Άρθρο 02: Αντικατάσταση του άρθρου 2 ν. 4310/2014

Το άρθρο 2 του ν.4310/2014 αντικαθίσταται ως εξής:

Άρθρο 2

Ορισμοί

«Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί, που συμπληρώνονται από όσους αναφέρονται  στις  σχετικές διατάξεις εθνικού και ενωσιακού δικαίου που κάθε φορά ισχύουν:

1. «ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα»: τα Ιδρύματα που ορίζονται στο άρθρο 1 του ν.4009/2011.

2. «αξιολόγηση»: η διαδικασία καταγραφής και αποτίμησης του ερευνητικού και εκπαιδευτικού έργου με στόχο την καλύτερη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού, τη βελτιστοποίηση των  υποδομών που υπάρχουν και την κοινωνικά επωφελή χρήση των διαθέσιμων πόρων, δημοσίων και μη, στα ΑΕΙ και Ερευνητικά Κέντρα.

3. «αριστεία»:  η δυναμική διαδικασία η οποία αποσκοπεί στη συστηματική επιδίωξη υψηλής επιστημονικής ποιότητας κατά την ανάπτυξη νέων θεωριών ή και ερευνητικών μεθοδολογιών με στόχο την επίτευξη του βέλτιστου αποτελέσματος  σε κάθε θεματική περιοχή δραστηριοποίησης.

4. «βασική έρευνα»: η θεωρητική ή πειραματική εργασία που έχει ως πρωταρχικό στόχο τη γνώση και κατανόηση του κόσμου και την παραγωγή νέας γνώσης.

5. «Γενικός Απαλλακτικός Κανονισμός (ΓΑΚ)»: γενικός κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία για την κήρυξη ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων ως συμβατών με την κοινή αγορά κατ’ εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της Ενοποιημένη Συνθήκη λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

6. «δαπάνες προσωπικού»: οι κάθε  φύσεως αμοιβές που καταβάλλονται ως  αντάλλαγμα για την εργασία που επιτελέσθηκε από το σύνολο του προσωπικού των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων.

7. «διανοητική ιδιοκτησία»: η πνευματική και η βιομηχανική ιδιοκτησία, και ιδίως τα περιουσιακά και τα ηθικά δικαιώματα που απορρέουν από τα έργα που τις εμπεριέχουν, η τεχνογνωσία, τα σήματα, τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και τα πιστοποιητικά χρησιμότητας.

8. «δράση ή πρόγραμμα ΕΤΑΚ»: το συνεκτικό πλαίσιο ενεργειών, μέσα στο οποίο  υλοποιούνται και χρηματοδοτούνται έργα ΕΤΑΚ και το οποίο αποβλέπει στην ικανοποίηση οικονομικών και κοινωνικών αναγκών της χώρας.

9. «ένταση ενίσχυσης»: το ακαθάριστο ποσό της ενίσχυσης που εκφράζεται  ως ποσοστό των επιλέξιμων δαπανών, πριν από  την αφαίρεση φόρων ή άλλων επιβαρύνσεων.

10. «ένωση καινοτομίας (Innovation Union)»: πρωτοβουλία που εντάσσεται στην κοινοτική στρατηγική με την ονομασία «Ευρώπη 2020» και έχει ως στόχο, με κατάλληλη προώθηση από το ανώτατο πολιτικό επίπεδο, τη διαμόρφωση μιας στρατηγικής προσέγγισης της καινοτομίας, ώστε να αντιμετωπιστούν περιβαλλοντικές και άλλης φύσεως προκλήσεις, όπως η κλιματική αλλαγή, η ασφάλεια του εφοδιασμού με ενέργεια και τρόφιμα, η υγεία και η δημογραφική γήρανση.

11. «επιστημονικό και τεχνολογικό πάρκο (ΕΤΠ)»: περιοχή ή δίκτυο διαμορφωμένων περιοχών, που δημιουργούνται με σκοπό: την ενίσχυση των δεσμών των ακαδημαϊκών, ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων με τις επιχειρήσεις και τους λοιπούς φορείς, τη μεταφορά τεχνολογίας, τη διάδοση της καινοτομίας και την υποστήριξη νέων επιχειρηματικών προσπαθειών.

12. «επιχείρηση»: κάθε μονάδα, ανεξάρτητα από τη νομική της μορφή, που ασκεί οικονομική δραστηριότητα.

13. «επιστημονική και τεχνολογική καινοτομία»: το αποτέλεσμα ερευνητικών και τεχνολογικών προσπαθειών που οδηγούν ή που επιδιώκεται να οδηγήσουν στην υλοποίηση νέων ή τη βελτίωση προϊόντων, υπηρεσιών και διαδικασιών που υπάρχουν ήδη.

14. «έργο έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και καινοτομίας (ΕΤΑΚ)» (εφεξής «έργο ΕΤΑΚ»): η σχεδιασμένη δραστηριότητα με συγκεκριμένο αντικείμενο, μεθοδολογία, χρονοδιάγραμμα και προϋπολογισμό για:

− την εκτέλεση κάθε είδους έρευνας,

− την προώθηση της τεχνολογικής ανάπτυξης και της καινοτομίας  προϊόντων, υπηρεσιών ή

   διαδικασιών,

− την προβολή των δραστηριοτήτων και επιτευγμάτων ΕΤΑΚ, καθώς και για την ευαισθητοποίηση του κοινού σε επιστημονικά θέματα,

− την ενδυνάμωση του ανθρώπινου δυναμικού,

− τη δημιουργία, την αναβάθμιση και τη δικτύωση  ερευνητικών υποδομών, όπως αυτές ορίζονται στο θεσμικό πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων που ισχύει κάθε φορά καθώς και την πρόσβαση σε αυτές.

15. «έρευνα»: οποιαδήποτε συστηματική και δημιουργική εργασία που αναλαμβάνεται με σκοπό την επαύξηση του αποθέματος της γνώσης, συμπεριλαμβανομένης της γνώσης του ανθρώπου, του πολιτισμού και της κοινωνίας.

16. «ερευνητές»: οι επιστήμονες που σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 18 του παρόντος, δραστηριοποιούνται για τη δημιουργία νέας γνώσης, προϊόντων, διαδικασιών, μεθόδων και συστημάτων και τη διαχείριση των αντιστοίχων έργων.

17. «έρευνα και ανάπτυξη (E και A)»: η δημιουργική εργασία η οποία καλύπτει τις δραστηριότητες της βασικής και της εφαρμοσμένης έρευνας και πραγματοποιείται σε συστηματική βάση με σκοπό την αύξηση του αποθέματος της γνώσης, συμπεριλαμβανομένης της γνώσης του ανθρώπου, του πολιτισμού και της κοινωνίας, καθώς και η χρήση του αποθέματος της γνώσης για την ανάπτυξη νέων εφαρμογών.

18. «Ερευνητικά Πανεπιστημιακά Ινστιτούτα (ΕΠΙ)»: τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, που έχουν συσταθεί δυνάμει των διατάξεων του ν.2083/1992 (Α 159) και του ν.3685/2008 (Α 148).

19. «“ερευνητικός φορέας”: Το νομικό πρόσωπο δημόσιου  ή ιδιωτικού Δικαίου που έχει ως κύριο σκοπό την επιστημονική και τεχνολογική έρευνα, σε συνδυασμό με την πειραματική ανάπτυξη και επίδειξη, καθώς και τη διάδοση και την εφαρμογή των αποτελεσμάτων της έρευνας, μέσω των επιστημονικών δημοσιεύσεων και της αξιοποίησης των αποτελεσμάτων».

20. «δημόσιος ερευνητικός φορέας δημόσιου  δικαίου ή υπηρεσία δημόσιου ερευνητικού φορέα δημόσιου  δικαίου»: ο φορέας ή η υπηρεσία που έχει συσταθεί και λειτουργεί, ως νομικό πρόσωπο δημόσιου  δικαίου, ως Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα ή ως ειδικός λογαριασμός κονδυλίων έρευνας ο οποίος ανήκει σε φορέα του δημόσιου τομέα.

21. «Ειδικός Λογαριασμός Κονδυλίων Έρευνας»: η αυτοτελής μονάδα που λειτουργεί μέσα σε  δημόσιους  ερευνητικούς φορείς  και τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας για τις ανάγκες ερευνητικών ή λοιπών προγραμμάτων. Για τις ανάγκες του παρόντος νόμου, ως δημόσιος ερευνητικός φορέας νοείται και ο Ειδικός Λογαριασμός Κονδυλίων Έρευνας των Α.Ε.Ι. και των ΝΠΔΔ.

22. «δημόσιος ερευνητικός οργανισμός ιδιωτικού δικαίου»: ο ερευνητικός οργανισμός, ο οποίος έχει συσταθεί και λειτουργεί ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου ή ως ανώνυμη εταιρία του δημόσιου τομέα ή ως ερευνητικό κέντρο και ανεξαρτήτως του τρόπου σύστασής του.

