Άρθρο 19: Χορήγηση και ανανέωση αδειών διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους

1. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών χορηγείται άδεια διαμονής για λόγους ανθρωπιστικής φύσεως σε πολίτες τρίτων χωρών που εμπίπτουν σε κάποια από τις παρακάτω κατηγορίες:
α. Σε θύματα εμπορίας ανθρώπων ανεξαρτήτως από τη συνεργασία τους ή όχι με τις διωκτικές Αρχές εφόσον υφίσταται σχετική πράξη χαρακτηρισμού από τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών. Η διάρκεια ισχύος της αρχικής άδειας διαμονής είναι ετήσια, παρέχει δικαίωμα εξαρτημένης εργασίας-παροχής υπηρεσιών ή έργου και μπορεί να ανανεώνεται κάθε φορά για δύο έτη μόνο με την προϋπόθεση ότι συνεχίζεται η διερεύνηση της σχετικής ποινικής διαδικασίας. Σε περίπτωση που η διαδικασία αυτή περατωθεί με οποιονδήποτε τρόπο ή τεθεί στο αρχείο, η άδεια διαμονής μπορεί να ανανεωθεί για έναν από τους λοιπούς λόγους του παρόντος, ύστερα από γνώμη των Επιτροπών της παραγράφου 1 του άρθρου 135 και μόνο εφόσον κρίνεται σκόπιμη εκ των εν γένει περιστάσεων και των στοιχείων του φακέλου ότι συντρέχει εξαιρετικός λόγος προς τούτο.
β. Σε θύματα και ουσιώδεις μάρτυρες εγκληματικών ή ρατσιστικών πράξεων, οι οποίες προβλέπονται στα άρθρα 1 και 2 του ν. 927/1979 (ΦΕΚ 139 Α’) και στην παράγραφο 1 του άρθρου 16 του ν.3304/05 (ΦΕΚ 16 Α’) καθώς και σε θύματα και ουσιώδεις μάρτυρες εγκληματικών πράξεων οι οποίες προβλέπονται στα άρθρα 187, 309 και 310 ΠΚ ή τιμωρούνται σε βαθμό κακουργήματος και τελούνται σε βάρος της ζωής, της υγείας, της σωματικής ακεραιότητας, της περιουσίας, της ιδιοκτησίας και της προσωπικής και γενετήσιας ελευθερίας, εφ` όσον έχει ασκηθεί γι` αυτές ποινική δίωξη ή έχει διαταχθεί προκαταρκτική εξέταση και μέχρι να εκδοθεί τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο. Η συνδρομή των ως άνω προϋποθέσεων διαπιστώνεται με πράξη του αρμόδιου Εισαγγελέα Πρωτοδικών, τόσο πριν όσο και μετά την άσκηση ποινικής δίωξης. Η πράξη του Εισαγγελέα Πρωτοδικών κοινοποιείται στη Διεύθυνση Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών. Εάν τα ανωτέρω πρόσωπα υποβάλλονται σε θεραπευτική αγωγή η άδεια διαμονής εξακολουθεί να χορηγείται για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η θεραπεία τους. Η διάρκεια της αρχικής άδειας διαμονής είναι ετήσια, παρέχει δικαίωμα εξαρτημένης εργασίας-παροχής υπηρεσιών ή έργου και μπορεί να ανανεώνεται κάθε φορά μέχρι δύο έτη εφόσον πληρούνται οι ίδιες προϋποθέσεις.
γ. Σε θύματα ενδοοικογενειακής βίας, κατά τα οριζόμενα στο ν. 3500/2006. Η διάρκεια της αρχικής άδειας διαμονής είναι ετήσια και μπορεί να ανανεώνεται κάθε φορά μέχρι δύο έτη εφόσον πληρούνται οι ίδιες προϋποθέσεις. Ισόχρονη άδεια διαμονής χορηγείται και στα ανήλικα τέκνα των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας ή στον ενήλικα που ασκεί την επιμέλεια των ανηλίκων θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας εφόσον αυτός δεν είναι το ίδιο πρόσωπο με τον φερόμενο δράστη του εγκλήματος. Στους ενηλίκους που κατέχουν άδεια διαμονής κατά την παρούσα περίπτωση, παρέχεται το δικαίωμα εξαρτημένης εργασίας-παροχής υπηρεσιών ή έργου..
δ. Σε πολίτες τρίτων χωρών, οι οποίοι απασχολήθηκαν είτε με ιδιαίτερα καταχρηστικούς όρους εργασίας είτε ως ανήλικοι, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 89 του ν.4052/2012. Ως τέτοιοι όροι θεωρούνται όσοι είναι κατάφωρα δυσανάλογοι προς τις συνθήκες εργασίας των νόμιμα απασχολούμενων εργαζομένων, έχοντας σοβαρή επίπτωση, στην υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων, και προσβάλλουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Σε αυτές περιλαμβάνονται ιδίως διακρίσεις λόγω φύλου.
