Άρθρο 3 – Συμπλήρωση και εξειδίκευση τεχνικών και λοιπών λεπτομερειών

α.   Όταν προβλέπεται εκτροπή νερού από την φυσική κοίτη του υδατορεύματος και για μήκος μεγαλύτερο των 250 m, το μήκος του τμήματος φυσικής κοίτης που θα αφήνεται μεταξύ δύο επάλληλων ΜΥΗΕ (δηλαδή μεταξύ του σημείου επαναφοράς του νερού στη φυσική κοίτη για το ανάντη ΜΥΗΕ και του σημείου υδροληψίας ή την αρχή της τεχνητής λίμνης του πλησιέστερου κατάντη ΜΥΗΕ) δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 1000 m και ταυτόχρονα δεν πρέπει να υπολείπεται του 33% του συνολικού μήκους της φυσικής κοίτης του υδατορεύματος μεταξύ του ανώτερου σημείου του ανάντη ΜΥΗΕ (σημείο υδροληψίας) και του κατώτερου σημείου του κατάντη ΜΥΗΕ (σημείο επαναφοράς του νερού στη φυσική κοίτη).

Στην περίπτωση συμβολής ρεμάτων τα ανωτέρω ισχύουν χωριστά για τον κύριο κλάδο και χωριστά για τους παραποτάμους του. Δηλαδή δεν ισχύουν μεταξύ δυο ΜΥΗΕ των οποίων η υδροληψία του ενός βρίσκεται στον κύριο κλάδο και του άλλου στον δευτερεύοντα. Θεωρείται δε ως κύριος κλάδος εκείνος που έχει την μεγαλύτερη μέση ετήσια παροχή.

β.   Το μέγιστο επιτρεπόμενο μήκος (Lmax) του τμήματος της φυσικής κοίτης του υδατορεύματος από το οποίο εκτρέπεται το νερό με τον αγωγό προσαγωγής (έργο υδροληψίας έως το σημείο επαναφοράς του νερού στη φυσική κοίτη) σε σχέση με την εγκατεστημένη ισχύ του ΜΥΗΕ θα πρέπει να είναι σύμφωνο με τα παρακάτω:

P≤0,3 MW                    Lmax= 0,25 Km

0,3 MW<P≤15 MW   Lmax= 0,25+[1,4-0,4 (Qοικ / Q’οικ)^0,5] *[11,2(P-0,3)/(5+(P-0,3))]

όπου:

P                                   η ισχύς του σταθμού σε MW

Lmax                          το μέγιστο επιτρεπόμενο μήκος εκτροπής της φυσικής κοίτης σε Km (σε οριζοντιογραφία)

Qοικ Η απαιτούμενη οικολογική παροχή για τη διατήρηση των κατάντη οικοσυστημάτων στη θέση υδροληψίας που σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τα μεγέθη που αναφέρονται στην παράγραφο 3ε του άρθρου 16 του ΕΠΧΣΑΑ – ΑΠΕ

οικ Η οικολογική παροχή που θα αφήνεται με πρωτοβουλία του κυρίου του έργου από την υδροληψία κατά την λειτουργία του έργου Q΄οικ≥ Qοικ

γ.   Δεν υπάγονται στην περίπτωση της παραγράφου 3δ2. του άρθρου 16 του ΕΠΧΣΑΑ – ΑΠΕ, τα υδροηλεκτρικά έργα (ΜΥΗΕ) που χρησιμοποιούν υδατοπτώσεις υφιστάμενου τεχνικού έργου με εκτροπή υδατορεύματος και τα οποία είτε αξιοποιούν μεγαλύτερες ποσότητες νερού από εκείνη που χρησιμοποιεί το κυρίως έργο, είτε αξιοποιούν ενεργειακά το νερό σε άλλο χρονικό διάστημα (π.χ. χειμερινοί μήνες). Για αυτά τα ΜΥΗΕ εφαρμόζονται οι περιορισμοί των παραγράφων α και β του παρόντος άρθρου, θεωρώντας ως μήκος εκτροπής το συνολικό μήκος εκτροπής της φυσικής κοίτης του υδατορεύματος από το υφιστάμενο και προτεινόμενο έργο, εκτός αν αυτά τα ΜΥΗΕ λειτουργούν μόνο τους χειμερινούς μήνες και αξιοποιούν λιγότερο από το 20% της μέσης παροχής των μηνών αυτών.

δ.   Σε περίπτωση ύπαρξης ιχθυοπανίδας στο υδατόρευμα, η οικολογική παροχή, θα πρέπει πέραν της υπόγειας ροής διαμέσου των φερτών της κοίτης του υδατορεύματος, να εξασφαλίζει επιφανειακή ροή στο τμήμα εκτροπής της φυσικής κοίτης του υδατορεύματος, βάθους τουλάχιστον 20 cm.

  • 27 Αυγούστου 2010, 23:16 | ΗΛΙΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

    Το θέμα της οικολογικής παροχής κατάντη φραγμάτων έχει απασχολήσει για αρκετά χρόνια την διεθνή επιστημονική κοινότητα και μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί μια ευρέως εφαρμόσιμη μέθοδο για τον ακριβή υπολογισμό της. Αυτό δεν οφείλεται σε κάποια αδυναμία της επιστημονικής κοινότητας παγκοσμίως, ούτε μόνο στην περιπλοκότητα των υδάτινων συστημάτων και των υδροοικολογικών τους διεργασιών. Οφείλεται κατά κύριο λόγο στην διαφορετικότητα κάθε συστήματος και στην ανάγκη για επιμέρους μελέτη, κατανόηση και επιτόπια εξέταση του μιας σειράς παραμέτρων σε κάθε περίπτωση. Γιαυτό και χώρες παραδοσιακά προηγμένες στην Περιβαλλοντική Έρευνα αποφεύγουν να καθορίσουν μια συγκεκριμένη τιμή για την οικολογική παροχή ή ακόμη και ένα συγκεκριμένο τρόπο υπολογισμού με κάποιο μαθηματικό τύπο.
    Στην Ελλάδα, βέβαια, η μέχρι σήμερα πρακτική της εκτίμησης των Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και του καθορισμού των Περιβαλλοντικών Όρων έχει αποτύχει οικτρά (εκ του αποτελέσματος) γιατί έχει μετατραπεί σε μια τυπική διαδικασία που μόνο σκοπό έχει να πάρθουν οι απαιτούμενες εγκρίσεις για να προχωρήσει γρήγορα το ‘έργο’. Έτσι λοιπόν με την παραδοχή της Δημόσιας Διοίκησης για την αδυναμία ελέγχου, επί της ουσίας, των μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, του τρόπου καθορισμού αλλά και της ορθής εφαρμογής των Περιβαλλοντικών Όρων, προκρίνεται μια συγκεκριμένη τιμή βάθους για την εξασφάλιση της ‘οικολογικής παροχής’. Είναι προφανές και από αυτά που ανέφεραν στην διαβούλευση διακεκριμένοι ιχθυολόγοι, ότι η συγκεκριμένη προσέγγιση δεν είναι επιστημονικά ορθή αφού σε κάποιες περιπτώσεις τα 20cm βάθους μπορεί να είναι επαρκή ενώ σε κάποιες άλλες όχι (εξαρτάται από τα είδη, τις ηλικίες και τους πληθυσμούς της ιχθυοπανίδας στην περιοχή) ενώ υπάρχει και μια σειρά από άλλες παραμέτρους που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για να είναι η εν λόγω παροχή ‘οικολογική’ (πχ ταχύτητα ροής, πλάτος διαβρεγμένης διατομής, κλίσεις, κτλ) . Έτσι, για παράδειγμα, σε ορισμένες περιπτώσεις τα 20cm βάθους ενδέχεται να εξασφαλίζουν ελάχιστη ταχύτητα ροής που να μην επαρκεί για τα είδη που συναντώνται στην συγκεκριμένη περιοχή ενώ σε άλλα ρέμματα τα 20cm να είναι υπεραρκετά με βάση τις οικολογικές απαιτήσεις των τοπικών ειδών (και ενδεχομένως το βάθος αυτό σε συγκεκριμένες εποχές να μην υπάρχει στο ρέμμα έτσι και αλλιώς).
    Ως εκ τούτου, δεν είναι λογικό να καθορίζεται σε ένα νομικό κείμενο μια ενιαία τιμή οικολογικής παροχής για όλες τις περιπτώσεις και για όλα τα υδάτινα συστήματα (όπου απαντάται ιχθυοπανίδα). Θα περίμενε κανείς η Υ.Α. να καθορίσει το πλαίσιο ή έστω τις βασικές αρχές εκτίμησης της οικολογικής παροχής σε κάθε ρέμμα λαμβάνοντας υπόψη όλες τις ανωτέρω παραμέτρους και να απαιτήσει για την έγκριση κάθε έργου ΜΥΗΕ μια σοβαρή, σχετική, μελέτη την οποία η Διοίκηση να ελέγξει πραγματικά (με την βοήθεια και των συμβουλευτικών της οργάνων – βλέπε ερευνητικά κέντρα, Πανεπιστήμια, κτλ), όχι μόνο στην φάση της εκπόνησης αλλά και κατά την υλοποίηση της. Θα μπορούσε μάλιστα να επιβάλλει την εγκατάσταση ενός αυτόματου μετρητικού σταθμού στάθμης/παροχής κατάντη του φράγματος (το κόστος είναι μικρότερο από 4-5.000 ευρώ) έτσι ώστε να υπάρχει συνεχής παρακολούθηση των υδρολογικών συνθηκών (κάτι που θα διευκολύνει και τον διαχειριστή του φράγματος) ενώ για την ανανέωση της άδειας λειτουργίας θα μπορούσε να απαιτείται επικαιροποίηση της ιχθυολογικής μελέτης ώστε να διαπιστώνεται η προσαρμογή της ιχθοπανίδας στις διαμορφούμενες από το φράγμα υδρολογικές συνθήκες και να επαναπροσδιορίζεται η οικολογική παροχή (εφόσον αυτό απαιτείται από τα ευρήματα της μελέτης). Με αυτό τον τρόπο θα μπορεί και η ποσότητα του νερού που απελευθερώνεται από το ΜΥΗΕ να πλησιάσει την ‘οικολογική παροχή’ αλλά και η λειτουργία του έργου να είναι οικονομικά βιώσιμη.

  • 27 Αυγούστου 2010, 23:19 | Ι. Στεφανάκος / Λέκτορας ΕΜΠ

    1. Ο τύπος της παραγράφου β του άρθρου 3, ο οποίος δίνει το μέγιστο μήκος της εκτός κοίτης ‘εκτροπής’ του νερού είναι πράγματι ιδιαίτερα άδικος για τα έργα με μικρή Ισχύ. Επειδή η ισχύς είναι συνάρτηση όχι μόνο του ύψους πτώσεως (το οποίο συνδέεται βέβαια με το μήκος της ‘εκτροπής’ εκτός κοίτης και της μέσης κλίσης του ποταμού) αλλά και της συνολικής παροχής των μονάδων, θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί κάποια άλλη σχέση. Σε κάθε περίπτωση τα 250 μέτρα είναι πολύ λίγα για τα 0,3 MW, λαμβάνοντας υπόψη μάλιστα ότι ακόμη και αν έχουμε το σταθμό παραγωγής δίπλα ή στο πόδι του φράγματος, έχουμε στην πράξη αναπόφευκτη ‘εκτροπή’ 100 έως 150 μέτρων. Προτείνονται λοιπόν τα παρακάτω ενδεικτικά μεγέθη για το Lmax, με γραμμική παρεμβολή για τις ενδιάμεσες τιμές ισχύος.

    0,3 MW Lmax=0,5 km
    0,5 MW 1,0 km
    1,0 MW 2,0 km
    2,0 MW 4,0 km
    5,0 MW 6,0 km
    10 MW 8,0 km
    15 MW 10,0 km

    2. Η πρόβλεψη της παραγράφου δ του άρθρου 3 είναι πρακτικά ανεφάρμοστη και ουσιαστικά απαγορεύει την κατασκευή ΜΥΗΕ σε οποιοδήποτε ρέμα ή ποταμό όπου υπάρχει το οποιοδήποτε ψάρι. Και αυτό γιατί, για παράδειγμα, για να εξασφαλιστούν 20 εκατοστά νερού σε κοίτη ποταμού μικρής σχετικά κλίσης (π.χ 3%) και μέσου πλάτους 8,0 μέτρων απαιτείται πρόσθετη επιφανειακή παροχή 3,0 m3/sec και αυτό επιπλέον της σημαντικής ροής του νερού που θα ρέει μέσα στο βαθύ χαλιά του ποταμού αυτής της κλίσης και που μπορεί να ξεπερνά και αυτή ακόμη την οικολογική παροχή. Για κλίση ποταμού 5% και πλάτος κοίτης 5,0 μέτρα απαιτούνται πρόσθετα 2,5 m3/sec και για ορεινό ρέμα κλίσης 8% και πλάτος κοίτης 3,0 μέτρα απαιτούνται πρόσθετα περίπου 2,0 m3/sec. Είναι προφανές λοιπόν ότι η πρόβλεψη αυτή δεν μπορεί πρακτικά να εφαρμοστεί και πρέπει να αποσυρθεί. Εξ’ άλλου με την πρόβλεψη αυτή αμφισβητείται αυθαίρετα αυτή καθ’ εαυτή η επάρκεια και η σκοπιμότητα της οικολογικής παροχής για την διατήρηση της όποιας μορφής ζωής στο ποτάμι.

    Ι. Στεφανάκος, Λέκτορας του Τομέα Υδατικών Πόρων και Περιβάλλοντος της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ

  • 27 Αυγούστου 2010, 20:00 | Μαρία Θ. Στουμούδη

    Αξιότιμη κ. Υπουργέ,

    Είμαι μέλος της ομάδας των επιστημόνων του Ινστιτούτου Εσωτερικών Υδάτων (ΙΕΥ) του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών και εργάζομαι ως ιχθυολόγος (μέσω ερευνητικών έργων που εκπονούνται από το ΙΕΥ) στα μικρά ποτάμια και ρέματα της χώρας μας (συμπεριλαμβανομένης της νησιωτικής) επί μία 15ετία.

    Οι ανθρωπογενείς πιέσεις/απειλές που καταγράφουμε στα συγκεκριμένα συστήματα και πλήττουν τα ψάρια είναι πολλές και σύνθετες, με κυρίαρχες την υπεράντληση των επιφανειακών και υπόγειων νερών (αυθαίρετη και ανεξέλεγκτη στις περισσότερες περιπτώσεις), η οποία προκαλεί εκτεταμένη απώλεια των ενδιαιτημάτων/οικοτόπων (habitat loss) τους και τη ρύπανση (η τελευταία έχει εντοπιστεί ακόμη και σε φαινομενικά ‘υγιή’, ορεινά ρέματα, σε περιοχές όπου δεν υπάρχουν μόνιμοι οικισμοί και διαρκείς ανθρώπινες δραστηριότητες). Η κατασκευή των -πάσης φύσεως- φραγμάτων και τεχνικών έργων, η (ανεξέλεγκτη επίσης συνήθως) εισαγωγή ξενικών ειδών και η υπεραλίευση, αποτελούν επίσης, κατά τόπους, σοβαρές απειλές στους αυτόχθονες ιχθυοπληθυσμούς.

    Από την άλλη πλευρά, τα γλυκά νερά Ελλάδας φιλοξενούν μια ιδιαίτερα πλούσια ιχθυοποικιλότητα, με πληθώρα ενδημικών ειδών, πολλά από τα οποία απειλούνται με εξαφάνιση [1]. Γεγονός επίσης είναι ότι στην Ελλάδα, η ιχθυοπανίδα αυτή δεν έχει μελετηθεί συστηματικά και σε βάθος (π.χ., η ιστορία-ζωής των περισσοτέρων ειδών, οι οικολογικές τους απαιτήσεις, κλπ.) και αυτό γιατί η μελέτη της δεν αποτέλεσε ποτέ -έως σήμερα τουλάχιστον- προτεραιότητα της Πολιτείας. Τα τελευταία χρόνια, όμως, γίνεται μια σημαντική και συνεχής προσπάθεια από τη μικρή ερευνητική κοινότητα των ιχθυολόγων και γενετιστών προς την κατεύθυνση αυτή. Σχετικά πρόσφατα, έχει συνταχθεί κατάλογος με τα είδη ψαριών που απαντώνται στις λεκάνες απορροής της χώρας [2], τα απειλούμενα είδη έχουν καταχωρηθεί στη βάση του IUCN [1], το «Κόκκινο Βιβλίο Απειλουμένων Ζώων της Ελλάδας» έχει επικαιροποιηθεί [3], ενώ οι ταξινομικές και γενετικές έρευνες συνεχίζονται, αυξάνοντας τον αριθμό τόσο των ειδών, όσο και των ταξινομικών μονάδων που είναι σημαντικές εξελικτικά (evolutionary significant units) και, ως εκ τούτου, χρήζουν ειδικής προστασίας. Παράδειγμα για το τελευταίο αποτελεί το ότι έρευνες στα ορεινά τμήματα των ποταμών της Ελλάδας (αυτά για τα οποία κυρίως συζητούμε εδώ) δείχνουν ότι υπάρχουν τουλάχιστον έξι είδη πέστροφας, καθώς και αρκετές εξελικτικά σημαντικές ταξινομικές μονάδες [2, 3, 4, 5, 6 και Αποστολίδης κ.ά., αδημοσίευτα αποτελέσματα].

    Θα ήθελα εδώ να επισημάνω επίσης τα ακόλουθα:
    • Κατά τη διάρκεια κατασκευής των οιωνδήποτε φραγμάτων και της πλήρωσης των αντίστοιχων ταμιευτήρων δεν υπάρχει πρόβλεψη για τη διατήρηση της ιχθυοπανίδας, με καταστροφικά συνήθως αποτελέσματα για τους τοπικούς ιχθυοπληθυσμούς, (λόγω π.χ. λήψης υλικών κατασκευής από την κοίτη και την εγγύς περιοχή, μη τήρησης ελάχιστης/οικολογικής παροχής, κλπ.).
    • Η οικολογική παροχή κατά κανόνα δεν τηρείται στα φράγματα της Ελλάδας, μικρά ή μεγάλα, μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής τους (ποιος άλλωστε το ελέγχει αυτό, πότε και με ποιο τρόπο;).
    • Ιχθυοδιαβάσεις (διάδρομοι, σκάλες, κ.ά.) δεν υπάρχουν σε κανένα φράγμα στη χώρα (με μοναδική ίσως εξαίρεση 1-2 προσπάθειες που έγιναν σε φράγματα της ΔΕΗ Α.Ε.). Από όσο γνωρίζω δεν υπάρχει επίσης κάποια επιστημονική ομάδα που να ασχολείται συστηματικά με το αντικείμενο αυτό, σε επίπεδο έρευνας ή/και κατασκευής.
    • Οι μελετητές που επιφορτίζονται με το ‘βάρος’ εκπόνησης της όποιας ιχθυολογικής μελέτης αφενός συνήθως δεν βρίσκουν την απαραίτητη, έγκυρη πληροφορία στη βιβλιογραφία και αφετέρου δεν έχουν ούτε τους πόρους, ούτε τα μέσα και μάλλον ούτε και την εμπειρία για να διεξάγουν δειγματοληψίες στο πεδίο και να συλλέξουν τα απαραίτητα δεδομένα.

    Με βάση τα παραπάνω και σε σχέση με την παρούσα διαβούλευση:
    • Θα μπορούσε να ευνοείται θεσμικά η κατασκευή ΜΥΗΕ με πλευρική υδροληψία ή εκχειλιστή, καθώς επιβαρύνουν λιγότερο το περιβάλλον.
    • Όπως προτείνει και ο συνάδελφος Μ. Κουτράκης (ο οποίος παρεμπιπτόντως συμμετέχει και στην ομάδα εργασίας του EIFAC-FAO για τις βέλτιστες πρακτικές των ιχθυοδιαβάσεων [7]), θα πρέπει να περιλαμβάνεται στην ΠΠΕ και την ΜΠΕ κάθε έργου ανεξάρτητη μελέτη για την ιχθυοπανίδα από ερευνητική ομάδα ΑΕΙ ή/και ΕΚ, με αποδεδειγμένη εμπειρία στο σχετικό αντικείμενο, για να αποφευχθεί από εδώ και στο εξής το φαινόμενο της ‘μη διαπίστωσης ύπαρξης ιχθυοπανίδας’ ή της λανθασμένης περιγραφής της, με βάση παλαιά, ελλιπή ή/και αναξιόπιστα βιβλιογραφικά δεδομένα.
    • Το ΥΠΕΚΑ θα μπορούσε επιπλέον να ενθαρρύνει (με χρηματοδότηση ίσως μέσω ΕΤΕΡΠΣ) την έρευνα που αφορά τα ενδιαιτήματα, τις οικολογικές απαιτήσεις και την κινητικότητα διαφόρων ειδών ψαριών που απαντώνται κυρίως σε μικρά ποτάμια και ορεινά ρέματα, σε συνδυασμό με το σχεδιασμό, κατασκευή και δοκιμαστική λειτουργία αντίστοιχων ιχθοδιαβάσεων σε πιλοτικό επίπεδο [8], με στόχο τη μετέπειτα ευρύτερη εφαρμογή των τελευταίων. Σημειώνεται εδώ ότι η μελέτη των ενδιαιτημάτων και των οικολογικών απαιτήσεων είναι απαραίτητη, διότι διαφορετικά είδη ψαριών έχουν διαφορετικές απαιτήσεις σε ροή, διαλυμένο στο νερό οξυγόνο, θερμοκρασία νερού, τροφή, αναπαραγωγικό υπόστρωμα, κλπ. (π.χ. οι πέστροφες είναι ισχυρά ρεόφιλες, ψυχρόφιλες και με αυξημένη απαίτηση για οξυγόνο), χαρακτηριστικά που πρέπει να συνυπολογίζονται στον καθορισμό της οικολογικής παροχής και του βάθους ροής στα κατάντη της υδροληψίας.
    • Ως εκ του παραπάνω, η οικολογική παροχή και το βάθος ροής στα κατάντη της υδροληψίας θα πρέπει να μην καθορίζονται με μια γενική ρύθμιση, αλλά να υπολογίζονται κατά περίπτωση και σε σχέση με τις ελάχιστες οικολογικές απαιτήσεις των ψαριών που διαβιούν στην περιοχή, διασφαλίζοντας τη διατήρηση ικανού γενετικού αποθέματος για κάθε πληθυσμό. Εάν αυτό για διαφόρους λόγους δεν είναι εφικτό, θα πρέπει να καθοριστεί ελάχιστη στάθμη, είτε για κάθε ιχθυολογική ζώνη (ζώνη πέστροφας, μικτή ζώνη πέστροφας-μπριάνας, κ.ο.κ.) ξεχωριστά και μετά από έρευνα, είτε συνολικά (η μέγιστη δυνατή στην τελευταία περίπτωση, για να καλύπτει τους πληθυσμούς που διαβιούν σε όλες τις ιχθυολογικές ζώνες).
    • Τέλος, θα πρέπει να προβλεφθεί και κάποιου είδους παρακολούθηση (ανά 3 ή 5 έτη) της αφθονίας των ιχθυοπληθυσμών στις περιοχές των ΜΥΗΕ, με τις πρώτες δειγματοληψίες (υγρή και ξηρή περίοδος) να πραγματοποιούνται προ της έναρξης κατασκευής του έργου (δειγματοληψίες αναφοράς, οι οποίες πρέπει να περιλαμβάνονται στην ιχθυολογική μελέτη που προαναφέρθηκε) και κάποια ευελιξία στο θεσμικό πλαίσιο ως προς την επαναδιαμόρφωση της διαχειριστικής πρακτικής εφόσον αυτό κριθεί αναγκαίο.

    Με εκτίμηση,
    Δρ Μαρία Θ. Στουμπούδη
    Βιολόγος-Ιχθυολόγος, Διευθύντρια Ερευνών ΙΕΥ, ΕΛΚΕΘΕ
    President of the Board of the European Ichthyological Society

    Βιβλιογραφία
    [1] Smith, K.G. and Darwall, W.R.T. (compilers), 2006. The Status and Distribution of Freshwater Fish Endemic to the Mediterranean Basin. IUCN, Gland, Switzerland and Cambridge, UK. http://cmsdata.iucn.org/downloads/status_fw_endemic_fish_en.pdf
    [2] Economou A.N., Giakoumi S., Vardakas L., Barbieri R., Stoumboudi M. & Zogaris S., 2007. The freshwater ichthyofauna of Greece – an update based on a hydrographic basin survey. Mediterranean Marine Science, 8/1, 91-166. http://www.medit-mar-sc.net/files/200812/15-1813054.pdf
    [3] http://www.ypeka.gr/LinkClick.aspx?fileticket=lSDCuibQOx0%3d&tabid=518&language=el-GR
    [4] Apostolidis, A. P., D. Loukovitis & C. Tsiggenopoulos, 2008. Genetic characterization of brown trout (Salmo trutta) populations from the Southern Balkans using mtDNA sequencing and RFLP analysis. Hydrobiologia 600: 169-176. http://www.springerlink.com/content/31h2r10247r65743/
    [5] Apostolidis, A. P., M. J. Madeira, M. M. Hansen & A. Machordom, 2008. Genetic structure and demographic history of brown trout (Salmo trutta L.) populations from the southern Balkans. Freshwater Biology 53: 1555-1566. http://onlinelibrary.wiley.com/doi/10.1111/j.1365-2427.2008.01988.x/abstract
    [6] Kottelat, M. & J. Freyhof, 2007. Handbook of European freshwater fishes. Kottelat, Cornol, Switzerland and Freyhof, Berlin, Germany, Publications Kottelat.
    [7] ftp://ftp.fao.org/FI/DOCUMENT/eifac/WGfishmon/WPFishpassage_members.pdf
    [8] Larinier M. 2008. Fish passage experience at small-scale hydro-electric power plants in France. Hydrobiologia 609, 97-108. http://www.springerlink.com/content/m075r6502h35711n/

  • 27 Αυγούστου 2010, 20:33 | ΑΛΚ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ – ΣΤΑΜ. ΖΟΓΓΑΡΗΣ

    Στον «Οδηγό για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των μικρών Υδρο-Ηλεκτρικών Έργων», έργο που χρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (http://greeningtea.unep.org/downloads/Guide%20to%20Enviromental%20Approach%20and%20Impact%20Assessment%20of%20Small%20Hydro%20Electric%20Plants-EU.pdf), προσδιορίζονται κριτήρια και διαδικασίες για την αντικειμενική αξιολόγηση των επιπτώσεων (θετικών ή αρνητικών) τέτοιων έργων. Ο Οδηγός προτείνει μία πολυ-παραμετρική προσέγγιση που περιλαμβάνει μία σειρά κριτηρίων (υδρολογικών, περιβαλλοντικών, οικονομικών, τεχνικών, κλπ.) και τονίζει την ανάγκη της ύπαρξης επαρκών ποσοτικών δεδομένων, τουλάχιστον για όσες παραμέτρους επιδέχονται ποσοτικοποίηση. Οι συντάκτες του Οδηγού αναγνωρίζουν ότι απόλυτη αντικειμενικότητα είναι δύσκολο να υπάρξει, δεδομένου ότι οι οικολόγοι δίνουν βάρος στα περιβαλλοντικά κριτήρια ενώ οι επενδυτές εντοπίζουν τα οικονομικά κριτήρια σαν πιο σημαντικά. Μια τέτοια αντιπαράθεση είναι εμφανής και στην παρούσα διαβούλευση και μόνον εν μέρει μπορεί να αποδοθεί στη διαφορετική έμφαση που αποδίδουν οι συμμετέχοντες στις βιολογικές, υδρολογικές, οικονομικές, τεχνικές και διοικητικές συνιστώσες του γενικότερου ζητήματος χωροταξικού σχεδιασμού και ανάπτυξης ΜΥΗΕ. Μία άλλη σημαντική αιτία της αντιπαράθεσης είναι ο μεγάλος βαθμός υποκειμενικότητας και αβεβαιότητας των ρυθμίσεων για την κριτήρια χωροθέτησης, που πηγάζει από την έλλειψη επαρκών και αξιόπιστων περιβαλλοντικών ιδίως δεδομένων.

    Θέλοντας να συμβάλλουμε στη διαβούλευση θα καταθέσουμε τις απόψεις και προτάσεις μας προσπαθώντας να τηρήσουμε μία όσο γίνεται αντικειμενική στάση. Ο σκοπός της παρέμβασης μας είναι διττός. Από τη μία πλευρά, θέλουμε να καταδείξουμε τη μοναδικότητα της ενδημικής Ελληνικής ιχθυοπανίδας και να τονίσουμε την ανάγκη προστασίας της. Από την άλλη πλευρά, θα επιχειρηματολογήσουμε ότι μερικές από τις προτεινόμενες και άλλες υφιστάμενες διατάξεις (π.χ. περί βαθους ροής και οικολογικής παροχής) για την προστασία της ιχθυοπανίδας δεν είναι ίσως οι καταλληλότερες, ούτε εύκολα εφαρμόσιμες, επειδή δεν προβλέπονται/επιβάλλονται αποτελεσματικές διαδικασίες απόκτησης κατάλληλων δεδομένων για την έγκαιρη διαπίστωση (δηλαδή πριν από τα στάδια αδειοδότησης και έναρξης κατασκευής) του βαθμού συμμόρφωσης με τα συγκεκριμένα κριτήρια. Αντίθετα, θα ισχυρισθούμε ότι μόνο μία «περίπτωση ανά περίπτωση» ανάλυση στηριζόμενη σε καλής ποιότητας έρευνες και μελέτες που παίρνει υπόψη τα βιολογικά, περιβαλλοντικά και άλλα χαρακτηριστικά της προτεινόμενης θέσης, καθώς και της ευρύτερης περιοχής, μπορεί να προσφέρει αξιόπιστες εκτιμήσεις χωροθέτησης.