23. «εφαρμοσμένη ή βιομηχανική έρευνα»: η σχεδιασμένη έρευνα ή η κριτική διερεύνηση ενός πεδίου που αποσκοπεί στην απόκτηση νέων γνώσεων και δεξιοτήτων για την ανάπτυξη νέων προϊόντων, διεργασιών ή υπηρεσιών ή για τη σημαντική βελτίωση προϊόντων, διεργασιών ή υπηρεσιών που υπάρχουν.

24. «ευρεσιτεχνία διεθνώς αναγνωρισμένη»: η ευρεσιτεχνία για την οποία  έχει απονεμηθεί σχετικό δίπλωμα, το οποίο είναι σε ισχύ και έχει πιστοποιηθεί από τον Οργανισμό Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (ΟΒΙ) ότι εμπίπτει σε μία τουλάχιστον από τις ακόλουθες περιπτώσεις: α) Ευρωπαϊκό Δίπλωμα Ευρεσιτεχνίας που χορηγείται από το Ευρωπαϊκό Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας (European Patent Office «EPO») και έχει κατοχυρωθεί στην Ελλάδα, β) Δίπλωμα Ευρεσιτεχνίας κατοχυρωμένο στην Ελλάδα (αποκλειομένων των Πιστοποιητικών Υποδείγματος Χρησιμότητας (Π.Υ.Χ.)), και σε ένα ακόμη κράτος (ενδεικτικά ΗΠΑ, Γερμανία, Κίνα, Ιαπωνία, Γαλλία, Ελβετία), που: αα) έχει προσχωρήσει στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας (EPC) ή συνεργάζεται στο πλαίσιο αυτής ή ββ) είναι μέλος του ΟΟΣΑ ή σε καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη χώρας (accession candidate country) ή σε καθεστώς ενισχυμένης δέσμευσης (enhanced engagement country).

25. «ευρωπαϊκός χώρος έρευνας»: πλαίσιο εργασίας που περιγράφει και συστηματοποιεί τις ερευνητικές δραστηριότητες και την πολιτική καινοτομίας σε ολόκληρη την Ευρώπη και περιλαμβάνει: α) την εσωτερική αγορά για την έρευνα, στο πλαίσιο της οποίας ερευνητές, τεχνολογία και γνώση διακινούνται ελεύθερα, β) το συντονισμό σε ευρωπαϊκό επίπεδο των εθνικών και περιφερειακών ερευνητικών δραστηριοτήτων, προγραμμάτων και πολιτικών, γ) την εφαρμογή και τη χρηματοδότηση πρωτοβουλιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τη συγκέντρωση και την εντατικοποίηση των προσπαθειών έρευνας σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και το συντονισμό τους με εθνικές και διεθνείς πρωτοβουλίες.

26. «ημερομηνία χορήγησης της ενίσχυσης»: η ημερομηνία της απονομής στον δικαιούχο του εννόμου δικαιώματος να λάβει την ενίσχυση σύμφωνα με το  εθνικό καθεστώς που εφαρμόζεται.

27. «καινοτομία»: η αξιοποίηση υφιστάμενης ή νέας γνώσης ή η μετατροπή μιας ιδέας σε προϊόν ή διαδικασία ή υπηρεσία.

28. «καθεστώς ενισχύσεων»: κάθε πράξη με βάση την οποία, χωρίς να απαιτούνται περαιτέρω μέτρα εκτέλεσης, μπορούν να χορηγούνται μεμονωμένες ενισχύσεις σε επιχειρήσεις οι οποίες ορίζονται στην πράξη αυτή κατά τρόπο γενικό και αφηρημένο, καθώς  και κάθε πράξη με βάση την οποία  μπορεί να χορηγείται ενίσχυση που δεν συνδέεται  με συγκεκριμένο έργο σε μια ή περισσότερες επιχειρήσεις για αόριστο χρονικό διάστημα ή για απροσδιόριστο ποσό.

29. «καινοτόμος επιχείρηση»: η επιχείρηση η οποία αναπτύσσει προϊόντα, υπηρεσίες ή διεργασίες που είναι νέες και ουσιωδώς βελτιωμένες σε σχέση με τη σύγχρονη τεχνολογία στον σχετικό κλάδο.

30. «κοινότητες γνώσης και καινοτομίας (ΚΓΚ)»: οι αυτόνομες εταιρικές συμπράξεις, οι οποίες πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) με αριθ. 294/2008, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 2008, στο πλαίσιο της καινοτομίας, μεταξύ ερευνητικών οργανισμών, επιχειρήσεων και λοιπών φορέων, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή τους και λειτουργούν ως ένα στρατηγικό δίκτυο που βασίζεται σε κοινό μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό καινοτομίας.

31. «κρατική ενίσχυση»: κάθε μέτρο το οποίο πληροί το σύνολο των κριτηρίων που καθορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 107 της ΣΛΕΕ.

32. «μελέτη σκοπιμότητας»: η αξιολόγηση και η ανάλυση των δυνατοτήτων ενός έργου με στόχο την υποστήριξη της διαδικασίας λήψης αποφάσεων στην οποία αποκαλύπτονται κατά τρόπο αντικειμενικό και ορθολογικό τα δυνατά του σημεία και οι αδυναμίες του, οι ευκαιρίες και οι απειλές που προκύπτουν από αυτό, και προσδιορίζονται οι πόροι που απαιτούνται για την εκτέλεσή του και, τελικά, οι προοπτικές επιτυχίας του.

33. «μεταφορά τεχνολογίας»: η παροχή τεχνολογίας, όπως ορίζεται από τις κείμενες διατάξεις και κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου από τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν.1733/1987 (Α 171), όπως ισχύει.

34. «οικονομική δραστηριότητα»: κάθε δραστηριότητα που συνίσταται στην παροχή αγαθών ή υπηρεσιών σε δεδομένη αγορά.

35. «πειραματική ανάπτυξη»: η απόκτηση, ο συνδυασμός, η διαμόρφωση και η χρήση υφισταμένων επιστημονικών, τεχνολογικών, και άλλων συναφών γνώσεων και δεξιοτήτων που αποσκοπούν στην ανάπτυξη νέων ή βελτιωμένων προϊόντων, διαδικασιών ή υπηρεσιών.

36. «προ−εμπορικές δημόσιες συμβάσεις»: η αγορά υπηρεσιών έρευνας στην περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δεν αναλαμβάνουν όλους τους κινδύνους, τα αποτελέσματα και τα οφέλη χρήσης κατά την άσκηση της δραστηριότητάς τους, αλλά τα μοιράζονται  με τους παρόχους υπό όρους της αγοράς. Η σύμβαση, το αντικείμενο της οποίας εμπίπτει σε μία ή περισσότερες κατηγορίες έρευνας και ανάπτυξης που ορίζονται  στο παρόν πλαίσιο, είναι περιορισμένης διάρκειας. Με την εξαίρεση του πρωτοτύπου ή ενός περιορισμένου συνόλου πρώτων δοκιμαστικών στοιχείων, η αγορά προϊόντων ή υπηρεσιών που αναπτύσσονται στο πλαίσιο μιας προ-εμπορικής δημόσιας σύμβασης δεν πρέπει να αποτελεί αντικείμενο της ίδιας σύμβασης.

37. «σύμβαση ορισμένου χρόνου»: η σύμβαση ή σχέση εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, η οποία συνάπτεται απευθείας μεταξύ του εργοδότη και του εργαζομένου, η λήξη της οποίας καθορίζεται από αντικειμενικούς όρους, όπως η παρέλευση συγκεκριμένης ημερομηνίας ή η εκτέλεση συγκεκριμένου έργου ή η πραγματοποίηση συγκεκριμένου γεγονότος.

38. «συμβουλευτικές υπηρεσίες συνεργασίας»: η παροχή συμβουλών, βοήθειας και εκπαίδευσης για την ανταλλαγή γνώσεων και εμπειριών, καθώς και για τη βελτίωση της συνεργασίας.

39. «τεχνολογικός φορέας»: νομικό πρόσωπο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που εποπτεύεται από τον Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, περιλαμβάνει στους στόχους του την ανάπτυξη τεχνολογίας και τεχνολογικών υποδομών και δραστηριοτήτων, την παροχή επιστημονικών, εξειδικευμένων εκπαιδευτικών και τεχνολογικών υπηρεσιών προς τρίτους σύμφωνα με τις ρυθμίσεις για τις κρατικές ενισχύσεις, και την επίλυση συγκεκριμένων τεχνολογικών προβλημάτων που εμπίπτουν στην επιστημονική περιοχή που υπηρετεί.

40. «τεχνολογική ανάπτυξη»: η ανάπτυξη και μεταφορά τεχνολογίας και τεχνογνωσίας στην παραγωγική διαδικασία, που αποσκοπεί στη βελτίωση των τεχνολογικών και των οικονομικών παραμέτρων παραγωγής προϊόντων ή προσφοράς υπηρεσιών, με την εφαρμογή μελετών και ερευνητικών προγραμμάτων και τη λήψη των αναγκαίων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών μέτρων στην κατεύθυνση αυτή.

