Άρθρο 20 Χρόνος και τρόπος μισθολογικής εξέλιξης
- Για τη μισθολογική εξέλιξη των στελεχών, όλων των κατηγοριών, από το κατώτερο στο αμέσως ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο απαιτείται υπηρεσία τριών (3) ετών στο πρώτο μισθολογικό κλιμάκιο και δύο (2) ετών για κάθε επόμενο μισθολογικό κλιμάκιο.
- Η εξέλιξη των στελεχών σύμφωνα με την παρ. 1 γίνεται με πράξη του αρμόδιου για τον διορισμό τους ή την κατάταξή τους οργάνου, η οποία δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
- Ως υπηρεσία για τη μισθολογική κατάταξη και εξέλιξη αναγνωρίζεται η αναφερόμενη στην παρ. 4 του άρθρου 11 του ν. 4354/2015 (Α’ 176), ο χρόνος φοίτησης στις στρατιωτικές σχολές ή στις αντίστοιχες σχολές των Σωμάτων Ασφαλείας, καθώς και ο χρόνος απόκτησης ιατρικής ειδικότητας, εφόσον η ειδικότητα αυτή αποτελεί τυπικό προσόν κατάταξης.
- Δεν αναγνωρίζονται ως υπηρεσία ο χρόνος στρατιωτικής θητείας και ο χρόνος παροχής υπηρεσίας με σύμβαση μίσθωσης έργου ή με ανάθεση κατ΄ αποκοπή εργασίας, εκτός εάν ο χρόνος αυτός έχει χαρακτηριστεί με διάταξη νόμου ή με δικαστική απόφαση ότι διανύθηκε με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου.
- Η αναγνώριση των υπηρεσιών της παρ. 3, πραγματοποιείται με απόφαση του αρμόδιου για τον διορισμό ή την κατάταξη ή άλλου εξουσιοδοτημένου οργάνου και τα οικονομικά αποτελέσματα ισχύουν από την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης και όλων των απαραίτητων δικαιολογητικών.
Πλοήγηση στη Διαβούλευση
- Άρθρο 20 Χρόνος και τρόπος μισθολογικής εξέλιξης
Η προτεινόμενη νέα μισθολογική κατάταξη των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας διαμορφώνεται με τρόπο που δεν λαμβάνει υπόψη την περίπτωση των Αξιωματικών-Υπαξιωματικών Ειδικών Καθηκόντων-Ειδικότητας απευθείας κατάταξης, καθώς δεν αναγνωρίζει ως χρόνο προϋπηρεσίας τον απαιτούμενο χρόνο κτήσης των τίτλων (πτυχίο και μεταπτυχιακό ή/και διδακτορικό) που αποτελούν προϋπόθεση της κατάταξης τους, σύμφωνα με τις εκάστοτε οικείες προκηρύξεις.
Αντίθετα, ο χρόνος φοίτησης στις στρατιωτικές σχολές υπολογίζεται κανονικά για τους Αξιωματικούς και Υπαξιωματικούς Γενικών Καθηκόντων. Επιπρόσθετα, αξίζει να σημειωθεί ότι:
1. η ρύθμιση του 2017, που κατήργησε τη συνυπολογιζόμενη πανεπιστημιακή φοίτηση, δημιούργησε αξιωματικούς ειδικών καθηκόντων δύο ταχυτήτων. Πιο συγκεκριμένα, όσοι κατατάχθηκαν μετά το 2017, αμείβονται λιγότερο από εκείνους που κατετάγησαν πριν, παρότι ασκούν τα ίδια καθήκοντα και έχουν τα ίδια τυπικά προσόντα. Αυτή η διαμορφωθείσα κατάσταση άνισης μεταχείρισης ίδιων περιπτώσεων διευρύνεται ακόμη περισσότερο με το προτεινόμενο νέο σύστημα κλιμακίων, όπου ο βαθμός έχει μειωμένο μισθολογικό βάρος.
2. στον ευρύτερο δημόσιο τομέα αναγνωρίζονται μισθολογικά τα τυπικά προσόντα των ακαδημαϊκών τίτλων (πτυχίο, μεταπτυχιακό/διδακτορικό). Ειδικότερα, για τους Αξιωματικούς Ειδικότητας του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής (Τεχνικούς, Νομικούς, τους Οικονομικούς, κοκ) που κατατάσσονται με τον βαθμό του Ανθυποπλοιάρχου Λ.Σ., από τη σύγκριση της μισθολογικής τους κατάστασης μεταξύ της ισχύουσας νομοθεσίας (ν. 4472/2017) και του νέου σχεδίου νόμου προκύπτουν τα εξής:
Παράδειγμα Ανθυποπλοιάρχου Ειδικότητας:
Υφιστάμενη νομοθεσία ν. 4472/2017:
Κλιμάκιο 33 μέχρι 5 χρόνια προϋπηρεσία: Βασικός μισθός 1335 ευρώ
Κλιμάκιο 32 μέχρι 5-7 χρόνια προϋπηρεσία: βασικός μισθός 1375 ευρώ
Νέο σχέδιο Νόμου:
Κλιμάκιο 1 μέχρι 3 χρόνια προϋπηρεσία: Βασικός μισθός 1320 ευρώ*1,01= 1333,20 ευρώ
Κλιμάκιο 2 μέχρι 3-5 χρόνια προϋπηρεσία: βασικός μισθός 1410 ευρώ*1,01= 1.424,1 ευρώ.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι, όχι μόνο δεν υπάρχει οικονομική ενίσχυση για τους Ανθυποπλοιάρχους με προϋπηρεσία κάτω των 3 ετών, καθώς θα είναι κατά 1,8 ευρώ μειωμένος, αλλά η ίδια η προτεινόμενη ρύθμιση έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τον βασικό σκοπό του σχεδίου νόμου, δηλαδή τη στήριξη της οικογένειας και της μεσαίας τάξης, την ενίσχυση του εισοδήματος των νέων και γενικότερα της κοινωνίας και της οικονομίας.
Προτείνεται, συνεπώς, να θεσπιστεί ρητά ότι τα έτη σπουδών που απαιτήθηκαν για την απόκτηση των τίτλων και αποτέλεσαν προϋπόθεση κατάταξής τους, να αναγνωρίζονται ως χρόνος προϋπηρεσίας για σκοπούς μισθολογικής κατάταξης και εξέλιξης του προσωπικού Ειδικών Καθηκόντων-Ειδικότητας των Σωμάτων Ασφαλείας.
Μία τέτοια ρύθμιση:
α) αφενός είναι σύμφωνη με τις συνταγματικά κατοχυρωμένες αρχές της ισότητας και αναλογικότητας, αποκαθιστώντας την υφιστάμενη αδικία και άνιση μεταχείριση μεταξύ προσωπικού Γενικών Καθηκόντων και Ειδικών Καθηκόντων (προ και μετά ρύθμισης 2017)
β) θα αποτελέσει ουσιαστικό κίνητρο τόσο για την εισαγωγή/κατάταξη ακαδημαϊκά ειδικευμένων και επιστημονικά καταρτισμένων ιδιωτών στα Σώματα Ασφαλείας όσο και για την παραμονή των αντίστοιχων τέτοιων Αξιωματικών Ειδικότητας σε αυτά.
Αναφορικά με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, προτείνεται η αναγνώριση, για τη μισθολογική εξέλιξη, του πτυχίου/πτυχίων που αποτέλεσαν τυπικό προσόν κατάταξης στα σώματα ασφαλείας, για όλες τις ειδικότητες, προς τήρηση των αρχών της αναλογικότητας και της ίσης μεταχείρισης.
