Άρθρο 05 – Δικαίωμα σύναψης Σύμβασης Παραχώρησης – Αρχή της ελεύθερης διαχείρισης από τις δημόσιες αρχές (άρθρο 2 Οδηγίας 2014/23/ΕΕ)

  1. Κάθε Αναθέτουσα Αρχή ή Αναθέτων Φορέας μπορεί να συνάπτει Συμβάσεις Παραχώρησης του παρόντος νόμου στους τομείς της αρμοδιότητάς της/του.
  2. Ο παρών νόμος δεν θίγει την αρχή της ελεύθερης διοίκησης εκ μέρους των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών σύμφωνα με το εθνικό και το ενωσιακό δίκαιο. Οι Αναθέτουσες Αρχές και οι Αναθέτοντες Φορείς διαθέτουν τη διακριτική ευχέρεια να επιλέγουν τη βέλτιστη μέθοδο για την εκτέλεση των έργων ή παροχή των υπηρεσιών προς τον σκοπό της διασφάλισης υψηλού επιπέδου ποιότητας, ασφάλειας και οικονομικής προσιτότητας, ίσης μεταχείρισης και της προώθησης της καθολικής πρόσβασης και των δικαιωμάτων των χρηστών στις δημόσιες υπηρεσίες.

Οι εν λόγω αρχές μπορούν να επιλέξουν να εκτελούν τα καθήκοντα δημόσιου συμφέροντος που τους ανατίθενται είτε ιδίοις πόροις ή σε συνεργασία με άλλες δημόσιες αρχές ή να τα αναθέτουν σε Οικονομικούς Φορείς, μέσω δημοσίων συμβάσεων ή συμβάσεων έργων, προμήθειας αγαθών ή παροχής υπηρεσιών, υπό την έννοια των Οδηγιών 2014/24/ΕΕ ή 2014/25/ΕΕ, ή Συμβάσεων Παραχώρησης του παρόντος νόμου.

  1. Δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο παραχώρησης οι δραστηριότητες που κατά το Σύνταγμα ανήκουν άμεσα και αποκλειστικά στο Κράτος και ιδίως η εθνική άμυνα, η αστυνόμευση, η απονομή της δικαιοσύνης και η εκτέλεση των ποινών που επιβάλλονται από τα αρμόδια δικαστήρια.
  2. Ο παρών νόμος δεν θίγει τις κείμενες διατάξεις που ρυθμίζουν το ιδιοκτησιακό καθεστώς των δημοσίων επιχειρήσεων και, ιδίως, δεν επιβάλλει την ιδιωτικοποίηση δημόσιων επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό.

5. Συμβάσεις Παραχώρησης Έργων και Υπηρεσιών του παρόντος νόμου, μπορούν να συνάπτονται και να εκτελούνται ως Συμπράξεις Δημόσιου-Ιδιωτικού Δικαίου (Σ.Δ.Ι.Τ.), του Ν.3389/2005 (ΦΕΚ Α 232).

  • Η Η Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.μεΑ.), που αποτελεί τον τριτοβάθμιο κοινωνικό και συνδικαλιστικό φορέα των ατόμων με αναπηρία και των οικογενειών τους στη χώρα,λαμβάνοντας υπόψη ότι:

    – οι Οδηγίες της ΕΕ περιλαμβάνουν το ελάχιστο επίπεδο προστασίας που τα κράτη μέλη οφείλουν να ενσωματώσουν στην εθνική τους νομοθεσίας, δίχως όμως αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορούν να το υπερβούν,

    – το παρόν σχέδιο νόμου δύναται να συμβάλει όχι μόνο στην άρση των υφιστάμενων εμποδίων που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρία ως εργαζόμενοι και ως εξυπηρετούμενοι από τις υπηρεσίες (φυσικών και ηλεκτρονικών), αλλά και στην αποφυγή της δημιουργίας νέων,

    καθώς και τις επιταγές/απαιτήσεις:

    – της παρ. 2 του άρθρου 4 του Συντάγματος σύμφωνα με το οποίο «Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις.»,

    – της παρ. 6 του Άρθρου 21 του Συντάγματος της χώρας, σύμφωνα με την οποία «τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας»,

    – των παρ. 1 και 2 του Άρθρου 5Α του Συντάγματος της χώρας, σύμφωνα με τις οποίες: «Καθένας έχει δικαίωμα στην πληροφόρηση, όπως νόμος ορίζει…..» και «Καθένας έχει δικαίωμα συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας. Η διευκόλυνση της πρόσβασης στις πληροφορίες που διακινούνται ηλεκτρονικά, καθώς και της παραγωγής, ανταλλαγής και διάδοσής τους αποτελεί υποχρέωση του Κράτους….»,