    Θα ξεκινήσουμε με τρεις διαπιστώσεις. Πρώτον, στην Ελλάδα δεν υπάρχει μία στερεή βάση πληροφοριών για τα υδρολογικά, χημικά και βιολογικά χαρακτηριστικά των ποταμών, τα οποία θα μπορούσαν να συμβάλουν στην εκπόνηση περιβαλλοντικών μελετών και στην αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των έργων. Οι υπάρχουσες βάσεις δεδομένων είναι διάσπαρτες σε πολλούς φορείς, δεν είναι πάντα προσβάσιμες, και πολλές φορές στερούνται μεθοδολογικής τυποποίησης. Παράλληλα, οι διαθέσιμες χρηματοδοτήσεις (που σε μεγάλο βαθμό προσδιορίζουν και τις ερευνητικές κατευθύνσεις) δεν έχουν επιτρέψει τη δημιουργία κατάλληλης στελεχικής και υλικοτεχνικής υποδομής για την υποστήριξη των μελετητικών προσπαθειών, τουλάχιστον όσο αφορά τα βιολογικά πεδία. Οι ειδικευμένοι βιολόγοι σε θέματα γλυκών νερών είναι ελάχιστοι. Τα υπάρχοντα βιολογικά δεδομένα αποκτήθηκαν κυρίως σαν παραπροϊόν άλλων ερευνών, δεδομένου ότι (α) η ΕΕ δεν χρηματοδοτεί έρευνες τοπικού ή στενά εθνικού χαρακτήρα που αποσκοπούν απλά στην απόκτηση δεδομένων, και (β) υπήρξε απροθυμία από εθνικούς φορείς για τη χρηματοδότηση σχετικών προγραμμάτων (π.χ. οικολογικής παρακολούθησης ή ανάπτυξης υδρο-οικολογικών μεθόδων προσδιορισμού της διατηρητέας παροχής).

    Δεύτερον, υπάρχει έλλειψη συνολικής εθνικής στρατηγικής για τα εσωτερικά ύδατα και οικοσυστήματα που συνδέονται με αυτά , ίσως όχι σε επίπεδο πολιτικών προθέσεων, αλλά εξαιτίας της ανεπάρκειας της νομοθεσίας, της πολυπλοκότητας των οργανωτικών δομών και της δυσλειτουργίας των διοικητικών μηχανισμών. Στον τομέα της διαχείρισης των υδάτινων πόρων επικρατεί ακόμα η νοοτροπία του τομεακού σχεδιασμού, όπου κάθε υπουργείο, υπηρεσία ή ακόμα και ιδιωτικός φορέας προγραμματίζει τα δικά του έργα, σύμφωνα με τις δικές του αναπτυξιακές αντιλήψεις και προτεραιότητες (ενδεικτικά, οι κύριες διαχειριστικές αρμοδιότητες κατανέμονται σε δύο Υπουργεία, ΥΠΕΚΑ και ΥΠΑΑΤ). Ένα από τα αποτελέσματα της ανεπάρκειας του εθνικού σχεδιασμού είναι ότι η Οδηγία-Πλαίσιο για το νερό, δέκα χρόνια τώρα από την ψήφισή της, δεν έχει αρχίσει να υλοποιείται.

    Τρίτον, η Ελλάδα χαρακτηρίζεται, από μεγάλη κλιματική και γεωμορφολογική ποικιλότητα, που αντανακλάται σε μεγάλη ποικιλότητα τοπίων και οικοσυστημάτων, αλλά επίσης παρουσιάζει βιολογικές ιδιαιτερότητες που επιβάλλουν ειδικές προσεγγίσεις των ΜΠΕ και έμφαση στα τοπικά χαρακτηριστικά. Πράγματι, η Ελλάδα διαθέτει τον υψηλότερο ίσως βαθμό ενδημισμού σε ψάρια του γλυκού νερού (πιθανόν και άλλους σε υδρόβιους οργανισμούς – δεν έχει γίνει ακόμα επαρκής βιολογική διερεύνηση) ανάμεσα στις Ευρωπαϊκές χώρες. Αυτά τα ενδημικά ψάρια, υπολείμματα της αρχαίας Ευρωπαϊκής ιχθυοπανίδας που εξαφανίσθηκε από άλλες περιοχές όταν οι παγετώνες του Πλειστοκαίνου σάρωσαν την Ευρώπη, βρίσκονται εδώ πολύ πριν εμφανισθεί ο σύγχρονος άνθρωπος στη γη, με την εξελικτική ιστορία ορισμένων ειδών να ανάγεται στο Μειόκαινο. Πολλά είδη έχουν πολύ περιορισμένη γεωγραφική κατανομή (μερικά απαντούν μόνο σε ένα υδάτινο σύστημα ή σε κάποιο μικρό του κομμάτι) και ορισμένα κινδυνεύουν να εξαφανισθούν κάτω από την πίεση του ανθρώπου. Έχουμε το δικαίωμα να στερήσουμε από τις επόμενες γενεές αυτή τη μοναδική φυσική κληρονομιά στο όνομα μιας όποιας ανάπτυξης;

    Δεν αμφισβητούμε τις καλές προθέσεις του ΥΠΕΚΑ για συμπλήρωση και βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου για τα ΜΥΗΕ με τη θέσπιση κριτηρίων χωροθέτησης. Ωστόσο, με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις, διερωτώμεθα κατά πόσο τα προτεινόμενα κριτήρια (καθώς και άλλες διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, π.χ. περί οικολογικής παροχής, φέρουσας ικανότητας, συνοδών έργων και ευπαθών οικοσυστημάτων, όπως περιγράφονται στην ΚΥΑ 49828 – ΦΕΚ 2464Β/08) μπορούν να προσφέρουν αποδεκτή περιβαλλοντική προστασία όταν:
    (α) υπάρχει σοβαρή έλλειψη αξιόπιστων υδρολογικών και βιολογικών δεδομένων πάνω στα οποία υποτίθεται ότι πρέπει να στηριχθεί η αξιολόγηση των επιπτώσεων των έργων.
    (β) κριτήρια όπως αυτό του βάθους ροής εμπεριέχουν σημαντικό βαθμό ασάφειας και υποκειμενικότητας, δεδομένου ότι η ροή μεταβάλλεται εποχιακά, διαχρονικά και κατά μήκος της κοίτης, και επίσης επηρεάζεται από άλλες υφιστάμενες ή μελλοντικές χρήσεις νερού.
    (γ) οι υπάρχοντες μηχανισμοί της δημόσιας διοίκησης δεν εγγυώνται αποτελεσματικούς ελέγχους αξιολόγησης, έγκρισης και παρακολούθησης των έργων.

    Όλοι συμφωνούμε ότι το επιδιωκόμενο είναι η προστασία του περιβάλλοντος. Όμως το περιβάλλον δεν προστατεύεται με διατάξεις δύσκολης εφαρμοστικότητας και αμφίβολης αποτελεσματικότητας. Παράλληλα, υπάρχει κίνδυνος να επικεντρωθεί η επιχειρηματολογία των επενδυτών, μελετητών και ελεγκτών σε τεχνικά ζητήματα, όπως το βάθος ροής ή ο υπολογισμός του μέγιστου μήκους εκτροπής, αποτρέποντας έτσι την εστίαση σε πιο ουσιαστικές οικολογικές παραμέτρους. Πως θα αξιολογηθεί η οικολογική και φυλογενετική σημασία των ψαριών μίας περιοχής και ποιος θα αξιολογήσει την αξία της τοπικής βιοποικιλότητας; Με τι κριτήρια θα διαπιστωθεί η περιβαλλοντική σημασία ενός συστήματος και η τρωτότητα των τοπικών ειδών; Με ποιες διαδικασίες θα ερευνηθεί η επίδραση ενός έργου στη μεταναστευτική τους συμπεριφορά ή τα αναπαραγωγικά τους πεδία? Τι κατασκευαστική μεθοδολογία πρέπει να επιλεχθεί για την άμβλυνση των επιπτώσεων των έργων στα τοπικά είδη και στο οικοσύστημα? Μία συνηθισμένη μελετητική πρακτική είναι να προτείνεται η κατασκευή ιχθυοδιαδρόμων, που έχουν κατασκευαστικό και διαχειριστικό κόστος, χωρίς να διερευνάται σε βάθος αν αυτοί είναι απαραίτητοι ή κατάλληλοι για την τοπική ιχθυοπανίδα.

    Φοβόμαστε ότι κανένα υδρολογικό ή γεωμετρικό μοντέλο δεν μπορεί να ενσωματώσει τις τοπικές βιολογικές ιδιαιτερότητες. Αν και το κριτήριο βάθους των 20 εκ. προσφέρει μία κάποια προστασία στην ιχθυοπανίδα, αυτό από μόνο του δεν είναι ικανό να διασφαλίσει ικανοποιητικές συνθήκες διαβίωσης των τοπικών ψαριών (ενίοτε μπορεί να οδηγεί και σε υπερεκτίμηση των αναγκών για νερό). Τόσο το ελάχιστο βάθος, όσο και η οικολογική παροχή, διαφοροποιούνται ανάλογα με τη σύσταση της τοπικής ιχθυοπανίδας και το σωματικό μέγεθος και το βαθμό ρεοφιλίας των ειδών.

    Ίσως κάποιοι ισχυρισθούν ότι άλλες διατάξεις της εθνικής και κοινοτικής νομοθεσίας για το περιβάλλον μπορούν να συμβάλλουν αποφασιστικά στη χωροθέτηση και περιβαλλοντική αξιολόγηση των ΜΥΗΕ (π.χ. ένταξη ή όχι μίας περιοχής σε προστατευόμενες περιοχές του δικτύου «Natura 2000″, ή η παρουσία σε κάποια περιοχή ειδών που περιλαμβάνονται στους καταλόγους ειδών των παραρτημάτων της Οδηγίας για τους οικότοπους 92/43/EC). Αυτό ισχύει σε μικρό μόνο βαθμό. Οι «παροικούντες την Ιερουσαλήμ» γνωρίζουν ότι η κατάρτιση του οικολογικού δικτύου «Natura 2000″ της Ελλάδας δεν έλαβε υπόψη υδρόβιους οργανισμούς (η χώρα δεν ήταν επιστημονικά και διοικητικά προετοιμασμένη να συμβάλλει με κατάλληλη πληροφορία). Επίσης, ότι οι λίστες ειδών που υπέβαλε η Ελλάδα στην ΕΕ για να περιληφθούν στην Οδηγία για τους Οικότοπους ήταν ελλιπείς ή εσφαλμένες, με αποτέλεσμα πολλά εξαιρετικά απειλούμενα είδη να μην περιέχονται στις λίστες (εδώ υπήρχε θέμα διοικητικής αδράνειας, γιατί υπήρχε επαρκής και διαθέσιμη πληροφορία).

    Καμία νομοθετική επιβολή «τεχνικών» μέτρων δεν θα μπορούσε να αξιολογήσει τις οικολογικές επιπτώσεις των έργων στο ευαίσθητο υδάτινο οικοσύστημα του Άνω Ερύμανθου ή στα μεγάλης ιχθυολογικής σημασίας και υψηλής αισθητικής αξίας ρέματα της Ευρυτανίας. Αναγνωρίζουμε ότι άλλες ανθρωπογενείς πιέσεις, με κυριότερη την υπεράντληση νερών για αρδευτική χρήση, είναι περισσότερο επιζήμιες για τους ιχθυοπληθυσμούς και άλλες υδρόβιες βιοκοινωνίες. Ωστόσο, τα ΜΥΗΕ εγκαθίστανται συνήθως στην ορεινή και την ημιορεινή ζώνη όπου η επίδραση του ανθρώπου είναι σχετικά μικρή και τα υδάτινα οικοσυστήματα διατηρούνται ακόμα σε ικανοποιητική κατάσταση. Επομένως, οι οικολογικές επιπτώσεις των ΜΥΗΕ αποκτούν μεγαλύτερη σχετική σημασία από ότι οι επιπτώσεις άλλων «πιο καταστροφικών» έργων σε πεδινές περιοχές. Σε αυτά θα πρέπει να προστεθούν και οι επιπτώσεις στο περιβάλλον από τα συνοδά έργα (π.χ. διάνοιξη δρόμων). Δεν παραγνωρίζουμε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις τέτοια έργα μπορεί να έχουν θετικές επιπτώσεις στην τοπική ανάπτυξη και απασχόληση. Σε πολλές άλλες περιπτώσεις όμως η ζημιά είναι μεγαλύτερη των ωφελημάτων γιατί τα έργα επηρεάζουν αδιατάρακτα οικοσυστήματα και ένα παρθένο φυσικό περιβάλλον το οποίο, ακόμα και αν το δούμε από την οικονομική σκοπιά, μπορεί να προσφέρει στην τοπική κοινωνία ευκαιρίες ανάπτυξης (π.χ. οικοτουρισμός, αναψυχή). Θεωρούμε λοιπόν ότι το ευρύτερο κοινωνικοοικονομικό και πολιτισμικό περιβάλλον μίας περιοχές να συνυπολογίζεται στη χωροθέτηση.

    Εδώ έγκειται ο ρόλος της πολιτείας αλλά και των επιστημονικών και ελεγκτικών φορέων στη διασφάλιση ικανοποιητικών κριτηρίων και διαδικασιών αξιολόγησης. Η νομοθεσία πρέπει να παρέχει κατευθυντήριες γραμμές όσο αφορά παραμέτρους και μεθοδολογίες. Για παράδειγμα, μπορεί να απαιτεί να διενεργούνται σε υποψήφιες περιοχές ιχθυολογικές έρευνες για την ποσοτική σύσταση και ηλικιακή κατανομή της ιχθυοπανίδας, τους τοπικούς ενδημισμούς, τους οικολογικούς θώκους και το καθεστώς προστασίας των ειδών, κλπ.. Τέτοιες έρευνες (που μπορεί να συνοδεύονται από έρευνες ενδιαιτημάτων, υδρολογικών και φυσικοχημικών παραμέτρων, κλπ), δεν είναι δύσκολες, και υπάρχει ήδη σωρευμένη αξιοποιήσιμη πληροφορία για τη βιολογία και οικολογία των ειδών. Ωστόσο, για τη διασφάλιση της ποιότητας αυτών των ερευνών, αυτές πρέπει όμως να ανατίθενται σε ειδικούς επιστήμονες με ουσιαστική ιχθυολογική εμπειρία στα γλυκά νερά, και όχι απλώς σε άτομα με τυπικά προσόντα μελετητή. Σε τελική ανάλυση, η ποιότητα της αξιολόγησης εξαρτάται σημαντικά από το βαθμό επάρκειας και εμπειρίας των ερευνητών, των μελετητών και των διοικητικών υπαλλήλων. Με κάθε σεβασμό στο έργο και το ρόλο των μελετητών, επισημαίνουμε ότι ορισμένες μελέτες είναι κακής ποιότητας από πλευράς πληρότητας ή ερμηνείας των δεδομένων και των λύσεων που προτείνουν, σε βαθμό που να μπορούν να χαρακτηρισθούν σαν παραπλανητικές. Βέβαια, το πρόβλημα ανάγεται τελικά στις υπηρεσίες που αποδέχονται τέτοιες μελέτες. Ας μη ξεχνάμε ότι μέχρι σχετικά πρόσφατα δεν υπήρχε στην Ελλάδα ένα αποτελεσματικό Υπουργείο για το Περιβάλλον για να ρυθμίσει το πλαίσιο λειτουργίας των μελετητικών φορέων. Φυσικά, όπως προαναφέρθηκε, η ποιότητα της αξιολόγησης εξαρτάται πολύ ισχυρά και από την διαθεσιμότητα και καταλληλότητα χρονοσειρών βιολογικών και υδρολογικών δεδομένων. Εδώ αναδεικνύεται η σημασία των προγραμμάτων οικολογικής παρακολούθησης που η χώρα μας δεν έχει ακόμα εγκαταστήσει, κατά παράβαση των διατάξεων της Οδηγίας-Πλαίσιο για τα ύδατα.

    Μετά τη διαπίστωση των προβλημάτων ακολουθεί το ερώτημα «τώρα τι κάνουμε». Είναι γνωστό ότι το ΥΠΕΚΑ έχει αναλάβει δεσμεύσεις για τη μείωση του διοξειδίου άνθρακα, και ότι η χώρα επιθυμεί την ανάπτυξη των ΑΠΕ. Ωστόσο, πρόσκαιρες και αποσπασματικές ρυθμίσεις που επιτείνουν το πρόβλημα της πολυνομίας, και ίσως στο μέλλον καταργηθούν, τροποποιηθούν ή συμπληρωθούν με νέες ρυθμίσεις, σίγουρα δεν είναι καλή λύση. Ίσως αύριο διαπιστώσουμε ότι το συνολικό σχέδιο ανάπτυξης των ΜΥΗΕ δεν εναρμονίζεται πλήρως με την Οδηγία για τα Ύδατα 2000/60. Η Οδηγία αυτή προάγει μία «οικοσυστημική προσέγγιση» για την αξιολόγηση της κατάστασης του υδάτινου περιβάλλοντος και επιτάσσει μία πολιτική ολοκληρωμένης διαχείρισης των υδατικών πόρων, όπου το σύμπλοκο των οικολογικών, οικονομικών, κοινωνικών, νομικών και τεχνικών παραμέτρων που σχετίζονται με τη προστασία, αποκατάσταση και αειφόρο χρήση των πόρων θα εξετάζονται από κοινή βάση. Ίσως ακόμα διαπιστώσουμε, όπως αναφέρθηκε σε άλλο σχόλιο, ότι η δραστηριότητα των ΜΥΗΕ είναι σήμερα παράνομη λόγω μη υποβολής στην ΕΕ διαχειριστικών σχεδίων λεκανών απορροής. Τέλος, τι θα γίνει με άλλες δραστηριότητες που επίσης δημιουργούν σημαντική όχληση στο περιβάλλον (π.χ. ανεξέλεγκτες απολήψεις αρδευτικού νερού, που αποτελούν τη σημαντικότερη ίσως απειλή για τα υδάτινα οικοσυστήματα); Χωριστά νομοθετήματα και διαφορετικές προσεγγίσεις χωροθέτησης; Και αν ναι, πως θα υπολογισθεί το συνδυαστικό αποτέλεσμα όλων των πιέσεων;

    Θεωρούμε ότι κοινή βάση όλων των προβλημάτων είναι η ανεπάρκεια της διοικητικής και επιστημονικής υποδομής. Πληρώνουμε το τίμημα λανθασμένων πολιτικών επιλογών και ανεπίτρεπτων καθυστερήσεων που οδήγησαν στη συσσώρευση και επιδείνωση των προβλημάτων. Δεν υπάρχουν εύκολες βραχυπρόθεσμες λύσεις. Σαν μεσο-μακροπρόθεσμες λύσεις προτείνουμε:
    (α) τη δημιουργία διεπιστημονικής ομάδας (όπως προτείνεται και σε άλλα σχόλια), που θα περιλαμβάνει και εκπροσώπους της διοίκησης και των επενδυτών, η οποία θα εξετάσει την υπάρχουσα κατάσταση και τη φύση των προβλημάτων, και θα υποβάλλει σχετικές προτάσεις.
    (β) την ένταξη της στρατηγικής ανάπτυξης των ΜΥΗΕ στη γενικότερη στρατηγική της ολοκληρωμένης διαχείρισης των υδατικών σε επίπεδο λεκάνης απορροής, όπως άλλωστε επιβάλλεται από τις πολιτικές κατευθύνσεις της ΕΕ (Οδηγία–Πλαίσιο για τα ύδατα).

    Αλκιβιάδης Οικονόμου, Υδροβιολόγος – Ιχθυολόγος
    Σταμάτης Ζόγκαρης, Γεωγράφος – Βιολόγος

    Ινστιτούτο Εσωτερικών Υδάτων
    Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών

  • 27 Αυγούστου 2010, 16:00 | ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΕΛΙΣΑΒΕΤ

    Είναι προφανές ότι σήμερα βρίσκονται πολλά έργα ΜΥΗΕ σε λειτουργία και τα οποία δεν ικανοποιούν τον μαθηματικό τύπο και τις άλλες απογορεύσεις που προτείνονται εκ της υπό διαβούλευση Υ.Α. Εξ΄ αυτού προκύπτουν εύλογα ερωτήματα:
    1.τα ως άνω ΜΥΗΕ θεωρούνται μη περιβαλλοντικά έργα?
    2.πως θα λαμβάνουν στο μέλλον ανανεώσεις περιβαλλοντικών όρων? Χαριστικώς?
    3.οι ιδιοκτήτες αυτών, που είναι κυρίως μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις θα ζουν με τον φόβο και την ανασφάλεια του πιθανού εξοβελισμού τους (ομηρία)?

  • 27 Αυγούστου 2010, 12:06 | RF Energy A.E.

    Η εταιρεία μας δραστηριοποιείται στο χώρο των ΜΥΗΕ από το 2002. Η ιδία πείρα που έχουμε αποκομίσει για τον πολύ υψηλό βαθμό ενεργειακής εκμετάλλευσης των έργων αυτών και τη σημαντική συμβολή τους στην ενίσχυση της τοπικής οικονομίας συγκριτικά με τις άλλες μορφές ΑΠΕ μας ωθεί να συμμετάσχουμε σε αυτή τη γόνιμη ανταλλαγή απόψεων.

    Πιστεύουμε ότι η πορεία υποβάθμισης της συμβολής των ΜΥΗΕ στο ενεργειακό μίγμα της χώρας η οποία είναι εμφανής τα τελευταία χρόνια και κορυφώνεται με το παρόν σχέδιο νόμου πρέπει να σταματήσει. Η χώρα μας δεν έχει πλέον την πολυτέλεια να αφήνει αναξιοποίητους φυσικούς πόρους με πολύ υψηλό βαθμό ενεργειακής εκμετάλλευσης, με μηδαμινές και αναστρέψιμες επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον και με εξαιρετικά ευεργετικές επιπτώσεις για πολλούς κλάδους των τοπικών οικονομιών τόσο στη φάση κατασκευής όσο και στη φάση λειτουργίας των έργων αυτών προερχόμενες από ιδιωτικά κεφάλαια.

    Τα επί μέρους σχόλια επί των άρθρων είναι τα ακόλουθα:

    Άρθρο 3

    Στη δημόσια διαβούλευση έχουν ήδη διατυπωθεί πλήρως τεκμηριωμένα επιστημονικά επιχειρήματα τα οποία και προσυπογράφουμε για το γεγονός ότι ούτε ο τύπος για το μέγιστο μήκος του αγωγού προσαγωγής πολλώ δε μάλλον για το ελάχιστο βάθος της επιφανειακής ροής των 20cm δε μπορούν να εφαρμοστούν στους ποταμούς και τα ρέματα της χώρας μας. Άποψη μας είναι ότι αν είναι επιλογή του Υπουργείου να μη γίνουν νέα ΜΥΗΕ ας διατυπωθεί αυτό ξεκάθαρα αλλιώς ας υπάρξουν κριτήρια εφαρμόσιμα στις ιδιαιτερότητες των πραγματικών συνθηκών των ποταμών μας.

  • Αξιότιμη κυρία Υπουργέ,

    Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης διαβούλευσης για τα ΜΥΗΕ καταθέτουμε τις γενικές θέσεις και τους προβληματισμούς μας έτσι όπως σας τις έχουμε αποστείλει πριν από ένα χρόνο στο πλαίσιο γενικότερου υπομνήματος του ΑΡΚΤΟΥΡΟΥ για τις ΑΠΕ (Οδηγός ορθών πρακτικών ανάπτυξης ΑΠΕ στα ορεινά οικοσυστήματα), οι οποίες σε γενικές γραμμές και με κάποιες βασικές προϋποθέσεις συμφωνούν με την εγκατάσταση ΜΥΗΕ, τις οποίες και κοινοποιούμε. Τονίζουμε πως η βασική προϋπόθεση για την αποτελεσματική συζήτηση για τις ΑΠΕ είναι η αναγνώριση της ύπαρξης ενδοπεριβαλλοντικής σύγκρουσης μεταξύ των πηγών ενέργειας που είναι ανανεώσιμες και της βιοποικιλότητας που δεν είναι ανανεώσιμη.

    Επί του κειμένου της Υπουργικής Απόφασης, εκφράσουμε την αγωνία μας για τη χρήση μαθηματικών τύπων για τη εξασφάλιση της λειτουργίας ευαίσθητων οικοσυστημάτων τα οποία μάλιστα ελάχιστα έχουν μελετηθεί στην Ελλάδα. Είναι ενδεικτικό πως στο υπόμνημά μας, σχολιάζοντας την οικολογική παροχή κάνουμε λόγο για «πραγματική ανάγκη για νερό» για το οικοσύστημα, την οποία δεν μπορεί να εξασφαλίσει ένα αυθαίρετο όριο βάθους και κανένας μαθηματικός τύπος ο οποίος έχει παράγοντες όπως η επιθυμητή παραγόμενη ισχύς, αλλά όχι οικολογικούς παράγοντες όπως τα είδη (βασικός παράγοντας με βάση την ποιότητα) και οι πληθυσμοί που ζουν σε ένα ποτάμι (αντίστοιχα βασικός παράγοντας με βάση την ποσότητα). Κύριο ζητούμενο είναι η εξασφάλιση της συνέχειας της απαιτούμενης ροής του νερού για τη λειτουργία του ποτάμιου οικοσυστήματος.

    Επιπλέον έχοντας υπόψη ότι σε πάρα πολλές περιπτώσεις η παροχή του νερού στα ορεινά ποτάμια οικοσυστήματα είναι μικρή και συχνά οριακή τόσο για την επιβίωση των ειδών που ζουν σε αυτά, όσο και για την παραγωγή ενέργειας, καθώς και ότι οι παρακείμενες περιοχές τους είναι δασικές (σημαντικές για την απορρόφηση και όχι για την μείωση των εκπομπών του CO2) και μάλιστα συχνά αδιατάρακτες από ανθρώπινη δραστηριότητα, προτείνουμε την προσθήκη δύο επιπλέον άρθρων σχετικά με:
    1. Το κλείσιμο της λειτουργίας των ΜΥΗΕ κατά τους θερινούς μήνες με την ελάχιστη ροή (συμπεριλαμβανομένου και του Σεπτεμβρίου κατά τον οποίο σε χρονιές έντονης ανομβρίας η φυσική ροή είναι η ελάχιστη) σε περιπτώσεις ποταμών που έχουν οριακή ποσότητα νερού ή βρίσκονται μέσα σε ευαίσθητες περιβαλλοντικά περιοχές (περιοχές NATURA 2000 ή περιοχές εκτός NATURA 2000 με προστατευόμενους Τύπους Οικοτόπων όπως οι χαρακτηριστικές στοές Σκλήθρων)
    2. Την πρόκριση έργων με χρήση υφιστάμενων παράπλευρων δρόμων ή μη σημαντικών χορτολιβαδικών εκτάσεων και την απαγόρευση σε περιπτώσεις με ανάγκη αποψίλωση δασικής έκτασης για την κατασκευή του απαιτούμενου αγωγού.

    Ακολουθεί το κείμενο για τα ΜΥΗΕ του υπομνήματος του ΑΡΚΤΟΥΡΟΥ για τις ΑΠΕ.

