Άρθρο 47 Επιλογή εφαρμογής μεθόδου φορολογητέας διανομής (άρθρο 43 Οδηγίας 2022/2523)

1. Κατ’ επιλογή της υποβάλλουσας συνιστώσας οντότητας, μια συνιστώσα οντότητα -ιδιοκτήτρια επενδυτικής οντότητας μπορεί να εφαρμόζει μέθοδο φορολογητέας διανομής όσον αφορά την ιδιοκτησιακή συμμετοχή της στην επενδυτική οντότητα, αν η συνιστώσα οντότητα – ιδιοκτήτρια δεν είναι επενδυτική οντότητα και μπορεί εύλογα να αναμένεται ότι υπόκειται σε φόρο επί των διανομών από την επενδυτική οντότητα με φορολογικό συντελεστή που ισούται ή υπερβαίνει τον ελάχιστο φορολογικό συντελεστή.
2. Όταν ακολουθείται η μέθοδος φορολογητέας διανομής, οι διανομές και οι τεκμαρτές διανομές του αποδεκτού εισοδήματος επενδυτικής οντότητας περιλαμβάνονται στο αποδεκτό εισόδημα της συνιστώσας οντότητας – ιδιοκτήτριας που έλαβε τη διανομή, εφόσον δεν είναι επενδυτική οντότητα.
Το ποσό των καλυπτόμενων φόρων που επιβαρύνουν την επενδυτική οντότητα και το οποίο πιστώνεται έναντι της φορολογικής υποχρέωσης της συνιστώσας οντότητας – ιδιοκτήτριας, που προκύπτει από τη διανομή της επενδυτικής οντότητας, περιλαμβάνεται στο αποδεκτό εισόδημα και στους αναπροσαρμοσμένους καλυπτόμενους φόρους της συνιστώσας οντότητας – ιδιοκτήτριας που έλαβε τη διανομή.
Το μερίδιο της συνιστώσας οντότητας – ιδιοκτήτριας στο μη διανεμηθέν καθαρό αποδεκτό εισόδημα της επενδυτικής οντότητας της παρ. 3, το οποίο προέκυψε κατά το τρίτο έτος που προηγείται του οικονομικού έτους («υπό εξέταση έτος»), αντιμετωπίζεται ως αποδεκτό εισόδημα της εν λόγω επενδυτικής οντότητας για το αντίστοιχο οικονομικό έτος.
Το ποσό που ισούται με το εν λόγω αποδεκτό εισόδημα, πολλαπλασιαζόμενο με τον ελάχιστο φορολογικό συντελεστή, αντιμετωπίζεται ως συμπληρωματικός φόρος συνιστώσας οντότητας με χαμηλή φορολόγηση για το αντίστοιχο οικονομικό έτος για τους σκοπούς του Κεφαλαίου Β΄.
Το αποδεκτό εισόδημα ή ζημία μιας επενδυτικής οντότητας και οι αναπροσαρμοσμένοι καλυπτόμενοι φόροι που αναλογούν στο εν λόγω εισόδημα για το οικονομικό έτος εξαιρούνται από τον υπολογισμό του πραγματικού φορολογικού συντελεστή σύμφωνα με το Κεφάλαιο Ε΄ και τις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 45, εκτός από το ποσό των καλυπτόμενων φόρων που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας.