  • 18 Ιανουαρίου 2016, 14:06 | Νικόλαος Αθανασάκης

    Σας αναφέρω ότι στους ορισμούς του άρθρου 2 Αντικατάσταση του άρθρου 2 ν.4310/2014 αναγράφεται: “…1. “ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα’’:τα Ιδρύματα που ορίζονται στο άρθρο 1 του ν.4009/2011’’.
    Όμως, στο άρθρο 1 Διάρθρωση της ανώτατης εκπαίδευσης Νομική μορφή των Α.Ε.Ι. του Ν.4009/2011 εκ παραδρομής στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Α.Ε.Ι.) δεν αναφέρονται οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες.
    Σχετικώς σας επισημαίνω ότι στην παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 3442/2006 αναφέρεται ότι οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες ανήκουν στην Ανώτατη Εκπαίδευση και ειδικότερα “2. Τα Εκκλησιαστικά Γυμνάσια και τα Ενιαία Εκκλησιαστικά Λύκεια ανήκουν στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες στην Ανώτατη Εκπαίδευση και τα Ιερατικά Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας αποτελούν φορείς δια βίου εκπαίδευσης”.
    Επίσης, στην παρ. 3 του άρθρου 17 του Ν. 3442/2006 αναφέρεται “3. Οι πτυχιούχοι των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών, χειροτονούμενοι, κατατάσσονται στην Ά μισθολογική κατηγορία Εφημερίων και εξελίσσονται στα μισθολογικά κλιμάκια της κατηγορίας ΠΕ. Ειδικά οι κάτοχοι πτυχίου του Προγράμματος Ιερατικών Σπουδών μπορούν να εγγραφούν στον κατάλογο των προς Αρχιερατεία εκλογίμων”.
    Επομένως, προκειμένου να αποφευχθούν νομικά κενά, αντινομία και αντιφάσεις, στο σχέδιο νόμου “Ρυθμίσεις για την Έρευνα και άλλες διατάξεις’’ θα πρέπει το άρθρο 1 του Ν.4009/2011 να συμπληρωθεί, ώστε να συμπεριληφθούν οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες στον Πανεπιστημιακό Τομέα της Ανώτατης Εκπαίδευσης.
    Παρακαλώ για τις ενέργειές σας.

  • 18 Ιανουαρίου 2016, 14:00 | Νικόλαος Αθανασάκης

    Στους ορισμούς του άρθρου 2 Αντικατάσταση του άρθρου 2 ν.4310/2014 αναγράφεται:<<…1.<>:τα Ιδρύματα που ορίζονται στο άρθρο 1 του ν.4009/2011>>.
    Όμως, στο άρθρο 1 Διάρθρωση της ανώτατης εκπαίδευσης Νομική μορφή των Α.Ε.Ι. του Ν.4009/2011 εκ παραδρομής στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Α.Ε.Ι.) δεν αναφέρονται οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες.
    Σχετικώς σας επισημαίνω ότι στην παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 3442/2006 αναφέρεται ότι οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες ανήκουν στην Ανώτατη Εκπαίδευση και ειδικότερα <>.
    Επίσης, στην παρ. 3 του άρθρου 17 του Ν. 3442/2006 αναφέρεται <>.
    Επομένως, προκειμένου να αποφευχθούν νομικά κενά, αντινομία και αντιφάσεις, στο σχέδιο νόμου <> θα πρέπει το άρθρο 1 του Ν.4009/2011 να συμπληρωθεί, ώστε να συμπεριληφθούν οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες στον Πανεπιστημιακό Τομέα της Ανώτατης Εκπαίδευσης.

  • 18 Ιανουαρίου 2016, 13:55 | Νικόλαος Αθανασάκης

    Σας αναφέρω ότι στους ορισμούς του άρθρου 2 Αντικατάσταση του άρθρου 2 ν.4310/2014 αναγράφεται:<<…1.<>:τα Ιδρύματα που ορίζονται στο άρθρο 1 του ν.4009/2011>>.
    Όμως, στο άρθρο 1 Διάρθρωση της ανώτατης εκπαίδευσης Νομική μορφή των Α.Ε.Ι. του Ν.4009/2011 εκ παραδρομής στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Α.Ε.Ι.) δεν αναφέρονται οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες.
    Σχετικώς σας επισημαίνω ότι στην παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 3442/2006 αναφέρεται ότι οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες ανήκουν στην Ανώτατη Εκπαίδευση και ειδικότερα <>.
    Επίσης, στην παρ. 3 του άρθρου 17 του Ν. 3442/2006 αναφέρεται <>.
    Επομένως, προκειμένου να αποφευχθούν νομικά κενά, αντινομία και αντιφάσεις, στο σχέδιο νόμου <> θα πρέπει το άρθρο 1 του Ν.4009/2011 να συμπληρωθεί, ώστε να συμπεριληφθούν οι Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες στον Πανεπιστημιακό Τομέα της Ανώτατης Εκπαίδευσης.
    Παρακαλώ για τις ενέργειές σας.

  • α)Προφανώς στην παρ. 16, η αναφορά πρέπει να γίνει στο άρθρο 16 του παρόντος νόμου και όχι στο άρθρο 18,

    β) Στην παρ. 2 η αξιολόγηση δεν θα πρέπει να αφορά μόνο τα ΑΕΙ και τα ΕΚ, αλλά θα πρέπει να επεκταθεί σε όλους τους φορείς, που μπορούν να λάβουν δημόσια χρηματοδότηση και να εγγραφούν στο Εθνικό Μητρώο Ερευνητών και Ερευνητικών Οργανισμών,

    γ) Στην παρ. 29, από τον ορισμό της καινοτόμου επιχείρησης έχουν αφαιρεθεί τόσο τα κριτήρια όσο και η προβλεπόμενη αξιολόγηση που υπήρχαν στο αρθ. 2, παρ. 32 του ν. 4310/2014. Η παράγραφος αυτή πρέπει να επανέλθει, όπως είχε στον 4310/2014.

  • Σχόλιο ορισμού 16: Με τον προτεινόμενο ορισμό «ερευνητές» συντηρείται η μη συμμόρφωση με τα προβλεπόμενα στην Ευρωπαϊκή Σύσταση της 11ης Μαρτίου 2005 «Χάρτα του Ερευνητή – Κώδικας δεοντολογίας για την πρόσληψη ερευνητών», η οποία έχει ήδη υπογραφεί από 15 ελληνικούς οργανισμούς (ως επί τω πλείστον Πανεπιστήμια και Ερευνητικά Κέντρα) και αποτελεί κριτήριο χρηματοδότησης του ευρωπαϊκού χρηματοδοτικού πλαισίου Horizon 2020. Η συμμόρφωση με την Ευρωπαϊκή Σύσταση – παρότι μη υποχρεωτική εκ του ευρωπαϊκού πλαισίου – είναι πρακτικά επιβεβλημένη από το χρηματοδοτικό πλαίσιο Horizon 2020 και ως εκ τούτου τυχόν μη πλήρης εφαρμογή της από το Νόμο θέτει εν αμφιβόλω μελλοντικές συμμετοχές σε χρηματοδοτικές προτάσεις όλων των ερευνητικών φορέων της χώρας.
    Η Ευρωπαϊκή Σύσταση περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τον νομικό επανακαθορισμό του ορισμού του «Ερευνητή», προσφέροντας μέσω αυτού του επανακαθορισμού τη δυνατότητα εξέλιξης, κινητικότητας και αμοιβών σε επιστημονικό προσωπικό με συμμετοχή σε ερευνητικά έργα, το οποίο δεν έχει τον τίτλο του εκλεγμένου ερευνητή βαθμίδας. Ως βήμα συμμόρφωσης θα πρέπει να προστεθεί συμβατός με τον ακριβή ορισμό του ερευνητή, σύμφωνα με το «εγχειρίδιο Frascati», ορισμός του ερευνητικού προσωπικού:
    «ερευνητικό προσωπικό» λογίζεται το προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων με σύμβαση αορίστου (Ερευνητές, Ε.Λ.Ε., Επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό) ή ορισμένου χρόνου ή με σύμβαση ανάθεσης έργου (συνεργαζόμενοι Ερευνητές) που είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού ή/και διδακτορικού τίτλου και έχουν ουσιαστική συμμετοχή (ασκούν έρευνα) σε ερευνητικά έργα.