    Για τον ΑΡΚΤΟΥΡΟ

    Λάζαρος Γεωργιάδης
    Βιολόγος

    Κείμενο από τον «Οδηγό ορθών πρακτικών ανάπτυξης ΑΠΕ στα ορεινά οικοσυστήματα» ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ, Ιούνιος 2009

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΥΔΡΟΗΛΕΚΤΡΙΚΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ
    Οι παρακάτω αρχές αποσκοπούν στην κατά το δυνατό αντικειμενική αξιολόγηση μικρών υδροηλεκτρικών έργων, ενώ η κατά περίπτωση γνωμοδότηση, λόγω της μοναδικότητας κάθε έργου, εξακολουθεί να κρίνεται αναγκαία. Με σκοπό την επεξεργασία κάποιων εργαλείων προεκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων και εντέλει τη δημιουργία μιας προτυποποίησης των υδροηλεκτρικών έργων, προτείνεται τη σύσταση ομάδας εργασίας με τη συμμετοχή φορέων όπως τα: ΕΥΠΕ, ΥπΑν, ΤΕΕ, ΓΕΩΤΕΕ, ΙΟΒΕ, Σύνδεσμος Επενδυτών ΑΠΕ, Δίκτυο των Δέκα Περιβαλλοντικών ΜΚΟ κ.ο.κ.
    Υποστηρίζουμε τα μικρά υδροηλεκτρικά έργα (ΜΥΗΕ), γιατί αποτελούν την πιο ανταγωνιστική μορφή καθαρής ενέργειας από πλευράς κόστους με την –κατά το δυνατόν- ελαχιστοποίηση των μη αναστρέψιμων επιπτώσεων που ενδέχεται να επιφέρουν στα ορεινά οικοσυστήματα, όπου και συνήθως χωροθετούνται.
    Τα κριτήρια-οδηγίες από τη μέχρι σήμερα εμπειρία μας είναι τα εξής:
    Ως προς τους ταμιευτήρες και τα φράγματα
    • Λέμε «όχι» στα μεγάλα υδροηλεκτρικά έργα με φράγματα και γιγάντιους ταμιευτήρες, γιατί αλλοιώνουν ανεπανόρθωτα το τοπίο και τα ορεινά οικοσυστήματα που επηρεάζουν. Ειδικά ως προς την πανίδα θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η πανίδα στον συνολικό σχεδιασμό. Επιμήκη φράγματα, και πολλά στη σειρά μπορούν να δημιουργήσουν ανυπέρβλητα εμπόδια για τις μετακινήσεις της πανίδας. Σοβαρότερη είναι η περίπτωση του Αλιάκμονα όπου τα υπάρχοντα φράγματα ήδη δημιουργούν σοβαρό πρόβλημα στα μεγάλα θηλαστικά και αυτά που προβλέπονται επιπλέον μπορεί να οδηγήσουν σε ολική απομόνωση των εκατέρωθεν πληθυσμών της πανίδας.
    o Όμως υπάρχουν πάντοτε κάποιες εξαιρέσεις
     Λέμε γενικά «ναι» στα ΜΥΗΕ με ταμιευτήρα πολύ μικρής κλίμακας πάντα κατ’ αναλογία με το μέγεθος του αξιοποιούμενου ρέματος ή ποταμού, που δεν αλλοιώνουν ανεπανόρθωτα το τοπίο ούτε τα ορεινά οικοσυστήματα, μέσα στα οποία μπορούν να ενταχθούν αρμονικά
     Δεν αντιδρούμε σε μικρές δασικές λιμνοδεξαμενές αγροτικού χαρακτήρα, αφού αυτές μπορούν να συμβάλλουν στην πιο αποτελεσματική διαχείριση των υδάτινων πόρων για σκοπούς άρδευσης, ύδρευσης ακόμα και πυρόσβεσης και μελλοντικά να συνδυαστούν παραγωγικά και με τη λειτουργία ΜΥΗΕ
    • Ως προς την ασυνέχεια της ροής του νερού
    o Γενικά αντιδρούμε στις μεγάλες εκτροπές και τις κατασκευές εντός της κοίτης, διότι στερούν την χρήση του υδάτινου φορέα από όλα τα υπόλοιπα μέλη του οικοσυστήματος και οδηγούν σε ανεπανόρθωτη βλάβη του.
    o Γενικά προτιμούμε τα έργα που δεν απαιτούν υπέρογκες εργασίες πολιτικού μηχανικού. Προτείνουμε ήπιες και μικρές κατασκευές υδροληψίας που είναι και πιο οικονομικές και επιτρέπουν αβίαστα την ελάχιστη οικολογική παροχή στην υφιστάμενη κοίτη.
    o Γενικά ̶και χωρίς αυτό να αποτελεί απαράβατο κανόνα̶ προτείνουμε την εγκατάσταση ΜΥΗΕ σε χειμάρρους αντί ποταμών. Στα ρέματα, όπου το οικοσύστημα είναι καλύτερα προσαρμοσμένο στις μεγάλες αυξομειώσεις ροής του νερού, η επίπτωση από τη μείωση της ροής σε κάποιο του σημείο επιφέρει μικρότερες επιπτώσεις από ότι σε έναν ποταμό με πλούσιο υδροβιότοπο σε όλο του το μήκος.
    • Ως προς την οικολογική παροχή
    o Το θέμα της οικολογικής παροχής θα πρέπει να επανεξεταστεί. Αντί της τήρησης του απλουστευμένου κανόνα του 1/3 της μέσης θερινής ροής θα πρέπει να διερευνάται η πραγματική ανάγκη σε νερό, έτσι ώστε να μην αλλάξουν δραματικά τα οικοσυστήματα και η σύνθεση των ειδών κατάντη. Σε περίπτωση ανεπαρκούς οικολογικής παροχής προτείνουμε να μην αδειοδοτείται το ΜΥΗΕ, προτείνουμε μάλιστα, σε περίπτωση που κατά τη λειτουργία του ο παραγωγός περιορίζει την οικολογική παροχή κάτω από το ελάχιστο όριο, να δύναται να επέμβει αυτεπάγγελατα η οικεία Νομαρχία ή Περιφέρεια για αναστολή της άδειας λειτουργίας.
    o Η οικονομική αξία του νερού της οικολογικής παροχής που δεν αξιοποιεί το ΜΥΗΕ μπορεί να προσδιορίζεται και ως προς τη «διαφυγούσα» ενέργεια, αλλά και ως προς τη διατήρηση ή καταστροφή της βιοποικιλότητας από τυχόν περικοπή της, ώστε να συνυπολογίζεται και το κόστος του προστίμου ή της επανέκδοσης της άδειας λειτουργίας
    o Ειδικά για έργα που χωροθετούνται εντός Προστατευόμενων Περιοχών ή έργα με «οριακή» οικολογική παροχή, αιτούμαστε τη θεσμοθετημένη διακοπή της λειτουργίας του ΜΥΗΕ κατά τους τρεις θερινούς μήνες για τη διασφάλιση της επάρκειας της οικολογικής παροχής. Κρίνουμε ότι οι θερινοί μήνες συμβάλλουν ελάχιστα στην κερδοφορία του σταθμού και επομένως ο αυστηρότερος αυτός όρος δεν θα επιβαρύνει σημαντικά τα ΜΥΗΕ.
    • Ως προς τη φέρουσα ικανότητα της υδρολογικής λεκάνης
    o Για όσες περιοχές δεν έχει ολοκληρωθεί το Διαχειριστικό Σχέδιο για το νερό προτείνουμε ο πρώτος αιτών για εγκατάσταση ΜΥΗΕ σε μία δεδομένη θέση να εκπονεί ειδική υδρολογική μελέτη για λογαριασμό του ΥΠΕΧΩΔΕ, η οποία να αποτελεί μια βάση για την αξιολόγηση και υπόλοιπων ΜΥΗΕ εντός της ευρύτερης υδρολογικής της λεκάνης. Η μελέτη αυτή θα πρέπει να εντάσσεται με Υπουργική Απόφαση στο επίσημο Διαχειριστικό Σχέδιο, όταν αυτό ολοκληρωθεί.
    o Προτείνουμε μέσα στο πλαίσιο της ζητούμενης προτυποποίησης ενός ή περισσότερων ΜΥΗΕ εντός μιας ευρύτερης υδρολογικής λεκάνης να καλείται και η τοπική κοινωνία, που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι των ορεινών οικοσυστημάτων, να συμβάλει με συγκεκριμένα και μετρήσιμα επιχειρήματα όμως στη διαμόρφωση της τοπικής στρατηγικής για την ανάπτυξη των ΑΠΕ
    o Επίσης ιδιαίτερη σημασία έχει και ο συνυπολογισμός των επιπτώσεων του έργου σε σχέση με άλλα τεχνικά έργα τα οποία λειτουργούν ή σχεδιάζονται στη ευρύτερη περιοχή.
    • Ως προς τη χωροθέτηση
    o Ακολουθούμε την αρχή του Εθνικού Χωροταξικού Σχεδίου, δηλαδή την απαγόρευση της εγκατάστασης υδροηλεκτρικών έργων εντός εθνικών δρυμών.
    o Ειδικά για τις περιοχές NATURA 2000 και τις περιφερειακές ζώνες των Εθνικών Δρυμών δεν είναι απαραίτητη η ολοκληρωτική απαγόρευση εγκατάστασης ΜΥΗΕ εντός τους αλλά η τήρηση αυστηρότερων περιβαλλοντικών όρων από ότι σε άλλες περιοχές. Ενδεικτικά αναφέρουμε:
     Θα πρέπει να προβλεφθεί σχετική περιβαλλοντική μελέτη ή γνωμοδότηση από εξειδικευμένο ανεξάρτητο φορέα, είτε με ιδιωτική πρωτοβουλία είτε με παρέμβαση του Φορέα Διαχείρισης (αν εμπίπτει στην αρμοδιότητά του), η οποία και θα προσδιορίσει τις παραμέτρους προστασίας της άγριας ζωής στην περιοχή χωροθέτησης του ΜΥΗΕ λαμβάνοντας υπόψη το ορεινό οικοσύστημα εντός εύλογου τμήματος ανάντη και κατάντη της υδροληψίας.
     Θα πρέπει να διασφαλιστεί πλεονασματική οικολογική παροχή κατά τους τρεις θερινούς μήνες με τη θεσμοθετημένη διακοπή του υδροηλεκτρικού σταθμού.
     Θα πρέπει να προβλεφθεί η παύση των εργασιών κατασκευής κατά τις περιόδους αναπαραγωγής ειδών της άγριας ζωής που ενδημούν στην περιοχή για την αποφυγή ηχορύπανσης, φωτορύπανσης και γενικότερα όχλησης που ενδεχόμενα θα εκδιώξει πληθυσμούς της άγριας ζωής από τις αναπαραγωγικές τους εστίες.
    • Ως προς την οδοποιία/αποψίλωση δάσους
    o Ενδείκνυται η χρήση υφιστάμενων δασικών δρόμων για την όδευση του αγωγού, αφού αυτό συμφέρει και την ίδια την επένδυση.
    o Σε αδιατάρακτες φυσικές περιοχές, όπου δεν υπάρχει οδικό δίκτυο δεν ενδείκνυνται έργα που απαιτούν αποψίλωση μεγάλων δασωμένων εκτάσεων και απώλεια ώριμων δένδρων.
    o Απαραίτητος είναι ο περιορισμός της αποψίλωσης της παρόχθιας βλάστησης ή όπου αυτό δεν είναι εφικτό τουλάχιστον η αποκατάστασή της με σκοπό την αποτροπή της διάβρωσης του εδάφους και της απώλειας της χλωρίδας και πανίδας. Σημαντικό είναι να μη διαταράσσεται η ισορροπία σε δάση-στοές με σκλήθρα, παρόχθια δάση με ιτιές, λεύκες και πλατάνια και σε βιοτόπους με πέστροφες, βίδρες και ποταμίσιες καραβίδες.
    • Ως προς τη ρύπανση
    o Τα ΜΥΗΕ εξ’ ορισμού έχουν μηδενική ρύπανση (ακόμα και ηχητική), επομένως θα πρέπει να πληρούν αυτόν τον όρο κατά τη λειτουργία τους.
    o Απαραίτητη κρίνεται η απαγόρευση της απόρριψης υπολειμμάτων λιπαντικών, καυσίμων και άλλων υλικών εντός της ευρύτερης λεκάνης απορροής του αξιοποιούμενου ρέματος ή ποταμού. Θα πρέπει να επιβληθούν αυστηρά πρόστιμα σε περίπτωση ατυχήματος ή αμέλειας.
    o Επιπλέον, η ελαχιστοποίηση της ανθρώπινης παρουσίας κατά την κατασκευή και λειτουργία του έργου είναι αυτονόητη και συμφέρει και τον επενδυτή του ΜΥΗΕ.
    • Ως προς το τοπίο
    o Σε περίπτωση που υπάρχει επισκέψιμος καταρράκτης στη θέση του ΜΥΗΕ προτείνουμε τη χρήση αυτοματισμού για τη διακοπή της λειτουργίας του κατά την προσέγγιση επισκεπτών. Με αυτόν τον τρόπο η υδατόπτωση του καταρράκτη θα αξιοποιείται χωρίς να μειώνεται η αισθητική του αξία
    o Απαγορευτική είναι η εγκατάσταση ΜΥΗΕ πλησίον ιστορικών και πολιτιστικών μνημείων, με εξαίρεση την παρουσία νερόμυλου, που υποδεικνύει παλιότερες χρήσεις και εκμεταλλεύσεις του υγρού στοιχείου από τον άνθρωπο.
    o Κρίνουμε θετικά την εγκατάσταση ΜΥΗΕ σε περιοχή με προϋπάρχουσα επέμβαση μικρής ή μεγάλης κλίμακας στο φυσικό περιβάλλον, με την προϋπόθεση πλήρους αποκατάστασης του τοπίου.

  • 25 Αυγούστου 2010, 20:38 | Μαρία Μίσκου

    Συμπληρωματικά, και ίσως επαναλαμβανόμενα, των όσων έχουν ήδη επισημανθεί, θα ήθελα να τονίσω κάτι απλό όμως σημαντικό για τα ελληνικά δεδομένα. Αρκεί μια ματιά στο υδρογραφικό δίκτυο της Ελλάδας! Μια χώρα μικρή σε έκταση με ένα από τα πιο πλούσια υδρογραφικά δίκτυα χάρη στο ιδιαίτερο ανάγλυφό της. Και αναρωτιέμαι: είναι καλύτερα να δημιουργηθούν λίγα μεγάλα φράγματα σε ποταμούς ή/και μεγάλα μήκη εκτροπής του νερού σε κύριους κλάδους ρεμάτων ‘H περισσότερα ΜΥΗΕ για την αξιοποίηση όσο το δυνατό περισσότερο του πλούτου που μας δίνεται, πάντα βέβαια με τα απαραίτητα μέτρα για την αποφυγή ακραίων περιπτώσεων και την προστασία παράλληλα του πλούτου αυτού; Σε ποια περίπτωση επιτυγχάνεται βέλτιστος συνδυασμός παραγόμενης πράσινης ενέργειας και ελάχιστου περιβαλλοντικού κόστους;

    Ο τύπος λοιπόν συσχετισμού του μήκους εκτροπής με την ισχύ του έργου και την παραμένουσα παροχή στο ρέμα (χωρίς μαθηματική βάση εφόσον δεν αναφέρεται το πώς προέκυψε και χωρίς καμία φυσική σημασία & ασαφής όπως ήδη αποδείχτηκε από τον Μαθηματικό κ. Κακιόπουλο) είναι κατάλληλος για την εύρεση αυτού του βέλτιστου συνδυασμού; Και είναι κατάλληλος, αυτός ο τόσο αμφισβητήσιμος τύπος, να καθορίσει το πώς θα διαχειρίζεται μια ολόκληρη χώρα την βασικότερη ανανεώσιμη πηγή παραγωγής ενέργειας;

    Μαρία Μίσκου
    Μηχανικός Περιβάλλοντος, ΔΠΘ
    MSc Τεχνολογία & Διαχείριση Υδατικών Πόρων, ΕΜΠ

  • Παρακολουθώ με προσοχή όλα τα σχόλια που στέλνονται στην όντως ενδιαφέρουσα αυτή διαβούλευση αλλά δυστυχώς δεν είδα κανέναν να εστιάζει σε δυο σημεία:
    1. Κανείς από τους μελετητές που κατακρίνουν ή ολοκληρωτικά καταδικάζουν την πρόταση για ελάχιστο βάθος και προκρίνουν λύσεις με ποσοστά ή μαθηματικούς τύπους, δεν αναφέρεται στην πιθανότητα το ρέμα να μένει με ελάχιστη ποσότητα νερού και βάθους, όχι όμως εποχικά όπως σωστά περιγράφεται ότι γίνεται σε πολλά ρέματα (δηλ. 4-6 μήνες ενώ το υπόλοιπο διάστημα τα ψάρια μπορούν να μετακινηθούν για αναπαραγωγή), αλλά ΟΛΟ τον χρόνο. Και βέβαια το ότι συχνά αυτό γίνεται εξαιτίας της άρδευσης δεν είναι δικαιολογία για να γίνει και για τα υδροηλεκτρικά, αντίθετα πρέπει η οικολογική παροχή και η ελάχιστη στάθμη να εφαρμοστεί και για την άρδευση. Ούτε διάβασα κάποιος να προτείνει άλλες παρεμφερείς λύσεις π.χ. ελάχιστο βάθος >30 cm σε τμήμα της κοίτης του ποταμού (30-50%). Και βέβαια δεν κατάλαβα γιατί ένα ρέμα που έχει τόσο λίγη παροχή, ώστε να μην τηρεί ούτε το ελάχιστο βάθος των 20 cm σε κανένα σημείο του, πρέπει να έχει και ΜΥΗΕ.
    2. Το δεύτερο σημείο αφορά την δημιουργία συνεχών εμποδίων στην πορεία των ποταμών με την κατασκευή συνεχών φραγμάτων από τα ΜΥΗΕ (10 και παραπάνω σε κάποιες περιπτώσεις), όπως προκρίνεται από τους περισσότερους (έστω και χωρίς τη δημιουργία μεγάλης φραγμαλίμνης που όντως θα αλλοίωνε το ποτάμιο σύστημα μετατρέποντάς το σε λιμναίο όπως δυστυχώς κάνουν όλα τα μεγάλα φράγματα). Πολλοί βλέπουν εντελώς «μηχανικά» ένα φυσικό σύστημα και προσπαθούν να το βάλουν στη λογική ενός αγωγού, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι εκεί ζουν οργανισμοί και είδη πολύτιμα για το σύστημα, αλλά και για τον άνθρωπο. Πως θα επιβιώσουν αυτοί οι οργανισμοί εγκλωβισμένοι στα επιμέρους αυτά τμήματα; Η πρόταση για ΠΛΕΥΡΙΚΗ ΠΑΡΟΧΗ, όπου μόνο η «περίσσεια» νερού σε ένα σταθερής διατομής τμήμα του ρέματος θα δίνεται στο ΜΥΗΕ, δίνοντας τη δυνατότητα ελεύθερης μετακίνησης στους οργανισμούς δεν σχολιάστηκε, ούτε και βέβαια τα παρακαμπτήρια κανάλια ή τα ιχθυοπεράσματα και οι ιχθυοκλίμακες.
    ΥΓ. Η συνέχιση της διαβούλευσης είναι απαραίτητη για να δοθεί η δυνατότητα σε ανθρώπους που τώρα επιστρέφουν από τις διακοπές τους να σχολιάσουν και να συμβάλλουν στην ανταλλαγή απόψεων.

    Δρ. Μάνος Κουτράκης
    Βιολόγος-Ιχθυολόγος
    Αν. Ερευνητής ΕΘΙΑΓΕ-ΙΝΑΛΕ

  • 25 Αυγούστου 2010, 14:25 | Κ.Γ. ΑΣΚΟΥΝΗΣ ΔΟΜΙΚΗ ΑΚΤΟΕ

    Σας στέλνω ορθή επανάληψη του προηγούμενου άρθρου.

    Γιατί χρειάζεται μαθηματικός τύπος να λύσει περιβαλλοντικά θέματα;

    Σχετικά με τα άρθρα 3 και 4 της εγκυκλίου σας («Συμπλήρωση και εξειδίκευση τεχνικών λεπτομερειών των κριτηρίων χωροθέτησης ΜΥΗΕ που προβλέπονται από το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Ν3851/2010).
    Κα Υπουργέ,
    Παρακαλούμε θερμά να εξετάσετε τα εξής θέματα σχετικά με τα άρθρα 3 και 4 της προς διαβούλευση εγκυκλίου σας.
    Άρθρο 3 παράγραφος β
    Υπάρχει ιδιαιτερότητα των ελληνικών ποταμών που έχουν μικρή κατά μήκος κλίση, άρα χρειάζεται αρκετό μήκος εκτροπής του νερού για να δημιουργηθεί υψομετρική διαφορά ικανή για παραγωγή ικανοποιητικής ενέργειας.
    Ο προτεινόμενος μαθηματικός τύπος δεν λαμβάνει υπόψη του το θέμα της κατά μήκος κλίσης του ποταμού, βάζοντας ένα μόνο κανόνα για όλα τα έργα ΜΥΗΕ. Επειδή έχουν παλαιότερα υπάρξει λίγες περιπτώσεις ΜΥΗΕ όπου ήταν αναγκαία η εκτροπή σε μεγάλο μήκος με μικρή ισχύ έργου, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να μπει φρένο σε όλα τα ΜΥΗΕ.
    Με την μεγάλη αύξηση του μήκους εκτροπής, ανάλογα αυξάνεται και το κόστος του έργου, οπότε αυξάνει και το τελικό μοναδιαίο κόστος παραγωγής ενέργειας. Αυτό λειτουργεί αυτόματα ως αποτρεπτικός παράγοντας γιατί το έργο θα είναι απορριπτέο ως αντιοικονομικό.
    Εάν παρόλα αυτά πρέπει να υπάρξει μαθηματικός τύπος, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και η κατά μήκος κλίση του ποταμού αντιστρόφως ανάλογα με το μήκος εκτροπής, δηλαδή σε μικρή κλίση να υπάρχει η δυνατότητα αύξησης του μήκους εκτροπής. Τότε θα υπάρχει η δυνατότητα κατασκευής ΜΥΗΕ σε ποταμούς με αρκετό νερό, αλλά σχετικά μικρή κλίση.
    Άρθρο 3 παράγραφος δ
    Το πλάτος της κοίτης κάθε ποταμού είναι πολύ μεταβλητό κατά μήκος αυτού από λίγα μέτρα (5-10μ.) σε δεκάδες ή εκατοντάδες μέτρα, ενώ η κοίτη του κάθε ποταμού δεν είναι επίπεδη. Εάν ισχύσει ο προτεινόμενος περιορισμός των 20 εκ. , θα υπάρχει μεγάλη σύγχυση για τη θέση, τον τρόπο και τις συνθήκες μέτρησης της ελάχιστης επιφανειακής ροής.
    Άρθρο 4
    Για τα ΜΥΗΕ που έχει ήδη ξεκινήσει η διαδικασία αδειοδότησης και έχουν ήδη ελεγχθεί, και βρίσκονται σε διαδικασία γνωμοδοτήσεων από τις λοιπές υπηρεσίες, πρέπει να προβλέπονται σχετικές μεταβατικές διατάξεις, χωρίς να απαιτείται περιττός επανέλεγχος αυτών με τις νέες διατάξεις της προτεινόμενης εγκυκλίου σας.

    Πάτρα 19/8/10
    Για την εταιρεία
    Κ. ΑΣΚΟΥΝΗΣ ΔΟΜΙΚΗ ΑΚΤΟΕ
    Κώστας Ασκούνης
    Πολιτικός Μηχανικός ΕΜΠ
    Εύη Κ. Ασκούνη
    Πολιτικός Μηχανικός MSC

  • 24 Αυγούστου 2010, 15:07 | Λ.Χ.ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΟΣ Α.Τ.Τ.Ε.Ε.

    Κατ΄αρχάς να δώσουμε τα εύσημα στήν Κυβέρνηση για την δημόσια διαβούλευση, μία απόφαση θετική , που δίνει την δυνατότητα σε όλους τους ενδιαφερομένους να εκφράσουν τις απόψεις τους.
    Όσον αφορά τις παρατηρήσεις επι του σχεδίου Υ.Α.
    1. Η προστασία του περιβάλλοντος δεν μπορεί να να στηριχθεί στίς παραμέτρους ενός Μαθηματικού τύπου, γιατί τότε πραγματικά θα είχαμε λύσει όλα τα προβλήματα και όχι μόνο του περιβάλλοντος. Απεναντίας φαίνεται οτι γίνεται μια προσπάθεια να μπούν εμποδια στην αδειοδότηση ΜΥΗΕ ισχύος έως 3 Μw με το επιχείρημα οτι για εκτροπή απο 1000μ έως 3000 μ. έχουμε οικολογική ζημιά αλλά δεν έχουμε για εκτροπή π.χ.8000 μ.. Η όλη διαδικασία θυμίζει τον Μαθηματικό τύπο για τους μειοδοτικούς διαγωνισμούς των Δ.Ε.,ο οποίος δημιούργησε πολλαπλάσια προβλήματα στην πλειοψηφεία των απασχολουμένων στον κλάδο ,στην προσπάθεια και μόνο να μειωθούν οι εκπτώσεις.
    2. Για το βάθος ροής των 20 εκ. σ΄όλο το μήκος εκτροπής, σημαίνει απλά οτι δεν θέλουμε να υλοποιηθούν ΜΥΗΕ. Οι κλίσεις της κοιτης σχεδόν ολων των υδατορεμάτων που αφορούν αυτού του μεγέθους έργα , τους ξηρούς μήνες του έτους δέν καλύπτουν το περιορισμό των 20 εκ.χωρίς να γίνει εκτροπή. Στα περισσότερα υδατορέματα το νερό κινείται αναμεσα στα φερτά υλικά και σε πολλά σημεία δεν είναι ορατό. Το σχέδιο δεν λαμβάνει υπ΄όψιν του οτι τα ρέματα, λόγω και της φύσης τών ελληνικών πετρωμάτων, εμπλουτίζονται σχεδόν πάντα με πηγές και συγκλίσεις μικρότερων ρεμάτων σε όλο το μήκος τους άρα η «ζημιά» που θα προκαλέσει η διακοπή μέρους της φυσικής παροχής δεν είναι μεγάλη. Γι΄αυτό και δεν έχει σταματήσει η ζωή στα ως άνω υδατορέματα , παρά την λειτουργία κατά τους ξηρούς μήνες των αρδευτικών καναλιών, τα οποία αφαιρούν στην υδροληψία ολη την διαθέσιμη ποσότητα νερού.
    3. Ενα επίσης αρνητικό σημείο του σχεδίου είνα η αναδρομική ισχύς. Είναι αδιανότητο ένα ευνομούμενο κράτος να τιμωρεί απο θέση ισχύος τούς πολίτες του οι οποίοι, βασιζόμενοι στην συνέχεια του κράτους, ξόδεψαν χρόνο και χρήμα και ξαφνικά με μία Υ.Α. όλα να διαγράφονται.
    Πιστεύουμε ότι η πανίδα και η χλωρίδα της Ελλάδος δεν προστατεύεται με μαθηματικούς τύπους και απίθανες διατομές, αλλά με βούληση και ειλικρινή διάθεση για απόλυτη εφαρμογή των πραγματικών παραμέτρων που προβλέπονται στις ΜΠΕ.Για το λόγο αυτό θα ήταν χρήσιμο να συσταθεί ενας ανεξάρτητος φορέας ελέγχου στελεχωμένος με έμπειρους επιστήμονες,να παρακολουθεί την πιστή εφαρμογή της μελέτης και να έχει την νομική εξουσιοδότηση επιβολής διοκητικών κυρώσεων στούς παραβάτες έως και την αφαίρεση της άδειας παραγωγής.
    Προτείνουμε:
    α)να αφαιρεθούν τα υπο διαβούλευση άρθρα και μέσα από ένα διάλογο περιορισμένου χρόνου, μεταξύ του ΥΠΕΚΑ και εκπροώπων απο τον σύνδεσμο των μελετητών και επενδυτών, να δοθούν λύσεις προς την σωστή κατεύθυνση,γιατι διαφορετικά η παραγωγή ενέργειας θα συγκετρωθεί στα χέρια ελαχίστων σε αντίθεση των όσων έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση και ζητάει η Ευρωπαική Ενωση.
    β)παράλληλα να ζητήσουμε πληροφορίες απο τις αλλές Ευρωπαικές χώρες για τα μέτρα που έχουν λάβει και στις οποίες η συμετοχή των ΜΥΗΕ στην παραγωγή ενέργειας ανέρχεται σε ποσοστό > του 20% της εγκαταστημένης ισχύος ( π.χ. Πορτογαλία βλ. εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ 12 ή 13 Αυγουστου του 2010).
    γ)Τέλος η Υ.Α. να μην έχει αναδρομική ισχύ.