Η διάρκεια της αρχικής άδειας διαμονής είναι ετήσια. Ανανεώνεται σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 89 του ν.4052/2012. Η εν λόγω άδεια διαμονής δεν ανανεώνεται ή ανακαλείται σύμφωνα με την παράγραφο 7 του ίδιου άρθρου.
ε. Σε πάσχοντες από σοβαρά προβλήματα υγείας. Η συνδρομή σοβαρών προβλημάτων υγείας, καθώς και η διάρκεια της θεραπείας διαπιστώνονται με πρόσφατο ιατρικό πιστοποιητικό. Σε περίπτωση κατά την οποία το πρόβλημα υγείας αναφέρεται σε λοιμώδες νόσημα, για την έκδοση της ανωτέρω απόφασης απαιτείται σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Υγείας ότι δεν συντρέχει κίνδυνος για τη δημόσια υγεία. Προϋπόθεση για τη χορήγηση της άδειας διαμονής για πρόσωπα που πάσχουν από σοβαρά προβλήματα υγείας είναι η κατοχή από τον αιτούντα ισχυρής άδειας διαμονής. Η διάρκεια της αρχικής άδειας διαμονής είναι διετής μπορεί να ανανεώνεται μέχρι δύο έτη κάθε φορά εφόσον πληρούνται οι ίδιες προϋποθέσεις.
στ. Σε πολίτες τρίτων χωρών των οποίων απορρίπτεται αίτηση για διεθνή προστασία με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 28 του π.δ. 114/2010.
Για την χορήγηση άδειας διαμονής της παρούσας κατηγορίας, λαμβάνονται υπόψη ιδίως η αντικειμενική αδυναμία απομάκρυνσης ή επιστροφής του στη χώρα καταγωγής ή συνήθους διαμονής του για λόγους ανωτέρας βίας, όπως σοβαροί λόγοι υγείας του ιδίου ή μέλους της οικογενείας του, διεθνής αποκλεισμός της χώρας του, ή συνδρομή στο πρόσωπο του ενδιαφερομένου της ρήτρας μη επαναπροώθησης του άρθρου 3 της Σύμβασης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών η οποία κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.δ/τος 53/1974 (Α’ 256) ή του άρθρου 3 της Σύμβασης της Ν. Υόρκης της 10ης Δεκεμβρίου 1984 κατά των βασανιστηρίων και άλλων τρόπων σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης, η οποία κυρώθηκε με το ν.1782/1988 (Α’ 116).
Το σχετικό αίτημα χορήγησης άδειας για ανθρωπιστικούς λόγους εξετάζεται μόνο εφόσον η υπόθεση του ενδιαφερόμενου πολίτη τρίτης χώρας έχει παραπεμφθεί στο Υπουργείο Εσωτερικών από τις αρμόδιες Αρχές Απόφασης του άρθρου 2 περ. ιθ του π.δ. 113/2013 κατόπιν πιθανολόγησής τους περί της συνδρομής στο πρόσωπο του αιτούντος μιας ή περισσοτέρων προυποθέσεων του δεύτερου εδαφίου της παρούσας παραγράφου.
Η άδεια διαμονής, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 24 παρ. 1 και 2 του ν. 3907/2011, χορηγείται, για ένα έτος, παρέχει πρόσβαση στη μισθωτή απασχόληση και μπορεί να ανανεώνεται για ισόχρονο διάστημα, εφόσον εξακολουθούν να ισχύουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις. Η άδεια διαμονής χορηγείται και στα αναφερόμενα στην περίπτωση λγ) του άρθρου 1 του παρόντος Κώδικα μέλη της οικογένειας του πολίτη τρίτης χώρας, εξ’ ονόματος των οποίων είχε υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας.
ζ. Σε πρόσωπα που παρακολουθούν εγκεκριμένο κατά νόμο θεραπευτικό πρόγραμμα ψυχικής εξάρτησης, όπως τούτο αποδεικνύεται με έγγραφη βεβαίωση του διευθυντή του προγράμματος. Η διάρκεια της αρχικής άδειας διαμονής είναι ετήσια. Μπορεί να ανανεώνεται κάθε φορά μέχρι δύο έτη εφόσον πληρούνται οι ίδιες προϋποθέσεις. Η άδεια διαμονής παρέχει δικαίωμα εξαρτημένης εργασίας-παροχής υπηρεσιών ή έργου.
η. Σε γονείς ανήλικων ημεδαπών Η διάρκεια της άδειας διαμονής είναι ετήσια, παρέχει δικαίωμα εξαρτημένης εργασίας-παροχής υπηρεσιών ή έργου και μπορεί να ανανεωθεί για έναν από τους λόγους του παρόντος Κώδικα.

2. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης του τόπου διαμονής του ενδιαφερόμενου πολίτη τρίτης χώρας χορηγείται άδεια διαμονής στις παρακάτω κατηγορίες:
α. Ενήλικοι, ανίκανοι να επιμεληθούν των υποθέσεών τους εξαιτίας λόγων υγείας ή ανήλικοι που αποδεδειγμένα χρήζουν προστατευτικών μέτρων και φιλοξενούνται από ιδρύματα ή άλλα νομικά πρόσωπα κοινωφελούς σκοπού, εφόσον η επιστροφή τους σε ασφαλές περιβάλλον είναι αδύνατη. Η διάρκεια της αρχικής άδειας διαμονής είναι ετήσια και μπορεί να ανανεώνεται κάθε φορά μέχρι δύο έτη εφόσον πληρούνται οι ίδιες προϋποθέσεις.
β. Ανήλικοι, η επιμέλεια των οποίων έχει ανατεθεί με απόφαση ελληνικού δικαστηρίου ή αλλοδαπού δικαστηρίου, που αναγνωρίζεται από τις ελληνικές αρχές, σε οικογένειες Ελλήνων ή οικογένειες πολιτών τρίτων χωρών με νόμιμη διαμονή στη χώρα ή για τα οποία είναι εκκρεμής διαδικασία υιοθεσίας ενώπιον των ελληνικών αρχών. Η διάρκεια της αρχικής άδειας διαμονής είναι ετήσια και μπορεί να ανανεώνεται κάθε φορά μέχρι δύο έτη εφόσον πληρούνται οι ίδιες προϋποθέσεις.
γ. Θύματα εργατικών ατυχημάτων και λοιπών ατυχημάτων που καλύπτονται από την ελληνική νομοθεσία, για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η θεραπεία ή συνταξιοδοτούνται για την ίδια αιτία. Προϋπόθεση για την υποβολή του αιτήματος για τη χορήγηση της άδειας διαμονής σε πρόσωπα της εν λόγω κατηγορίας είναι η κατοχή από τον αιτούντα ισχυρής άδειας διαμονής. Η διάρκεια της αρχικής άδειας διαμονής είναι διετής μπορεί να ανανεώνεται κάθε φορά μέχρι δύο έτη εφόσον πληρούνται οι ίδιες προϋποθέσεις.
δ. Ανήλικοι φιλοξενούμενοι σε οικοτροφεία, που λειτουργούν υπό την εποπτεία των αρμόδιων Υπουργείων. Η διάρκεια της αρχικής άδειας διαμονής είναι ετήσια και μπορεί να ανανεώνεται κάθε φορά μέχρι δύο έτη εφόσον πληρούνται οι ίδιες προϋποθέσεις.
ε. Ενήλικοι που γεννήθηκαν στην Ελλάδα, καθώς και όσοι φοίτησαν σε έξι (6) τουλάχιστον τάξεις ελληνικού σχολείου πριν ενηλικιωθούν, εφόσον εξακολουθούν να διαμένουν μόνιμα στη χώρα. Η διάρκεια της άδειας διαμονής είναι ετήσια, παρέχει δικαίωμα εξαρτημένης εργασίας-παροχής υπηρεσιών ή έργου και μπορεί να ανανεωθεί μόνον για έναν από τους λόγους του παρόντος Κώδικα.
3. Προϋπόθεση για τη χορήγηση άδειας διαμονής σε πρόσωπα των παραπάνω κατηγοριών είναι η κατοχή διαβατηρίου, έστω και εάν αυτό έχει λήξει. Άδεια διαμονής χορηγείται και στις περιπτώσεις διαπιστωμένης αντικειμενικής αδυναμίας εφοδιασμού του ενδιαφερόμενου με διαβατήριο, εφόσον αυτό διαπιστώνεται, κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης του ενδιαφερομένου και γνώμης της αρμόδιας Επιτροπής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 6 του παρόντος Κώδικα.
4. Για την εξέταση αιτήματος χορήγησης άδειας διαμονής σύμφωνα με το παρόν άρθρο δεν καταβάλλεται παράβολο, εκτός της περίπτωσης ε’ της παραγράφου 2 για την οποία καταβάλλεται παράβολο ύψους εκατόν πενήντα (150) ευρώ.
5. Στις περιπτώσεις των προσώπων της παραγράφου 1 που τα μέλη της οικογένειας τους είναι κάτοχοι άδειας διαμονής για λόγους οικογενειακής επανένωσης είναι δυνατή η ανανέωση της άδειας διαμονής τους για ίσο χρονικό διάστημα με την ισχύ της άδειας για ανθρωπιστικούς λόγους, κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 2 περ. β του άρθρου 71 του παρόντος Κώδικα.
6. Η άδεια διαμονής που χορηγείται στις περιπτώσεις β΄, γ΄, ε΄, στ και ζ΄ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου μπορεί να ανανεωθεί για έναν από τους λοιπούς λόγους του Κώδικα αυτού, εφόσον εκλείψουν οι λόγοι για τους οποίους χορηγήθηκαν.
7. Αιτήσεις για τη χορήγηση άδειας διαμονής ανήλικων που φιλοξενούνται σε οποιοδήποτε ίδρυμα ή σε νομικά πρόσωπα κοινωφελούς σκοπού υποβάλλονται από τον οριζόμενο εκπρόσωπο του ιδρύματος ή του νομικού προσώπου.

