Άρθρο 22 Αναπροσαρμοσμένοι καλυπτόμενοι φόροι (άρθρο 21 Οδηγίας 2022/2523)

1. Οι αναπροσαρμοσμένοι καλυπτόμενοι φόροι μιας συνιστώσας οντότητας για ένα οικονομικό έτος προσδιορίζονται με την αναπροσαρμογή του αθροίσματος των δεδουλευμένων τρεχόντων εξόδων φόρου στο καθαρό λογιστικό αποτέλεσμα (κέρδος ή ζημία) που αφορούν καλυπτόμενους φόρους για το ίδιο οικονομικό έτος, με βάση:
α) το καθαρό ποσό των οικείων προσθηκών και μειώσεων των καλυπτόμενων φόρων για το οικονομικό έτος αναφοράς, όπως ορίζεται στις παρ. 2 και 3,
β) το συνολικό ποσό αναπροσαρμογής αναβαλλόμενου φόρου, όπως ορίζεται στο άρθρο 23 και
γ) κάθε αύξηση ή μείωση των καλυπτόμενων φόρων που καταγράφονται ως δεδουλευμένοι στα ίδια κεφάλαια ή στα λοιπά συνολικά λοιπά συνολικά εισοδήματα σε σχέση με ποσά που περιλαμβάνονται στον υπολογισμό του αποδεκτού εισοδήματος ή ζημίας και υπόκεινται σε φόρο σύμφωνα με τους φορολογικούς κανόνες της οικείας δικαιοδοσίας.
2. Οι προσθήκες στους καλυπτόμενους φόρους μιας συνιστώσας οντότητας για το οικονομικό έτος αναφοράς περιλαμβάνουν:
α) οποιοδήποτε ποσό των καλυπτόμενων φόρων που καταχωρήθηκε ως δεδουλευμένο έξοδο στα κέρδη προ φόρων στους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς,
β) οποιοδήποτε ποσό της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης αποδεκτής ζημίας που έχει χρησιμοποιηθεί σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 24,
γ) οποιοδήποτε ποσό των καλυπτόμενων φόρων αναφορικά με αβέβαιη φορολογική κατάσταση που είχε εξαιρεθεί παλαιότερα βάσει της περ. δ) της παρ. 3 και καταβάλλεται κατά το οικονομικό έτος αναφοράς και
δ) οποιοδήποτε ποσό της πίστωσης ή της επιστροφής σε σχέση με ενδεδειγμένη επιστρεπτέα πίστωση φόρου που προέκυψε ως μείωση του τρέχοντος εξόδου φόρου.
3. Οι μειώσεις στους καλυπτόμενους φόρους μιας συνιστώσας οντότητας για το οικονομικό έτος αναφοράς περιλαμβάνουν:
α) το ποσό του τρέχοντος εξόδου φόρου όσον αφορά το εισόδημα που εξαιρείται από τον υπολογισμό του αποδεκτού εισοδήματος ή ζημίας σύμφωνα με το Κεφάλαιο Γ,
β) οποιοδήποτε ποσό της πίστωσης ή της επιστροφής σε σχέση με μη ενδεδειγμένη επιστρεπτέα πίστωση φόρου που δεν καταχωρήθηκε ως μείωση του τρέχοντος εξόδου φόρου,
γ) οποιοδήποτε ποσό των καλυπτόμενων φόρων που επιστράφηκαν ή πιστώθηκαν σε μια συνιστώσα οντότητα, το οποίο δεν αντιμετωπίστηκε ως αναπροσαρμογή στο τρέχον έξοδο φόρου στους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς, εκτός αν σχετίζεται με ενδεδειγμένη επιστρεπτέα πίστωση φόρου,
δ) το ποσό του τρέχοντος εξόδου φόρου, το οποίο σχετίζεται με αβέβαιη φορολογική κατάσταση και
ε) οποιοδήποτε ποσό του τρέχοντος εξόδου φόρου που δεν αναμένεται να καταβληθεί εντός τριών (3) ετών από τη λήξη του οικονομικού έτους.
4. Για τον υπολογισμό των αναπροσαρμοσμένων καλυπτόμενων φόρων, όταν ένα ποσό του καλυπτόμενου φόρου περιγράφεται σε περισσότερες από μια περιπτώσεις των παρ. 1, 2 και 3, λαμβάνεται υπόψη μόνο μία φορά.
5. Όταν, για ένα οικονομικό έτος, δεν υπάρχει καθαρό αποδεκτό εισόδημα σε μια δικαιοδοσία και το ποσό των αναπροσαρμοσμένων καλυπτόμενων φόρων για την εν λόγω δικαιοδοσία είναι αρνητικό και μικρότερο από ένα ποσό ίσο με την καθαρή αποδεκτή ζημία, πολλαπλασιαζόμενη με τον ελάχιστο φορολογικό συντελεστή («αναμενόμενοι αναπροσαρμοσμένοι καλυπτόμενοι φόροι»), το ποσό που ισούται με τη διαφορά μεταξύ του ποσού των αναπροσαρμοσμένων καλυπτόμενων φόρων και του ποσού των αναμενόμενων αναπροσαρμοσμένων καλυπτόμενων φόρων αντιμετωπίζεται ως πρόσθετος συμπληρωματικός φόρος για το εν λόγω οικονομικό έτος. Το ποσό του πρόσθετου συμπληρωματικού φόρου κατανέμεται σε κάθε συνιστώσα οντότητα στη δικαιοδοσία σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 30.