    Ευχαριστώ

    Για την εταιρεία
    Λεωνίδας Καραγεώργος
    Πολιτ.Μηχανικός

  • 23 Αυγούστου 2010, 22:40 | ΝΙΚΟΣ ΒΛΑΧΟΣ

    Παρατηρήσεις στο άρθρο 3
    Θα προσπαθήσω να αναλύσω τα γεωμετρικά δεδομένα σε συνάρτηση με τα ενεργειακά δεδομένα , και τα δεδομένα της υπουργικής απόφασης ενός ΜΥΗΣ.
    • Γεωμετρικά δεδομένα
    Τα γεωμετρικά δεδομένα είναι η υψομετρική διαφορά (σε χιλιόμετρα), το μήκος του αγωγού, το μήκος της φυσικής κοίτης που εκτρέπεται, η κλίση του ρέματος.
    Λόγω των μικρών κλίσεων των ρεμάτων ανά την Ελλάδα(στα τμήματα που υπάρχει νερό για αξιοποίηση κυμαίνεται από 3% έως 10% ) και στα ποτάμια η κλίση φθάνει περίπου στο 1,5% έως 4% μπορούμε να θεωρήσουμε δεδομένο το μήκος εκτροπής της φυσικής κοίτης = μήκος του αγωγού
    Επίσης για την κατανόηση του προβλήματος μήκος αγωγού=L=Lmax
    Ισχύει ο τύπος J=ΔΗ/L τύπος 1
    J= κλίση ρέματος
    ΔΗ Η υψομετρική διαφορά μεταξύ σταθμού και υδροληψίας L=Lmax
    • Ενεργειακός τύπος
    Λαμβάνοντας υπόψη τις αποδόσεις του στροβίλου, γεννήτριας, ,μετασχηματιστή
    ισχύει ο τύπος P=8,3*Q*ΔΗ τύπος 2
    P=Ισχύς σε MW Q=Παροχή σε m3/sec.
    Από τύπο 1 και τύπο 2 έχουμε P=8,3*Q*L*J τύπος 3
    • Δεδομένα υπουργικής απόφασης
    Για λαμβανόμενη την απαιτούμενη οικολογική παροχή
    L=0,25+11,2*(P-0,3)/(5+(P-0,3)) τύπος 4
    Από τύπο 3 και τύπο 4 προκύπτει η σχέση
    J=(P*(P+4,7))/(8,3*Q*(11,45P-2,18)) τύπος 5
    Λαμβάνοντας τώρα διάφορα σχεδιαζόμενα υδροηλεκτρικά
    Για ισχύ Ρ=0,32 MW έχουμε j=0,130/Q
    Για ισχύ P=0,50 MW έχουμε J=0,088/Q
    Για ισχύ P=0,70 MW έχουμε J=0,078/Q
    Για ισχύ P=1,0 MW έχουμε J=0,074/Q
    Για ισχύ P=1,50 MW έχουμε J=0,074/Q
    Για ισχύ P=2,0 MW έχουμε J=0,078/Q
    Για ισχύ P=2,50 MW έχουμε J=0,082/Q
    Τώρα θα υπολογίσουμε την παροχή σε m3 ανάλογα με την κλίση του ρέματος για κάθε έργο για το μήκος L=Lmax
    1. ΜΥΗΣ ισχύος 0,32 MW Μήκος Lmax=295m
    • J=0,03 (3%) Q=4,33 M3
    • J=0,04 (4%) Q=3,25 M3
    • J=0,05 (5%) Q=2,60 M3
    • J=0,06 (6%) Q=2,17 M3
    • J=0,07 (7%) Q=1,86 M3
    • J=0,08 (8%) Q=1,63 M3

    2. ΜΥΗΣ ισχύος 0,5 MW Μήκος Lmax=681m
    • J=0,03 (3%) Q=2,93 M3
    • J=0,04 (4%) Q=2,20 M3
    • J=0,05 (5%) Q=1,76 M3
    • J=0,06 (6%) Q=1,47 M3
    • J=0,07 (7%) Q=1,26 M3
    • J=0,08 (8%) Q=1,10 M3

    3. ΜΥΗΣ ισχύος 1,0 MW Μήκος Lmax=1625m
    • J=0,03 (3%) Q=2,47 M3
    • J=0,04 (4%) Q=1,85 M3
    • J=0,05 (5%) Q=1,48 M3
    • J=0,06 (6%) Q=1,23 M3
    • J=0,07 (7%) Q=1,06 M3
    • J=0,08 (8%) Q=0,93 M3

    4. ΜΥΗΣ ισχύος 1,5 MW Μήκος Lmax=2418m
    • J=0,03 (3%) Q=2,47 M3
    • J=0,04 (4%) Q=1,85 M3
    • J=0,05 (5%) Q=1,48 M3
    • J=0,06 (6%) Q=1,23 M3
    • J=0,07 (7%) Q=1,06 M3
    • J=0,08 (8%) Q=0,93 M3

    5. ΜΥΗΣ ισχύος 2,0 MW Μήκος Lmax=3092m
    • J=0,03 (3%) Q=2,60 M3
    • J=0,04 (4%) Q=1,95 M3
    • J=0,05 (5%) Q=1,56 M3
    • J=0,06 (6%) Q=1,30 M3
    • J=0,07 (7%) Q=1,11 M3
    • J=0,08 (8%) Q=0,98 M3 ΔΗ=
    Λαμβάνοντας υπόψη από τα παραπάνω
    1..Δεν υπάρχει δυνατότητα κατασκευής μικρών υδροηλεκτρικών στην Ελλάδα.
    2.Θα υπάρχει και συνέχεια για τον υπολογισμό του ύψους του νερού στα ρέματα, λαμβάνοντας υπόψιν την παροχή, το συντελεστή τριβής , το πλάτος των ρεμάτων και την ταχύτητα ροής.

  • 22 Αυγούστου 2010, 19:53 | ΝΙΚΟΣ ΒΛΑΧΟΣ

    στατιστικά στοιχεία των ΜΥΗΕ με τα οποία έχουμε ασχοληθεί( επενδυτικά και μελετητικά )
    • Έργα σε λειτουργία 4
    Δυνατότητα λειτουργίας σύμφωνα με την Υ. Α 1
    Αποκλεισμός λειτουργίας σύμφωνα με την Υ. Α 3
    • Έργα με άδεια παραγωγής-Ειδικού καταλόγου Ρ.Α.Ε 15

    Δυνατότητα λειτουργίας σύμφωνα με την Υ. Α 5
    Αποκλεισμός λειτουργίας σύμφωνα με την Υ. Α 10

    Δεν έχω να κάνω περισσότερες από τις καλά τεκμηριωμένες αναλύσεις του
    Ηλίας Κακιόπουλου,
    Μαθηματικού(ΕΚΠΑ),ΜΒΑ, ΜSc,
    Μέλος της Ελληνικής Μαθηματικής Εταιρίας (ΕΜΕ)

    Απορώ ποιος σκέφθηκε αυτό το έκτρωμα και το έδωσε στην υπουργό για να βγάλει υπουργική απόφαση
    Δεν καταλαβαίνουν ότι την εκθέτουν

    Νίκος Βλάχος
    Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός ΕΜΠ
    Υδραυλικός Μηχανικός-Περιβαλλοντολόγος

  • 20 Αυγούστου 2010, 20:07 | Νίκος Δεληγιώργης

    Μαθηματικός Τύπος

    Αξιοπερίεργη έμπνευση αποτελεί ο προτεινόμενος από την Υ.Α. μαθηματικός τύπος, κυρίως επειδή περιλαμβάνει ως βασικό μέγεθος έναν όχι άμεσα περιβαλλοντικό παράγοντα, τη μέγιστη ισχύ του έργου (MW). Όσο κι αν ανατρέξαμε τη διεθνή βιβλιογραφία (με μεγαλύτερη προσοχή την ευρωπαϊκή) πουθενά δεν συναντήσαμε κάτι παρόμοιο, προφανώς διότι η περιβαλλοντική κατάσταση ενός υδατορέματος δεν έχει ουδεμία συσχέτιση με τον εγκαθιστούμενο ηλεκτρομηχανολογικό εξοπλισμό ενός έργου. Το πιθανότερο είναι σαν έμπνευση να αποτελεί μία προσπάθεια ισοσκελισμού των πιθανών αρνητικών τοπικής κλίμακας περιβαλλοντικών επιπτώσεων (μείωση υδατοπαροχής στο μήκος εκτροπής) με τις θετικές παγκόσμιας κλίμακας (οικολογική ηλεκτροπαραγωγή). Στην πράξη όμως με τον τρόπο που εκφράζεται δεν το πετυχαίνει σε καμία περίπτωση αφού η οικολογική ηλεκτροπραγωγή δεν συνδέεται με τη μέγιστη ισχύ του ΜΥΗΕ (MW) αλλά με την παραγόμενη ενέργεια (kWh) η οποία εξαρτάται από πλήθος άλλων σημαντικότερων παραγόντων.

    Περαιτέρω, επειδή ουσιαστικά ο μαθηματικός τύπος ενθαρύνει την αδειοδότηση έργων με μεγαλύτερη ονομαστική ισχύ, εξωθεί σε τεχνικά μη ορθές πρακτικές υπερδιαστασιολόγησης των τεχνικών χαρακτηριστικών του ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού των ΜΥΗΕ προκειμένου να καταφέρουν να «παρακάμψουν» τον μαθηματικό τύπο. Καθώς δεν υπάρχει στο υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο ξεκάθαρο κριτήριο μέγιστου βαθμού ενεργειακής εκμετάλλευσης του υδάτινου πόρου, τέτοιες λανθασμένες πρακτικές είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα εφαρμοστούν και θα οδηγήσουν σε κακοσχεδιασμένα, υπερδιαστασιολογημένα έργα που θα στρεβλώσουν και θα αλλοιώσουν την υγειή ανάπτυξη της αγοράς (αντίθετα δηλαδή από τον σκοπό της ΥΑ). Οι συνέπειες εφαρμογής του τύπου δηλαδή είναι ιδιαίτερα αρνητικές από αυτή την άποψη ενώ ταυτόχρονα ουσιαστικά παρακάμπτεται εύκολα η ισχύς του.

    Επίσης, άστοχη κρίνεται και με την κοινή λογική η θετικότερη περιβαλλοντική αξιολογηση ενός έργου με μεγαλύτερη ισχύ σε σχέση με ένα άλλο στο ίδιο υδατόρεμα, από τη στιγμή που προκειμένου να επιτευχθεί η μεγαλύτερη ισχύς θα εκτρέπεται μεγαλύτερο ποσό ύδατος. Μεγαλύτερη δηλαδή αλλαγή στη φυσική παροχή του υδατορέματος θα αξιολογείται από τον προτεινόμενο μαθηματικό τύπο θετικότερα, πράγμα μάλλον άτοπο.

    Η μορφή του μαθηματικού τύπου έτσι όπως προτείνεται δίνει περισσότερο την εντύπωση οικονομοτεχνικής αξιολόγησης του ΜΥΗΕ, παρά περιβαλλοντικής. Ως εκ τούτου η εφαρμογή του ξεφεύγει τελείως από τα καθήκοντα και το γνωστικό αντικείμενο της κρατικής Αρχής περιβαλλονικής αδειοδότησης. Το ισχύον εθνικό νομοθετικό πλαίσιο έχει μάλιστα πλήρως κατανείμει τα καθήκοντα αξιολόγησης για τα έργα ΜΥΗΕ, με το τεχνοοικονομικό κριτήριο να τίθεται σε πρώτο στάδιο (Αδ. Παραγωγής) από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και ως εκ τούτου δεν συντρέχει λόγος επανεξέτασης του και ούτε νόμιμη αιτία συμπλήρωσης και εξειδίκευσης του ΕΠΧΣΑΑ-ΑΠΕ.

    Ευννοώντας τα μεγαλύτερα μεγέθη (MW) ΥΗΕ ο προτεινόμενος από την ΥΑ μαθηματικός τύπος αγνοεί επιδεικτικά ένα ακόμα πλεονέκτημα των ΜΥΗΕ το οποίο μάλιστα αποτελεί μέρος της εθνικής στρατηγικής για την αξιοποίηση των ΑΠΕ. Συγκεκριμένα, τα ΜΥΗΕ εφόσον διατηρούν μικρό μέγεθος (<<5MW) αποτελούν ιδανική έκφανση της διασποράς παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος με ικανότητα τροφοδοσίας στο τοπικό δίκτυο μέσης τάσης, χωρίς την απαίτηση κατασκευής δαπανηρών υποδομών όπως γραμμές Υ.Τ. και υποσταθμούς Μ.Τ./Υ.Τ. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι η διεσπαρμένη παραγωγή όπως κατα λέξη περιγράφηκε ανωτέρω, αποτελεί έναν από τους στρατηγικούς στόχους της ανάπτυξης του συστήματος μεταφοράς (Κεφ. 4, ΜΑΣΜ 2010-2014). Κατά συνέπεια, η ενθάρρυνση εγκατάστασης υδροηλεκτρικών μεγαλύτερης ισχύος (πιο κοντά προς το άνω όριο των 15MW) και ως εκ τούτου ο μαθηματικός τύπος της εξεταζόμενης Υ.Α. βρίσκεται σε αντίθεση με την ισχύουσα εθνική στρατηγική.

    Υπενθυμίζεται ότι οποιασδήποτε μορφής κριτήρια περιβαλλοντικής αποδοχής εφαρμοστούν (με τη μορφή τύπου ή άλλη) θα έχουν χρέος να διατηρούν τα ΜΥΗΕ συμφέροντα σαν επενδύσεις, διαφορετικά προφανώς θα ακυρώνουν πλήρως την υλοποίηση τους, αντιβαίνονταν δηλαδή την υφιστάμενη πολιτική και κοινωνική βούληση. Δεν έχει νόημα η εφαρμογή ενός μαθηματικού τύπου που ακυρώνει τα μισά ΜΥΗΕ εκτός κι αν επιθυμούμε ξεκάθαρα να σταματήσουμε την ανάπτυξη τους. Έχει αντίθετα νόημα η εφαρμογή κριτηρίων που θα εξασφαλίζουν την ενσωμάτωση των ΜΥΗΕ στο τοπικό περιβάλλον με πλήρη επιστημονική τεκμηρίωση και διεθνώς αποδεκτές αρχές.

    Η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα αναγνωρίζει ότι μοναδικός τρόπος εξασφάλισης χαμηλών αρνητικών επιπτώσεων στο ποτάμιο οικοσύστημα από την ενεργειακή αξιοποίηση τους (ΜΥΗΕ) είναι η παραμένουσα οικολογική παροχή. Αυτή η παροχή ύδατος δεν έχει σε καμμία περίπτωση σχέση με τα τεχνικά χαρακτηριστικά του έργου και έχει οριστεί πλήρως από το ΕΠΧΣΑΑ-ΑΠΕ. Εφόσον η Αρχή περιβαλλοντικής αδειοδότησης επιθυμεί να εξειδικεύσει τα κριτήρια που έχουν ήδη τεθεί από το ΕΠΧΣΑΑ-ΑΠΕ, διατηρώντας υψηλή την ενεργειακή αποδοτικότητα τους για παραγωγή οικολογικών kWh, τότε πρέπει να λάβει υπόψη της, σύμφωνα με τη διεθνή πρακτική τα εξής μεγέθη / παράγοντες :

    – την επιπλέον παροχή που συμβάλλει στο υδατόρεμα από παράπλευρους κλάδους του εμπλουτίζοντας την οικολογική παροχή στο μήκος εκτροπής.
    – Την επιπλέον οικολογική παροχή που συμβάλλει στο υδατόρεμα από παράπλευρους κλάδους του στο διάστημα ανάμεσα σε διαδοχικά έργα.
    – Την επιπλέον οικολογική παροχή που αφήνεται στο υδατόρεμα με πρωτοβουλία του φορέα του ΜΥΗΕ
    – Την ένταξη ή όχι του υδατορέματος σε προστατευόμενες περιοχές
    – Τη χαμηλή ή υψηλή σημασία των ειδών πανίδας / χλωρίδας για τα οποία υπάρχει επαρκής τεκμηρίωση ότι θίγονται.
    – Την παρούσα επισκεψιμότητα του υδατορέματος στο μήκος εκτροπής για τουριστικούς σκοπούς
    – Την υφιστάμενη οικολογική επιβάρυνση – πιέσεις του υδατορέματος από άλλους παράγοντες (π.χ. μόλυνση)
    – Τα οφέλη σε παγκόσμια κλίμακα (οικολογική ηλεκτροπαραγωγή, επιβράδυνση κλιματικής αλλαγής) που προκύπτουν από την ενεργειακή αξιοποίηση κάθε λίτρου νερού
    – Την πυκνότητα υδάτινου δυναμικού προς αξιοποίηση στην εκάστοτε εξεταζόμενη περιοχή της χώρας
    – Το μήκος εκτροπής

    Βάθος 20 εκατοστών

    Εξαιρετικά μεγάλη εντύπωση προκαλεί η πρόταση τήρησης βάθους ύδατος της τάξης των 20 εκατοστών σε όσα υδατορέματα διαπιστωθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες αλιείας η ύπαρξη ιχθυοπανίδας. Η έκπληξη είναι μεγάλη διότι έως τώρα θεωρούταν δεδομένο ότι το σύνολο των εμπλεκομένων στην ανάπτυξη, κατασκευή και αδειοδότηση των έργων ΜΥΗΕ (άρα και η κρατική Αδειοδοτούσα Αρχή) είχε συνείδηση πως το 95% των υπό αδειοδότηση ΜΥΗΕ χωροθετούνται σε ορεινά υδατορέματα χειμαρρώδους χαρακτήρα, με διαρκώς μεταβαλλόμενη διατομή κοίτης (βράχια, φυσικοί αναβαθμοί, φυσικές στενώσεις, εποχιακές αλλαγές διαδρομής κ.λ.π.) και μεγάλες διαμήκης κλίσεις, παράγοντες που καθιστούν παντελώς αδύνατη την τήρηση κανόνων βάθους στο μήκος εκτροπής. Χαρακτηριστικό είναι ότι η διεθνής βιβλιογραφία είναι γεμάτη από αναφορές για την ακαταλληλότητα μεθόδων σταθερής ταχύτητας ή βάθους στον ορισμό της οικολογικής παροχής ορεινών υδατορεμμάτων.
    Πέραν αυτού, το βάθος των 20εκ. είναι υπερβολικό σαν σχετικό μέγεθος, καθώς δεν συναντάται τις περισσότερες φορές ούτε στη φυσική παροχή των ορεινών υδατορεμάτων τους περισσότερους μήνες, με αποτέλεσμα να είναι αδύνατο να ικανοποιείται από την οικολογική παροχή. Υπερβολικό είναι και ως απόλυτο μέγεθος καθώς από παρατηρήσεις μας η ιχθυοπανίδα που διαβιώνει στα υδατορέματα φαίνεται να έχει πολύ μικρότερες απαιτήσεις για την ελεύθερη κυκλοφορία της. Στην ίδια άποψη συνηγορεί και η διεθνής βιβλιογραφία, που για ρέματα σταθερής διατομής προτείνει βάθη στο ήμιση του αναφερόμενου από την Υ.Α.
    Σε κάθε περίπτωση, η μέθοδος του σταθερού βάθους προέρχεται επιστημονικά από εφαρμογές / μελέτες σε ποτάμια σταθερής διατομής και μόνο σε αυτά μπορεί να εφαρμοστεί. Κατά συνέπεια, προς αποφυγή συγχύσεων, μπορεί να εφαρμοστεί μόνο μέσω ενός διαχωρισμού των ΜΥΗΕ σε δύο κατηγορίες ανάλογα με το χαρακτήρα του ρέματος / ποταμού που αφορούν (π.χ. ορεινός χείμαρος ή ποταμός διευθετημένες κοίτης). Σε ορεινούς χειμάρους εφόσον πρώτη προτεραιότητα αποτελεί η πλήρης εξασφάλιση διαβίωσης μεγάλων πληθυσμών ιχθυοπανίδας (π.χ. εφόσον αυτή θεωρηθεί υψηλής σημασίας ή είναι προστατευόμενο είδος ή εντός natura), τότε η θέσπιση ειδικών μέτρων (πέραν της οικολογικής παροχής) σίγουρα δεν μπορεί να γίνει με υπόδειξη σταθερού βάθους αλλά απαιτείται διερεύνυση του θέματος από ειδικούς ιχθυολόγους σε συνεργασία με το σύνδεσμο των ΜΥΗΕ.

  • 20 Αυγούστου 2010, 18:26 | ΥΔΡΟΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.

    Αξιότιμη κα Υπουργός ΠΕΚΑ,

    Σε συνέχεια των σχολίων μας επί του πρώτου και δεύτερου άρθρου επί της δημόσιας διαβούλευσης για τη «Συμπλήρωση και εξειδίκευση τεχνικών και λοιπών λεπτομερειών των κριτηρίων χωροθέτησης Μικρών Υδροηλεκτρικών Έργων (ΜΥΗΕ) που προβλέπονται στο Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΕΠΧΣΑΑ-ΑΠΕ) σύμφωνα με την παρ 5 του άρθρου 9 του Ν. 3851/2010» θα θέλαμε να επαναλάβουμε οτι η εταιρεία μας,συστήθηκε το έτος 1997 με σκοπό την παραγωγή ενέργειας από υδατοπτώσεις (υδροηλεκτρικοί σταθμοί).Στην πέραν της δεκαετίας πορεία της εταιρείας στο χώρο έχει να επιδείξει την ολοκλήρωση μετά από πλείστες δυσκολίες και αντιξοότητες την κατασκευή και λειτουργία τεσσάρων έργων μικρών υδροηλεκτρικών σταθμών συνολικής ισχύος 5,27 MW. Το παλαιότερο από αυτά ετέθη σε λειτουργία το έτος 2000 ενώ το πιο πρόσφατο το έτος 2008 ενώ τα τέσσερα αυτά έργα έχουν ονομαστική ισχύ 1,3 MW, 0,98 MW, 0,99 MW , 2,0 MW. Πέραν των ήδη λειτουργούντων έργων η εταιρεία μας προωθεί αδειοδοτικά άλλα δώδεκα ΜΥΗΕ συνολικής ισχύος 22,55 MW με επιμέρους ισχύς από 0,3MW έως 3,0 MW, ενώ βρίσκεται και σε στάδιο κατάρτισης έντεκα νέων προτάσεων ΜΥΗΕ συνολικής ισχύος 27,4 MW .

    Τα υπό αδειοδότηση έργα βρίσκονται σε διάφορες φάσεις της αδειοδοτικής διαδικασίας, με τα περισσότερα από αυτά να βρίσκονται στη φάση της έκδοσης Απόφασης ΠΠΕΑ ή ΜΠΕ, όλα στην αρμόδια υπηρεσία της ΕΥΠΕ ως έργα Α1 κατηγόριας .Από αυτά κατόπιν εφαρμογής των κριτηρίων του άρθρου 3 δυο από τα τέσσερα λειτουργούντα έργα δεν θα έπρεπε να λειτουργούν (ποσοστό 50%), τρία από τα τέσσερα που λειτουργούν δεν μπορούν να επεκταθούν ως προς την ισχύ τους με ελάχιστες ωστόσο περιβαλλοντικές επεμβάσεις και υφιστάμενες υποδομές (ποσοστό 75%),και εννέα από τα δώδεκα έργα που βρίσκονται στη φάση της περιβαλλοντική αδειοδότησης δεν μπορούν να προχωρήσουν και να λάβουν άδεια εγκατάστασης(ποσοστό 75%). Όσον αφορά τα υπό διερεύνηση έργα για τα οποία προετοιμάζουμε προτάσεις για έκδοση αδείας παραγωγής εννέα από τα έντεκα δεν πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 3 (ποσοστό 82%).

    Όπως είναι φανερό στη μεμονωμένη περίπτωση της εταιρείας μας το μέλλον διαγράφεται απαγορευτικό και μάλλον μετά από 13 χρόνια στο χώρο των ΜΥΗΕ θα πρέπει να αλλάξουμε αντικείμενο ενασχόλησης. Μάλλον το μέγεθος των 4.040 Μwh/Mw που παρουσίασαν τα έργα μας κατά το έτος 2009 δεν είναι άξιο λόγου και η προσφορά μας στο ενεργειακό ισοζύγιο θα πρέπει να θεωρηθεί μηδαμινή. Μηδαμινή θα πρέπει να λογίζεται από όλους εκείνους που δημιουργούν κλίμα απαγορευτικό για τα ΜΥΗΕ , η προσφορά μας στην τοπική κοινωνία και τους Δήμους που έχουν χωροθετηθεί τα εν λειτουργία έργα μας από την πώληση της ενέργειας. Μηδαμινή θα πρέπει να λογίζεται και η προσφορά μας στην τοπική κοινωνία μέσω ανταποδοτικών έργων άρδευσης που έχουν πραγματοποιηθεί στα τρία από τα τέσσερα εν λειτουργία έργα μας με αποδέκτες χιλιάδες αρδευόμενος καλλιεργητές , όπως και η προσφορά μας για τη συντήρηση επι μιας δεκαετίας ενός δημόσιου αρδευτικού έργου μήκους τεσσάρων χιλιομέτρων που έχει αφεθεί στην τύχη του από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης. Η υλοποίηση ενός ΜΥΗΕ οδηγεί στην αξιοποίηση και βελτίωση όλων των υποδομών που βρίσκονται πλησίον του. Βελτιώνεται το οδικό δίκτυο, βελτιώνεται κατά συνήθη τακτική το αρδευτικό δίκτυο της κάθε περιοχής , αυξάνεται ο αριθμός των αρδευόμενων καλλιεργητών, δημιουργείται σημαντική υποδομή για την πυρόσβεση δυσπρόσιτων περιοχών καθώς και μια σειρά άλλων υποδομών που σχετίζονται με την σταθεροποίηση του ηλεκτρικού δικτύου απομακρυσμένων περιοχών και οικισμών που εν έτη 2010 δεν μπορούν να απολαμβάνουν την ίδια ποιότητα ηλεκτρικού ρεύματος με αυτών των αστικών κέντρων. Και ερωτάται κανείς πως αυτά τα ωφέλη και πολλά άλλα μπορούν να ενσωματωθούν σε έναν μαθηματικό τύπο ούτως ώστε να διασφαλίζεται το περιβάλλον και να προωθούνται τα ΜΥΗΕ? Μη γελιόμαστε, τα κριτήρια του άρθρου 3 εξυπηρετούν έναν και μόνο σκοπό, το σφαγιασμό όλων των ΜΥΗΕ, την παύση εργασίας μιας πλειάδας επιστημόνων που σχετίζονται με τον κλάδο και την αποστροφή των υφιστάμενων καθώς και άλλων υποψήφιων επενδυτών σε άλλα αντικείμενα, πιο περιβαλλοντικά ή ακόμα και στο ίδιο αντικείμενο αλλά σε άλλες γειτονικές χώρες ! Τα στατιστικά αποτελέσματα της εφαρμογής των κριτηρίων του άρθρου 3 στα υποψήφια ΜΥΗΕ επιβεβαιώνουν το σκοπό αυτό .

    Αναφορικά λοιπόν με το επιστημονικό υπόβαθρο του μαθηματικού τύπου σε καμία χώρα του κόσμου, ακόμη και σε αυτές με ίδιες ή παρόμοιες υδρολογικές και γεωλογικές συνθήκες με την Ελλάδα, όπου ήδη έχει αξιοποιηθεί το μεγαλύτερο ποσοστό του διαθέσιμου μικροϋδροηλεκτρικού δυναμικού, δεν έχει γίνει καν προσπάθεια να συσχετιστεί το μήκος εκτροπής με την ισχύ του έργου. Σε όλη την Ευρώπη αλλά και στον κόσμο, η διατήρηση της διαβίωσης του οικοσυστήματος στο τμήμα της εκτροπής εξασφαλίζεται μέσω της λεγόμενης οικολογικής ή διατηρητέας παροχής. Ο καθορισμός της ποσότητας της οικολογικής παροχής γίνεται με βάση τα υδραυλικά, υδρολογικά και γεωλογικά χαρακτηριστικά του ρέματος καθώς και με βάση άλλα χαρακτηριστικά που έχουν να κάνουν με την ιχθυολογική σημασία καθώς και οικολογικές παραμέτρους.
    Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της οικολογικής παροχής είναι:
    1. Μέθοδοι που βασίζονται σε υδρολογικές ή στατιστικές παραμέτρους (η οικολογική παροχή καθορίζεται ως ποσοστό της μέσης ετήσιας παροχής ή της ελάχιστης μέσης παροχής, ή με βάση συγκεκριμένες τιμές της Καμπύλής Διάρκειας Παροχής)
    2. Μέθοδοι που βασίζονται σε γεωμετρικά ή γεωλογικά χαρακτηριστικά (ορίζεται με βάση συγκεκριμένη τιμή ειδικής απορροής με βάση το εμβαδό της λεκάνης)
    3. Μέθοδοι που βασίζονται στην ταχύτητα και στο βάθος ροής
    4. Πολυπαραμετρικοί μέθοδοι που λαμβάνουν υπόψη περιβαλλοντικές, οικονομικές και ποιοτικές παραμέτρους
    Συνήθως προτιμάται ο καθορισμός της οικολογικής παροχής με βάση την ελάχιστη μέση ετήσια παροχή ή την μεγαλύτερη από τις ελάχιστες μηνιαίες παροχές ενός μέσου έτους. Σε κάθε περίπτωση ο ενδιάμεσος εμπλουτισμός πρέπει να λαμβάνεται υπόψη. Τυχόν επιπλέον περιορισμοί θα πρέπει να είναι ξεκάθαροι, πλήρως αιτιολογημένοι και να εφαρμόζονται μόνο κατά περίπτωση.

    Ας δούμε λίγο τι ισχύει στην Ευρώπη για την οικολογική παροχή

    Γαλλία: 1/10 της μέσης ετήσιας παροχής και για παροχές μεγαλύτερες από 80 m3/sec το 1/20 μέχρι το 1987. Μετά το 1987 οι παραπάνω τιμές μειώνονται στο ¼.
    Ελλάδα: 30% της μέσης θερινής παροχής ή 50% της μέσης τιμής του Σεπτεμβρίου
    Ιταλία: υπάρχουν οδηγίες καθορισμού της οικολογικής παροχής από τις αρμόδιες υπηρεσίες μέσω πολυπαραμετρικών αναλυτικών σχέσεων που λαμβάνουν υπόψη διάφορες παραμέτρους. Προκύπτει τιμή της τάξεως 4-6 lt/km2 (ανάλογα με το εμβαδό της λεκάνης)
    Λιθουανία: ισχύουν δύο τιμές ανάλογα με την περιοχή. Για την 1η περιοχή είναι ίση με την τιμή που αντιστοιχεί στην τιμή των τελευταίων 30 ημερών της ΚΔΠ (ανάλυση 5 ετών) ενώ για την δεύτερη περιοχή είναι χαμηλότερη γιατί καθορίζεται με στοιχεία 20 ετών. Στην περίπτωση εκτροπής η τιμή καθορίζεται στο 10% της μέσης ετήσια παροχής.
    Νορβηγία: η τιμή καθορίζεται με βάση την τιμή που εμφανίζεται 350 μέρες το χρόνο στην ΚΔΠ
    Πορτογαλία: ίση με το 10% της μέσης ετήσιας παροχής
    Σκωτία: ίση με το 45% της μέσης ετήσιας παροχής
    Ισπανία: μέχρι το 2001 η τιμή ήταν ίση με το 10% της μέσης ετήσιας παροχής. Μετά το 2001 η τιμή της οικολογικής παροχής καθορίζεται μέσω των σχεδίων διαχείρισης λεκανών απορροής (στην Ελλάδα που είναι) ξεχωριστά για κάθε λεκάνη. Η τιμή που προκύπτει κυμαίνεται μεταξύ των 2-4 lt/km2
    Ηνωμένο Βασίλειο: Δεν υπάρχει σαφής μεθοδολογία καθορισμού. Συνήθως επιλέγεται η τιμή που αντιστοιχεί στο 95% της ΚΔΠ.
    Αυστρία: Η Αυστρία δεν έχει συγκεκριμένη μέθοδο υπολογισμού παρά μόνο κάποιες προσεγγίσεις της σωστής τιμής. Η τιμή της οικολογικής παροχής καθορίζεται από υπηρεσιακό παράγοντα, ειδικό στα θέματα αυτά και λαμβάνεται υπόψη και στην διαδικασία επιχορήγησης. Προκύπτουν διαφορετικά αποτελέσματα από διαφορετικά άτομα με διαφορετική εμπειρία. Οι πρώτες συζητήσεις για τον καθορισμό της τιμής ξεκινούν μεταξύ της μέσης ελάχιστης ετήσιας παροχής και της μέσης ελάχιστης μηνιαίας παροχής.
    Ελβετία: Η οικολογική παροχή κυμαίνεται γύρω από την τιμή που αντιστοιχεί στο 95% της ΚΔΠ.
    Γερμανία: Δεν υπάρχει μέθοδος για όλη τη χώρα. Κάθε περιοχή έχει τη δική της μέθοδο. Η πιο κοινή τιμή είναι αυτή που αντιστοιχεί στο 1/3 της μέσης ελάχιστης παροχής.