  • 29 Οκτωβρίου 2013, 19:20 | ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α. ΤΣΑΟΥΣΗΣ

    Από τη διάταξη έχει αφαιρεθεί η κατηγορία των συζύγων ελλήνων, παρά το γεγονός της ύπαρξης πολλών τέτοιων περιπτώσεων (καλώς ή κακώς, συνάπτονται ακόμη στην Ελλάδα γάμοι με παρανόμως διαμένοντες αλλοδαπούς και εκδίδονται πιστοποιητικά οικογενειακής κατάστασης αλλά όχι άδειες διαμονής [ορθά]). Επίσης, να διευκρινιστεί ότι στις περιπτώσεις της ύπαρξης 6ετούς φοίτησης πριν την ενηλικίωση, προσμετράται και το έτος ενηλικίωσης, εφόσον τότε διανύεται η αναγκαία έκτη τάξη στην εκπαίδευση (όπως, πολύ ορθά άλλωστε, εφαρμόζεται ήδη στην πράξη).

  • 29 Οκτωβρίου 2013, 18:07 | ΘΕΟΔΩΡΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ-IMMIGRATIO

    Δεν ξέρω εάν παραλείφθηκε ή απαλείφθηκε η περ. θ αρ.1 αρ.44 ν.3386/2005, όπως τροποποιήθηκε με 3907/2011 «σύζυγοι, γονείς ανηλίκων και συντηρούμενα μέλη οικογενείας Έλληνα πολίτη»
    ΣΕ κάθε περίπτωση πρέπει αν ισχύσει πρόβλεψη χορήγησης άδεια διαμονής στους συζύγους και στα συντηρούμενα μέλη οικογενείας Έλληνα.

    Επίσης, στην παρ. 2 περ. ε πρέπει να διευρυνθεί η προβλεπόμενη ηλικία για την ολοκλήρωση φοίτησης 6 τουλάχιστον τάξεων ελληνικού σχολείου από την ενηλικίωση στην ηλικία των 21 ετών, αναγνωρίζοντας το πλεονέκτημα της μετεφηβικής ηλικίας, δεδομένου ότι πολλά παιδιά χρειάστηκαν αρχικά ένα ή/και δυο χρόνια για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας.

