Κείμενο διαβούλευσης Οδηγίας 1513

Για να δείτε το περιεχόμενο του Κειμένου διαβούλευσης της Οδηγίας 1513, πατήστε εδώ

  • Στο άρθρο 1 θα πρέπει να αντικατασταθεί η απόφαση Α2-718/2014 (ΦΕΚ 2090 Β’/2014) του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, με τη νέα απόφαση 91354/2017 (ΦΕΚ 2983 Β’/2017).

  • Στο άρθρο 1 θα πρέπει να αντικατασταθεί η απόφαση <> του Υπουργείου Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, με τη νέα απόφαση <>.

  • Αξιότιμοι κύριοι
    Αναφορικά με το θέμα του φαινομένου της έμμεσης αλλαγής χρήσης γης (φαινόμενο ILUC – Indirect Land-Use Change) κατά τη χρήση πρώτων υλών που καλλιεργούνται σε αγροτική γη, σχετικά με την υλοποίηση και λειτουργία σταθμών βιομάζας και ειδικότερα μονάδων ηλεκτροπαραγωγής ΑΠΕ με καύση βιορευστών (φυτικών ελαίων προϊόντων ενεργειακών καλλιεργειών), θα θέλαμε να επισημάνουμε τα εξής:
    Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Δ.Ε.Δ.Δ.Η.Ε. και της Ρ.Α.Ε., μέχρι σήμερα στο διασυνδεδεμένο σύστημα, έχουν κατατεθεί συνολικά 1058 αιτήσεις για εγκατάσταση & λειτουργία σταθμών βιομάζας ισχύος έως 1,0 MW και 110 αιτήσεις για αδειοδότηση αντίστοιχων σταθμών ισχύος μεγαλύτερης του 1,0 MW έκαστος, όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα :

    Πίνακας 1 : Σύνολο κατατεθειμένων αιτήσεων σταθμών βιομάζας διασυνδεδεμένου συστήματος
    ΑΙΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑΘΜΩΝ ΒΙΟΜΑΖΑΣ ΙΣΧΥΣ≤1,0 ΜW ΙΣΧΥΣ>1,0 ΜW
    ΑΡΙΘΜΟΣ 1058 110
    ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΙΣΧΥΣ 622,87 MW 620,10 MW

    Οι περισσότεροι από τους σταθμούς αυτούς, αφορούν μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύση βιορευστών (φυτικών ελαίων προϊόντων ενεργειακών καλλιεργειών).
    Αν υποθέσουμε ότι μετά το πέρας της εξέτασης των αιτήσεων και της αδειοδοτικής διαδικασίας, καταφέρουν να υλοποιηθούν έστω τα 2/3 εξ’ αυτών των έργων, τότε στην ιδανική περίπτωση, θα εγκατασταθούν διάσπαρτοι στην επικράτεια, ένας αριθμός περίπου 800 σταθμών βιομάζας στο διασυνδεδεμένο σύστημα (ένα σενάριο πάντως που φαντάζει ιδιαίτερα «φιλόδοξο» και δύσκολο, λαμβάνοντας υπ’ όψη το ιδιαίτερα δυσμενές οικονομικό και όχι μόνον, περιβάλλον της χώρας…).
    Θεωρώντας ότι κάθε σταθμός θα υλοποιείται σε γήπεδο-αγροτεμάχιο κατά Μ.Ο. 5 στρεμμάτων, αφού για τις εκτός σχεδίου περιοχές απαιτούνται για την αρτιότητα και την εξασφάλιση οικοδομικής άδειας τουλάχιστον 4 στρέμματα, τότε στην ιδανική και συνάμα «δυσχερέστερη» περίπτωση που κατασκευαστούν οι 800 σταθμοί, θα «δεσμευτούν» περίπου 4.000 στρέμματα αγροτικής γης (από το σύνολο των περίπου 35.000.000 στρεμμάτων αγροτικής γης της επικράτειας σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και θεωρώντας πάντα «καθ’ υπερβολή» ότι όλοι οι σταθμοί θα υλοποιηθούν σε αγροτεμάχια και όχι σε υφιστάμενα βιομηχανικά κτίρια ή ΒΙΠΕ).
    Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί ότι ο συνολικός χώρος που απαιτείται για την εγκατάσταση του συνόλου του εξοπλισμού ενός σταθμού ηλεκτροπαραγωγής με καύση βιορευστών εγκατεστημένης ισχύος έως 1,0 MW, κυμαίνεται από 0,5-1,0 στρέμμα, ενώ ο αντίστοιχος για σταθμούς εγκατεστημένης ισχύος από 1,0 MW έως 5,0 MW είναι περίπου 1,0-1,5 στρέμμα, συμπεριλαμβανομένου και του περιβάλλοντα χώρου του οικοπέδου για τη διακίνηση των οχημάτων τροφοδοσίας.
    Άρα λοιπόν, από τη συνολική έκταση ενός αγροτεμαχίου 5 στρεμμάτων, μόνο το 10 -30%, ανάλογα με το μέγεθος και την εγκατεστημένη ισχύ, απαιτείται και χρησιμοποιείται κατά την υλοποίηση ενός σταθμού καύσης βιορευστών.
    Λαμβάνοντας υπ’ όψη επίσης και το γεγονός ότι η κείμενη νομοθεσία δεν απαγορεύει αλλά επιτρέπει την παράλληλη χρήση και χωροθέτηση σε αγροτικές εκτάσεις πλέον της μίας δραστηριότητας πέραν της γεωργικής (στην περίπτωσή μας δραστηριότητα ηλεκτροπαραγωγής από μονάδες ΑΠΕ), γίνεται αντιληπτό ότι για το υπόλοιπο 90-70% της έκτασης κάθε αγροτεμαχίου, δεν αφαιρείται αλλά εξακολουθεί να διατηρείται η υφιστάμενη χρήση του.
    Κατά συνέπεια, σε καμία περίπτωση δεν συντελείται έμμεση αλλαγή στις χρήσεις γης των αγροτικών εκτάσεων από γεωργική σε βιομηχανική, εξ’ αιτίας της υλοποίησης των σταθμών ΑΠΕ με καύση βιορευστών, αφού οι εξεταζόμενες εκτάσεις εξακολουθούν να διατηρούν την υφιστάμενη χρήση τους και τον αγροτικό χαρακτήρα τους σε ποσοστό κατά Μ.Ο. μεγαλύτερο του 80 %.