    Επιπλέον, θα πρέπει να προστεθούν οι ορισμοί του «νέου ερευνητή» και του «πεπειραμένου ερευνητή» που ορίζονται στο «εγχειρίδιο Frascati». Συγκεκριμένα, γίνεται διάκριση μεταξύ των «νέων ερευνητών» και των «πεπειραμένων ερευνητών»:
    ως «νέοι ερευνητές» ορίζονται οι ερευνητές που διανύουν τα 4 πρώτα έτη (ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης) της ερευνητικής τους δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου εκπαίδευσης στην έρευνα
    ως «πεπειραμένοι ερευνητές» ορίζονται οι ερευνητές με τουλάχιστον 4ετή πείρα στην έρευνα (ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης) από την κτήση του πανεπιστημιακού πτυχίου που τους επιτρέπει να κάνουν διδακτορική μελέτη, στη χώρα κτήσης του πτυχίου/διπλώματος, ή οι ερευνητές που διαθέτουν ήδη διδακτορικό, ανεξαρτήτως του χρόνου που απαιτήθηκε για την κτήση του.

    Βάσει των παραπάνω προτείνουμε τις παρακάτω αλλαγές σε επίπεδο ορισμών, οι οποίες βεβαίως δεν επιλύουν οριστικά το πρόβλημα της μη συμμόρφωσης:
    Τροποποίηση ορισμού 16:
    Ερευνητικό προσωπικό: το προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων με σύμβαση αορίστου (Ερευνητές, Ε.Λ.Ε., Επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό) ή ορισμένου χρόνου ή με σύμβαση ανάθεσης έργου (συνεργαζόμενοι Ερευνητές) που είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού ή/και διδακτορικού τίτλου και έχουν ουσιαστική συμμετοχή (ασκούν έρευνα) σε ερευνητικά έργα.
    Προσθήκη νέου ορισμού (εγχειρίδιο Frascati):
    νέοι ερευνητές: οι ερευνητές που διανύουν τα 4 πρώτα έτη (ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης) της ερευνητικής τους δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου εκπαίδευσης στην έρευνα.
    Προσθήκη νέου ορισμού (εγχειρίδιο Frascati):
    πεπειραμένοι ερευνητές: ορίζονται οι ερευνητές με τουλάχιστον 4ετή πείρα στην έρευνα (ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης) από την κτήση του πανεπιστημιακού πτυχίου που τους επιτρέπει να κάνουν διδακτορική μελέτη, στη χώρα κτήσης του πτυχίου/διπλώματος, ή οι ερευνητές που διαθέτουν ήδη διδακτορικό, ανεξαρτήτως του χρόνου που απαιτήθηκε για την κτήση του.

  • 18 Ιανουαρίου 2016, 09:01 | Χρήστος Χουσιάδας

    Στον ορισμό 21 πρέπει να γίνει η προσθήκη και για τους τεχνολογικούς φορείς ώστε να συμπεριληφθεί ο ΕΛΚΕ της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας (ΕΕΑΕ): «…που λειτουργεί μέσα σε δημόσιους ερευνητικούς φορείς και τεχνολογικούς φορείς και…».

    Χρήστος Χουσιάδας
    Πρόεδρος ΕΕΑΕ

  • Να επανέλθει –τουλάχιστον ως έχει– ο ορισμός των καινοτόμων επιχειρήσεων του Ν. 4310/2014 (Άρθρο 2, παρ. 32). Επιπλέον, να προβλεφθεί μηχανισμός για την επαναξιολόγηση των επιχειρήσεων αυτών, σε ετήσια, ή διετή βάση, ώστε να διατηρούν το χαρακτηρισμό τους ως καινοτόμες.
    Αξιολόγηση θα πρέπει γίνεται σε όλους τους φορείς Έρευνας, με βάση διαφανείς, ουσιαστικούς και θεσμοθετημένους κανόνες. Η αξιολόγηση θα πρέπει δηλαδή να περιλαμβάνει –εκτός από τα ΑΕΙ και τα ΕΚ της ΓΓΕΤ– τους τεχνολογικούς φορείς, τους ερευνητικούς φορείς εκτός ΓΓΕΤ (δημόσιους και ιδιωτικούς) που λαμβάνουν ερευνητικές χρηματοδοτήσεις, καθώς και την ίδια τη ΓΓΕΤ. Ανάλογες τροποποιήσεις πρέπει να γίνουν σε σχετικά Άρθρα, όπως το Άρθρο 31 του Ν. 4310/2014. Επιπρόσθετα θα πρέπει να αξιολογούνται/αποτιμώνται τα παρελθόντα, αλλά και τα τρέχοντα εθνικά προγράμματα ΕΤΑΚ.

  • ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΥ

    Θετική η αλλαγή του ορισμού του ερευνητικού φορέα

    Να επανέλθει –τουλάχιστον ως έχει– ο ορισμός των καινοτόμων επιχειρήσεων του Ν. 4310/2014 (Άρθρο 2, παρ. 32).

    Αξιολόγηση θα πρέπει να γίνεται σε όλους τους φορείς Έρευνας, με βάση διαφανείς, ουσιαστικούς και θεσμοθετημένους κανόνες. Η αξιολόγηση θα πρέπει δηλαδή να περιλαμβάνει –εκτός από τα ΑΕΙ και τα ΕΚ της ΓΓΕΤ– τους τεχνολογικούς φορείς, τους ερευνητικούς φορείς εκτός ΓΓΕΤ (δημόσιους και ιδιωτικούς) που λαμβάνουν ερευνητικές χρηματοδοτήσεις, καθώς και την ίδια τη ΓΓΕΤ.

    Το ΔΣ του Συλλόγου Ερευνητών Δημοκρίτου

  • ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ

    Παρατηρήσεις / προτεινόμενες ρυθμίσεις:

    (α) Εξακολουθούν και παραμένουν στο Άρθρο αυτό ορισμοί οι οποίοι δεν υπάρχουν στο υπόλοιπο κείμενο ούτε του παρόντος σ/ν, ούτε στο εναπομείναν κείμενο του Ν. 4310/2014.

    (β) Από τον ορισμό «καινοτόμος επιχείρηση» της παραγράφου 29 έχει αφαιρεθεί τελείως (σε σχέση με το Άρθρο 2, παρ. 32 του Ν. 4310/2011) τόσο η έννοια της αξιολόγησης, όσο και τα κριτήρια που υπήρχαν για το χαρακτηρισμό των εταιρειών ως καινοτόμων. Παρόλα αυτά, οι καινοτόμες αυτές επιχειρήσεις θα μπορούν να ενταχθούν χωρίς κανένα κριτήριο και αξιολόγηση στο Εθνικό Μητρώο Ερευνητών και Ερευνητικών Οργανισμών (ΕΜΕΕΥ), βάσει του Άρθρου 33 του Ν. 4310/2014 που παραμένει σε ισχύ!

    (γ) Ο ορισμός της αξιολόγησης της παραγράφου 2 αφορά αποκλειστικά στα ΑΕΙ και τα ΕΚ, χωρίς να περιλαμβάνει και όλους τους ερευνητικούς φορείς (δημόσιους και ιδιωτικούς) οι οποίοι μπορούν να λάβουν ερευνητική χρηματοδότηση και να εγγραφούν στο ΕΜΕΕΥ. Επιπλέον, δεν υπάρχει πρόνοια αξιολόγησης των υλοποιηθέντων και υλοποιούμενων εθνικών προγραμμάτων ΕΤΑΚ.

    (δ) Ως θετική αποτιμάται η ρύθμιση που αφορά στην αλλαγή του ορισμού του «ερευνητικού φορέα» ο οποίος πλέον ορίζεται ως έχων κύριο σκοπό την επιστημονική και τεχνολογική έρευνα.

    Πρόταση της ΕΕΕ:

    Να αντικατασταθεί στην παρ. 16 η αναφορά στο άρθρο «18 του παρόντος», με το «άρθρο 16 του παρόντος»

    Να επανέλθει –τουλάχιστον ως έχει– ο ορισμός των καινοτόμων επιχειρήσεων του Ν. 4310/2014 (Άρθρο 2, παρ. 32). Επιπλέον, να προβλεφθεί μηχανισμός για την επαναξιολόγηση των επιχειρήσεων αυτών, σε ετήσια, ή διετή βάση, ώστε να διατηρούν το χαρακτηρισμό τους ως καινοτόμες.

    Αξιολόγηση θα πρέπει γίνεται σε όλους τους φορείς Έρευνας, με βάση διαφανείς, ουσιαστικούς και θεσμοθετημένους κανόνες. Η αξιολόγηση θα πρέπει δηλαδή να περιλαμβάνει –εκτός από τα ΑΕΙ και τα ΕΚ της ΓΓΕΤ– τους τεχνολογικούς φορείς, τους ερευνητικούς φορείς εκτός ΓΓΕΤ (δημόσιους και ιδιωτικούς) που λαμβάνουν ερευνητικές χρηματοδοτήσεις, καθώς και την ίδια τη ΓΓΕΤ. Ανάλογες τροποποιήσεις πρέπει να γίνουν σε σχετικά Άρθρα, όπως το Άρθρο 31 του Ν. 4310/2014. Επιπρόσθετα θα πρέπει να αξιολογούνται/αποτιμώνται τα παρελθόντα, αλλά και τα τρέχοντα εθνικά προγράμματα ΕΤΑΚ.

