Άρθρο 12 Εγχώριος συμπληρωματικός φόρος (άρθρο 11 Οδηγίας 2022/2523)

1. Οντότητες ή μόνιμες εγκαταστάσεις που είναι μέρος ομίλου ΠΕ ή εγχώριου ομίλου μεγάλης κλίμακας, οι οποίες είναι εγκατεστημένες στην ημεδαπή σύμφωνα με το άρθρο 5 και αποτελούν συνιστώσες οντότητες που εμπίπτουν στο άρθρο 3 υπόκεινται σε εγχώριο συμπληρωματικό φόρο για το οικονομικό έτος αναφοράς.
2. Επιχειρηματικές συμπράξεις, συνδεδεμένες εταιρείες επιχειρηματικών συμπράξεων και όμιλοι επιχειρηματικών συμπράξεων κατά την έννοια του άρθρου 40 που είναι εγκατεστημένες στην ημεδαπή σύμφωνα με το άρθρο 5 υπόκεινται σε εγχώριο συμπληρωματικό φόρο για το οικονομικό έτος αναφοράς. Στην περίπτωση αυτή ο εγχώριος συμπληρωματικός φόρος υπολογίζεται και οφείλεται από το μέλος των παραπάνω οντοτήτων που είναι υπόχρεος και εμπίπτει στον παρόντα.
3. Οι συνιστώσες οντότητες υπό μειοψηφική ιδιοκτησία κατά την έννοια του άρθρου 32, οι οποίες είναι εγκατεστημένες στην ημεδαπή σύμφωνα με το άρθρο 5, υπόκεινται σε εγχώριο συμπληρωματικό φόρο για το οικονομικό έτος αναφοράς. Στην περίπτωση αυτή ο εγχώριος συμπληρωματικός φόρος υπολογίζεται και οφείλεται από το μέλος της παραπάνω οντότητας που είναι υπόχρεος και εμπίπτει στις διατάξεις του παρόντος.
4. Οι συνιστώσες οντότητες χωρίς εθνικότητα, οι οποίες είναι εγκατεστημένες στην ημεδαπή σύμφωνα με το άρθρο 5, υπόκεινται σε εγχώριο συμπληρωματικό φόρο για το οικονομικό έτος αναφοράς.
5. Προκειμένου για τον υπολογισμό του εγχώριου συμπληρωματικού φόρου, οι οντότητες των παρ. 2, 3 και 4 υπόκεινται σε χωριστό υπολογισμό του πραγματικού φορολογικού συντελεστή και συμπληρωματικού φόρου.
6. Μια τελική μητρική οντότητα που είναι οντότητα μετακύλισης φόρου και είναι εγκατεστημένη στην ημεδαπή σύμφωνα με το άρθρο 5 υπόκειται σε εγχώριο συμπληρωματικό φόρο για το οικονομικό έτος αναφοράς. Ο εγχώριος συμπληρωματικός φόρος οφείλεται από τα ημεδαπά μέλη της οντότητας μετακύλισης φόρου, τα οποία είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρον υπεύθυνα για την καταβολή του.
7. Οντότητα μετακύλισης φόρου που είναι υπόχρεη εφαρμογής Κ.Σ.Ε., τελική μητρική οντότητα που υπόκειται σε καθεστώς εκπίπτοντος μερίσματος και οντότητα που υπόκειται σε επιλέξιμο σύστημα φόρου διανομής, εγκατεστημένες στην ημεδαπή σύμφωνα με το άρθρο 5, υπόκεινται σε εγχώριο συμπληρωματικό φόρο για το οικονομικό έτος αναφοράς.
8. Μια επενδυτική οντότητα ή μία ασφαλιστική επενδυτική οντότητα κατά την έννοια της παρ. 31 του άρθρου 4 και του άρθρου 46, αντίστοιχα, η οποία δεν αποτελεί μητρική οντότητα και δεν είναι φορολογικά διαφανής, υπόκεινται σε εγχώριο συμπληρωματικό φόρο για το οικονομικό έτος αναφοράς. Για τον υπολογισμό του εγχώριου συμπληρωματικού φόρου έχει εφαρμογή το άρθρο 45 χωρίς να λαμβάνεται υπόψη κατά τον υπολογισμό του πραγματικού φορολογικού συντελεστή η κατανομή των φόρων με βάση τις παρ. 3 και 4 του άρθρου 25. Εναλλακτικά, στην περίπτωση συνιστώσας οντότητας η οποία είναι επενδυτική οντότητα ή ασφαλιστική επενδυτική οντότητα, παρέχεται η δυνατότητα εφαρμογής των άρθρων 46 και 47.