Ειδικότερα, στην περίπτωση των αξιωματικών ειδικών καθηκόντων που εισήχθησαν στο πυροσβεστικό σώμα με προκήρυξη του 2021 ως πτυχιούχοι συγκεκριμένων ειδικοτήτων, πραγματοποιήθηκε η κατάταξή τους απευθείας στο βαθμό του υποπυραγού (για τους ιατρούς στο βαθμό του πυραγού), κατ’ εφαρμογή του Π.Δ. 38/2021, αναγνωρίζοντάς τους έτσι δυο επιπλέον μισθολογικά κλιμάκια.
Με το καθεστώς που θέτει το νέο σχέδιο νόμου, οι αξιωματικοί ειδικών καθηκόντων που δεν έχουν πρότερη προϋπηρεσία στον δημόσιο τομέα, θα βρίσκονται στο 1ο μισθολογικό κλιμάκιο με βασικό μισθό μικρότερο κατά 15 ευρώ (τωρινό Α33).
Πρέπει απαραίτητα να προσμετράται στη μισθολογική κατάταξη και εξέλιξη ο τίτλος σπουδών που αποτελεί ή αποτέλεσε προσόν κατάταξης. Προτείνεται η αναγνώριση έως τέσσερα (4) έτη για πτυχίο ΑΕΙ, έως δύο (2) έτη για τους κατόχους μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών και αθροιστικά, έως έξι (6) έτη για κατόχους πτυχίου και μεταπτυχιακού. Τα στελέχη ειδικών καθηκόντων σωμάτων ασφαλείας συγκεκριμένων ειδικοτήτων, αποτελούν επιστημονικό προσωπικό ανώτατης εξειδίκευσης.
Με το άρ. 160 περ. δ’ του Ν.4472/2017 καταργήθηκαν τα άρθρα 5 και 6 του Ν.2838/2000 (Α’ 179), όπως αυτά είχαν τροποποιηθεί με το άρθρο 37 του Ν.3016/2002 (Α’ 110).
Στα καταργηθέντα άρθρα και των δύο νόμων προβλεπόταν ρητά ότι «ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας θεωρείται και ο χρόνος φοίτησης στα Α.Ε.Ι., εφόσον η φοίτηση ή το πτυχίο αποτελεί τυπικό προσόν κατάταξής τους». Μάλιστα, στο άρθρο 37 του Ν. 3016/2002 αναγνωριζόταν, πλέον της φοίτησης ή του πτυχίου, και η προϋπηρεσία ή η ειδικότητα, εφόσον αποτελεί τυπικό προσόν κατάταξης.
Ζητούμε να εξεταστεί η επαναφορά των ανωτέρω διατάξεων και η αναγνώριση των εξειδικευμένων γνώσεων που προσφέρουν τα στελέχη των Σωμάτων Ασφαλείας, τα οποία έχουν προσληφθεί με τον τίτλο σπουδών τους ως προσόν κατάταξης.
Παράλληλα, θα πρέπει να αναγνωριστεί και ο χρόνος στρατιωτικής θητείας ως χρόνος προϋπηρεσίας, ειδικά δε αυτών οι οποίοι υπηρέτησαν σαν Δόκιμοι Έφεδροι Αξιωματικοί ή οπλίτες Ειδικών Δυνάμεων/Προεδρικής Φρουράς, δεδομένου ότι η εκπλήρωση των στρατιωτικών υποχρεώσεων αποτελούσε απαραίτητο προσόν και προϋπόθεση για την κατάταξη των Αξιωματικών Ειδικών Καθηκόντων σε Σώματα Ασφαλείας.
Η στρατιωτική θητεία δεν αποτελεί απλά ηθικό χρέος κάθε Έλληνα πολίτη αλλά ουσιαστική προσφορά σε στρατιωτικό πλαίσιο, μέσα από την οποία αποκτώνται πολύτιμες δεξιότητες πειθαρχίας, ευθύνης και επιχειρησιακής ετοιμότητας, άμεσα συναφείς με το έργο ενός στελέχους Σώματος Ασφαλείας το οποίο επέλεξε να υπηρετεί την πατρίδα του στο μέγιστο βαθμό.
Σε συνέχεια της παρουσίασης της νέας μισθολογικής κατάταξης των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας, εκφράζονται σοβαροί προβληματισμοί αναφορικά με την αντιμετώπιση των Αξιωματικών Ειδικότητας, όπως αυτή προκύπτει από τις διατάξεις του εν λόγω σχεδίου.
Συγκεκριμένα, το νέο μισθολόγιο δεν προβλέπει τη μισθολογική αναγνώριση των τίτλων σπουδών (πτυχίων, μεταπτυχιακών, διδακτορικών) ως χρόνο προϋπηρεσίας που αποτέλεσαν απαραίτητο προσόν κατάταξης για τους εν λόγω αξιωματικούς, με αποτέλεσμα να βρίσκονται στο τελευταίο μισθολογικό κλιμάκιο. Η παράλειψη αυτή οδηγεί σε άνιση μεταχείριση και διαπιστώνεται μια σοβαρή υποβάθμιση της θέσης των Αξιωματικών Ειδικότητας έναντι άλλων κατηγοριών Αξιωματικών, καθώς δεν λαμβάνεται υπόψη το εκπαιδευτικό και επιστημονικό υπόβαθρο που διαθέτουν οι Αξιωματικοί Ειδικότητας κατά την εισαγωγή τους στο εκάστοτε Σώμα Ασφαλείας.
Πέραν αυτού, συνεχίζεται να αγνοείται πλήρως η μισθολογική αναγνώριση εργασιακής εμπειρίας στον ιδιωτικό τομέα σε συναφές αντικείμενο της ειδικότητας των εν λόγω Αξιωματικών, η οποία αποτελεί σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα και πολύτιμο επαγγελματικό εφόδιο των συγκεκριμένων στελεχών κατά την ένταξή τους στα Σώματα Ασφαλείας, οι οποίοι αξιοποιούνται πλήρως από την κατάταξη τους.
Η μη αναγνώριση των παραπάνω λειτουργεί αποθαρρυντικά για τη στελέχωση των Σωμάτων Ασφαλείας από υψηλού επιπέδου προσωπικό με επιστημονική αλλά και επαγγελματική κατάρτιση σχετικής της ειδικότητας τους.
Κρίνεται, συνεπώς, επιτακτική η επανεξέταση του νέου μισθολογίου, διασφαλίζοντας ίση και δίκαιη αντιμετώπιση όλων των στελεχών, με βάση τα προσόντα τους. Οι Αξιωματικοί Ειδικότητας αποτελούν αναπόσπαστο και κρίσιμο κομμάτι της διοικητικής και επιχειρησιακής λειτουργίας των Σωμάτων Ασφαλείας και απαιτείται η έμπρακτη αναγνώριση του ρόλου τους. Για τους παραπάνω λόγους, προτείνεται η μισθολογική αναγνώριση των τίτλων σπουδών των Αξιωματικών Ειδικότητας αλλά και η αναγνώριση της σχετικής εργασιακής εμπειρίας από τον ιδιωτικό τομέα, με σκοπό την αποκατάσταση της θεσμικής ισορροπίας και την ενίσχυση της παραμονής στελεχών υψηλής επιστημονικής κατάρτισης στα Σώματα Ασφαλείας.
Το νέο ειδικό μισθολόγιο δεν λαμβάνει επαρκώς υπόψη τους Αξιωματικούς Ειδικότητας, καθώς δεν αναγνωρίζει ως χρόνο προϋπηρεσίας τα έτη φοίτησης για την απόκτηση των πτυχίων τους. Αντίθετα, για τους Αξιωματικούς Γενικών Καθηκόντων, ο χρόνος φοίτησης στις στρατιωτικές σχολές προσμετράται κανονικά.