    Το ΔΣ της Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών

    Ολόκληρο το κείμενο θέσεων της ΕΕΕ επί του υπό διαβούλευση σ/ν για την ΕΤΑΚ είναι αναρτημένο στο: http://www.eee-researchers.gr/wp-content/uploads/2016/01/EEE_EX_487_Theseis-epi-tou-SN-EREYNAS_Jan2016.pdf

  • 17 Ιανουαρίου 2016, 23:02 | Ιωάννης Μπασέκης

    Σχόλιο ορισμού 16: Με τον προτεινόμενο ορισμό «ερευνητές» συντηρείται η μη συμμόρφωση με τα προβλεπόμενα στην Ευρωπαϊκή Σύσταση της 11ης Μαρτίου 2005 «Χάρτα του Ερευνητή – Κώδικας δεοντολογίας για την πρόσληψη ερευνητών», η οποία έχει ήδη υπογραφεί από 15 ελληνικούς οργανισμούς (ως επί τω πλείστον Πανεπιστήμια και Ερευνητικά Κέντρα) και αποτελεί κριτήριο χρηματοδότησης του ευρωπαϊκού χρηματοδοτικού πλαισίου Horizon 2020. Η συμμόρφωση με την Ευρωπαϊκή Σύσταση – παρότι μη υποχρεωτική εκ του ευρωπαϊκού πλαισίου – είναι πρακτικά επιβεβλημένη από το χρηματοδοτικό πλαίσιο Horizon 2020 και ως εκ τούτου τυχόν μη πλήρης εφαρμογή της από το Νόμο θέτει εν αμφιβόλω μελλοντικές συμμετοχές σε χρηματοδοτικές προτάσεις όλων των ερευνητικών φορέων της χώρας. Επίσης ως «οριζόντια διευθέτηση», θα εφαρμόζεται οριζόντια σε όλη την κείμενη νομοθεσία, χωρίς να απαιτούνται ειδικές λεκτικές προσαρμογές (βλ. δημόσια διαβούλευση για το Άρθρο 02 – Εγγραφή στο Μητρώο του σχέδιου νόμου «Διαφάνεια, Αξιοκρατία και Αποτελεσματικότητα της Δημόσιας Διοίκησης»).

    Η Ευρωπαϊκή Σύσταση περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τον νομικό επανακαθορισμό του ορισμού του «Ερευνητή», προσφέροντας μέσω αυτού του επανακαθορισμού τη δυνατότητα εξέλιξης, κινητικότητας και αμοιβών σε επιστημονικό προσωπικό με συμμετοχή σε ερευνητικά έργα, το οποίο δεν έχει τον τίτλο του εκλεγμένου ερευνητή βαθμίδας. Ως βήμα συμμόρφωσης θα πρέπει να προστεθεί συμβατός με τον ακριβή ορισμό του ερευνητή, σύμφωνα με το «εγχειρίδιο Frascati», ορισμός του ερευνητικού προσωπικού:

    «ερευνητικό προσωπικό» λογίζεται το προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων με σύμβαση αορίστου (Ερευνητές, Ε.Λ.Ε., Επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό) ή ορισμένου χρόνου ή με σύμβαση ανάθεσης έργου (συνεργαζόμενοι Ερευνητές) που είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού ή/και διδακτορικού τίτλου και έχουν ουσιαστική συμμετοχή (ασκούν έρευνα) σε ερευνητικά έργα.

    Επιπλέον, θα πρέπει να προστεθούν οι ορισμοί του «νέου ερευνητή» και του «πεπειραμένου ερευνητή» που ορίζονται στο «εγχειρίδιο Frascati». Συγκεκριμένα, γίνεται διάκριση μεταξύ των «νέων ερευνητών» και των «πεπειραμένων ερευνητών»:

    ως «νέοι ερευνητές» ορίζονται οι ερευνητές που διανύουν τα 4 πρώτα έτη (ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης) της ερευνητικής τους δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου εκπαίδευσης στην έρευνα

    ως «πεπειραμένοι ερευνητές» ορίζονται οι ερευνητές με τουλάχιστον 4ετή πείρα στην έρευνα (ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης) από την κτήση του πανεπιστημιακού πτυχίου που τους επιτρέπει να κάνουν διδακτορική μελέτη, στη χώρα κτήσης του πτυχίου/διπλώματος, ή οι ερευνητές που διαθέτουν ήδη διδακτορικό, ανεξαρτήτως του χρόνου που απαιτήθηκε για την κτήση του.

    Τροποποίηση ορισμού 16: Ερευνητικό προσωπικό: λογίζεται το προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων με σύμβαση αορίστου (Ερευνητές, Ε.Λ.Ε., Επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό) ή ορισμένου χρόνου ή με σύμβαση ανάθεσης έργου (συνεργαζόμενοι Ερευνητές) που είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού ή/και διδακτορικού τίτλου και έχουν ουσιαστική συμμετοχή (ασκούν έρευνα) σε ερευνητικά έργα.

    Προσθήκη νέου ορισμού: Συμμετοχή σε ερευνητικά έργα (άσκηση έρευνας): τεκμηριώνεται από τη συμμετοχή σε πατέντες, συγγραφή επιστημονικών βιβλίων, δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά ή/και επιστημονικά συνέδρια, παραδοτέα ερευνητικών έργων, επιστημονικές επιτροπές, την επιστημονική επίβλεψη χρηματοδοτούμενου έργου με την ιδιότητα του επικεφαλής ή όλα τα προηγούμενα.

    Προσθήκη νέου ορισμού (εγχειρίδιο Frascati): νέοι ερευνητές: ορίζονται οι ερευνητές που διανύουν τα 4 πρώτα έτη (ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης) της ερευνητικής τους δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου εκπαίδευσης στην έρευνα.

    Προσθήκη νέου ορισμού (εγχειρίδιο Frascati): πεπειραμένοι ερευνητές: ορίζονται οι ερευνητές με τουλάχιστον 4ετή πείρα στην έρευνα (ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης) από την κτήση του πανεπιστημιακού πτυχίου που τους επιτρέπει να κάνουν διδακτορική μελέτη, στη χώρα κτήσης του πτυχίου/διπλώματος, ή οι ερευνητές που διαθέτουν ήδη διδακτορικό, ανεξαρτήτως του χρόνου που απαιτήθηκε για την κτήση του.

    Δρ. Ιωάννης Μπασδέκης
    Ινστιτούτο Πληροφορικής – Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας

  • 17 Ιανουαρίου 2016, 16:18 | Μαρία Στουμπούδη

    Εξακολουθούν και παραμένουν στο Άρθρο αυτό ορισμοί οι οποίοι δεν υπάρχουν στο υπόλοιπο κείμενο ούτε του παρόντος σ/ν, ούτε στο εναπομείναν κείμενο του Ν. 4310/2014, όπως για παράδειγμα αυτός της παραγράφου 38.

    Όπου «μέλος/η ΔΕΠ» σε όλο το κείμενο, θα πρέπει να αντικατασταθεί με «καθηγητής/ές ΑΕΙ», σύμφωνα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο.

    Δρ Μ.Θ. Στουμπούδη,
    Ερευνήτρια ΕΛΚΕΘΕ
    πρώην Πρόεδρος ΔΣ Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών

  • 17 Ιανουαρίου 2016, 12:37 | Π.Ο.Σ.Ε.Ε.Ι.Ι.Δ. (ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΕΡΓΑΣΖΟΜΕΝΩΝ ΣΕ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΑΚΙΟΥ)