9. Για τον υπολογισμό του εγχώριου συμπληρωματικού φόρου, ο συμπληρωματικός φόρος για μία δικαιοδοσία υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη το συνολικό ποσό που προκύπτει σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 28, ανεξαρτήτως των ιδιοκτησιακών συμμετοχών οιασδήποτε μητρικής οντότητας του ομίλου ΠΕ επί των συνιστωσών οντοτήτων που είναι εγκατεστημένες στην ημεδαπή.
10. Για τον υπολογισμό του εγχώριου συμπληρωματικού φόρου εφαρμόζονται τα Κεφάλαια Γ΄, Δ΄, Ε, ΣΤ΄, Ζ΄ και Θ΄ με την επιφύλαξη των κατωτέρω:
α) Όπου στα ανωτέρω κεφάλαια γίνεται αναφορά σε συνιστώσες οντότητες, νοούνται εκείνες των παρ. 1 έως 4 και 6 έως 8 του παρόντος, κατά περίπτωση.
β) Κατά τον υπολογισμό του φόρου σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους δεν χωρεί η μείωση με οποιοδήποτε ποσό του ενδεδειγμένου εγχώριου συμπληρωματικού φόρου.
γ) Τα εγχώρια πλεονάζοντα κέρδη των συνιστωσών οντοτήτων χαμηλής φορολόγησης, κατά την εφαρμογή του εγχώριου συμπληρωματικού φόρου, μπορούν να υπολογίζονται με βάση τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα (Ε.Λ.Π.) (ν. 4308/2014, Α΄ 251) ή τα Δ.Π.Χ.Α., κατά περίπτωση, που ισχύουν για τις ατομικές χρηματοοικονομικές καταστάσεις και όχι με βάση το χρηματοοικονομικό λογιστικό πρότυπο που χρησιμοποιείται στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις. Για σκοπούς εφαρμογής του προηγούμενου εδαφίου, το σύνολο των συνιστωσών οντοτήτων ενός ομίλου ΠΕ, ενός εγχώριου ομίλου μεγάλης κλίμακας και ενός ομίλου επιχειρηματικών συμπράξεων που είναι εγκατεστημένες στην ημεδαπή σύμφωνα με το άρθρο 5, καταρτίζουν χρηματοοικονομικές καταστάσεις με βάση τα Ε.Λ.Π. ή τα Δ.Π.Χ.Α., κατά περίπτωση, που ισχύουν για τις ατομικές χρηματοοικονομικές καταστάσεις και το οικονομικό τους έτος είναι εκείνο των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων. Οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις του προηγούμενου εδαφίου υπόκεινται σε έλεγχο από ορκωτούς ελεγκτές. Αν δεν πληρούνται οι παραπάνω προϋποθέσεις, ο εγχώριος συμπληρωματικός φόρος υπολογίζεται:
γα) βάσει του χρηματοοικονομικού λογιστικού προτύπου της τελικής μητρικής οντότητας, και, σε περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό,
γβ) βάσει ενός αποδεκτού ή εγκεκριμένου λογιστικού προτύπου, σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 4, αν:
γβα) οι χρηματοοικονομικές καταστάσεις της συνιστώσας οντότητας καταρτίζονται βάσει του προτύπου αυτού,
γββ) οι πληροφορίες που περιέχονται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις είναι αξιόπιστες, και
γβγ) μόνιμες διαφορές ποσού μεγαλύτερου του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ που προκύπτουν από την εφαρμογή συγκεκριμένης αρχής ή προτύπου σε λογαριασμούς κερδών ή εξόδων και διαφέρουν από το χρηματοοικονομικό λογιστικό πρότυπο που χρησιμοποιείται για την κατάρτιση των ενοποιημένων καταστάσεων, αναμορφώνονται σύμφωνα με τον χειρισμό που προβλέπεται από το χρηματοοικονομικό λογιστικό πρότυπο που χρησιμοποιείται για την κατάρτιση των ενοποιημένων καταστάσεων της τελικής μητρικής οντότητας.
δ) Στην ειδική κατανομή των καλυπτόμενων φόρων συνιστωσών οντοτήτων που αποτελούν ελεγχόμενες αλλοδαπές εταιρείες ή υβριδικές οντότητες για τον υπολογισμό του εγχώριου συμπληρωματικού φόρου δεν εφαρμόζονται οι παρ. 3, 4 και 6 του άρθρου 25.
ε) Δεν κατανέμεται ο καλυπτόμενος φόρος κεντρικής οντότητας που αφορά μόνιμη εγκατάσταση αυτής στην ημεδαπή, κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 25, στη μόνιμη εγκατάσταση.