3. Το μη διανεμηθέν καθαρό αποδεκτό εισόδημα μιας επενδυτικής οντότητας για το υπό εξέταση έτος είναι το ποσό του αποδεκτού εισοδήματος της εν λόγω επενδυτικής οντότητας για το υπό εξέταση έτος, το οποίο μειώνεται, έως και μηδενίζεται, κατά:
α) τους καλυπτόμενους φόρους της επενδυτικής οντότητας,
β) τις διανομές και τις τεκμαρτές διανομές σε μετόχους που δεν είναι επενδυτικές οντότητες, κατά τη διάρκεια της περιόδου που αρχίζει την πρώτη ημέρα του τρίτου έτους το οποίο προηγείται του οικονομικού έτους και λήγει την τελευταία ημέρα του αναφερόμενου οικονομικού έτους κατοχής της ιδιοκτησιακής συμμετοχής («περίοδος εξέτασης»),
γ) τις αποδεκτές ζημίες που προκύπτουν κατά τη διάρκεια της περιόδου εξέτασης, και
δ) το εναπομείναν ποσό αποδεκτών ζημιών που δεν έχει ήδη μειώσει το μη διανεμηθέν καθαρό αποδεκτό εισόδημα της εν λόγω επενδυτικής οντότητας για προηγούμενο υπό εξέταση έτος, ήτοι η «μεταφερόμενη επενδυτική ζημία». Το μη διανεμηθέν καθαρό αποδεκτό εισόδημα μιας επενδυτικής οντότητας δεν μειώνεται κατά τις διανομές ή τις τεκμαρτές διανομές που έχουν ήδη μειώσει το μη διανεμηθέν καθαρό αποδεκτό εισόδημα της εν λόγω επενδυτικής οντότητας για προηγούμενο υπό εξέταση έτος κατ’ εφαρμογή της περ. β). Το μη διανεμηθέν καθαρό αποδεκτό εισόδημα μιας επενδυτικής οντότητας δεν μειώνεται κατά το ποσό των αποδεκτών ζημιών που έχουν ήδη μειώσει το μη διανεμηθέν καθαρό αποδεκτό εισόδημα της εν λόγω επενδυτικής οντότητας για προηγούμενο υπό εξέταση έτος κατ’ εφαρμογή της περ. γ).
4. Για τους σκοπούς του παρόντος, τεκμαρτή διανομή θεωρείται ότι προκύπτει, όταν μια άμεση ή έμμεση ιδιοκτησιακή συμμετοχή στην επενδυτική οντότητα μεταβιβάζεται σε οντότητα που δεν ανήκει στον όμιλο ΠΕ ή σε εγχώριο όμιλο μεγάλης κλίμακας και ισούται με το μερίδιο του μη διανεμηθέντος καθαρού αποδεκτού εισοδήματος που αναλογεί στην εν λόγω ιδιοκτησιακή συμμετοχή κατά την ημερομηνία της εν λόγω μεταβίβασης, το οποίο προσδιορίζεται χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η τεκμαρτή διανομή.
5. Η επιλογή που προβλέπεται στην παρ. 1 ισχύει για περίοδο πέντε (5) ετών από το έτος που πραγματοποιήθηκε. Η επιλογή ανανεώνεται αυτόματα, εκτός αν ανακληθεί η επιλογή στο τέλος της πενταετούς περιόδου. Η ανάκληση της επιλογής ισχύει για περίοδο πέντε (5) ετών από το τέλος του έτους κατά το οποίο πραγματοποιείται η ανάκληση. Σε περίπτωση ανάκλησης της επιλογής, το μερίδιο της συνιστώσας οντότητας – ιδιοκτήτριας στο μη διανεμηθέν καθαρό αποδεκτό εισόδημα της επενδυτικής οντότητας για το υπό εξέταση έτος, στο τέλος του οικονομικού έτους που προηγείται του οικονομικού έτους, κατά το οποίο πραγματοποιείται η ανάκληση, αντιμετωπίζεται ως αποδεκτό εισόδημα της επενδυτικής οντότητας για το οικονομικό έτος. Το ποσό που ισούται με το εν λόγω αποδεκτό εισόδημα, πολλαπλασιαζόμενο με τον ελάχιστο φορολογικό συντελεστή, αντιμετωπίζεται ως συμπληρωματικός φόρος συνιστώσας οντότητας με χαμηλή φορολόγηση για το οικονομικό έτος, σύμφωνα με τους σκοπούς του Κεφαλαίου Β΄.