    Σχόλιο ορισμού 16: Με τον ορισμό «ερευνητές» διατηρείται η μη συμμόρφωση με τα προβλεπόμενα στην Ευρωπαϊκή Σύσταση της 11ης Μαρτίου 2005 «Χάρτα του Ερευνητή – Κώδικας δεοντολογίας για την πρόσληψη ερευνητών», η οποία έχει ήδη υπογραφεί από 15 ελληνικούς οργανισμούς (ως επί τω πλείστον Πανεπιστήμια και Ερευνητικά Κέντρα) και αποτελεί κριτήριο χρηματοδότησης του ευρωπαϊκού χρηματοδοτικού πλαισίου Horizon 2020. Η συμμόρφωση με την Ευρωπαϊκή Σύσταση – παρότι μη υποχρεωτική εκ του ευρωπαϊκού πλαισίου – είναι πρακτικά επιβεβλημένη από το χρηματοδοτικό πλαίσιο Horizon 2020 και ως εκ τούτου τυχόν μη πλήρης εφαρμογή της από το Νόμο θέτει εν αμφιβόλω μελλοντικές συμμετοχές σε χρηματοδοτικές προτάσεις όλων των ερευνητικών φορέων της χώρας.
    Η Ευρωπαϊκή Σύσταση περιλαμβάνει το νομικό επανακαθορισμό του ορισμού του «Ερευνητή», προσφέροντας τη δυνατότητα εξέλιξης, κινητικότητας και αμοιβών σε επιστημονικό προσωπικό με συμμετοχή σε ερευνητικά έργα, χωρίς όμως να έχει τον τίτλο του εκλεγμένου ερευνητή βαθμίδας. Προς τούτο, προτείνεται να προστεθεί ορισμός του «ερευνητικού προσωπικού» συμβατός με τον ακριβή ορισμό του ερευνητή σύμφωνα με το «εγχειρίδιο Frascati»:
    «ερευνητικό προσωπικό» λογίζεται το προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων με σύμβαση αορίστου (Ερευνητές, Ε.Λ.Ε., Ειδικό Επιστημονικό – Τεχνικό προσωπικό) ή ορισμένου χρόνου ή με σύμβαση ανάθεσης έργου (συνεργαζόμενοι Ερευνητές) που είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού ή/και διδακτορικού τίτλου και έχουν ουσιαστική συμμετοχή (ασκούν έρευνα) σε ερευνητικά έργα.
    Επιπλέον, να προστεθούν οι ορισμοί του «νέου ερευνητή» και του «πεπειραμένου ερευνητή» όπως αυτοί περιγράφονται στο «εγχειρίδιο Frascati». Συγκεκριμένα, γίνεται διάκριση μεταξύ των «νέων ερευνητών» και των «πεπειραμένων ερευνητών»:
    ως «νέοι ερευνητές» ορίζονται οι ερευνητές που διανύουν τα 4 πρώτα έτη (ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης) της ερευνητικής τους δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου εκπαίδευσης στην έρευνα,
    ενώ ως «πεπειραμένοι ερευνητές» ορίζονται οι ερευνητές με τουλάχιστον 4ετή εμπειρία στην έρευνα (ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης) από την κτήση του πανεπιστημιακού πτυχίου, που τους επιτρέπει να κάνουν διδακτορική μελέτη, στη χώρα κτήσης του πτυχίου/διπλώματος ή οι ερευνητές που διαθέτουν ήδη διδακτορικό, ανεξαρτήτως του χρόνου που απαιτήθηκε για την κτήση του.
    Βάσει των παραπάνω προτείνουμε τις παρακάτω αλλαγές σε επίπεδο ορισμών, οι οποίες βεβαίως δεν επιλύουν οριστικά το πρόβλημα της μη συμμόρφωσης:
    Πρόταση τροποποίησης του ορισμού 16: Ερευνητικό προσωπικό λογίζεται το προσωπικό των Ερευνητικών Κέντρων με σύμβαση αορίστου (Ερευνητές, Ε.Λ.Ε., Ειδικό Επιστημονικό – τεχνικό προσωπικό) ή ορισμένου χρόνου ή με σύμβαση ανάθεσης έργου (συνεργαζόμενοι Ερευνητές) που είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού ή/και διδακτορικού τίτλου και έχουν ουσιαστική συμμετοχή (ασκούν έρευνα) σε ερευνητικά έργα.
    Προσθήκη νέου ορισμού (εγχειρίδιο Frascati): νέοι ερευνητές ορίζονται οι ερευνητές που διανύουν τα 4 πρώτα έτη (ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης) της ερευνητικής τους δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου εκπαίδευσης στην έρευνα.
    Προσθήκη νέου ορισμού (εγχειρίδιο Frascati): πεπειραμένοι ερευνητές ορίζονται οι ερευνητές με τουλάχιστον 4ετή πείρα στην έρευνα (ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης) από την κτήση του πανεπιστημιακού πτυχίου που τους επιτρέπει να κάνουν διδακτορική μελέτη, στη χώρα κτήσης του πτυχίου/διπλώματος ή οι ερευνητές που διαθέτουν ήδη διδακτορικό, ανεξαρτήτως του χρόνου που απαιτήθηκε για την κτήση του.

  • 17 Ιανουαρίου 2016, 11:29 | Μαρία Στουμπούδη

    Στο παρόν Άρθρο είναι θετική η τροποποίηση του ορισμού του «ερευνητικού φορέα», ο οποίος πλέον ορίζεται ως έχων κύριο σκοπό την επιστημονική και τεχνολογική έρευνα.

    Όμως, ορισμός της «αξιολόγησης» αφορά αποκλειστικά στα ΑΕΙ και τα ΕΚ, χωρίς να περιλαμβάνει και όλους τους ερευνητικούς φορείς, οι οποίοι μπορούν να λάβουν ερευνητική χρηματοδότηση και να εγγραφούν στο ΕΜΕΕΥ.

    Η αξιολόγηση θα πρέπει να θεσμοθετηθεί ώστε να αφορά σε όλους τους φορείς Έρευνας (δημόσιους και ιδιωτικούς), με βάση διαφανείς, ουσιαστικούς και θεσμοθετημένους κανόνες. Η αξιολόγηση θα πρέπει δηλαδή να περιλαμβάνει και τους τεχνολογικούς φορείς, τους ερευνητικούς φορείς εκτός ΓΓΕΤ (δημόσιους και ιδιωτικούς) που λαμβάνουν ερευνητικές χρηματοδοτήσεις.

    Επιπρόσθετα θα πρέπει να αξιολογούνται/αποτιμώνται τα παρελθόντα, αλλά και τα τρέχοντα εθνικά προγράμματα ΕΤΑΚ. Η αξιολόγησή τους θα επιτρέψει την εξαγωγή εξαιρετικά χρήσιμων συμπερασμάτων αναφορικά με έναν ορθολογικό και παραγωγικό σχεδιασμό των επόμενων δράσεων ή προγραμμάτων ΕΤΑΚ.

    Δρ Μ.Θ. Στουμπούδη,
    Ερευνήτρια ΕΛΚΕΘΕ
    πρώην Πρόεδρος ΔΣ Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών

  • 17 Ιανουαρίου 2016, 11:13 | Μαρία Στουμπούδη

    Ο Ν. 4310/2014 (Άρθρο 2, παρ. 32) περιείχε κριτήρια με βάση τα οποία οι καινοτόμες επιχειρήσεις χαρακτηρίζονται ως τέτοιες, τα οποία στο παρόν ν/σ έχουν απαλειφθεί.

    Θα πρέπει είτε να επανέλθει –τουλάχιστον ως έχει– ο ορισμός των καινοτόμων επιχειρήσεων του Ν. 4310/2014, είτε να οριστούν νέα κριτήρια (βλ. και σχετικές προτάσεις της ΕΕΕ), ώστε να μπορούν οι πραγματικά καινοτόμες επιχειρήσεις να εντάσσονται στο Εθνικό Μητρώο Ερευνητών και Ερευνητικών Οργανισμών (ΕΜΕΕΥ), βάσει του Άρθρου 33 του Ν. 4310/2014 (που παραμένει σε ισχύ) και να χρηματοδοτούνται με ερευνητικά κονδύλια.

    Επιπλέον, να προβλεφθεί μηχανισμός για την επαναξιολόγηση των επιχειρήσεων αυτών, σε ετήσια, ή διετή βάση, ώστε να διατηρούν το χαρακτηρισμό τους ως καινοτόμες.

    Δρ Μ.Θ. Στουμπούδη,
    Ερευνήτρια ΕΛΚΕΘΕ
    πρώην Πρόεδρος ΔΣ Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών

  • 15 Ιανουαρίου 2016, 12:23 | ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.

    Στο πλαίσιο ενός συνολικά νέου νόμου θεωρούμε επιβεβλημένο να αναπτυχθούν περαιτέρω και να αποσαφηνιστούν μία σειρά θεμάτων όπως: τι εννοούμε ως Ενιαίο Χώρο Έρευνας και πως δομείται; Θέλουμε κεντρικό (από το Υπουργείο) απόλυτο έλεγχο (χρηματοδοτήσεις, διορισμοί, εθνικές επιλογές) ή επιτελικό ρόλο με έμφαση στην Περιφέρεια και στην αυτοτέλεια των Ιδρυμάτων; Θέλουμε συνέχεια στην έρευνα ή συνέχεια στη λογική της απορρόφησης κοινοτικών προγραμμάτων; Συνεργασία ή ανταγωνιστικότητα; Αξιολόγηση με ποιο μοντέλο; Είναι φανερό ότι επείγει η παραγωγή ενός νέου παραδείγματος για την έρευνα.
    Σχετικά με την εγκεκριμένη ΕΣΕΤΑΚ (κυρίως μέσα από ΕΣΠΑ) πρέπει να προσέξουμε να μη βρούμε μπροστά μας τα ίδια προβλήματα που είχαμε με τις διατάξεις που διέπουν τα ΕΣΠΑ ως τώρα και αφορούν την υποχρέωση σχεδόν σε ελαστικές και εργολαβικές σχέσεις εργασίας, τους όρους αμοιβής για υπερεργασία, την κάλυψη των δαπανών και την παρακράτηση για τους ΕΛΚΕ.
    Επίσης η διατήρηση των ΕΛΚΕ και η σχέση τους με την υπόλοιπη διοικητικο-οικονομική διάρθρωση και λειτουργία των ερευνητικών φορέων θα πρέπει να τη δούμε μέσα από τη συνολική αλλαγή του θεσμικού πλαισίου για την έρευνα. Το ίδιο και για την δυνατότητα που μας δίνουν οι τροπολογίες σχετικά με τις προσλήψεις μέσω (εκτός) Α.Σ.Ε.Π.
    Μέσα στην τελευταία 15ετία η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζόμενων, που εντάχθηκαν ως νέο δυναμικό, στα δημόσια Ερευνητικά Κέντρα της χώρας αποτελούν εργαζόμενους με «ελαστικές» σχέσεις εργασίας. Είτε με τη μορφή συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου (ΙΔΟΧ) είτε ως ελεύθεροι επαγγελματίες στελεχώνουν το ερευνητικό-τεχνικό-διοικητικό προσωπικό των ερευνητικών κέντρων έχοντας σήμερα φτάσει να αποτελούν το μισό περίπου ενεργό δυναμικό της έρευνας στην Ελλάδα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το πρόβλημα της μετανάστευσης υψηλά καταρτισμένου επιστημονικού δυναμικού της χώρας έχει γιγαντωθεί τα τελευταία χρόνια. Η αναγκαιότητα ένταξης αυτού ή ενός μέρους αυτού του δυναμικού και ανανέωσης των δημόσιων ερευνητικών φορέων είναι σήμερα παραπάνω από επιτακτική.
    Αυτά με την προϋπόθεση της ρητής δέσμευση για εντός του έτους αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου Έρευνας, που προτείνεται και στην αρχή του παρόντος και στην προοπτική μιας εφ’ όλης της ύλης συζήτησης για τη φιλοσοφία του νέου νόμου.

