Άρθρο 04 – Υπαγωγή στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης των υπαλλήλων – λειτουργών του Δημοσίου καθώς και των στρατιωτικών

1.α. Οι υπαγόμενοι στο ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου, τακτικοί και μετακλητοί υπάλληλοι και λειτουργοί του Δημοσίου, τακτικοί και μετακλητοί υπάλληλοι της Βουλής, των ΝΠΔΔ και των ΟΤΑ α’ και β’ βαθμίδας, οι ιερείς και οι υπάλληλοι των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου καθώς και τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Πυροσβεστικού Σώματος, από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου υπάγονται για κύρια σύνταξη στο ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό καθεστώς του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), ο οποίος συστήνεται με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και οι συντάξεις τους κανονίζονται και καταβάλλονται με βάση τις ρυθμίσεις του παρόντος και τις λοιπές μεταβατικές διατάξεις.
β. Για τις προϋποθέσεις θεμελίωσης σύνταξης εξ ιδίου δικαιώματος καθώς και για τα όρια ηλικίας καταβολής της σύνταξης των ανωτέρω προσώπων, εξακολουθούν να έχουν εφαρμογή οι οικείες διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου όπως αυτές ισχύουν κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού.
2. α. Το Δημόσιο εξακολουθεί έως 31.12.2016 να υπολογίζει και να εισπράττει τις ασφαλιστικές εισφορές των προσώπων της παραγράφου 1α του παρόντος άρθρου και να καταβάλλει τις ήδη κανονισθείσες συντάξεις καθώς και εκείνες που θα κανονισθούν μέχρι την ημερομηνία αυτή.
β. Οι συντάξεις όσων από τα πρόσωπα της παραγράφου 1α υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου έως 31.12.2016 κανονίζονται από το Δημόσιο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
γ. Οι καταβαλλόμενες από το Δημόσιο, κατά την ημερομηνία έναρξης λειτουργίας του ΕΦΚΑ σύμφωνα με τις προβλέψεις του παρόντος νόμου συντάξεις όσων από τα ανωτέρω πρόσωπα έχουν καταστεί συνταξιούχοι μέχρι την ημερομηνία αυτή, μεταφέρονται στον ΕΦΚΑ και καταβάλλονται από αυτόν, λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων περί ανωτάτου ορίου σύνταξης.
3. Οι ανωτέρω διατάξεις δεν έχουν εφαρμογή:
– για όσους από τα ανωτέρω πρόσωπα υπάγονται στις διατάξεις των νόμων 1897/1990 (120 Α) και 1977/1991 (185 Α)
– για όσους δικαιούνται πολεμική σύνταξη ή σύνταξη αναπήρου οπλίτη ειρηνικής περιόδου ή σύνταξη Εθνικής Αντίστασης Ο.Γ.Α. ή ανασφάλιστου Αγωνιστή Εθνικής Αντίστασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 168/2007 (209 Α), του π.δ. 169/2007 (210 Α) και των άρθρων 22 και 27 του ν. 1813/1988 (243 Α)
– για τους λογοτέχνες – καλλιτέχνες που δικαιούνται σύνταξη από το Δημόσιο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 (297 Α)
– για τους βουλευτές και τα αιρετά όργανα των ΟΤΑ α’ και β’ βαθμίδας που δικαιούνται σύνταξη από το Δημόσιο σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 91/1943 (129 Α), του ν.δ. 99/1974 (295 Α) και του άρθρου 9 του ν. 2703/1999 (72 Α)
– για όσους λαμβάνουν προσωπική σύνταξη καθώς και
– για όσους δικαιούνται σύνταξη αναπηρίας, η οποία προήλθε εξαιτίας της υπηρεσίας και ένεκα ταύτης, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 169/2007 σε συνδυασμό και με αυτές του π.δ. 168/2007.
Τα ανωτέρω πρόσωπα εξακολουθούν να υπάγονται στο ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου και οι συντάξεις τους κανονίζονται και καταβάλλονται από το Δημόσιο.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης θα ορισθεί κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

