΑΤΑ ΔΕ ΤΗ ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 41 ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΚΩΔΙΚΑ, ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΠΟΥ Ο ΝΟΜΟΣ ΟΡΙΖΕΙ, ΟΤΙ ΑΠΑΤΕΙΤΑΙ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΓΙΑ ΝΑ ΑΣΚΗΘΕΙ ΔΙΩΞΗ, Η ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΕ ΚΑΘΕ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ, ΓΡΑΠΤΩΣ Η ΠΡΟΦΟΡΙΚΩΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΣΣΕΤΑΙ ΕΚΘΕΣΗ (ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΟΠΟΙΑΣ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ Η ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 148 ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΚΩΔΙΚΑ).Η ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΩΞΗ ΠΟΥ ΚΙΝΕΙΤΑΙ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 25 ΠΑΡ. 1 ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 1882/90 ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΙΣ ΙΣΧΥΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ ΤΩΝ ΧΡΕΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΒΕΒΑΙΩΜΕΝΑ ΣΤΙΣ ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΔΙΩΚΕΤΑΙ ΥΣΤΕΡΑ ΑΠΟ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΠΡΩΤΟΔΙΚΩΝ ΤΗΣ ΕΔΡΑΣ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΙΜΩΡΕΙΤΑΙ ΜΕ ΠΟΙΝΗ ΦΥΛΑΚΙΣΕΩΣ. ΣΗΜΕΙΩΝΕΤΑΙ ΟΤΙ Η ΙΔΙΑ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΔΙΑΤΥΠΩΣΗ ΔΙΑΤΗΡΕΙΤΑΙ ΑΝΑΛΛΟΙΩΤΗ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΩΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 25 ΠΑΡ. 1 ΤΟΥ Ν. 1882/90 ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 23 ΠΑΡ. 1 ΤΟΥ Ν. 2523/97. Η ΤΟΙΑΥΤΩΣ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΗ ΕΚΘΕΣΗ ΚΑΤΑΘΕΣΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΗΣ ΑΙΤΗΣΕΩΣ ΔΙΩΞΕΩΣ, ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΤΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΑΝΑΓΚΑΙΑ, ΕΝΕΚΕΝ ΑΠΟΛΥΤΟΥ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΜΗ ΤΗΡΗΣΗ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΠΟΥ ΚΑΘΟΡΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΩΞΕΩΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ. ΔΕΟΝ ΛΟΙΠΟΝ ΝΑ ΠΡΟΣΤΕΘΕΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 41 ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Η ΦΡΑΣΗ «ΚΗΡΥΣΣΕΤΑΙ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟΣ Η ΑΣΚΗΘΕΙΣΑ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΩΞΗ ΑΝ ΕΛΛΕΙΠΕΙ ΑΠΟ ΤΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΤΗΣ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑΣ Η ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΑΞΗΣ ΚΑΤΑΘΕΣΗΣ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΕΚΑΣΤΟΤΕ ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΩΝ ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΩΝ ΔΟΥ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ.

  • 8 Μαρτίου 2019, 18:49 | ΠΑΤΤΑΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ

    Αντιρρήσεις έχω για την παρ. 5 του άρθρου 43 του ΚΠΔ. Υποβάλλω ανώνυμα, μία αναφορά στον Εισαγγελέα, γιατί θέλω να τηρήσω την ανωνυμία μου και δεν θέλω να έχω μπλεξίματα με τους εγκληματίες, για παράδειγμα,ότι σε συγκεκριμένη τοποθεσία, (περιγράφω τον τόπο ακριβώς) καλλιεργούνται δενδρύλλια ινδικής κάνναβης, ή ότι σε συγκεκριμένο σπίτι, κρατείται παράνομα ένα πρόσωπο. Ο Εισαγγελέας δεν θα λάβει υπόψη του την ανώνυμη αναφορά μου και θα τη θέσει στο αρχείο; ΄Αλλη διατύπωση πρέπει να έχει αυτή η παράγραφος. Και οι ανώνυμες αναφορές πρέπει να ερευνώνται, εφόσον περιλαμβάνουν συγκεκριμένα στοιχεία, τόπο κ.λ.π. και μπορεί να αποδειχθεί η παράνομη πράξη, διωκόμενη αυτεπάγγελτα. Γιατί θα πρέπει να ενδιαφέρει ποιός είναι ο καταγγέλλων, όταν τα στοιχεία επαρκούν για την ανακάλυψη της παράνομης πράξης;