    Αναφορικά με την ενδιάμεση απόσταση μεταξύ έργων σύμφωνα με την ΥΑ, η ΥΑ πρέπει να «συμπληρώνει» και να «εξειδικεύει» το Ειδικό Χωροταξικό. Στην ουσία όμως καταργεί ορισμένες παραγράφους του. Συγκεκριμένα στην παράγραφο 3.γ του άρθρου 16 αναφέρεται:
    γ. Όταν προβλέπεται εκτροπή του νερού από τη φυσική κοίτη του υδατορεύματος και για μήκος μεγαλύτερο των 250m, το μήκος του τμήματος φυσικής κοίτης που θα αφήνεται μεταξύ δύο επάλληλων Μ.ΥΗ.Ε. (δηλαδή μεταξύ του σημείου επαναφοράς του νερού στη φυσική κοίτη για το ανάντη Μ.ΥΗ.Ε. και του σημείου υδροληψίας ή την αρχή της τεχνητής λίμνης του πλησιέστερου κατάντη Μ.ΥΗ.Ε. δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 1000 m.
    Με βάση την παραπάνω παράγραφο ορίζεται σαφώς ότι το ενδιάμεσο μήκος μπορεί να είναι ίσο με 1001 m και πάνω. Με την φράση που προστίθεται στη ΥΑ «ταυτόχρονα δεν πρέπει να υπολείπεται του 33% του συνολικού μήκους…..» στην ουσία καταργείται η παράγραφο του Ειδικού χωροταξικού αφού για έργα που η ενδιάμεση απόσταση είναι μικρότερη του 33% και ταυτόχρονα είναι μεγαλύτερη από 1000 m αποκλείονται.
    Αντίστοιχα στην παράγραφο δ2 του άρθρου 16 αναφέρεται:
    δ2) στην περίπτωση έργων πολλαπλής χρήσης νερού ή στην περίπτωση ενσωμάτωσης Μ.ΥΗ.Ε. σε υφιστάμενο αρδευτικό ή υδρευτικό δίκτυο, ακόμη και αν απαιτηθεί αντικατάσταση μέρους ή του συνόλου του δικτύου.
    Με την ΥΑ καταργείται η παραπάνω εξαίρεση με αυθαίρετο τρόπο, καταργώντας επίσης τα οποιαδήποτε οφέλη θα είχαμε από έργα πολλαπλού σκοπού, ενω θα πρέπει να εξεταστεί, εκτός από το επιστημονικό κομμάτι της ΥΑ, και το κατά πόσο είναι νόμιμη, αφού δεν συμπληρώνει και δεν εξειδικεύει το Ειδικό Χωροταξικό αλλά το καταργεί.

    Αναφορικά με την ελάχιστη στάθμη των 20 cm, η κατασκευή καθενός έργου ΑΠΕ ξεχωριστά αποτελεί μοναδική διεργασία η οποία πρέπει να σέβεται και να εξασφαλίζει τις ειδικές συνθήκες και τις ιδιαιτερότητες του περιβάλλοντος χώρου και οικοτόπου. Πριν την κατασκευή ενός έργου πρέπει να τίθενται και να εξασφαλίζεται η τήρηση συγκεκριμένων όρών και προϋποθέσεων που να διασφαλίζουν αφενός την προστασία του περιβάλλοντος και αφετέρου την σωστή και άρτια κατασκευή των έργων. Ωστόσο και χωρίς να επικροτούμε την κατάσταση που παρατηρείται στα ποτάμια και ρέματα κυρίως της Βόρειας Πελοποννήσου, η όποια εναπομένουσα ροή υπάρχει σε ρέματα ή ποταμούς κατακρατείται στο σύνολο της για την άρδευση εκτάσεων με έργα που συχνά είναι αυθαίρετα και καταχρηστικά με αποτέλεσμα η κοίτη των εν λόγω ρεμάτων ή ποταμών να είναι εντελώς ξερή και για διάστημα δυο ή τριών μηνών.
    Η διαβίωση της ιχθυοπανίδας σε ένα ρέμα δεν επηρεάζεται από το εμβαδόν της ενεργούς υδάτινης διατομής αλλά από το μέγιστο ύψος νερού που πρέπει να κυλά και για συγκεκριμένο πλάτος διατομής στο δημιουργούμενο κάτω υδάτινο τόξο.Πιο συγκεκριμένα για τη διαβίωση των ειδών ιχθύων που διαβιούν σε ένα ρέμα απαιτείται η ύπαρξη των φυσικών ελαχίστων συνθηκών που παρουσιάζει το ρέμα κατά την ετήσια συμπεριφορά του. Στις περιπτώσεις των ορεινών ρεμάτων με ελάχιστη θερινή παροχή της τάξεως κάποιων δεκάδων λίτρων (η πλειοψηφία των ορεινών ρεμάτων της χώρας) αυτό σημαίνει ελάχιστο ύψος νερού της τάξεως των 5-10 cm σε ικανό πλάτος 35 cm.
    Οποιαδήποτε άλλη συζήτηση για αύξηση της ενεργού υδάτινης διατομής (είτε του ύψους, είτε του πλάτους, είτε και των δύο) αναιρεί ουσιαστικά την συμπεριφορά όλων των υδατορρεμάτων (όχι ποταμών) της χώρας, καθώς δεν υπάρχει υδατόρρεμα στην Ελλάδα που για τους 3 – 4 άνυδρους μήνες να έχει σταθερά και όχι διακοπτόμενα στην κοίτη του 20 cm ύψος νερού και σε ικανό πλάτος. Παρ’ όλα αυτά, ψάρια παρατηρούνται στα ανάντη σε όλα τα ρέματα που υπάρχει ιχθυοπανίδα.

    Δεν μπορεί λοιπόν, να ζητούνται μέσω της οικολογικής παροχής, συνθήκες που ούτε το ίδιο το ρέμα παρουσιάζει κατά την ετήσια συμπεριφορά του.

    Στις περισσότερες περιπτώσεις και για κλίσεις ίσες, μικρότερες ή μεγαλύτερες από την μέση κλίση (2% -7,5% ) ενός τυπικού ελληνικού ρέματος, για ελάχιστα πλάτη από 0,35 έως 0,7 m και για παροχή ίση με την φυσική ελάχιστη παροχή που συνήθως παρατηρείται σε ένα ρέμα, το βάθος ροής κυμαίνεται από 5 έως και 20 cm δηλαδή σε κάθε περίπτωση σε τιμές μικρότερες από τα ελάχιστα «20 cm». Επίσης σε οποιαδήποτε περίπτωση θεωρήσουμε μεγαλύτερα πλάτη ροής το βάθος ροής θα είναι ακόμη μικρότερο.
    Με βάση τα παραπάνω αποδεικνύεται οτι τα 5-10cm είναι η συνήθης ελάχιστη στάθμη ροής η οποία επιτρέπει την διατήρηση της ιχθυοπανίδας αφού αντιστοιχεί στις φυσικές δυσμενείς συνθήκες που παρατηρούνται σε ένα ρέμα κατά τη διάρκεια των ελάχιστων παροχών, το οποίο αποτελεί γεγονός και αντιπροσωπεύει την πραγματικότητα. Παράλληλα η διατήρηση ελάχιστου βάθους ροής ίσου με «20 cm» σε όλα τα σημεία της κοίτης αναλόγου κλίσεως υδατορευμάτων είναι ανέφικτη, δεν συνάδει με την φυσική συμπεριφορά των ρεμάτων και με την πραγματικότητα και αποτελεί απαίτηση η οποία δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί φυσικά και ούτε αποδεικνύεται με καμία επιστημονική μέθοδο.
    Ως εκ τούτου θεωρούμε ότι δε θα πρέπει να ισχύσει σε καμία περίπτωση ο μαθηματικός τύπος, το σχέδιο της Υπουργικής Απόφασης θα πρέπει να αποσυρθεί στο σύνολο του, ενώ απεναντίας μέλημα του Υπουργείου ΠΕΚΑ θα πρέπει να είναι η θέσπιση κριτηρίων που θα εξυπηρετούν το σκοπό της προστασίας του περιβαλλοντικού μεγέθους που εν προκειμένω είναι η παραμένουσα οικολογική παροχή και δε θα εξυπηρετούν το σκοπό της απόρριψης της αδειοδότησης πλειοψηφίας των μικρών υδροηλεκτρικών έργων καθώς και τη θέση σε κίνδυνο των όσων λειτουργούν. Θα πρέπει να επικεντρωθεί στη σύνταξη και ψήφιση των σχεδίων διαχείρισης υδατικών λεκανών που εκκρεμούν από το 1987 και έχουν ξεπεράσει χρονικά την όποια παράταση μας είχε δοθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση (καταληκτική ημερομηνία έγκρισης η 22-12-2009) εκθέτοντας τόσο την χώρα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η δημόσια διαβούλευση θα πρέπει ωστόσο να παραταθεί χρονικά λόγω της σημασίας του περιεχόμενου της και του σαθρού επιστημονικού της υπόβαθρου, δεδομένου ότι ο χρόνος όπου αυτή πραγματοποιείται είναι παραδοσιακά χρόνος διακοπών τόσο για τη μελετητική κοινότητα όσο για την ακαδημαϊκή κοινότητα. Είναι επίσης εύλογο το ερώτημα που προκύπτει για το ποια έγγραφα, μελέτες ή αναφορές έχουν υποβληθεί ή έχουν συνταχθεί από την ΕΥΠΕ για την τεκμηρίωση των εν λόγω κριτηρίων και του μαθηματικού τύπου , ποιες είναι οι εισηγήσεις των αρμοδίων και ποιο το επιστημονικό τους υπόβαθρο ούτως ώστε να προχωρήσει η ηγεσία του ΥΠΕΚΑ στην υπογραφή της σχετικής Υπουργικής Απόφασης . Τα έγγραφα αυτά οφείλουν να είναι δημόσια έγγραφα,έχουμε δικαίωμα να τα γνωρίζουμε και θα έπρεπε να συνοδεύουν για λόγους διαφάνειας τη δημόσια διαβούλευση. Πεποίθηση μας είναι ότι τα παραπάνω στοιχεία δεν υπάρχουν , εκθέτοντας ανεπανόρθωτα την ηγεσία του ΥΠΕΚΑ αλλά και την πολιτική ηγεσία της χωράς σε μια άνευ προηγούμενου υπογραφή Υπουργικής Απόφασης, η οποία εν γένει έρχεται σε αντίθεση με την ευρύτερη πρωτοβουλία για πράσινη ανάπτυξη.

    ΥΔΡΟΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.
    Λεωνίδας Βελεντζάς
    Ηλεκτρολόγος Μηχανικός – Πρόεδρος Δ.Σ.

  • Τόσο η προδιαγραφή του εδαφίου α όσο και του β κρίνονται ως ατεκμηρίωτες και αβάσιμες. Θα ήταν πολύ χρήσιμο να προσκομιζόταν στους επενδυτές όπως επίσης και στους μελετητές, μέσω της ανάρτησης στον δικτυακό χώρο του ΥΠΕΚΑ, της Αιτιολογικής Μελέτης-Έκθεσης που οδήγησε σε αυτές τις προδιαγραφές.

    Αντίστοιχα είναι απορίας άξιον πως οι συντάξαντες της Υπουργικής Απόφασης στο εδάφιο δ ορίζουν ως ελάχιστο βάθος που θα πρέπει να εξασφαλίζεται από την οικολογική παροχή τα 20 cm. Καταρχήν, η όποια θεώρηση βάθους είναι δυσαπόδειχτη και θα οδηγήσει σε αντιπαραθέσεις μεταξύ των μελετητών και της αδειοδοτούσας υπηρεσίας. Βάση της μακρόχρονης εμπειρίας της εταιρείας μας σε έργα αυτού του είδους, το σύνολο σχεδόν των υδατορευμάτων στην Ελλάδα παρουσιάζουν έντονες διακυμάνσεις στο πλάτος της κοίτης τους με αποτέλεσμα την συνεχή αυξομείωση του βάθους της ροής νερού, ενώ επιπλέον η ύπαρξη φερτών διαφόρων διαμετρημάτων καθιστά εντελώς ανέφικτο τον προσδιορισμό μίας τιμής βάθους καθ’ όλο το μήκος της κοίτης εκτροπής. Σε πολλές δε περιπτώσεις το βάθος σε τμήματα της κοίτης υδατορευμάτων είναι μικρότερο των 20 cm ακόμα και κατά την διάρκεια των χειμερινών μηνών. Τα ανωτέρω μάλιστα ισχύουν ασχέτως της ύπαρξης ιχθυοπανίδας ή όχι.

    Τέλος, επισημαίνεται ότι πουθενά στις προδιαγραφές του Άρθρου 3 δεν λαμβάνονται υπόψη οι υφιστάμενες δυνατότητες εμπλουτισμού που μπορεί να έχει ένα υδατόρευμα στο τμήμα της κοίτης εκτροπής από εισερχόμενα παράπλευρα μικρότερα υδατορεύματα. Σημειωτέον δε ότι σε αρκετές περιπτώσεις το σύνολο της παροχής των εισερχόμενων υδάτων μπορεί να φθάσει και το 80% της παροχής του υδατορεύματος ανάντη της υδροληψίας.

    Γιάννης Σπανός
    TERRA NOVA Ε.Π.Ε.
    Περιβαλλοντική Τεχνική Συμβουλευτική
    Καισαρείας 39, τκ 11527 Αθήνα
    Τηλ.: 210 7775597
    Fax: 210 7775562
    http://www.terranova.gr

  • 20 Αυγούστου 2010, 17:38 | Νίκος Φ.

    Θα ήθελα και εγώ με τη σειρά μου να παραθέσω κάποιες παρατηρήσεις & σχόλια επί του άρθρου 3 της υπό διαβούλευση ΥΑ, ζητώντας προκαταβολικά συγνώμη αν κάποιος ενοχληθεί από το ύφος των σχολίων μου σε ελάχιστα σημεία. Απλά σιχαίνομαι την σοβαροφάνεια ακόμη και στον γραπτό λόγο.

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ Νο 1 – σχετικά με την εξίσωση της παραγράφου 3β
    Παραβλέποντας τον αλχημιστικό χαρακτήρα της εξίσωσης της παραγράφου 3β {στην οποία έχουμε διαίρεση MW διά του αθροίσματος ενός ακέραιου με MW, ακολούθως το αποτέλεσμα πολλαπλασιάζεται με km (μάλλον) και το τελικό «προϊόν» είναι km}, προχωράω στην παρουσίαση δύο πολύ απλών περιπτώσεων-παραδειγμάτων ώστε να αντιληφθούμε τον περιβαλλοντικό χαρακτήρα της εξίσωσης. (στην περίπτωση που το 5 δεν είναι ένας απλός ακέραιος αλλά ισχύς με μονάδα το MW, τότε θα «υποκλιθώ» εμβρόντητος στην επιστημονικότητα της εξίσωσης)
    Ας υποθέσουμε ότι σε ένα νομό, στο Α ρέμα, σχεδιάζεται ένα ΜΥΗΕ εκμεταλλευόμενο μέγιστη παροχή ύδατος ίση με 600 λίτρα/sec και με βάση την υψομετρική διαφορά της υδροληψίας με το μηχανοστάσιο η ισχύς του είναι 1MW.
    Στον ίδιο νομό, στο Β ρέμα (που βρίσκεται αρκετά χιλιόμετρα πιο μακριά από το Α) σχεδιάζεται ένα άλλο ΜΥΗΕ το οποίο εκμεταλλεύεται μέγιστη παροχή ύδατος ίση με του Α ΜΥΗΕ, δηλαδή 600 λίτρα/sec, αλλά λόγω της διαφορετικής μορφολογίας της περιοχής του Β ρέματος έχει μεγαλύτερη υψομετρική διαφορά από το Α ΜΥΗΕ, με αποτέλεσμα να έχει ισχύ ίση με 1,5MW.
    Με ελάχιστο ποσοστό ανακρίβειας μπορούμε να ισχυριστούμε ότι μιλάμε για δύο «ίδια» ρέματα.
    Με βάση την εξίσωση της παραγράφου 3β, στο Α ΜΥΗΕ επιτρέπεται Lmax ίσο με 1.625 μέτρα. Αντίστοιχα στο Β ΜΥΗΕ επιτρέπεται Lmax ίσο με 2.417 μέτρα.
    Μία τελευταία «πινελιά» (και καθόλου ασυνήθιστη) στις ιδιαιτερότητες των δύο ΜΥΗΕ είναι ότι στο Β ΜΥΗΕ ανάντη της υδροληψίας, οι παρακείμενοι οικισμοί εκμεταλλεύονται αρδευτικά τα νερά του Β ρέματος, με αποτέλεσμα κατά την θερινή-αρδευτική περίοδο το Β ΜΥΗΕ να παραμένει κλειστό. Σε αντίθεση το Α ρέμα (Α ΜΥΗΕ) δεν παρουσιάζει τέτοια ιδιαιτερότητα και μπορεί να λειτουργεί σχεδόν όλο το έτος. Αποτέλεσμα αυτής της διαφορετικότητας είναι το Α ΜΥΗΕ να παράγει περισσότερες kWh από το Β ΜΥΗΕ παρότι έχει μικρότερη ισχύ.
    Δηλαδή, ανάμεσα σε δύο ΜΥΗΕ που σχεδιάζονται σε ρέματα με όμοια χαρακτηριστικά (πλάτος, κλίση, παροχή, χλωρίδα και πανίδα, καιρικές συνθήκες κ.λ.π), η εξίσωση της παραγράφου 3β όχι μόνο «πριμοδοτεί» το ένα από τα δύο με μεγαλύτερο μήκος κοίτης (κατά 800 σχεδόν μέτρα!!) αλλά αυτό που «πριμοδοτείται» είναι το λιγότερο ενεργειακά παραγωγικό ΜΥΗΕ!!!!.
    Σε αυτό το παράδειγμα, εγώ προσωπικά δεν μπορώ να διακρίνω ούτε ελάχιστα ψήγματα από τον περιβαλλοντικό χαρακτήρα της εξίσωσης και την διασφάλιση των περιβαλλοντικών μέσων και παραμέτρων (για να σας προλάβω …… ΟΧΙ!!!!…….το να διαιρέσουμε kWh αντί MW, δεν είναι λύση)
    Ένα δεύτερο παράδειγμα είναι το παρακάτω :
    Σε ένα διαφορετικό νομό, στο Γ ρέμα σχεδιάζεται ένα ΜΥΗΕ το οποίο εκμεταλλεύεται μέγιστη παροχή ύδατος ίση με 450 λίτρα/sec και με βάση την υψομετρική διαφορά της υδροληψίας με το μηχανοστάσιο η ισχύς του είναι 1,3 MW.
    Στον ίδιο νομό, στο Δ ρέμα (αρκετά χιλιόμετρα πιο μακριά από το Γ) σχεδιάζεται ένα ΜΥΗΕ το οποίο εκμεταλλεύεται μέγιστη παροχή ύδατος ίση με 2.000 λίτρα/sec και με βάση την υψομετρική διαφορά της υδροληψίας με το μηχανοστάσιο η ισχύς του είναι 1,3MW, δηλαδή ίδια με το Γ ΜΥΗΕ.
    Σύμφωνα με την εξίσωση του άρθρου 3β, επιτρέπεται και στα δύο ρέματα το ίδιο Lmax = 2.115 μέτρα. Δηλαδή ο δυσδιάκριτος περιβαλλοντικός χαρακτήρας της εξίσωσης, για τον ίδιο αριθμό MW θεωρεί περιβαλλοντικά ισότιμη την εκτροπή 2.115 μέτρων του ρέματος των 450 λίτρων/sec με την εκτροπή 2.115 μέτρων του ρέματος των 2.000 λίτρων/sec (ομολογώ ότι σηκώνω τα χέρια μου ψηλά).
    Θα μπορούσα να σας αραδιάσω αμέτρητα τέτοια παραδείγματα, αλλά σκοπός μου δεν είναι να χαλάω τον χρόνο τον δικό σας και τον δικό μου.
    Το συμπέρασμα που βγάζω εγώ είναι ότι η εξίσωση αυτή, και κατά συνέπεια η ΥΑ, δεν έχει καμία σχέση με περιβαλλοντικούς στόχους, με περιβαλλοντικές διασφαλίσεις, με περιβαλλοντικές ανησυχίες κλπ κλπ.
    Απλά και ωμά, σκοπός της είναι να «κόψει» ΜΥΗΕ που βρίσκονται σε αδειοδοτική διαδικασία με πρόσχημα περιβαλλοντικούς λόγους. Το πιθανότερο είναι να μην αποτελεί απόφθεγμα επιστημονικών, περιβαλλοντικών και υδρολογικών διεργασιών (πόσο περιβαλλοντικά επιστημονικό είναι δηλαδή να διαιρείς ισχύ διά ισχύ για να εξασφαλίσεις την αρμονικότητα του εκάστοτε τοπίου από την ταυτόχρονη λειτουργία ενός ΜΥΗΕ??!!!), αλλά να βασίζεται σε μία στατιστική ανάλυση των δεδομένων έτσι ώστε από τα Α MW τα οποία περιμένουν στα γραφεία των υπηρεσιών του ΥΠΕΚΑ να μπορούν να προχωρήσουν μόνο τα π.χ. 10%Α MW των ΜΥΗΕ.
    Παρακάτω, θα ενισχύσω αυτή μου την πεποίθηση.

    ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ Νο 2 – σχετικά με την παράγραφο 3δ
    Είμαι σχεδόν σίγουρος ότι πρόκειται ίσως για το πιο αόριστο άρθρο που έχει γραφτεί ποτέ σε ΥΑ, ή σε ΚΥΑ, ή σε ΠΔ, ή σε ΒΔ κ.ο.κ.
    Πρώτον, οι ίδιοι οι ιχθυολόγοι παραδέχονται ότι δεν γνωρίζουν αν υπάρχει ιχθυοπανίδα σε κάποιο ρέμα και οι έλεγχοι που κάνουν, πέρα από την επίσκεψη σε ένα σημείο του ρέματος και την απλή 5λεπτη οπτική παρακολούθηση του, είναι να πάνε στο καφενείο που βρίσκεται στην πλατειά του κοντινότερου χωριού, να πιάσουν κουβέντα με τον γηραιότερο θαμώνα του και να τον ρωτήσουν αν στο ρέμα είχε ή έχει ψάρια. Αν αυτός τους πει ναι ή όχι (στην πραγματικότητα θα τους πει, «αυτό έχω ακούσει» ή «δεν μου έχει πει ποτέ κανένας κάτι τέτοιο»), έτσι είναι και δεν χωρεί καμία αμφιβολία, και ακολουθείται η οριζόμενη από τον νόμο γνωμοδοτική διαδικασία.
    Δεύτερον, το βάθος των 20 εκ. πρέπει να εξασφαλίζεται σε όλο το μήκος και σε όλο το πλάτος του ρέματος στο τμήμα της εκτροπής? Αν ναι, ενισχύεται η άποψη μου ότι ο συντάκτης του άρθρου 3 δεν έχει επισκεφθεί ποτέ ρέμα της χώρας μας. Αν όχι, ποιος ο λόγος ύπαρξης της παραγράφου 3δ? Είναι προφανές ότι οποιαδήποτε οικολογική παροχή μπορεί να το επιτύχει αυτό σε διάφορα σημεία, όσο μικρή και αν είναι.
    Τρίτον, «η οικολογική παροχή θα πρέπει ….. να εξασφαλίζει επιφανειακή ροή ….. βάθους τουλάχιστον 20 cm». Θα πρέπει όλη η διατομή των 20 εκατοστών βάθους να είναι ενεργή υδάτινη διατομή, δηλαδή το νερό σε όλο το ύψος να έχει κάποια ταχύτητα ή όχι? Γιατί θα μπορούσα να σας καταδείξω δεκάδες σημεία σε δεκάδες ρέματα της χώρας μας όπου το βάθος του ρέματος είναι παραπάνω από 50 εκατοστά, αλλά κάτω από τα 5-10 πρώτα εκατοστά από την επιφάνεια, το νερό έχει μηδενική ταχύτητα (οι γνωστές γκιόλες στην γλώσσα των ψαράδων). Εκεί εξασφαλίζεται η προϋπόθεση της παραγράφου 3δ αλλά σε παροχή ύδατος μεταφράζεται σε λίγες δεκάδες λίτρα/sec.
    Τέταρτον, τον έλεγχο της εξασφάλισης του βάθους τουλάχιστον 20 εκατοστών θα τον κάνουν οι ίδιοι υπάλληλοι της ίδιας υπηρεσίας που ήλεγχε μέχρι τώρα αν ο εκάστοτε υπεύθυνος του ΜΥΗΕ αφήνει την οριζόμενη οικολογική παροχή? Και εδώ ο ενδελεχής έλεγχος της οικολογικής παροχής περιορίζεται στο αν ο υπάλληλος της υπηρεσίας τυχαίνει κάποιο Σαββατοκύριακο να μεταβεί με την παρέα του σε κάποια ταβέρνα του διπλανού χωριού και καθώς φεύγει γαστριμαργικά ικανοποιημένος, κατεβαίνει στην υδροληψία να ρίξει μια ματιά. Δυσκολεύονται δηλαδή να πάνε στην υδροληψία, που όπως και να το κάνουμε έχει μια στοιχειώδη πρόσβαση. Θα πάνε να μετρήσουν σε όλο το μήκος της εκτροπής αν το βάθος είναι 20 εκατοστά καταφεύγοντας σε καταρριχήσεις, αναρριχήσεις, και διάβαση σε περιοχές με πυκνή βλάστηση και έντονο ανάγλυφο ?
    Πέρα από τις ασάφειες και τις αοριστίες της παραγράφου 3δ που σας ανέφερα παραπάνω (και άλλο δείγμα «επιστημονικότητας» του άρθρου 3), ας προχωρήσουμε στα πιο ουσιώδη.
    Αν η οριζόμενη, από την παράγραφο 3ε του άρθρου 16 του ΕΠΧΣΑΑ-ΑΠΕ, οικολογική παροχή θα έπρεπε ή θα μπορούσε να εξασφαλίσει το περίφημο βάθος των 20 εκατοστών, τότε ανάντη της υδροληψίας με την κανονική παροχή του ρέματος, το βάθος θα έπρεπε να είναι τουλάχιστον 2 με 3 μέτρα(!!!!) και οι πλημμυρικές παροχές του ρέματος σίγουρα θα αλλάζουν κάθε χρόνο εντελώς την γεωμορφολογία της περιοχής, σε βαθμό που οι πρόσφατες πλημμύρες που είδαμε στο Πακιστάν να θυμίζουν απλές νεροτσουλήθρες.
    Προφανώς η οικολογική παροχή που ορίζεται στην παράγραφο 3ε του άρθρου 16 του ΕΠΧΣΑΑ-ΑΠΕ, αλλά και στην παράγραφο 3β της παρούσας ΥΑ (!!!!!!!!!!!), ως απαιτούμενη οικολογική παροχή για τη διατήρηση των κατάντη οικοσυστημάτων στη θέση υδροληψίας, τελικά δεν είναι τόσο ικανή για την διατήρηση των κατάντη οικοσυστημάτων στη θέση υδροληψίας (στοιχεία «ήξεις αφήξεις….» στην παρούσα ΥΑ) και επομένως θεωρητικά χρειάζεται μεγαλύτερη παροχή ως οικολογική.
    Βέβαια το βάθος των 20 εκατοστών, σε πάρα πολλά σημεία και σε διάφορες περιόδους, ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΡΕΜΑΤΑ, δεν μπορεί να εξασφαλιστεί από την ίδια την παροχή του ρέματος. Πως θα μπορούσε να εξασφαλιστεί από την οικολογική παροχή? Πλέον είμαι πεπεισμένος ότι ο συντάκτης του άρθρου δεν έχει ποτέ επισκεφθεί ρέμα.
    Και τώρα να σας κάνω μία απλή ερώτηση : Αν μετά την τυχόν εφαρμογή της παρούσας ΥΑ, και συνεπώς την εφαρμογή της παραγράφου 3δ, σας παρουσιαστεί από κάποιον ότι σε 40 ή 50 ή 100 διαφορετικά ρέματα της χώρας μας, με διαφορετικά χαρακτηριστικά το καθένα, με ύπαρξη ιχθυοπανίδας, σε διάφορες περιόδους – μήνες του χρόνου, υπάρχει πληθώρα σημείων εντός της κοίτης του κάθε ρέματος που ΔΕΝ υπάρχει βάθος 20 εκατοστών (εννοείται με την φυσική παροχή), θα αποσύρεται την συγκεκριμένη παράγραφο ως αναληθή και ανέφικτη, ναι ή όχι?
    Η εφαρμογή μίας εν γένη ανέφικτης προϋπόθεσης για την λειτουργία ενός ΜΥΗΕ σημαίνει ένα και μόνο πράγμα : δεν ξαναγίνεται άλλο ΜΥΗΕ σε κάποιο ρέμα της χώρας μας. Σε συνάρτηση με την εξίσωση του άρθρου 3β δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί επιτυχημένος υδραυλικός σχεδιασμός για ΜΥΗΕ, συμπληρώνοντας το σχόλιο μου στο τέλος της προηγούμενης παρατήρησης.

    ΣΧΟΛΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΥΑ
    1.) Η επιχειρηματολογία «…ναι αλλά ένα ΜΥΗΕ στο νομό τάδε και ένα άλλο ΜΥΗΕ στο νομό δείνα, προκάλεσαν αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις…» αποτελεί την εξελικτική μετάβαση από την παροιμία «πονάει χέρι, κόβω χέρι» στην παροιμία «πονάει παρανυχίδα, κόβω χέρι».
    2.) Τα αρδευτικά έργα που βρίσκονται σε μεγάλο αριθμό ρεμάτων της χώρας μας, που λειτουργούν σε μία ευαίσθητη περίοδο για την ιχθυοπανίδα και που ποτέ δεν επιστρέφουν το νερό στην κοίτη του ρέματος, γιατί δεν ακολουθούν παρόμοιους περιορισμούς?
    Για τους κιλοβατωρολάγνους και επενδυτολάγνους, απλά να υπενθυμίσω ότι η αρδευτική χρήση των υδάτων ενός ρέματος γίνεται για να ποτίσουν γεωργοί τα χωράφια τους με σκοπό … το κέρδος τους από την πώληση των γεωργικών προϊόντων.
    3.) Σύμφωνα με τα γραφόμενα άλλων συμμετεχόντων στην διαβούλευση, στην Ελλάδα λειτουργούν μέχρι τώρα 183MW ΜΥΗΕ, και σύμφωνα με την εισήγηση της Επιτροπής για τις ΑΠΕ του ΥΠΕΚΑ μέχρι το 2020 θα μπουν σε λειτουργία άλλα 72MW. Αφενός δεν είναι του παρόντος να σχολιάσω για την απαράδεκτη εισήγηση των νέων 72MW, αφετέρου τα 72MW θα αδειοδοτηθούν και θα λειτουργήσουν υπό το «καθεστώς» (πιθανώς) της παρούσας ΥΑ.
    Ας υποθέσουμε ότι οι περιβαλλοντικές ανησυχίες των συντακτών του άρθρου 3 της ΥΑ είναι τόσο μεγάλες που θέλουν να εξασφαλίσουν μέσω της εξίσωσης της παραγράφου 3β και μέσω της παραγράφου 3δ την αρμονική ένταξη των ΜΥΗΕ στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον.
    Γιατί η παράγραφος 3δ δεν εφαρμόζεται και στα ήδη λειτουργούντα ΜΥΗΕ, όταν αυτά είναι υπερδιπλάσια από αυτά που θα ακολουθήσουν τις διατάξεις της παρούσας ΥΑ?
    Οι περιβαλλοντικές ανησυχίες βρίσκουν πρόσφορο έδαφος μόνο στα υπό αδειοδότηση ΜΥΗΕ και όχι στα λειτουργούντα ΜΥΗΕ?
    Μήπως οι ανησυχίες για το πώς θα εξηγήσουμε στους άλλους ευρωπαίους πολίτες και στους έλληνες πολίτες ότι επιδοτήσανε 183MW αλλά εντός μιας ημέρας και με την χρήση μιας ΥΑ αυτά μετατράπηκαν σε 15 – 20MW (και πολλά λέω) είναι μεγαλύτερες από τις περιβαλλοντικές μας ανησυχίες? Σίγουρα το κόλπο με την διαίρεση MW διά MW δεν θα τους πείσει.
    Ή μήπως γιατί ο συντάκτης της παραγράφου 3δ τελικά γνωρίζει ότι πρόκειται για μία ανέφικτη διάταξη που ο στόχος της είναι μόνο και μόνο η αποτρεπτικότητα?
    Δυστυχώς, καταλήγω ότι η φιλοσοφία της ΥΑ δεν είναι η αρμονική ένταξη των ΜΥΗΕ στο περιβάλλον και οι πρόσθετες περιβαλλοντικές προφυλάξεις και διασφαλίσεις από την λειτουργία αυτών, αλλά (ξανά απλά και ωμά) να κοπούν όσο το δυνατότερον περισσότερα ΜΥΗΕ.
    Άγνωστο το γιατί …… γνωστοί οι ωφελημένοι.

    ΤΟ ΜΟΝΟ ΘΕΤΙΚΟ ΠΟΥ ΑΠΟΚΟΜΙΖΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΥΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΤΗΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΠΟΥ ΔΙΝΕΤΑΙ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΦΟΡΕΙΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΕΚΜΗΡΙΩΜΕΝΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟ, ΝΑ ΔΩΣΟΥΝ ΤΙΣ ΣΩΣΤΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΚΑΙ ΝΑ ΟΡΙΣΟΥΝ ΣΩΣΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΣΤΗ ΧΩΡΟΘΕΤΗΣΗ ΤΩΝ ΜΥΗΕ.
    ΚΥΡΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕ, ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΜΕΙΝΕΤΕ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΥΠΕΚΑ ΩΣ Η ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΟΥ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΚΑΤΑΡΓΗΣΕ ΤΑ ΜΥΗΕ ή ΩΣ Η ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΟΥ ΔΙΕΛΥΣΕ ΤΟ , ΕΠΙ ΠΟΛΛΑ ΕΤΗ, ΑΡΑΧΝΙΑΣΜΕΝΟ, ΑΝΙΚΑΝΟ, ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΑΚΑΤΑΡΤΙΣΤΟ, ΕΥΘΥΝΟΦΟΒΟ ΚΑΙ ΕΛΛΙΠΕΣΤΑΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΩΝ ΜΥΗΕ (είτε αφορά τις δημόσιες υπηρεσίες, είτε αφορά τους επενδυτές) ΚΑΙ ΠΟΥ ΕΔΩΣΕ ΠΝΟΗ ΣΤΗΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΑΠΟ Α.Π.Ε., ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ ΠΟΛΙΤΗ.
    ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΛΟΓΗ ΣΑΣ.

  • Κυρία Υπουργέ

    Κατ’ αρχήν κρίνεται θετική η δυνατότητα που δίνεται σε όλους τους ενδιαφερόμενους, να διαβάσουν απόψεις ο ένας του άλλου, συχνά αντίθετες, αλλά πάντα ενδιαφέρουσες. Θετική επίσης είναι η δυνατότητα που δίνεται για αυτόματο θετικό ή αρνητικό σχολιασμό των απόψεων αυτών. Δίνει κι αυτό τις πληροφορίες του. Ευχή όλων μας είναι, οι απόψεις που κατατίθενται, τόσο σε αυτή όσο και σε άλλες διαβουλεύσεις, να λάβουν προσοχής και να βοηθήσουν στη δημιουργία δημοκρατικότερων αλλά και δικαιότερων νόμων και θεσμών.

    Σχετικά με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις – συμπληρώσεις που κατατέθηκαν για δημόσια διαβούλευση και οι οποίες αφορούν τον υπολογισμό του μήκους ανάπτυξης των μικρών ΥΗΕ, την απόσταση μεταξύ δυο συνεχόμενων έργων, αλλά και τα 20εκ. προβλεπόμενης οικολογικής παροχής. Άποψη μας είναι πως τα παραπάνω μεγέθη δε μπορούν να μπαίνουν σε νομοθετικά καλούπια, διότι είναι δυναμικά και εξαρτώμενα άμεσα απ’ την τοπική μορφολογία του εδάφους, την τοπογραφία του ποταμού και τις υδατικές παροχές κατά τη διάρκεια του χρόνου. Αντίθετα, αυτό που πρέπει να ζητούμε είναι μια επιτόπου μελέτη, που θα λαμβάνει υπόψη στις παραδοχές της, επιτόπου μετρήσεις και δεδομένα.

    Κύριο μέλημά μας στο σχεδιασμό ενός περιβαλλοντικού έργου – εφόσον έτσι θέλουμε να προωθήσουμε τα μικρά υδροηλεκτρικά έργα – είναι η προστασία του περιβάλλοντος. Αν δεν γίνει συνετή χωροθέτηση, σωστός σχεδιασμός, προσεκτική και αυστηρά ελεγχόμενη κατασκευή και λειτουργία, οι πρώτες και μεγαλύτερες επιπτώσεις που θα έχει ένα τέτοιο έργο, θα είναι στο τοπικό περιβάλλον και το οικοσύστημα, ενώ θα είναι και πολύ μεγαλύτερες από την θετική συμβολή του έργου στη συνολική επίπτωση στο περιβάλλον.

    Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, αν δεν έχουν γίνει πρόσφατα, συστηματικές μετρήσεις υδατοπαροχών στο υπό έλεγχο ποτάμι (και όχι μετρήσεις ή υπολογισμοί από δεδομένα της ευρύτερης περιοχής) δε μπορούμε να ξέρουμε την πραγματική ροή του ποταμού σε όλες τις εποχές. Αυτό πολλές φορές οδηγεί σε σχεδιασμό μη παραγωγικών έργων – ή έργων που δεν μπορούν να δουλέψουν το καλοκαίρι λόγω έλλειψης νερών. Και ποιός ελέγχει τις μετρήσεις που γίνονται; Υπάρχει κάποιος επίσημος φορέας ελέγχου αυτών ή τουλάχιστον κάποιες προδιαγραφές που ακολουθούνται, ώστε οι μετρήσεις να θεωρούνται αντιπροσωπευτικές;

    Η οικολογική παροχή που είναι βασικός παράγοντας για την διατήρηση της ζωής ενός ποταμού και του εξαρτώμενου απ’ αυτό οικοσυστήματος (φυτικό και ζωικό) δε μπορεί να υπολογίζεται από ένα γενικό ποσοστό, το οποίο μάλιστα να είναι το ίδιο όλες τις εποχές του χρόνου. Η δικλείδα των 20 εκατοστών ως ελάχιστη ροή κατάντη της υδροληψίας, μπορεί να είναι για κάποιους απ’ τους σχολιαστές εξωπραγματική, ενώ και κάποιος «ανώνυμος» ιχθυολόγος την θεώρησε υπερβολική. Αυτό που θα έπρεπε να υπάρχει είναι μια επιστημονική άποψη, του απαραίτητου βάθους για την κίνηση της ιχθυοπανίδας και την καλή υγεία του ποτάμιου συστήματος και βάσει αυτής να καθορίζεται το οικολογικό βάθος σε κάθε περίπτωση έργου. Αυτό μπορεί ίσως να καθορίζεται στην έτσι κι αλλιώς απαραίτητη μελέτη ιχθυοπανίδας, στα πλαίσια της περιβαλλοντικής μελέτης, η οποία θα εκτιμήσει το είδος, τη ποσότητα και τη σπανιότητα της ιχθυοπανίδας της περιοχής.

    Σίγουρα οι 20 πόντοι σε όλο το πλάτος της κοίτης είναι κάτι που δεν συναντάμε στα περισσότερα ελληνικά ρέματα, ιδιαίτερα το καλοκαίρι. Αν τον περισσότερο χρόνο το νερό σ’ ένα ρέμα είναι λιγοστό, τότε ίσως δεν είναι ο πιο κατάλληλος τόπος για κατασκευή ΥΗΕ. Αν τα νερά πέφτουν μόνο το καλοκαίρι, τότε μπορεί το έργο να σχεδιαστεί ώστε να λειτουργεί τους υπόλοιπους μήνες.

    Η οικολογική παροχή όμως, θα πρέπει να τηρείται και σε άλλες παράλληλες δραστηριότητες, όπως η λήψη νερών για άρδευση. Μπορεί δηλαδή το υδροηλεκτρικό έργο να απελευθερώνει την οικολογική παροχή κατάντη και αυτή να δεσμεύεται από αυθαίρετες αρδευτικές υδροληψίες. Θεωρώ ιδανική την περίπτωση που περιγράφτηκε σε προηγούμενο σχόλιο (Μποζίνης Δημήτριος – 16 Αυγούστου 2010, 09:06) όπου ένα υδροηλεκτρικό χρησιμοποιείται ως αρδευτικό το καλοκαίρι, διαφωνώντας όμως με τη λογική πως προηγούνται οι καλλιέργειες της παραγωγής ενέργειας, μια και θα μπορούσε να υπάρχει ένας καλός συντονισμός, π.χ. πότισμα το βράδυ – ενέργεια την ημέρα και πάντα με την οικολογική ροή διαθέσιμη κατάντη.

    Πέραν της οικολογικής ροής, που επαναλαμβάνω πως πρέπει να τυγχάνει επιστημονικής μελέτης σε κάθε περίπτωση και της υδατοπαροχής που επίσης θα πρέπει να μετράται τοπικά και επαρκώς, στα πλαίσια μάλιστα γενικότερης μελέτης διαχείρισης υδάτων σε επίπεδο λεκανών απορροής, ένα ακόμη βασικό θέμα που καθορίζει την όλη επίπτωση στο περιβάλλον, είναι η επιλογή της θέσης του έργου.
    Εκτός από τοπογραφικά χαρακτηριστικά (θέσεις και απόσταση μεταξύ υδροληψίας και σταθμού) πρέπει να λαμβάνει υπόψη και την συνολική επιβάρυνση του φυσικού περιβάλλοντος από έργα υποδομής. Το να θάψεις ένα αγωγό κάτω από ένα υπάρχων δασικό δρόμο είναι πολύ διαφορετικό απ’ το ν’ ανοίξεις καινούργιο δρόμο στο δάσος και ιδιαίτερα στην κοίτη του ποταμού. Τέτοιοι δρόμοι, στους οποίους θα πρέπει να κινηθούν μεγάλα φορτηγά και μηχανήματα, αθροιστικά με τις αποψιλώσεις για τα δίκτυα ρεύματος, είναι μια ανοικτή πληγή στο παρθένο φυσικό περιβάλλον, που δεν κλείνει τόσο γρήγορα όσο διάβασα από άλλους σχολιαστές. Μάλλον τους συνηθίσε το μάτι μας τους δρόμους στα βουνά και τα φαράγγια…
    Απομακρύνουν την άγρια ζωή και δίνουν μάλιστα πρόσβαση στο ποτάμι, περισσότερο σε καταστροφικές δραστηριότητες, όπως αμμοληψίες, παράνομο κυνήγι και ψάρεμα, παρά σε δραστηριότητες πυροπροστασίας ή αναψυχής όπως αναφέρθηκε σε άλλο σχόλιο. Έτσι κι αλλιώς, το νερό που θα χει απομείνει απ’ την εκτροπή στο συγκεκριμένο τμήμα του ποταμού, θα ‘ναι λιγοστό…

    Η ίδια η κατασκευή, που υπό το υπάρχων καθεστώς δεν επιβλέπεται από κανέναν αρμόδιο, όσον αφορά την τήρηση των περιβαλλοντικών όρων, έχει σαν αποτέλεσμα την υποβάθμιση του περιβάλλοντος, με συχνές ρίψεις μπαζών στη κοίτη των ποταμών, ξερίζωμα και θάψιμο δένδρων, μεγάλα πρανή εκσκαφών, ορατά από χιλιόμετρα. Η επίβλεψη της κατασκευής όσο και της λειτουργίας του έργου θα πρέπει να ανατεθεί σε κάποια αρχή – ίσως και ανεξάρτητο μηχανικό – ο οποίος θα αναφέρει στο Υπουργείο και θα αμείβεται από την επιδότηση του Έργου και τα έσοδα της ενέργειας (το προαναγγελθέν πράσινο ταμείο ίσως;)

    Νίκος Μαυρής.
    Τοπογράφος Μηχανικός ΕΜΠ.
    Ομάδα «Φίλοι των Ποταμών». http://greekriverfriends.blogspot.com

  • 20 Αυγούστου 2010, 13:27 | TIGKILHS G

    Ο Παν. Σύλλογός Ιχθυολόγων Δημοσίου
    δηλώνει ότι η δημιουργία συνεχών φραγμάτων σε ένα ποταμό αποτελεί μεγάλο κίνδυνο για τους πληθυσμούς των ορεινών ειδών της ιχθυοπανίδας και ότι η επέμβαση για την κατασκευή ενός ΜΥΗΕ μπορεί να έχει σοβαρότατες επιπτώσεις στην τοπική ιχθυοπανίδα, η οποία πολλές φορές επιβιώνει πλέον μόνο σε μικρά ρέματα ή παραποτάμους, ειδικά στα ποτάμια όπου υπάρχουν ήδη μεγάλα φράγματα, και τα οποία πολλές φορές φιλοξενούν το μοναδικό γενετικό απόθεμα σπάνιων ή ενδημικών ειδών. Πολλοί από τους πληθυσμούς αυτούς προστατεύονται από την εθνική , Κοινοτική ή Διεθνή Νομοθεσία, όπως η Διεθνής Σύμβαση Βέρνης (Ν. 1335/83, η Κοιν.Οδηγία 92/43/ΕΟΚ (Παρ. ΙΙ), όπως οι Άγριες Πέστροφες (Salmo spp.), η Μπριάνα (Barbus spp.), η ποταμοσαλιάρα (Blennius fluviatilis, η Πετροκαραβίδα (A. Torrentium), είδη απειλούμενα ή είδη προτεραιότητας που ζουν στα ορεινά ύδατα σε μικρούς πληθυσμούς ή που πρόσφατα περιλήφθηκεαν στο Παρ. ΙΙ της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ), Καθώς και άλλα υδρόβια είδη και τύποι υγροβιοτόπων που προστατεύονται. Για τα είδη αυτά η Ελλάδα έχει αναλάβει την υποχρέωση για τη διατήρηση του γενετικού τους αποθέματος και των πληθυσμών τους σε ικανοποιητική κατάσταση. Η διακοπή των μετακινήσεων των παραπάνω ειδών και ο χωρισμός των πληθυσμών τους σε δυο ή περισσότερα κομμάτια θέτει σε κίνδυνο τόσο τους πληθυσμούς όσο και το υπάρχον γενετικό απόθεμα. Δυστυχώς όμως σε καμία ΜΠΕ δεν γίνεται αναφορά στα είδη της ιχθυοπανίδας επειδή δεν εφάρμόζεται η σχετική νομοθεσία (ΠΔ 344/2000) για υποχρεωτική συμμετοχή ιχθυολόγου-μελετητή, στις εκπονούμενες υδροβιολογικές μελέτες και είτε «παραλείπονται», είτε γίνεται αναφορά σε βιβλιογραφία που συνήθως είναι ελλιπής για ορεινές κ.ά περιοχές και συνήθως συμπεραίνεται ότι «δεν υπάρχουν ψάρια στο υδατόρεμα» ή αποκρύπτεται η ύπαρξή τους. ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΟΤΙ ΑΚΟΜΗ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΓΡΑΦΕΙ ΠΛΗΡΩΣ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΧΘΥΟΠΑΝΙΔΑ. αποτελεί και πρόβλημα της ελληνικής πολιτείας που όφειλε εδώ και χρόνια να καταγράψει την ιχθυοπανίδα σε όλα τα επιφανειακά νερά. ΣΕ ΚΑΘΕ ΠΕΡΠΤΩΣΗ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΝΕΡΟΥ ΑΠΟ ΤΙΣ Δ/ΝΣΕΙΣ ΥΔΑΤΩΝ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΡΗΤΑ ΝΑ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ Η ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΙΧΘΥΟΛΟΓΟΥ-ΜΕΛΕΤΗΤΗ.
    Επίσης η προτεινόμενη ελάχιστη ποσότητα νερού δεν μπορεί να είναι μόνο 20 cm ,κυριολεκτικά μια σπιθαμή βάθους. Βέβαια η ιχθυοπανίδα μπορεί να επιβιώσει και σε εποχιακά ρέματα ή σε ρέματα που για κάποιο διάστημα έχουν ελάχιστο νερό, όμως αυτό ΔΕΝ γίνεται συνεχώς όπως στην περίπτωση της κατασκευής ΜΥΗΕ αλλά εποχικά. Τον υπόλοιπο χρόνο τα είδη αυτά θα πρέπει να μπορούν να μετακινηθούν για να αναπαραχθούν κλπ.
    Σε διάφορα σημεία της διαβούλευση γίνεται επίσης αναφορά στην «πράσινη» ενέργεια των υδροηλεκτρικών έργων. Πρέπει λοιπόν να γνωρίζετε ότι σε έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Τροφίμων (FAO Fisheries Report 821, 2006), στο άρθρο 77 δηλώνεται ότι η υδροηλεκτρική ενέργεια ΔΕΝ θεωρείται «πράσινη» πηγή ενέργειας εξαιτίας των καταστροφών που προκαλούνται στα υδάτινα (ηπειρωτικά και θαλάσσια) οικοσυστήματα και κυρίως στην ιχθυοπανίδα τους.
    Προτείνεται λοιπόν:
    • Όσον αφορά τον υδραυλικό σχεδιασμό, για την εξασφάλιση της οικολογικής παροχής η υδροληψία της ποσότητας νερού που θα είναι επιπλέον της οικολογικής παροχής, να γίνεται με πλευρική υδροληψία ή εκχειλιστή και όχι με εγκάρσιο φράγμα. Με αυτό τον τρόπο αφενός θα γίνεται ελεύθερα η διακίνηση των ψαριών και δεν θα απαιτούνται ειδικά έργα και αφετέρου δεν θα είναι δυνατή η μείωση της ποσότητας του νερού που θα απελευθερώνεται στο ποτάμι.
    • Σε ειδικές περιπτώσεις και όταν δεν είναι δυνατή διαφορετική κατασκευή, πρέπει να κατασκευάζεται παρακαμπτήριο κανάλι για την ανοδική και καθοδική μετακίνηση των ειδών της ιχθυοπανίδας. Όταν και αυτό είναι αδύνατο, θα πρέπει να κατασκευάζεται «πέρασμα ή σκάλα» ψαριών από ειδικευμένο επιστήμονα ιχθυολόγο με εμπειρία σε τέτοια έργα και αφού θα έχει προηγηθεί μελέτη των ειδών της περιοχής έτσι ώστε το έργο να προσαρμοστεί στις ανάγκες τους (μεγέθη, ταχύτητα κίνησης, κλπ.).
    • Σε κάθε περίπτωση πρέπει να εξασφαλίζεται βάθος ροής κατάντη της υδροληψίας τουλάχιστον 40 cm για να μπορεί να είναι δυνατή η μετακίνηση της ιχθυοπανίδας, άναντη και κατάντη φράγματος.
    • Ετήσιας διάρκειας ιχθυολογική μελέτη. Αυτή θα περιλαμβάνει σύνθεση πληθυσμών: είδη, αναλογία φύλων σύνθεση ηλικιών. Ενδημικά, αλλόχθονα είδη Κατά περίπτωση λειτουργία ιχθυοδιαδρόμων . Δηλαδή οι ιχθυοδιάδρομοι θα πρέπει να σχεδιάζονται και να λειτουργούν λαμβάνοντας υπόψη: τα είδη, τις ηλικίες (γεννήτορες, νεαρά ανώριμα) τις ανάγκες τους σε νερό (άλλες ανάγκες έχει η πέστροφα και άλλες το χέλι).
    Τέλος επισημαίνουμε ότι η διαβούλευση για ένα τόσο σοβαρό θέμα δεν είναι δυνατόν να γίνει εντός ολίγων ημερών και μάλιστα περίοδο θέρους εντός του Αυγούστου. Επειδή πολλοί φορείς δεν θα λάβουν γνώση (και αυτό φαίνεται ήδη από τη συμμετοχή σχεδόν αποκλειστικά μελετητών ή επενδυτών), παρακαλουμε για την επέκτασή της σε 40-45 ημέρες, όπως συνήθως γίνεται, δηλαδή τουλάχιστον έως τις 15 Σεπτεμβρίου.
    Για το ΔΣ
    Πανελλήνιου Συλλογου Ιχθυολογων Δημοσίου
    Ο Πρόεδρος
    Γ.ΤΙΓΚΙΛΗΣ
    Δρ.Περιβαλ. Βιολογίας-Ιχθυολόγος

  • 20 Αυγούστου 2010, 13:38 | Αλέξανδρος Καρνέζης

    Αγαπητοί φίλοι,
    Με μεγάλη έκπληξη διαπιστώνω ότι οι σύμβουλοι της Κυρίας Υπουργού, την οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια, (σαφώς μεγαλύτερη από το μαθηματικό μοντέλο υπολογισμού του Lmax και θα το αναλύσω αυτό παρακάτω)σε «ιστορικές» περιπέτειες. Η συγκεκριμένη Υ.Α. εκφράζει κατ’εμέ τις εξής «ευαισθησίεs»:
    -Επιτρέπει ή καλύτερα προωθεί τα τεράστια Υδροηλεκτρικά έργα ανω των 15MW τα οποία επιβαρίνουν το περιβάλον πολύ περισσότερο απο τα ΜΥΗΕ χωρίς να εξηγεί πως γίνεται η μεγαλύτερη επέμβαση να είναι και πιο φιλική. Εκτός και αν λέει κάτι το γεγονός οτι τα τεράστια Υδροηλεκτρικά ανήκουν και σε τεράστιους οικονομικά επενδυτές.
    -Καταργεί σε ποσοστό 90% τα ΜΥΗΕ και κατα συνέπεια καταργεί το 90% των μικρομαισαίων επενδύσεων, εκτός και αν το ζητούμενο δεν είναι τελικά η ανάπτυξη αλλά η ύφεση.
    -Αδιαφορεί για τον κόπο και τα χρήματα που ξόδεψαν εκατοντάδες επενδυτές οι οποίοι κόλησαν στα γρανάζια της γραφειοκρατείας από το 2008. Για όλους αυτούς έρχεται σήμερα και καταργεί αναδρομικά τη βεβαίωση της Ρ.Α.Ε. η οποία επέχει θέση άδειας παραγωγής. Το τι θα συμβεί όταν όλοι αυτοί διεκδικήσουν από το Ελληνικό Δημόσιο αυτό που τους αναλογεί είναι κάτι που μάλλον δεν υπολόγισαν οι εισηγητές της Υ.Α.
    Τέλος θα ηθελα με ένα απλό παράδειγμα να δείξω την προχειρότητα με την οποία «βγήκε» το μοντέλο υπολογισμού του Lmax.
    Για P 0,3MW το Lmax είναι έως 250m. Αυτό λοιπόν σημαίνει ότι για παροχή περίπου ενός κυβικού μέτρου απαιτείται Δχ 40m δηλαδη ουτε λίγο ούτε πολύ κλίση πάνω από 16%. Και που υπάρχει παροχή ενός κυβικού μέτρο με τέτοια τεράστια κλίση; Αρα αν η παροχή είναι λογικά μικρότερη το Δχ θα πρέπει να είναι μεγαλύτερο οπότε στην ουσια θα πρόκειται για καταράκτη. Επίσης για έργο ισχύος 1MW το Lmax είναι περίπου 1,7km. Στο ίδιο ρέμα όμως αν κατασκευάσεις δύο έργα συνολικής ισχύος 1MW, με οποιονδήποτε συνδιασμό, το συνολικό Lmax (δηλαδή το άθροισμα των δύο αγωγών) ειναι κατά πολύ μικρότερο του 1,7Km. Προσωπικά λοιπόν κρίνω το μαθηματικό μοντέλο υπολογισμού του Lmax ανεπαρκές και έχω την αίσθηση ότι δεν εκπονήθηκε απο γνώστη της επιστήμης των μαθηματικών.
    Αλέξανδρος Καρνέζης
    Χημικός Μηχανικός

  • 20 Αυγούστου 2010, 10:32 | Κωστας-Ευη Ασκουνη Πολιτικοι Μηχανικοι

    Γιατί χρειάζεται μαθηματικός τύπος να λύσει περιβαλλοντικά θέματα;

    Σχετικά με τα άρθρα 3 και 4 της εγκυκλίου σας («Συμπλήρωση και εξειδίκευση τεχνικών λεπτομερειών των κριτηρίων χωροθέτησης ΜΥΗΕ που προβλέπονται από το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης Ν3851/2010).

    Κα Υπουργέ,
    Παρακαλούμε θερμά να εξετάσετε τα εξής θέματα σχετικά με τα άρθρα 3 και 4 της προς διαβούλευση εγκυκλίου σας.