  • 20 Απριλίου 2016, 13:51 | Αθηνά Μαυροματίδη

    Η συμπαράσταση της πολιτείας στα θύματα της τρομοκρατίας δεν είναι απλώς εκδήλωση της θέλησης του δημοκρατικού λαού αποδοκιμασίας των έκνομων ενεργειών αυθαίρετης αυτοδιαχείρισης της δικαιοσύνης αλλά και σαφώς μέριμνα ενδυνάμωσης των κρατικών υπαλλήλων και λειτουργών στην εκτέλεση του καθήκοντος τους χωρίς την εύλογη ανησυχία για το μέλλον των οικογενειών τους.
    Mε νόμο (ν.1897) έχει καθιερωθεί η αξίωση έναντι του Δημοσίου για υλικές ζημιές που υπέστησαν εξαιτίας τρομοκρατικής ενέργειας στρεφόμενης εναντίον τους λόγω της ιδιότητας τους ως κρατικοί υπάλληλοι και η προστασία των οικογενειών των φονευθέντων από τρομοκρατική ενέργεια και παρέχεται το δικαίωμα διατηρήσεως τυχόν ευνοϊκότερης αντιμετώπισης της περίπτωσης τους από μερικές ή ειδικές διατάξεις.

  • 20 Απριλίου 2016, 13:41 | Ι. Μακρυγιάννης

    Στο Άρθρο 4, παραγρ.3
    Προτεινω:
    ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΦΡΑΣΗΣ «για τους βουλευτές και τα αιρετά όργανα των ΟΤΑ α’ και β’ βαθμίδας»

    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΟ: Δεν είναι δυνατόν οι βουλευτές και οι αιρετοί των ΟΤΑ, να εξαιρούνται από ένα Νόμο που ψηφίζουν οι ίδιοι.

    Το Σύνταγμα (Άρθρο 4) ορίζει:
    Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.
    Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις.
    Οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους.

    Ισότητα, λοιπόν, ίσες υποχρεώσεις και συνεισφορά χωρίς διακρίσεις.
    Στο σημείο που έχει φτάσει η χώρα, είναι απαράδεκτο οι Βουλευτές να εξαιρούν τον εαυτό τους από τα δημόσια βάρη. Βάρη, για τα οποία είναι κατ’ εξοχήν υπεύθυνοι οι ίδιοι.

  • 19 Απριλίου 2016, 20:25 | ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΟΥΧΤΙΔΗΣ

    Η οποιαδήποτε εξαίρεση στον νόμο αυτό είναι πλέον πρόκληση. Καμία εξαίρεση για κανέναν!

  • 19 Απριλίου 2016, 18:36 | αλεστα κατερινα

    4 Αναγράφεται στην παράγραφο 3 του άρθρου η εξαίρεση εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου για ορισμένες κατηγορίες συντάξεων δημοσίου με αποτέλεσμα τη συνέχιση της άνισης μεταχείρισης των ασφαλισμένων και μάλιστα με αδιευκρίνιστους όρους που θα διευκρινισθούν με ΚΥΑ σύμφωνα με την παράγραφο 4 στο μέλλον.

  • 19 Απριλίου 2016, 16:23 | Νικόλας

    Στην παράγραφο 1α με τη διατύπωση «..υπαγόμενοι στο ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου…» φαίνεται να εννοούνται όσοι δημόσιοι υπάλληλοι / λειτουργοί είναι ασφαλισμένοι κατά την ψήφιση του νόμου στο Δημόσιο και όχι το σύνολό τους.
    Δεν θα πρέπει να υπάρξει πρόβλεψη για όσους ο 2084/92 πρόβλεπε υποχρεωτική ασφάλιση σε άλλο φορέα (πχ ΤΣΜΕΔΕ) ακόμα και για εξαρτημένη εργασία στο Δημόσιο;