Αυτή η ανισότητα υποβαθμίζει την πολυετή επιστημονική εκπαίδευση των Αξιωματικών Ειδικότητας, η οποία αξιοποιείται άμεσα στην υπηρεσία τους από την πρώτη στιγμή της κατάταξής τους. Για παράδειγμα, στο Λιμενικό Σώμα – Ελληνική Ακτοφυλακή, οι Αξιωματικοί Ειδικότητας (Τεχνικοί -απόφοιτοι πολυτεχνικών σχολών-, Νομικοί, Οικονομικοί, Ιατροί, Υγειονομικοί Ειδικής Κατηγορίας) εισάγονται στον βαθμό του Ανθυποπλοιάρχου προσκομίζοντας το απαραίτητο πτυχίο και μεταπτυχιακό για την κατάταξή τους.
Παρότι το πτυχίο αποτελεί προσόν διορισμού, ο χρόνος σπουδών δεν αναγνωρίζεται ως προϋπηρεσία, σε αντίθεση με το προϊσχύον καθεστώς. Η εφαρμογή του Ν. 4472/2017, που κατήργησε τη συνυπολογιζόμενη πανεπιστημιακή φοίτηση, δημιούργησε ανισότητες οι οποίες διευρύνονται τώρα με το νέο σύστημα, όπου ο βαθμός έχει μειωμένο μισθολογικό βάρος. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι νεότεροι συνάδελφοι των ίδιων καθηκόντων και προσόντων, που κατατάχθηκαν μετά το 2017, αμείβονται λιγότερο από εκείνους που κατετάγησαν πριν, παρότι ασκούν τα ίδια καθήκοντα και έχουν τα ίδια τυπικά προσόντα.
Ως εκ τούτου, προτείνεται ρητά να αναγνωριστούν ως χρόνος προϋπηρεσίας τα έτη σπουδών που απαιτούνται για την απόκτηση των τίτλων αυτών, ώστε να υπάρχει ισότητα στη μισθολογική κατάταξη και εξέλιξη των Αξιωματικών Ειδικότητας. Ιδιαίτερα δε, δεδομένου ότι πλέον για τη μισθολογική εξέλιξη δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στα έτη προϋπηρεσίας, η κατάταξη στον βαθμό Ανθυποπλοιάρχου από μόνη της δεν αποτελεί πλέον επαρκή αναγνώριση της πολύχρονης επιστημονικής εκπαίδευσης τους.
Μια τέτοια ρύθμιση θα ενίσχυε τις αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας, θα αναγνώριζε την ουσιαστική επιστημονική και επαγγελματική επένδυση των στελεχών και θα λειτουργούσε ως ισχυρό κίνητρο για την παραμονή εξειδικευμένων και επιστημονικά καταρτισμένων αξιωματικών στα Σώματα Ασφαλείας.
Άρθρο 20 Χρόνος και τρόπος μισθολογικής εξέλιξης
3. Να προστεθούν και οι υπόλοιπες ειδικότητες (ενδεικτικά χημικοί, νομικοί, οικονομολόγοι κ.τ.λ.)
Ως Αξιωματικός Ειδικών Καθηκόντων του Πυροσβεστικού Σώματος θεωρώ ΔΙΚΑΙΟ και ΑΥΤΟΝΟΗΤΟ να προσμετράται στη μισθολογική μας εξέλιξη το ΠΤΥΧΙΟ μας, το οποίο αποτέλεσε ΠΡΟΣΟΝ ΚΑΤΑΤΑΞΗΣ (!!!), σύμφωνα με την προκήρυξη του 2021 για την πρόσληψη Αξιωματικών Ειδικών Καθηκόντων εξ ιδιωτών στο Π.Σ. (https://civilprotection.gov.gr/en/node/64944).
Εάν δεν τροποποιηθεί το άρθρο, θα υπάρξουν μειωμένες αποδοχές και μη αναγνώριση του πτυχίου, γεγονός που ΑΔΙΚΕΙ στελέχη με υψηλή επιστημονική κατάρτιση που καλύπτουν κρίσιμες ανάγκες και στηρίζουν καθημερινά το έργο του Πυροσβεστικού Σώματος.
Παράλληλα, θα πρέπει να αναγνωριστούν μισθολογικά και οι λοιποί συναφείς -με το αντικείμενο εργασίας- τίτλοι σπουδών (μεταπτυχιακά, διδακτορικά κ.λπ.), ώστε να αναγνωρίζεται η επιστημονική εξέλιξη των στελεχών που επενδύουν στην εκπαίδευσή τους, και να δίνονται ουσιαστικά κίνητρα για τη βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας του έργου του Σώματος προς όφελος της κοινωνίας.
Προτείνεται να γινει μισθολογική αναγνώριση προπτυχιακών σπουδών στο επόμενο μισθολογικό κλιμάκιο, μισθολογική αναγνώριση μεταπτυχιακών σπουδών σε ενα επιπλέον κλιμάκιο και τέλος μισθολογική αναγνώριση διδακτορικού σε ένα ακόμα κλιμάκιο.
Αυτό δεν διαταράσσει την υπηρεσιακή ιεραρχια (ωστε να γεννηθουν νεες προσφυγές μελλοντικά) και ταυτόχρονα αναγνωρίζει στους αστυνομικούς κάτι το οποίο ήδη εδω και δεκαετίες αναγνωρίζεται σε όλον τον υπόλοιπο δημόσιο τομέα.
Πρέπει απαραίτητα να προσμετράται στη μισθολογική κατάταξη και εξέλιξη ο τίτλος σπουδών που αποτελεί ή αποτέλεσε προσόν κατάταξης. Προτείνεται η αναγνώριση έως τέσσερα (4) έτη για πτυχίο ΑΕΙ, έως δύο (2) έτη για τους κατόχους μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών και αθροιστικά, έως έξι (6) έτη για κατόχους πτυχίου και μεταπτυχιακού. Τα στελέχη ειδικών καθηκόντων σωμάτων ασφαλείας συγκεκριμένων ειδικοτήτων, αποτελούν επιστημονικό προσωπικό ανώτατης εξειδίκευσης.
Με το άρ. 160 περ. δ’ του Ν.4472/2017 καταργήθηκαν τα άρθρα 5 και 6 του Ν.2838/2000 (Α’ 179), όπως αυτά είχαν τροποποιηθεί με το άρθρο 37 του Ν.3016/2002 (Α’ 110).
Στα καταργηθέντα άρθρα και των δύο νόμων προβλεπόταν ρητά ότι «ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας θεωρείται και ο χρόνος φοίτησης στα Α.Ε.Ι., εφόσον η φοίτηση ή το πτυχίο αποτελεί τυπικό προσόν κατάταξής τους». Μάλιστα, στο άρθρο 37 του Ν.3016/2002 αναγνωριζόταν, πλέον της φοίτησης ή του πτυχίου, και η προϋπηρεσία ή η ειδικότητα, εφόσον αποτελεί τυπικό προσόν κατάταξης.
Ζητούμε να εξεταστεί η επαναφορά των ανωτέρω διατάξεων και η αναγνώριση των εξειδικευμένων γνώσεων που προσφέρουν τα στελέχη των Σωμάτων Ασφαλείας, τα οποία έχουν προσληφθεί με τον τίτλο σπουδών τους ως προσόν κατάταξης.
Παράλληλα, θα πρέπει να αναγνωριστεί και ο χρόνος στρατιωτικής θητείας ως χρόνος προϋπηρεσίας, ειδικά δε αυτών οι οποίοι υπηρέτησαν σαν Δόκιμοι Έφεδροι Αξιωματικοί ή οπλίτες Ειδικών Δυνάμεων/Προεδρικής Φρουράς, δεδομένου ότι η εκπλήρωση των στρατιωτικών υποχρεώσεων αποτελούσε απαραίτητο προσόν και προϋπόθεση για την κατάταξη των Αξιωματικών Ειδικών Καθηκόντων σε Σώματα Ασφαλείας.