    Άρθρο 3 παράγραφος β
    Υπάρχει ιδιαιτερότητα των ελληνικών ποταμών που έχουν μικρή κατά μήκος κλίση, άρα χρειάζεται αρκετό μήκος εκτροπής του νερού για να δημιουργηθεί υψομετρική διαφορά ικανή για παραγωγή ικανοποιητικής ενέργειας.
    Ο προτεινόμενος μαθηματικός τύπος δεν λαμβάνει υπόψη του το θέμα της κατά μήκος κλίσης του ποταμού, βάζοντας ένα μόνο κανόνα για όλα τα έργα ΜΥΗΕ. Επειδή έχουν παλαιότερα υπάρξει λίγες περιπτώσεις ΜΥΗΕ όπου ήταν αναγκαία η εκτροπή σε μεγάλο μήκος με μικρή ισχύ έργου, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να μπει φρένο σε όλα τα ΜΥΗΕ.
    Με την μεγάλη αύξηση του μήκους εκτροπής, ανάλογα αυξάνεται και το κόστος του έργου, οπότε αυξάνει και το τελικό μοναδιαίο κόστος παραγωγής ενέργειας. Αυτό λειτουργεί αυτόματα ως αποτρεπτικός παράγοντας γιατί το έργο θα είναι απορριπτέο ως αντιοικονομικό.
    Εάν παρόλα αυτά πρέπει να υπάρξει μαθηματικός τύπος, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και η κατά μήκος κλίση του ποταμού αντιστρόφως ανάλογα με το μήκος εκτροπής, δηλαδή σε μικρή κλίση να υπάρχει η δυνατότητα αύξησης του μήκους εκτροπής. Τότε θα υπάρχει η δυνατότητα κατασκευής ΜΥΗΕ σε ποταμούς με αρκετό νερό, αλλά σχετικά μικρή κλίση.

    Άρθρο 3 παράγραφος δ
    Το πλάτος της κοίτης κάθε ποταμού είναι πολύ μεταβλητό κατά μήκος αυτού από λίγα μέτρα (5-10μ.) σε δεκάδες ή εκατοντάδες μέτρα, ενώ η κοίτη του κάθε ποταμού δεν είναι επίπεδη. Εάν ισχύσει ο προτεινόμενος περιορισμός των 20 εκ. , θα υπάρχει μεγάλη σύγχυση για τη θέση, τον τρόπο και τις συνθήκες μέτρησης της ελάχιστης επιφανειακής ροής.

    Άρθρο 4
    Για τα ΜΥΗΕ που έχει ήδη ξεκινήσει η διαδικασία αδειοδότησης και έχουν ήδη ελεγχθεί και φύγει από τη ΡΑΕ, και βρίσκονται σε διαδικασία γνωμοδοτήσεων από τις λοιπές υπηρεσίες, πρέπει να προβλέπονται σχετικές μεταβατικές διατάξεις, χωρίς να απαιτείται περιττός επανέλεγχος αυτών από τη ΡΑΕ με τις νέες διατάξεις της προτεινόμενης εγκυκλίου σας.

    Πάτρα 19/8/10
    Για την εταιρεία
    Κ. ΑΣΚΟΥΝΗΣ ΔΟΜΙΚΗ ΑΚΤΟΕ
    Κώστας Ασκούνης
    Πολιτικός Μηχανικός ΕΜΠ
    Εύη Κ. Ασκούνη
    Πολιτικός Μηχανικός MSC

  • 20 Αυγούστου 2010, 08:47 | ΧΡΥΣΗ ΣΚΟΥΒΑΚΗ.

    Ειναι εντελως αδυνατον και τεχνικα οχι δόκιμη η «μαθηματικοποίηση» των πριβαλλοντικών επιπτώσεων ενός ΜΥΗΕ.Με τον τρόπο αυτον ειναι λογικό και βεβαιο οτι θα υπάρξουν τεχνικά παραδοξα αποτελέσματα στην αξιολόγηση και αδειοδότηση των εργων.
    Αν υποτεθει οτι ισχύει καποιο τυπος ,ετσι οπως προτεινεται,θα εχει σαν αποτελεσμα να κοπουν εργα οπως στη θεση ΓΥΦΤΑΠΗΔΗΜΑ Ν Αχαιας που εχουμε εκπονησει ΠΠΕΑ ,εχει εγκριθει από ΡΑΕ και με Ν3851/2010 θεωρειται οτι εχει ΠΠΕΑ και αδεια παραγωγής.

    Ο συντελεστης αν τελικα ισχυσει ,θα πρεπει ναναι αντιστρόφως αναλογος της κατα μηκος κλισης ποταμού ωστε να αυξανει το μηκος εκτροπής και αν υπαρχι νρο να μην απορριπτεται το εργο.
    Οσο αφορα την αναδρομικοτητα ειναι απαραδεκτη και θα οδηγησει σε πληθος προσφυγων σε δικαστικες αρχες.Δεν μπορει να ελεγχθουν εργα αναδρομικα ενω βρισκονται σε σταδιο αδειοδοτησης εχουν εγκρισεις κλπ.Με την λογικη αυτη θα πρεπει να επαναξιολογηθον και ολα τα εργα που λειτουργουν!!Αυτα δε συμβαινουν ουτε στον…τριτο κοσμο πλέον!!!

    ΧΡΥΣΗ ΣΚΟΥΒΑΚΗ
    Πολιτικος Μηχανικος

  • 20 Αυγούστου 2010, 04:59 | ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΜΥΗΕ

    Θεωρούμε ότι μέσω της δημόσιας ηλεκτρονικής διαβούλευσης για το σχέδιο Υπουργικής Απόφασης εκφράστηκαν φορείς και πολίτες με ουσιαστικό τρόπο προσθέτοντας στην σκέψη όλων των ενδιαφερομένων και των αρμοδίων και πληροφόρηση και απόψεις και προτάσεις επεξεργασμένες και συγκεκριμένες.
    Με ιδιαίτερη σαφήνεια μέσα από την ίδια την διαβούλευση προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι το προτεινόμενο σχέδιο Υπουργικής Απόφασης σε καμιά περίπτωση δεν τυγχάνει κοινωνικής αποδοχής και ακόμη περισσότερο ότι δεν αποτελεί σχέδιο Υ.Α. που «συμπληρώνει και εξειδικεύει» τεχνικές λεπτομέρειες του Ειδικού χωροταξικού για τις ΑΠΕ όσον αφορά τα ΜΥΗΕ αλλά επιχειρεί να το καταργήσει, να το αλλάξει ριζικά επί το δυσμενέστερο, συγκαλυμμένα με «επιστημονικοφανή» τρόπο (μέσω ενός αυθαίρετου, μη στηριγμένου σε επιστημονικές προσεγγίσεις ούτε σε στατιστικές επεξεργασίες) μαθηματικού τύπου και ανεφάρμοστων ρυθμίσεων επιχειρεί να καταργήσει στην ουσία όλη την ενεργειακή αξιοποίηση του μικρουδροδυναμικού της χώρας μας. Δεν λαμβάνει υπ’ όψιν καθόλου την πλούσια επί δεκαετίες διεθνή εμπειρία
    ( Ευρωπαϊκή και παγκόσμια) τόσο στην χωροθέτηση των ΜΥΗΕ, όσο και στην αντιμετώπιση θεμάτων προστασίας του περιβάλλοντος
    ( ιχθυοπανίδα, ποτάμιο οικοσύστημα κ.λ.π.) και δαιμονοποιεί τα ΜΥΗΕ ως εν δυνάμει «καταστροφείς» του περιβάλλοντος προσφέροντας κάκιστες υπηρεσίες και σε σχέση με την δημιουργία παιδείας στον κοινωνικό ιστό για υποβοήθηση των πράσινων επενδύσεων στα πλαίσια των στόχων της χώρας μας για το 20-20-20 και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
    Με την προτεινόμενη Υ.Α. επιδιώκεται να ακυρωθούν το 70-80% των επενδύσεων ΜΥΗΕ ως 3 MW, επενδύσεις που αποτελούν το 90% των δυναμένων να υλοποιηθούν ΜΥΗΕ στην χώρα μας. Πριμοδοτεί, χωρίς να υπολογίζει τις σαφώς μεγαλύτερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις, τα ΜΥΗΕ των 5,7,10,15 MW που όμως είναι πρακτικά και επενδυτικά μη υλοποιήσιμα όσες περιβαλλοντικές εγκρίσεις και άδειες εγκατάστασης και αν πάρουν ( έχει αποδειχθεί στην πράξη).
    Έχοντας την αυταπάτη ότι θα κατασκευαστούν τα ΜΥΗΕ των 5-15 MW (στην πλειοψηφία τους φράγματα σε μεγάλα ποτάμια η τεράστιες εκτροπές ( 8 km ) μεγάλων ποταμιών ( έργα που επισημάναμε ότι είναι βέβαιο ότι δεν πρόκειται να γίνουν) το σχέδιο Υ.Α. αποφασίζει ότι τα ΜΥΗΕ ως 3 MW πρέπει να «κοπούν» γιατί, δήθεν, με την τυχόν απευκταία υλοποίηση τους θα καταστρέψουν το περιβάλλον, είναι μικρά σε σχέση με την καταστροφή που θα προκαλέσουν. Στην διαβούλευση απεδείχθη με στοιχεία ότι τα ΜΥΗΕ των 500 kW, των 1, 2, 3 MW καθόλου μικρά δεν είναι και από ενεργειακή άποψη και από Ελληνική προστιθέμενη αξία και από την δυνατότητα τους να σταθεροποιούν το σύστημα του ΔΕΣΜΗΕ και σε σχέση με το γεγονός ότι παράγουν με διαφορά την φτηνότερη ενέργεια από όλες τις ΑΠΕ και υλοποιούνται κατά πλειοψηφία από μικρομεσαίες επιχειρήσεις κυρίως της Περιφέρειας με ότι αυτό συνεπάγεται στην στήριξη της οικονομίας της Περιφέρειας, στην απασχόληση κ.λ.π.
    Ακόμη, όπως γράφτηκε και στην διαβούλευση, στην Ευρώπη των 27 λειτουργούν 21.000 ΜΥΗΕ με μέση εγκατεστημένη ισχύ 600 kW. Οι κοινωνίες αυτές ( που έχουν αντιμετωπίσει τα θέματα που τίθενται στο σχέδιο Υ.Α. δεκαετίες πριν, έχοντας στην πλειονότητα τους ιδιαίτερα μεγάλη περιβαλλοντική ευαισθησία) βρήκαν τον τρόπο να αναπτύξουν τα ΜΥΗΕ ( που παράγουν πράσινη ενέργεια) σε αρμονία με την προστασία του περιβάλλοντος εντός του οποίου χωροθετούνται και υλοποιούνται ( ποτάμιο οικοσύστημα, ιχθυοπανίδα, κ.λ.π.).
    Το αντιεπιστημονικό, δογματικό σχέδιο Υ.Α. που αποτελεί ακραία ιδεοληψία, παγκόσμια πρωτοτυπία ( συνδέοντας την ισχύ του έργου που είναι μη περιβαλλοντικό μέγεθος με το μήκος εκτροπής ), που δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα των ΜΥΗΕ της χώρας μας, που αντανακλά τη βούληση των εμπνευστών του να αποτυπώσουν διοικητικά το «χάρτη» των επιτρεπόμενων ΜΥΗΕ ως προϊόν a priori, καταστρατηγώντας ακριβώς την έννοια της κατά περίπτωση αξιολόγησης των ουσιαστικών εκτιμώμενων επιπτώσεων στο περιβάλλον, που επιχειρεί να καταργήσει και όχι να « συμπληρώσει και εξειδικεύσει» το Ειδικό Χωροταξικό, που όχι μόνο δεν λαμβάνει καθόλου υπ’ όψιν την Ευρωπαϊκή και γενικά την Διεθνή εμπειρία αλλά κινείται ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση, πρέπει να αποσυρθεί.
    Για την επί χρόνια προσπάθεια της ΕΥΠΕ να θεσμοθετηθούν οι ρυθμίσεις αυτές που προτείνονται στην Υ.Α. είναι όμηρη εδώ και δυό χρόνια η αδειοδότηση εκατοντάδων αξιόλογων, ενεργειακά αποδοτικών και συμβατών με το περιβάλλον επενδύσεων ΜΥΗΕ. Με το άρθρο 2 επιδιώκεται να ολοκληρωθεί μέσω της προτεινόμενης αντισυνταγματικής και ανήθικης ( με την πραγματική έννοια της ηθικής) αναδρομικότητας η ακύρωση όλων σχεδόν των επενδύσεων ΜΥΗΕ έως 3MW που ήταν πριν την ψήφιση του Ν 3851/10 σε στάδιο ΠΠΕΑ , αυτών που η ΕΥΠΕ κράτησε την ΠΠΕΑ παράνομα στα συρτάρια της πάνω από ενάμιση χρόνο χωρίς να υπογραφεί ούτε μία ( και άρα δεν εξεδόθησαν ποτέ για αυτές άδειες παραγωγής με το νομοθετικό καθεστώς που ίσχυε πριν τον Ν. 3851/10 ). Εκτός του προφανούς δόλου της ανωτέρω ενέργειας,στο σχέδιο Υ.Α. δεν λαμβάνεται καθόλου υπ’ όψιν το γεγονός ότι με απόφαση του ίδιου του ΥΠΕΚΑ τα ΜΥΗΕ που προαναφέρθηκαν θεωρείται με βάση τις μεταβατικές διατάξεις του Ν.3851/10 ότι μετά την έκδοση της προβλεπόμενης από τον Νόμο βεβαίωσης από την ΡΑΕ διαθέτουν άδεια παραγωγής. Η κατάφωρη αυτή αδικία δεν θα περάσει, όπως δεν θα περάσει και το σύνολο του σχεδίου Υ.Α. Πιστεύουμε ότι η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΚΑ ( τώρα που μέσω της δημόσιας διαβούλευσης γνωρίζει) δεν θα επιτρέψει να επικρατήσουν προσωπικές πολιτικές που αποκρούστηκαν αρκετές φορές στο παρελθόν από τους υπηρεσιακούς παράγοντες του ίδιου του ΥΠΕΚΑ ( τέως ΥΠΑΝ) και τους πολιτικούς προϊσταμένους τους ως αβάσιμες και μη τεκμηριωμένες επιστημονικά.
    Άραγε γιατί το ΥΠΕΚΑ αντί να προσπαθεί με το σχέδιο Υ.Α. να «δαιμονοποιήσει» και «απαγορεύσει» ακριβώς τα έργα ΜΥΗΕ που υλοποιήθηκαν και υλοποιούνται σε όλη την Ευρώπη ( τα micro και midi ) να μην συστήσει διεπιστημονική επιτροπή εμπειρογνωμόνων που θα απαρτίζεται από υδρολόγους με εμπειρία σε ΜΥΗΕ , περιβαλλοντολόγους, μηχανικούς εξειδικευμένους στα ΜΥΗΕ, βιολόγους, ιχθυολόγους, δασολόγους κ.λ.π. η οποία να μπορέσει μελετώντας την διεθνή εμπειρία να αποφασίσει στα θέματα που αφορούν την οικολογική παροχή ( που είναι το περιβαλλοντικά ζητούμενο ) με βάση τις πραγματικές φυσικές συνθήκες της κάθε υδρολογικής λεκάνης και του κάθε υδατορεύματος; Έτσι που και την ανάπτυξη των ΜΥΗΕ να πετύχουμε σαν χώρα και την προστασία του περιβάλλοντος ( που κανείς μας δεν θέλει την μη προστασία του, πόσο μάλλον την καταστροφή του) να διασφαλίσουμε ;
    Η προτεινόμενη διεπιστημονική επιτροπή να μελετήσει τα ζητήματα που αφορούν την οικολογική παροχή στις συνθήκες της χώρας μας και να προτείνει τρόπο ελέγχου της διατήρησης της . Η χωροθέτηση των ΜΥΗΕ που θα υποβληθούν για άδεια παραγωγής στην ΡΑΕ μετά την ημερομηνία θεσμοθέτησης νέων ρυθμίσεων για την κριτήρια χωροθέτησης των ΜΥΗΕ ( αφού έχει προηγηθεί η επεξεργασία των πορισμάτων της εργασίας της επιτροπής εμπειρογνωμόνων και ο δημόσιος διάλογος επ΄αυτών ) να γίνεται , πέραν των ενεργειακών δεικτών, περιβαλλοντικά με βάση τον υπολογισμό και την διατήρηση της οικολογικής παροχής στην κάθε υδρολογική λεκάνη που να παίρνει υπ’ όψιν, κατά το δυνατόν, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της.
    Τα ζητήματα που αφορούν τον υπολογισμό της οικολογικής παροχής
    ( σε σχέση με την ιχθυοπανίδα, το ποτάμιο οικοσύστημα κ.λ.π ) διεθνώς συζητούνται και αντιμετωπίζονται από το 1940 περίπου με τις προσπάθειες να λαμβάνουν ευρεία εφαρμογή ιδιαίτερα μετά το 1970. Υπάρχει πλουσιότατη διεθνής εμπειρία ( δεν χρειάζεται να «ανακαλύψουμε εμείς τον τροχό». Ο υπολογισμός της οικολογικής παροχής βασίζεται σε μεθοδολογίες που συνοψίζονται σε τέσσερεις βασικά κατηγορίες ( υδρολογικές μέθοδοι, υδραυλικές μέθοδοι, μέθοδοι προσομοίωσης οικοτόπου και ολιστικές μέθοδοι ).
    Ο Ελληνικός Σύνδεσμος Μικρών Υδροηλεκτρικών με αίσθημα ευθύνης και απέναντι στην ανάπτυξη των ΜΥΗΕ στην χώρα μας ( στην προσπάθεια να προσεγγιστεί ο στόχος του 20-20-20 για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής) και απέναντι στην προστασία του ποτάμιου οικοσυστήματος, της ιχθυοπανίδας κ.λ.π. ζητά να επικρατήσει η στοιχειώδης λογική :
    1. Να αποσυρθεί το προτεινόμενο σχέδιο Υ.Α. στο σύνολο του .Προς το παρόν αρκεί η υφιστάμενη περιβαλλοντική νομοθεσία ( με την αλλαγή όμως της περιβαλλοντικής κατηγοριοποίησης της μεγάλης πλειοψηφίας των ΜΥΗΕ από Α1 σε Α2, αλλαγή που πρέπει να γίνει αμέσως ) και το Ειδικό Χωροταξικό για τις ΑΠΕ, όπως ισχύει.
    2. Να συνεχιστεί αμέσως και με γοργούς ρυθμούς η διαδικασία έγκρισης περιβαλλοντικών όρων όλων των ΜΥΗΕ που υποβλήθηκαν για άδεια παραγωγής πριν τον Ν.3851/10 (και είτε προωθήθηκαν στην ΕΥΠΕ για την έγκριση ΠΠΕΑ , είτε εκκρεμούν ακόμη στην ΡΑΕ για τον έλεγχο των κριτηρίων) με το υφιστάμενο καθεστώς.
    3. Να συσταθεί άμεσα διεπιστημονική επιτροπή εμπειρογνωμόνων κατά τα ανωτέρω προταθέντα η οποία μέσα σε καταληκτική ημερομηνία ( σε χρόνο όμως επαρκή για να είναι τα πορίσματα της το δυνατόν πιο επιστημονικά και συμπυκνώνοντας την διεθνή εμπειρία ) να προτείνει κριτήρια χωροθέτησης των ΜΥΗΕ ( υπολογισμό της οικολογικής παροχής σε σχέση με τις φυσικές συνθήκες του κάθε υδατορεύματος , διαδοχικότητα κ.λ.π. ). Να γίνει δημόσιος διάλογος και να ισχύσουν οι ενδεχόμενες νέες ρυθμίσεις για τα ΜΥΗΕ που θα υποβληθούν στην ΡΑΕ για άδεια παραγωγής από εκεί και πέρα.
    4. Όσον αφορά τις πραγματικά ακραίες αιτήσεις που ήδη έχουν υποβληθεί ( των οποίων ο αριθμός είναι απειροελάχιστος ) ΜΥΗΕ με ισχύ μικρότερη των 300 kW με πολύ μεγάλο μήκος αγωγών περί τα 6000 m , ας αντιμετωπιστεί με τον όποιο τρόπο, δεν υπερασπιζόμαστε επενδύσεις που και περιβαλλοντικά και επενδυτικά δεν «στέκουν».
    Ας σταθεί η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΚΑ στο ύψος των περιστάσεων και ας επιδείξει ανάλογο αίσθημα ευθύνης.
    Με αυτόν τον τρόπο και η σοβαρότητα θα επικρατήσει και η αξιοπιστία του ΥΠΕΚΑ θα διαφυλαχθεί και όσον αφορά την ανάπτυξη των ΜΥΗΕ στα πλαίσια των στόχων της χώρας για το 20-20-20 και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και όσον αφορά την προστασία του ποτάμιου οικοσυστήματος και όσον αφορά τους επενδυτές που αγωνίζονται εδώ και χρόνια να συμβάλλουν στην πράσινη ανάπτυξη και ταλαιπωρούνται με τις αυθαίρετες επιλογές υπηρεσιακών παραγόντων που συστηματικά σαμποτάρουν την κυβερνητική πολιτική για την προώθηση των ΑΠΕ.

  • 20 Αυγούστου 2010, 00:41 | NIKOLAIDIS ANASTASIOS

    Eίμαι μελλοντικός επενδυτής αφού έχω προχωρήσει σε μεγάλο βαθμό όλες εκείνες τις ενέργειες που απαιτούνται για την δημιουργία ενός μικρού υδροηλεκτρικόυ έργου.Η διάταξη αυτή αποτελεί ακραία και ύποπτη ενέργεια και πρέπει άμεσα να καταργηθεί, καθότι θα ακυρώσει όλα τα Μ.Υ.Η.Ε. Αφήστε επιτέλους να προχωρήσει αυτή η χώρα και απελευθερωθείτε από αγκυλομένες και συμπλεγματικές περιβαλλοντικές αντιλήψεις.

  • 19 Αυγούστου 2010, 23:42 | Ευάγγελος Σ. Αγγελόπουλος

    Οι υπολογισμοί και το μαθηματικό υπόβαθρο της συγκεκριμένης ΥΑ, είναι ηλίου φαεινότερο ότι δεν βασίζονται σε επιστημονική θεωρία αλλά σε παράλογους και πρόχειρους υποκειμενισμούς. Μετά λύπης αντιλαμβάνομαι την καταστροφή των προσδοκιών και των επενδύσεων ενός δυναμικού και συνάμα περιβαλλοντικά υπεύθυνου κλάδου και κάνω έκλυση για την ριζική επανεξέταση της ΥΑ, αν όχι την κατάργηση και επαναδόμηση της, με επιστημονικά κριτήρια και βάσει της ευρωπαϊκής πραγματικότητας στις επενδύσεις των ΑΠΕ, που έχει σαφή προσανατολισμό προς τα μικρά υδροηλεκτρικά έργα.

    Ευάγγελος Σ. Αγγελόπουλος, PhD
    DMG ENERGY ΕΠΕ

  • 19 Αυγούστου 2010, 23:26 | ΧΙΣΚΑΚΗ ΜΕΛΙΤΑ

    Ως αναφορά στο σχόλιο του κ. Κουτράκη, τον οποίο να σημειώσω θεωρώ αξιολογότατο επιστήμονα, θα ήθελα να επισημάνω τα εξής:
    1. Με λύπησε ιδιαίτερα το γεγονός ότι ξεχωρίζει τους μελετητές και τους επενδυτές από τους ανθρώπους που γνωρίζουν το φυσικό περιβάλλον και τις επιπτώσεις των ΜΥΗΕ. Ίσως οφείλεται σε ατυχείς συγκυρίες η μέχρι σήμερα εμπειρία του σε επαφές με ανθρώπους του χώρου. Θα ήθελα να τονίσω, όπως αναφέρει και ο κ. Τσιτογιάννης στο σχόλιό του, πως παντού, σε όλους τους κλάδους, υπάρχουν «οι καλοί και οι κακοί». Αρμοδιότητα αυτής της κατηγοριοποίησης έχουν οι ελεγκτικές δημόσιες αρχές.
    2. Πολύ σωστά εντοπίζει το πρόβλημα της έλλειψης στοιχειοσειρών, ιδίως στα ορεινά υδατορέματα (στοιχεία υπάρχουν κυρίως σε ποτάμια συστήματα και προέρχονται κατά βάσει από τη ΔΕΗ), της παντελούς έλλειψης ποιοτικών χαρακτηριστικών και της χρονικής μεταβολής τους, στοιχεία επίσης που να αναφέρονται στα είδη και στον αριθμό της ενδημικής ιχθυοπανίδας καθώς και στα βιωτικά τους χαρακτηριστικά είναι δυσεύρετα και στις περισσότερες περιπτώσεις ανύπαρκτα. Η μοναδική πηγή πληροφορίας είναι συγγράμματα του ΕΘΙΑΓΕ τα οποία δυστυχώς δεν είναι επικαιροποιημένα και τα οποία, στην καλύτερη περίπτωση, βρίσκονται καταχωνιασμένα στα συρτάρια κάποιας υπηρεσίας. Αυτά ανήκουν στα κακώς κείμενα ενός κρατικού μηχανισμού που δεν υπήρξε ποτέ αρωγός ερευνητικών εργασιών και επιστημονικών καταγραφών.
    3. Ως προς την κατασκευή ενός ΜΥΗΕ, σε ορεινό περιβάλλον, θα ήθελα να επισημάνω ότι τα έργα δε διαφέρουν από αντίστοιχα που κατασκευάζονται κατά κόρων από τις κατά τόπους δασικές υπηρεσίες. Άλλωστε τα δασαρχεία είναι κατά κάποιο τρόπο, υπεύθυνα για την ορθότητα εκτέλεσης των έργων αυτών. Παρά ταύτα η ορθή εκτέλεση των έργων, κυρίως χωματουργικών, είναι επιβεβλημένη ώστε κατά τη λειτουργία να μη δημιουργούνται προβλήματα. Ενδεικτικά αναφέρω ότι πιθανό μπάζωμα της ορεινής κοίτης θα προκαλέσει τοπικό πλημμυρικό φαινόμενο με αποτέλεσμα την αποσταθεροποίηση της υποδομής εγκατάστασης τόσο του αγωγού όσο και της οδού πρόσβασης. Τέτοιου είδους ζημίες είναι ιδιαίτερα κοστοβόρες και αν συμβούν στα αρχικά στάδια λειτουργίας καταστροφικές για την επένδυση.
    4. Ως προς τη στάθμη του νερού κατάντη.
    Από την αρχαιότητα ο άνθρωπος προσπαθούσε να δαμάσει τη φύση ώστε να χρησιμοποιήσει το νερό. Και πάντα η φύση, ως πιο σοφή, έβρισκε τρόπους να επιβιώνει και να αναπτύσσεται. Για παράδειγμα η διαδικασία της φυσικής επιλογής κράτησε ζωντανά τα υδατορέματα της πατρίδας μας μετά από αιώνες ανεξέλεγκτης υδρομάστευσης κυρίως τη θερινή, ευαίσθητη οικολογικά, περίοδο.
    Δεν είμαι ειδική επί του θέματος και δε θέλω να μπαίνω σε «χωράφια αλλονών», παραθέτω απλά την όποια μου εμπειρία από την ενασχόλησή μου με τα ΜΥΗΕ και τα βιώματά μου ως μόνιμη κάτοικος, επί 40 χρόνια, μιας ορεινής περιοχής ιδιαίτερα χαρισματικής και πλούσιας σε υδάτινο δυναμικό.
    Από το 1966, όταν κατασκευάστηκε η τάφρος 66 για την αντιμετώπιση των πλημμυρών και την αποξήρανση του κάμπου των Γιαννιτσών, υποχρέωση της περιοχής μας ήταν η κατασκευή φραγμάτων στερέωσης των κεντρικών κοιτών σε όλα τα υδατορέματα της λεκάνης απορροής με σκοπό τη συγκράτηση των φερτών υλικών που διαφορετικά θα κατέληγαν στην τάφρο 66. Επιπλέον, λόγω του μεγέθους του αρδευόμενου κάμπου και φυσικά της έλλειψης υποδομών άρδευσης, ποτέ δεν περίσσευαν χρήματα για τέτοιες πολυτέλειες στα σύνορα της επικράτειας, τη θερινή περίοδο δημιουργούνται αυτοσχέδια φράγματα εκτροπής σε όλα σχεδόν τα υδατορέματα. Παρ’ όλα αυτά μόλις «έρχονταν τα νερά» ως παιδιά βγαίναμε για ψάρεμα στα ποτάμια. Το ίδιο σήμερα κάνει και ο γιος μου, αν και ανησυχώ ιδιαίτερα για την ποιότητα των ψαριών λόγω των λυμάτων που καταλήγουν στα ποτάμια. Ως προς το θέμα της βιοποικιλότητας, αναφέρω πάλι πως δεν είμαι ειδική, τα ψάρια που έβλεπα τότε εξακολουθώ να βλέπω και σήμερα.
    Ακόμη θα ήθελα να σημειώσω ότι αμέσως κατάντη ενός αναβαθμού και τη μείωση του νερού, το νερό δημιουργεί τα «μονοπάτια» του εκμεταλλευόμενο τα βαθύτερα τμήματα της κοίτης τα οποία όντως έχουν βάθος 20, 30 ή 50 εκ., ή καλύτερα 1,2 ή και 3 παλάμες. Άλλωστε τα ορεινά μας ρέματα είναι συνηθισμένα σε τέτοιου είδους καταστάσεις μιας και αντιμετωπίζουν παρατεταμένες ξηρασίες (2001, 1989-1992 και παλαιότερα), περιόδους πλημμυρών κατά τις οποίες τεράστιοι βράχοι μετακινούνται φράζοντας τη ροή και δημιουργούν αναβαθμούς ύψους 5,6 ή 10μ. και πολλές φορές διαδοχικούς (2003, 2006, 2009) (τα πλημμυρικά φαινόμενα εντείνονται σε μέγεθος και αριθμό λόγω της κλιματικής αλλαγής την οποία προσπαθούμε να αναστρέψουμε), κατολισθήσεις όπου η ροή «χάνεται» κάτω από τόνους αποσαθρωμένων πετρωμάτων ή ακόμη και τοπικά γεωλογικά φαινόμενα καθιζήσεων (δημιουργία καταρρακτών, λιμνών κλπ). Ακόμη έχουν να αντιμετωπίσουν εξωγενείς παράγοντες όπως οι πυρκαγιές, η συχνότητα των οποίων αυξήθηκε δραματικά τα τελευταία χρόνια λόγω επίσης της κλιματικής αλλαγής, οι οποίες επηρεάζουν δραματικά την ποιότητα του νερού.
    Παρ’ όλα αυτά το σύνολο σχεδόν των υδατορεμάτων έχει ιχθυοπανίδα, όπως πολύ σωστά τονίζεται στα σχόλια των κ. Κουτράκη και Δημητρίου.

