Άρθρο 26 Αναπροσαρμογές μετά την υποβολή στοιχείων και μεταβολές φορολογικών συντελεστών (άρθρο 25 Οδηγίας 2022/2523)

1. Όταν μια συνιστώσα οντότητα αναγνωρίζει και καταχωρεί μια αναπροσαρμογή των καλυπτόμενων φόρων της για προηγούμενο οικονομικό έτος στους οικείους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς, η εν λόγω αναπροσαρμογή αντιμετωπίζεται ως αναπροσαρμογή καλυπτόμενων φόρων κατά το οικονομικό έτος, κατά το οποίο πραγματοποιείται η αναπροσαρμογή, εκτός αν η αναπροσαρμογή αφορά οικονομικό έτος, κατά το οποίο σημειώνεται μείωση των καλυπτόμενων φόρων για τη δικαιοδοσία.
Όταν υπάρχει μείωση των καλυπτόμενων φόρων που περιλαμβάνονταν στους αναπροσαρμοσμένους καλυπτόμενους φόρους της συνιστώσας οντότητας για προηγούμενο οικονομικό έτος, ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής και ο συμπληρωματικός φόρος για το εν λόγω οικονομικό έτος επανυπολογίζονται σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 30, με μείωση των αναπροσαρμοσμένων καλυπτόμενων φόρων κατά το ποσό της μείωσης των καλυπτόμενων φόρων. Το αποδεκτό εισόδημα για το οικονομικό έτος και για κάθε προηγούμενο οικονομικό έτος αναπροσαρμόζεται ανάλογα.
Κατά την ετήσια επιλογή της υποβάλλουσας συνιστώσας οντότητας επουσιώδης μείωση των καλυπτόμενων φόρων μπορεί να θεωρηθεί ως αναπροσαρμογή των καλυπτόμενων φόρων κατά το οικονομικό έτος, κατά το οποίο πραγματοποιείται η αναπροσαρμογή. Επουσιώδη μείωση των καλυπτόμενων φόρων συνιστά συνολική μείωση μικρότερη από ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ στους αναπροσαρμοσμένους καλυπτόμενους φόρους που προσδιορίζονται για τη δικαιοδοσία για το οικονομικό έτος.
Η επιλογή ισχύει για περίοδο ενός (1) έτους από το έτος που πραγματοποιήθηκε. Η επιλογή ανανεώνεται αυτόματα, εκτός αν η υποβάλλουσα συνιστώσα οντότητα ανακαλέσει την επιλογή στο τέλος του έτους.
2. Όταν ο εφαρμοστέος εγχώριος φορολογικός συντελεστής μειώνεται κάτω από τον ελάχιστο φορολογικό συντελεστή και η εν λόγω μείωση οδηγεί σε αναβαλλόμενο έξοδο φόρου, το ποσό του απορρέοντος αναβαλλόμενου εξόδου φόρου αντιμετωπίζεται ως αναπροσαρμογή της υποχρέωσης της συνιστώσας οντότητας για καλυπτόμενους φόρους που λαμβάνονται υπόψη σύμφωνα με το άρθρο 22 για προηγούμενο οικονομικό έτος.
3. Όταν ένα αναβαλλόμενο έξοδο φόρου λαμβάνεται υπόψη με συντελεστή χαμηλότερο από τον ελάχιστο φορολογικό συντελεστή και αργότερα αυξάνεται ο εφαρμοστέος εγχώριος φορολογικός συντελεστής, το ποσό του αναβαλλόμενου εξόδου φόρου που προκύπτει από την εν λόγω αύξηση αντιμετωπίζεται κατά την καταβολή ως αναπροσαρμογή της υποχρέωσης μιας συνιστώσας οντότητας για καλυπτόμενους φόρους που διεκδικήθηκαν για προηγούμενο οικονομικό έτος σύμφωνα με το άρθρο 22.
Η αναπροσαρμογή βάσει του πρώτου εδαφίου δεν υπερβαίνει ποσό ίσο με το αναβαλλόμενο έξοδο φόρου που αναδιατυπώνεται με τον ελάχιστο φορολογικό συντελεστή.
4. Όταν παραμένει ανεξόφλητο μετά το πέρας τριετίας από τη λήξη ενός οικονομικού έτους ποσό άνω του ενός εκατομμυρίου (1.000.000,00) ευρώ από τα δεδουλευμένα τρέχοντα έξοδα φόρου μιας συνιστώσας οντότητας που έχουν συμπεριληφθεί σε αναπροσαρμοσμένους καλυπτόμενους φόρους για το εν λόγω οικονομικό έτος, ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής και ο συμπληρωματικός φόρος για το οικονομικό έτος κατά το οποίο το ανεξόφλητο ποσό διεκδικήθηκε ως καλυπτόμενος φόρος επανυπολογίζονται σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 30, με εξαίρεση του εν λόγω ανεξόφλητου ποσού από τους αναπροσαρμοσμένους καλυπτόμενους φόρους.