Η στρατιωτική θητεία δεν αποτελεί απλά ηθικό χρέος κάθε Έλληνα πολίτη αλλά ουσιαστική προσφορά σε στρατιωτικό πλαίσιο, μέσα από την οποία αποκτώνται πολύτιμες δεξιότητες πειθαρχίας, ευθύνης και επιχειρησιακής ετοιμότητας, άμεσα συναφείς με το έργο ενός Αξιωματικού Σώματος Ασφαλείας ο οποίος επέλεξε να υπηρετεί την πατρίδα του στον ύψιστο βαθμό.
Ως Αξιωματικός και απόφοιτος του Τμήματος Επαγγελματικής Μετεκπαίδευσης Ανθυπαστυνόμων της Ελληνικής Αστυνομίας στο υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου προτείνω τα εξής:
Στο άρθρο 18 του σχεδίου νόμου να προβλεφθεί πέμπτη μισθολογική κατηγορία (ενδιάμεση της Α΄ και της Β΄) για τους αποφοίτους του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), λόγω της διαφορετικής υπηρεσιακής τους διαδρομής και εξέλιξης από τους υπολοίπους της Β΄ κατηγορίας.
Στο άρθρο 21 του σχεδίου νόμου είναι αναγκαία η δημιουργία ενδιάμεσης μισθολογικής κατηγορίας για τους Αξιωματικούς αποφοίτους του ν.δ. 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.) , ήτοι θέσπιση κατηγορίας μεταξύ της Α΄ και της Β΄ ως εξής:
ΚΛΙΜΑΚΙΟ ΕΤΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ Α΄ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ Β΄ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ
1 έως 3 1320 1233 1145
2 3 – 5 1410 1298 1185
3 5 – 7 1500 1369 1238
4 7 – 9 1560 1427 1294
5 9 – 11 1622 1487 1352
6 11 – 13 1687 1550 1413
7 13 – 15 1754 1616 1477
8 15 – 17 1824 1684 1543
9 17 – 19 1897 1755 1612
10 19 – 21 1992 1845 1697
11 21 – 23 2092 1929 1765
12 23 – 25 2207 2022 1836
13 25 – 27 2328 2119 1909
14 27 – 29 2456 2221 1985
15 29 – 31 2600 2332 2064
16 31 – 33 2740 2444 2147
17 33 – 35 2822 2517 2211
18 35 – 37 2878 2567 2255
19 37 – 39 2936 2618 2300
20 39 και άνω 3000 2673 2346
Στο άρθρο 22 του σχεδίου νόμου να προβλεφθεί συντελεστής προσαύξησης βασικού μισθού για τους αποφοίτους του ν.δ 649/1970 (Τ.Ε.Μ.Α.), και από τον βαθμό του Υπαστυνόμου Β΄ έως και τον βαθμό του Αστυνομικού Διευθυντή στο οποίο εξελίσσονται ως εξής
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ: 1, 15
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ: 1, 13
ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Α΄: 1, 11
ΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Β΄: 1, 09
ΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Α΄: 1, 07
ΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟΣ Β΄: 1, 05
θα ήταν δίκαιο όσα στελέχη Υπαξιωματικών έχουν πτυχίο και μεταπτυχιακό τίτλο σε αντικείμενο συναφές με αυτό που ζητούν στις προκηρύξεις τους τα Σώματα Ασφαλείας, να εμπίπτουν στο κλιμάκιο Α΄ (με προσαρμογή για τα έτη υπηρεσίας) ή παραμένοντας στο κλιμάκιο Β΄, να έχουν μία επιπλέον αύξηση που θα μειώνει τη διαφορά με τις αυξήσεις του κλιμακίου Α΄.
Με το παράδειγμα που παρατίθεται, παραμένουν στο κλιμάκιο Β΄, εντούτοις, διακρίνονται από τους μη πτυχιούχους και παράλληλα δεν εντάσσονται στο κλιμάκιο Α΄(το οποίο ήδη ανταμείβει τους Αξιωματικούς Γενικών καθηκόντων και ειδικοτήτων με υψηλές αυξήσεις).
Πχ Νέος βασικός μισθός=
(Βασικός μισθός κλιμακίου Β΄από τους πίνακες του προς ψήφιση σχεδίου
+ ποσό χ € για το πτυχίο
+ ποσό ψ ευρώ για το συναφές μεταπτυχιακό) * συντελεστής προσάυξησης βάσει των πινάκων του προς ψήφιση σχεδίου
Τα στελέχη αυτά προσφέρουν επί έτη τις υπηρεσίες τους, χωρίς δικαίωμα μετάταξης σε ανώτερο κλιμάκιο. Είναι άδικο ενώ είναι υψηλών προσόντων να τύχουν αυξήσεων ελάχιστων ευρώ.
Η προτεινόμενη νέα μισθολογική κατάταξη των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας διαμορφώνεται με τρόπο που δεν λαμβάνει υπόψη την περίπτωση των Αξιωματικών Ειδικότητας απευθείας κατάταξης, καθώς δεν αναγνωρίζει ως χρόνο προϋπηρεσίας τον χρόνο κτήσης των τίτλων (πτυχίο και μεταπτυχιακό ή/και διδακτορικό) που αποτελούν προϋπόθεση της κατάταξης τους, σύμφωνα με τις εκάστοτε οικείες προκηρύξεις.
Αντίθετα, ο χρόνος φοίτησης στις στρατιωτικές σχολές υπολογίζεται κανονικά για τους Αξιωματικούς Γενικών Καθηκόντων.
Επιπρόσθετα, αξίζει να σημειωθεί ότι:
1. η ρύθμιση του 2017, που κατήργησε τη συνυπολογιζόμενη πανεπιστημιακή φοίτηση, δημιούργησε αξιωματικούς ειδικών καθηκόντων δύο ταχυτήτων. Πιο συγκεκριμένα, όσοι κατατάχθηκαν μετά το 2017, αμείβονται λιγότερο από εκείνους που κατετάγησαν πριν, παρότι ασκούν τα ίδια καθήκοντα και έχουν τα ίδια τυπικά προσόντα! Αυτή η διαμορφωθείσα κατάσταση άνισης μεταχείρισης ίδιων περιπτώσεων διευρύνεται ακόμη περισσότερο με το προτεινόμενο νέο σύστημα κλιμακίων, όπου ο βαθμός έχει μειωμένο μισθολογικό βάρος.
2. στον ευρύτερο δημόσιο τομέα αναγνωρίζονται μισθολογικά τα τυπικά προσόντα των ακαδημαϊκών τίτλων (πτυχίο, μεταπτυχιακό/διδακτορικό).