στ) Κατά την εφαρμογή της παρ. 5 του άρθρου 25, οι καλυπτόμενοι φόροι αφορούν παρακρατούμενους φόρους που επιβάλλονται σε περίπτωση διανομής.
ζ) Για τον υπολογισμό του εγχώριου συμπληρωματικού φόρου που αφορά σε επιχειρηματικές συμπράξεις, συνδεδεμένες εταιρείες επιχειρηματικών συμπράξεων ή ομίλους επιχειρηματικών συμπράξεων δεν εφαρμόζονται οι παρ. 2 και 4 του άρθρου 40.
η) Για τον υπολογισμό του εγχώριου συμπληρωματικού φόρου που αφορά ημεδαπή συνιστώσα οντότητα ομίλου ΠΕ πολλών μητρικών εταιρειών του άρθρου 41 δεν εφαρμόζονται οι παρ. 5 έως 7 του άρθρου αυτού.
11. Όπου το λογιστικό λειτουργικό νόμισμα των ημεδαπών μελών ενός ομίλου είναι το ευρώ, για σκοπούς προσδιορισμού του εγχώριου συμπληρωματικού φόρου όλοι οι υπολογισμοί γίνονται σε ευρώ.
12. Όπου το λογιστικό λειτουργικό νόμισμα ενός ομίλου δεν είναι το ευρώ, για τους σκοπούς καθορισμού του εγχώριου συμπληρωματικού φόρου η υποβάλλουσα, σύμφωνα με το άρθρο 48, οντότητα, για τις ανάγκες επιβολής εγχώριου συμπληρωματικού φόρου, μπορεί να επιλέξει για μία πενταετία ότι όλοι οι υπολογισμοί γίνονται χρησιμοποιώντας το νόμισμα παρουσίασης των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών στοιχείων του ομίλου ή το ευρώ. Στο τέλος της πενταετίας η επιλογή ανανεώνεται αυτόματα, εκτός αν η υποβάλλουσα οντότητα για τις ανάγκες επιβολής του εγχώριου συμπληρωματικού φόρου ανακαλέσει την επιλογή αυτή. Αν επιλεγεί η χρήση του νομίσματος παρουσίασης των ενοποιημένων χρηματοοικονομικών στοιχείων του ομίλου, για την εφαρμογή του άρθρου 49 λαμβάνεται υπόψη η ισοτιμία της τελευταίας ημέρας του οικονομικού έτους.
13. Για τις ανάγκες εφαρμογής του εγχώριου συμπληρωματικού φόρου στην αρχική φάση της διεθνούς δραστηριότητάς τους, η παρ. 2 του άρθρου 52 εφαρμόζεται μόνο όταν καμία από τις ιδιοκτησιακές συμμετοχές σε συνιστώσες οντότητες που είναι εγκατεστημένες στην ημεδαπή δεν ανήκει σε μητρική οντότητα που υπόκειται σε ενδεδειγμένο Κ.Σ.Ε..
14. Για τις ανάγκες εφαρμογής του παρόντος, ως μεταβατικό έτος ορίζεται το πρώτο οικονομικό έτος κατά το οποίο μία οντότητα που υπόκειται σε εγχώριο συμπληρωματικό φόρο εμπίπτει σε ενδεδειγμένο Κ.Σ.Ε. ή Κ.Υ.Κ. σε μία δικαιοδοσία, όταν το οικονομικό έτος αυτό αρχίζει αργότερα από την έναρξη του μεταβατικού έτους κατά την έννοια της περ. γ) της παρ. 1 του άρθρου 48. Για τις ανάγκες υπολογισμού του εγχώριου συμπληρωματικού φόρου κατά το μεταβατικό έτος:
α) όποιο αρνητικό ποσό προς μεταφορά με βάση την παρ. 5 του άρθρου 22 και την παρ. 2 του άρθρου 28 δεν λαμβάνεται υπόψη κατά την έναρξη του μεταβατικού έτους της παρούσας,
β) η παρ. 7 του άρθρου 23 δεν εφαρμόζεται για όποια αναβαλλόμενη φορολογική υποχρέωση λήφθηκε υπόψη κατά τον υπολογισμό του πραγματικού φορολογικού συντελεστή για τις ανάγκες εφαρμογής του εγχώριου συμπληρωματικού φόρου μίας οντότητας για ένα οικονομικό έτος που αρχίζει πριν από το μεταβατικό έτος της παραγράφου αυτής που δεν ανακτήθηκε πριν από την έναρξη του μεταβατικού έτους,
γ) η παρ. 7 του άρθρου 23 εφαρμόζεται σε αναβαλλόμενες φορολογικές υποχρεώσεις που λαμβάνονται υπόψη κατά και μετά το μεταβατικό έτος,
δ) κάθε αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση αποδεκτής ζημίας που αφορά οικονομικό έτος που προηγείται του μεταβατικού δεν λαμβάνεται υπόψη και η υποβάλλουσα συνιστώσα οντότητα μπορεί να κάνει την επιλογή του άρθρου 24 κατά το μεταβατικό έτος αυτό,