  • Θεωρούμε ότι πρέπει να προστεθούν δύο νέες κατηγορίες ανθρωπιστικών λόγων στο άρθρο 19.2α) υπήκοοι τρίτων χωρών που έχου εισέλθει με σπουδαστική βίζα και έχουν ολοκληρώσει τις σπουδές τους ,εφόσον επιθυμούν να παραμείνουν για εργασία στη χώρα(οι εν λόγω αλλοδαποί έχουν παραμείνει στη χώρα τουλάχιστον έξι χρόνια ,καιέχουν ενσωματωθεί στην ελληνική κοινωνία .)β)σύζυγοι υπηκόων τρίτων χωρών που παραμένουν παράνομα στη χώρα ,εφόσον ο σύζυγος και τα τέκνα έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα και είναι κάτοχοι άδειας παραμονής . Είναι αναγκαίο να δοθεί η δυνατότητα στις γυναίκες που έχουν γεννήσει στην Ελλάδα να νομιμοποιηθούν ακόμα και αν η διάταξη τεθεί σε ισχύ για σύντομο χρονικό διάστημα (σχετ.άρθρο 18ν 3536/2007)

  • 29 Οκτωβρίου 2013, 11:45 | ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΒΟΓΙΑΤΖΗ

    Η παρ. 2 του άρθρου 19 προβλέπει νέες κατηγορίες χορήγησης αδειών διαμονής, δίνοντας λύση στα ζητήματα των ενήλικων, ανίκανων να επιμεληθούν των υποθέσεων τους, όντας φιλοξενούμενοι σε θεραπευτικά ιδρύματα καθώς και των ανήλικων αλλοδαπών.

    Η περ. στ του άρθρου 19 επιλύει το χρόνιο πρόβλημα του εγκλωβισμού των αιτούντων άσυλο, εφόσον πλέον θα υπάρχει και άλλη υπηρεσία που θα εξετάζει τη δυνατότητα χορήγησης καθεστώτος νόμιμης διαμονής. Όμως, όπως όλοι γνωρίζουμε, στους αιτούντες άσυλο περιλαμβάνονται και οι οικονομικοί μετανάστες, οι οποίοι, όταν αναμένουν πως θα απορριφθεί η αίτησή τους, προσπαθούν με κάθε τρόπο ( π.χ. εικονικούς γάμους) να μεταβούν στο καθεστώς των αδειών διαμονής . Ίσως θα πρέπει να επανεξετασθεί η διατύπωση «Το σχετικό αίτημα χορήγησης άδειας για ανθρωπιστικούς λόγους εξετάζεται μόνο εφόσον η υπόθεση του ενδιαφερόμενου πολίτη τρίτης χώρας έχει παραπεμφθεί στο Υπουργείο Εσωτερικών από τις αρμόδιες Αρχές….»

    Η περ. ε αποτελεί μία δίκαιη ρύθμιση για τους Ενήλικους που γεννήθηκαν ή φοίτησαν στην Ελλάδα, όπου σε συνδυασμό με το άρθρο 109 «άδειες διαμονής δεύτερης γενιάς» αντιμετωπίζεται σφαιρικά το ζήτημα των νέων μεταναστών δεύτερης γενιάς.

  • 25 Οκτωβρίου 2013, 19:57 | Dante A.

    Για όσους λοιπόν δεν μπορούν να υπαχθούν στο άρθρ. 109 (άδεια δεύτερης γενεάς)ερχόμαστε εδώ:
    «Ενήλικοι που γεννήθηκαν στην Ελλάδα, καθώς και όσοι φοίτησαν σε έξι (6) τουλάχιστον τάξεις ελληνικού σχολείου ΠΡΙΝ ΕΝΗΛΙΚΙΩΘΟΥΝ, εφόσον εξακολουθούν να διαμένουν μόνιμα στη χώρα.»
    Δηλαδή όσοι ολοκλήρωσαν εξαετή φοίτηση σε ελληνικό σχολείο ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΝΗΛΙΚΙΩΣΗ ΤΟΥΣ δεν θα μπορούν να πάρουν άδεια ούτε καν για ανθρωπιστικούς λόγους;
    Πολύ αυστηρή προϋπόθεση για μια τέτοια άδεια.
    Δεύτερη παρατήρηση: «…να διαμένουν ΜΟΝΙΜΑ στη χώρα». Η μόνιμη διαμονή πώς θα αποδεικνύεται;

  • 24 Οκτωβρίου 2013, 18:12 | Νίκος Ντ.