Ειδικότερα, για τους Αξιωματικούς Ειδικότητας του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής (Τεχνικούς, Νομικούς, τους Οικονομικούς, κοκ) που κατατάσσονται με τον βαθμό του Ανθυποπλοιάρχου, από τη σύγκριση της μισθολογικής τους κατάστασης μεταξύ της ισχύουσας νομοθεσίας (ν. 4472/2017) και του νέου σχεδίου νόμου προκύπτουν τα εξής:
Παράδειγμα Ανθυποπλοιάρχου Ειδικότητας:
Υφιστάμενη νομοθεσία ν. 4472/2017:
Κλιμάκιο 33 μέχρι 5 χρόνια προϋπηρεσία: Βασικός μισθός 1335 ευρώ
Κλιμάκιο 32 μέχρι 5 -7 χρόνια προϋπηρεσία: βασικός μισθός 1375 ευρώ
Νέο σχέδιο Νόμου:
Κλιμάκιο 1 μέχρι 3 χρόνια προϋπηρεσία: Βασικός μισθός 1320 ευρώ*1,01= 1333,20 ευρώ
Κλιμάκιο 2 μέχρι 3 – 5 χρόνια προϋπηρεσία: βασικός μισθός 1410 ευρώ*1,01= 1.424,1 ευρώ.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι όχι μόνο δεν υπάρχει οικονομική ενίσχυση για τους Ανθυποπλοιάρχους με προϋπηρεσία κάτω των 3 ετών, καθώς θα είναι κατά 1,8 ευρώ μειωμένος, αλλά η ίδια η προτεινόμενη ρύθμιση έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τον βασικό σκοπό του σχεδίου νόμου, δηλαδή τη στήριξη της οικογένειας και της μεσαίας τάξης, την ενίσχυση του εισοδήματος των νέων και γενικότερα της κοινωνίας και της οικονομίας.
Προτείνεται, συνεπώς, να θεσπιστεί ρητά ότι τα έτη σπουδών που απαιτήθηκαν για την απόκτηση των τίτλων και αποτέλεσαν προϋπόθεση κατάταξής τους, να αναγνωρίζονται ως χρόνος προϋπηρεσίας για σκοπούς μισθολογικής κατάταξης και εξέλιξης των Αξιωματικών Ειδικότητας των Σωμάτων Ασφαλείας.
Μία τέτοια ρύθμιση:
α) αφενός είναι σύμφωνη με τις συνταγματικά κατοχυρωμένες αρχές της ισότητας και αναλογικότητας, αποκαθιστώντας την υφιστάμενη αδικία και άνιση μεταχείριση μεταξύ Αξιωματικών Γενικών Καθηκόντων και Αξιωματικών Ειδικών Καθηκόντων (προ και μετά ρύθμισης 2017)
β) θα αποτελέσει ουσιαστικό κίνητρο τόσο για την εισαγωγή/κατάταξη ακαδημαϊκά ειδικευμένων και επιστημονικά καταρτισμένων ιδιωτών στα Σώματα Ασφαλείας όσο και για την παραμονή των αντίστοιχων τέτοιων Αξιωματικών Ειδικότητας σε αυτά.
Καθίσταται σαφές ότι το νέο ειδικό μισθολόγιο δεν λαμβάνει επαρκώς υπόψη τη θέση και τον ρόλο των Αξιωματικών Ειδικότητας, καθώς δεν αναγνωρίζει ως χρόνο προϋπηρεσίας τα έτη φοίτησης που απαιτούνται για την απόκτηση των τίτλων σπουδών τους. Αντιθέτως, για τους Αξιωματικούς Γενικών Καθηκόντων, ο χρόνος φοίτησης στις παραγωγικές σχολές προσμετράται κανονικά.
Η διαφοροποίηση αυτή δημιουργεί σαφή ανισότητα και υποβαθμίζει την πολυετή επιστημονική εκπαίδευση των Αξιωματικών Ειδικότητας, η οποία αξιοποιείται εξ αρχής και ουσιαστικά στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. Ενδεικτικά, στο Λιμενικό Σώμα – Ελληνική Ακτοφυλακή, οι Αξιωματικοί Ειδικότητας (Τεχνικοί, Οικονομικοί, Νομικοί Ιατροί, Υγειονομικοί Ειδικής Κατηγορίας) κατατάσσονται στον βαθμό του Ανθυποπλοιάρχου, προσκομίζοντας τα απαιτούμενα πτυχία αλλά και μεταπτυχιακά (δεδομένου ότι και η κατοχή ενός μεταπτυχιακού τίτλου είναι απαιτούμενο προσόν για την κατάταξη στο σώμα). Παρότι τα πτυχία αυτά αποτελούν ουσιαστικό προσόν διορισμού, ο χρόνος των σπουδών δεν αναγνωρίζεται ως προϋπηρεσία. Συνεπώς για λόγους ισότητας και δικαιοσύνης, προτείνεται ρητά να αναγνωριστούν ως χρόνος προϋπηρεσίας τα έτη σπουδών που απαιτούνται για την απόκτηση των τίτλων αυτών, ώστε να εξασφαλιστεί δίκαιη μισθολογική κατάταξη και εξέλιξη των Αξιωματικών Ειδικότητας. Ιδιαίτερα σήμερα, που το σύστημα μισθολογικής εξέλιξης βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα έτη προϋπηρεσίας, η κατάταξη στον βαθμό του Ανθυποπλοιάρχου δεν επαρκεί για να αποτυπώσει την αξία και τη διάρκεια της επιστημονικής τους εκπαίδευσης.
Η προτεινόμενη ρύθμιση θα ενίσχυε ουσιαστικά τις αρχές της ισότητας, της αναλογικότητας και της αξιοκρατίας, θα αναγνώριζε την επιστημονική και επαγγελματική κατάρτιση των στελεχών και θα λειτουργούσε ως ισχυρό κίνητρο παραμονής εξειδικευμένου και υψηλής κατάρτισης προσωπικού στα Σώματα Ασφαλείας.
Εξάλλου καθίσταται σαφές ότι σε μια δημοκρατικά ευνομούμενη κοινωνία, οι αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας δεν θα έπρεπε να τίθενται σε διαβούλευση αλλά να θεωρούνται δεδομένες!
Η προτεινόμενη ρύθμιση για τη νέα μισθολογική κατάταξη των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας παρουσιάζει σημαντική αδικία εις βάρος των «Αξιωματικών Ειδικότητας», καθώς δεν αναγνωρίζει ως προϋπηρεσία τα έτη σπουδών που απαιτήθηκαν για την απόκτηση των πτυχίων τους. Αντίθετα, για τους Αξιωματικούς Γενικών Καθηκόντων, ο χρόνος φοίτησης στις στρατιωτικές σχολές υπολογίζεται κανονικά, γεγονός που δημιουργεί άνιση μεταχείριση μεταξύ στελεχών που υπηρετούν στο ίδιο Σώμα και φέρουν ίδιους βαθμούς.
Ειδικότερα, για τους Αξιωματικούς Ειδικότητας του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής (Τεχνικούς, Νομικούς, Οικονομικούς, Ιατρούς, Υγειονομικούς Ειδικής Κατηγορίας κ.ά.), οι οποίοι κατατάσσονται με τον βαθμό του Ανθυποπλοιάρχου και διαθέτουν υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα (πτυχίο και μεταπτυχιακό), η μισθολογική τους εξέλιξη σύμφωνα με το νέο σχέδιο νόμου εμφανίζεται δυσμενέστερη σε σχέση με το ισχύον καθεστώς (ν. 4472/2017). Από τη σύγκριση των κλιμακίων προκύπτει ότι για τα πρώτα έτη υπηρεσίας δεν προβλέπεται ουσιαστική αύξηση αποδοχών, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις παρατηρείται και μικρή μείωση.
Η κατάσταση αυτή έρχεται σε αντίθεση με τους διακηρυγμένους στόχους του σχεδίου νόμου, που είναι η ενίσχυση του εισοδήματος των στελεχών, η στήριξη των νέων και της μεσαίας τάξης και η συνολική αναβάθμιση των Σωμάτων Ασφαλείας.
Προτείνεται, επομένως, να προβλεφθεί ρητά ότι για τους Αξιωματικούς Ειδικότητας θα αναγνωρίζονται ως χρόνος προϋπηρεσίας, για σκοπούς μισθολογικής κατάταξης και εξέλιξης, τα έτη σπουδών που απαιτήθηκαν για την απόκτηση των τίτλων σπουδών τους.