ε) οι αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις και οι αναβαλλόμενες φορολογικές υποχρεώσεις που λήφθηκαν υπόψη για τον υπολογισμό του πραγματικού φορολογικού συντελεστή μίας δικαιοδοσίας κατά την εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 52, δεν λαμβάνονται υπόψη και το άρθρο αυτό εφαρμόζεται με την έναρξη του μεταβατικού έτους,
στ) η παρ. 2 του άρθρου 54 εφαρμόζεται για συναλλαγές που πραγματοποιούνται μετά τις 30 Νοεμβρίου 2021 και πριν την έναρξη του μεταβατικού έτους, αλλά, αν ο ενδεδειγμένος εγχώριος συμπληρωματικός φόρος ήταν πληρωτέος σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 22 προκειμένου για μία αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση που αφορά φορολογική ζημία, αυτή η αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση δεν αντιμετωπίζεται ως προκύπτουσα από στοιχεία που εξαιρούνται κατά τον υπολογισμό του αποδεκτού εισοδήματος ή ζημίας με βάση το Κεφάλαιο Γ΄.
15. Όταν μητρική οντότητα ενός ομίλου ΠΕ ή εγχώριου ομίλου μεγάλης κλίμακας είναι εγκατεστημένη στην ημεδαπή και οι οικείες συνιστώσες οντότητες, οι οποίες της ανήκουν άμεσα ή έμμεσα και είναι εγκατεστημένες, είτε στην ημεδαπή, είτε σε άλλη δικαιοδοσία, υπόκεινται σε ενδεδειγμένο εγχώριο συμπληρωματικό φόρο για το οικονομικό έτος αναφοράς στις εν λόγω δικαιοδοσίες, το ποσό του τυχόν συμπληρωματικού φόρου που υπολογίζεται σύμφωνα με διατάξεις ισοδύναμες του άρθρου 28 και οφείλεται από τη μητρική οντότητα σύμφωνα με διατάξεις ισοδύναμες των άρθρων 6 έως 9, συμψηφίζεται κατά το ποσό του πληρωτέου ενδεδειγμένου εγχώριου συμπληρωματικού φόρου που οφείλεται, είτε από την ίδια, είτε από τις εν λόγω συνιστώσες οντότητες. H μείωση του εγχώριου συμπληρωματικού φόρου δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό του συμπληρωματικού φόρου που οφείλεται, είτε από τη μητρική οντότητα του ομίλου ΠΕ ή εγχώριου ομίλου μεγάλης κλίμακας, είτε από τις οικείες συνιστώσες οντότητες, οι οποίες της ανήκουν άμεσα ή έμμεσα.
16. Όταν ένας όμιλος ΠΕ έχει προβεί σε επιλογές αντίστοιχες με εκείνες της παρ. 2 του άρθρου 3, των παρ. 3, 6, 7 και 9 του άρθρου 17, της περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 23, του άρθρου 24, της παρ. 1 του άρθρου 26, της παρ. 2 του άρθρου 29, της παρ. 1 του άρθρου 31, της παρ. 1 του άρθρου 44, του άρθρου 46 και του άρθρου 47, οι οποίες κοινοποιούνται στις αρμόδιες φορολογικές αρχές μέσω της Δήλωσης Πληροφοριών Συμπληρωματικού Φόρου του άρθρου 48 και βάσει της ειδικής συμφωνίας αρμόδιων αρχών της περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 48, τότε οι ίδιες επιλογές εφαρμόζονται και για τον υπολογισμό του εγχώριου συμπληρωματικού φόρου.
17. Όταν το ποσό του ενδεδειγμένου εγχώριου συμπληρωματικού φόρου για ένα οικονομικό έτος δεν έχει καταβληθεί εντός των τεσσάρων (4) οικονομικών ετών από το οικονομικό έτος αναφοράς, κατά το οποίο οφειλόταν, το ποσό του ενδεδειγμένου εγχώριου συμπληρωματικού φόρου που δεν καταβλήθηκε προστίθεται στον συμπληρωματικό φόρο της δικαιοδοσίας που υπολογίζεται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 27 της Οδηγίας (ΕΕ) 2022/2523 και δεν μπορεί να εισπραχθεί από τη Φορολογική Διοίκηση.