    Όσον αφορά τώρα το θέμα που έχει προκύψει σχετικά με τις «προϋποθέσεις» για τη χωροθέτηση έργων βιομάζας και ειδικότερα σταθμών ηλεκτροπαραγωγής με καύση βιορευστών σε περιοχές αγροτικής γης υψηλής παραγωγικότητας, θα θέλαμε να αναφέρουμε τα εξής:
    Σύμφωνα με τα πρόσφατα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, οι συνολικές καλλιεργήσιμες εκτάσεις με τα κυριότερα ενεργειακά φυτά που καλλιεργούνται στην Ελλάδα και χρησιμοποιούνται για την παραγωγή βιοκαυσίμων και βιορευστών, με την αντίστοιχη ετήσια παραγωγή τους, κατά την τριετία 2012-2014, παρουσιάζονται στους πίνακες που ακολουθούν :

    Πίνακας 2: Σημαντικότερες ενεργειακές καλλιέργειες στην Ελλάδα

    ΕΚΤΑΣΕΙΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ ΕΤΗΣΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗ
    (σε χιλιάδες στρέμματα) (σε τόνους)

    ΠΡΩΤΗ ΥΛΗ 2012 2013 2014 2012 2013 2014
    ΒΑΜΒΑΚΙ 2.914,69 2.718,59 2.761,94 795.536 874.652 820.276
    ΗΛΙΑΝΘΟΣ 613,85 723,00 763,81 137.600 172.100 192.227
    ΕΛΙΑΟΚΡΑΜΒΗ 76,17 58,72 46,23 14.087 12.181 8.173
    ΣΟΡΓΟΣ
    (σε σπόρο) 0,33 0,13 0,76 22 17 101
    ΣΟΓΙΑ 2,86 5,38 28,09 744 1.472 7.846
    ΣΥΝΟΛΟ 3.607,9 3.505,8 3.571,52 947.98 1.060.42 1.028.623

    Πίνακας 3: Μέση ετήσια παραγωγή φυτικών ελαίων στην Ελλάδα, για παραγωγή βιοκαυσίμων-βιορευστών
    ΠΡΩΤΗ ΥΛΗ ΜΕΣΗ ΕΤΗΣ. ΜΕΣΗ % ΠΕΡΙΕΚ. ΜΕΣΗ ΕΤΗΣΙΑ
    ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΕ ΕΛΑΙΟ ΠΑΡΑΓ. ΦΥΤΙΚΟΥ ΕΛΑΙΟΥ
    (σε Kg/στρέμμα) (σε τόνους)
    ΒΑΜΒΑΚΙ 297 20 166.030,9
    ΗΛΙΑΝΘΟΣ 239 44 72.779,4
    ΕΛΙΑΟΚΡΑΜΒΗ 190 40 4.592,1
    ΣΟΡΓΟΣ
    (σε σπόρο) 114 10 4,7
    ΣΟΓΙΑ 277 21 704.3
    ΣΥΝΟΛΟ 244.111,4