Η προτεινόμενη ρύθμιση για τη νέα μισθολογική κατάταξη των στελεχών των Σωμάτων Ασφαλείας παρουσιάζει σημαντική αδικία εις βάρος των «Αξιωματικών Ειδικότητας», καθώς δεν αναγνωρίζει ως προϋπηρεσία τα έτη σπουδών που απαιτήθηκαν για την απόκτηση των πτυχίων τους. Αντίθετα, για τους Αξιωματικούς Γενικών Καθηκόντων, ο χρόνος φοίτησης στις στρατιωτικές σχολές υπολογίζεται κανονικά, γεγονός που δημιουργεί άνιση μεταχείριση μεταξύ στελεχών που υπηρετούν στο ίδιο Σώμα και φέρουν ίδιους βαθμούς.
Ειδικότερα, για τους Αξιωματικούς Ειδικότητας του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής (Τεχνικούς, Νομικούς, Οικονομικούς, Ιατρούς, Υγειονομικούς Ειδικής Κατηγορίας κ.ά.), οι οποίοι κατατάσσονται με τον βαθμό του Ανθυποπλοιάρχου και διαθέτουν υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα (πτυχίο και μεταπτυχιακό), η μισθολογική τους εξέλιξη σύμφωνα με το νέο σχέδιο νόμου εμφανίζεται δυσμενέστερη σε σχέση με το ισχύον καθεστώς (ν. 4472/2017). Από τη σύγκριση των κλιμακίων προκύπτει ότι για τα πρώτα έτη υπηρεσίας δεν προβλέπεται ουσιαστική αύξηση αποδοχών, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις παρατηρείται και μικρή μείωση.
Η κατάσταση αυτή έρχεται σε αντίθεση με τους διακηρυγμένους στόχους του σχεδίου νόμου, που είναι η ενίσχυση του εισοδήματος των στελεχών, η στήριξη των νέων και της μεσαίας τάξης και η συνολική αναβάθμιση των Σωμάτων Ασφαλείας.
Προτείνεται, επομένως, να προβλεφθεί ρητά ότι για τους Αξιωματικούς Ειδικότητας θα αναγνωρίζονται ως χρόνος προϋπηρεσίας, για σκοπούς μισθολογικής κατάταξης και εξέλιξης, τα έτη σπουδών που απαιτήθηκαν για την απόκτηση των τίτλων σπουδών τους.
Η μη πρόβλεψη των Αξιωματικών Ειδικότητας στη διαμόρφωση των νέων μισθολογικών κλιμακίων συνιστά εμφανή αδικία και άνιση μεταχείριση. Αντίθετα, για τους Αξιωματικούς Γενικών Καθηκόντων ο χρόνος φοίτησης στις στρατιωτικές σχολές εξακολουθεί να υπολογίζεται κανονικά, παρά το γεγονός ότι έως το 2019 επρόκειτο κυρίως για σύντομα προγράμματα εκπαίδευσης, διάρκειας περίπου εννέα (9) μηνών.
Στο Λιμενικό Σώμα – Ελληνική Ακτοφυλακή, η κατάταξη Αξιωματικών Ειδικότητας στον βαθμό του Ανθυποπλοιάρχου προϋποθέτει την κατοχή πανεπιστημιακού τίτλου σπουδών και μεταπτυχιακού διπλώματος, ενώ κάθε επιπλέον μεταπτυχιακό αυξάνει τη μοριοδότηση για την είσοδο στο Σώμα. Συνεπώς, τα στελέχη αυτά έχουν αφιερώσει σημαντικό αριθμό ετών (κατά μέσο όρο οκτώ έτη) σε ακαδημαϊκή και επιστημονική εκπαίδευση, προκειμένου να αποκτήσουν τα απαιτούμενα προσόντα και την εξειδίκευση που το Λ.Σ.–ΕΛ.ΑΚΤ. χρειάζεται.
Η προτεινόμενη νέα μισθολογική ρύθμιση, η οποία συνδέει την οικονομική εξέλιξη αποκλειστικά με τα έτη υπηρεσίας και όχι με τον βαθμό ή τα τυπικά προσόντα, δεν αποτυπώνει δίκαια την πραγματική αξία και την εκπαίδευση των Αξιωματικών Ειδικότητας. Έτσι, ο βαθμός του Ανθυποπλοιάρχου παύει να αποτελεί επαρκή αναγνώριση της μακρόχρονης προσπάθειας και των υψηλών επιστημονικών τους προσόντων.
Παράλληλα, θα πρέπει να αναγνωριστεί και ο χρόνος στρατιωτικής θητείας ως χρόνος προϋπηρεσίας, δεδομένου ότι η εκπλήρωση των στρατιωτικών υποχρεώσεων αποτελούσε απαραίτητο προσόν και προϋπόθεση για την κατάταξη των Αξιωματικών Ειδικότητας στο Λ.Σ.–ΕΛ.ΑΚΤ. Η θητεία αυτή δεν αποτελεί τυπική διαδικασία, αλλά ουσιαστική προσφορά σε στρατιωτικό πλαίσιο, μέσα από την οποία αποκτώνται πολύτιμες δεξιότητες πειθαρχίας, ευθύνης και επιχειρησιακής ετοιμότητας, άμεσα συναφείς με το έργο του Αξιωματικού του Λιμενικού Σώματος.
Ως εκ τούτου, προτείνεται να αναγνωριστούν τόσο τα έτη σπουδών που απαιτούνται για την απόκτηση των απαραίτητων τίτλων, όσο και ο χρόνος εκπλήρωσης της στρατιωτικής θητείας ως χρόνος πραγματικής προϋπηρεσίας. Μόνο έτσι θα διασφαλιστεί ισονομία, αντικειμενικότητα και αναλογικότητα στη μισθολογική κατάταξη και εξέλιξη των Αξιωματικών Ειδικότητας.
Μια τέτοια ρύθμιση θα συνιστούσε ουσιαστική και δίκαιη αναγνώριση της επιστημονικής και επαγγελματικής αξίας των στελεχών, θα ενίσχυε το ηθικό και το αίσθημα δικαιοσύνης εντός του Σώματος και θα λειτουργούσε ως ισχυρό κίνητρο τόσο για τη διατήρηση όσο και για την προσέλκυση νέων, υψηλά καταρτισμένων αξιωματικών. Είναι ιδιαίτερα κρίσιμο αυτό τη στιγμή που στους πρόσφατους διαγωνισμούς κατάταξης παρατηρείται σημαντική μείωση του αριθμού των υποψηφίων, με αποτέλεσμα αρκετές από τις προκηρυγμένες θέσεις να παραμένουν ακάλυπτες, γεγονός που δυσχεραίνει τη στελέχωση και τη λειτουργικότητα του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής.
Η αναγνώριση των ετών σπουδών ως μισθολογική προϋπηρεσία για τα στελέχη Ειδικών Καθηκόντων που κατατάσσονται απευθείας στα Σώματα Ασφαλείας με απαιτούμενο πτυχίο ανώτατης εκπαίδευσης, συνιστά εύλογο και δίκαιο αίτημα. Η πανεπιστημιακή μόρφωση αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο των προσόντων που προβλέπονται για την κατάταξή τους, και συνεπώς ο χρόνος απόκτησης αυτών των προσόντων οφείλει να συνεκτιμάται και στο μισθολογικό πλαίσιο.Μια τέτοια πρόβλεψη:
• Ενισχύει την ισονομία και την αξιοκρατία
• Αποφεύγει φαινόμενα άνισης μεταχείρισης μεταξύ στελεχών με παρεμφερή ή ανώτερα προσόντα
• Επιβραβεύει την εκπαιδευτική προσπάθεια και ενθαρρύνει τη δια βίου μάθηση.