    Όλα τα παραπάνω δε συνηγορούν στην αυθαιρεσία του να κάνει ο καθένας ότι θέλει όπου θέλει, ούτε και να φτάσουμε στο άλλο άκρο της γενίκευσης η οποία φυσικά καταλήγει σε απαγόρευση.
    Ο αγώνας, κοινός φαντάζομαι από όλους μας, ενάντια στην κλιματική αλλαγή και στη μείωση της εξάρτησης της χώρας μας από τρίτες χώρες θα πρέπει να είναι συνεχής. Πάνω σε αυτό το σκεπτικό θα πρότεινα:

    1. Τη μη υπογραφή της προτεινόμενης Υ.Α..
    Τα ΜΥΗΕ , πέρα από την ενεργειακή τους συμβολή, αποτελούν μοναδικό εργαλείο στην ολοκληρωμένη διαχείριση των υδατικών πόρων, προσφέροντας υποδομές σε παράλληλες (ανεξέλεγκτες σήμερα) άλλες χρήσης νερού, συμβάλλοντας έτσι στην εξοικονόμηση του φυσικού πόρου.
    Ένα ΜΥΗΕ προσφέρει συνεχή καταγραφή υδρολογικών δεδομένων και ποιοτικών χαρακτηριστικών του νερού σε τουλάχιστον 2 σημεία ενός υδατορέματος (οδηγία-πλαίσιο 2000/60).
    Συμβάλλουν στην αντιμετώπιση πλημμυρικών φαινομένων ανακόπτοντας τη συρτική δύναμη του νερού.
    Θα μπορούσαν, πολύ εύκολα, να αποτελέσουν σημαντικό εργαλείο στην πρόγνωση των πλημμυρών (οδηγία 2007/60).
    2. Τη θεσμοθέτηση ετήσιων κρατικών ελέγχων από εξειδικευμένους υπαλλήλους σε κάθε λειτουργούντα ΜΥΗΕ.
    3. Τη συνεχή και οργανωμένη καταγραφή όλων των παραμέτρων του φυσικού περιβάλλοντος στην περιοχή κατάληψης του έργου.
    4. Τη θέσπιση ετήσιων στόχων περιβαλλοντικής αναβάθμισης κατά το πρότυπο ISO14001.
    5. Ως πρόσθετο όρο τη δυνατότητα από πλευράς κράτους (αρμόδιες υπηρεσίες) να επεμβαίνει ρυθμιστικά σε ευαίσθητες χρονικές περιόδους (παρατεταμένη ξηρασία) ώστε να αναστέλλεται ή να περιορίζεται η λειτουργία των έργων, βασιζόμενο πάντα σε πραγματικά δεδομένα που θα προσφέρει ένα διευρυμένο σύστημα καταγραφής το οποίο θα υλοποιείται και με χρηματική ενίσχυση των επενδυτών.

  • 19 Αυγούστου 2010, 20:16 | Γιάννης Κουβόπουλος

    Όταν υπάρχει άγνοια των βασικών χαρακτηριστικών (βιολογικών, μορφολογικών, υδρολογικών) του οικοσυστήματος που θα επηρεαστεί από την εγκατάσταση ενός ΜΥΗΕ και, κατόπιν αυτού, ούτε οι πιέσεις που θα υποστεί είναι γνωστές, τότε η θέσπιση γενικών προστατευτικών ορίων με περίτεχνους μαθηματικούς τύπους όπως στο Άρθρο 3β, είναι μια αντιμετώπιση δήθεν επιστημονική, αλλά στην πραγματικότητα αυθαίρετη και ατεκμηρίωτη, που θα έχει ορισμένα σίγουρα αποτελέσματα:
    1. Θα χαθεί ένα κίνητρο για την απόκτηση της γνώσης του οικοσυστήματος. Αυτό βέβαια επιτυγχάνεται με έναν και μόνο τρόπο, τον οποίο κατά κανόνα η Ελληνική Δημόσια Διοίκηση περιφρονεί: τη συστηματική παρακολούθηση των βιολογικών, υδρολογικών και μορφολογικών χαρακτηριστικών των ποτάμιων οικοσυστημάτων.
    2. Η «τυφλή» εφαρμογή ενός μαθηματικού τύπου αδιακρίτως ποικιλότητας και πολλαπλότητας των τοπικών συνθηκών, θα προκαλέσει εν δυνάμει αδικίες: ένας αριθμός επενδυτικών προτάσεων θα κοπεί λόγω του μαθηματικού κριτηρίου, χωρίς να έχει εξετασθεί καθόλου η δυνατότητα περιορισμού των όποιων πιέσεων με κατάλληλες κατασκευές και ρυθμίσεις και η ενδεχόμενη μεγιστοποίηση του περιβαλλοντικού οφέλους (τέλος πάντων, τα ΜΥΗΕ είναι κατ’ εξοχήν ήπια και αειφορική μέθοδος παραγωγής ενέργειας, με τεχνικά πλεονεκτήματα έναντι των άλλων ΑΠΕ).
    3. Οι υπηρεσιακοί παράγοντες οι επιφορτισμένοι με την αδειοδοτική διαδικασία θα έχουν εύκολη δουλειά να κάνουν, χωρίς να σκοτίζονται με τις εκάστοτε τοπικές ιδιομορφίες.

    Το Άρθρο 3δ, εκτός του ότι είναι αυθαίρετο (π.χ. γιατί 20 cm και όχι 10 cm;) και ασαφές (πού και πώς θα μετράται το βάθος;), δεν μπορεί να εφαρμοστεί. Στις περισσότερες περιπτώσεις ορεινών χειμάρρων, η φυσική κοίτη του υδατορρεύματος στο τμήμα της εκτροπής θα υφίσταται κατά την υγρή περίοδο του έτους συνεχή διαμόρφωση (διαβρώσεις, προσχώσεις, μετατοπίσεις) από τις πλημμύρες που θα περνάνε πάνω από την υδροληψία. Κατά συνέπεια, ο μόνος τρόπος να «εξασφαλιστεί επιφανειακή ροή βάθους τουλάχιστον 20 cm», θα ήταν να σταθεροποιηθεί αυτό το τμήμα της κοίτης, δηλαδή να μετατραπεί σε τεχνητό – λύση μάλλον ανεπιθύμητη.

    Προτείνεται η κατάργηση των ανωτέρω δύο εδαφίων του Άρθρου 3.

    Γιάννης Κουβόπουλος
    Πολιτικός Μηχανικός M.S., Υδρολόγος

  • 19 Αυγούστου 2010, 19:08 | ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ

    Ο Μαθηματικός τύπος της ΥΑ
    Η συγκεκριμένη ΥΑ αποτελεί μια ακόμη εκδοχή των αλλεπάλληλων παρόμοιων εκδόσεων και εκδοχών που έχουν προταθεί τα τελευταία χρόνια με τον ίδιο στόχο. Απλή σύγκριση από την εφαρμογή της τελευταίας έκδοσης του μαθηματικού τύπου με προηγούμενες εκδόσεις αποδεικνύει ότι η αυστηρότητα και οι περιορισμοί βαίνουν αυξανόμενοι.
    Παράλληλα σημαντικό σημείο είναι η απουσία στον μαθηματικό τύπο του μεγέθους της ενδιάμεσης παροχής εμπλουτισμού που σε προηγούμενες εκδοχές αύξανε το μήκος εκτροπής κατά ένα ποσοστό της τάξης του 16%. Αντίθετα ο σημερινός μαθηματικός τύπος προβλέπει μόνο την αύξηση της οικολογικής παροχής που θα αφήνεται από την υδροληψία του έργου με ευθύνη του επενδυτή, χωρίς να γίνεται καθόλου λόγος για το πώς θα γίνεται ο έλεγχος τήρησης της συγκεκριμένης δέσμευσης.
    Στην συνέχεια παρουσιάζονται τα γενικά συμπεράσματα που προκύπτουν από την εφαρμογή του νέου τύπου της προς υπογραφή ΥΑ σε σύγκριση με προηγούμενη έκδοση αυτής:
    • Ο νέος τύπος δίνει πολύ χειρότερα αποτελέσματα σε σχέση με τον παλιό στο τμήμα της ισχύος από 0 έως 6,5 MW (χωρίς εμπλουτισμό) με τα χειρότερα αποτελέσματα στη περιοχή των έργων 0,5 έως 1,0 MW.
    • Επιδοτούνται σαφώς τα μεγάλα έργα.
    • Δεν υπάρχει πουθενά η παροχή εμπλουτισμού, δηλαδή η περίπτωση να συμβάλει ένα ολοκλήρο ποτάμι κατάντη της υδροληψίας, με την περίπτωση να είναι μηδενικός ο εμπλουτισμός στο τμήμα εκτροπής αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο.
    • θεωρείται συμβατό σύμφωνα με τον μαθηματικό τύπο, ένα έργο π.χ. ισχύος10 MW με εκτροπή ίση με 8 km στα οποία κυλά μόνο η οικολογική παροχή (αφού δεν έχουμε εμπλουτισμό κατά την ΥΑ). Τόσο μεγάλα έργα υπάρχουν μόνο σε πλεύσιμα μεγάλα ποτάμια. Σκεφτείτε τις αντιδράσεις στην περίπτωση μήκους εκτροπής 8km σε ένα μεγάλο ποτάμι της χώρας.
    • Σύμφωνα με τον τύπο αν βάλουμε Qoik=0 παίρνουμε μήκος εκτροπής ίσο με 250 m. Δηλαδή για 250 m δεν χρειάζεται οικολογική παροχή. Το περιβάλλον προστατεύεται μόνο του.
    • Ακόμη και να αποφασιστεί ο διπλασιασμός της οικολογικής παροχή που θα αποδεσμεύεται από την υδροληψία το κέρδος στην αύξηση του μήκους είναι της τάξεως του 10% και ειδικά σε μικρά μεγέθη έργων (που το χρειαζόμαστε περισσότερο) είναι 7%.
    • Ακομη και στην περίπτωση αποδεσμευσης τριπλάσιας οικολογικής παροχής από την προβλεπόμενη το κέρδος στην αύξηση του μήκους είναι μικρότερο από ότι ήταν με τον προηγούμενο μαθηματικό τύπο.
    Ένα άλλο σημείο (γενικότερης ασυμβατότητας στο συνολικό νομικό πλαίσιο που διέπει τα ΜΥΗΕ) είναι ότι μαθηματικός τύπος προβλέπει τη δυνατότητα αύξησης της οικολογικής παροχής. Από την άλλη η εφαρμοζόμενη από τη ΡΑΕ πρακτική υποχρεώνει την ικανοποίηση του βαθμού ενεργειακής αξιοποίησης του ρέματος, το οποίο σημαίνει εκμετάλλευση συγκεκριμένης ποσότητας εκ της διαθέσιμης για αξιοποίηση παροχής η οποία ορίζεται όμως με βάσει την ποσότητα της οικολογικής παροχή, η οποία πάλι ορίζεται από το νόμο.
    Έχει συνεννοηθεί ο συντάκτης της ΥΑ με τη ΡΑΕ τη στιγμή που θα πηγαίνει για ΕΠΟ ένα έργο το οποίο θα έχει αξιολογηθεί με συγκεκριμένη ποσόσητα οικολογικής παροχής άρα η οποιαδήποτε αύξησή της δεν θα μπορεί να γίνει εκ των προτέρων γιατι θα είναι αντίθετη με την αξιολόγηση της ΡΑΕ?
    Λογικό είναι να αναμένουμε στην συνέχεια και την εισαγωγή ανάλογων μαθηματικών τύπων για το επιτρεπτό μήκος δικτύου σύνδεσης, το μήκος των οδών προσπέλασης, το ύψος του αναβαθμού της υδροληψίας και κάθε λογής τεχνική παράμετρο των ΜΥΗΕ, ή ακόμη και για την αρχαιολογική σημασία μιας περιοχής (αν είναι μικρό το αρχαίο εντάξει, αν είναι μεγάλο το έργο κόβεται) ή την τουριστική σημασία (αριθμός κλινών) ή την δασική σημασία (να μετράει μόνο ο αριθμός των δένδρων που κόβονται και όχι και το είδος) κ.ο.κ.
    Σκεφτικά αιολικά πάρκα με μαθηματικά κριτήρια που θα θέτουν περιορισμό στην ισχύ, στον αριθμό των μηχανών, στη διάμετρο πτερωτής, στη διάμετρο και το ύψος του πύργου, στο μήκος και στο πλάτος των οδών πρόσβασης ή ΦΒ πάρκα με περιορισμό στο μέγεθος των πανελς, στο χρώμα, ή στην επιφάνεια κάλυψης.

    Επιστημονικό υπόβαθρο και τεκμηρίωση του μαθηματικού τύπου
    Σε καμία χώρα του κόσμου, ακόμη και σε αυτές με ίδιες ή παρόμοιες υδρολογικές και γεωλογικές συνθήκες με την ελλάδα, όπου ήδη έχει αξιοποιηθεί το μεγαλύτερο ποσοστο του διαθέσιμου μικροϋδροηλεκτρικού δυναμικού, δεν έχει γίνει καν προσπάθεια να συσχετιστεί το μήκος εκτροπής με την ισχύ του έργου.
    Σε όλη την ευρώπη αλλά και στον κόσμο, η διατήρηση της διαβίωσης του οικοσυστήματος στο τμήμα της εκτροπής εξασφαλίζεται μέσω της λεγόμενης οικολογικής ή διατηρητέας παροχής. Ο καθορισμός της ποσότητας της οικολογικής παροχής γίνεται με βάση τα υδραυλικά, υδρολογικά και γεωλογικά χαρακτηριστικά του ρέματος καθώς και με βάση άλλα χαρακτηριστικά που έχουν να κάνουν με την ιχθυολογική σημασία καθώς και οικολογικές παραμέτρους.
    Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της οικολογικής παροχής είναι:
    1. Μέθοδοι που βασίζονται σε υδρολογικές ή στατιστικές παραμέτρους (η οικολογική παροχή καθορίζεται ως ποσοστό της μέσης ετήσιας παροχής ή της ελάχιστης μέσης παροχής, ή με βάση συγκεκριμένες τιμές της Καμπύλής Διάρκειας Παροχής)
    2. Μέθοδοι που βασίζονται σε γεωμετρικά ή γεωλογικά χαρακτηριστικά (ορίζεται με βάση συγκεκριμένη τιμή ειδικής απορροής με βάση το εμβαδό της λεκάνης)
    3. Μέθοδοι που βασίζονται στην ταχύτητα και στο βάθος ροής
    4. Πολυπαραμετρικοί μέθοδοι που λαμβάνουν υπόψη περιβαλλοντικές, οικονομικές και ποιοτικές παραμέτρους
    Συνήθως προτιμάται ο καθορισμός της οικολογικής παροχής με βάση την ελάχιστη μέση ετήσια παροχή ή την μεγαλύτερη από τις ελάχιστες μηνιαίες παροχές ενός μέσου έτους.
    Στην περίπτωση καθορισμού ελάχιστου βάθους ροής πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η τάξη και η κλίση του ρέματος, το πλάτος της διατομής και η ταχύτητα ροής. Έχει αποδειχθεί επίσης ότι η συγκεκριμένη μέθοδος δίνει μη ρεαλιστικές τιμές στην περίπτωση των ορεινών ρεμάτων.
    Σε κάθε περίπτωση ο ενδιάμεσος εμπλουτισμός πρέπει να λαμβάνεται υπόψη.
    Τυχόν επιπλέον περιορισμοί θα πρέπει να είναι ξακάθαροι, πλήρως αιτιολογημένοι και να εφαρμόζονται μόνο κατά περίπτωση.

    Ενδιάμεση απόσταση μεταξύ έργων
    Σύμφωνα με την ΥΑ, η ΥΑ πρέπει να «συμπληρώνει» και να «εξειδικεύει» το Ειδικό Χωροταξικό. Στην ουσία όμως καταργεί ορισμένες παραγράφους του. Συγκεκριμένα στην παράγραφο 3.γ του άρθρου 16 αναφέρεται:
    γ. Όταν προβλέπεται εκτροπή του νερού από τη φυσική κοίτη του υδατορεύματος και για μήκος μεγαλύτερο των 250m, το μήκος του τμήματος φυσικής κοίτης που θα αφήνεται μεταξύ δύο επάλληλων Μ.ΥΗ.Ε. (δηλαδή μεταξύ του σημείου επαναφοράς του νερού στη φυσική κοίτη για το ανάντη Μ.ΥΗ.Ε. και του σημείου υδροληψίας ή την αρχή της τεχνητής λίμνης του πλησιέστερου κατάντη Μ.ΥΗ.Ε. δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 1000 m.
    Με βάση την παραπάνω παράγραφο ορίζεται σαφώς ότι το ενδιάμεσο μήκος μπορεί να είναι ίσο με 1001 m και πάνω. Με την φράση που προστίθεται στη ΥΑ «ταυτόχρονα δεν πρέπει να υπολείπεται του 33% του συνολικού μήκους…..» στην ουσία καταργείται η παράγραφο του Ειδικού χωροταξικού αφού για έργα που η ενδιάμεση απόσταση είναι μικρότερη του 33% και ταυτόχρονα είναι μεγαλύτερη από 1000 m αποκλείονται.
    Αντίστοιχα στην παράγραφο δ2 του άρθρου 16 αναφέρεται:
    δ2) στην περίπτωση έργων πολλαπλής χρήσης νερού ή στην περίπτωση ενσωμάτωσης Μ.ΥΗ.Ε. σε υφιστάμενο αρδευτικό ή υδρευτικό δίκτυο, ακόμη και αν απαιτηθεί αντικατάσταση μέρους ή του συνόλου του δικτύου.
    Με την ΥΑ καταργείται η παραπάνω εξαίρεση με αυθαίρετο τρόπο, καταργώντας επίσης τα αοποιαδήποτε οφέλη θα είχαμε από έργα πολλαπλού σκοπού.
    Θα πρέπει να εξεταστεί, εκτός από το επιστημονικό κομμάτι της ΥΑ, και το κατά πόσο είναι νόμιμη, αφού δεν συμπληρώνει και δεν εξειδικεύει το Ειδικό Χωροταξικό αλλά το καταργεί.
    Τα επαλληλα έργα πρέπει να εξετάζονται συνεργιστικά και αθροιστικά αφού έτσι κι αλλιώς η φύση δεν αντιλαμβάνεται διαφορετικούς φορείς εκμετάλλευσης.

    Αναδρομικότητα εφαρμογής
    Οι διατάξεις της ΥΑ δεν νοείται να έχουν αναδρομική εφαρμογή, ειδικά για έργα που βρίσκονται στη διαδικασία έκδοσης Αδειας Παραγωγής ή ΠΠΕ και έχουν καθυστερήσει ήδη για χρόνια.
    Όταν ξεκινάει να δραστηριοποιείται ένας επενδυτής στην ανάπτυξη ενός έργου, εκπονεί μελέτες, συστήνει εταιρείες και κάνει πλήθως εξόδων βασιζόμενος στο νομικό πλαίσιο που ισχύει τη δεδομένη χρονική στιγμή. Το κράτος πρέπει να έχει συνέχεια και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί αναδρομικά να αλλάζει τους κανόνες του παιχνιδίου, μηδενίζοντας τις προσπάθειες του κάθε ενός και προκαλώντας οικονομική ζημιά. Εκτός από αντισυνταγματικό είναι και ανήθικο.
    Στα ΜΥΗΕ το παιχνίδι αυτό παρατηρείται εδώ και χρόνια. Δεκάδες υπουργικές αποφάσεις και νόμοι ή ακόμη και η έλλειψη άλλων δημιουργεί ένα νεφελώδες, αλληλοσυγκρούμενο και γεμάτο εμπόδια πεδίο στην ανάπτυξη των έργων.

    Αναφορά στην ελάχιστη στάθμη των 20 cm
    Η κατασκευή καθενός έργου ΑΠΕ ξεχωριστά αποτελεί μοναδική διεργασία η οποία πρέπει να σέβεται και να εξασφαλίζει τις ειδικές συνθήκες και τις ιδιαιτερότητες του περιβάλλοντος χώρου και οικοτόπου. Πριν την κατασκευή ενός έργου πρέπει να τίθενται και να εξασφαλίζεται η τήρηση συγκεκριμένων όρών και προϋποθέσεων που να διασφαλίζουν αφενώς την προστασία του περιβάλλοντος και εφετέρου την σωστή και άρτια κατασκευή των έργων.
    Η ουσιαστική εφαρμογή των παραπάνω, απαιτεί μια σημαντική αναβάθμιση των ανθρωπίνων πόρων και της τεχνογνωσίας των δημοσίων υπηρεσιών και του επιστημονικού δυναμικού της Χώρας. Η έλλειψη σημαντικού πλήθους ειδικών και καταρτισμένων επιστημόνων, τόσο σε επίπεδο διοίκησης (και ειδικά τοπικής – περιφερειακής) όσο και σε επίπεδο ιδιωτών μελετητών αποτελεί σημαντική παράμετρο που πρέπει να αντιμετωπιστεί έγκαιρα. Διαφορετικά είτε η προστασία θα παραμείνει ευχή κενή περιεχομένου είτε η ανάπτυξη θα ανασταλεί ακριβώς λόγω απουσίας στελεχών που θα εκπονούν και θα ελέγχουν με αξιοπιστία τις αναγκαίες μελέτες.
    Η διαβίωση της ιχθυοπανίδας σε ένα ρέμα δεν επηρεάζεται από το εμβαδόν της ενεργούς υδάτινης διατομής αλλά από το μέγιστο ύψος νερού που πρέπει να κυλά και για συγκεκριμένο πλάτος διατομής στο δημιουργούμενο κάτω υδάτινο τόξο.
    Πιο συγκεκριμένα για τη διαβίωση των ειδών ιχθύων που διαβιούν σε ένα ρέμα απαιτείται η ύπαρξη των φυσικών ελαχίστων συνθηκών που παρουσιάζει το ρέμα κατά την ετήσια συμπεριφορά του.
    Οποιαδήποτε άλλη συζήτηση για αύξηση της ενεργού υδάτινης διατομής (είτε του ύψους, είτε του πλάτους, είτε και των δύο) αναιρεί ουσιαστικά την συμπεριφορά όλων των υδατορρεμάτων (όχι ποταμών) της χώρας, καθώς δεν υπάρχει υδατόρρεμα στην Ελλάδα που για τους 3 – 4 άνυδρους μήνες να έχει σταθερά και όχι διακοπτόμενα στην κοίτη του 20 cm ύψος νερού και σε ικανό πλάτος. Παρ’ όλα αυτά, ψάρια παρατηρούνται στα ανάντη σε όλα τα ρέματα που υπάρχει ιχθυοπανίδα.
    Δεν μπορεί λοιπόν, να ζητούνται μέσω της οικολογικής παροχής, συνθήκες που ούτε το ίδιο το ρέμα παρουσιάζει κατά την ετήσια συμπεριφορά του. Η διατήρηση ελάχιστου βάθους ροής ίσου με «20 cm» σε όλα τα σημεία της κοίτης υδατορευμάτων ανεξαρτήτου κλίσεως είναι ανέφικτη, δεν συνάδει με την φυσική συμπεριφορά των ρεμάτων και με την πραγματικότητα και αποτελεί απαίτηση η οποία δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί φυσικά και ούτε αποδεικνύεται με καμία επιστημονική μέθοδο.
    Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω προτείνεται η απόσυρση της επικείμενης ΥΑ η αναγκαιότητα της οποίας έχει καταρριφτεί. Και όπως έχουν πει και πολλοί άλλοι σε αυτή την διαβούλευση, «νόμοι υπάρχουν, αρκεί να εφαρμοστούν σωστά».

  • 19 Αυγούστου 2010, 17:12 | ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΓΛΟΥ

    Σχόλιο στο Άρθρο 3.-Συμπλήρωση και εξειδίκευση τεχνικών και λοιπών λεπτομερειών από Παντελής Γιαννόγλου

    Η προς διαβούλευση ΥΑ δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη της αν προϋπάρχουν και άλλες επιχειρήσεις που λειτουργούν στον ίδιο χώρο που σχεδιάζεται να γίνει το ΜΥΗΕ και οι οποίες για τις ανάγκες τους χρησιμοποιούν το ίδιο νερό που θέλει να χρησιμοποιήσει το σχεδιαζόμενο ΜΥΗΕ.
    Στο άρθρο 3 α. αναφέρεται ότι»…το μήκος του τμήματος φυσικής κοίτης που θα αφήνεται μεταξύ δύο επάλληλων ΜΥΗΕ (δηλαδή μεταξύ του σημείου επαναφοράς του νερού στην φυσική κοίτη για το ανάντη ΜΥΗΕ και του σημείου υδροληψίας ή την αρχή της τεχνιτής λίμνης του πλησιέστερου κατάντη ΜΥΗΕ)δεν μπορεί να είναι μικτρότερο των 1.000 μέτρων…». Αυτή η απόσταση ισχύει μόνο για τα ΜΥΗΕ; Τι γίνεται όμως με άλλου είδους επιχειρήσεις; Δεν ισχύει η ίδια απόσταση;
    Στην περίπτωση που δεν ισχύει μένουν απροστάτευτοι μία σειρά παραγωγών,μικροεπενδυτών κάτοικοι αγροτικών ορεινών περιοχών οι οποίοι θέλουν να μείνουν και να επενδύσουν στον τόπο τους, εκμεταλευόμενοι τα νερά που υπάρχουν στα γύρω ρέματα, δημιουργώντας με τα λιγοστά που έχουν μια μικρή επιχείρηση για να μπορέσουν να βγάλουν τα προς το ζην. Σαν παράδειγμα θα αναφέρω μία περίπτωση επιχείρησης πεστροφοκαλλιέργειας σε ορεινή περιοχή της Ξάνθης όπου υπηρετούσα ως υπάλληλος της εκεί Νομαρχίας.
    Δεν είναι δυνατόν όταν σε ορεινο ρέμα όπου υπάρχουν δύο κατοικίες με παρακείμενο ιχθυοτροφείο πέστροφας δυναμικότητας 10 τόνων ετησίως και με ταβέρνα,επιχείρηση από την οποία ζούνε δύο οικογένειες του χωριού, να κατασκευάζεται δίπλα και ένα ΜΥΗΕ, και το σημείο επαναφοράς του νερού από το μηχανοστάσιο του ΜΥΗΕ στη φυσική κοίτη του ρέματος να είναι ακριβώς το ίδιο σημείο από το οποίο τροφοδοτείται με νερό το ιχθυοτροφείο. Μηδενική απόσταση ασφάλειας σε περίπτωση διαρροής λαδιών ή άλλων ρυπαντών από το μηχανοστάσιο, σαφώς υποβαθμισμένη ποιότητα νερού σε σχέση με την αρχική για τη διαβίωση της πέστροφας η οποία χρειάζεται κρύα και καθαρά νερά,πλήρης οπτική και ακουστική ρύπανση για τους ιδιοκτήτες κάτοικους και τους επισκέπτες του ιχθυοτροφείου και της ταβέρνας, κ.λ.π.
    Και τι γίνεται με την «οικολογική παροχή» στην περίπτωση αυτή;Θα φθάσει το νερό της οικολογικής παροχής που θα αφήνει ο κύριος του ΜΥΗΕ, ειδικά τους ξηρούς μήνες, για να μπορέσουν να ζήσουν και τα είδη όπως οι άγριες πέστροφες και οι μπριάνες που υπάρχουν ακόμα, επιστημονικά αποδεδειγμένα, άφθονα στο ρέμα και οι οποίες προστατεύονται από το νόμο; Δεν μιλάμε καθόλου για τα άλλα είδη της υπόλοιπης πανίδας και χλωρίδας που επηρεάζονται άμεσα ή έμμεσα από τα νερά του ρέματος. Εδώ μιλάμε για την τέλεια καταστροφή, τουλάχιστον την οικονομική αυτών των δύο οικογενειών και όποιων άλλων βρίσκονται ή θα βρεθούν σε παρόμοια κατάσταση. Χωρίς προστασία από το νόμο είναι καταδικασμένες να θυσιαστούν για την λεγόμενη «πρασινη ανάπτυξη» και τα έργα της.
    Παρά τις αντιδρασεις της τοπικής κοινωνίας(Δήμος, τοπικοί Νομαρχιακοί Σύμβουλοι, Υπηρεσία Αλιείας της Νομαρχίας, πληγώμενοι από το ΜΥΗΕ ιδιοκτητες του ιχθυοτροφείου-ταβέρνας καθώς και ενός παλαιού παραδοσιακού νερόμυλου), η ΠΠΕ του ΜΥΗΕ εγκρίθηκε. Η συνέχεια έπεται.
    Παντελής Γιαννόγλου, Βιολόγος-Ιχθυολόγος, Μέλος Δ.Ε.Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ανατολ. Μακεδονίας