    Όσον αφορά την παράγραφο 2ε (Ενήλικοι που γεννήθηκαν στην Ελλάδα, καθώς και όσοι φοίτησαν σε έξι (6) τουλάχιστον τάξεις ελληνικού σχολείου πριν ενηλικιωθούν, εφόσον εξακολουθούν να διαμένουν μόνιμα στη χώρα. Η διάρκεια της άδειας διαμονής είναι ετήσια, παρέχει δικαίωμα εξαρτημένης εργασίας-παροχής υπηρεσιών ή έργου και μπορεί να ανανεωθεί μόνον για έναν από τους λόγους του παρόντος Κώδικα) επειδή αυτά τα παιδιά δεν επέλεξαν να έρθουν στην Ελλάδα, αλλά και επειδή έχουν πλήρως ενσωματωθεί στην κοινωνία μας, θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να εργαστούν σε οποιαδήποτε εργασία και να κάνουν τη ζωή τους στη χώρα μας νόμιμα. Εξάλλου τι είδους «ανθρωπιστικοί λόγοι» είναι αυτοί που τους δίνουν δικαίωμα ενός έτους νόμιμης παραμονής χωρίς εργασία; Και κατόπιν με το άγχος της συγκέντρωσης ενσήμων σ’ αυτή τη χρονική περίοδο της κρίσης; Να τους δοθεί τέτοια άδεια που να μπορούν να ζήσουν σαν κανονικοί άνθρωποι, όπως όλοι μας. Αν θέλετε (για το φόβο αλλοίωσης του γένους μας) μην τους δίνετε δικαίωμα ψήφου και ιθαγένεια, αλλά αφήστε τους να ζήσουν.

  • 21 Οκτωβρίου 2013, 19:36 | υπάλληλος υπηρεσιας ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ

    Συμφωνω με την αποψη του κ.Χατζη.Συμπληρώνω οτι πιθανά το κατάλληλο προσωπικο δηλ.ΠΕ Νομικης να ανιχνευτεί μεσα απο τις αιτήσεις για μετάταξη στις Δ/νσεις Αλλοδαπων. Χρειάζονται 2-3 τουλάχιστον υπάλληλοι της κατηγορίας αυτής ανα Δ/νση Αποκεντρωμένης. Αλλωστε στις Δ΄νσεις λειτουργουν και τα τμήματα Ελέγχου που αντικείμενο τους είναι ο έλεγχος εφαρμογής της νομοθεσίας «….

  • 21 Οκτωβρίου 2013, 16:31 | Dante A.

    Επιτέλους το Υπουργείο αποφάσισε να εμπιστευθεί τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις και να τους δώσει σημαντικό κομμάτι από τις άδειες διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους. θα πω ΜΠΡΑΒΟ (και ελπίζω να μην το μετανιώσω..)

  • 20 Οκτωβρίου 2013, 07:38 | ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΧΑΤΖΗΣ

    ΤΟΣΟ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 19 ΟΣΟ ΚΑΙ ΑΠΟ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ ΠΡΟΚΥΠΤΕΙ Η ΑΝΑΓΚΗ ΣΥΣΤΑΣΗΣ ΣΕ ΚΑΘΕ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΤΩΝ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΜΕΝΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΝ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ.
    ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΟΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΙ ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ ΤΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ, ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΤΟΝ ΠΟΙΝΚΟ ΚΑΙ ΑΣΤΙΚΟ ΚΩΔΙΚΑ ΤΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΟΥ ΙΚΑ ΤΟΥ ΟΓΑ ΤΟΥ ΟΑΕΕ κ.α. ΚΑΙ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΠΑΝΤΑ ΤΟ ΑΓΧΟΣ ΟΤΙ ΚΑΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΥΠΟΠΕΣΟΥΝ ΣΕ ΛΑΘΟΣ. ΟΥΤΕ ΕΧΟΥΝ ΤΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΝΑ ΑΠΟΦΑΙΝΟΝΤΑΙ ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ ΕΠΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ.
    Η ΣΥΣΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΚΡΙΝΕΤΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ ΟΡΘΑ Η ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ.