Η αναγνώριση του χρόνου σπουδών δεν λειτουργεί τιμητικά, αλλά λειτουργικά και ενισχυτικά για τη στελέχωση των Σωμάτων με εξειδικευμένο και καταρτισμένο προσωπικό. Ειδικά για τα στελέχη Ειδικών Καθηκόντων, που καλούνται να υποστηρίξουν κρίσιμες υπηρεσίες με βάση την επιστημονική τους εξειδίκευση, η αναγνώριση αυτή είναι απαραίτητη για την αποκατάσταση της μισθολογικής δικαιοσύνης και της θεσμικής συνέπειας.Θα ήταν ιδιαίτερα θετικό να εξεταστεί η δυνατότητα σχετικής νομοθετικής ρύθμισης, ώστε να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των στελεχών στο υπηρεσιακό και μισθολογικό σύστημα.
Η αναγνώριση των ετών φοίτησης για την απόκτηση πτυχίου θα έπρεπε να αναγνωρίζεται μισθολογικά για το προσωπικό που προσλαμβάνεται ως ιδιώτες τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στο Πυροσβεστικό Σώμα. Οι αξιωματικοί Ειδικών Καθηκόντων έχουν σπουδάσει σε Πανεπιστημιακές σχολές, όπου η διάρκεια φοίτησης είναι τουλάχιστον τέσσερα (4) έτη, όπως ισχύει και για τους σπουδαστές των σχολών των Σωμάτων Ασφαλείας. Επομένως, η μη αναγνώριση των ετών φοίτησης των υπαλλήλων αυτών συνιστά μισθολογική αδικία, δεδομένου ότι υπάλληλοι με τα ίδια ακαδημαϊκά προσόντα, και συγκεκριμένα με πτυχία που αποτέλεσαν βασικό κριτήριο κατάταξης στο Πυροσβεστικό Σώμα, κατατάσσονται σε χαμηλότερους μισθολογικούς βαθμούς. Ειδικά τώρα, με τις νέες μισθολογικές ρυθμίσεις, ο Υποπυραγός Ειδικών Καθηκόντων πληρώνεται λιγότερα από έναν συνάδελφό του στον βαθμό του Ανθυποπυραγού, παρά το γεγονός ότι και οι δύο έχουν ολοκληρώσει την ίδια διάρκεια σπουδών. Η αδικία αυτή παραβιάζει τις συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας, όπως προστατεύονται από το άρθρο 4 του Συντάγματος της Ελλάδας. Επομένως, είναι επιτακτική η αναγνώριση του πτυχίου και των ετών φοίτησης, καθώς αυτά αποτέλεσαν ουσιώδες και αναγκαίο προσόν για την κατάταξή τους στο Πυροσβεστικό Σώμα, και πρέπει να αντανακλούν στη μισθολογική τους εξέλιξη.
Επιπλέον, τα μεταπτυχιακά, τα οποία παρέχουν εξειδίκευση και αυξημένες γνώσεις στο προσωπικό, δεν αναγνωρίζονται ούτε μισθολογικά ούτε επιβραβεύονται με κάποιο επίδομα, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν προφανή οφέλη από τη συνάφεια του αντικειμένου τους με τα καθήκοντα που αναλαμβάνουν οι υπάλληλοι των Σωμάτων Ασφαλείας. Η μη αναγνώριση αυτών των τίτλων παραβιάζει επίσης την αρχή της ισότητας, καθώς η αποδοτικότητα και η εξειδίκευση που προσφέρει η εκπαίδευση δεν ανταμείβεται όπως θα έπρεπε. Η αναγνώριση των ετών φοίτησης και της εξειδίκευσης των υπαλλήλων θα συνεισφέρει στην αποκατάσταση της μισθολογικής δικαιοσύνης και στην ενίσχυση του ηθικού των εργαζομένων, αλλά και στην προσέλκυση νέων και καλά εκπαιδευμένων ατόμων στα Σώματα Ασφαλείας.
Για όλους αυτούς τους λόγους, είναι απαραίτητο να προβλεφθεί η μισθολογική αναγνώριση των ετών φοίτησης, των πτυχίων και των μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών, ως δίκαιη και αναλογική αντιμετώπιση των υπαλλήλων που προσλαμβάνονται στα Σώματα Ασφαλείας, προκειμένου να ενισχυθεί η επαγγελματική τους εξέλιξη, να αποκατασταθεί η ισότητα και να γίνει το Πυροσβεστικό Σώμα και τα Σώματα Ασφαλείας πιο ελκυστικά για τους νέους πτυχιούχους.
Είναι αδιανόητο να μην αναγνωρίζεται μισθολογικά το πτυχίο ως προσόν κατάταξης των στελεχών Σωμάτων Ασφαλείας. Αντίστοιχα, τα μεταπτυχιακά και τα διδακτορικά που σχετίζονται με τις δραστηριότητες και το αντικείμενο του εκάστοτε Σώματος θα πρέπει να αναγνωρίζονται μισθολογικά, ανεξάρτητα από το προσόν κατάταξης, καθώς συμβάλλουν ουσιαστικά στην εκτέλεση των καθηκόντων και στην επιστημονική/επιχειρησιακή επάρκεια των στελεχών. Προτείνεται η αντίστοιχη τροποποίηση του νόμου για σαφή μισθολογική αναγνώριση των τίτλων σπουδών.
Στο άρθρο 20 να προσμετράται στη μισθολογική εξέλιξη ο χρόνος για την απόκτηση του τίτλου σπουδών εφόσον αποτελεί προσόν κατάταξης.
Όσοι έχουν δαπανήσει κόπο, χρόνο και χρήματα για την απόκτηση εξειδικευμένης γνώσης προσβλέπουν σε απολαβές ανταποδοτικές της αξίας που προσθέτουν στην Υπηρεσία τους. Παρατηρείται ήδη μειωμένη συμμετοχή σε προκηρύξεις για θέσεις ειδικότητας στα Σώματα Ασφαλείας, ενώ για ειδικότητες με μεγάλη ζήτηση οι αιτήσεις συμμετοχής είναι λιγότερες από τις προσφερόμενες θέσεις.
Το νέο ειδικό μισθολόγιο δεν λαμβάνει επαρκώς υπόψη τους Αξιωματικούς Ειδικότητας, καθώς δεν αναγνωρίζει ως χρόνο προϋπηρεσίας τα έτη φοίτησης για την απόκτηση των πτυχίων τους. Αντίθετα, για τους Αξιωματικούς Γενικών Καθηκόντων, ο χρόνος φοίτησης στις στρατιωτικές σχολές προσμετράται κανονικά.
Αυτή η ανισότητα υποβαθμίζει την πολυετή επιστημονική εκπαίδευση των Αξιωματικών Ειδικότητας, η οποία αξιοποιείται άμεσα στην υπηρεσία τους από την πρώτη στιγμή της κατάταξής τους. Για παράδειγμα, στο Λιμενικό Σώμα – Ελληνική Ακτοφυλακή, οι Αξιωματικοί Ειδικότητας (Τεχνικοί -απόφοιτοι πολυτεχνικών σχολών-, Νομικοί, Οικονομικοί, Ιατροί, Υγειονομικοί Ειδικής Κατηγορίας) εισάγονται στον βαθμό του Ανθυποπλοιάρχου προσκομίζοντας το απαραίτητο πτυχίο και μεταπτυχιακό για την κατάταξή τους.