    Παρατηρούμε λοιπόν ότι το σύνολο της ετήσιας παραγωγής φυτικών ελαίων, προερχόμενων από τις κυριότερες ενεργειακές καλλιέργειες που καλλιεργούνται σε ολόκληρη τη χώρα, υπολογίζεται κατά Μ.Ο. περίπου σε 244.000 χιλιάδες τόνους. Ειδικότερα δε, η αντίστοιχη συνολική ετήσια παραγωγή ηλιελαίου και κραμβελαίου, που αποτελούν τις σημαντικότερες Α’ ύλες καυσίμων σε μονάδες καύσης βιορευστών, υπολογίζονται αθροιστικά κατά Μ.Ο. μόλις σε 77.000 χιλιάδες τόνους περίπου.
    Επισημαίνεται ότι οι ετήσιες ανάγκες σε πρώτη ύλη φυτικού ελαίου για τη συνεχόμενη και αδιάλειπτη λειτουργία ενός σταθμού ηλεκτροπαραγωγής με καύση βιορευστών (προβλεπόμενη λειτουργία 8.000h ετησίως), ανέρχονται κατά Μ.Ο. περίπου σε 1.800 – 1.900 τόνους / ΜW εγκατεστημένης ισχύος.
    Συγκρίνοντας λοιπόν τα παραπάνω νούμερα, είναι πασιφανές ότι το σύνολο της εγχώριας παραγωγής φυτικών ελαίων, δεν μπορεί να καλύψει ούτε κατ’ ελάχιστο τις ανάγκες ζήτησης σε Α’ ύλη καυσίμου των σταθμών ηλεκτροπαραγωγής με καύση βιορευστών, που έχουν αιτηθεί για εγκατάσταση στο διασυνδεδεμένο σύστημα, ακόμα και στη θεωρητική «ιδανική» περίπτωση που όλη η εγχώρια παραγόμενη ποσότητα φυτικών ελαίων, διοχετευόταν απ’ ευθείας στους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής και όχι σε μονάδες παραγωγής βιοκαυσίμων (π.χ. βιοντίζελ, βιοαιθανόλη) όπως συμβαίνει στην πράξη.
    Κατά συνέπεια, δεδομένης της αδυναμίας της εγχώριας παραγωγής να καλύψει τις ανάγκες σε Α’ ύλη βιορευστών των εξεταζόμενων σταθμών ΑΠΕ, είναι αυτονόητο ότι αυτές θα καλύπτονται από εισαγόμενες ποσότητες φυτικών ελαίων.
    Ως εκ τούτου, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να τίθεται θέμα «προϋπόθεσης» για την εγκατάσταση σταθμών ηλεκτροπαραγωγής από καύση βιορευστών σε αγροτική γη υψηλής παραγωγικότητας, η «απαίτηση» για προέλευση των απαιτούμενων ποσοτήτων Α’ ύλης από την ευρύτερη περιοχή εγκατάστασης του σταθμού (ακτίνα 30km).
    Αντιθέτως, είναι επιβεβλημένη η ανάγκη «διασφάλισης» του νομικού πλαισίου, με παράλληλη απλούστευση των διαδικασιών αδειοδότησης, αποσκοπώντας ευθέως στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης για προσέλκυση επενδύσεων σχετικών με την υλοποίηση παρόμοιων έργων ΑΠΕ.
    Η διασπορά και εγκατάσταση μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με καύση βιορευστών ανά την επικράτεια, θα πρέπει να επιζητείται και να αποτελεί στόχο της πολιτείας και όχι να αποτρέπεται με τη λήψη παρόμοιων αποφάσεων. Η υλοποίηση σταθμών βιομάζας, όπως και όλα τα έργα ΑΠΕ, συμβάλλει στο γενικότερο περιορισμό της ρύπανσης της ατμόσφαιρας, του υπεδάφους και των υδάτινων πόρων λόγω της αντικατάστασης της παραγόμενης ενέργειας από συμβατικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, αλλά και στην εξοικονόμηση καυσίμων προς όφελος της εθνικής οικονομίας καθώς παράγεται ηλεκτρική ενέργεια με τον πλέον φιλικότερο τρόπο για το περιβάλλον.
    Επιπλέον, με τη διασπορά και εγκατάσταση των σταθμών περιφερειακά και όχι συγκεντρωτικά σε λίγα επιλεκτικά σημεία ανά την επικράτεια, μειώνονται οι ανάγκες για μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας από τους σταθμούς παραγωγής προς τα καταναλωτικά κέντρα και επιτυγχάνεται μείωση των απωλειών και καλύτερη λειτουργία του ηλεκτρικού δικτύου.
    Το σύστημα ηλεκτροπαραγωγής της χώρας, ευθύνεται για τις μισές περίπου εκπομπές CO2. Η Ελλάδα έχει μεγάλο βαθμό εξάρτησης από το ρυπογόνο λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή, μια σημαντική εξάρτηση από το πετρέλαιο, και χαμηλή διείσδυση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ). Για την αντιμετώπιση λοιπόν των ανωτέρω, η προσδοκώμενη υλοποίηση έργων ηλεκτροπαραγωγής με καύση βιορευστών συμβάλλει :

