Άρθρο 7 Ποινική αντιμετώπιση οφειλετών των φορέων κοινωνικής ασφάλισης μετά τη ρύθμιση των οφειλών τους

Σε όλες τις περιπτώσεις ρύθμισης οφειλών προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, ανεξαρτήτως του ειδικότερου νομοθετικού πλαισίου που τις διέπει, επέρχονται οι παρακάτω συνέπειες, ως προς την ποινική μεταχείριση του οφειλέτη με την υπαγωγή στη ρύθμιση και εφόσον τηρούνται οι όροι της:
α) παραγράφεται το αξιόποινο, παύει η ποινική δίωξη σε βάρος του οφειλέτη, κατά το άρθρο 1 του α.ν. 86/1967 (Α’ 136), και η σχετική δικογραφία τίθεται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών. Για την τυχόν απώλεια της ρύθμισης, ο φορέας κοινωνικής ασφάλισης υποχρεούται να ενημερώσει αμελλητί, με σχετική βεβαίωση του χρόνου απώλειας της ρύθμισης και του υπολειπόμενου οφειλόμενου χρέους, τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, ο οποίος με πράξη του ανασύρει τη δικογραφία από το αρχείο και συνεχίζει την ποινική διαδικασία. Ο διανυθείς χρόνος από την παύση της ποινικής διαδικασίας μέχρι τον χρόνο απώλειας της ρύθμισης, δεν υπολογίζεται στον χρόνο παραγραφής της πράξης, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95), περί αναστολής της παραγραφής. Σε περίπτωση ρύθμισης από οφειλέτη, που έχει απωλέσει ρύθμιση στο παρελθόν, για την ίδια οφειλή, αναστέλλεται η ποινική δίωξη σε βάρος του οφειλέτη, κατά το άρθρο 1 του α.ν. 86/1967, και αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα, και
β) αναστέλλεται η εκτέλεση ποινής που έχει επιβληθεί ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, αυτή διακόπτεται.