Παρότι το πτυχίο αποτελεί προσόν διορισμού, ο χρόνος σπουδών δεν αναγνωρίζεται ως προϋπηρεσία, σε αντίθεση με το προϊσχύον καθεστώς. Η εφαρμογή του Ν. 4472/2017, που κατήργησε τη συνυπολογιζόμενη πανεπιστημιακή φοίτηση, δημιούργησε ανισότητες οι οποίες διευρύνονται τώρα με το νέο σύστημα, όπου ο βαθμός έχει μειωμένο μισθολογικό βάρος. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι νεότεροι συνάδελφοι των ίδιων καθηκόντων και προσόντων, που κατατάχθηκαν μετά το 2017, αμείβονται λιγότερο από εκείνους που κατετάγησαν πριν, παρότι ασκούν τα ίδια καθήκοντα και έχουν τα ίδια τυπικά προσόντα.
Ως εκ τούτου, προτείνεται ρητά να αναγνωριστούν ως χρόνος προϋπηρεσίας τα έτη σπουδών που απαιτούνται για την απόκτηση των τίτλων αυτών, ώστε να υπάρχει ισότητα στη μισθολογική κατάταξη και εξέλιξη των Αξιωματικών Ειδικότητας. Ιδιαίτερα δε, δεδομένου ότι πλέον για τη μισθολογική εξέλιξη δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στα έτη προϋπηρεσίας, η κατάταξη στον βαθμό Ανθυποπλοιάρχου από μόνη της δεν αποτελεί πλέον επαρκή αναγνώριση της πολύχρονης επιστημονικής εκπαίδευσης τους.
Μια τέτοια ρύθμιση θα ενίσχυε τις αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας, θα αναγνώριζε την ουσιαστική επιστημονική και επαγγελματική επένδυση των στελεχών και θα λειτουργούσε ως ισχυρό κίνητρο για την παραμονή εξειδικευμένων και επιστημονικά καταρτισμένων αξιωματικών στα Σώματα Ασφαλείας.
Α) Σχόλιο 1 ως προς την παρ. 3 του Άρθρου 20
Για τους Αξιωματικούς Ειδικοτήτων του Λιμενικού Σώματος παραλείπεται η προσμέτρηση των ετών φοίτησης στα έτη υπηρεσίας (6 έτη Ιατρική Σχολή, 5 έτη Πολυτεχνείο, 5 έτη Οδοντιατρική, 4 έτη Νομική κ.ο.κ.). Το γεγονός αυτό συνιστά εμφανή αδικία, καθώς τα στελέχη του Λ.Σ.-ΕΛ.ΑΚΤ. που κατατάσσονται με ειδικότητα Τεχνικού, Υγειονομικού, Οικονομικού ή Νομικού τοποθετούνται σε θέσεις αντίστοιχες των προσόντων τους και επιτελούν εξειδικευμένο έργο.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό τα Σώματα Ασφαλείας να επενδύσουν στη δίκαιη και ορθή αναγνώριση των προσόντων των στελεχών τους για τη διατήρηση υψηλού επιπέδου ανθρώπινου δυναμικού.
Θα ήταν χρήσιμο να ληφθούν υπόψη στατιστικά στοιχεία που αποτυπώνουν τον αριθμό των στελεχών με ειδικότητα – και ιδίως των Τεχνικών – που παραιτούνται ετησίως. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι πλέον, στις προκηρύξεις για Τεχνικούς του Λ.Σ., δεν εμφανίζονται καν υποψήφιοι, με αποτέλεσμα οι θέσεις να καταλήγουν άγονες ή να καλύπτονται από άλλες τεχνικές ειδικότητες, χωρίς όμως να καλύπτεται η αρχική ανάγκη, π.χ. για Ναυπηγούς, που είναι ιδιαίτερα κρίσιμη για το Λιμενικό.
Καταλήγοντας, προτείνεται η αναγνώριση ως προϋπηρεσίας του χρόνου φοίτησης για τα στελέχη με Ειδικότητα, καθώς ο τίτλος σπουδών αποτελεί τυπικό προσόν για την κατάταξη.
Β) Σχόλιο 2 ως προς την παρ. 4 του Άρθρου 20
Αναφορικά με την αναγνώριση προϋπηρεσίας, θα πρέπει να γίνει ρητή αναφορά και στην αναγνώριση της προϋπηρεσίας που αποκτήθηκε μέσω σύμβασης μίσθωσης έργου, υπαγόμενη στο άρθρο 39 παρ. 9 του ν. 4387/2016, σύμφωνα με την οποία προκύπτει εξαρτημένη σχέση εργασίας, ακόμα και αν η πληρωμή γινόταν με Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών (Δ.Π.Υ.).
Επιπλέον, η μη αναγνώριση της στρατιωτικής θητείας αποτελεί ένα ακόμη σημείο που εγείρει ζήτημα ισονομίας και δικαιοσύνης, καθώς – όπως και το πτυχίο για τα στελέχη με Ειδικότητα – η στρατιωτική θητεία αποτελεί για τους άνδρες προϋπόθεση κατάταξης στο ΛΣ.
Γ) Πρόσθετο Σχόλιο – Άρθρο 45
Το Άρθρο 45 («Μισθολογική προώθηση κατόχων του ενιαίου και αδιάσπαστου τίτλου σπουδών μεταπτυχιακού επιπέδου – Τροποποίηση παρ. 3 άρθρου 9 ν. 4354/2015») του παρόντος νομοσχεδίου θα πρέπει να επεκταθεί και στα Σώματα Ασφαλείας. Οι κάτοχοι του ενιαίου και αδιάσπαστου τίτλου σπουδών ή άλλου μεταπτυχιακού ή διδακτορικού τίτλου θα πρέπει να λαμβάνουν Μισθολογικό Κλιμάκιο (Μ.Κ.) σύμφωνα με τα προσόντα τους.
Εφόσον κριθεί, όπως λένε οι Αξιωματικοί Ειδικοτήτων, να λαμβάνεται υπόψη στη μισθολογική εξέλιξη το/τα πτυχία εισαγωγής, να γίνει το ίδιο και με τους Αξιωματικούς Γενικών Καθηκόντων που είχαν ως κριτήριο εισαγωγής πτυχία ή/και μεταπτυχιακά!!! Δεν είναι μόνο οι Αξιωματικοί Ειδικότητας αδικημένοι, ούτε οι μόνοι που έχουν πτυχία…..
Ως αξιωματικός Ειδικών Καθηκόντων του ΠΣ, του οποίου το πτυχίο αποτέλεσε απαραίτητο προσόν κατάταξης, θεωρώ πως η διάταξη του Άρθρου 20 μας φέρνει αντιμέτωπους με μια μεγάλη μισθολογική αδικία. Η μη προσμέτρηση των χρόνων φοίτησής μας δημιουργεί ανισότητες μεταξύ Αξιωματικών Ειδικών και Γενικών Καθηκόντων του ιδίου βαθμού. Ως αποτέλεσμα οι Αξιωματικοί Ειδικών Καθηκόντων λαμβάνουν χαμηλότερες αποδοχές έναντι των υπολοίπων ισόβαθμων τους χαμηλότερης εξειδίκευσης. Η συγκεκριμένη διάταξη υποβαθμίζει των ρόλο της εκπαίδευσης στα Σώματα Ασφαλείας δίνοντας βαρύτητα στα έτη υπηρεσίας τα οποία και καθορίζουν τα μισθολογικά κλιμάκια. Έτσι Αξιωματικοί που βρίσκονται σήμερα στο 3ο κλιμάκιο, τοποθετούνται στο 1ο με επακόλουθο τη μείωση των αποδοχών τους.
Συμπερασματικά κρίνεται απαραίτητη η προσμέτρηση στη μισθολογική εξέλιξη του πτυχίου/ τίτλου σπουδών, εφόσον αυτό αποτελεί ή αποτέλεσε προσόν κατάταξης. Η μη αποκατάσταση της εν λόγω αδικίας παραβιάζει τις αρχές της ισότητας (άρθρ. 4) και την αναλογικότητας (άρθρ. 25) του Συντάγματος.