    1.Στη σταδιακή απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, το πετρέλαιο και την κάθε μορφής εισαγόμενη ενέργεια και στην εξασφάλιση της παροχής ενέργειας μέσω αποκεντρωμένης παραγωγής

    2.Στην ενίσχυση της αξιοπιστίας και της ποιότητας εξυπηρέτησης (Service Quality) του δικτύου από πλευράς ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας, δεδομένου ότι η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμούς καύσης βιορευστών πρακτικά μπορεί να προγραμματιστεί σε αντίθεση με αιολικούς, φωτοβολταϊκούς και Υ/Η σταθμούς παραγωγής που έχουν διακοπτόμενη, μη ελεγχόμενη παραγωγή.

    3.Στην κάλυψη των αιχμιακών φορτίων και ταυτόχρονη μείωση του συνολικού κόστους της ηλεκτροπαραγωγής, δεδομένου ότι η κάλυψη αυτών των φορτίων αιχμής είναι ιδιαίτερα δαπανηρή, καθώς η μέγιστη παραγωγή ηλεκτρισμού από βιομάζα μπορεί και να προγραμματιστεί ώστε να συμπίπτει χρονικά με τις ημερήσιες αιχμές ζήτησης.

    4.Στην ανάπτυξη και ενίσχυση της Ελληνικής Βιομηχανίας και της αγροτικής οικονομίας με άριστες προοπτικές που αφορούν τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την ανάπτυξη Ελληνικής τεχνογνωσίας, μέσω υπερσύγχρονων, βιώσιμων και οικολογικών επενδύσεων με πρωτοποριακή τεχνολογία και με μεγάλη διάρκεια ζωής (έως 25 χρόνια τουλάχιστον).

    Τέλος, σε αντίθεση με τους μεγάλους παλαιωμένους και ιδιαίτερα ρυπογόνους λιγνιτικούς σταθμούς της ΔΕΗ, η επιλογή σύγχρονου και τελευταίας τεχνολογίας εξοπλισμού κατά την εγκατάσταση των εξεταζόμενων σταθμών βιομάζας με καύση βιορευστών, εξασφαλίζει τον περιορισμό των εκπομπών αέριων ρύπων και των γενικότερων περιβαλλοντικών επιπτώσεων κατά τη λειτουργία τους. Η ιδιαίτερα «αυστηρή» περιβαλλοντική νομοθεσία, με την έκδοση των Περιβαλλοντικών Όρων κατά την διαδικασία Περιβαλλοντικής αδειοδότησης των εξεταζόμενων σταθμών ηλεκτροπαραγωγής, επιβάλλουν τη λήψη όλων των απαραίτητων μέτρων, τόσο σε επίπεδο επιλογής εξοπλισμού με όλες τις απαιτούμενες προδιαγραφές και πιστοποιήσεις, όσο και σε επίπεδο τοποθέτησης πρόσθετων και σύγχρονων μέσων προστασίας.

    Με την απαιτούμενη εγκατάσταση πρόσθετου εξοπλισμού περιβαλλοντικής διαχείρισης όπως:
    1.σύστημα επιλεκτικής καταλυτικής αναγωγής SCR (Selective Catalytic Reduction) για τον περιορισμό των εκπομπών ΝΟx
    2.ειδικά φίλτρα και μεμβράνες για την κατακράτηση σωματιδίων ΡΜ
    3.ολοκληρωμένο ψηφιακό σύστημα παρακολούθησης και ανάλυσης αέριων ρύπων και οσμών

    επιτυγχάνεται σε κάθε περίπτωση, η συνεχής παρακολούθηση, ο έλεγχος και ο περιορισμός όλων των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και παραμέτρων λειτουργίας των μονάδων εντός των πλαισίων και των ορίων, όπως αυτά καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, καθιστώντας τα εξεταζόμενα έργα ηλεκτροπαραγωγής με καύση βιορευστών, απολύτως φιλικά προς το περιβάλλον.

    Με τιμή
    ΒΙΟΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ Ι.Κ.Ε.