    – της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, την οποία επικύρωσε η Ευρωπαϊκή Ένωση καθώς και η χώρα μας μαζί με το προαιρετικό πρωτόκολλό με τον Ν.4074/2012 (ΦΕΚ 88 Α΄/11.04.2012), γεγονός που συνεπάγεται την εφαρμογή της σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, μέσω της οποίας υπαγορεύονται τα εξής:

    – «1. […] Τα Συμβαλλόμενα Κράτη αναλαμβάνουν να διασφαλίζουν και να προάγουν την πλήρη υλοποίηση όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών για όλα τα άτομα με αναπηρίες, χωρίς διακρίσεις οποιουδήποτε είδους βάσει της αναπηρίας. Προς το σκοπό αυτό, τα Συμβαλλόμενα Κράτη αναλαμβάνουν:
    […]
    β. Να λάβουν όλα τα κατάλληλα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων και των νομοθετικών, προκειμένου να τροποποιήσουν ή να καταργήσουν τους ισχύοντες νόμους, κανονισμούς, έθιμα και πρακτικές που συνιστούν διακρίσεις κατά των ατόμων με αναπηρίες [..]» (Άρθρο 4 «Γενικές Υποχρεώσεις»),

    – «Προκειμένου να επιτρέψουν στα άτομα με αναπηρίες να ζουν ανεξάρτητα και να συμμετέχουν πλήρως σε όλες τις πτυχές της ζωής, τα Συμβαλλόμενα Κράτη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίζουν στα άτομα με αναπηρίες την πρόσβαση, σε ίση βάση με τους άλλους, στο φυσικό περιβάλλον, τα μέσα μεταφοράς, την πληροφορία και τις επικοινωνίες, συμπεριλαμβανομένων και των τεχνολογιών και συστημάτων πληροφορίας και επικοινωνιών και σε άλλες εγκαταστάσεις και υπηρεσίες που είναι ανοικτές ή παρέχονται στο κοινό, τόσο στις αστικές όσο και στις αγροτικές περιοχές…» (Άρθρο 9 «Προσβασιμότητα),

    – του Ν.3304/2005 (Αρ. ΦΕΚ 16 Α΄/27.01.2005) μέσω του οποίου απαγορεύεται οποιαδήποτε «άμεση» (άρνηση πρόσληψης εξαιτίας της ύπαρξης αναπηρίας) ή «έμμεση» (όταν μια φαινομενικά ουδέτερη διάταξη, κριτήριο ή πρακτική θέτει τα άτομα με αναπηρία σε μειονεκτική θέση) διάκριση σε βάρος των ατόμων με αναπηρία στον τομέα της απασχόλησης και της εργασίας καθώς και στον επαγγελματικό προσανατολισμό/αναπροσανατολισμό, επαγγελματική κατάρτιση και επιμόρφωση, ενώ παράλληλα προβλέπεται η εφαρμογή «εύλογων προσαρμογών», ήτοι η εργονομική διευθέτηση του χώρου εργασίας στις εξατομικευμένες ανάγκες του εργαζόμενου με αναπηρία,

    η Ε.Σ.Α.μεΑ. προτείνει τα εξής:

    α) Η παράγραφος 2 του άρθρου 5 «Δικαίωμα σύναψης Σύμβασης Παραχώρησης – Αρχή της ελεύθερης διαχείρισης από τις δημόσιες αρχές – (άρθρο 2 Οδηγίας 2014/23/ΕΕ)» να συμπληρωθεί ως ακολούθως (βλ. με έντονη γραμματοσειρά):

    «[..] 2. Ο παρών νόμος δεν θίγει την αρχή της ελεύθερης διοίκησης εκ μέρους των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών σύμφωνα με το εθνικό και το ενωσιακό δίκαιο. Οι Αναθέτουσες Αρχές και οι Αναθέτοντες Φορείς διαθέτουν τη διακριτική ευχέρεια να επιλέγουν τη βέλτιστη μέθοδο για την εκτέλεση των έργων ή παροχή των υπηρεσιών προς τον σκοπό της διασφάλισης υψηλού επιπέδου ποιότητας, ασφάλειας και οικονομικής προσιτότητας, ίσης μεταχείρισης και της προώθησης της καθολικής πρόσβασης και των δικαιωμάτων των χρηστών, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών με αναπηρία, στις δημόσιες υπηρεσίες […]».