  • 13 Ιανουαρίου 2016, 00:30 | Α.Σωτηρόπουλος

    Εφόσον ο ορισμός «ερευνητικός οργανισμός» του ν.4310 έχει αφαιρεθεί, τότε η παρ. 22 θα πρέπει να αναφέρεται σε ερευνητικούς φορείς και όχι ερευνητικούς οργανισμούς.

    Οι ορισμοί δεν είναι αλφαβητικά ταξινομημένοι. Π.χ. οι παράγραφοι 21 και 22.

  • 12 Ιανουαρίου 2016, 22:56 | George C. Pappas

    WIPO definition of intellectual property/διανοιτηκή ιδιοκτησία:
    «Intellectual property (IP) refers to creations of the mind, such as inventions; literary and artistic works; designs; and symbols, names and images used in commerce. IP is protected in law by, for example, patents, copyright and trademarks, which enable people to earn recognition or financial benefit from what they invent or create. By striking the right balance between the interests of innovators and the wider public interest, the IP system aims to foster an environment in which creativity and innovation can flourish.»

    ****

    IP — not unlike real estate or personal property — is property that can be bought, sold and/or licensed. IP is unique from other property types in the key sense that, as an intellectual construct, it only exists in «intangible» form (that is, we cannot touch it).

    IP RIGHTS: In lay terms, IP rights is the bundle of rights and privileges associated with those that own IP.

    IP LAW: IP law is simply a loosely coined term to refer to one or more types of law practiced by legal professionals or technical experts trained in many of the below relevant sub-specialties of legal jurisprudence.

    1. PATENT LAW is a generic name given to laws the aim of which is to bestow rights relating to inventions. The word «invention» in the abstract has no meaning unless understood in a «legal context». This legal context is the legal framework that creates or bestows enforceable patent rights on an inventor. Patents are monopoly rights granted by a government, against its interests and against the interests of the patent holder’s competitors as an incentive for the patent holder disclosing the invention to the public and for investing time, money and resources in coming up with the discovery in the first place so others can take that discovery and build on it.

    Patent lawyers are the advocates for the inventor (who seeks the broadest patent rights) against the Patent Office (OBI) whose role is to try and give the inventor the narrowest «legal» enforcement power.

    Without a properly trained patent law expert possessed of technical expertise in the subject matter of the relevant invention, the inventor’s chances of getting any protection (narrow or broad) is very small.

    2. TRADEMARK LAW is a generic name given to a subset of laws the aim of which is the creation and protection of, among other things, trademarks and service marks, whether or not registered.

    3. TRADE SECRETS and CONFIDENTIAL INFORMATION are another type of IP, and as such IP rights can and do exist by operation of law.

    4. COPYRIGHT (πνευματική ιδιοκτισία) and DESIGN PATENT protection, simply put, aim to provide protection against outright copying of the sweat and brow effort of another, and also protect artistic creations independent of any independent technical nature or properties. Neither of these two forms of IP protection provides protection in any underlying invention where the owner has not separately secured a proper utility patent in parallel.

    5. ANTI-COMPETITION, DOMAIN NAME, OPEN SOURCE, and E-COMMERCE jurisprudence, as well as laws that pertain to UNFAIR BUSINESS PRACTICES, are all additional legal sub-specialties that to some extent involve the protection, and use or misuse of IP owned by another.

    ************
    TECHNOLOGY TRANSFER (TT):ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΕΧΝΟΓΝΩΣΙΑΣ/ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ

    TT, and in particular, a TT professional, is a general term used to refer to a whole slew of experts engaged in the creation, development, marketing, and/or commercialization of IP derived or associated with activities stemming from fully or partially government funded research.

    TT experts versed in the creation and protection of patentable inventions is a unique problem in Greece due to the lack of technically and legally trained patent experts. This, in and of itself, is the single biggest obstacle to large scale successful TT across Greece. Coincidentally, it is also a problem in the private sector for the same reasons.

    *******
    DRAFT LAW:

    The present draft law aims to improve the commercialization of Greek intellectual creations as a means to stimulate economic development. One of the ways to do this is to create a research environment that motivates and supports researchers in their being able (i) to create innovative new technologies; and/or (ii) to create commercializable IP and the resources to be able to monetize this IP on an international scale.

    Unfortunately, the proposed law gives preference to esteemed engineers and scientists in key management positions.

    It seems misplaced that the average scientist would receive preferential treatement over the likes of Bill Gates (Microsoft founder), Steve Jobs (Apple founder), Mark Zuckerberg (Facebook founder and college dropout), and Nathan Myhrvold (founder and globally-renowed IP commercialization expert –Intellectual Ventures).

    Institutions should be incentivized — or at least afforded the opportunity to choose — candidates with (i) proven expertise in IP commercialization and a keen mind for generating business, and/or (ii) strong academic training in public research administration and a track record of succesful management experience.

    **********
    BASIC vs. APPLIED: What is distinction?

    One interpretation of basic research is that it concerns research (of bothe technical and non-technical nature) for which the creation (and thus possible commercialization) of products is either unlikely or not possible. A research activity of a technical nature might be, for example, exploring the carcinogenic effects of long term asbestos exposure. An activity of a non-technical nature on the other hand might include the exploration of the incidence of suicide during an economic crisis.

    While we can all agree that both basic research examples are valuable from a broader societal perspective, research of a technical nature is by far often much more expensive, requiring sophisticated, expensive and up to date equipment. Some may argue that the use of tax payer money for such purposes at times of economic crises is simply a luxury that needs to be managed and coordinated else limited or avoided altogether.

    Applied research is typically of a technical nature. And unlike basic research, applied research aims at the creation of commercializable IP, and/or innovative products or services.

    (Of course, without a sound IP ecosystem, IP commercialization of any kind is difficult, which is why more needs to be done to deal with the lack of Greek IP and TT experts.)

    ******

    A second intepretation of basic research is research of a technical nature aimed at solving problems of which there is great social benefit. Examples of basic research of this nature includes research aimed at curing or preventing Altzheimers, lung cancer, earthquake detection, and the like. Applied research, by contrast, is limited to discoveries related to improvements in existing products, and/or new ways to deal with problems more efficiently by employing pioneer methodologies or designs.

    From a patenting standpoint, the costs for obtaining broad international patent coverage of a drug or other important discovery, often well before it is known that the product is safe or commercially viable, exceeds several hundreds of thousands of dollars per invention. As a practical matter, Greek institutions have neither the funding, expertise, or resources to support such activities on a large scale.

    The present draft law does not seem to address this key innovation challenge. Even if it were possible to direct funding for patenting and other costs for societally valuable research, at time of crisis, it seems more prudent to back investments in the next decade in improvement type innovations which are easier and less expensive to commercialize and patent. By better coordinating funding this way, it becomes possible to efficiently create strategic clusters of innovation in areas such as IoT, digital convergence, nanotechnologies, lasers/optics, generic drug improvements, and other technologies.