    Στην παρ. 2, και στα πλαίσια προστασίας της οικογένειας,θα πρέπει να προστεθεί και η κατηγορία ενηλίκων αλλοδαπών που ενώ δεν αποδεικνύεται ότι εισήλθαν νόμιμα στη χώρα, έχουν συνάψει γάμο στην ελλάδα με νόμιμα διαμένοντα αλλοδαπό σύζυγο ΚΑΙ έχουν τουλάχιστον ένα τέκνο που γεννήθηκε στην Ελλάδα.

  • 19 Οκτωβρίου 2013, 11:16 | Έρικα Καλαντζή

    Το σχέδιο του Κώδικα Μετανάστευσης αποτελεί αναμφισβήτητα θετική εξέλιξη για την ασφάλεια δικαίου στην Ελλάδα σε θέματα που αφορούν στη μεταχείριση των αλλοδαπών.
    Η χορήγηση άδειας διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους αποτελεί αναμφισβήτητα βασικό «εργαλείο» για τη διασφάλιση της αξιοπρεπούς (συμπεριλαμβανομένης της ασφάλειας της προσωπικής ελευθερίας) διαβίωσης στην Ελλάδα των αλλοδαπών που δεν δικαιούνται άδειας διαμονής στην Ελλάδα για κάποιον από τους υπόλοιπους λόγους που προβλέπει η μεταναστευτική νομοθεσία. Εν προκειμένω σημειώνεται ότι πρόκειται για «πρακτική» που έχουν υιοθετήσει από μακρό σχεδόν όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ και του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΕΜΝ, The different national practices concerning granting of non-EU harmonised protection statuses, 2010, http://ec.europa.eu/dgs/home-affairs/what-we-do/networks/european_migration_network/reports/docs/emn-studies/non-eu-harmonised-protection-status/0_emn_synthesis_report_noneuharmonised_finalversion_january2011_en.pdf). Η κατηγοριοποίηση των περιπτώσεων όπου μπορεί να χορηγηθεί άδεια διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους συμβάλει αναμφισβήτητα στη δημιουργία αισθήματος ασφάλειας δικαίου στους ενδιαφερόμενους διοικούμενους. Η εισαγωγή της κατηγορίας των απορριφθέντων αιτούντων άσυλο (εδάφιο στ) της παραγράφου 1 του άρθρου) με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων του ΠΔ 114/2010 (που αποτελεί σωστή επιλογή μιας και δεν συντρέχει λόγος επιβάρυνσης της διοικητικής λειτουργίας διαφορετικού οργάνου – δηλαδή του Υπουργείου Εσωτερικών – αφού όργανα του ελληνικού κράτους – δηλαδή, οι Επιτροπές που υπάγονται στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη – εξετάζουν τις προσφυγές που ασκήθηκαν κατά των αιτημάτων ασύλου που εκκρεμούν επί μακρόν ενώπιον των αστυνομικών αρχών, αρμόδιων για την εξέτασή τους έως την έναρξη λειτουργίας της Υπηρεσίας Ασύλου) μόνον ως θετική μπορεί να χαρακτηριστική για τη μεταχείριση των ενδιαφερόμενων αλλοδαπών, κυρίως επειδή πλέον είναι μια η Υπηρεσία που χορηγεί τις άδειες διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους. Ωστόσο, η αυτούσια μεταφορά της διάταξης του άρθρου 8 του ΠΔ 61/1999 δημιουργεί προβλήματα ερμηνείας όσον αφορά στα χαρακτηριστικά των υποθέσεων των αλλοδαπών που μπορεί να υπαχθούν σε αυτήν την ευνοϊκή ρύθμιση. Και τούτο διότι η λέξη «ιδίως» μπορεί να ερμηνευθεί ως επιτρέπουσα τη διασταλτική ερμηνεία των κριτηρίων που επιτρέπουν τη χορήγηση άδειας διαμονής δυνάμει του εδαφίου στ) της παραγράφου 1 του άρθρου 19 του σχεδίου του Κώδικα Μετανάστευσης.
    Στο πλαίσιο της ανάλυσης της αιτιολογικής βάσης αυτής της ρύθμισης θα μπορούσαν να υποστηριχθούν τα εξής:
    α) το άρθρο 8 του ΠΔ 61/1999 (που ρύθμιζε τη διαδικασία εξέτασης των αιτημάτων ασύλου) είχε υιοθετηθεί όταν αρμόδια για τη χορήγηση αδειών διαμονής στην Ελλάδα ήταν η Ελληνική Αστυνομία (δηλαδή πριν τη μεταφορά της αρμοδιότητας στο Υπουργείο Εσωτερικών), οπότε δεν συνέτρεχε λόγος παραπομπής μιας υπόθεσης που υπαγόταν στο πεδίο εφαρμογής του σε άλλη υπηρεσία – την Υπηρεσία Αλλοδαπών – της Ελληνικής Αστυνομίας).
    β) Μετά τη μεταβίβαση της αρμοδιότητας χορήγησης αδειών διαμονής στους αλλοδαπούς στο Υπουργείο Εσωτερικών η διάταξη αυτή παρέμεινε εν ισχύ «μεταφερόμενη» αυτούσια στη νομοθεσία που υιοθέτησε το ελληνικό κράτος για τη μεταφορά των Οδηγιών της ΕΕ που ρυθμίζουν θέματα προσφυγικού δικαίου. Και τούτο, γιατί οι σχετικές Οδηγίες (Common European Asylum System, http://ec.europa.eu/dgs/home-affairs/what-we-do/policies/asylum/) και τα αντίστοιχα προεδρικά διατάγματα με τα οποία μεταφέρθηκαν στην ελληνική έννομη τάξη αποκλείουν από τη χορήγηση διεθνούς προστασίας πρόσωπα που χαρακτηρίζονται επικίνδυνα για τη δημόσια τάξη ή την εθνική ασφάλεια, χωρίς ωστόσο να προβλέπουν ειδικά για την περίπτωση που η επιστροφή στη χώρα της προηγούμενης συνήθους διαμονής τους ή καταγωγής τους παραβιάζει το θεμελιώδες δικαίωμα στην ελευθερία από τα βασανιστήρια και στην προστασία της ζωής (όπως αυτό προστατεύεται τόσο από το Ελληνικό Σύνταγμα και από το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ όσο και από τη νομολογία των διεθνών συμβάσεων που έχει κυρώσει η Ελλάδα, δηλαδή κυρίως του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου -http://www.echr.coe.int/Pages/home.aspx?p=home – και της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ – http://www.ccprcentre.org/).
    Ενόψει αυτών των σκέψεων, και δεδομένου ότι το ισχύον καθεστώς εξέτασης των αιτημάτων διεθνούς προστασίας (ΠΔ 113/2013) προβλέπει τη χορήγηση διεθνούς προστασίας στην Ελλάδα για λόγους που αφορούν αποκλειστικά στην εφαρμογή της Σύμβασης του 1951 και/ή Πρωτοκόλλου του 1967 για το Καθεστώς των Προσφύγων και στον υιοθετηθέντα με κείμενα του δικαίου της ΕΕ θεσμό της επικουρικής προστασίας η παροχή της δυνατότητας στα αρμόδια όργανα εξέτασης των αιτημάτων ασύλου να παραπέμπουν υποθέσεις που κατά την κρίση τους είναι αναγκαία η χορήγηση ανθρωπιστικού καθεστώτος για λόγους πέραν των ρητά διατυπωμένων στο εδάφιο στ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου αφενός μπορεί να δημιουργήσει ανασφάλεια δικαίου και αφετέρου μπορεί να βλάψει τη δίκαιη και αποτελεσματική διαδικασία εξέτασης των αιτημάτων ασύλου (αφού ενέχει τον κίνδυνο να αποτελέσει «προθάλαμο» του ανθρωπιστικού καθεστώτος). Σε αυτό το πνεύμα επισημαίνεται ότι το σχέδιο του Κώδικα Μετανάστευσης (εδάφια α), β), γ), δ), ε) της παραγράφου 1 του άρθρου 19, παράγραφος 2 του άρθρου 19, άρθρο 20) προβλέπει στο μέτρο του δυνατού – μιας και η «ζωή υπερβαίνει τη φαντασία του νομοθέτη σε θέματα μετανάστευσης» – τις βασικές τουλάχιστον περιπτώσεις προστασίας της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής σε πλαίσιο που φαίνεται να λαμβάνει υπόψη τόσο τη σχετική νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας όσο και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
    Εν κατακλείδι, προτείνεται από την περίοδο β΄του εδαφίου στ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου να απαλειφθεί η λέξη «ιδίως».