Άρθρο 08 – Μέθοδοι υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας των Συμβάσεων Παραχώρησης (άρθρο 8 παρ. 2-6 Οδηγίας 2014/23/ΕΕ)

  1. Για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας των Συμβάσεων Παραχώρησης που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου εφαρμόζονται οι παράγραφοι 2 έως 6 του παρόντος άρθρου.
  2. Η αξία της Σύμβασης Παραχώρησης ισούται με τον συνολικό κύκλο εργασιών του Παραχωρησιούχου καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης, μη συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ, όπως υπολογίζεται από την Αναθέτουσα Αρχή ή τον Αναθέτοντα Φορέα, λαμβάνοντας υπόψη τα έργα και τις υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της Σύμβασης Παραχώρησης, καθώς και τις παρεπόμενες προμήθειες αυτών των έργων και υπηρεσιών.

Αυτή η εκτίμηση ισχύει κατά α) το χρόνο της αποστολής της προκήρυξης της Σύμβασης Παραχώρησης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις Συμβάσεις Παραχώρησης των οποίων η εκτιμώμενη αξία ισούται με ή υπερβαίνει το χρηματικό όριο της παραγράφου 5 του άρθρου 1 ή β) το χρόνο της ανάρτησης της προκήρυξης στο Κ.Η.Μ.ΔΗ.Σ. σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 34 για τις Συμβάσεις Παραχώρησης των οποίων η εκτιμώμενη αξία υπολείπεται του χρηματικού ορίου της παραγράφου 5 του άρθρου 1 ή, γ) στις περιπτώσεις που δεν προβλέπεται τέτοια προκήρυξη, κατά το χρόνο που η Αναθέτουσα Αρχή ή ο Αναθέτων Φορέας αρχίζει τη διαδικασία ανάθεσης της Σύμβασης Παραχώρησης, όπως επί παραδείγματι με την έναρξη των επαφών με Οικονομικούς Φορείς για τους σκοπούς της παραχώρησης.

Για τους σκοπούς της παραγράφου 5 του άρθρου 1, εάν η αξία της σύμβασης κατά τον χρόνο της ανάθεσης είναι πάνω από 20 % υψηλότερη από την εκτιμώμενη αξία της, ισχύει η αξία της Σύμβασης Παραχώρησης κατά το χρόνο της ανάθεσης.

  1. Η εκτιμώμενη αξία της Σύμβασης Παραχώρησης υπολογίζεται με αντικειμενική μέθοδο στα Τεύχη Διαγωνισμού. Κατά την εκτίμηση της αξίας της Σύμβασης Παραχώρησης, οι Αναθέτουσες Αρχές και οι Αναθέτοντες Φορείς, κατά περίπτωση, λαμβάνουν υπόψη ιδίως:

α) την αξία τυχόν δικαιωμάτων προαίρεσης και τυχόν παρατάσεων της διάρκειας της Σύμβασης Παραχώρησης.

β) τα έσοδα από την καταβολή τελών και προστίμων από τους χρήστες των έργων ή των υπηρεσιών, πέραν εκείνων που εισπράττονται εξ ονόματος της Αναθέτουσας Αρχής ή του Αναθέτοντος Φορέα.

γ) τις πληρωμές ή οιοδήποτε χρηματοοικονομικό πλεονέκτημα οιασδήποτε μορφής το οποίο καταβάλλει η Αναθέτουσα Αρχή ή ο Αναθέτων Φορέας ή οιαδήποτε άλλη δημόσια αρχή προς τον Παραχωρησιούχο, περιλαμβανομένων της αντιστάθμισης για την τήρηση της υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας και των δημόσιων επιχορηγήσεων πάγιων επενδύσεων.

δ) την αξία των επιχορηγήσεων ή οιωνδήποτε άλλων χρηματοοικονομικών πλεονεκτημάτων οιασδήποτε μορφής, που παρέχονται από τρίτους, για την εκτέλεση της Σύμβασης Παραχώρησης.

ε) τα έσοδα από πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων που αποτελούν μέρος της Σύμβασης Παραχώρησης.

στ) την αξία όλων των αγαθών και υπηρεσιών που θέτουν οι Αναθέτουσες Αρχές ή οι Αναθέτοντες Φορείς στη διάθεση του Παραχωρησιούχου, υπό τον όρο ότι είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των έργων ή την παροχή των υπηρεσιών.

ζ) τα βραβεία ή τα ποσά που καταβάλλονται στους Υποψηφίους ή Προσφέροντες.

  1. Η επιλογή της μεθόδου για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας μιας Σύμβασης Παραχώρησης δεν πρέπει να γίνεται με πρόθεση την εξαίρεσή της από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου. Μια Σύμβαση Παραχώρησης δεν πρέπει να κατατέμνεται προκειμένου να αποφεύγεται η εφαρμογή του παρόντος νόμου, εκτός εάν δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους.
  2. Όταν προτεινόμενο έργο ή υπηρεσία μπορεί να οδηγήσει σε ανάθεση χωριστών Συμβάσεων Παραχώρησης κατά τμήματα, λαμβάνεται υπόψη η συνολική εκτιμώμενη αξία όλων αυτών των τμημάτων.

6. Όταν η συνολική αξία των τμημάτων ισούται με ή υπερβαίνει το χρηματικό όριο που προβλέπεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 1, οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται στο σύνολό τους κατά την ανάθεση κάθε τμήματος, εκτός εάν ορίζεται άλλως στις επιμέρους διατάξεις αυτού.

  • Η Ε.Σ.Α.μεΑ. επισημαίνει την ανάγκη διασφάλισης της προσβασιμότητας του Κ.Η.Μ.ΔΗ.Σ. στα άτομα με αναπηρία, βάσει των παρακάτω επιταγών:

    – της παρ. 7 και 8 του άρθρου 4 του Ν. 3979/2011 «Για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση και λοιπές διατάξεις» (ΦΕΚ 138 Α’/16.06.2011)7, σύμφωνα με τις οποίες: «Οι φορείς του δημόσιου τομέα διαμορφώνουν την πληροφόρηση και επικοινωνία και εν γένει τις υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης κατά τρόπο, ώστε αυτές να είναι φιλικές προς τον χρήστη, να διασφαλίζουν και να ενισχύουν την ισότητα ως προς την πρόσβαση σε πληροφορίες και υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες πρόσβασης ορισμένων ομάδων ή ατόμων και ιδίως των ατόμων με αναπηρία» και «Ο σχεδιασμός και η εφαρμογή υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και η διαμόρφωση και προμήθεια των αντίστοιχων πληροφοριακών και επικοινωνιακών συστημάτων και υπηρεσιών πρέπει να γίνεται με γνώμονα τη διασφάλιση της ηλεκτρονικής προσβασιμότητας σε άτομα με αναπηρίες και τη δυνατότητα αξιοποίησης των σχετικών υπηρεσιών από αυτά» και
    – της ΥΑΠ/Φ.40.4/1/989 «Κύρωση Πλαισίου Παροχής Υπηρεσιών Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης», όπου στο Παράρτημα Ι (στην ενότητα 7 «Προσβασιμότητα», ΚΥ. 49 -Βλ. επίσης ΚΠ.27) ορίζεται ότι οι δημόσιοι διαδικτυακοί τόποι πρέπει να συμμορφώνονται με το πρότυπο «Οδηγίες για την Προσβασιμότητα του Περιεχομένου του Ιστού» (WCAG) έκδοση 2.0, το οποίο αποτελεί το de facto πρότυπο ηλεκτρονικής προσβασιμότητας.