    *****************

  • παρ. 2. Αντί του «…στα ΑΕΙ…» το «…στα ΑΕΙ και ΤΕΙ…»

  • 11 Ιανουαρίου 2016, 16:51 | ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΧΙΟΥ

    Ο εισαγόμενος ορισμός για τη «διανοητική ιδιοκτησία» (§7) βρίσκεται κατ’ αρχήν σε αρμονία με αυτόν του άρθρου 8 παρ. 18 του Ν. 2557/1997, σύμφωνα με τον οποίο η διανοητική ιδιοκτησία «περιλαμβάνει, τόσο την πνευματική ιδιοκτησία (propriété littéraire et artistique ή droit d’auteur, copyright) και τα συγγενικά δικαιώματα, όσο και τη βιομηχανική ιδιοκτησία (propriété industrielle, industrial property), όπως εφευρέσεις και σήματα», καθώς και με το ευρωπαϊκό και διεθνές κεκτημένο, ιδίως όσον αφορά την ευρύτητα και την ενιαία προσέγγιση πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας υπό έναν ενιαίο νομικό κλάδο. Επιπλέον, όπως και στον ορισμό του Ν. 2557/1997, η απαρίθμηση επιμέρους δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας είναι ενδεικτική. Αξιοσημείωτη είναι επίσης η ρητή αναφορά στην τεχνογνωσία, η οποία προστατεύεται κατά κανόνα με εμπορικό απόρρητο.

    Παρά τα ανωτέρω, ο προτεινόμενος ορισμός παρουσιάζει ελαττώματα. Ειδικότερα, η διατύπωση της φράσης «τα περιουσιακά και ηθικά δικαιώματα που απορρέουν από τα έργα που τις εμπεριέχουν» δεν κρίνεται επιτυχής. Πράγματι, η χρήση της αντωνυμίας «τις» εγείρει απορία καθότι η μόνη δυνατή απόδοση της φράσης με τη χρησιμοποιούμενη αντωνυμία στο ανάπτυγμά της είναι η εξής: «τα περιουσιακά και τα ηθικά δικαιώματα που απορρέουν από τα έργα που εμπεριέχουν [πνευματική και βιομηχανική ιδιοκτησία]». Όμως, η εν λόγω διατύπωση πάσχει δεδομένου ότι, αφενός τα έργα δεν εμπεριέχουν πνευματική ιδιοκτησία αλλά προστατεύονται από αυτήν και, αφετέρου, η έννοια του έργου δεν υφίσταται, ως προστατευόμενο αντικείμενο στο χώρο της βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Περαιτέρω, για την πληρότητα του ορισμού, η αναφορά των συγγενικών δικαιωμάτων θα ήταν χρήσιμη, κατ’ εικόνα και του ορισμού του Ν. 2257/1997.

    Προς επίλυση των ανωτέρω, προτείνεται ο ακόλουθος ορισμός: «διανοητική ιδιοκτησία: η πνευματική και η βιομηχανική ιδιοκτησία, και ιδίως τα περιουσιακά και τα ηθικά δικαιώματα που απορρέουν από προστατευόμενα έργα, τα συγγενικά δικαιώματα, η τεχνογνωσία, τα σήματα, τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και τα πιστοποιητικά χρησιμότητας.»

    Η πρόβλεψη ειδικού νομοθετικού ορισμού για τη διανοητική ιδιοκτησία αποτιμάται θετικά, στο βαθμό που το περιεχόμενό του ευθυγραμμίζεται με τα διεθνή πρότυπα και συνεισφέρει στη βαθμιαία ένταξη του όρου αυτού στην ελληνική έννομη τάξη αλλά και στη διάδοση της χρήσης του στην Ελλάδα. Βέβαια, για λόγους συνέπειας και νομοθετικής συνοχής, θα μπορούσε να εξεταστεί η νομοτεχνική επιλογή της παραπομπής στον αρχικό ορισμό του άρθρου 8 παρ. 18 του Ν. 2557/1997, όπως είχε, άλλωστε, πραγματοποιηθεί σε παλαιότερα νομοθετήματα (πχ. παρ. 4 του άρθρου 68 του π.δ. 28/2015 με τίτλο «Κωδικοποίηση διατάξεων για την πρόσβαση σε δημόσια έγγραφα και στοιχεία», σύμφωνα με την οποία: «Για την εφαρμογή του παρόντος Κεφαλαίου οι ακόλουθοι επιπλέον όροι έχουν την εξής έννοια: […] 4. «Διανοητική Ιδιοκτησία»: όπως ορίζεται στην παράγραφο 18 του άρθρου 8 του ν. 2557/1997».)

  • 11 Ιανουαρίου 2016, 12:52 | Δημήτρης Δαβάζογλου

    ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΟΠΩΣ ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ ΕΝΑΣ ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ:
    1. Ένα δίπλωμα ευρεσιτεχνίας (ΔΕ) είναι ένα νομικό κείμενο που όταν συνταχθεί από έναν μη-νομικό θα περιέχει πλήθος λαθών, συνεπώς ένας εξειδικευμένος νομικός θα το καταστήσει εύκολα άκυρο. Ακόμα, η σύνταξη μη εξειδικευμένων κειμένων δυσκολεύει το review και συνεπώς αυξάνει το σχετικό κόστος στον ΟΒΙ ή στο Ευρωπαϊκό Γραφείο ΔΕ.
    2. Αν κάποιος τρίτος καταχραστεί το δίπλωμα αυτό, πώς αυτή η κατάχρηση θα γίνει αντιληπτή από τον κάτοχο του διπλώματος;
    3. Ακόμα κι αν η κατάχρηση γίνει αντιληπτή, τι μπορεί να κάνει ένας ερευνητής π.χ.; Που θα βρει τα χρήματα για να κινηθεί νομικά κατά του καταχραστή;
    4. Για την κατάθεση χρειάζεται ένα σημαντικό ποσό (περίπου 1.000 Ευρώ για Ελληνικό δίπλωμα 2.500 Ευρώ για Ευρωπαϊκό).
    Εν όψει των πρώτου προβλήματος και των ακόλουθων τριών, ένας ερευνητής προτιμά να διαθέσει τα παραπάνω ποσά για έρευνα, παρά για διπλώματα ευρεσιτεχνίας που ακόμα και αν πουληθούν θα του αποφέρουν κάποιο ελάχιστο χρηματικό όφελος αφού τα περισσότερα οφέλη τα έχει το ίδρυμα στο οποίο δουλεύει (δηλ. το Ελληνικό Δημόσιο) και το οποίο στο κάτω-κάτω δεν προσφέρει καμιά βοήθεια στην όλη διαδικασία.
    ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ:
    1. Δημιουργία παραρτημάτων του ΟΒΙ μέσα στα ερευνητικά ιδρύματα και πανεπιστήμια. Τα παραρτήματα αυτά να επανδρωθούν με νομικούς του ΟΒΙ που έτσι κι αλλιώς, άτυπα, βοηθάνε τους ερευνητές στη σύνταξη των ΔΕ με τις παρατηρήσεις που κάνουν. (Η λύση αυτή δεν έχει κόστος)
    2. Σε δεύτερο χρόνο, δημιουργία εξειδικευμένων νομικών που σήμερα (σχεδόν) δεν υπάρχουν στην Ελλάδα. Εδώ απαιτείται συνεννόηση με τις νομικές σχολές ώστε να «παραχθούν» αυτοί οι νομικοί. Επίσης, αυτό σε τρίτο-τέταρτο χρόνο, συνεννόηση με τα πολυτεχνεία ώστε να δημιουργηθεί η ειδικότητα του reverse engineering. (Εδώ έχουμε σημαντικό κόστος αλλά και τη διερεύνηση ενός παρθένου πεδίου στην Ελλάδα με πολύ μεγάλα οικονομικά οφέλη)
    3. Να δίδεται η δυνατότητα οι ερευνητές και τα μέλη ΔΕΠ που εργάζονται σε δημόσιους φορείς να υποβάλουν αιτήσεις ΔΕ χωρίς να πληρώνουν παράβολα. (Δεν έχει και πολύ νόημα το δημόσιο να πληρώνει τον εαυτό του)
    4. Αν το παραπάνω δεν είναι εφικτό, να υπάρχει μια ευελιξία στην περίπτωση που κάποιος βρεθεί χωρίς προγράμματα (χρήματα) για κάποιο διάστημα. Υπάρχουν περιπτώσεις που ερευνητές δεν μπορούν να κατοχυρώσουν τις ιδέες τους και διστάζουν να υποβάλουν προγράμματα γιατί φοβούνται μήπως αυτές κλαπούν. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να υποβάλλεται η αίτηση για δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, να προχωρά το review ώστε να κατοχυρώνεται η ιδέα, χωρίς να εκδίδεται το τελικό δίπλωμα. Στη συνέχεια, να υποβάλλεται το αντίστοιχο ερευνητικό πρόγραμμα για χρηματοδότηση και σε περίπτωση επιτυχίας ο ΟΒΙ να παίρνει κανονικά την αμοιβή του να εκδίδεται το δίπλωμα. Σε περίπτωση αποτυχίας να ερωτάται ο υποβάλλων αν θέλει να πληρώσει ή όχι και στην τελευταία περίπτωση να μένει μια εκκρεμότητα για μελλοντικές υποβολές. (το κόστος ελαχιστοποιείται αν υιοθετηθούν οι λύσεις 1 και 2 και υποβάλλονται σωστά γραμμένες αιτήσεις ΔΕ)